ZipUnzip
ΔΙΑΚΟΠΗ ΡΕΥΜΑΤΟΣ
Και ξαφνικά ο κόσμος αλλάζει όπως δεν θα το περιμέναμε. Φτάνει κάτι λίγο να συμβεί προς την πλευρά μιας ευτυχισμένης στραβοτιμονιάς και η ματιά μας τότε να ‘ναι κάπως σωστά προσανατολισμένη…
Είδα κι εγώ όπως όλοι τη θυροκολλημένη ειδοποίηση της ΔΕΗ για προγραμματισμένη διακοπή κάποιου Σαββάτου του Οκτώβρη στο Μαρούσι. Κάτι τέτοια μικρά ασήμαντα χαρτάκια μπορεί να ανατροφοδοτήσουν ένα αφανές άγχος, να βάλουν τρικλοποδιά στους αυτοματισμούς μας, να ξυπνήσουν το χρόνο που κοιμάται μακάριος δεμένος στο άρμα της παραγωγής.
Αυτή η γειτονιά είναι ήσυχη, ο δρόμος δεν είναι πολυσύχναστος, και τα δέντρα έχουν ακόμα κάτι να πουν και κάτι να κρύψουν το φθινόπωρο. Το τραίνο περνά κάπου γουργουρίζοντας και μια χαλαρής τονικότητας συγχορδία, που έχει συνηθίσει το αυτί μας και δεν την ακούει, είναι το μόνιμο χαλί κατά τη διάρκεια της μέρας. Αν βρεθείς χαράματα μιας εργάσιμης ψηλά στον Υμηττό, θα ακούσεις τον συγκλονιστικό ήχο της πόλης που ξυπνά από κάτω, μιας υπόγειας μηχανής που ανεβάζει αργά τις στροφές της, σχεδόν τον ήχο των σκεπασμάτων που τραβιούνται και του νερού στις βρύσες κάτω απ’ τους καθρέφτες. Αυτή τη σημερινή μέρα η πόλη θα μπορούσε να μην ξυπνήσει, τα σκεπάσματα να μείνουν πάνω της, η αργία να έρθει καθησυχαστική πίσω απ’ το αναπάντεχο.
Όταν κάποια ώρα είχε ήδη περάσει χωρίς ρεύμα στους ιστούς της γειτονιάς, μπορούσες απ’ το μπαλκόνι σου να ακούσεις ξεχασμένους από άλλες εποχές διαλόγους. Οι νοικοκυρές δεν άνοιξαν τους δέκτες στην πρωινή ζώνη, τα παιδιά δεν κάθισαν στο play-station, τα ραδιόφωνα δεν είχαν ειδήσεις ούτε πληρωμένες καταχωρήσεις του μαφιόζικου top 10, οι εξαεριστήρες κι οι κουζίνες δεν δούλευαν, ακόμα κι ο καφές θα ψήνονταν αργά στα γκαζάκια, αν πρόσεχες θα άκουγες την κάφτρα του τσιγάρου σου να μονολογεί. Όταν δεν θα μπορούσαν άλλο πια οι γειτόνοι να αντέξουν τη σιωπή, θα άρχιζαν να μιλούν μεταξύ τους.
Μα τι ήταν αυτό; Πού το είχαμε ξεχασμένο; Να λειτουργούν άραγε ακόμα τα ανακλαστικά μας;
Μια γειτόνισσα κουτρουβαλιάστηκε τρεις ολόκληρους ορόφους για να προλάβει κάποιον που χτύπησε το κουδούνι και να πιάσει κουβέντα μαζί του για το πώς και το γιατί. Λάθος έκανε ο άνθρωπος, αλλά αυτή δεν θα ‘χανε την ελπίδα της. Όσοι κατέβαιναν από τη λαϊκή με τα καλάθια τους θα σταματούσαν για να πουν δυο ασήμαντα πράγματα, που όμως θα έλαμπαν στον πρωινό ήλιο σαν τη βαθύτερη σοφία. Είχες την αίσθηση ότι σήμερα μπορεί και να άφηναν τα χέρια τους να ακουμπήσουν τυχαία, για να σιγουρευτούν ότι ζουν και έξω απ’ την αργόσυρτη καταγραφή της κιλοβατώρας στα ρολόγια. Το μηχάνημα έδειχνε νεκρό τον ασθενή, αλλά –τι ωραία- το μηχάνημα είχε χαλάσει, αϊ στο διάολο πια μ’ αυτό το μηχάνημα! Τα τηλέφωνα –όλα ασύρματα και τελευταίας τεχνολογίας- δεν θα δούλευαν, οι ευρυζωνικές κι οι απλές συνδέσεις θα πληρώνονταν τζάμπα, τα ασανσέρ θα παρέμεναν για λίγο παράξενα μετέωρα κοτέτσια άλλης εποχής χωρίς λόγο ύπαρξης, τέσσερις όροφοι θα ήταν ένα στοίχημα για κάθε ηλικιωμένο, αν κατέβαινες κάτω θα έμενες εκεί στο δρόμο όσο περισσότερο μπορούσες, θα στεκόσουν λίγο παραπάνω στο μανάβη, οι ταμιακές θα έκλεβαν τώρα επισήμως την εφορία, τα ΑΤΜ θα απεργούσαν και η ανάγκη του βερεσέ θα δοκίμαζε την πίστη μας στον ξεχασμένο Λόγο Τιμής.
Τι να κάνεις μια μέρα χωρίς το άλλοθι της καλωδίωσης με το σύστημα; Αρχίσαμε να βλέπουμε τους διπλανούς μας. Και να τους ακούμε! Τα παιδιά έβγαλαν τις κιθάρες τους στο μπαλκόνι. Μια όμορφη κοπέλα κάθεται μ’ ένα βιβλίο και λιάζεται. Η εικόνα της φωτίζει τη μέρα μου. Κάποιος σιγοψιθυρίζει ένα παραδοσιακό τραγούδι, η παιδική χαρά είναι για πρώτη φορά γεμάτη μεσήλικες που παίζουν με παιδιά αγνώστων. Η αμηχανία στρίβει σιγά-σιγά προς την πλευρά μιας γλύκας προς την κατανόηση της κοινής μας μοίρας. Κάποιοι κλειδώνονται δειλά στην κρεβατοκάμαρα. Να ‘ναι ένας πόλεμος αυτός, ή η αρχή μιας ειρήνης σε διάρκεια;
Η τραπεζική κρίση μας δίνει την ελπίδα ενός τέτοιου διαλείμματος, για να ξαναπάνε τα πράγματα στη θέση τους. Αν υπάρχουν κάποιοι που τη χαίρονται, εγώ θα κατέβω μαζί τους στο δρόμο να μοιραστούμε ούζο και καλαμαράκια. Η καταναλωτική μας μανία θα περιοριστεί στα απαραίτητα. Αυλές για να ξαναζήσουν οι άνθρωποι. Χρόνος για να κουτσομπολέψεις, που θα πει για να αισθανθείς την ανάσα πίσω απ’ το μονότονο χτύπημα του πληκτρολόγιου. Η τέχνη δεν θα πουλιέται πια στα αίθρια των τραπεζιτών και στους εξωφρενικούς πλειστηριασμούς των χαρτογιακάδων, αλλά θα προσφέρεται χέρι με χέρι σαν είδος πρώτης ανάγκης σε υγρά υπόγεια που θα γίνουν οι νέες εκκλησίες στην ανάγκη μας για επικοινωνία. Για ένα χάϊδεμα στον τρόμο της μοναξιάς του θανάτου. Για μια νοηματοδότηση κάθε μικρής προσπάθειας της καθημερινότητας. Για ένα δοξαστικό reset στα πρέπει και στα θέλω της ζωής μας. Το παλιό σύνθημα του εξαρχιώτη: «Ξύπνα, έχεις να ταΐσεις τις τράπεζες!» δεν θα ‘ναι πλέον ένα σοκ, αλλά μια συνολική παραδοχή με σκυμμένο το κεφάλι της μικρόνοιας που δέσποσε στη μεταπολιτευτική κλίμακα αξιών και έφερε τη ζωή μας σ’ αυτό το αδιέξοδο του καταναλωτικού τίποτα. Όταν δεν βουίζουν οι σφίγγες μες στα αυτιά σου, μπορεί να ακούσεις κι ένα πουλί να λέει τα απαραίτητα, μπορεί να νοιώσεις και την ανάγκη μιας χειραψίας –όχι πολιτικού, αλλά ερωτευμένου, που θα αναγνωρίσει στα λίγα δευτερόλεπτα της επαφής τη θερμοκρασία του σώματος και της ζωής που λαχταράει. Μέσα απ’ την αφή είναι που θα επιστρέψεις στα πρώτα δευτερόλεπτα της ζωής σου και στα τελευταία μαζί, που θα συνοψίσεις την παρουσία σου εδώ –και ίσως Εκεί … Το γιατί στερηθήκαμε αυτή τη στοιχειώδη ευλογία είναι ένα ανοιχτό ερώτημα για τον καθένα μας. Δεν είναι οι πολιτικοί κι οι ελβετόψυχοι –που λέει κι ο Πανούσης- που θα μας το απαντήσουν, αλλά ο καθένας μας ξεχωριστά. Είθε!
Το ρεύμα ξανάρθε στις γραμμές. Τέρμα το διάλειμμα ζωής. Τα κεφάλια σας μέσα κυρίες και κύριοι! Ξεκινά το παιχνίδι των πεθαμένων, κι εσείς που πληρώσατε μέχρι τώρα τόσο υψηλό τίμημα για να παραβρεθείτε στο πλήθος και να χειροκροτήσετε τους πρωταγωνιστές, δεν θα τη χάσετε βέβαια τέτοια ευκαιρία! Άντε, εμπρός! Στα χέρια τα τηλεκοντρόλ. Η ζωή τραβάει την ανηφόρα…
Γιώργος Μουλουδάκης
mouloudakis@tar.gr
13 Νοεμβρίου 2008