ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΑΜΠΑΣ (1921 – 1996)
100 Χρόνια από τη γέννησή του
Θέλω να αφιερώσω αυτό το κείμενο στον δάσκαλό μου, τον αείμνηστο Δημήτρη Φάμπα, τιμώντας έτσι την μνήμη του με τη συμπλήρωση φέτος 100 χρόνων από τη γέννησή του.
Θα γράψω κατ’ αρχάς ένα πολύ σύντομο βιογραφικό του σημείωμα επειδή πολλές φορές υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που θεωρούνται δεδομένα ή αυτονόητα και γι’ αυτό παραλείπονται. Παρακάμπτοντας αυτή την παγίδα σκέφθηκα πως πρέπει πρώτα απ’ όλα να αναφερθώ στη καλλιτεχνική δράση του Δημήτρη Φάμπα παραθέτοντας συνοπτικά τα πιο σημαντικά στοιχεία, έστω για κάποιους από τους αναγνώστες οι οποίοι έρχονται σε επαφή με την κιθάρα και την ιστορία της για πρώτη φορά.
Ο Δημήτρης Φάμπας λοιπόν γεννήθηκε τον Δεκέμβριο του 1921 στη Μηλίνα του Βόλου από πατέρα ναυτικό και πέθανε στην Αθήνα τον Μάιο του 1996.
Σπούδασε κιθάρα με τον Νίκο Ιωάννου, ενώ παράλληλα μελέτησε θεωρητικά στο Ωδείο Αθηνών με τον Κώστα Κυδωνιάτη.
Πήρε το Δίπλωμα της κιθάρας το 1953 από το Εθνικό Ωδείο αλλά συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στην Ακαδημία Κιτζάνα της Σιένα στην Ιταλία κοντά στον Αντρές Σεγκόβια και στην Ισπανία με τον Αιμίλιο Πουχόλ.
Μοναδικός λάτρης του οργάνου και ακούραστος εργάτης της τέχνης, ο Δημήτρης Φάμπας έδωσε πολλά ρεσιτάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ηχογράφησε μουσική σε δίσκους, συνεργάστηκε κατ’ επανάληψη με τους Χατζιδάκι, Θεοδωράκη σε ηχογραφήσεις για το θέατρο και τον κινηματογράφο και δίδαξε για τέσσερις δεκαετίες στο Εθνικό Ωδείο αναδεικνύοντας πολλούς από τους κιθαριστές που σήμερα διαπρέπουν. Στη δραστηριότητα αυτή αλλά και τη γενικότερη προσφορά του Φάμπα στον παιδαγωγικό τομέα, αναφέρθηκε με κολακευτικά σχόλια σε ιδιόχειρη επιστολή του και ο μεγάλος Αντρές Σεγκόβια.
Ο Δημήτρης Φάμπας έκανε πολλές μεταγραφές και έγραψε πάνω από 200 συνθέσεις για κιθάρα, οι περισσότερες από τις οποίες εκδόθηκαν από γνωστούς εκδοτικούς οίκους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή έργα του είναι οι Ελληνικοί χοροί και οι Ελληνικές Σουίτες.
Ήταν μια ξεχωριστή περίπτωση ο Δημήτρης Φάμπας. Ξεχωριστή επειδή βρέθηκε σε μια εποχή καθολικής άγνοιας και απαξίωσης του οργάνου, σε ένα περιβάλλον σκοταδισμού της κιθαριστικής τέχνης, επιτυγχάνοντας με μοναδικό εφόδιο τη λατρεία του στο όργανο να δημιουργήσει μια αληθινή Σχολή Κιθάρας αφήνοντας πίσω του ένα ιστορικό αποτύπωμα στα μουσικά δρώμενα της χώρας μας.
Μοναχοπαίδι μιας μικροαστικής οικογένειας από τη Μηλίνα του Βόλου όπως ήταν ο Δημήτρης, ταλαιπωρήθηκε αρκετά τα πρώτα χρόνια στην αναζήτηση επαγγέλματος για τα προς το ζην έως ότου καταλήξει στην κλασική κιθάρα.
Νομίζω πως δεν χρειάζεται να παραθέσω άλλα στοιχεία του πλούσιου βιογραφικού του σημειώματος, είναι άλλωστε λίγο ως πολύ γνωστά τόσον εκείνα που σχετίζονται με τις σολιστικές του δραστηριότητες όσο κι αυτά που αφορούν στις συνθέσεις του. Περιορίζομαι συνεπώς να αναφερθώ στον παιδαγωγικό τομέα που κατά την άποψή μου υπήρξε και ο πλέον αποτελεσματικός αλλά και ο ιδιαίτερα παραγωγικός, αφού είναι παγκοίνως γνωστό πως ο Φάμπας υπήρξε ο θεμελιωτής της κλασικής κιθάρας στην Ελλάδα.
Η Λίζα κι εγώ που υπήρξαμε τα πρώτα διπλώματα της τάξης του στο Εθνικό Ωδείο την περίοδο 1960-61, έχουμε να θυμηθούμε ατέλειωτες ιστορίες από τα χρόνια των σπουδών μας κοντά του, αλλά αξίζει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη θύμηση και ιστορία να υπογραμμίσω τη στάση που κράτησε ο Φάμπας στην απονομή των τίτλων (Πτυχίων και Διπλωμάτων) όλα τα χρόνια. Μια συμπεριφορά που χαρακτήριζε και τον τρόπο της σκέψης του, τα ‘πιστεύω’ του, μια στάση ζωής που βλάστησε καρπούς και σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά με αποτέλεσμα όλοι σήμερα να μιλούν για τη μεγάλη Σχολή που άφησε πίσω του.
Ενδεικτικά να αναφέρω ως σημαντικό γεγονός τη χρονιά που ο Δημήτρης Φάμπας υπέγραψε το πρώτο του δίπλωμα στη Λίζα το 1960.
Ήταν μια σημαδιακή ημέρα, συγκεκριμένα η 30ή Ιουνίου 1960, όταν οι διπλωματικές εξετάσεις του Εθνικού Ωδείου έγιναν στην αίθουσα ‘Παρνασσός’.
Πρόεδρος της επταμελούς εξεταστικής επιτροπής ήταν ο ιδρυτής του Εθνικού Ωδείου και εθνικός μας μουσουργός Μανώλης Καλομοίρης και μέλη οι Χαρίκλεια Καλομοίρη, Λεωνίδας Ζώρας, Μιχάλης Βούρτσης, Βύρων Κολάσης, Γιώργος Βώκος και Στέφανος Βασιλειάδης. Το πρόγραμμά της Λίζας ήταν διάρκειας περίπου μιάμισης ώρας και πέρα από τα υπόλοιπα απαιτητικά κομμάτια, περιλάμβανε και το κονσέρτο του Καστελνουόβο –Τεντέσκο.
Εδώ μάλιστα πρέπει να προσθέσω, πως πριν μας οδηγήσει στο δίπλωμα, ο Φάμπας μας υποχρέωνε να γνωρίσουμε όλη την ύλη, όλο το ρεπερτόριο του οργάνου εκείνης φυσικά της εποχής.
Στέκομαι σε όλες αυτές τις λεπτομέρειες γύρω από το δίπλωμα της Λίζας, γιατί θέλω να υπογραμμίσω πως εδώ και 61 χρόνια ο Δημήτρης Φάμπας εμφάνισε στην επιτροπή το πρώτο του δίπλωμα, με ένα πρόγραμμα αυστηρών προδιαγραφών, μεγάλης διάρκειας και υψηλών απαιτήσεων, ένα πρόγραμμα εφάμιλλο με εκείνα του πιάνου ή του βιολιού.
Στο σημείο αυτό θέλω ακόμη να επισημάνω πως μέσα από την απονομή ενός καλού διπλώματος κιθάρας την εποχή εκείνη, δικαιωνόταν έμμεσα όχι μόνο το έργο του καθηγητή στο Ωδείο, αλλά και το ίδιο το όργανο.
Ο Φάμπας έδινε έναν αγώνα για να καταξιώσει την κιθάρα σε μουσικούς με τέτοιο καλλιτεχνικό ανάστημα όπως ήταν αυτό της επιτροπής του διπλώματος της Λίζας.
Αλλά και στο δικό μου δίπλωμα της άλλης χρονιάς, το 1961 πάλι στον ‘Παρνασσό’ με την ίδια πάντα επιτροπή, το πρόγραμμά μου περιελάμβανε έργα υψηλών απαιτήσεων όπως είναι η Σακόν του Μπαχ ή το Διαβολικό Καπρίτσιο του Τεντέσκο, τα θεωρούμενα ως τα δυσκολότερα έργα που είχαν γραφεί ως τότε για κιθάρα.
Πρέπει τώρα να υπενθυμίσω πως η κιθάρα αναγνωρίστηκε επίσημα στην Ελλάδα ως όργανο κλασικό μόλις το 1987, οι δε τίτλοι σπουδών από αυτή τη χρονιά και μετά απονέμονται με την έγκριση, τον έλεγχο και τους κανόνες του Υπουργείου. Αυτό σημαίνει ότι από το 1987 και μετά υπάρχει ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα που έχει καθορισθεί για όλα τα Πτυχία και τα Διπλώματα, οι επιτροπές είναι πενταμελείς, οι εξετάσεις γίνονται ενώπιον κοινού και με εκπρόσωπο του Υπουργείου. Μπορεί εύκολα να λογαριάσει κάποιος λοιπόν τι αλλοιώσεις θα μπορούσε να έχει κάνει ο Φάμπας από το 1960 που έδωσε το πρώτο του δίπλωμα στη Λίζα, μέχρι το 1987 όταν πλέον οι τίτλοι άρχισαν να ελέγχονται από το Υπουργείο.
Στη διάρκεια αυτών των 27 χρόνων που οι τίτλοι κιθάρας ήσαν ουσιαστικά παράτυποι και ανεξέλεγκτοι, πόσες διευκολύνσεις σε ατάλαντους μαθητές θα μπορούσε να έχει κάνει ο Φάμπας με πανεύκολα προγράμματα, πόσες υποχωρήσεις, πόσες χάρες. Και αυτή την ώρα δεν αναφέρομαι σε μια θεωρία ή σε μια εικασία, αλλά σε ένα καθεστώς που επικρατούσε τότε ως κανόνας στα περισσότερα Ωδεία.
Μάλιστα το γεγονός πως τα διπλώματα που ακολούθησαν, αυτά των Μαυρουδή, Μπουντούνη, Διαμαντή, Μανωλιδάκη, Μιχαήλ, Γρηγορέα, Τζωρτζινάκη και πολλών άλλων ακόμη επιβεβαιώνουν ακριβώς αυτή τη στάση του Δημήτρη Φάμπα.
Το τι σήμαινε ‘κιθάρα’ τη δεκαετία του 1950 όταν ξεκινήσαμε τις σπουδές μας, είναι νομίζω χιλιοειπωμένο: το λαϊκό όργανο που παίζεται με την πένα, που συνοδεύει το τραγούδι στην καντάδα, που διδάσκεται στα κουρεία, που κρεμιέται για ντεκόρ στους τοίχους και που οι αναρίθμητοι κιθαρωδοί (κιθαριστές δεν υπήρχαν), είχαν την πρώτη ζήτηση στα ταβερνεία.
Όλα αυτά τα στοιχεία που παραθέτω, είναι για να μεταφέρω το κλίμα που επικρατούσε εκείνη την εποχή, το περιβάλλον που είχε να αντιμετωπίσει ο Φάμπας, αλλά και τι ακριβώς σήμαινε ‘τίτλος κιθάρας’ στα διάσπαρτα ωδεία από τους διάσπαρτους ‘καθηγητές’. Και τέλος να υπενθυμίσω πως παρά την ανέχεια ή τις προκλήσεις που συνεχώς αντιμετώπιζε τα πρώτα χρόνια της διδασκαλίας του, ο Φάμπας δεν ‘έριξε ποτέ νερό στο κρασί του’, δεν συμβιβάστηκε, δεν ενέδωσε στις εύκολες και ανώδυνες λύσεις.
Ο Δημήτρης Φάμπας με την λατρεία που είχε στην κλασική κιθάρα, την καλλιτεχνική συνείδηση που διέθετε και την προσήλωσή του στον αγώνα για την καθιέρωση του οργάνου, σήκωσε από την πρώτη στιγμή πολύ ψηλά τον πήχη και τον κράτησε ψηλά μέχρι το τέλος, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί στη χώρα μας μια σημαντική παράδοση στην κιθάρα, με ένα από τα υψηλότερα επίπεδα διεθνώς, τηρουμένων πάντοτε των αναλογιών.
Διέγραψε μια πορεία ο Φάμπας ακριβώς στα χρόνια της ανέλιξης και της μετατροπής της κιθάρας από όργανο λαϊκό και συνοδείας σε όργανο σολιστικό και συναυλίας. Θέλοντας και μη παρακολουθούσαμε τον καθημερινό αγώνα που έδινε με τους γύρω του για την καθιέρωση του οργάνου αλλά και τη μάχη με τον εαυτό του για την δική του επιβεβαίωση. Σε εκείνες τις μαύρες εποχές που τα όρια του θαυμασμού με τη γελοιοποίηση ήσαν δυσδιάκριτα όσο και οι στιγμές εμψύχωσης και αποθάρρυνσης, ο Φάμπας συνέχιζε ακλόνητος έχοντας ένα όραμα που τον κρατούσε πάντα δυνατό και αμετάπειστο σε κάθε δίλλημα και σε κάθε αναποδιά: το όραμα της προσφοράς στην κιθάρα!
Δίπλα σ’ έναν τέτοιο δάσκαλο δεν αποκτήσαμε μόνον γνώσεις, αλλά διαμορφώσαμε χαρακτήρα. Διανύσαμε για πολλά χρόνια όλη τη διαδρομή των σπουδών και καταλήξαμε χάρη σ’ αυτόν, σωστοί πιστεύω, επαγγελματίες καλλιτέχνες. Γι’ αυτό και τον τιμούμε κάθε φορά αφού υπήρξαμε το δικό του δημιούργημα, ακολουθήσαμε τα δικά του πρότυπα, πορευθήκαμε πάνω στα δικά του χνάρια και αποτελούμε τη συνέχεια της δικιάς του Σχολής.
Δεν θέλω να προσθέσω τίποτε άλλο. Δύο λέξεις μόνο: Χρωστάμε πολλά στον Δημήτρη Φάμπα. Όχι μόνον εμείς οι μαθητές του που είναι το αυτονόητο. Θεωρώ πως γενικότερα ο κόσμος της κιθάρας στην Ελλάδα χρωστά πάρα πολλά σ’ αυτόν τον καλλιτέχνη που αφιέρωσε κυριολεκτικά τη ζωή του στο όργανο που αγάπησε με πάθος…
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
(Ιούνιος 2021)
Tεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)