Η μουσική ενός “απόκληρου”:
(Τα έργα για κιθάρα του Maurice Ohana)
Στην τόση κουβέντα που γίνεται για την αδικημένη από πλευράς ρεπερτορίου κλασσική κιθάρα αλλά και στην αναζήτηση έργων με προσωπικότητα και αξία για το όργανο αυτό φαίνεται να έδωσε απάντηση η εξέλιξη του οργάνου μέσα στον εικοστό αιώνα. Αρχικά η παρουσία του Andres Segovia αλλά και η προτροπή του, ενέπνευσε αρκετούς συνθέτες να γράψουν για το όργανο (ενδεικτικά αναφέρουμε τους Tedesco, Torroba, Rodrigo, Ponce, Villa Lobos) και έπειτα ο Julian Bream (στον οποίον οφείλουμε έργα από συνθέτες όπως οι Henze, Britten, Walton, Tippett, Bennett), ήταν παράγοντες που ευνόησαν σημαντικά την μουσική παραγωγή για την κιθάρα. Πέρα απ’ αυτά, προστίθεται και η σύνθεση κιθαριστικών έργων από μαθητές των Jolivet και Messiaen, όπως οι : Philippe Drogoz, Tristan Murail, Claude Baillif κλπ. Παρ’ όλα αυτά και παρά την πραγματικότητα ότι όλοι οι παραπάνω συνέβαλαν στο να αποκτήσει η κιθάρα ένα πληρέστερο χαρακτήρα και να αναδειχθούν δυνατότητες του οργάνου πρότερα αναξιοποίητες, είναι δυστυχώς ελάχιστες οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η δημιουργία από πλευράς των συνθετών ξεπέρασε το ένα έργο και κινήθηκε λίγο παραπέρα από τα όρια του πειραματισμού από την πλευρά τους. Ακόμα λιγότερες είναι οι περιπτώσεις συνθετών οι οποίοι αγάπησαν και γνώρισαν από κοντά την κιθάρα προσδίδοντας στα έργα τους γι’ αυτήν έναν χαρακτήρα τόσο προσωπικό, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιοσυστασιακός, χωρίς όμως να κάνουν τη χάρη ευκολιών και εκπτώσεων στον εκτελεστή.
Ακριβώς σε αυτή την κατηγορία εμπίπτει και το έργο του Μορίς Οχάνα (Maurice Ohana) για την κιθάρα. Είναι κάτι λοιπόν που αξίζει να γνωρίζει κανείς για μια σειρά από λόγους : πρώτον, ο Οχάνα δεν έγραψε μόνο ένα κομμάτι (το σύνολο του έργου του για κιθάρα παρατίθεται παρακάτω), δεύτερον, ο χαρακτήρας της μουσικής του ούτως ή άλλως έχει έντονες επιρροές από την Ισπανική παράδοση και το Cante Jondo και τρίτον, η γραφή του για την κιθάρα είναι εξαιρετικά ιδιωματική γιατί συνδυάζει το προσωπικό συνθετικό του ύφος με την πρωτότυπη χρήση των flamenco τεχνικών της κιθάρας. Χαρακτηριστικά, θα μπορούσε να αναφερθεί η αγάπη του για τη δεκάχορδη κιθάρα που του επέτρεπε την αύξηση του όγκου και της διάρκειας του ήχου, τη χρήση clusters, τη χρήση μικροδιαστημάτων (δηλαδή διαστημάτων μικρότερων του ημιτονίου) αλλά και την έξυπνη γραφή εκείνη που καθιστούσε τις προθέσεις του εξαιρετικά λειτουργικές και αποτελεσματικές πάνω στο όργανο. Επιπροσθέτως, η σκοτεινή, οργισμένη μα συνάμα και ευαίσθητη φυσιογνωμία της μουσικής του Οχάνα ανέδειξε την κιθάρα με μία πλούσια και σπουδαία μουσική γλώσσα χωρίς όμως τον φόβο της αποδοχής του λαϊκού της χαρακτήρα, αυτού δηλαδή της ανδαλουσιανής παράδοσης. Ειδικά αυτό το τελευταίο καθιστά το έργο του ακόμα πιο σημαντικό γιατί αφενός στηρίχτηκε στις “αποκηρυγμένες” ρίζες της Ισπανικής κιθάρας δίχως αφετέρου να θυσιάζει τις προθέσεις του και την ποιότητα της μουσικής του για λόγους είτε δημοτικότητας είτε ρευμάτων της εποχής. Συμπερασματικά, πρόκειται για μία πολύ ευτυχή σύμπτωση : από τη μία, έναν συνθέτη με πολύ ισχυρή προσωπικότητα και πολύ προσωπικό στυλ και από την άλλη ένα όργανο –την κιθάρα- με τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά. Συνεκτικός κρίκος μεταξύ των δύο η Ισπανική παράδοση και ο τραγικός χαρακτήρας του οργάνου μέσα απ’ τον οποίον ο συνθέτης διάλεξε να εκφράσει την ταραγμένη εποχή του. Πουθενά στη φιλολογία του οργάνου δεν αναδεικνύεται με τέτοια ποιότητα μουσικής γραφής, με τέτοια μοναδικότητα αλλά και σε τέτοια ποσότητα μουσικής παραγωγής ο ξεχωριστός χαρακτήρας της κιθάρας. Μοναδική εξαίρεση σε αυτό αποτελεί ίσως ο Toru Takemitsu, ο οποίος όμως αποτελεί ενδεχομένως το alter ego του Μορίς Οχάνα σε αυτό το επίπεδο : ο μεν υποβλητικός και λυρικός ο δε επιβλητικός και βαθιά τραγικός.
Παρακάτω, παρατίθενται λίγα βιογραφικά στοιχεία για τον συνθέτη καθώς και ο κατάλογος των έργων του για την κιθάρα με μία σύντομη περιγραφή αυτών.
Βιογραφία
Ο Maurice Ohana γεννήθηκε στις 12 Ιουνίου του 1914 στην Casablanca από γονείς Σεφαραδίτικης καταγωγής. Ο πατέρας είχε Ανδαλουσιανές ρίζες αλλά επειδή ζούσε στο Γιβραλτάρ (τότε Βρετανική αποικία), είχε Βρετανική υπηκοότητα την οποία και ο ίδιος ο συνθέτης κατείχε μέχρι το 1974. Ο Οχάνα μεγάλωσε στη Γαλλία στην πόλη Bayonne και αρχικά ξεκίνησε σπουδές αρχιτεκτονικής στο Παρίσι, τις οποίες εγκατέλειψε για να ασχοληθεί με τη μουσική αρχικά ως πιανίστας κι έπειτα ως συνθέτης. Κατετάγη στον Βρετανικό στρατό και πολέμησε στην Ιταλία όπου και έπειτα παρέμεινε για να σπουδάσει σύνθεση με τον Alfredo Casella στη Ρώμη. Το 1947 επέστρεψε στο Παρίσι και ίδρυσε μία ομάδα με την ονομασία Zodiaque η οποία ήταν ταγμένη στην ιδέα της καλλιτεχνικής ελευθερίας και την αποδέσμευση της καλλιτεχνικής δημιουργίας από τις επικρατούσες τάσεις της εποχής. Το μανιφέστο του στρεφόταν εναντίον του δωδεκαφθογγισμού, του σειραϊσμού και της “Παριζιάνικης κλίκας” της avant garde, γεγονός που τον κατέστησε εχθρό του Pierre Boulez, του IRCAM ( Γαλλικό ινστιτούτο μουσικής έρευνας και τεχνολογίας ) και της Γαλλικής μουσικής διανόησης της εποχής του.
Η μουσική του χαρακτηρίζεται από τις έντονες επιρροές του από την ανδαλουσιανή μουσική και από την έντονη αίσθηση του ρυθμού, η οποία υπάρχει σε όλο το φάσμα των συνθέσεών του. Οι ενορχηστρώσεις του εστιάζουν στα κρουστά και στα πνευστά δίνοντας στα συνήθως προεξάρχοντα έγχορδα έναν δεύτερο ρόλο, ενώ ο χαρακτήρας της μουσικής του είναι μυστικιστικός, σκοτεινός, δίνοντας συχνά την αίσθηση λησμονημένων αρχαίων τελετουργιών. Πηγές έμπνευσής του ο Ισπανικός εμφύλιος, η ποίηση του Federico Garcia Lorca, η αρχαία ελληνική τραγωδία, ο ζωδιακός κύκλος και οι αστερισμοί. Έγραψε μουσική για ορχήστρα, μπαλέτα, χορωδιακά στη φόρμα του ορατόριου, κοντσέρτα, καθώς και μουσική δωματίου αλλά και μουσική για πολλά σόλο όργανα. Βραβεύτηκε τόσο σε διαγωνισμούς σύνθεσης όσο και για την συνολική προσφορά του στις τέχνες και προς το τέλος της ζωής του, του απονεμήθηκε το παράσημο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής για την προσφορά του στις τέχνες και τα γράμματα. Ο Μορίς Οχάνα απεβίωσε στο Παρίσι στις 13 Νοεμβρίου του 1992.
Το έργο για κιθάρα
Tiento (1955)
Το πρώτο έργο του συνθέτη για κιθάρα το οποίο γράφτηκε για τον Ισπανικό εμφύλιο. Σύντομο, λιτό, θρηνητικό και πολύ ενδεικτικό της τεχνοτροπίας του συνθέτη, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα μικρής έκτασης που γράφτηκαν ποτέ για την κιθάρα.
ακούστε: "Tiento" - guitar: Julian Bream
Si le jour paraît... (1963-64)
Το έργο αυτό είναι εμπνευσμένο από ένα ποίημα του Federico Garcia Lorca. Ο τίτλος του ( “Αν έλθει η ημέρα…” ) περιγράφει τις ψυχικές μεταβολές μια ομάδας καταζητούμενων από τους Φαλαγγίτες του Franco οι οποίοι καταφεύγουν σε έναν ναό τη νύχτα και καθώς η ώρα περνά κάνουν έναν απολογισμό της μέχρι τότε ζωής τους ελπίζοντας ότι μέχρι την αυγή θα είναι ακόμη ζωντανοί. Το έργο είναι γραμμένο σε επτά μέρη με τους εξής τίτλους :
I - Temple
II - Enueg
III - Maya Marsya
IV - 20 Avril
V - La Chevelure de Bérénice
VI - Jeu des 4 Vents
VII - Aube
ακούστε: "Si le jour parait..." (απόσπασμα) guitar: Leo Brouwer
Το έργο είναι γραμμένο για 10χορδη κιθάρα σε κούρδισμα που υποδεικνύει ο ίδιος ο συνθέτης με χρήση όλης της έκτασης της κιθάρας, πολλών rasqueados, αλλά και μέσων όπως το slider. Το αποτέλεσμα είναι ένα από τα κεφαλαιώδη έργα της κιθάρας τόσο στην απόδοση συναισθημάτων, όσο και σε επίπεδο δομής αλλά και χρονικής διάρκειας ( περίπου 35’ ).
Cadran lunaire (1982)
Πρόκειται για το τελευταίο έργο του συνθέτη για σόλο κιθάρα, επίσης 10χορδη. Μουσική με εσωτερικό, ονειρικό και μυστικιστικό χαρακτήρα, το “φεγγαρίσιο καντράν” εμπνέεται από τους αστερισμούς, όπως φανερώνουν και οι τίτλοι των τεσσάρων μερών του.
I - Saturnal
II - Jondo
III - Sylva
IV - Candil
Anonyme XXème siècle (1988)
Το “Ανωνύμου του 20ού αιώνα” είναι το μοναδικό κομμάτι του συνθέτη για 2 κιθάρες. Βραχύ και περιεκτικό, διέπεται από χαρακτήρα λησμονιάς, όπως και ο ίδιος ο τίτλος υπονοεί.
Trois Graphiques (1950-57)
concerto pour guitare et orchestre
I - Graphique de la Farruca – Cadences
II - Improvisation sur un graphique de la Seguidilla
III - Graphique de la Buleria et Tiento
Το κοντσέρτο για κιθάρα και ορχήστρα του Maurice Ohana είναι, όπως φαίνεται και από τους τίτλους, εμπνευσμένο από τους αντίστοιχους χορούς τους flamenco. Πρόκειται για ένα από τα πιο εμπνευσμένα έργα για κιθάρα και ορχήστρα καθ’ ότι είναι γραμμένο βασιζόμενο αφενός σε μία σαφή διαλεκτική σχέση της κιθάρας με την ορχήστρα αφετέρου σε μία εξαιρετικά πρωτότυπη ιδέα – οδηγία του συνθέτη, ο σολίστ να κάθεται περιτριγυρισμένος από τα κρουστά όργανα, μία διάταξη η οποία αποφέρει ένα εξαιρετικά εντυπωσιακό αποτέλεσμα.
Επιλογικά, ελπίζουμε ότι το μικρό αυτό άρθρο πληροφόρησε χωρίς να κουράσει και θα είμαστε ευτυχείς αν αποτελέσει την αφορμή για κάποιους να ασχοληθούν περαιτέρω με έναν συνθέτη του οποίου η μουσική αξίζει πραγματικά τον όποιον “κόπο”.
Υ.Γ. Επιθυμώ να ευχαριστήσω το φίλο και κιθαριστή Σταύρο Ντουλαβέρη, χωρίς την πολύτιμή βοήθεια του οποίου η υλοποίηση του μικρού αυτού άρθρου δε θα ήταν δυνατή.
Ανδρέας Καρακατσάνης
andreas@tar.gr
Ιανουάριος 2007