Leonard Bernstein – Δημήτρης Μητρόπουλος
Αποκαθηλώσεις
ο Δημήτρης Μητρόπουλος με τον Ιγκορ Στραβίνσκι
Ο William Trotter σε μια πολύχρονη προσπάθεια να σκιαγραφήσει τη ζωή και τη τέχνη του Μητρόπουλου εξέδωσε το βιβλίο Ο Ιεροφάντης της Μουσικής, (εκδόσεις Ποταμός, ελληνική έκδοση, 1999), ένα βιβλίο επτακοσίων και πλέον σελίδων, που σε πολλά σημεία ξεσήκωσε αντιδράσεις όταν κυκλοφόρησε. Παρ όλες τις ενδεχόμενες αποκλίσεις, το βιβλίο αυτό προσφέρει μια τεράστια παλέττα πληροφοριών παίζοντας και με έννοιες όπως η δυσμένεια, η πίκρα, η αποκαθήλωση, η αχαριστία, η πιέσεις και τα αδιέξοδα. Δίνει χώρο στις ανθρώπινες παραμέτρους της σταδιοδρομίας του μαέστρου, όπως η ηθική και οικονομική υποστήριξη μουσικών στους οποίους πίστεψε και δεν δίστασε να επαινέσει δημοσίως, ανεξάρτητα από την μετέπειτα καλή η όχι και τόσο καλή εξέλιξή τους.
Αυτό που σοκάρει σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι η διαπίστωση ότι ο Μητρόπουλος ξεχάστηκε πρώτα στη χώρα που αφιέρωσε τα πιο δημιουργικά και πιο εμπνευσμένα χρόνια της κατά τα άλλα τραγικής ζωής του, στις ΗΠΑ. Υπό το πρίσμα αυτό η «αποκαθήλωση του» ξεκινάει όταν ο μαέστρος βρισκόταν στο ζενίθ της επιτυχίας του δουλεύοντας στη Νέα Υόρκη. Ο συγγραφέας αναφέρεται στα κυκλώματα που αν και πρόσεχαν να μη χαρακτηριστούν από απρεπή συμπεριφορά προς το πρόσωπο του μαέστρου, εργάζονταν σοβαρά προς την κατεύθυνση αυτή. Από το 1957-1958 ο ευνοούμενός του Λέοναρντ Μπερνστάιν (για τον οποίο είχε κάνει πολλές προσπάθειες ο Μητρόπουλος να τον βοηθήσει να προσληφθεί στην ορχήστρα της Νέας Υόρκης) αναφερόταν ως συνδιευθυντής του, ενώ ο Μητρόπουλος δεν αναφερόταν πουθενά ως καλλιτεχνικός διευθυντής του ορχηστρικού οργανισμού! Την σαιζόν 1957-1958 ο μεν Μητρόπουλος διεύθυνε 23 συναυλίες ο δε Μπερνστάιν 27 συναυλίες.
Η απομάκρυνση του Δημήτρη Μητρόπουλου από την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης έγινε στα τέλη του 1957 και φάνηκε σαν απόφαση που στόχο έχει την «ηλικιακή ανανέωση» του επί χρόνια διευθυντή της. Από τώρα και στο εξής η αυθεντία στην οποία όλοι υποκλίνονταν με σεβασμό, δεν θα ήταν παρά απλώς ένας συνεργαζόμενος, έκτακτος μαέστρος με συνηθισμένο μουσικό ρόλο.
Σε συνέντευξη τύπου, το Νοέμβριο του έτους αυτού μίλησε ο ίδιος και απέφυγε να ασχοληθεί με την υπονόνευση, τις τραγικές ταπεινωτικές συγκυρίες και τα παρασκήνια. Ευγενής όπως πάντα, καλοπλοαίρετος, συγκαταβατικός και περήφανος δήλωσε ευτυχής που θα εργαστεί στη Μετροπόλιταν Όπερα και εξ ίσου ευτυχής που ο Λέοναρντ Μπερνστάιν που τον διαδέχεται αποδεικνύει πόσο έχει ωριμάσει η Αμερική ώστε να προσφέρει μια τέτοια θέση σε έναν νέο μουσικό που γεννήθηκε και σπούδασε μουσική εκεί.
Ο Μητρόπουλος στρεφόμενος στους δημοσιογράφους παρακάλεσε τους μουσικούς συντάκτες να φέρονται με αγάπη στην ορχήστρα της Νέας Υόρκης, να μη γράφουν επικριτικά γιατί έτσι επηρρεάζεται η εμπιστοσύνη του κοινού σε αυτή, που με κόπο αποκτήθηκε. Απέφυγε επιπροσθέτως κάθε υπαινιγμό στο ισοπεδωτικό ρόλο που είχε παίξει σε βάρος του η εφημερίδα New York Times.
Στη συνέντευξη τύπου όμως μίλησε και ο μέχρι τότε προστατευόμενος Μπερνστάιν. Ασφαλώς δεν μίλησε για όσα είχε κάνει για να φτάσει ο Μητρόπουλος στη δύσκολη και αδύναμη αυτή θέση, αλλά προτίμησε να πλέξει εγκώμιο στον άνθρωπο που τον ώθησε όσο κανείς στο να ασχοληθεί με την διεύθυνση ορχήστρας και δήλωσε συγκινημένος και αλληλέγγυος στον συνάδελφό του κύριο Μητρόπουλο για τη δύσκολη κατάσταση που περνάει μετά από τόσο καθοριστική παραμονή στην διεύθυνση της ορχήστρας.
Ο Μητρόπουλος συνέχισε βέβαια να εκπλήσσει και να ενθουσιάζει το κοινό. Μπορεί να πληγώθηκε η περηφάνεια του, δεν κατατροπώθηκε όμως η σκηνική μουσική του δύναμη και γοητεία που ασκούσε στο κοινό και στους μουσικούς. Την καλλιτεχνική του μεγαλοπρέπεια κατάφερε να την υπερασπίσει μέχρι την τελευταία στιγμή. Εξ ίσου παραγωγικός και στη Μετροπόλιταν Όπερα, άρχισε να απολαμβάνει ανάμεσα στις παραστάσεις και κάποιον ελεύθερο χρόνο, που τόσο σκληρά είχε απαρνηθεί δουλεύοντας στη Φιλαρμονική Ορχήστρα νυχθημερόν. Όμως, τον Ιανουάριο του 1959 έρχεται η δεύτερη και καθοριστική καρδιακή προσβολή να επιβεβαιώσει πόσο λίγο είχε εν τω μεταξύ φροντίσει τον εαυτό του. Εκείνο το διάστημα έδειχνε μοιρολάτρης, έτρωγε πολύ και πάντα με πολλά λιπαρά, κάπνιζε βαριά γαλλικά τσιγάρα, κοιμόταν ελάχιστα και προσπαθούσε να ξεπεράσει μόνος το ψυχολογικό βάρος που του είχε προκαλέσει η ταπείνωση από την υψηλότερη τιμητική θέση σε θέση μαέστρου όπερας. Και δεν ήταν μόνον αυτό. Με το καιρό συνειδητοποιούσε ότι δεν είχε χρήματα για να αντιμετωπίσει τυχόν επιδείνωση της υγείας του, αφού ό,τι είχε και δεν είχε το είχε προσφέρει σε φτωχούς ταλαντούχους σπουδαστές και αναξιοπαθούντες. Όταν μάλιστα οι γιατροί του έθεσαν καταλυτικά το θέμα δουλειά ή θάνατος και υποχρεωτική, ως εκ τούτου, αποχή για ένα εξάμηνο από οποιαδήποτε συναυλία, ο μαέστρος απελπίστηκε.
Γράφει στην Καίτη Κατσογιάννη ότι δεν μπορεί κανένας να φανταστεί το μέγεθος της καταστροφής του και χαρακτηρίζει αστροπελέκι τη συμφορά που έπεσε στο οικονομικό και ηθικό του οικοδόμημα. Έξι μήνες χωρίς εισοδήματα σήμαινε εκείνη τη στιγμή ότι δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει στις καθημερινές βιοποριστικές υποχρεώσεις αλλά και ότι δεν θα μπορούσε να καταβάλει τα χρέη που είχε από τον προηγούμενο χρόνο και τους φόρους του.
Χίλιες φορές να τελειώσεις μονοκόμματα, της γράφει, παρά να ζήσεις με δανεικά και φυσιολογικώς και οικονομικώς.
Ο Μαέστρος ήταν πολύ άρρωστος και πολύ μόνος. Οι μουσικοί που τον επισκέφτηκαν θυμούνταν λόγια του όπως αυτά: μόνο για λίγο είσαι σημαντικός στη ζωή αυτή. Οι άνθρωποι ξεχνούν τόσο εύκολα...
1960, λίγο πριν το τέλος
Ο Θεόδωρος Βαβαγιάννης –που δεν τον ξέχασε ομολογουμένως ποτέ - μπροστά στην τεφροδόχο του μαέστρου στο πρώτο νεκροταφείο της Αθήνας
Έφη Αγραφιώτη