AnimaCorda & Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος
SYMBIOZA
Συνέντευξη στην Τίνα Βαρουχάκη
με αφορμή το νέο CD
Παραδίδοντας την τελευταία συνέντευξη του έτους, είτε δημοσιευτεί στη λήξη του, είτε στην αρχή της νέας χρονιάς, αναρωτήθηκα πώς με κάποιο τρόπο θα κατόρθωνα να αντανακλά κάτι από το πνεύμα των ημερών, που αναδεικνύουν Οικουμενικές Αξίες όπως, η αγάπη, η συγχώρεση, η φιλία, η αδελφοσύνη των ανθρώπων και των λαών.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν δυσκολεύτηκα πολύ. Η αφορμή αυτής της συνέντευξης, απηχεί ισχυρούς ανθρώπινους δεσμούς και καταργεί γεωγραφικά σύνορα. Πρόκειται για τη συνεργασία αφενός των «AnimaCorda», (του γνωστού κιθαριστικού ντουέτου αποτελούμενο από τους Γιώργο Μπεχλιβάνογλου και Μιχάλη Μπρούζο) με τον ελληνικής καταγωγής, πολωνό συνθέτη, Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο. Οι «χορδές της ψυχής» (AnimaCorda) των δυο μουσικών, άγγιξαν τις ευαίσθητες χορδές του πολωνού συνθέτη και δεν είναι τυχαίο ότι ήδη από το 2012 οι δυο σολίστ ερμήνευσαν το κονσέρτο για δυο κιθάρες και Ορχήστρα που συνέθεσε και τους αφιέρωσε ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος. Αυτό μαζί με άλλα έργα του ιδίου συνθέτη, καθώς και τους χορούς “Leventikos” και “Kritikos Syrtos” των «AnimaCorda», αποτελούν ένα «μωσαϊκό» από διαφορετικές κουλτούρες, αλλά και πολλά κοινά χαρακτηριστικά, που δικαιώνουν απολύτως τον τίτλο του ηχογραφήματος: “SYMBIOZA” (Συμβίωση).
Οι AnimaCorda μιλούν με ενθουσιασμό και για κάτι ακόμη: τη σύμπραξή τους με την Ορχήστρα Νέων της Πολωνίας “Silesian Art Collective Chamber Orchestra,” υπό τη διεύθυνση του Αρχιμουσικού Mateusz Walach.
Ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος επίσης μιλά με μεγάλη εκτίμηση για την ελληνική μουσική και τους «AnimaCorda» και ονειρεύεται η μουσική του να γίνει γνωστή στην Ελλάδα.
Άραγε, η οικονομική (και όχι μόνο) κρίση που μαστίζει τη χώρα μας, θα επιτρέψει να απολαύσουμε και εμείς τα δυο κονσέρτα του δίσκου τους με κάποια ελληνική Ορχήστρα;
Aς είναι και αυτή μια από τις ευχές μας, για το 2016.
Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος: «Οι δύο μουσικές παραδόσεις της Πολωνίας και της Ελλάδος διαμόρφωσαν την αισθητική μου και την ιδέα της “μουσικής συνύπαρξης” των χωρών αυτών. Ο σεβασμός μου για τις δυο πατρίδες είναι αυτονόητος».
Γιώργος Μπεχλιβάνογλου: «…μέσα από τα αυτιά του Οδυσσέα, ακούσαμε και συνειδητοποιήσαμε στοιχεία της Ελληνικής μουσικής, που ακόμα κι εμείς οι αμιγώς Έλληνες δεν τα αναγνωρίζαμε»
Μιχάλης Μπρούζος: «Η δυνατότητα όμως του Οδυσσέα, λόγω βιωμάτων, να σμιλεύει το Ελληνικό “φως” με το “Πολωνικό” βάθος σε απόλυτη αρμονία, κάνει την εμπειρία ακρόασης των έργων του μοναδική».
Τ.Β. (προς Οδ.Κ.):Έχετε ιδιαίτερους δεσμούς με την Ελλάδα και την Πολωνία. Θα θέλατε να μας μιλήσετε περιληπτικά για την προσωπική σας πορεία;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Πολωνία. Εκεί γνώρισα και αργότερα σπούδασα την πολωνική μουσική. Το 1982 ήρθα στην Ελλάδα μαζί με την μητέρα μου, στην Θεσσαλονίκη. Εδώ, από κοντά άρχισα να βιώνω αληθινά, σαν μικρό παιδί, την τόσο σπουδαία ελληνική μουσική. Θα ήθελα να υπογραμμίσω τη σημασία του να γίνεσαι ξανά ένα μικρό παιδί! Το 2000 μετακόμισα στην Αθήνα. Στην Ελλάδα, έχοντας τα βιώματα και της Πολωνίας, γεννήθηκε μέσα μου η ιδέα της “μουσικής συνύπαρξης” των δυο αυτών χωρών.
Τ.Β. (προς A.C.) : Προσφάτως, κυκλοφόρησε το νέο σας cd, με τίτλο “SYMBIOZA” (Συμβίωση) σε συνεργασία με τον συνθέτη Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο. Στο εσώφυλλο, αναφέρετε μεταξύ άλλων: «Ωριμάζοντας, τόσο ως άνθρωποι, όσο και ως μουσικοί, η ανάγκη μας να «επικοινωνήσουμε» τη μουσικής μας κληρονομιά, μεγαλώνει όλο και περισσότερο». Πώς αιτιολογείτε αυτή σας την ανάγκη;
Μ. Μπρούζος.: Αυτή η διαδικασία ωρίμανσης στην οποία αναφερόμαστε, έχει να κάνει με τη διαδρομή του κάθε ανθρώπου-μουσικού μέσα στον χρόνο. Όταν ξεκινάς τις μουσικές σου αναζητήσεις, κυρίως μέσα από το ρεπερτόριο που διδάσκεσαι ως μαθητής, αρχίζεις να έχεις τις πρώτες σου επιρροές από μουσικές άλλων χωρών-πολιτισμών. Γοητεύεσαι κατά κάποιο τρόπο από το καινούριο, το ανεξερεύνητο. Συγχρόνως, τα τοπικά μουσικά σου ιδιώματα δεν σε εξιτάρουν με την ίδια ένταση. Αυτό όμως έρχεται με την ωρίμανση, την “επιστροφή στις ρίζες”. Μόνο που αυτή η “επιστροφή” συνδυάζεται με μια βαθύτερη γνώση του αντικειμένου και με έναν υπέρμετρο σεβασμό
Γ. Μπεχλιβάνογλου.: Η ζωή είναι ένα ταξίδι ψυχής, το οποίο ολοκληρώνεται εκεί ακριβώς απ’ όπου ξεκίνησε. Πάντα ως νέος θέλεις να πρωτοτυπήσεις και πιστεύεις ότι αυτό βρίσκεται κάπου αλλού, μακριά σου. Με τον καιρό καταλαβαίνεις ότι όλα είναι δίπλα σου και δεν τα έβλεπες. Έτσι κι ως μουσικοί έχουμε μάλλον ξεκινήσει το ταξίδι της επιστροφής και θέλαμε με τον δικό μας τρόπο να αποδώσουμε έναν φόρο τιμής σ’ αυτή την πολύ ιδιαίτερη μάνα γη και στα στοιχεία που κληρονομήσαμε απ’ αυτήν.
Για αγορά online: http://www.cdbaby.com/cd/odyseeaskonstantinopoulo |
Τ. Β. (προς Οδ.Κ.): Σε άλλο σημείο του εσώφυλλου παρομοίως, αναφέρετε ότι ο στόχος σας ως συνθέτη, είναι η συνύπαρξη ανάμεσα σε διαφορετικές κουλτούρες. Πώς αιτιολογείτε αυτή την τόσο βαθιά ανάγκη σας να εντάξετε στη μουσική σας στοιχεία από διαφορετικές κουλτούρες;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Όπως προανέφερα, έχοντας μέσα στην καρδιά μου ουσιαστικά δυο πατρίδες, ο στόχος μου ήτανε και είναι ένας και μοναδικός: η ανάδειξη και των δύο πατρίδων μέσα σε ένα μουσικό έργο. Η δυνατότητα διαλόγου μεσώ ενός μουσικού έργου λειτουργεί πάντα λυτρώτικα και σε καλεί σε “συμβιώση” με διαφορετικές κουλτούρες, διαφορετικούς ανθρώπους.
Τ. Β. (προς A.C.): Ως AnimaCorda, συμμετέχετε στο δίσκο με τις συνθέσεις “Leventikos” και “Kritikos Syrtos”. Ποια στοιχεία της ελληνικής μουσικής παράδοσης θεωρείτε σημαντικότερα και ποια εξ΄αυτών θα θέλατε να «επικοινωνήσετε» σε ένα ευρύτερο κοινό, μέσω αυτών των έργων;
Μ. Μπρούζος: Ο “Λεβέντικος” είναι ένας πολύ δυναμικός Μακεδονικός χορός της Φλώρινας με έντονα ρυθμικά στοιχεία, καθώς και συχνές αλλαγές στα μοτίβα. Λεβέντικος…με όλη την σημασία της λέξεως! Αυτή η φρεσκάδα του, μας έβαλε στη διαδικασία να τον “εξερευνήσουμε” σε βάθος και να δημιουργήσουμε την δική μας εκδοχή. Πάντοτε με αγάπη και σεβασμό. Ο “Κρητικός συρτός” από την άλλη, μυρίζει τόσο έντονα Κρήτη, που δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν το δέος και τη μέθεξη του να διασκευάζεις και μετέπειτα να ερμηνεύεις τις “άγιες” δοξαριές του μεγάλου Ανδρέα Ροδινού-μυθικού λυράρη της Κρητικής γης.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Η πολυρυθμία, η τροπικότητα στις κλίμακες που χρησιμοποιούνται με άμεση αναφορά στην αρχαία Ελλάδα, αλλά και η φαινομενική ασυμμετρία- η οποία όμως με εκτενέστερη θεώρηση της φόρμας καταλήγει σε απόλυτη συμμετρία- είναι τα μοναδικά και άκρως γοητευτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής. Το όλο μας μέλημα ήταν να εμπλουτίσουμε αρμονικά και να επεξεργαστούμε «μοτιβικά» τα κομμάτια, αναδεικνύοντας τη δύναμη και τις δυνατότητες που κρύβουν αυτές οι υπέροχες μελωδίες, αλλά παράλληλα να κρατήσουμε ζωντανά τα στοιχεία του πηγαίου αυθορμητισμού και της αυθεντικότητας που τις δημιούργησαν.
Τ.Β.(προς Οδ.Κ.): Σε μια συνέντευξή σας αναφέρετε, μεταξύ άλλων, ότι: «Οι Πολωνοί νομίζουν συνήθως ότι η ελληνική μουσική είναι μονάχα φως, χορός και χαρά. Κάποτε το φως θαμπώνει τόσο πολύ, που δεν διακρίνεται το βάθος της». Ποια στοιχεία της Ελληνικής μουσικής επιθυμείτε να αναδείξετε και με ποιους τρόπους;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Στην μουσική μου επιθυμώ να υπογραμμίζω τη σπουδαιότητα της μελωδίας. Το ρόλο της. Στην Ελλάδα, η μελωδία διατηρείται (ευτυχώς…) σαν πρωταγωνίστρια συνθετικά στη μουσική σκέψη. Προσπαθώ στη συνέχεια αρμονικά, ρυθμικά και ενορχηστρωτικά να δώσω σχεδόν κινηματογραφική διάσταση. Πάντα προσπαθώ να δουλεύω με “εικόνες”.
Τ. Β. (προς A.C.): Στο πλαίσιο της συνεργασίας σας με το συνθέτη Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο και μελετώντας τις παρτιτούρες των έργων του, παρατηρείτε κοινά γνωρίσματα ανάμεσα στην Ελληνική και την Πολωνική μουσική κουλτούρα;
Μ. Μπρούζος: Ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος είναι, κατά την γνώμη μου, ένα αμάλγαμα πολιτισμών. Έχει πραγματικά δύο πατρίδες. Τις κουβαλάει μέσα του σαν “μουσικό” θησαυρό. Σαφώς και υπάρχουν κοινά γνωρίσματα στις δύο αυτές κουλτούρες, όπως και διαφορές. Η δυνατότητα όμως του Οδυσσέα, λόγω βιωμάτων, να σμιλεύει το Ελληνικό “φως” με το “Πολωνικό” βάθος σε απόλυτη αρμονία, κάνει την εμπειρία ακρόασης των έργων του μοναδική.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Τον Πολωνικό και Ελληνικό λαό τους ενώνει η πολυπαθής ιστορία τους. Κατακτημένοι και λεηλατημένοι ξανά και ξανά, το κοινό τους χαρακτηριστικό είναι ο πόνος. Πόνος, ο οποίος βγαίνει με διαφορετική έκφραση απ’ τον καθένα, αλλά καταλήγει στο ίδιο συναίσθημα. Από τους Έλληνες με ένστικτο και έμπνευση στη μελωδία, ενώ από τους Πολωνούς με εγκεφαλικότητα και σκοτεινή αρμονία. Αυτό όμως που θα ήθελα να τονίσω, είναι ότι μέσα από τα αυτιά του Οδυσσέα, ακούσαμε και συνειδητοποιήσαμε στοιχεία της Ελληνικής μουσικής, που ακόμα κι εμείς οι αμιγώς Έλληνες δεν τα αναγνωρίζαμε.
Τ. Β.(προς Οδ.Κ.): Ο διευθυντής της Ορχήστρας, Mateusz Walach, αναφέρει, μεταξύ άλλων, στο booklet του cd ότι δεν ξέρει εάν η μουσική σας είναι περισσότερο παραδοσιακή ή μοντέρνα, περισσότερο Ελληνική ή Πολωνική, αλλά για ένα είναι βέβαιος: ότι η μουσική σας, «σέβεται» και τις δυο παραδόσεις. Ο ίδιος πως θα περιγράφατε την ταυτότητα της μουσικής σας;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Η μουσική μου είναι μια απογραφή προσωπικών βιωμάτων, μια αυτοβιογραφία, ένα ταξίδι στο παρελθόν, αλλά και όραμα ταυτόχρονα. Οι δύο μουσικές παραδόσεις της Πολωνίας και της Ελλάδος διαμόρφωσαν την αισθητική μου και την ιδέα της “μουσικής συνύπαρξης” των χωρών αυτών. Ο σεβασμός μου για τις δυο πατρίδες είναι αυτονόητος.
Τ. Β.: Θα θέλατε να μας περιγράψετε την προσωπική σας διαδικασία σύνθεσης αφενός ως ψυχολογική διεργασία και αφετέρου ως τεχνική;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Η σύνθεση δεν πρέπει να είναι απλά η “έκθεση” των διαφόρων μουσικών ιδεών. Το μοτίβο είναι το αγαπημένο στοιχείο στην μουσική μου. Πολλές φορές ξυπνάω έχοντας μια έτοιμη μελωδία, μοτίβο. Το όνειρο πάντα για μένα είναι πηγή έμπνευσης. Είναι και αυτό μια “σύνθεση” και μάλιστα πολύ προσωπική. Η δουλειά του συνθέτη είναι όλα αυτά τα προσωπικά στοιχεία να τα δομήσει ώστε να δώσει την δυνατότητα στον αποδέκτη να ταξιδέψει μαζί του. Θεωρώ ότι κάθε προσπάθεια τεχνοκρατικής επίδειξης από το μέρος του συνθέτη στην μουσική, γίνεται άμεσα αντιληπτή.
Μ. Μπρούζος: Όσον αφορά στα κοινά μας πονήματα με τον Γιώργο, η διαδικασία είναι πάντοτε έντονη σε όλα τα επίπεδα. Οι συναντήσεις μας είναι πολύωρες, γεμάτες ιδέες και φορτισμένες με μια φρεσκάδα σκέψης σαν να είναι κάθε φορά η πρώτη φορά που συνδημιουργούμε. Φυσικά επειδή η όλη διαδικασία διαρκεί πολλούς μήνες, είναι σαφώς επίπονη αλλά το αποτέλεσμα αισθανόμαστε ότι μας δικαιώνει.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Ακριβώς επειδή είναι επίπονη η διαδικασία λέγονται και πονήματα…. Επειδή είμαστε δύο διαφορετικοί άνθρωποι και χαρακτήρες, έχουμε και διαφορετικά στοιχεία να προσφέρουμε στη δημιουργία. Παίρνουμε ο ένας τις ιδέες του άλλου και τις αναπτύσσουμε. Εν τέλει, είναι τόσο όμορφη, αλλά και ταυτόχρονη αυτή η γέννα που αντικρίζοντας το αποτέλεσμα με δυσκολία θυμάται ο καθένας τα στοιχεία που συνεισέφερε.
Τ. Β. (προς A.C.): Υπήρξαν κάποιες ιδιαιτερότητες ως προς την ερμηνεία των συνθέσεων του κ Κωνσταντινόπουλου;
Μ. Μπρούζος: Σε επίπεδο ερμηνευτικό τα έργα του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου μας είναι εξαιρετικά οικία. Σε αυτό βοηθάει η πολύχρονη φιλία μας, καθώς και η κοινή μας καλλιτεχνική διαδρομή. Τον νοιώθουμε και μας νοιώθει. Εξάλλου η τιμή που μας έκανε να μας αφιερώσει το κοντσέρτο του για δυο κιθάρες και ορχήστρα, ήταν η επισφράγιση αυτού του δίαυλου επικοινωνίας που μας χαρακτηρίζει.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Εδώ θα ήθελα να προσθέσω ότι είναι «θείο δώρο» να έχεις τον συνθέτη δίπλα σου να σου αναλύει την σκέψη του για την κάθε μουσική φράση. Και η σκέψη του Οδυσσέα- να είστε σίγουροι ότι- δεν είναι απλή. Περιλαμβάνει συμβολισμούς, περιγραφές, είναι όμως και βαθιά, εγκεφαλικά συναισθηματική. Ερμηνευτικά και μουσικά κερδίσαμε πολλά απ’ αυτή τη “συμβίωση”.
Τ. Β.: Η ηχογράφηση των έργων του cd, έγινε με τη Silesian Art Collective Chamber Orchestra. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι΄αυτή τη νεανική Πολωνική Ορχήστρα;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Ο δημιουργός της ορχήστρας είναι ο Mateusz Walach. Η ορχήστρα αυτή αποτελείται από φοιτητές και αποφοίτους της Μουσικής Ακαδημίας K. Szymanowski του Κατοβίτσε. Ο στόχος μου ήτανε αυτή η νέα, πολωνική ορχήστρα να γνωρίσει στην πράξη, την λίγο διαφορετική μουσική, η οποία κουβαλάει μαζί την Ελλάδα και την Πολωνία. Το ίδιο έγινε με το πολωνικό κουαρτέτο “Αποθέωσις” και την συνύπαρξή του με τους σπουδαίους Έλληνες λαϊκούς μουσικούς Μ. Καραντίνη (μπουζούκι) και Θ. Βασιλόπουλο (κλαρίνο, νέι) στο κομμάτι “Post Scriptum”.
Μ. Μπρούζος: Αν και νεανική ορχήστρα, ο επαγγελματισμός της όπως προαναφέραμε ήταν αντιστρόφως ανάλογος. Ωριμότητα ερμηνευτική, τονική ακρίβεια και απίστευτη προσήλωση στις “εντολές” της μπακέτας του μαέστρου. Μόνο συγχαρητήρια σε αυτούς τους υπέροχους μουσικούς.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Αυτό επίσης που μας έκανε εντύπωση ήταν το ενδιαφέρον τους για την Ελληνική μουσική. Μας ρωτούσαν, για παράδειγμα, αν κατάφεραν να αποδώσουν σωστά τους Ελληνικούς ρυθμούς. Λειτούργησαν ακούραστα και με αμείωτο ενδιαφέρον καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Τ. Β. (προς A.C.): Το κονσέρτο του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου για δυο κιθάρες και ορχήστρα, έχει γραφεί για σας και σας το έχει αφιερώσει. Σε συνεντεύξεις σας, αναφέρετε ότι επηρεαστήκατε πολύ από αυτή τη συνεργασία. Από ποιες απόψεις αισθάνεστε ότι σας επηρέασε;
Μ. Μπρούζος: Ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος έχει λειτουργήσει όλα αυτά τα χρόνια σαν “πνευματικός” μουσικός μας πατέρας. Είναι τέτοιο το επίπεδο της αισθητικής του αρτιότητας, που σε συνδυασμό με την απλότητα και μεταδοτικότητα του, δεν μπορείς παρά να παρασυρθείς σε υπέροχες μουσικές διαδρομές. Αισθάνομαι πολύ τυχερός που συναντηθήκαμε σε αυτή τη ζωή.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Οι Έλληνες είμαστε ιδιαίτερα συναισθηματικός λαός. Εκφραζόμαστε και ενεργούμε έντονα, παρορμητικά αλλά και συχνά ακραία. Αυτό που νοιώθω ότι άθελά του μας δίδαξε ο Οδυσσέας, όχι μόνο στη μουσική, αλλά και στη ζωή, είναι να παίρνουμε αποστάσεις προσπαθώντας να συνειδητοποιήσουμε κάθε στιγμή τι πραγματικά φτάνει στον αποδέκτη. Να χαλιναγωγούμε το συναίσθημα που μας πλημμυρίζει και να το διαχειριζόμαστε με σύνεση, ψυχραιμία και εγκεφαλικότητα. Μάθημα ζωής!
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Οι AnimaCorda διαμόρφωσαν τον Οδυσσέα, όπως και πολλοί άλλοι μουσικοί στην Ελλάδα. Συνεργαστήκαμε αρκετά χρόνια. Πήρα πολλά ερεθίσματα από τα παιδιά αυτά, έμαθα ακόμα περισσότερα για την ελληνική μουσική, για τους Έλληνες. Πιστεύω λοιπόν ότι ήτανε απόλυτα φυσικό να γράψω το Κονσέρτο Νο. 2 για τους AnimaCorda. Ο Γιώργος Μπεχλιβάνογλου και ο Μιχάλης Μπρουζος, είναι ένα εκπληκτικό ντουέτο σπάνιας μουσικότητας που με άγγιξε ιδιαίτερα. Θεωρώ ότι μόνο αυτοί οι δυο κιθαριστές μπόρεσαν και μπορούν να αποδώσουν τόσο όμορφα την μουσική μου.
Τ.Β. (προς A.C.): Πιστεύετε ότι είναι «φτωχό» το ρεπερτόριο έργων για κιθάρα και ορχήστρα ή ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο;
Μ. Μπρούζος: Το ρεπερτόριο της κλασικής κιθάρας σε έργα για κιθάρα και ορχήστρα είναι σίγουρα σχετικά φτωχό, αλλά αυτό έχει να κάνει κυρίως με το γεγονός ότι μόλις στα μέσα του προηγούμενου αιώνα οι μεγάλοι συνθέτες της παγκόσμιας μουσικής αποδέχτηκαν τη κιθάρα ως σολιστικό όργανο και όχι απλά ένα λαϊκό συνοδευτικό όργανο. Το πρόβλημα πάντως έχει να κάνει με το ότι μετά την παγκόσμια καταξίωση του οργάνου, τα έργα σε φόρμα κοντσέρτου σπανίζουν-ίσως και λόγω της δυσκολίας γραφής αυτής της φόρμας. Όπως και να έχει, τα έργα αυτά του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου είναι μια σημαντική «προίκα» για το κιθαριστικό ρεπερτόριο.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Η κιθάρα είναι ένα αρκετά «ιδιότροπο» όργανο. Η πολυφωνία της προκύπτει μέσα από συνδυασμούς τεχνασμάτων και τρικ θα έλεγε κανείς, που αν δεν είσαι κιθαρίστας, είναι δύσκολο να κατανοήσεις, εκμεταλλευτείς και επινοήσεις, όπως χρειάζεται στη γραφή ενός έργου. Έτσι, ακόμα κι αν το χαρακτηριστικό αυτό δεν λειτουργήσει αποτρεπτικά για τους μη κιθαριστές συνθέτες, το αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές είναι αμφιβόλου ποιότητας. Δεν πρέπει βέβαια να ξεχνάμε και τον μικρής έντασης ήχο της (σε σχέση με τ’ άλλα όργανα ή με μια ολόκληρη συμφωνική ορχήστρα)-πρόβλημα, το οποίο έπαιξε καθοριστικό ρόλο και λύθηκε σχετικά πρόσφατα με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και της ενίσχυσης.
Τ. Β.(προς Οδ.Κ.): Η κλασική κιθάρα είναι ένα όργανο που σπανίως συμπράττει με συμφωνική ορχήστρα. Το ότι είστε διπλωματούχος κλασικής κιθάρας, σας ώθησε στο να συνθέσετε συμφωνικό έργο με επίκεντρο την κιθάρα ή το επιλέξατε για άλλους λόγους;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Το ίδιο το όργανο είναι μια “μικρή ορχήστρα” οπότε είναι φυσικό στη διευρυμένη εικόνα της να σε παραπέμπει σ’ αυτή. Η αλήθεια είναι, ότι μετά από χρόνια παραμονής μου στην Ελλάδα ήθελα να επιστρέψω (καλλιτεχνικά) στην Πολωνία, στην πόλη που μεγάλωσα, στο Κατοβίτσε. Ο τίτλος του πρώτου κοντσέρτου “Επιστροφή” έχει έναν τέτοιον συμβολισμό. Αφιέρωσα το έργο αυτό στον καθηγητή μου τον σπουδαίο κιθαρίστα και άνθρωπο, Β. Firla, που είχε την αντοχή και υπομονή να έχει έναν σπουδαστή σαν εμένα.
Τ. Β. (προς A.C.): Ηχογραφώντας στην Πολωνία το δίσκο “Symbioza” είχατε την ευκαιρία να βιώσετε την εμπειρία της οργάνωσης μιας ηχογράφησης εκτός συνόρων. Εντοπίσατε «καλές πρακτικές» που θεωρείτε ότι δεν εφαρμόζονται στη χώρα μας;
Μ. Μπρούζος: Η εμπειρία μας στην Πολωνία ήταν μια εξαιρετικά σημαντική στιγμή στην καριέρα μας. Ο επαγγελματισμός που συναντήσαμε από όλους τους συντελεστές ήταν σε επίπεδα που πολύ δύσκολα συναντάς στην Ελλάδα. Η εξήγηση θαρρώ είναι πολύ απλή. Ο καθένας ήταν έτοιμος, τη στιγμή που έπρεπε, να αποδώσει το καλύτερο δυνατό. Ο καθένας στον τομέα του. Τι να πεις για τον μαέστρο Mateusz Walach, με την σοβαρή και σε βάθος μελέτη των μουσικών κειμένων των κοντσέρτων και την συνεχή και άριστη επικοινωνία με τον συνθέτη Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο και με εμάς. Η ηχολήπτρια Beata Jankowska-Burzynska, με την ασύλληπτη γνώση του αντικειμένου της, έτοιμη να βρει τη λύση σε κάθε πρόβλημα. Οι μουσικοί, πειθαρχημένοι και σε απόλυτη ετοιμότητα. Μουσική παιδεία. Όλα έχουν να κάνουν με αυτό.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Η παράδοση της Πολωνίας στην κλασική μουσική και όχι μόνο, είναι μεγάλη και γνωστή. Το σύστημα που άφησε πίσω του ο κομουνισμός είναι ισχυρό και συνεχίζει να υπάρχει υποσυνείδητα στη νοοτροπία των Πολωνών παρά την ακραία αλλά όχι αναίτια ακύρωσή του. Υπάρχουν ακαδημίες μουσικής, υπέροχα κτίρια και υποδομές έτσι ώστε σε ότι κάνεις να νιώθεις όλο το μεγαλείο της τέχνης. Ο σεβασμός των ανθρώπων για τη μουσική δημιούργησε όλα αυτά και αυτά-με τη σειρά τους- επανατροφοδοτούν με πολλαπλάσια συναισθήματα τους ανθρώπους. Όταν ως λαός, στο σύνολο μας, αισθανθούμε ανάλογα, ίσως ξεκινήσει ο κύκλος αυτός και για την Ελλάδα…
Τ. Β. (προς Οδ.Κ.): Το τελευταίο έργο του δίσκου, το “Post Scriptum”, είναι αφιερωμένο στη μνήμη της μητέρας σας. Η μουσική του έργου, έχει επιρροές (μουσικές ή άλλες) από τα κοινά σας βιώματα και αναμνήσεις;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: “Post Scriptum” είναι η περιγραφή της τελευταίας πράξης μιας τραγικής στιγμής που έζησα. Του θανάτου της μητέρας μου. Στο έργο αυτό περιγράφω την περιπλοκότητα των συναισθημάτων χρησιμοποιώντας στοιχεία κλασικής (πολωνικής) και λαϊκής (ελληνικής) μουσικής. Πρέπει να ομολογήσω ότι σκεφτόμουνα πολύ αν έπρεπε να βάλω το κομμάτι στο δίσκο. Από την άλλη η Βασιλική (η μητέρα μου) πάντα με παρότρυνε να ολοκληρώσω τον δίσκο “Symbioza” και χάρηκε πολύ όταν τελείωσα τις ηχογραφήσεις.
Τ. Β. (προς A.C.): Από πού μπορεί κανείς να προμηθευτεί το cd; Πιστεύετε ότι θα βρει ανταπόκριση στη χώρα μας;
Μ. Μπρούζος: Το album έχει ήδη κυκλοφορήσει στο διαδίκτυο στο itunes, amazon, cdbaby κτλ. Όποιος ενδιαφέρεται να προμηθευτεί το έργο σε μορφή cd, μπορεί να επικοινωνήσει με τον ίδιο τον συνθέτη ή με εμάς μέσω e-mail ή facebook. Ελπίζουμε το κοινό στην Ελλάδα να το αγαπήσει και να το αγκαλιάσει όπως εμείς.
Τ. Β: Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Είμαστε σε αναμονή για κάποιες συμμετοχές μας σε διάφορα φεστιβάλ στην Ελλάδα. Φυσικά το Τar θα ενημερωθεί πρώτο! Αυτό που είναι όμως σίγουρο είναι η συμμετοχή μας στις 19 Οκτώβρη του 2016, σε ένα από τα σημαντικότερα φεστιβάλ κλασικής κιθάρας στην Πολωνία στην πόλη Tychy, όπου θα παρουσιάσουμε το Κοντσέρτο Νο. 2 για δύο κιθάρες με την σύμπραξη μιας από τις σημαντικότερες ορχήστρες της.
Τ. Β.: Θα σας ενδιέφερε να παρουσιαστούν τα έργα του νέου σας cd στο πλαίσιο συναυλιών στην Ελλάδα;
Μ. Μπρούζος: Σαφώς και μας ενδιαφέρει και είναι μάλιστα βασική μας επιδίωξη το να παρουσιαστούν στο Ελληνικό κοινό. Οι ενέργειες μας είναι προς αυτή την κατεύθυνση.
Γ. Μπεχλιβάνογλου: Βιώνοντας τις δυσκολίες και κόντρα στην εποχή θα το προσπαθήσουμε με κάθε τρόπο, γιατί πιστεύουμε στα έργα αυτά. Άλλωστε, θα ήταν παράδοξο έργα τα οποία είχαν αιτία και αφετηρία την Ελλάδα να μη παιχτούν στη χώρα αυτή!
Τ. Β. (προς Οδ.Κ.): Θα θέλατε κάποια στιγμή να εγκατασταθείτε ξανά στην Ελλάδα και να δραστηριοποιηθείτε εδώ ως συνθέτης;
Ο. Κωνσταντινόπουλος: Το όραμα μου είναι να γίνει η μουσική μου γνωστή στην Ελλάδα. Πιστεύω η ίδια η μουσική μπορεί να δώσει πολλά περισσότερα από τη φυσική μου παρουσία.
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Ιανουάριος 2016
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)