ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΓΚΟΝΗ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΟΥ JULIAN BREAM
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Η είδηση του θανάτου του Julian Bream τάραξε τη γαλήνη της θερινής ραστώνης. Ένας ογκόλιθος της κλασικής κιθάρας, αλλά και του αναγεννησιακού λαούτου, τον Αύγουστο του 2020, πέρασε στην αιωνιότητα. Με αφορμή το γεγονός, η διεθνούς φήμης Ελληνίδα σολίστ κλασικής κιθάρας, Αντιγόνη Γκόνη, η οποία ολοκλήρωσε μαζί του μεταπτυχιακές σπουδές (Post graduate) στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου και τιμήθηκε με το “Julian Bream Award”, μας μιλά επισταμένως για την τεράστια συμβολή του στη μουσική. Ο Bream, δεν περιόρισε τη δραστηριότητά του μόνο στον τομέα της κλασικής κιθάρας, συνεχίζοντας το έργο του Segovia και συμβάλλοντας στην εξέλιξη της τεχνοτροπίας της. Ιδρύοντας το J.Bream Trust, έδωσε υποτροφίες σε νέους, ανέθεσε σε εγνωσμένου κύρους συνθέτες λόγιας μουσικής τη συγγραφή έργων για κλασική κιθάρα και επίσης έκανε ο ίδιος σπουδαίες μεταγραφές, συμβάλλοντας έτσι τα μέγιστα στη διεύρυνση του ρεπερτορίου της κλασικής κιθάρας. «Το ρεπερτόριο του οργάνου τον 20ο αιώνα στήθηκε από τον Bream» υπογραμμίζει η Kαθηγήτρια Αντιγόνη Γκόνη. Αυτό το ρεπερτόριο, μαζί με ρεσιτάλ, διαλέξεις, συζητήσεις, ανέδειξε στο Φεστιβάλ που διοργάνωσε το 2018 προς τιμήν του (και υπό την αιγίδα του) στο Βασιλικό Ωδείο των Bρuξελλών (Koninklijk Conservatorium Brussel) με αφορμή τα 85α γενέθλιά του. Τα όσα ειπώθηκαν στο χειμαρρώδη και άκρως ενδιαφέροντα λόγο της, συνοψίζονται στην ακόλουθη φράση: «Ο Bream αφήνει μια τεράστια παρακαταθήκη, μια τεράστια κουλτούρα αυτό που λέμε: “the era of”…»
«Ο Julian Bream ως δάσκαλος, ήταν σε πλήρη συμφωνία με τον Julian Bream ως καλλιτέχνη. Ασυμβίβαστος, ειλικρινής, άμεσος. Ουδέποτε μας είπε κάτι το οποίο να μην αντικατόπτριζε με ακρίβεια την ιδέα που είχε σχηματίσει μετά από μια τρομερά προσεκτική ακρόαση. Δεν ήταν εκεί για να κάνει κομπλιμέντα, ούτε για να μας ενθαρρύνει και να μας δώσει δύναμη. Τις λίγες φορές που μίλησα μαζί του εκτός των μαθημάτων και μέσα από τις ιστορίες που έχω ακούσει από τον Jose Romanillos και τον John Mills, σχημάτισα τη σαφή εντύπωση πως ο Julian Bream ήταν πάνω από όλα ένας ταπεινός «υπηρέτης» της μουσικής που την υπηρετούσε με άσβεστο πάθος και υψηλή τελειομανία».
T.Β. Ο «μύθος» Julian Bream, ήταν γνωστός σε ολόκληρο τον κόσμο ως σπουδαία μουσική προσωπικότητα. Τον γνωρίσατε ως Δάσκαλο, αλλά και ως άνθρωπο. Πώς θα περιγράφατε την προσωπικότητά του;
Αντιγόνη Γκόνη: Τον Bream τον γνώρισα ως Καθηγητή, αλλά ως άνθρωπο δεν μπορώ να πω ότι τον ήξερα. Δεν πέρασε ποτέ η σχέση σε κοινωνικό επίπεδο, ούτε ήταν συχνή. Είχα την τύχη να δουλέψω μαζί του κατά τη διάρκεια των δυο χρόνων που φοίτησα στη Βασιλική Ακαδημία, συμμετέχοντας ενεργά στα σεμινάρια που παρουσίαζε στην Ακαδημία. Φανταστείτε ότι μετά την πρώτη έμμεση γνωριμία μέσω των δίσκων του, βρέθηκα να παίζω κιθάρα με τον ίδιο σε απόσταση δυο μέτρων! Μια έντονη εμπειρία που ακόμα μέχρι σήμερα θυμάμαι με όλες τις λεπτομέρειες! Οι συμφοιτητές έλεγαν: «ο Bream είναι δύσκολος! Ελπίζουμε να είναι σε καλή διάθεση σημερα!» Δεν συμμερίζομαι αυτό το κλίμα. Η δική μου εμπειρία δεν στάθηκε αρνητική. Μια φορά μόνο τον συνάντησα τυχαία εκτός της σχολής, στο σπίτι του Jose Romanillos. Εγώ κρατιόμουν σε απόσταση, ντροπαλή και συνεσταλμένη μπροστά στο «είδωλo» Bream. O ίδιος ήταν πάρα πολύ απλός. Ήταν ειλικρινής και άμεσος στα σχόλιά του. Ήταν πάντα στο επίπεδο του μαέστρου, αλλά δεν σε κράταγε ποτέ σε απόσταση μέσα από «ύφος» ή «τουπέ». Κάθε φορά υπήρχε η αίσθηση μιας ειλικρινούς ανθρώπινης προσωπικότητας, δύσκολης, γιατί είχε βάλει πολύ ψηλά τον πήχη. Όταν ήρθε στη Ν.Υόρκη, την περίοδο που ήμουν και εγώ εκεί, έδωσε μια συνέντευξη στο Manhattan School of Music. Έβλεπες έναν άνθρωπο που δεν τον ενδιέφερε η δημοσιότητα, τα λεφτά, η καριέρα, τα ρεσιτάλ και οι δίσκοι. Δεν ήταν αυτά που τον παρακινούσαν. Η κινητήριος δύναμή του, ήταν η επιθυμία να επικοινωνήσει μέσα από τη μουσική με το ευρύ κοινό και να του χαρίσει στιγμές ομορφιάς. Η τεράστια απαίτησή του, ήταν από τον εαυτό του πρώτα και μετά από τους μαθητές και όλους όσοι συνεργάζονταν μαζί του.
Η τέχνη του, ήταν στάση ζωής.
Τ.Β. Πώς προέκυψε η μαθητεία σας με τον J. Bream;
Αντιγόνη Γκόνη: η επιθυμία μου να μαθητεύσω δίπλα του ήταν στην ουσία και ο λόγος που έφυγα από την Ελλάδα. Στις αρχές του 1988, γνώρισα τον Leo Brouwer σε ένα σεμινάριο που έκανε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων. Μετά την ολοκλήρωση του σεμιναρίου, ο Brouwer με κάλεσε -τον Μάιο του ίδιου χρόνου- να πάρω μέρος στον Διεθνή Διαγωνισμό Κιθάρας στην Αβάνα της Κούβας, όπου και βραβεύτηκα με το βραβείο καλύτερης ερμηνείας Λατιονοαμερικανικής μουσικής. Θυμάμαι σαν να ήταν χθες, όταν μετά την ολοκλήρωση του διαγωνισμού, ο Brouwer με συνεχάρη και με ρώτησε απλώς: «με ποιόν θα ήθελες να συνεχίσεις τις σπουδές σου;» Με την αφέλεια των 19 χρόνων, απάντησα χωρίς κανένα δισταγμό: «με τον Julian Bream!» Ήταν το μεγάλο μου είδωλο από τα 13 μου που άρχισα να ακούω τους δίσκους του. O Brouwer, με ενημέρωσε ότι από τον επόμενη χρόνια (1989) ο Bream θα άρχιζε να διδάσκει στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου. Αυτό ήταν η αρχή της υπέροχης περιπέτειας που ακόμα σήμερα ζω! Έκανα αίτηση στο Βρετανικό Συμβούλιο για υποτροφία και στα 20 μου χρόνια, έφυγα για τη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, γιατί ήταν το μόνο μέρος όπου ο Bream δίδασκε σε σεμινάρια. Θυμάμαι, είχα μόλις μερικές μέρες που είχα φθάσει στο Λονδίνο, όταν ο δάσκαλός μου στην Βασιλική Ακαδημία, ο John Mills, μου είπε: «παίζει την επόμενη εβδομάδα ο Julian Bream και έχω ένα εισιτήριο. Το θέλεις;» Έφυγα μόνη μου, με τρία τρένα να πάω στην Αγγλική εξοχή να ακούσω το ρεσιτάλ. Θυμάμαι τον εαυτό μου στην πρώτη σειρά να παρακολουθώ με κομμένη την ανάσα. Είχα την τύχη να βιώσω μια σπάνια μουσική εμπειρία: τον Julian Bream LIVE στα τρία μέτρα να παίζει Λαούτο στο πρώτο μέρος της συναυλίας και στο δεύτερο μέρος κιθάρα.
Τ.Β. Σε ποια εποχή συμβαίνει αυτό;
Αντιγόνη Γκόνη: Αρχές δεκαετίας ’90. Ήταν από το 1989 μέχρι το 1996, όταν δίδασκε σε τακτά διαστήματα στη Βασιλική Ακαδημία.
Ο Michael Lewin, υπεύθυνος του Τμήματος της κιθάρας στη Βασιλική Ακαδημία, οργάνωνε ακρόαση/διαγωνισμό προκειμένου να επιλεχθούν από Επιτροπή οι μαθητές που θα έπαιζαν για τον Bream σ’ αυτά τα ανοιχτά σεμινάρια. Για να κάνουμε μάθημα με τον Bream, περνάγαμε από “χίλια κύματα”! Τότε δεν είχα καταλάβει ακριβώς το «γιατί». Aργότερα, εκτίμησα βαθιά αυτή την πρακτική, που τελικά δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα είδος προστασίας των καθηγητών μας προς εμάς. Γνώριζαν καλά, πως αν το έργο που παρουσιάζαμε στον Bream, δεν ήταν στον καλύτερο δυνατό βαθμό τεχνικά και ερμηνευτικά προετοιμασμένο, αν δεν είχαμε πλήρως κατανοήσει τη μορφή και την αρμονική του ανάλυση, τότε με την αγωνία της στιγμής, δεν θα άντεχαμε ούτε θα μπορούσαμε να ανταποκριθούμε στις υψηλές του μουσικές απαιτήσεις! Παρά όλη την εξαιρετική μας προετοιμασία, o Bream μας «έβγαζε» πάντα καινούρια στοιχεία, σπρώχνοντας τον πήχη ακόμα πιο ψηλά και προκαλώντας μας να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας. Σε κάθε σεμινάριο που έπαιζα στον Bream, βίωνα μια μίξη άγχους, κατάσταση υψηλής προσοχής και σοκ! Εύχομαι σήμερα να είχαν βιντεοσκοπηθεί αυτά τα μαθήματα, γιατί είμαι σίγουρη ότι δεν κράτησα πολλές απο τις λεπτομέρειες στη διδασκαλία του.
Τ.Β. Θα θέλατε να περιγράψετε την προσωπικότητά του ως Δασκάλου;
Αντιγόνη Γκόνη: Ο Julian Bream ως δάσκαλος, ήταν σε πλήρη συμφωνία με τον Julian Bream ως καλλιτέχνη. Ασυμβίβαστος, ειλικρινής, άμεσος. Ουδέποτε μας είπε κάτι το οποίο να μην αντικατόπτριζε με ακρίβεια την ιδέα που είχε σχηματίσει μετά από μια τρομερά προσεκτική ακρόαση. Δεν ήταν εκεί για να κάνει κομπλιμέντα, ούτε για να μας ενθαρρύνει και να μας δώσει δύναμη. Τις λίγες φορές που μίλησα μαζί του εκτός των μαθημάτων και μέσα από τις ιστορίες που έχω ακούσει από τον Jose Romanillos και τον John Mills, σχημάτισα τη σαφή εντύπωση πως ο Julian Bream ήταν πάνω από όλα ένας ταπεινός «υπηρέτης» της μουσικής που την υπηρετούσε με άσβεστο πάθος και υψηλή τελειομανία. Η «τελειομανία» του Julian Bream, δεν είχε να κάνει με τέλεια τεχνική απόδοση. Κάθε άλλο! Τον ενδιέφερε πρωτίστως η χωρίς συμβιβασμούς απόδοση κάθε μουσικού κομματιού. Ο αγώνας του ως δασκάλου και ως καλλιτέχνη, ήταν πόσο πιο ωραία (με την αρχαία Ελληνική σημασία της λέξης) μπορούσε να δημιουργήσει την κάθε μουσική φράση, την κάθε άρθρωση, πόσο πιο ζωντανά μπορούσε να επικοινωνήσει τον χαρακτήρα του έργου, πόσο πιο άμεσα μπορούσε να αγγίξει την ψυχή του ακροατή μέσα από την ερμηνεία της ουσίας του μουσικού έργου που ερμήνευε. Με γενναιοδωρία και ειλικρίνεια, μας τόνιζε διαρκώς πόσο σημαντικό είναι να ακούμε τι παίζουμε και να γνωρίζουμε τις εσωτερικές απαιτήσεις κάθε μουσικού κειμένου.
Τ.Β. Τι ακριβώς εννοείτε;
Αντιγόνη Γκόνη: Δεν θα ξεχάσω ένα ρεσιτάλ του στο Βασιλικό Κολλέγιο του Λονδίνου, όπου το πρώτο μέρος ήταν καταστροφή, κανένας δεν κατάλαβε τι συνέβη! Αντιθέτως, το δεύτερο μέρος, ήταν ένα αριστούργημα! Έπαιξε όλα τα Catalan τραγούδια του Llobet. Συχνά προσπαθώντας την περιορισμένη τελειότητα, χάνεται η μουσικότητα. Ο Bream έδινε βαρύτητα στη ροή της μουσικής. Μέσα στον οίστρο της στιγμής, έπαιρνε τεράστια ρίσκα και δεν τον ενδιέφερε αν έχανε τη νότα! Η γραμμή της φράσης και η αίσθηση της μουσικής έκφρασης, ήταν αυτό που δεν έπρεπε να χαθεί. Όταν κάποιος ακούει προσεκτικά τους δίσκους του, πολύ γρήγορα συνειδητοποιεί την ύπαρξη μιας τεράστιας παλέτας ηχοχρωμάτων. Με τα μαθήματά του, κατάλαβα ότι τα ηχοχρώματα δεν ήταν διαλεγμένα για το εφέ. Η ιδέα πίσω από την ερμηνεία του, ήταν πάντοτε ορχηστρική έκφραση, πολυφωνία. Ο στόχος του ήταν πώς να μπορέσει να αποδώσει με το όργανο «κιθάρα» αυτό που ο συνθέτης υπονοεί μέσα από την αρμονία και τη μορφολογία του έργου. Η βαθιά μουσική γνώση που διεθετε, τον βοηθούσε να κατανοεί σε πολλά επίπεδα τη σύνθεση και έπειτα να την αποδίδει. Δεν θα ξεχάσω το σεμινάριο του πάνω στη Suite Populaire Braziliene του Vila Lobos, όπου μας μίλαγε για τα περιπατητικά λαϊκά σύνολα 3-4 οργάνων στους δρόμους της Βραζιλίας που παίζουν το Βραζιλιάνικο «choro». Θυμάμαι να μας περιγράφει τις αντιστοιχίες κάθε διαφορετικού οργάνου πάνω στην κιθάρα με την άψογη άρθρωση κάθε φωνής, τη οποία έπαιζε με διαφορετικό χρώμα. Όταν παρακολουθήσεις μερικά σεμινάρια με αυτή την προσέγγιση, όλη την έκφραση και ο τρόπος προσέγγισης της παρτιτούρας, αλλά και του οργάνου, αλλάζει. Aπό αυτή την άποψη, η επιρροή του συνεχίζει ακόμη!
T.Β. Μια συγκινητική στιγμή στη σπουδαία μουσική σας καριέρα, ήταν όταν κερδίσατε το βραβείο “Julian Bream” με πρωτότυπη υπογραφή από τον ίδιο. Το γεγονός, επηρέασε τη μετέπειτα σταδιοδρομία σας;
Αντιγόνη Γκόνη: Παρότι το βραβείο του Guitar Foundation of America (GFA) ήταν αυτό που στην ουσία άρχισε τη διεθνή καριέρα μου, το βραβείο του Julian Bream, ήταν εξίσου σημαντικό για μένα! Ήταν η επιβεβαίωση από το «είδωλό» μου ότι: «ναι μπορείς!» Ίσως αυτό είναι μεγαλύτερο από οποιονδήποτε άλλον έπαινο, χρηματικό ποσόν ή ρεσιτάλ. Δεν θα ξεχάσω ποτέ την εμπειρία αυτού του διαγωνισμού. Έμπαινες στον καθορισμένο χώρο και έβλεπες τον Julian Bream απέναντί σου σε απόσταση δυο μέτρων! Μέχρι τότε, τον είχα δει μόνο σε ρεσιτάλ. Μπήκα στην αίθουσα συγκεντρωμένη, τρεμάμενη και έτοιμη να παίξω! Εκείνος τι κάνει…αρχίζει κουβέντα! Θυμάμαι να απαντώ μηχανικά και να σκέφτομαι: «αν δεν σταματήσει σύντομα να μιλάει, δεν θα μπορέσω ποτέ να παίξω!» Με τα πολλά σταμάτησε! Και επιτέλους έπαιξα! Θυμάμαι ακριβώς πώς έπαιξα και παρά το άγχος μου, το ευχαριστήθηκα! Αφού ολοκληρώθηκε ο διαγωνισμός, μετά από ώρα, μας φώναξαν ξανά. Ανοίγει η πόρτα, βγαίνει ο Julian Bream και λέει: «Σας Ευχαριστώ όλους αλλά…θα ήθελα να ξανακούσω δυο από σας!». Και ήμουν η μια εκ των δυο! Ξαναμπαίνω μέσα, ξαφνιασμένη και με χίλια ερωτηματικά να βουίζουν μέσα στο μυαλό. Μόλις ξεκίνησα να παίζω και σχεδόν μετά την πρώτη φράση, μου λέει “ok.” O καθηγητής, Michael Lewin θυμάται οτι ήταν η πρώτη φορά στα χρονικά που είχε γίνει αυτό. Σήμερα, που είμαι από την πλευρά των κριτών, τον καταλαβαίνω. Τόσα παιδιά, το ίδιο έργο.... αλλά φτάνει λίγο για να ξαναζωντανέψει -μέσα από τον ήχο, την ανάσα, τον τρόπο που χτίζεται η φράση, τον παλμό του μέτρου- ολόκληρη η μουσική ερμηνεία.
T.Β. Mε αφορμή των εορτασμό των 85 χρόνων από τη γέννηση του Julian Bream, διοργανώσατε Φεστιβάλ 29-31 Μαρτίου 2018 στο Βασιλικό Ωδείο των Bρuξελλών, στο οποίο διδάσκετε και είστε υπεύθυνη της Σχολής Κλασικής Κιθάρας. Πώς προέκυψε αυτή σας η ιδέα;
Αντιγόνη Γκόνη: Στο Ωδείο των Βρυξελλών, εδώ και 17 χρόνια, επιδιώκω μέσα από συμπόσια, σεμινάρια, μικρά φεστιβάλ, την ευκαιρία να εκθέτω τους μαθητές μου σε όσο το δυνατόν περισσότερη ποιοτική και ουσιαστική μόρφωση, ώστε να καλλιεργήσουν το δικό τους αισθητήριο. Στην εποχή μας, έχουμε την πληροφορία στην «άκρη των δακτύλων μας», αλλά η ποιότητα πολλές φορές είναι χαμένη μέσα στην πολλή σαβούρα. Θεωρώ ότι ως δασκάλα έχω υποχρέωση να αναπτύξω στους μαθητές μου το αισθητικό τους κριτήριο και την κριτική τους ικανότητα. Και τι καλύτερος τρόπος να κατορθώσω κάτι τέτοιο, από το να τους εκθέτω στους πιο εμπνευσμένους μουσικούς που έχει να προσφέρει ο κόσμος της κλασικής κιθάρας και γενικότερα της κλασικής μουσικής. Με αφορμή λοιπόν τη συμπλήρωση των 85 χρόνων του Julian Bream, αφιερώθηκε όλη η ακαδημαϊκή χρονιά στη μελέτη του ρεπερτορίου που ο Bream δημιούργησε και ερμήνευσε. Αυτή η μακρόχρονη έρευνα και μελέτη των παιδιών κορυφώθηκε την Άνοιξη του 2018 με το τριήμερο φεστιβάλ «85 years, a tribute to Julian Bream». Τρεις μέρες διαλέξεων, παρουσιάσεων, ρεσιτάλ, σεμιναρίων και συζητήσεων με καλεσμένους τους: Laura Snowden, Andrea Dieci, Graham Wade και Michael Lewin.
T.Β. Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια γι΄ αυτές τις μουσικές προσωπικότητες;
Αντιγόνη Γκόνη: Ο πρώτος καλεσμένος και αυτός που με βοήθησε να στήσω σε γενικές γραμμές το κάδρο του τριημέρου, ήταν ο Michael Lewin. Παλιός μου δάσκαλος και ο υπεύθυνος του Τμήματος Κιθάρας στη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, αλλά και ο κύριος σύνδεσμός μου με το “Julian Bream Trust”, του οποίου πια σήμερα είναι Πρόεδρος. Από τις πρώτες κουβέντες μου με τον Michael, κατάλαβα πως δεν μπορούσα να ελπίζω ότι ο Bream θα μπορούσε να παραβρεθεί. Όμως με επιστολή, είχαμε τη συγκατάθεσή του να χρησιμοποιήσουμε το όνομά του στα έντυπα και να μας δώσει ό,τι πληροφορία και υλικό χρειαζόμασταν. Οι μαθητές είχαν μελετήσει ένα μεγάλο μέρος του ρεπερτορίου που γράφτηκε για τον Julian και οι πιο προετοιμασμένοι παρουσίασαν έργα σε ρεσιτάλ, αφότου πρώτα τα δουλέψανε σε σεμινάριο με τον Andrea Dieci και τη Laura Snowden. Ο Graham Wade, Άγγλος μουσικολόγος, γνωστός για τα βιβλία και τα άρθρα του και παλιός προσωπικός φίλος του Julian Bream ήταν μαζί μας για να μπορέσει να δώσει μαζί με τον Michael Lewin μια γεύση του ποιος ήταν ο άνθρωπος πίσω από τον καλλιτέχνη. Η Laura Snowden είναι ένα όνομα που αξίζει κανείς να παρακολουθήσει. Η Laura με γοήτευσε από την πρώτη φορά που την άκουσα ζωντανά στο ρεσιτάλ που οργάνωσε γι’ αυτήν το «Julian Bream Trust” στο Wigmore Hall. Απ΄όλα τα νέα παιδιά που έχουν στηριχθεί από τον Bream, στη Laura είδα όλη την προσέγγισή του: πλήρη και βαθιά κατανόηση του μουσικού κειμένου, πανέμορφη χρήση ηχοχρωμάτων και δυναμικής, υπέροχη ρυθμική αίσθηση, δυνατή προσωπική άποψη. Ο Ιταλός κιθαρίστας Andrea Dieci, είναι ένας εξαιρετικός καλλιτέχνης, γαλουχημένος και αυτός μέσα από τον ήχο του Bream και του Romanillos. Παίζει με ιδιαίτερη ευαισθησία, φινέτσα και ερμηνευτική δύναμη. Οι δίσκοι του με όλα τα έργα του Henze και όλα τα έργα του Takemitsu, αποτελούν κατά τη γνώμη μου από τις καλύτερες ηχογραφήσεις του συγκεκριμένου ρεπερτορίου. Στο Φεστιβάλ, παρουσίασε τη Royal Winter Sonata του Henze, ένα μνημειώδες έργο, το οποίο ακούγεται σπανίως σε ζωντανή εκτέλεση. Ήταν πράγματι τρεις υπέροχες μέρες, γεμάτες από υπέροχη μουσική, εμπνευσμένα σεμινάρια και γεμάτες ενέργεια και ανέκδοτα συζητήσεις. Όπως πρόσφατα μου έγραψε ο Michael Lewin «ευτυχώς Αντιγόνη, που υλοποίησες τη διοργάνωση του Συμποσίου, όσο ο Julian Bream ήταν ακόμη εν ζωή». Και είχε δίκιο! Η ατμόσφαιρα ήταν πολύ πιο ευχάριστη, από μια μετά-θάνατον συνάντηση, που σίγουρα θα είχε την αίσθηση ενός καλλιτεχνικού μνημόσυνου.
Συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με τους Αντιγόνη Γκόνη, MIchael Lewin and Graham Wade
T.Β. Ο Bream ήταν γοητευμένος με το αναγεννησιακό λαούτο και έκανε μεταγραφές έργων παλαιάς μουσικής από τον 17ο αιώνα και ύστερα, οι οποίες έχουν εκδοθεί. Ποια θεωρείτε ότι είναι η συμβολή του;
Αντιγόνη Γκόνη: Η συμβολή του Bream στην αναγεννησιακή μουσική, για την οποία είχε βαθιά στοργή, ήταν τεράστια. Παρά το γεγονός ότι ο Bream πλησίασε το λαούτο με το δεξί χέρι ενός κιθαρίστα και χρησιμοποίησε τα νύχια του, κάτι που ήταν και εξακολουθεί να θεωρείται μη ιστορικά σωστό, εντούτοις είχε ένα ενστικτώδες συναίσθημα για τη μουσική. Διέθετε την άρτια τεχνική για να το παρουσιάσει με τη βιρτουόζικη ευχέρεια που έλειπε από τους ακαδημαϊκούς λαουτίστες - ερμηνευτές της εποχής. Έγινε λοιπόν ο πιο ένθερμος πρέσβης της αναγεννησιακής μουσικής και του αναγεννησιακού λαούτου. Ήταν αυτός που στην ουσία το εισήγαγε στις συναυλιακές αίθουσες καλλιεργώντας το «αυτί» του -«απαίδευτου» σ’ αυτή τη μουσική- κοινού. Χάρη στη συμβολή του, υπάρχουν σήμερα πολλοί λαουτίστες εξαιρετικής μουσικότητας και υψηλής και αυθεντικής τεχνικής, που οι περισσότεροι από αυτούς είναι και πρώην κιθαρίστες.
T.Β. Ποια πιστεύετε ότι υπήρξε η σημαντικότερη συμβολή του Bream στη μουσική;
Αντιγόνη Γκόνη: Ο Bream εξασφάλισε το μέλλον της κιθάρας μετά τον Σεγκόβια. Μπορούμε με πολύ σαφή τρόπο να πούμε ότι υπήρχε η περίοδος του Σεγκόβια και η περίοδος του Bream. Ο Bream βασίστηκε πάνω σε αυτό που ο Σεγκόβια δημιούργησε και το πήγε πιο πέρα. Το πολύ καλό γούστο του και η άριστη μουσική του μόρφωση, του έδινε τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται ποιου συνθέτη το ύφος θα μπορούσε να ταιριάξει περισσότερο στην κιθάρα. Μέσα σε μερικές δεκαετίες, κατόρθωσε να στήσει ένα εξαιρετικό ρεπερτόριο για το όργανο, δημιουργημένο από έναν γαλαξία εξαίρετων συνθετών όπως οι: Bennett, Berkeley, Britten, Arnold, Rawsthorne, Walton, Davies, και Henze, για να αναφέρουμε ενδεικτικά μερικούς. Η δημιουργία καινούργιων έργων για το όργανο, αποτέλεσε και έναν από τους κύριους σκοπούς του «Julian Bream Trust” που -ακόμη και μετά το θάνατο του καλλιτέχνη- θα συνεχίσει αυτό το πολύτιμο και απαραίτητο έργο. Ο δεύτερος, εξίσου σημαντικός σκοπός του ιδρύματος και φροντίδας του Bream, ήταν η υποστήριξη και προώθηση νέων και ταλαντούχων παιδιών. Ένας καλλιτέχνης αυτού του διαμετρήματος, ήξερε πού βρίσκεται το μέλλον! Θα ήταν επίσης τεράστια παράλειψη να μη μιλήσουμε για τη μεγάλη συνεισφορά του Bream στον χώρο της κατασκευής του οργάνου. Η μακροχρόνια συνεργασία του με τον Jose Romanillos, ήταν μια έκφραση της δικιάς του συνεχούς αναζήτησης για τον ήχο της κιθάρας. Αυτη η αναζήτηση, μέσα από τα όργανα, οδήγησε στην έρευνα γύρω από το τεράστιο έργο του Αντόνιο Ντε Τόρρες, του πατέρα/luthier της κλασσικής ισπανικής κιθάρας (οι κιθάρες του, στα χέρια του Τάρρεγκα και του Λιομπετ, καθόρισαν τον ήχο της κλασσικής ισπανικής κιθάρας) και επηρέασαν γενιές και γενιές κιθαριστών και κατασκευαστών. Αναμφισβήτητα, ο Bream αφήνει μια τεράστια και πολύπλευρη παρακαταθήκη, μια τεράστια κουλτούρα, αυτό που λέμε: “the era of”…
Οι συντελεστές του Συμποσίου για τον Julian Bream, οι καθηγητές με τους φοιτητές τους
T.Β. Ο Βream ήταν πολυβραβευμένος. Τα βραβεία αποτελούν κινητήριο δύναμη για την εξέλιξη μιας μουσικής καριέρας, ή δεν πρέπει να αποτελούν αυτοσκοπό;
Αντιγόνη Γκόνη: Ο Bream δεν έκανε διαγωνισμούς για να ξεκινήσει την καριέρα του. Τον δέχτηκαν στο Βασιλικό Ωδείο με υποτροφία, και σε νεαρή ηλικία έκανε το ντεμπούτο του στον Wigmore Hall. Κατα τη διάρκεια της καριέρας του, απέσπασε βραβεία που του απονεμήθηκαν για την καλλιτεχνική του συμβολή στον διεθνή χώρο της μουσικής. Σε ό,τι με αφορά, έχω αμφιθυμική σχέση με τους διαγωνισμούς. Δεν θεώρησα ποτέ ότι η τέχνη είναι σπορ, όπου υπάρχουν νικητές και χαμένοι. Σε νεαρή ηλικία, συμμετείχα σε μερικούς διαγωνισμούς, έτσι ώστε να μπορέσω να ξεκινήσω μια διεθνή καριέρα. Αφότου απέσπασα το πρώτο Βραβείο στον διαγωνισμό του Guitar Foundation of America (GFA), σταμάτησα. Σήμερα, βλέπω βιογραφικά νεαρών κιθαριστών με 35 πρώτα βραβεία και αναρωτιέμαι το γιατί! Πέρυσι τον Σεπτέμβριο, ήμουν επιτροπή στον διεθνή διαγωνισμό του Tarrega στο Benicassim της Ισπανίας και ξαφνιάστηκα όταν είδα μεταξύ των υποψηφίων νέους καθηγητές σε μεγάλα ωδεία! Και ξαναρωτάω: ΓΙΑΤΙ; Ίσως, γιατί δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες για ρεσιτάλ με αμοιβές του ύψους των βραβείων. Αλλά και πάλι! Είναι αυτός λόγος να διαγωνίζεσαι μέχρι τα 35; Ο κίνδυνος είναι ότι όταν συγχέονται οι διαγωνισμοί με τα ρεσιτάλ και συνεχίζονται για χρόνια και χρόνια, η καλλιτεχνική προσωπικότητα δεν εξελίσσεται με την ίδια ελευθερία: δε παίρνονται τα ίδια ρίσκα επί σκηνής, δεν εξερευνάται νέο ρεπερτόριο. Αν βέβαια με ρωτήσετε για τον διαγωνισμό παιδιών και εφήβων, θα σας πω καθαρά πως είμαι εντελώς και κατηγορηματικά αντίθετη! Εκεί, ο κερδισμένος είναι ο καθηγητής και όχι ο μαθητής! Κατά τη γνώμη μου, στην παιδική και εφηβική ηλικία, πρέπει να χτίσουν σωστές βάσεις μόρφωσης και παιδείας. Κλείνοντας, ένα 15χρονο νεαρό ταλέντο σε ένα δωμάτιο για 6 ώρες, δεν το βοηθάς. Αντιθέτως! Αυτές είναι ηλικίες σπουδών, αναζητήσεων, κατανόησης των «θέλω» και των «μπορώ» και πρέπει να προστατεύονται πάση θυσία. Οι διαγωνισμοί έρχονται μετά. Στο τέλος των σπουδών, όταν είσαι έτοιμος να βγεις στην επαγγελματική αρένα και να αρχίσεις καριέρα έχοντας βρει λίγο ως πολύ την ουσία σου.
T.Β. Στο πλαίσιο της διδασκαλίας σας, αναφέρεστε στις μεταγραφές του Bream;
Αντιγόνη Γκόνη: Το κιθαριστικό ρεπερτόριο στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, είναι βασικά το ρεπερτόριο που δημιούργησε ο Bream. Όλοι οι μαθητές μου πρέπει να περάσουν όχι μόνο από τα πολυπαιγμένα: Nocturnal του B. Britten και Bagatelles του W. Walton, αλλά και από τα κομμάτια που παίζονται πιο σπάνια όπως: «Η ελεγεία» του Rawsthorne και «η Φαντασια» του Μ. Arnold. Από κει και πέρα, μελετώνται οι μεταγραφές και οι ηχογραφήσεις του Bream. Βρίσκω πως όλη η δουλειά που έχει κάνει στην Ισπανική μουσική, για παράδειγμα, είναι εξαιρετική και άξια προσοχής.
T.Β. Ως παιδαγωγός, συμφωνείτε με την έννοια «παιδί-θαύμα» και ποια είναι η ενδεδειγμένη παιδαγωγικά μέθοδος διαχείρισης ενός εξαιρετικά ταλαντούχου παιδιού;
Αντιγόνη Γκόνη: Κάθε παιδί είναι ένα θαύμα!!! Αλλά για κανένα παιδί δεν μου αρέσει η έκφραση “παιδί θαύμα”! Βάζοντας αυτή τη σφραγίδα σε ένα ταλαντούχο παιδί, του διαλύουμε το δικαίωμα του να είναι παιδί. Γιατί στην εξέλιξη του κάθε ανθρώπου, η παιδική ηλικία είναι ιερή, είναι η βάση μιας ολόκληρης ζωής. Ένα ταλαντούχο παιδί, του οποίου η μουσική είναι τρόπος σκέψης, δεν θα σταματήσει να είναι και τρόπος έκφρασης. Αλλά η μεγαλύτερη δυσκολία είναι το «παιδί-θαύμα» να γίνει ένας θαυμαστός καλλιτέχνης! Να μην «καεί»! Θεωρώ ότι είναι τεράστια η ευθύνη του δασκάλου και του γονιού, να διασφαλίσουν ότι αυτό το φυσικό ταλέντο δεν θα γίνει show-biz! Το παιδί πρέπει να αναπτυχθεί, να μορφωθεί, να εξελιχθεί. Δεν μπορείς να είσαι ευτυχισμένος, άμα είσαι μονόπλευρος. Χρειάζεται το σχολείο, η ευρεία μόρφωση, το πολύπλευρο διάβασμα. Δεν θεωρώ ότι τα ιδιαιτέρως ταλαντούχα παιδιά πρέπει να έχουν μια ζωή διαφορετική από τα υπόλοιπα παιδιά.
Τ.Β. Σας έχουν τύχει περιπτώσεις;
Αντιγόνη Γκόνη: Nαι. Το 1995 που αποφοίτησα με Master από το Juilliard school στη Νέα Υόρκη, δημιούργησα το τμήμα Κιθάρας στο Juilliard Pre-College. Εκεί γίνονταν δεκτά ταλαντούχα παιδιά που είχαν ήδη πολύ υψηλό επίπεδο στην κιθάρα και θαυμάσια δεξιοτεχνία! Το μεγαλύτερο ταλέντο που τότε πέρασε από την τάξη μου και που πια κάνει διεθνή καριέρα, είναι η Gojar Vardanyan από την Αρμενία. Έπαιζε εκπληκτικά κλασική, αλλά και φλαμένκο κιθάρα, ήδη από τα 12! Θυμάμαι πως όταν την ανέλαβα, προσπαθούσα να καταλάβω πώς θα καταφέρω να κρατήσω τον πατέρα της και την ίδια, μακριά από ό,τι μπορεί να την «ξoδέψει» πρόωρα. Αλλάξαμε τον ήχο, βελτιώσαμε τεχνικές ατέλειες, ολοκλήρωσε το σχολείο της, συνέχισε τις σπουδές της με τoν M. Barrueco και την S.Isbin και τώρα πια κάνει καριέρα. Αισθάνομαι πως αντιμετωπίζοντας ένα παιδί σαν «θαύμα», το απομονώνεις! Το αφήνεις να αιωρείται μεταξύ παιδιού και ενήλικα. Παίρνεις ένα «άγραφο χαρτί», με άπειρες δυνατότητες και το βάζεις σε ένα καλούπι ενήλικα! Του φορτώνεις τα δικά σου όνειρα (και το «σου», μπορεί να είναι ο δάσκαλος ή ο γονιός). Επίσης, ακρωτηριάζεις την ελευθερία του ταλαντούχου παιδιού και το προγραμματίζεις για κάτι που θεωρείς πως πρέπει να το κάνει ευτυχισμένο: χειροκρότημα, μπράβο, επιβεβαίωση. Μα είμαστε καλά; Ακούγεται αυτή η συνταγή υγιής; Μοιάζει να σέβεται μια ύπαρξη; Η γνώμη μου, είναι πως ένα εξαιρετικά ταλαντούχο πλάσμα, πρέπει να το αφήσεις να αναπτυχθεί! Να το συνοδεύσεις, να το στηρίξεις, να το βοηθήσεις να εξελιχθεί, γιατί μπορεί να γίνει κάτι μεγαλύτερο από αυτό που εσύ θα μπορούσες ποτέ να φανταστείς! Όπως έλεγε και ο Χαλίλ Γκιμπράν στον «Προφήτη»: «τα παιδιά σας, δεν είναι τα παιδιά σας. Είναι οι γιοι και οι κόρες της ζωής». Δυστυχώς όμως, πολύ συχνά ένα ταλαντούχο παιδί σηκώνει στις πλάτες του τα όνειρα και μερικές φορές και την οικονομική κατάσταση όλης της οικογένειας και τότε είναι που αρχίζουν οι «θυσίες» στους βωμούς!
T.Β. Ποια είναι τα επικείμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Αντιγόνη Γκόνη: Τα σχέδια της τρέχουσας ακαδημαϊκής χρονιάς, περιλαμβάνουν και της προηγούμενης. Βεβαίως, δεν γνωρίζουμε αν οι εκδηλώσεις που αναβλήθηκαν, θα πραγματοποιηθούν φέτος. Στις 2 Νοεμβρίου, έχω προγραμματίσει ένα Φεστιβάλ για τον Α. Barios. Από την ηχογράφησή μου, έχω μια προσωπική σχέση με το έργο του και το φεστιβάλ το θεωρώ πολύ σημαντικό. Επίσης, επίκεινται δυο ηχογραφήσεις: η μια με την Brilliand Records, με μουσική του John Duarte: solo και μουσικής δωματίου (trio με κιθάρες, κιθάρα-φλάουτο, κιθάρα-φωνή). Η άλλη συνεργασία, είναι με τον Jose Romanillos. Οι ηχογραφήσεις έχουν προγραμματιστεί για την Άνοιξη του 2021, ενώ παράλληλα προετοιμάζω ρεσιτάλ για LIVE streaming η για βιντεοσκοπήσεις, γιατί όσο να είναι τα ρεσιτάλ, είναι ακόμα επίφοβα. Πολύ σημαντικό τόσο για μένα, όσο και για την ομάδα του Volterra Project, είναι ότι αρχίζουμε ένα Junior Volterra Project με βάση το Βέλγιο. Αυτό είναι προγραμματισμένο για το Φθινόπωρο του 2021. Το Junior Volterra Project βασίζεται στις ίδιες αρχές που εδώ και χρόνια πρεσβεύει το καλοκαιρινό εργαστήρι για ενηλίκους: 360 μοίρες μουσικής μόρφωσης, σε μη ανταγωνιστικό περιβάλλον, όπου νέα, ταλαντούχα παιδιά, μπορούν πρώτον να εκφράσουν άφοβα τα ερωτηματικά και τις φιλοδοξίες τους και δεύτερον να αισθανθούν ασφαλή, ώστε να ανοιχτούν σε καινούριες πληροφορίες που θα τους εξελίξουν και θα τους αλλάξουν.
T.Β. Κάτω από τις πρωτοφανείς συνθήκες της πανδημίας, νομίζετε ότι η κρίση θα μπορούσε να αξιοποιηθεί ως ευκαιρία για τη μουσική;
Αντιγόνη Γκόνη: Η ζωή με έχει διδάξει ότι ο μόνος τρόπος ευτυχισμένης επιβίωσης, είναι το να μπορείς να προσαρμόζεσαι σε καταστάσεις, χωρίς να χάνεις την ακεραιότητά σου. Αυτούς τους μήνες της καραντίνας, το ωδείο μας ήταν κλειστό και έκανα μαθήματα μέσω skype.
Ο τρόπος που διδάσκω δεν με διευκολύνει μέσω skype. Όμως πολλά από αυτά τα μαθήματα βοήθησαν στον να αλληλοστηριχτούμε, γιατί οι περισσότεροι μαθητές μου προέρχονται από άλλες χώρες και ήταν κλεισμένοι σε ένα δωμάτιο στο κέντρο των Βρυξελλών χωρίς άνθρωπο! Ήταν μια ευκαιρία να συναντιόμαστε, να μιλάμε για μουσική, ήταν απαραίτητο. Επίσης τα live stream concerts, είναι κάτι το οποίο δεν μου αρέσει. Η ενέργεια που παίρνεις από το κοινό, από αυτή τη σιωπηλή, αλλά πολύ έντονα μαγική επικοινωνία, είναι τεράστια. Ίσως να μπορούμε να κρατήσουμε κάποιες από τις καλλιτεχνικές δραστηριότητες μέσω διαδικτύου, αλλά ποτέ αυτές οι δραστηριότητες δε θα μπορέσουν να αντικαταστήσουν τη ζωντανή μουσική - ένα από τα πιο μεγάλα και αβίαστα κανάλια ανθρώπινης επικοινωνίας δίχως λόγια. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα στον επόμενο χρόνο, όταν σιγά σιγά θα μπορέσουμε να γυρίσουμε σε μια πιο ομαλή κοινωνική ζωή, θα δούμε μια αύξηση του κοινού στις αίθουσες ρεσιτάλ. Τους μήνες της καραντίνας, οι άνθρωποι συνειδητοποίησαν πόσο τους έλλειψαν οι καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, η ζωντανή μουσική, το θέατρο. Τα τελευταία χρόνια, πολύ πριν την πανδημία, υπήρχε μείωση του κοινού στα ρεσιτάλ. Ίσως είναι καιρός να προβληματιστούμε ως προς το γεγονός ότι τα ρεσιτάλ κλασσικής μουσικής παρακολουθούν κατά πλειοψηφία …. «ασπρομάλληδες». Ίσως πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους να χτίσουμε καινούριες γέφυρες επικοινωνίας με το κοινό.
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Νοέμβριος 2020
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)