(του Κώστα Γρηγορέα)
Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα των νικημένων στρατιωτών
Για τα τελευταία κουρέλια από τα γιορτινά μας φορέματα
Μανόλης Αναγνωστάκης
Οι στίχοι αυτοί μπορεί και να είναι οι τελευταίοι
οι τελευταίοι στους τελευταίους που θα γραφτούν
Γιατί οι μελλούμενοι ποιητές δε ζούνε πια
αυτοί που θα μιλούσανε πεθάναν’ όλοι νέοι
Μανόλης Αναγνωστάκης
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα
κάτω απ' τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ
νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή
Μανόλης Αναγνωστάκης
Αχ, Μαργαρίτα Μαγιοπούλα
Αχ, Μαργαρίτα μάγισσα
Ιάκωβος Καμπανέλλης
Έρωτα μες στο μεσημέρι
σ’ όλα τα μέρη του θανάτου
ώσπου ν’ αφανιστεί η σκιά του.
Ιάκωβος Καμπανέλλης
Τι ωραία που είναι η αγάπη μου
με το καθημερ’νό της φόρεμα
κι ένα χτενάκι στα μαλλιά.
Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσ’ ωραία…
Ιάκωβος Καμπανέλλης
Ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα
βαθύ γαρούφαλο ακρωτήρι
Το χέρι σου έφευγε με το νερό
να στρώσει νυφικό το πέλαγο
Το χέρι σου άνοιγε τον ουρανό
Οδυσσέας Ελύτης
Δώσε μου δυόσμο να μυρίσω,
Λουίζα και βασιλικό
Μαζί μ' αυτά να σε φιλήσω,
και τι να πρωτοθυμηθώ
Οδυσσέας Ελύτης
Του μικρού βοριά παράγγειλα, να 'ναι καλό παιδάκι
Μη μου χτυπάει πορτόφυλλα και το παραθυράκι
Οδυσσέας Ελύτης
Ν' ανάβουν οι άγιοι κερί
στη χάρη των δυονώ μας
και τα ψαράκια να φιλούν
την άκρη των ποδιών μας…
Τα 'δατε τα μάθατε
μια αγάπη που εγεννήθη,
άνθρωπος δεν την κατελεί
κι ο Άδης ενικήθη.
Οδυσσέας Ελύτης
που ως λάλαγες ανθίζαν
λιθάρια και ξερόδεντρα
κι αηδόνια φτερουγίζαν.
Γιάννης Ρίτσος
Να'χα τ'αθάνατο νερό
ψυχή καινούργια να 'χα
να σού'δινα να ξύπναγες
για μια στιγμή μονάχα
Γιάννης Ρίτσος
Το πόδι ελαφροπάτητο
σαν τρυφερούλι ελάφι,
πάταγε το κατώφλι μας
κι έλαμπε σα χρυσάφι.
Γιάννης Ρίτσος
Μικρό πουλί τριανταφυλλί
δεμένο με κλωστίτσα
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ήλιο πεταρίζει
Γιάννης Ρίτσος
Σκάβουν το χώμα οι πετεινοί
σκάβουν ζητώντας την αυγή
την ώρα που απ' τα σκοτεινά
βγαίνει η Παντέρμη και γυρνά
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (απόδ.. Οδ. Ελύτης)
Κι’ ύστερα πάλι στο πανί
ξεσπάει η καλόγρια η μικρή
τι ποτάμια τι χορτάρια
τι ‘λιοτρόπια τι φεγγάρια
πλάσματα της αρεσιάς της
της ονειροφαντασιάς της
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (απόδ.. Οδ. Ελύτης)
Ξάφνου στον ποταμό από πέρα
φωνές ξέσκισαν τον αέρα
Ωσάν του κάπρου δαγκωνιές
έμπηγε στα ποδήματα
χίμαγε κι έκανε βουτιές
και δελφινιού πηδήματα
Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (απόδ.. Οδ. Ελύτης)
Την πόρτα ανοίγω το βράδυ
τη λάμπα κρατώ ψηλά
να δούνε της γης οι θλιμμένοι
να 'ρθούνε να βρουν συντροφιά
Τάσος Λειβαδίτης
Πάρ' το στεφάνι μας, πάρ' το γεράνι μας
στη Δραπετσώνα πια δεν έχουμε ζωή
Κράτα το χέρι μου και πάμε αστέρι μου
εμείς θα ζήσουμε κι ας είμαστε φτωχοί
Τάσος Λειβαδίτης
Είν’ η ζωή με τ’ όνειρο δεμένη.
Έλα κι εσύ, χαρά μας περιμένει.
Νίκος Γκάτσος
Στης νύχτας το μπαλκόνι
παγώνει ο ουρανός
κι είν' η αγάπη σκόνη
και τ' όνειρο καπνός
Νίκος Γκάτσος
Πάρε μια βέργα λυγαριά
μια ρίζα δεντρολίβανο
και γίνε φεγγαροδροσιά
να πέσεις τα μεσάνυχτα
στη διψασμένη αυλή σου
Νίκος Γκάτσος
Με τ' αστεράκι της αυγής
στο παραθύρι σου σα βγεις
κι αν δεις καράβι του νοτιά
να 'ρχεται από την ξενιτιά
στείλε με τ' άσπρα σου πουλιά
χίλια γλυκά φιλιά
Νίκος Γκάτσος
Το τρένο φεύγει στις οχτώ
μα εσύ μονάχος σου έχεις μείνει
σκοπιά φυλάς στην Κατερίνη
μεσ' στην ομίχλη πέντε οχτώ
μαχαίρι στη καρδιά σου εγίνει
σκοπιά φυλάς στην Κατερίνη
Μάνος Ελευθερίου
Ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά
να την ξεμοναχιάσει μες στη νύχτα;
ουρλιάζουν και σφυρίζουν φορτηγά
σαν ψάρι μ' έχουν πιάσει μες στα δίχτυα
Για κάποιον μες στον κόσμο είν' αργά
ποιος τη ζωή μου, ποιος την κυνηγά;
Μάνος Ελευθερίου
Mες την υπόγεια την ταβέρνα,
μες σε καπνούς και σε βρισές
(απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα)
όλ' η παρέα πίναμ' εψές
εψές, σαν όλα τα βραδάκια,
να πάνε κάτου τα φαρμάκια.
Κώστας Βάρναλης
Η Κατερίνα κι η Ζωή,
τ' Αντιγονάκι κι η Ζηνοβία.
Ω, τι χαρούμενη ζωή!
Χτυπάς, φτωχή καρδιά, με βία.
Κώστας Βάρναλης
Χάθηκα,
Γιατί δεν είχα τα φτερά και είχα εσένα Κατινιώ
Γιατ' είχα όνειρα πολλά
Και το λιμάνι είναι μικρό
Γιατ' ήμουν πάντα μόνος
Και θα 'μαι πάντα μόνος
Γιάννης Θεοδωράκης
Δακρυσμένα μάτια νυσταγμένοι κήποι
όνειρα κομμάτια ας ήτανε να ζω
στους μεγάλους δρόμους κάτω απ' τις αφίσες
στα χιλιάδες χρώματα ας ήταν να βρεθώ
Γιάννης Θεοδωράκης
Όμορφη πόλη φωνές μουσικές
απέραντοι δρόμοι κλεμμένες ματιές
ο ήλιος χρυσίζει χέρια σπαρμένα
βουνά και γιαπιά πελάγη απλωμένα
Γιάννης Θεοδωράκης
Αυτούς που βλέπεις πάλι θα τους ξαναΐδείς
θα τους μισήσεις πάλι
έναν μονάχα δε θα βρεις
τον πιο μικρό, τον πιο πικρό, τον πιο αγαπημένο
τον μοναχό, τον δυνατό και τον αντρειωμένο
Αυτόν δε θα τον ξανεΐδείς να τονε βασανίσεις
και την μεγάλη του καρδιά να τηνε σκίσεις
αυτόν δε θα τον ξαναβρείς τι τον φυλάνε τ'άστρα
τι τον φυλάει ο ήλιος του, τονε φυλάει το φεγγάρι
Αυτόν που 'χει τη χάρη τον πιο μικρό
τον πιο πικρό και τον αγαπημένο
αυτόν μονάχα εγώ, μονάχα εγώ, εγώ προσμένω
Μιχάλης Κατσαρός
Άνθη της πέτρας φυσιογνωμίες που ήρθαν
όταν κανένας δεν μιλούσε και μου μίλησαν
που μ' άφησαν να τις αγγίξω ύστερα από την σιωπή
μέσα σε πεύκα σε πικροδάφνες και σε πλατάνια
Γιώργος Σεφέρης
Κράτησα τη ζωή μου
ταξιδεύοντας ανάμεσα σε κίτρινα δέντρα,
κάτω απ' το πλάγιασμα της βροχής
σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες καμιά φωτιά στην κορυφή τους βραδιάζει. Γιώργος Σεφέρης Λίγο ακόμα, να σηκωθούμε Λίγο ψηλότερα
με τα φύλλα της οξιάς