ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΣΙΜΟΓΛΟΥ:
Θεραπεύοντας τους αρμονικούς ήχους
(Μια συζήτηση της Έφης Αγραφιώτη με τον γιατρό-συνθέτη)
«Με την επιστήμη μου αγγίζω τη καθημερινή πραγματικότητα και με τη τέχνη αγγίζω τους πόθους, τα όνειρα και τα οράματα της ανθρώπινης φύσης».
Σας προτείνω να προσπαθήσουμε μέσα στο σύντομο αυτό κείμενο, να γνωρίσουμε διαδικτυακά, γιατί έχει πολλά καλά το διαδίκτυο, τον Αθανάσιο Σίμογλου. Είναι πραγματικά ένας ενδιαφέρων άνθρωπος, με πλούσιες εμπειρίες ζωής και βαθύ πνευματικό κόσμο. Τον γνωρίσαμε πρόσφατα με αφορμή τα δύο cd’s με τις μελοποιήσεις των στίχων του Καβάφη. Ναι, ο γιατρός Σίμογλου από τη Στουτγάρδη θεραπεύει τη μουσική με πάθος.
Του ζητώ να μας εξιστορήσει, κάτι σαν βιογραφικό δηλαδή, τη μέχρι τώρα πορεία του στη ζωή, στη μουσική και στην ιατρική.
Α.Σ. Γεννήθηκα στις 4 Μαρτίου του 1954 στο ακριτικό Διδυμότειχο του Έβρου. Σε πολύ μικρή ηλικία, 6-7 ετών διαπίστωσα ότι η μουσική για μένα θα έπρεπε να είναι στο μέλλον κάτι πολύ σημαντικό για τη ζωή μου. Τα πρώτα μου ερεθίσματα ήταν τα παιανίσματα της τοπικής στρατιωτικής μπάντας, το ραδιόφωνο και τα βυζαντινά ακούσματα στην εκκλησία. Μεγάλωσα σε ένα ισορροπημένο οικογενειακό περιβάλλον, με πολλή στοργή, όπου όμως η μουσική δεν είχε κάποια ιδιαίτερη σημασία, οι δε γονείς αμφότεροι ήσαν του δημοτικού. Σε ηλικία 10 ετών μπήκα στη φιλαρμονική του Δήμου, εκεί επί ενάμιση χρόνο παρακολούθησα μόνο θεωρητικά μαθήματα και κατόπιν έμαθα να παίζω τρομπέτα. Σύντομα έγινα εξάρχων. Σε ηλικία 16 ετών-και βέβαια μετά από πολλές και έντονες αντιπαραθέσεις- με τον πατέρα μου (λόγου του νεαρού της ηλικίας μου) μου επετράπη να πάω στη Θεσσαλονίκη, όπου θα συνέχιζα τις μουσικές σπουδές και βέβαια θα τελείωνα το Λύκειο. Βασική προϋπόθεση για τον πατέρα μου ήταν ότι ταυτόχρονα θα σπούδαζα και στο πανεπιστήμιο. Τον Σεπτέμβριο του 1970 με συνόδευσε στη Θεσσαλονίκη, αφού του υποσχέθηκα ότι τελειώνοντας το Λύκειο θα σπούδαζα και ιατρική. Η ιατρική ήταν καθαρά δική μου επιλογή που μάλλον ξάφνιασε τον πατέρα μου. Γράφτηκα μετά από κατατακτήριες εξετάσεις στο κρατικό Ωδείο Βορείου Ελλάδος όπου μελέτησα μέχρι το 1974 πιάνο και ανώτερα θεωρητικά.
Το Σεπτέμβριο του 1974 έφυγα για το Μιλάνο, όπου σπούδασα ιατρική και έκανα και τη διδακτορική μου διατριβή. Εκεί παρακολούθησα σεμινάρια σύνθεσης, μουσικής αισθητικής και ενορχήστρωσης. Τον Ιανουάριο του 1982, ως πτυχιούχος της ιατρικής, μετακόμισα στη Στουτγάρδη της Γερμανίας για δύο λόγους: να κάνω ειδικότητα και να διευρύνω τους μουσικούς μου ορίζοντες κυρίως στη συμφωνική μουσική. Στη Στουτγάρδη ειδικεύτηκα στην γενική ιατρική και από τον Μάρτιο του 1987 και μέχρι σήμερα διατηρώ ιατρείο.
Ε.Α. πολύ ενδιαφέρουσα διαδρομή! Η σύνθεση ως βασική έκφραση ζωής να υποθέσω ότι μπαίνει στη ζωή σας με το καλωσόρισμα της ωριμότητας;
Α.Σ. Οι πρώτες συνθετικές μου προσπάθειες ξεκινούν σε ηλικία 13 ετών. Αφορούσαν μικρές ασματικές μορφές καθώς και μερικά αμιγώς οργανικά κομμάτια. Καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών μου αρκέσθηκα μόνο στο να καταγράφω διάφορα μελωδικά σκίτσα με σκοπό να τα αναπτύξω όταν θα τελείωνα. Στις αρχές του 1983 στη Στουτγάρδη μου ανετέθη να μελοποιήσω 1-2 ποιήματα του Κ.Π. Καβάφη για μια τοπική εκδήλωση, για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του. Έτσι σε λίγο διάστημα και προς ιδίαν μου έκπληξη είχα μελοποιήσει τα πρώτα 5 ποιήματα του Κ. Π. Καβάφη. Πρώτα την Ιθάκη, μετά την Πόλη, και κατόπιν τα ποιήματα Θερμοπύλες, Για νάρθουν και το Όσο μπορείς. Η αγάπη μου για την Καβαφική ποίηση συνεχίζεται και εντείνεται, μέχρι τις αρχές του 2010 οπότε και ολοκλήρωσα τον καβαφικό κύκλο, έχοντας μελοποιήσει συνολικά 36 ποιήματα. Το φθινόπωρο του 1983 υπό την επήρεια της καβαφικής ποίησης, εμπνέομαι κι ένα συμφωνικό θέμα, η ανάπτυξη του οποίου με οδήγησε την άνοιξη του 1986 στην ολοκλήρωση της πρώτης μου συμφωνίας, «της Στουτγάρδης» σε ντο ελάσσονα, έργο 12, που αφιέρωσα στον μεγάλο Αλεξανδρινό. Συνέθεσα ακολούθως μια δεύτερη συμφωνία την «Ολυμπιακή» σε φα μείζονα, έργο 18 και αργότερα την τρίτη μου συμφωνία, σε ρε ελάσσονα, έργο 44. Από το 1985 μέχρι το 2012 έχω επίσης συνθέσει 150 τραγούδια χωρίς λόγια, καταχωρημένα σε τρία τεύχη.
Ε.Α. Έχετε όμως ασχοληθεί και με το Ορατόριο, που ευτυχώς θα παρουσιαστεί σε λίγο καιρό. Ευτυχώς, διότι θα το ξέρετε, οι συνθέτες μας δεν είναι και τόσο καλοδεχούμενοι από τους φορείς μας…
Α.Σ. Το φθινόπωρο του 2012 συνέθεσα ένα ορατόριο με τίτλο Τα πλοία της τέχνης, έργο 68, για 4 φωνές, μεγάλη ορχήστρα και χορωδία, παραγγελία για το Μέγαρο Μουσικής Θες/νίκης, η πρεμιέρα του τοποθετείται στο φθινόπωρο 2013. Το ορατόριο αυτό είναι βασισμένο σ’ ένα πεζό του Κ .Π. Καβάφη με τίτλο Τα πλοία.
Ε.Α. Είμαι βέβαιη ότι συχνά δέχεστε το ερώτημα περί του συνδυασμού και της συμπόρευσης ιατρικής και μουσικής, αλλά δεν μπορώ παρά να το θέσω!
Α.Σ. Συχνά μου τίθεται το ερώτημα: «πώς μπορείτε και συνδυάζετε την ιατρική με την μουσική σύνθεση» . Η απάντηση μου είναι ότι και οι δύο είναι ανθρωποκεντρικές και ότι αλληλοσυμπληρώνονται. Με την ιατρική αγγίζω την πραγματικότητα με την δε σύνθεση εκφράζω τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς καθώς και τους πόθους μου.
Για να 'ρθουν (1920)
Ένα κερί αρκεί.
Το φως του το αμυδρό αρμόζει πιο καλά,
θάναι πιο συμπαθές σαν έρθουν της Αγάπης,
σαν έρθουν οι Σκιές.
Ένα κερί αρκεί.
Η κάμαρη απόψε να μην έχει φως πολύ.
Μέσα στην ρέμβην όλως και την υποβολή,
και με το λίγο φως -
μέσα στην ρέμβην έτσι θα οραματισθώ
για να ρθουν της Αγάπης, για νάρθουν οι Σκιές…
Η ποίηση του Κ. Καβάφη ενέπνευσε περισσότερους από εβδομήντα συνθέτες αλλά και τραγουδοποιούς μέχρι σήμερα. Ανάμεσά τους ο αρχιμουσικός Δημήτρης Μητρόπουλος (1896-1960) που ήταν και συνθέτης, όπως όλο και περισσότεροι πλέον γνωρίζουμε. Ο Καβάφης εν ζωή πρόλαβε να ακούσει την μελοποίηση των ποιημάτων του από τον Δημήτρη Μητρόπουλο αλλά και σήμερα ακόμα, ελάχιστες δυστυχώς φορές έχουν παρουσιαστεί στο κοινό τα υπέροχα αυτά ποιήματα ως τραγούδια .
Ε.Α. Ποιός είναι για τον Αθανάσιο Σίμογλου ο Καβάφης;
Α.Σ. Για μένα είναι ο μεγάλος άνθρωπος, ο μεγάλος Έλληνας, ο σπουδαίος κοσμοπολίτης που λατρεύει και ασχολείται με δύο κυρίως τομείς του πνεύματος: την ιστορία και την ποίηση, όχι όμως σαν να πρόκειται για αυτοσκοπό, αλλά για να στοχαστεί και να περάσει φιλοσοφικά μηνύματα στους ανθρώπους. Πρόκειται λοιπόν για ένα μεγάλο στοχαστή που ασχολείται αποκλειστικά και μόνο με τον άνθρωπο επί της γης και τα υπαρξιακά του προβλήματα (το μεταφυσικό δεν το θίγει στην ποίηση του). Είναι επίσης ο μεγάλος ανατροπέας της εποχής του όσον αφορά ορισμένα ηθικά ταμπού, όπως η ομοφυλοφιλία, προσπαθεί όχι να την εξυμνήσει- αλλά να μας πει-να μην την βλέπουμε σαν τη… λέπρα, αλλά να την ανεχθούμε σαν μια ιδιαιτερότητα της φύσης, σαν κάτι το διαφορετικό που μπορεί να συνυπάρχει. Είναι επίσης ο ανατροπέας της ποιητικής τέχνης, καταργεί τα δεσμά του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας, ήταν από τους θεμελιωτές της νεοελληνικής ποίησης, αποτέλεσε σχολή για μετέπειτα μεγάλους ποιητές όπως ο Γιάννης Ρίτσος καθώς οι δύο νομπελίστες μας, ο Σεφέρης και ο Ελύτης. Ο ίδιος ο Καζαντζάκης ομολογεί ότι έγραψε το Χριστός Ξανασταυρώνεται επηρεασμένος από την Πόλη του Κ. Π. Καβάφη.
Ε.Α. Διαπιστώνουμε ότι η σχέση μας με την Ελλάδα είναι διαφορετική, πιο έντονη, πιο παθιασμένη, πιο ονειροπόλα, πιο συναισθηματική, όταν ζούμε μακριά της. Εσείς ζείτε πολλά χρόνια μακριά. Βλέπετε στον εαυτό σας τον… απόλυτο Έλληνα;
Α.Σ. Είμαι έλληνας της διασποράς κατ επιλογήν μου από το 1973 μέχρι σήμερα. Οι λόγοι που με ώθησαν σε αυτή την επιλογή ήταν αποκλειστικά καλλιτεχνικοί. Πίστευα και πιστεύω ότι όποιος αποφασίσει να δοθεί στην καλλιτεχνική δημιουργία θα πρέπει να είναι ελεύθερος πρωτίστως βιοποριστικά. Διατηρώντας ιατρείο επί δεκαετίες κατόρθωσα δύο πράγματα: πρώτον, να εξασφαλίσω αξιοπρεπώς τα προς το ζην και δεύτερον να διαθέτω αρκετό χρόνο, έστω στερούμενος μέρος του αναγκαίου ύπνου μου, ώστε να συνθέτω τη νύχτα. Η στέρηση του ύπνου, αντικαθίσταται το πρωί της επομένης ημέρας από μια ευχάριστη διάθεση απέναντι στους ασθενείς μου-όσον κι αν φαίνεται παράδοξο- επειδή την προηγούμενη νύχτα όλο και κάτι καινούριο ανακάλυψα συνθέτοντας. Είναι η χαρά της δημιουργίας, η εσωτερική εκείνη πληρότητα που υπερνικά τον σωματικό κάματο. Όντας έλληνας της διασποράς, δεν αφομοιώθηκα από τον τοπικό πολιτισμό, πολιτιστικά παρέμεινα ακραιφνής έλληνας, με κοσμοπολίτικη όμως ροπή, παίρνοντας ό,τι έκρινα ως θετικό είτε στην Ιταλία είτε στην Γερμανία. Συνθετικά... προσπάθησα να δημιουργήσω τη δική μου γλώσσα έκφρασης μέσα από την ελληνική μελωδία (τροπικό ύφος) και ρυθμούς, χρησιμοποιώντας, όπου κρίνεται αναγκαίο, την κεντροευρωπαϊκή τεχνική ανάπτυξης. Τη μορφή σονάτας , τον ιμπρεσιονισμό κλπ. Πιστεύω επίσης στο μεταμοντέρνο ύφος έκφρασης με πολυμέρεια ύφους, κατά περίπτωση. Θα προσθέσω ότι δούλεψα αρκετά πάνω σε έθνικ (ξένες κλίμακες) και στη τζαζ-ροκ. Ολοκληρώνοντας την απάντηση μου θα πω ότι όλα αυτά τα χρόνια στο εξωτερικό, δεν σταμάτησα ούτε μία ημέρα να σκέφτομαι την πατρίδα μου, και ότι η ψυχή μου ανήκει σε αυτήν, παρέμεινα όπως λέει ο Νίκος Καββαδίας ιδανικός και ανάξιος εραστής της Ελλάδας.
Ε.Α. Ξεφεύγω ίσως, αλλά ενδιαφέρομαι να μάθω τι περιεχόμενο έχει η λέξη κρίση, για έναν Έλληνα που ζει στη Γερμανία σήμερα;
Α.Σ. Η λέξη κρίση για μένα έχει παγκόσμιες διαστάσεις, ούτε και είναι ακραιφνώς οικονομική, είναι πρωτίστως κρίση αξιών. Αυτό όμως, δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι οι Έλληνες δεν ζουν την δική τους κρίση, τόσο οικονομική όσο και αξιών. Η αφορμή για να αναδειχθεί αυτή η κρίση ξεκίνησε το 2008 στις ΗΠΑ και εμβολιάσθηκε κατόπιν στην Ευρώπη δια μέσου της αχίλλειας πτέρνας της που ήταν η Ελλάδα. Αποκόπτοντας την έννοια πατρίδα(κράτος) από την έννοια οικογένεια και δίνοντας ιδιαίτερα βαρύτητα στην οικογένεια, πολλές φορές εις βάρος του κράτους μαζί με ξενόφερτες υπερκαταναλωτικές τάσεις φτάσαμε στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Από την άλλη, εγκαταλείποντας κάθε διάθεση αυτοκριτικής και ρίχνοντας τις ευθύνες μόνο στους ξένους (όχι πως δεν υπάρχουν) συνεχίζουμε να βλάπτουμε τον εαυτό μας. Όταν στη βροχή μπάζει νερό η στέγη του σπιτιού μας, μήπως φταίει ο γείτονας που δεν έτρεξε αμέσως να μας βοηθήσει; Οφείλω να ομολογήσω ότι η πλειονότητα των συμπατριωτών μου στη Γερμανία συμμερίζονται τις απόψεις που προανέφερα. Δεν παραλείπω ότι τα τελευταία 3 χρόνια έζησα αρκετές άσχημες εμπειρίες με γερμανούς συναδέλφους (άγνωστες πριν) που λόγω μη σωστής ενημέρωσης είναι υπερβολικοί στην κριτική τους. Εγώ, όπως και οι καλλιτέχνες με τους οποίους συνεργάζομαι τα τελευταία χρόνια όπως η κ. Σόνια Θεοδωρίδου και ο κ. Θεόδωρος Ορφανίδης, δίνουμε μάχες όπου βρεθούμε με σκοπό να ανατρέψουμε αυτό το αρνητικό κλίμα. Όπλο μας η ελληνική τέχνη και ο πολιτισμός.
Προσωπικά, πιστεύω ότι η κρίση μπορεί και θα αντιμετωπιστεί παρά τις Κασσάνδρες, αρκεί να επιστρέψουμε στην φιλοπατρία, στην αλληλεγγύη, την αξιοκρατία και την ιεραρχία. Γι αυτό το λόγο χρειαζόμαστε σήμερα τον Κ. Π. Καβάφη περισσότερο από ποτέ, επειδή εξυμνεί την τέχνη, τα ιδανικά, την αξιοπρέπεια και το μέτρο.
Μετά από το πρώτο cd με τίτλο Cavafy- Shades of love... που κυκλοφόρησε πέρυσι, ο Αθανάσιος Σίμογλου καταθέτει και προτείνει την δεύτερη συλλογή μελοποιημένων καβαφικών στίχων, ερμηνευμένων και πάλι από την σοπράνο Σόνια Θεοδωρίδου που ερμηνεύει εξαίσια, πλαισιωμένη από την Οrchestra Mobile υπό την διεύθυνση του Θεόδωρου Ορφανίδη. Στις δισκογραφήσεις αυτές του Καβάφη συμμετείχαν και οι νέοι τραγουδιστές Κατερίνα Ρούσσου, Κώστας Ραφαηλίδης.
Από το Βερολίνο όπου ζουν, με τη δισκογραφική εταιρεία τους «The human voice» το ζεύγος Ορφανίδη-Θεοδωρίδου ασχολείται δυναμικά με νέες μουσικές παραγωγές ελλήνων συνθετών και ποιητών, παίζει τη μουσική μας σε αίθουσες της Ευρώπης .
Ε.Α. Ωραία όσα λέμε για τους Γερμανούς υπερβολικούς, αλλά γνωστή και η ποιοτική πολιτισμική στασιμότητα των Ελλήνων της Γερμανίας σε μέγιστο ποσοστό…δεν υποτιμώ αλλά το έχω ζήσει, το έχω διαπιστώσει και το έχω υποστεί..
Α.Σ. Η ελληνική μουσική στη Γερμανία περιλαμβάνει οπωσδήποτε τα μπουζούκια σε μεγάλο βαθμό, έπονται τα δημοτικά και τα παραδοσιακά τραγούδια και μόνο στα αστικά κέντρα, όπου υπάρχουν κάποιοι έλληνες φοιτητές, στις μουσικές ακαδημίες, γίνονται και κάποια ρεσιτάλ ή συναυλίες με μουσική κυρίως Χατζιδάκι και Θεοδωράκη.
Ε. Α. Να επιχειρήσω να πω ότι για σας είναι δυνατή σχέση με ένα ανώτερο ελληνικό ιδεολογικό στίγμα η επαφή με τον Καβάφη και μέγιστη πολιτική απάντηση όμως. Η δύναμη της τέχνης και εδώ!
Αθ.Σίμογλου-Σόνια Θεοδωρίδου
Α.Σ. Όλα αυτά τα χρόνια που μελοποιώ Καβάφη, κάθε φορά αισθάνομαι σαν άνθρωπος αναβαπτισμένος. Για μένα ο μεγάλος Αλεξανδρινός αποτελεί καθημερινότητα, τον βλέπω μπροστά μου. Έχει να πει στον φιλότεχνο πάρα πολλά, σε αναγκάζει να εντρυφήσεις στην ποίηση του και πάντα ανακαλύπτεις κάτι καινούριο, είναι ανεξάντλητος γιατί είναι πολυεπίπεδος. Όσες φορές προσπάθησα να δώσω το στίγμα του ποιητή έστω και με πολλά επίθετα, κατέστη αδύνατον. Ο μόνος χαρακτηρισμός που με καλύπτει είναι: «Φαινόμενο Καβάφης» . Πράγματι, αποτελεί φαινόμενο, όχι μόνο για την ελληνική αλλά και για την παγκόσμια λογοτεχνία, για πλείστους όσους λόγους: για την οικουμενικότητα των θεμάτων που πραγματεύεται, για τους φιλοσοφικούς στοχασμούς υπαρξιακής φύσης, για την ανθρωποκεντρικότητα. Διακρίνεται επίσης για την εγκεφαλικότητα της ποίησης. Είναι ποιήματα που συχνά τα επεξεργάζεται επί πολλούς μήνες, εάν όχι χρόνια, π.χ. η Πόλις του πήρε 20 χρόνια. Στον Καβάφη παρατηρούμε επίσης αντιδογματισμό, αντιρητορικότητα, ενίοτε ελαφρά ειρωνεία. Δείχνει στον άνθρωπο πως να διαχειρίζεται την έλλειψη επιτυχίας ή ακόμη την ίδια την αποτυχία, αλλά δεν δίνει συνταγές αλήθειας, αφήνει στον αναγνώστη να εκμαιεύσει ο ίδιος την αλήθεια. Γι αυτούς και πολλούς ακόμα λόγους μελοποίησα τον Καβάφη, για να τον βάλω στα χείλη ευρύτερων στρωμάτων της κοινωνίας, όχι μόνον της ελληνικής. Ο καθένας μας έχει να διδαχθεί από τον μεγάλο Αλεξανδρινό πώς να αντιμετωπίζει αξιοπρεπώς την καθημερινότητα.
Ε.Α. Ας ρωτήσω μετά από όσα όμορφα είπατε, τι σημαίνει για σας, τον άνθρωπο, τον Έλληνα, τον γιατρό, τον μουσικό, το καβαφικό «Επέστρεφε»; Και η ικανοποίηση από την δημιουργική ενασχόληση «με τες αισθήσεις» είναι κι αυτός ένας ανώτερος τρόπος να επιστρέφουμε στη στιγμή κάθε μας γέννησης έτσι δεν είναι;
Α.Σ. Προσωπικά για μένα, κ. Αγραφιώτη, όταν έρχομαι στην Ελλάδα το καβαφικό επέστρεφε σημαίνει ότι επιστρέφω στην αγκαλιά τόσο της φυσικής μου μητέρας όσο και της μεγάλης μας μητέρας, της Ελλάδας. Όταν βέβαια φεύγω από τη χώρα μου το καβαφικό επέστρεφε μου προκαλεί την σκέψη πότε θα μπορέσω το συντομότερο να ξαναγυρίσω. Οφείλω βέβαια να πω ότι το Επέστρεφε είναι κυρίως ένα αισθησιακό ποίημα που εκφράζει τόσο αριστοτεχνικά την αγαστή συνεργασία μνήμης και αισθήσεων που μεταφέρονται στον χρόνο και από παρελθόν γίνονται παρόν. Η μεγαλύτερη ικανοποίηση μου, κ. Αγραφιώτη, δεν είναι όταν οι φιλότεχνοι επαινούν με διάφορα επίθετα τις μελοποιήσεις μου-πράγμα εύλογο-, αλλά όταν μου εξιστορούν ότι ακούγοντας τη μουσική μου αναγκάστηκαν να ψάξουν τον ποιητή, να αγοράσουν βιβλία του, και αυτό ευτυχώς το έχω ακούσει επανειλημμένα. Διότι η μουσική σε αυτήν την περίπτωση λειτουργεί σαν επικουρική τέχνη, υπηρετώντας και αναδεικνύοντας περαιτέρω τον ποιητικό λόγο. Είναι, όπως κάποιος ειδικός είπε: ο μουσικός αναστεναγμός του ποιητή.
H παρουσίαση του Καβάφη, στη Θεσσαλονίκη
Ευχήθηκα στον Αθανάσιο Σίμογλου πολλούς… δημιουργικούς αναστεναγμούς και με το καλό να ξαναϊδωθούμε.
Έτσι εξ άλλου θα ευχόταν κι ο ποιητής: μέσα στην ρέμβην έτσι θα οραματισθώ…
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
Ιανουάριος 2013
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας