Ο ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΩΔΕΙΩΝ
ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ, ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ
Ο δρόμος για την διεκδίκηση της διαβάθμισης των ωδείων διαφαίνεται μακρύς, και πολλές φορές δίνεται η εντύπωση ότι κάτι τέτοιο θα είναι ακατόρθωτο. Οι διεκδικήσεις και τα δικαιώματα των ωδειαρχών όσο και των αποφοίτων απασχολούν πραγματικά την πολιτιστική-μουσική κοινότητα και χρήζουν άμεσης επίλυσης. Το ΥΠΠΑΙΘ σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης φαίνεται να έχει κλείσει την πόρτα στην αναγνώριση της μουσικής εκπαίδευσης των ωδείων, ξεχνώντας ότι πριν ιδρυθεί το πρώτο ανοργάνωτο και ημι-ανάπηρο τμήμα μουσικών σπουδών στην Ελλάδα, το μουσικό- πολιτιστικό status των Ελλήνων κρατούσαν επάξια τα ωδεία.
Τα λάθη, τόσο μακρινού, όσο και του πρόσφατου παρελθόντος, μας ενοχοποιούν, και δεν είναι λίγα. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά, όπως επιτροπές με παραχωρητικές διαθέσεις, χωρίς επιμονή και καμία διάθεση να φτάσουν το μαχαίρι στο κόκκαλο. Επίσης, ο τόπος μας είχε ανέκαθεν ανάγκη από μια Μουσική Ακαδημία και η μη ύπαρξή της είναι λάθος, του παρελθόντος, που πληρώνουμε ακριβά σήμερα. Αναφέρω ενδεικτικά μια αστοχία του Μουσουργού Μανώλη Καλομοίρη, ο οποίος ίδρυσε ένα μουσικό ίδρυμα με τον τίτλο ΕΘΝΙΚΟ ΩΔΕΙΟ. Ο λόγος που το ονόμασε έτσι είναι γνωστός. Ωστόσο ο Μ. Καλομοίρης δεν εκμεταλλεύτηκε την στενή του φιλία με τον τότε κυβερνήτη της Ελλάδας Ελ. Βενιζέλο, προκειμένου να κάνει το ΕΘΝΙΚΟ ΩΔΕΙΟ την μοναδική Μουσική Ακαδημία της εποχής του. Δεν μπορούμε βέβαια να γνωρίζουμε τι είχε ο λαμπρός μουσουργός στο μυαλό του, ούτε να επιρρίψουμε ευθύνες στον αποθανόντα προ έξι περίπου δεκαετιών,ο οποίος δεν γνώριζε τί θα συμβεί στο μέλλον, ούτε ποια μοίρα επιφύλασσαν στην μουσική εκπαίδευση.
Δεν οδηγεί κάπου να κατηγορούμε το παρελθόν. Πιο εποικοδομητικό θα ήταν να συζητήσουμε προκειμένου να χτίσουμε μια γέφυρα μεταξύ ωδείων και πανεπιστημιακών τμημάτων, με βάση τη λογική και το δίκαιο όσων έχουν προσφέρει πραγματικά στον πολιτισμό και τη μουσική εκπαίδευση. Οι διαφορές που υπάρχουν είναι λιγότερες απ` όσες, λόγω κακής πίστης, παρουσιάζονται από το υπουργείο παιδείας και τους εκπαιδευτικούς της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, οι οποίοι βέβαια αντιλαμβάνονται ότι οι θέσεις μας για την διαβάθμιση των ωδείων δεν είναι παράλογες, αλλά μάλλον ασύμφορες για εκείνους. Θα ήταν φρόνιμο πιστεύω, να διαχωρίσουμε το τί ακριβώς είναι αυτό που προσφέρει ένα τμήμα Μουσικών Σπουδών και τί ένα ωδείο. Είναι ανεπίτρεπτο καθηγητής Πανεπιστημίου να πει σε φοιτητή του: «Εμείς, εδώ στη μουσικολογία, δε θέλουμε οργανοπαίκτες, και σε όποιον δεν αρέσει, να πάει σε ωδείο». Αυτό, όχι μόνο δεν τιμάει την εκπαιδευτική του ιδιότητα, αλλά δείχνει και προσωπικό κόμπλεξ. Την ίδια ακριβώς στιγμή, το Μουσικό Τμήμα του ΠΑΜΑΚ και Τμήμα Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου είναι ισάξια του Μουσικού Τμήματος του ΕΚΠΑ, του ΑΠΘ και του Ιόνιου Πανεπιστημίου, και ας βγάζουν «οργανοπαίχτες».
Φαίνεται πως ξέχασαν οι εκπαιδευτικοί της τριτοβάθμιας μουσικής εκπαίδευσης ότι ξεκίνησαν τις μουσικές τους σπουδές ως μαθητές των ωδείων, και κατέκτησαν τους τίτλους σπουδών των ωδείων που σήμερα χλευάζουν. Αρκετοί από αυτούς διδάσκουν σε ωδεία και είναι εξαίρετοι μουσικοί, είτε διδάσκουν θεωρητικά, είτε κάποιο μουσικό όργανο. Κάποιοι από αυτούς είναι δημοφιλείς στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Με ποια λογική οι ίδιοι άνθρωποι που λοιδορούν την ωδειακή εκπαίδευση, δέχονται ή αποζητούν να αποτελούν διδακτικό προσωπικό ωδείων; Γνωρίζουν καλά ότι η προετοιμασία για την εισαγωγή των υποψήφιων φοιτητών στα ΤΜΣ γίνεται κατά κόρον από τα ωδεία και ότι κατά πλειοψηφία οι φοιτητές τους δεν θα μπορούσαν να τελειώσουν τις σπουδές τους, αν δεν ήταν παράλληλα σπουδαστές κάποιου ωδείου.
Δεν είναι ωφέλιμο να αρνούμαστε ότι οι ωδειακές σπουδές χρειάζονται ποιοτική και μεθοδολογική αναβάθμιση. Προβληματίζει το γεγονός ότι τα ελληνικά ωδεία και οι μουσικές σχολές, εν έτει 2020, λειτουργούν με Βασιλικό Διάταγμα του 1957. Οι επαγγελματίες μουσικοί ήταν γνήσια τέκνα των ωδείων εκείνη την εποχή, καθώς δεν υπήρχαν τα ΤΜΣ. Το μουσικό εκπαιδευτικό σύστημα ήταν δομημένο βάσει των δεδομένων, των αναγκών και των απαιτήσεων εκείνης της χρονικής περιόδου, όπως και η διδακτική ύλη. Οι μέθοδοι διδασκαλίας και προσέγγισης της γνώσης έχουν αλλάξει έκτοτε, τόσο για τα μουσικά όργανα όσο και για τα θεωρητικά. Ωστόσο, αυτό φαίνεται να μην απασχολεί το ΥΠΠΟΑ. Απόλυτα λογικό να συμβαίνει κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που η πολιτική ηγεσία του υπουργείου δεν έχει καμία σχέση με την τέχνη και τον πολιτισμό, πλην κάποιων εξαιρέσεων, (και το προσωπικό που το στελεχώνει, είναι επίσης αδαές, αποτελούμενο από τεχνοκράτες). Όμως, σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να αναγνωριστούν οι κόποι, οι ουσιαστικές γνώσεις και τα εργασιακά δικαιώματα για πρόσληψη στην Α`βάθμια και Β`βάθμια εκπαίδευση, όσων μέχρι σήμερα απέκτησαν πτυχία και διπλώματα σε μουσικά όργανα, ανώτερα θεωρητικά κτλ. Τα μουσικά σχολεία της χώρας στηρίζονται επαρκώς και επάξια στις πλάτες των αποφοίτων «οργανοπαιχτών» και θεωρητικών των ωδείων. Δεν αρκεί όμως να θεωρούνται ΤΕ16, αλλά θα πρέπει να έχουν την ίδια αντιμετώπιση στους διαγωνισμούς, τις προσλήψεις και την μισθοδοσία τους.
Υπάρχει, μπορεί να πει κανείς, μια μεροληψία κατά των αποφοίτων των ωδείων, η οποία επεκτείνεται σε μεγάλο βαθμό στα εργασιακά δικαιώματα τους, καθώς, δεν δύναται κατά το ΥΠΠΑΙΘ να θεωρηθεί το εργασιακό δικαίωμα διορισμού τους στην Α`βάθμια και Β`βάθμια εκπαίδευση ισάξιο με αυτό των αποφοίτων των πανεπιστημίων. Αξιοσημείωτο δε, είναι το γεγονός, ότι δεν αναγνωρίζουν στους μουσικούς των ωδείων το δικαίωμα να παρακολουθήσουν τα εκπαιδευτικά προγράμματα που δίνουν διδακτική και παιδαγωγική επάρκεια, ενώ στα ωδεία οι απόφοιτοι έχουν το δικαίωμα να διδάξουν χωρίς ένας δημόσιος φορέας να εγγυάται την επαρκή επιμόρφωση και καταλληλόλητά τους. Αυτό είναι εκ μέρους του ΥΠΠΑΙΘ τουλάχιστον ΑΝΑΞΙΟΠΡΕΠΕΣ και ΑΝΗΘΙΚΟ ! Οι Έλληνες σπουδαστές που φοιτούν στα ωδεία διάλεξαν τις ωδειακές σπουδές, επειδή προφανώς δεν επιθυμούσαν να γίνουν μουσικολόγοι, αλλά μουσικοί και εκφραστές του κλασσικού και παραδοσιακού μουσικού λόγου. Είναι άδικο να τιμωρείται κάποιος για την επιλογή του να μάθει ένα όργανο ή να εμβαθύνει στα θεωρητικά (σε σχέση με τα πασαλείμματα των μουσικών τμημάτων), είτε να γίνει μαέστρος χορωδίας ή ορχήστρας στην πατρίδα του. Κάποιοι θα πούνε: «Γιατί δεν έδωσαν πανελλήνιες να περάσουνε στο ΤΜΣ του ΠΑΜΑΚ ή του ΤΕΙ Ηπείρου;». Η απάντηση είναι προφανής: 1ον Είναι αδύνατο να εισαχθούν όλοι όσοι θέλουν να μάθουνε κάποιο μουσικό όργανο σε δύο ΤΜΣ. 2ον Δεν έχουν ιδρυθεί αντίστοιχα ΤΜΣ σε αρκετές πόλεις ανά την Ελλάδα, ώστε να μην εξαναγκάζονται να ταξιδεύουν οι εισακτέοι φοιτητές και να δίνουν μεγάλα χρηματικά ποσά για να ενοικιάσουν δικό τους χώρο σε άλλη πόλη. 3ον Κάθε άνθρωπος έχει άλλους ρυθμούς εκμάθησης: Υπάρχουν άτομα, τα οποία μπορεί να θέλουν περισσότερο χρόνο από το μέσο όρο για να εξοικειωθούν με ένα μουσικό όργανο και αναπτύξουν την κατάλληλη τεχνική. Συνεπώς, είναι ασύμφορο τόσο για το κράτος όσο και για τους φοιτητές που ανήκουν στην κατηγορία προ προανέφερα, μια τέτοια μακροχρόνια κατάσταση.
Θα ήθελα ακόμα να τονίσω ένα ακόμα μελανό σημείο: Θεωρώ, και επισημαίνω ως απαράδεκτο το ότι δεν αναγνωρίζεται ο κόπος και η πρόσληψη γνώσεων των σπουδαστών & αποφοίτων ωδείων, τουλάχιστον, όπως κάθε ατόμου που μπορεί να παρακολουθήσει ένα επιμορφωτικό σεμινάριο ή ένα διετές εκπαιδευτικό πρόγραμμα ειδίκευσης ΙΕΚ. Ο συνδυασμός κόπου και πρόσληψης γνώσης μεταφράζεται σε πιστωτικές μονάδες ECTS, τις οποίες δεν αναγνωρίζουν στους αποφοίτους ωδείων. Οι ακαδημαϊκές μονάδες ECTS αντιπροσωπεύουν τον όγκο της μάθησης που βασίζεται στα καθορισμένα μαθησιακά αποτελέσματα και το σχετικό φόρτο εργασίας, είναι μάλιστα, είναι πανευρωπαϊκά θεσμοθετημένες. Θα μπορούσε κανείς να εξοργιστεί γνωρίζοντας ότι από το ΥΠΠΑΙΘ διατίθεται διετές εκπαιδευτικό πρόγραμμα-ειδικότητα Ι ΕK με τίτλο: ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΦΩΝΗΤΙΚΗ ΚΑΤΑΡΤΗΣΗ με αναγνώριση ΕΠΠ επιπέδου 5 και οι απόφοιτοι του δικαιούνται μονάδες ECTS ! Είναι εξευτελιστικό για τους πτυχιούχους και διπλωματούχους μονωδίας, που έχουν δώσει τουλάχιστον 9 χρόνια από τη ζωή τους, να μην αναγνωρίζεται από το ΥΠΠΑΙΘ η εκπαίδευσή τους, οι ικανότητές τους, ο κόπος τους και η ικανότητα τους να διδάξουν, ενώ ο αποκτηθείς τίτλος τους από το ΥΠΠΟΑ αναγνωρίζει όλα όσα προανέφερα. Είναι πασιφανές ότι πρόκειται για μια μεγάλη αδικία και απαράδεκτη κατάσταση, η οποία υποτιμά και υποβαθμίζει έκδηλα την αξία του κόπου και τις γνώσεις των σπουδαστών & αποφοίτων ωδείων. Είναι επιτακτική ανάγκη οι αρμόδιοι του ΥΠΠΟΑ και του ΥΠΠΑΙΘ να μελετήσουν και να προβούν στις απαραίτητες ενέργειες για να διορθωθούν τέτοιες αδικίες. (Πρέπει να γίνει διάβημα και στα δυο υπουργεία και να ασκηθούν οι απαραίτητες πιέσεις.)
Οι επαγγελματικές διεκδικήσεις, η αναγνώριση της πραγματικής προσφοράς των αποφοίτων των ωδείων στην Α`βάθμια και Β`βάθμια εκπαίδευση και η διαβάθμιση των ωδείων και των αποκτηθέντων τίτλων είναι θεμελιώδη, αδιαπραγμάτευτα δικαιώματα της ωδειακής κοινότητας, και θα κατακτηθούν, αν είναι απαραίτητο, με δικαστικά μέσα: με προσφυγή στην ελληνική δικαιοσύνη, ίσως ακόμα και στο ευρωπαϊκό δικαστήριο, εφόσον έχουμε το δίκιο και τη λογική με το μέρος μας. Αυτή η κίνηση πρέπει να είναι η τελευταία. Πριν καταφύγουμε όμως σε ακραίες λύσεις, έχουμε ως καθήκον να ενωθούμε καθηγητές και απόφοιτοι, να λύσουμε τα εσωτερικά ζητήματα που δημιουργούν συγκρούσεις και να κινηθούμε οργανωμένα. Πρέπει να αποδεχτούμε αλήθειες που πονάνε, και να ετοιμαστούμε για την «επόμενη μέρα» της μουσικής εκπαίδευσης.
Φαντάζει δύσκολο, αλλά έχουμε την υποχρέωση, πριν μπούμε σε μια μάχη, να ετοιμάσουμε την «επόμενη μέρα». Εννοώ ότι πρέπει να μπούμε σε διαδικασία συλλογικής και προσωπικής έρευνας, χαρτογραφώντας επιμελώς τα ορθά και τα απαρχαιωμένα, αλλά σοφά μέρη και πλαίσια των άρθρων του ΒΔ του 1957 και των ανανεώσεών τους. Να μελετήσουμε τί είναι και τί δεν είναι αναχρονιστικό, ποιο σκοπό είχε τότε, και ποιες ελλείψεις προκύπτουν σήμερα σε σχέση με το τότε. Παράλληλα πρέπει να αρχίζουμε να σχεδιάζουμε θεωρητικά ένα νέο σύστημα με βασικά ερωτήματα: «Τι θέλουμε ουσιαστικά να δημιουργήσουμε ; Ένα κακέκτυπο του προϋπάρχοντος με νεωτεριστικές πινελιές ή κάτι εξολοκλήρου καινούργιο με διαφορετική φιλοσοφία μάθησης; Θα θέλαμε να προσεγγίσουμε το ευρωπαϊκό, το βρετανικό, το αμερικάνικο, το ρωσο-βαλκανικό πρότυπο ή μια κατάλληλη μείξη για την ΄΄ελληνική πραγματικότητα΄΄; Η ίδρυση μιας Μουσικής Ακαδημίας παραμένει μια από τις διεκδικήσεις; Αν ναι, ποιος ο ρόλος της; Πώς θα αλληλοεπιδρά με τα ωδεία και τα τμήματα μουσικών σπουδών; Επίσης, τα ΑΜΕΑ (όλες οι περιπτώσεις) δεν έχουν δικαίωμα φοίτησης σε αυτή, με ειδικά διαμορφωμένη μουσική εκπαιδευτική διαδικασία; ».
Αυτά είναι μερικά από τα βασικά ερωτήματα, που μπορούν βέβαια να απαντηθούν, και να θεωρηθούν μια καλή αρχή για διαβούλευση και μια προσπάθεια γεφύρωσης του φαινομενικού χάσματος με τα Τμήματα Μουσικών Σπουδών.
Βασικοί στόχοι σε μια πιθανή διαβούλευση είναι:
- Ο σαφής διαχωρισμός: τί γνώσεις προσφέρουν τα Τμήματα Μουσικών Σπουδών και τα Ωδεία, προκειμένου να γίνει ξεκάθαρο στους καθηγητές της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, γιατί ένας απόφοιτος λυκείου θα προτιμήσει να σπουδάσει σε κάποιο τμήμα μουσικών σπουδών και όχι στο ωδείο, και φυσικά το αντίστροφο.
- Η δημιουργία τράπεζας ιδεών, όπου οι συνάδελφοι θα καταθέτουν γραπτώς τις
προτάσεις τους (δεν εξαιρούνται οι φιλικά προσκείμενοι καθηγητές της τριτοβάθμιας που αναγνωρίζουν την προσπάθεια και την πρόθεση της διαβάθμισης των ωδείων)
- Η δημιουργία μιας επιτροπής αποτελούμενη από εκπροσώπους των μεγάλων
σωματείων (ΠΑΣΙΑΜΕΙ, Σύλλογος Μουσικών Βορείου Ελλάδος, Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος, Πανελλήνιος Σύλλογος Αποφοίτων Ωδείων & Μουσ. Σχολών κα.). Οι εκπρόσωποι θα συλλέγουν τις επιστολές και θα κάνουν ένα αρχείο, στο οποίο θα έχουν όλοι πρόσβαση. Συλλέγοντας και επεξεργάζοντας τις ιδέες των συναδέλφων, μπορούν να ξεκινήσουν την διαδικασία σχεδιασμού του νέου συστήματος μουσικής εκπαίδευσης. Θα οφείλουν δε, να δημοσιεύουν την πορεία του σχεδιασμού.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον προπομπό ενός συνεδρίου, όπου όλα θα συζητηθούν με καλή πίστη και προσήλωση σε αυτό τον όμορφο και δημιουργικό στόχο.
Ιωάννης Γκάνος
Οκτώβριος 2020
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)