ΑΝΤΩΝΗΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
(Στον Κώστα Γρηγορέα)
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
(Στον Κώστα Γρηγορέα)
Κώστας Γρηγορέας: Ανήκεις στην νέα γενιά των μουσικών της κιθάρας, που όμως ηλικιακά έχεις φτάσει στο σημείο που μπορείς να κάνεις έναν «πρώτο απολογισμό». Πώς λοιπόν νιώθεις για την επιλογή σου να ενταχθείς σε αυτόν τον δημοφιλή αλλά και ιδιόρρυθμο μουσικό χώρο;
Αντώνης Χατζηνικολάου: Νιώθω πολύ τυχερός, που από μικρό παιδί βρήκα την κλίση μου στην μουσική και δεν χρειάστηκε να αμφιταλαντεύομαι. Στην πορεία διαπίστωσα πόσο σπάνιο ήταν αυτό, μιας και οι περισσότεροι δυσκολεύονται να επιλέξουν επάγγελμα ή δεν τους αρέσει αυτό που κάνουν για να βιοποριστούν.
Η μουσική και ιδιαίτερα η κιθάρα ασκούσαν πάνω μου μια τόσο έντονη έλξη, που δεν υπήρχε δεύτερη σκέψη ή εναλλακτική επιλογή σχετικά με το τι θα κάνω. Ήταν μονόδρομος!
Η μουσική και όλες οι άλλες τέχνες φυσικά έχουν πάρα πολλές δυσκολίες σαν επάγγελμα. Οι ατέλειωτες ώρες που χρειάζονται για να εξελιχθεί κανείς στο αντικείμενο του, οι πολυετείς σπουδές, η έκθεση, η μοναχικότητα, ο ανταγωνισμός (όχι πάντα υγιής), το κόστος, οικονομικό και ψυχικό, η ανασφάλεια της αποδοχής αλλά και η αστάθεια της εργασίας, είναι μερικές από αυτές.
Η αγάπη ωστόσο για την τέχνη είναι αυτή που κάνει το επάγγελμα μας πιο εύκολο. Όσο κι αν έχω δυσκολευτεί, ποτέ δεν έχω μετανιώσει για τις επιλογές μου. Είμαι τυχερός που μπορώ να εκφράζομαι, να έχω επαφή με τον εαυτό μου, να μοιράζομαι και να νιώθω γεμάτος. Η μουσική μου έχει χαρίσει έναν όμορφο εσωτερικό κόσμο, δυνατές φιλίες και μία όμορφη οικογένεια. Λόγω της μουσικής είχα την τύχη να γνωρίσω σπουδαίους ανθρώπους, όχι μόνο μουσικούς, που με διαμόρφωσαν. Μου έχει χαρίσει εμπειρίες και συναισθήματα που δεν θα άλλαζα με τίποτα στον κόσμο.
Κ.Γ.: Έχοντας εμπειρία από σπουδές σε ανώτατο επίπεδο στο εξωτερικό, τι νομίζεις για την κατάσταση της μουσικής εκπαίδευσης στην Ελλάδα; Πως συγκρίνεις την Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου με την ελληνική μουσική εκπαίδευση, ως προς τους τύπους αλλά και ως προς την ουσία.
Α.Χ.: Ανήκω στην γενιά των μουσικών που έφυγαν από την Ελλάδα για το εξωτερικό προτού εδραιωθούν οι Μουσικές Σπουδές στο Ελληνικό Πανεπιστήμιο. H μουσικολογία μόλις είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα σπουδών και η ειδικότητα οργάνου δεν υπήρχε. Τώρα τα πράγματα είναι διαφορετικά, αλλά με τα γνωστά προβλήματα να παραμένουν και κυρίως αυτό της αναγνώρισης των τίτλων σπουδών.
Η μετάβαση από το περιβάλλον του Ωδείου σε αυτό της Βασιλικής Ακαδημίας ήταν για εμένα ένα πολιτισμικό σοκ. Στην Ακαδημία μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω μουσικούς που θαύμαζα από μικρός όπως ο Julian Bream και ο John Williams, για να αναφέρω μερικούς.
Θυμάμαι ακόμα την έκφραση μου όταν με ξεναγούσαν στην βιβλιοθήκη της! Μέχρι τότε όποια πληροφορία είχα, (ίντερνετ καλά-καλά δεν υπήρχε) βασιζόταν στην γενναιοδωρία και το αρχείο των δασκάλων μου εδώ στην Ελλάδα (Αλεξάνδρα Χριστοδήμου και Γιάννης Πετρίδης), σε φίλους και γνωστούς. Επομένως καταλαβαίνετε πώς ένιωσα. Μπήκα στην βιβλιοθήκη και βγήκα τρία χρόνια αργότερα…
Θυμάμαι ακόμα την έκφραση μου όταν με ξεναγούσαν στην βιβλιοθήκη της! Μέχρι τότε όποια πληροφορία είχα, (ίντερνετ καλά-καλά δεν υπήρχε) βασιζόταν στην γενναιοδωρία και το αρχείο των δασκάλων μου εδώ στην Ελλάδα (Αλεξάνδρα Χριστοδήμου και Γιάννης Πετρίδης), σε φίλους και γνωστούς. Επομένως καταλαβαίνετε πώς ένιωσα. Μπήκα στην βιβλιοθήκη και βγήκα τρία χρόνια αργότερα…
Παρακάτω μπορείτε να δείτε την μοναδική φωτογραφία που εχω ενθύμιο με τον μεγάλο J. Bream, οταν είχα κερδίσει το Βραβείο του στην Ακαδημία:
(Michael Lewin, Julian Bream, Roberto Moronn Pérez, Αντώνης Χατζηνικολάου)
Είναι πάντως άδικο να συγκρίνουμε ένα Ωδείο, ή τα “νέα” σχετικά τμήματα οργάνων των Ελληνικών Πανεπιστήμιων με αυτά του εξωτερικού. Θα τολμούσα να πω πως δεν έχουμε να ζηλέψουμε τίποτα ως προς το έμψυχο υλικό. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι επιτέλους οι κυβερνήσεις να ασχοληθούν με την τέχνη και τον πολιτισμό, να λυθούν τα προβλήματα που διαιωνίζονται.
Η Ελλάδα έχει εξαιρετικό δυναμικό μουσικών, σολίστ, καθηγητών σε κάθε ειδικότητα. Το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχουν οι υποδομές για να τους δοθεί η ευκαιρία να προσφέρουν όπως οι αντίστοιχοι συνάδελφοι τους στις Ακαδημίες του εξωτερικού.
Η Ελλάδα έχει εξαιρετικό δυναμικό μουσικών, σολίστ, καθηγητών σε κάθε ειδικότητα. Το πρόβλημα είναι πως δεν υπάρχουν οι υποδομές για να τους δοθεί η ευκαιρία να προσφέρουν όπως οι αντίστοιχοι συνάδελφοι τους στις Ακαδημίες του εξωτερικού.
Κ.Γ.: Ο βασικός προβληματισμός των νέων μουσικών είναι πλέον το εάν θα έπρεπε να παραμείνουν στην Ελλάδα η να αναζητήσουν την τύχη τους στο εξωτερικό. Τί συμβουλή θα τους έδινες και πως κρίνεις την δική σου επιλογή να επιστρέψεις στην χώρα καταγωγής σου.
Α.Χ.: Ο βασικός στόχος των νέων, θα πρότεινα να σχετίζεται με την απόκτηση εμπειριών. Να διευρύνουν τους ορίζοντές τους σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο στον τομέα τους. Να γνωρίσουν, να γευθούν, να ταξιδέψουν, προτού αποφασίσουν.
Να σπουδάσουν, να μην επαναπαυτούν και να γνωρίσουν το αντικείμενο τους σε βάθος. Η γνώση δεν σταματά ποτέ. Αυτό το θεωρώ πολύτιμο! Είτε είναι κανείς στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό.
Να σπουδάσουν, να μην επαναπαυτούν και να γνωρίσουν το αντικείμενο τους σε βάθος. Η γνώση δεν σταματά ποτέ. Αυτό το θεωρώ πολύτιμο! Είτε είναι κανείς στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό.
Η τύχη είναι ένας σημαντικός παράγοντας όπου κι αν είσαι. Για να κάνει κάποιος καριέρα χρειάζεται πολλά πράγματα, πέρα από το να είναι καλός σε αυτό που κάνει. Άλλωστε ένας μουσικός διαμορφώνεται σιγά σιγά. Θεωρώ πάντως απαραίτητο οι νέοι να δοκιμαστούν μακριά από την βάση τους, ακόμα κι αν αυτό είναι σε μια άλλη πόλη! Η επαφή όμως με διαφορετικές κουλτούρες και ένα διεθνές περιβάλλον σίγουρα λειτουργεί πιο θετικά. Θα εκτεθεί κάποιος στο διαφορετικό, θα γνωρίσει και άλλους τρόπους σκέψης και προσέγγισης στα πράγματα.
Ο λόγος που έφυγα από την Ελλάδα ήταν για να σπουδάσω και όχι να ζήσω στο εξωτερικό, παρά το γεγονός ότι κατέληξα να ζήσω και να εργαστώ στο Λονδίνο για αρκετά χρόνια. Οι ευκαιρίες και οι επιλογές να κάνω αυτό που αγαπάω ήταν εκεί περισσότερες. Το σημαντικότερο όμως ήταν, πως σαν μουσικός ένιωθα την εκτίμηση του επαγγέλματος μου από στην κοινωνία που ζούσα και από την πολιτεία επίσης. Στην Ελλάδα δυστυχώς δεν μπορώ να πω το ίδιο, για την πολιτεία τουλάχιστον.
Αγαπάω την Ελλάδα! Μου έλειπε ο ήλιος και η μυρωδιά του τόπου. Η μοναξιά είναι διαφορετική στα ξένα. Οι μουσικοί είμαστε συνηθισμένοι στην απομόνωση, αλλά όσοι ξέρουν, γνωρίζουν για ποιο πράγμα μιλάω.
Επέλεξα λοιπόν την επιστροφή και τελικά αποδείχθηκε πως εμείς δημιουργούμε τις ευκαιρίες και όχι η χώρα στην οποία βρισκόμαστε. Αυτό ισχύει για εμένα τουλάχιστον. Δεν το έχω μετανιώσει ούτε για ένα δευτερόλεπτο!
Κ.Γ.: Έχεις αξιολογότατη παρουσία στον χώρο των ηχογραφήσεων, με εξαιρετικής ποιότητας εκδόσεις. Μίλησέ μας λίγο παραπάνω για αυτό και κάνε μας μια μικρή παρουσίαση των δραστηριοτήτων σου σε αυτόν τον πρωταρχικό για την εποχή μας τομέα.
Α.Χ.: Οι ηχογραφήσεις είναι αναμφίβολα ένα πολύ σημαντικό μέρος της δουλειά του μουσικού, καθώς με αυτό τον τρόπο μπορεί να μοιραστεί την μουσική του με ένα ευρύτερο κοινό. Για έναν ‘νέο’ μουσικό μάλιστα, μια ηχογράφηση λειτουργεί και σαν μία “επαγγελματική κάρτα” εκτός σκηνής. Επίσης είναι ένας τρόπος να αρχειοθετήσει το ρεπερτόριο με το οποίο καταπιάνεται την δεδομένη στιγμή. Κάτι σαν μία μουσική φωτογραφία.
Κάπως έτσι ξεκίνησα και εγώ μόλις τέλειωνα τις σπουδές μου στην Βασιλική Ακαδημία. Το πρώτο μου CD στην ουσία ήταν το τελικό μου ρεσιτάλ. To περιοδικό Classical Guitar αναφέρθηκε κολακευτικά στην συγκεκριμένη ηχογράφηση. Την ίδια περίοδο διακρίθηκα σε έναν διαγωνισμό ερμηνείας σύγχρονης μουσικής (Park Lane Group) και μετά από το ντεμπούτο μου στο Purcell Room ξεκίνησε η συνεργασία μου με την δισκογραφική εταιρεία NMC που εξειδικεύεται στην σύγχρονη Αγγλική μουσική.
Συμμετείχα μαζί με σημαντικούς μουσικούς και συνθέτες στο “Songbook” της εταιρείας που κέρδισε το βραβείο Classic FM Gramophone Σύγχρονης Μουσικής. Στην συνέχεια, η συνεργασία αυτή οδήγησε στην ηχογράφηση του πρώτου άλμπουμ στην ιστορία της NMC με σόλο κιθάρα. Είχα την χαρά να ερμηνεύσω έργα που παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά και έργα που γράφτηκαν για αυτήν την περίσταση κατόπιν παραγγελίας του ιδρύματος Britten – Pears.
Στο CD περιλαμβάνεται και ένα από τα σημαντικότερα έργα του ρεπερτορίου της σύγχρονης μουσικής για κιθάρα το έργο Music of Memory του N. Maw. Είχα την τιμή να τον γνωρίσω και να παίξω για εκείνον μέρη από τα έργα του όταν ήμουν ακόμη φοιτητής. Ο τίτλος του CD είναι ένας φόρος τιμής στον μεγάλο αυτό Άγγλο συνθέτη. Το περιοδικό Gramophone, επαίνεσε αυτή την ηχογράφηση και με τίμησε ιδιαίτερα με τα λόγια του.
Από αριστερά: Α. Χατζηνικολάου, S. Hvarchilkov, N. Maw, (επάνω) S. Marchionda, S. French, M. Karadaglic.
Τέλος, στα χρόνια που έζησα στο Λονδίνο είχα την τύχη να είμαι μέλος του συνόλου Fugata Quintet που εξειδικεύεται στην μουσική του A. Piazzolla. Συμμετείχα μαζί τους σε πολλές παραγωγές. Ένα διπλό studio album αφιερωμένο στον μεγάλο Αργεντίνο συνθέτη και μια ζωντανή ηχογράφηση - βιντεοσκόπηση στο Royal Festival Hall.
Κ.Γ.: Ως ανήσυχος δημιουργός, γνωρίζω ότι πλέον έχεις επεκταθεί και σε πιο «χειροπιαστές» (στην κυριολεξία) δημιουργίες. Μίλησέ μας λοιπόν για την αφορμή να ασχοληθείς με την κατασκευή κλασικής κιθάρας.
Α.Χ.: Από μικρό θυμάμαι τον εαυτό μου να με ελκύει η χειροτεχνία και το ξύλο ιδιαίτερα. Να σκαλίζω με το μαχαίρι τις φλούδες από τα πεύκα το καλοκαίρι. Είναι ένα ευγενικό υλικό το ξύλο. Θυμάμαι ακόμα την μυρωδιά στο εργαστήρι του Παύλου Γύπα όταν αγόρασα την πρώτη μου χειροποίητη κιθάρα.
Από μικρός έλεγα σε όλους χαριτολογώντας πως μία μέρα θα φτιάξω μια κιθάρα και να που έγινε πολλά χρόνια αργότερα. Πάντα είχα μια περιέργεια για την κατασκευή. Πολύ καιρό προτού ξεκινήσω μάζευα σχετικά βιβλία και εργαλεία, καθαρά από μεράκι.
Στην Ακαδημία υπάρχει μουσείο οργάνων και εργαστήρια επισκευής και συντήρησης τους. Στον έναν όροφο είναι τα πιάνα και στον άλλον τα έγχορδα. Τα εργαστήρια είναι σε κοινή θέα (δυστυχώς για τους μάστορες) και το μόνο που σε χωρίζει με εκείνους είναι ένα γυαλί.
Έχω περάσει αρκετές ώρες πίσω από αυτό το γυαλί, με έναν καφέ στο χέρι, τον ελεύθερο μου χρόνο όταν ήμουν μαθητής.
Σιγά σιγά επεκτάθηκε αυτό, η περιέργεια έγινε επιθυμία και η επιθυμία πράξη.
Το πρόβλημα που αντιμετώπιζα πάντα ως μουσικός, (και κάτι που με ενοχλούσε επίσης) είναι αυτή η υπερβολική προσοχή του επαγγελματία, κυρίως κλασικού μουσικού, να κάνει οτιδήποτε άλλο με τα χέρια του εκτός από το να παίζει μουσική.
Νιώθω τόσο ελεύθερος όταν χρησιμοποιώ τα χέρια μου και να δημιουργώ κάτι πέρα από τους ήχους. Η κατασκευή ενός οργάνου είναι ένας τρόπος για εμένα τουλάχιστον να βιώνω την γήινη πλευρά της μουσικής. Ως μουσικός έχω περάσει πολύ χρόνο στα “αιθέρια” και αυτό βρίσκω πως με ισορροπεί.
Είμαι πολύ τυχερός και ιδιαίτερα ευγνώμον που στην πορεία μου αυτή με βοήθησαν και με βοηθούν δυο πολύ σημαντικοί άνθρωποι. Ο κατασκευαστής κιθάρας Νίκος Ιωάννου και ο Γιώργος Παντελιάς που με τόση γενναιοδωρία με στήριξαν σε αυτό μου το εγχείρημα και μου έδωσαν πολλά περισσότερα από όσα μπορούσα να φανταστώ για να ξεκινήσω αυτό το ταξίδι της κατασκευής.
Κ.Γ.: Η προσωπική μου εντύπωση από τις κατασκευές σου είναι ότι πρόκειται για όργανα υψηλού επιπέδου. Θεωρείς ότι αυτός είναι πλέον ένας τομέας στον οποίο θα ήθελες να καταξιωθείς η είναι απλά μια εναλλακτική δημιουργική ασχολία;
Α.Χ.: Η οργανοποιία είναι ένα μικρόβιο που αν το κολλήσει κανείς, δεν το τινάζει από επάνω του εύκολα. Ήρθε για να μείνει μαζί με την μουσική και την διδασκαλία. Ασχολίες που θα με συντροφεύουν ελπίζω ως τα βαθιά γεράματα.
Κ.Γ.: Πες μας την αισθητική σου άποψη για την κατασκευή κιθάρας και μίλησέ μας για τους στόχους σου σε αυτόν τον τομέα.
Α.Χ.: Για εμένα, ένα μουσικό όργανο πρέπει να έχει μία αύρα. Να σε προσκαλεί να το πιάσεις στα χέρια σου ακόμα και πριν το ακούσεις.
Σαν μουσικός χρησιμοποιώ όλες μου τις αισθήσεις. Έχω εκπαιδευτεί να ακούω με λεπτομέρεια, να αναζητώ τα ηχοχρώματα, να αισθάνομαι τις χορδές, την αντίσταση τους στο χέρι μου, το μπράτσο, την ανταπόκριση του οργάνου, τις δυναμικές. Μέσα μου υπάρχει ένας ιδανικός ήχος. Κάθε μουσικός ψάχνει τον δικό του ήχο και προσπαθεί να τον παράξει.
Ένα ιδανικό όργανο είναι αυτό που του το επιτρέπει, χωρίς να τον χαρακτηρίζει. Είναι εκείνο που τον εμπνέει να βρει τον ήχο του. Να είναι ευαίσθητο και να ανταποκρίνεται, να είναι ισορροπημένο και καθαρό. Εύκολο στο παίξιμο και να αντεπεξέρχεται επάξια στις απαιτήσεις της σκηνής. Μου αρέσουν τα παραδοσιακά όργανα για αυτό τον λόγο. Πιστεύω πως υπάρχει πλούτος εκεί και μία ζεστασιά στον ήχο.
Δεν είμαι αρνητικός στους νεωτερισμούς. Αντιθέτως, οι έρευνες στην επιστήμη της φυσικής και της ακουστικής μέσω της τεχνολογίας, μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς λειτουργούν τα μουσικά όργανα. Έτσι μπορεί κανείς να προσαρμόζει την προσέγγιση του στην κατασκευή και να βελτιώνεται.
Στο εργαστήρι του Νίκου Ιωάννου στο Wurtsboro της Νέας Υόρκης
Πιστεύω όμως, πως πολλές φορές και ιδιαίτερα στην προσπάθεια να μεγαλώσει ο ήχος της κιθάρας, χάνεται η ψυχή της.
Είναι η φύση του οργάνου μας τέτοια που δεν επιβάλλεται στον ακροατή με το τρόπο που επιβάλλεται πχ. ένα πνευστό. Αντιθέτως, όπως έλεγε ένας από τους δασκάλους μου στην Ακαδημία ο Timothy Walker, η κιθάρα πρέπει να κάνει τα αυτιά του ακροατή να μεγαλώνουν…
Ο στόχος μου είναι να ταυτίσω τον ήχο της κιθάρας που φτιάχνω με εκείνον που έχω μέσα μου. Επίσης θεωρώ χρέος μου να προχωρήσω την παράδοση που μου δόθηκε και αν αξιωθώ να βάλω και εγώ ένα λιθαράκι σε αυτήν την προς εξαφάνιση τέχνη της οργανοποιίας.
Κ.Γ.: Μίλησέ μου για τα σχέδιά σου στο μέλλον, σε καλλιτεχνικό αλλά και σε προσωπικό επίπεδο.
Α.Χ.: Θα προσπαθήσω να απαντήσω σε αυτήν την ερώτηση μιλώντας σας για έναν από τους αγαπημένους μου καλλιτέχνες, τον Γιαπωνέζο ξυλογράφο, χαράκτη και ζωγράφο Κατσουσίκα Χοκουσάι που έζησε τον 19ο αιώνα. Οι περισσότεροι τον γνωρίζουν μέσα από την ζωγραφιά του “Το μεγάλο κύμα”.
Κ. Χοκουσάι “Το μεγάλο κύμα”
Σχεδίαζε να ζήσει μέχρι τα 110. Όπως έλεγε, στα 80 θα έβλεπε ο κόσμος την αληθινή του πρόοδο, στα 90 θα είχε εισχωρήσει στην ουσία της φύσης, στα 100 θα είχε την θεϊκή της κατανόηση, στα 110 θα είχε βρει το πραγματικό του ύφος και στα 130 με 140 θα είχε φτάσει στο σημείο ό,τι ζωγραφίζει να ζωντανεύει.
Ο Χοκουσάι έφυγε από τη ζωή 89 ετών. Ξεψυχώντας, λέγεται πως ευχόταν να είχε άλλα 5 ή 10 χρόνια για να γίνει σωστός ζωγράφος.
Υπέγραφε “ Χοκουσάι, ενας γέρος άνθρωπος, τρελός για την ζωγραφική”.
Κ.Γ.: Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να προσθέσεις;
Α.Χ.: Δεν μπορώ να ταυτιστώ πιο πολύ απ΄ό,τι με τα προηγούμενα, τα είπε όλα ο Χοκουσάι. Το είδος της τέχνης διαφέρει.
Σας ευχαριστώ πολύ.
Links
website: www.antonishatzinikolaou.com
Κώστας Γρηγορέας
Μάιος 2021
http://www.grigoreas.gr/
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου
Φωτογραφίες: ArGo Photography, Γ. Παντελιάς & Α. Χατζηνικολάου