Δημήτρης Φάμπας
22 Δεκεμβρίου 1921 - 3 Μαΐου του 1996
Με τη συμπλήρωση φέτος 90 χρόνων από τη γέννησή του και 15 από τον θάνατό του, σκέφθηκα να αφιερώσω αυτό το άρθρο στον Δημήτρη Φάμπα, τον δάσκαλο και Μέντορά μου.
Και δεν σας κρύβω, πως αν για μένα αυτά που γράφω πηγάζουν από μια διάθεση, από μια ανάγκη θα έλεγα, δημόσιας ευγνωμοσύνης σ’ έναν παιδαγωγό που δεν έπαψα να θυμάμαι, για τα νέα παιδιά – που δεν το συνηθίζουν και πολύ να ασχολούνται με το παρελθόν – ίσως αποτελέσουν μια χρήσιμη προσέγγιση στην ιστορία της κιθάρας ή έστω μια επαφή με την ξεχασμένη εικόνα του ‘κάποτε’.
Τον Δημήτρη Φάμπα τον συνάντησα για πρώτη φορά τον Μάη του 1954 στο πατρικό του σπίτι στη Δάφνη, σε μια μονοκατοικία τότε στη συμβολή των οδών Μελαντίας 41 και Αναξάνδρου. Ήταν μια ανοιξιάτικη βραδιά που ακόμα παραμένει ζωντανή στη μνήμη μου αφού για μένα, αυτή ακριβώς η βραδιά, υπήρξε καθοριστική στη μετέπειτα διαδρομή μου. Ήταν, σκέπτομαι τώρα, μια ευτυχής συγκυρία συμπτώσεων, ήταν μια αναπάντεχη εύνοια της τύχης να χτυπήσω απ’ ευθείας την πόρτα του Δημήτρη Φάμπα, μολονότι εκείνο τον καιρό πρόθεσή μου ήταν να γνωρίσω κάποιον δάσκαλο που θα με μάθαινε να παίζω το ‘άστα τα μαλάκια σου ανακατεμένα’, τον ‘τρίτο άνθρωπο’ και τα άλλα ακομπανιαμέντα που τα πάλευα ένα ολόκληρο μήνα σε μια φτηνο-κιθάρα με συρμάτινες χορδές και δεν έβγαζα άκρη.
Δεκατεσσάρων χρονών εγώ, χωρίς μουσική παιδεία, χωρίς γνώσεις, χωρίς πληροφορίες, με τη σύσταση – τρέχα γύρευε – ενός φίλου του ξάδερφου του γείτονα, έμελλε από τύχη να πέσω ξαφνικά στα χέρια ενός δάσκαλου κιθάρας που τηρουμένων των αναλογιών δεν είναι υπερβολή αν σήμερα τον κατέτασσα στους κορυφαίους του κόσμου εκείνης της εποχής. Εξοικειωμένος με τους ακατέργαστους και σκληρούς ήχους της πένας πάνω στις συρμάτινες χορδές αλλά και συνηθισμένος να ακούω το όργανο που αγαπούσα μόνο στο μίζερο ρόλο της συνοδείας, βρέθηκα ξαφνικά εκείνο το βράδυ σε μια πανδαισία πολυφωνίας και μουσικής έκφρασης, με τα δάχτυλα του Φάμπα να χορεύουν ασταμάτητα πάνω στην ταστιέρα, βγάζοντας με τις νάιλον χορδές έναν ήχο πρωτόγνωρο και μαγικό πάνω σ’ ένα άγνωστο για τα αμάθητα αυτιά μου ρεπερτόριο.
Dimitris Fampas: One piece, from each one of his records
Νεαρός τότε ο Φάμπας – μόλις είχε πάρει το Δίπλωμά του – αμφιβάλλω αν είχε περισσότερους από 3-4 μαθητές. Τα μαθήματα γινόντουσαν σπίτι του δυο φορές την εβδομάδα.
Άλλες εποχές τότε, άλλες συνθήκες διαβίωσης, άλλοι άνθρωποι. Φανταστείτε μια ζωή χωρίς τηλεόραση, χωρίς κομπιούτερ και κινητά, χωρίς την τρέλα του παρκινγκ. Φανταστείτε μια Αθήνα ανθρώπινη που χαιρόσουν να την περπατάς.
Σε αντίθεση με το σημερινό τρέξιμο, την αφόρητη πίεση του χρόνου, το συνεχές κοίταγμα του ρολογιού, παιδάκι τότε εγώ με κοντά παντελόνια, ξεκινούσα από την οδό Κομνηνών στα Εξάρχεια και, αλλάζοντας 2 συγκοινωνίες, έφτανα στη Δάφνη, όπου δύο ολόκληρα απογεύματα την εβδομάδα πλούτιζα τα ψυχικά μου αποθέματα με μουσική, με συζήτηση, με ακούσματα. Έφευγα, θυμάμαι, για το μάθημα της κιθάρας το μεσημέρι, αμέσως μετά το σχολείο και γύριζα στο σπίτι μου το σούρουπο.
Δεν σε άφηνε να φύγεις ο Φάμπας. Μετά το μάθημα σε κρατούσε να ακούσεις και τον άλλον. Και όταν έφευγες και σ’ έβγαζε στην πόρτα, πάλι σε κρατούσε κι εκεί ατέλειωτη ώρα για να σου μιλήσει για την κιθάρα, τον Σεγκόβια, την καριέρα.
Είχε μεράκι με τη κιθάρα ο Φάμπας, ένα πάθος, μια φλόγα που διαρκώς έκαιγε μέσα του κι αυτή τη φλόγα ήταν που σου μεταλαμπάδευε όταν σου ξεσήκωνε τα μυαλά για σταδιοδρομίες, για δόξες και μεγαλεία. Από τα πρώτα μαθήματα, από τον πρώτο κιόλας χρόνο, και τι δεν έκανε ο άνθρωπος για να με φέρει κοντά του, για να με μυήσει στο κλασικό ρεπερτόριο του οργάνου. Πόσες φορές δεν κάθισε, θυμάμαι, να μου γράψει ευχάριστες μελωδίες ή μικρά βαλς επειδή αντιδρούσα με τις κλίμακες, τις ασκήσεις και τις Σπουδές.
Και πόσες άλλες φορές δεν με στήριζε, δίνοντάς μου δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια ενός αγώνα που, εδώ που τα λέμε, δεν είχε και κάποια προοπτική εκείνες τις μέρες. Ντροπή άλλωστε ήταν να λες ότι σπουδάζεις κλασική κιθάρα. Ντροπή και τα νύχια στο δεξί χέρι και ακόμα πιο ντροπή και αφέλεια να κάνεις όνειρα για επαγγελματισμό. Σε μια εποχή δύσκολη και με στερήσεις, σ’ ένα περιβάλλον άγνοιας και αμφισβήτησης υπήρχε αυτός ο δάσκαλος, που ήταν πάντα έτοιμος να σου τονώσει το ηθικό και να σε γεμίσει αισιοδοξία. Έστω κι αν έπαιζες δυο κομματάκια σε κάποια αίθουσα στην άλλη άκρη της Αθήνας, ο Φάμπας παρατούσε τις δουλειές του κι έτρεχε για συμπαράσταση.
Κι εσύ, ο μαθητής των 2 ετών, είχες πάντα δίπλα σου το δάσκαλο που σε φρόντιζε λες και είναι ο μάνατζερ που σου δίνει οδηγίες, σε εμψυχώνει, σε επιβραβεύει, σε ενθαρρύνει για κάτι μεγαλύτερο, σε γεμίζει όνειρα.
Ποιος από τους μαθητές του δεν θυμάται την εμμονή του πάνω στην τεχνική και τις ερμηνείες του Σεγκόβια, που τον είχε μοναδικό και αξεπέραστο σημείο αναφοράς.
Ποιος ξέχασε τα τραπεζώματα και τη γενναιόδωρη φιλοξενία σπίτι του, με την ευκαιρία της επίσκεψης κάποιου επώνυμου κιθαριστή κι ακόμα ποιος δεν θυμάται τις ετήσιες μαθητικές συναυλίες της σχολής του και τις πρόβες που διοργάνωνε πριν απ’ αυτές, έτσι που χαιρόταν να μας έχει όλους μαζί. Ο Δημήτρης Φάμπας ένιωθες πως δεν ζούσε από τους μαθητές του, αλλά ζούσε με τους μαθητές του και για τους μαθητές του. Άλλωστε η φιλοδοξία που κουβαλούσε μέσα του, να δημιουργήσει στον τόπο του την καλύτερη σχολή κιθάρας διεθνώς, ήταν κάτι που ποτέ δεν έκρυψε.
Η Λίζα κι εγώ, είχαμε το προνόμιο και την τύχη να είμαστε τα 2 πρώτα διπλώματα του Φάμπα πριν μισό αιώνα ακριβώς. Θυμάμαι, πως για να σε παρουσιάσει για δίπλωμα, απαιτούσε να έχεις τελειώσει όλη σχεδόν την ύλη της κιθάρας, ένα απέραντο ρεπερτόριο με ασκήσεις, Σπουδές, κομμάτια, σουίτες, κονσέρτα κι όταν έφτανες πια στο τέλος σε φόρτωνε να παίξεις ένα πρόγραμμα μιάμισης ώρας με τα δυσκολότερα έργα. Ήταν βλέπετε τέτοια η εποχή, που μέσα από την απονομή ενός καλού διπλώματος κιθάρας, δεν δικαιωνόταν μόνο το έργο του καθηγητή στο Εθνικό Ωδείο, αλλά και το ίδιο το όργανο. Και σκέπτομαι τώρα, μετά από τόσα χρόνια, πως ο Φάμπας, πέρα από την επιδίωξη της προσωπικής του καταξίωσης ως δασκάλου, έδινε παράλληλα κι έναν αγώνα για την καθιέρωση της κιθάρας, αυτού του ‘λαϊκού’ οργάνου, που στα αυτιά ενός Καλομοίρη, ενός Βούρτση ή ενός Κολάση, ασφαλώς φάνταζε φτωχό κι ασήμαντο.
Αναλογίζομαι πως μέχρι το 1987, χρονιά που η κιθάρα αναγνωρίστηκε στην Ελλάδα ως όργανο συναυλιών παίρνοντας επίσημα τη θέση της στα ωδεία, αναλογίζομαι λέω, πόσο σημαντικό αγώνα έκανε αυτός ο άνθρωπος με το να συνθέτει έργα σολιστικού και παιδαγωγικού χαρακτήρα, να δίνει ρεσιτάλ, να συμμετέχει σε ηχογραφήσεις, να διοργανώνει μαθητικές συναυλίες, να παίρνει μέρος σε σεμινάρια του εξωτερικού, να αλληλογραφεί με ξένα έντυπα, να δημοσιεύει και να δίνει έκταση σε κάθε του δραστηριότητα.
Με την λατρεία που είχε στην κιθάρα, σε συνδυασμό με τα καλλιτεχνικά του οράματα και την προσήλωσή του στον αγώνα για την καθιέρωση του οργάνου, ο Δημήτρης Φάμπας σήκωσε από την πρώτη στιγμή πολύ ψηλά τον πήχη, με αποτέλεσμα πράγματι να πετύχει να δημιουργήσει, τηρουμένων των αναλογιών, μια από τις κορυφαίες Σχολές κιθάρας στον κόσμο.
Χρωστάμε πολλά στον Φάμπα. Όχι μόνον εμείς οι μαθητές του που είναι το αυτονόητο. Πιστεύω πως γενικότερα ο κόσμος της κιθάρας στην Ελλάδα χρωστά πάρα πολλά σ’ αυτόν τον καλλιτέχνη που αφιέρωσε κυριολεκτικά τη ζωή του στο όργανο που αγάπησε με πάθος.
Κλείνοντας, θεωρώ απαραίτητο, να γράψω – για τους νεότερους κυρίως – ένα σύντομο βιογραφικό του, παραθέτοντας τα κυριότερα από τη καλλιτεχνική του διαδρομή:
Ο Δημήτρης Φάμπας λοιπόν γεννήθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1921 στη Μηλίνα του Βόλου από πατέρα ναυτικό και πέθανε στην Αθήνα στις 3 Μαΐου του 1996. Σπούδασε κιθάρα με τον Νίκο Ιωάννου, ενώ παράλληλα μελέτησε θεωρητικά στο Ωδείο Αθηνών με τον Κώστα Κυδωνιάτη. Πήρε το Δίπλωμα της κιθάρας το 1953 από το Εθνικό Ωδείο αλλά συνέχισε τις σπουδές του με υποτροφία στην Ακαδημία Κιτζάνα της Σιένα στην Ιταλία κοντά στον Αντρές Σεγκόβια και στην Ισπανία με τον Αιμίλιο Πουζόλ.
Μοναδικός λάτρης του οργάνου και ακούραστος εργάτης της Τέχνης, ο Δημήτρης Φάμπας έδωσε πολλά ρεσιτάλ στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ηχογράφησε μουσική σε δίσκους, συνεργάστηκε κατ’ επανάληψη με τους Χατζιδάκι, Θεοδωράκη σε ηχογραφήσεις για το θέατρο και τον κινηματογράφο και δίδαξε για 4 δεκαετίες στο Εθνικό Ωδείο αναδεικνύοντας πολλούς από τους κιθαριστές που σήμερα διαπρέπουν. Στη δραστηριότητα αυτή αλλά και τη γενικότερη προσφορά του Φάμπα στον παιδαγωγικό τομέα, αναφέρθηκε με κολακευτικά σχόλια σε ιδιόχειρη επιστολή του και ο μεγάλος Αντρές Σεγκόβια.
Ο Δημήτρης Φάμπας έκανε πολλές μεταγραφές και έγραψε πάνω από 200 συνθέσεις για κιθάρα, οι περισσότερες από τις οποίες εκδόθηκαν από γνωστούς εκδοτικούς οίκους της Ελλάδας και του εξωτερικού. Ανάμεσα στα πιο δημοφιλή έργα του είναι οι Ελληνικοί χοροί και οι Ελληνικές Σουίτες.
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας