ΕΛΕΝΗ ΜΠΡΑΤΣΟΥ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ - Α' μέρος
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Αποτελεί μια από τις σπάνιες περιπτώσεις Καλλιτεχνών, καθότι ισορροπεί αξιοθαύμαστα ανάμεσα σε δυο εξίσου γερά θεμελιωμένες ταυτότητες: αφ΄ενός, μια καλλιτεχνική, αφ΄ετέρου, μια επιστημονική, που αμφότερες αλληλοτροφοδοτούνται,μέσα από μια αέναη διαδικασία διεπιστημονικής μελέτης και ερμηνευτικών αναζητήσεων.
Η Ελένη Μπράτσου, συνδύασε περίφημα τη Μουσική Επιστήμη (σπουδές Μουσικολογίας με ειδίκευση στην Εθνομουσικολογία στην Αγγλία) με τη Μουσική Τέχνη (Δίπλωμα Μονωδίας,ειδίκευση στην Παλαιά Μουσικήκαι τις μουσικές παραδόσεις της Μεσογείου). Ως εθνομουσικολόγος, μελέτησε την ιστορία, τη γεωγραφία, τη μορφολογίακαι τους ποικίλους συμβολισμούς των τραγουδιών, ορισμένα εκ των οποίων, αποτελούν παράδοση αιώνων. Ως ερμηνεύτρια,μαθήτευσε δίπλα σε σημαντικούς δασκάλους από διάφορες περιοχές του Κόσμου και εξελίχθηκε ερμηνευτικά, κυρίως τα χρόνια που έζησε στη Γαλλία, αναπτύσσοντας εκεί πλούσια καλλιτεχνική δραστηριότητα. Έχει συμμετάσχει σε πολλά διεθνή Φεστιβάλ Παραδοσιακής, αλλά και Παλαιάς Μουσικής και συνεργάζεται τακτικά με το σύνολο Βυζαντινής Μουσικής στη Γαλλία, Les Solistes de la Musique Byzantine υπό τον Frédéric Tavernier-Vellas. Αποκορύφωμα της βαθιάς της ευαισθησίας, η μελέτη Μουσικοθεραπείας και η επαγγελματική ενασχόλησή της με τη μουσικοπαιδαγωγική και την ειδική μουσική αγωγή.
Με βαθιά,πολύπλευρη γνώση, αλλά και με -σπάνιας υφής- σεμνότητα, η οπτική της εθνομουσικολόγου,μας ξεναγεί φιλόξεναστην ιστορία και τις συνθήκες κάθε έργου και η οπτική της ερμηνεύτριας, μας ταξιδεύει στους κοσμοπολίτικους ήχους του πρώτου της ηχογραφήματος, με τίτλο: ĒCHOS. “Ήταν μια μεγάλη διαδρομή, με πάρα πολλές δυσκολίες. Η πορεία μου κτίστηκε «πετραδάκι, πετραδάκι» επί πολλά χρόνια…” Πράγματι, όποιος έχει ακούσει το εξαίσιο ηχογράφημα και έχει διαβάσει το ενδιαφέρον εσώφυλλό του, το οποίο είχε την πρωτοβουλία να προλογίσει η σπουδαία ερμηνεύτρια, Νένα Βενετσάνου, αντιλαμβάνεται αμέσως την προσεγμένη επιλογή και σύνθεση αυτού του ποικίλου - αισθητικά και πολιτισμικά - υλικού. Αυτή τη μακρά, ανηφορική διαδρομή, της οποίας ο ακροατής απολαμβάνει την όμορφη θέα, η ερμηνεύτρια, Ελένη Μπράτσου τη συνοψίζει, επιλέγοντας μια χαρακτηριστική φράση του Ισπανού ποιητή, Antonio Machado : «Διαβάτη δεν υπάρχει δρόμος. Τον δρόμο τον ανοίγεις περπατώντας…»
* * *
Α΄ ΜΕΡΟΣ
«Δεν μπορείς να λαξεύσεις την πέτρα, εάν δεν ξέρεις πώς να κρατάς τη σμίλη. Γνωρίζω πολλούς μουσικούς(οργανοπαίχτες και τραγουδιστές) που κάποια στιγμή έχασαν τη φωνή τους ή τα χέρια τους, επειδή έπαιζαν χωρίς τεχνική. Θεωρώ ότι η μόρφωση και η αναζήτηση του προσωπικού ύφους είναι καθοριστικές για ένα καλλιτέχνη.Αυτή είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, αλλά αξίζει τον κόπο, γιατί πλέον ξέρεις ποιος είσαι και γνωρίζεις πολύ καλά τι είναι αυτό που μεταδίδεις.»
Ποια ήταν τα πρώτα μουσικά σας ακούσματα;
Ελένη Μπράτσου: Oι γονείς μου αγαπούσαν την κλασική μουσική και ιδιαίτερα τον Beethoven… Είχα επίσης ανατολίτικα ακούσματα λόγω της μικρασιατικής καταγωγής του πατέρα μου. Όταν με έγραψαν στο Ωδείο Αθηνών, ξεκίνησα πιάνο, όπως τα περισσότερα παιδιά. Είχα μια εξαιρετική δασκάλα, τη Λένια Ερωδιάδου. Επίσης τραγουδούσα από πολύ μικρή -κυρίως Χατζιδάκι και Θεοδωράκη. Όταν τελείωσα το σχολείο, είχα περάσει στο Μουσικό Πανεπιστήμιο εδώ, αλλά προτίμησα να σπουδάσω στην Αγγλία. Ήθελα ν΄«ανοίξω τα φτερά μου», να δω τον κόσμο. Είναι μια απόφαση που δεν τη μετάνιωσα. Ήμουν πρώτα στο Cambridge, μετά στο Λονδίνο. Είδα κορυφαίους σολίστες απ΄ όλο τον κόσμο! Πήγαινα σε 4-5 συναυλίες την εβδομάδα! Υπήρχαν ευκολίες για τους φοιτητές. Επίσης είχα τη πολύ μεγάλη τύχη να ακούσω ζωντανά εθνικές μουσικές απ΄όλο τον κόσμο: από το Ουζμπεκιστάν μέχρι τη Νότια Αμερική, από την Ιαπωνία μέχρι ...Άκουσα πάρα πολύ Ινδική και Περσική μουσική, γιατί υπάρχει μεγάλη σκηνή στην Αγγλία, με πολύ υψηλό καλλιτεχνικό επίπεδο. Θα έλεγα λοιπόν ότι η εμπειρία που με καθόρισε, ήταν τα φοιτητικά χρόνια στην Αγγλία. Ήμουν σε μια «κυψέλη» και άκουγα συνέχεια. Είδα και άκουσα τα πάντα! Αγαπώ πολύ την Ελλάδα. Απλώς αντικειμενικά, το πεδίο είναι πιο μικρό. Όταν ήμουν σπουδάστρια, για την Παλαιά Μουσική δεν υπήρχε τίποτα. Οι μουσικοί της γενιάς μου, που έκαναν μεταπτυχιακά στο εξωτερικό (στην Ολλανδία κυρίως) άρχισαν να ερμηνεύουν Παλαιά Μουσική με όργανα εποχής. Παλαιότερα, δεν υπήρχε αυτό. Όπως επίσης δεν είχαμε καθόλου παιδεία στις Εθνικές Μουσικές, τις Μουσικές του Κόσμου. Και αυτό είναι στοιχείο των τελευταίων ετών. Στη χώρα μας, η μουσική ζωή είναι στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Αν ένα παιδί σπουδάζει μουσική, ας πούμε, στη Μυτιλήνη, τι ποικιλία μουσικών ακουσμάτων θα έχει; Στο εξωτερικό, υπάρχει αυτή η παράδοση με τις συναυλίες στις Εκκλησίες. Ακόμη και στο πιο μικρό χωριό, υπάρχει μια Εκκλησία όπου γίνονται σχεδόν κάθε μέρα συναυλίες. Είναι εξαιρετικά τροφοδοτικό αυτό για ένα νέο άνθρωπο.
Τ.Β. Έχετε εξαιρετικές σπουδές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Θα θέλατε να μας περιγράψετε τους σημαντικότερους σταθμούς σας και τις συνθήκες υπό τις οποίες εξελίχθηκετο ενδιαφέρον μουσικό σας ταξίδι;
Ελένη Μπράτσου: Όταν ήμουν 12 χρονών, είχα την πολύ μεγάλη τύχη να δω στο Ηρώδειο την όπερα Kirov στην παράσταση Dama Pika του Τσαϊκόφσκι, μια εμπειρία που με καθόρισε. Ήταν η πρώτη μου επαφή με την όπερα. Επίσης οι παραστάσεις κλασικού μπαλέτου, με αγαπημένη τη «Λίμνη των Κύκνων», για άλλη μια φορά η εξαίσια μουσική του Τσαϊκόφσκι. Φυσικά με βοήθησαν και οι πρώτες μου σπουδές στο Ωδείο Αθηνών, όπου γινόντουσαν πάρα πολλές μαθητικές συναυλίες από τους τελειόφοιτους του Ωδείου. Εκεί άκουσα πρώτη φορά (ενώ ήμουν πολύ μικρή) κλασικό τραγούδι ζωντανά. Επίσης θυμάμαι, 18 χρονών, στο πρώτο μου ταξίδι στο εξωτερικό, πήγα στο Παρίσι και εκεί άκουσα για πρώτη φορά ζωντανά Κλασική Περσική Μουσική. Αυτή η εμπειρία με συγκλόνισε! Δεν μιλάμε για Folklore, αλλά για μια κλασική σχολή, μια παράδοση πολύ σπουδαία, αρκετά πίσω στο χρόνο. Οι συναυλίες είναι πολύ σημαντικές. Είναι τελείως διαφορετικό να ακούμε από δίσκο ή από cd και άλλο να βλέπουμε ζωντανά. Θα έλεγα όμως ότι τα πιο σημαντικά χρόνια για τη διαμόρφωσή μου ήταν στην Αγγλία, ακριβώς επειδή υπήρχαν τόσο πολλά ερεθίσματα. Είχα πάντα ενδιαφέρον για την προκλασική μουσική, κυρίως την Αναγεννησιακή και για τις Μουσικές του Κόσμου. Επίσης έχω κάνει σπουδές και στην Παλαιά μουσική, έχω παρακολουθήσει μαθήματα με διακεκριμένους ερμηνευτές και είχα και την τύχη να μελετήσω με τον Michael Chance.
Τ.Β. Πώς ισορροπεί μέσα σας η επιστημονική και η καλλιτεχνική ταυτότητα και σε τι αλληλεπιδράσεις σας οδηγεί;
Ελένη Μπράτσου: Αισθάνομαι ότι συνυπάρχει αρμονικά, γιατί το ένα τροφοδοτούσε το άλλο. Δεν μου αρκούσε ποτέ να είμαι μόνο στο ένα, ή μόνο στο άλλο, αισθανόμουν ότι κάτι λείπει. Πάντα έψαχνα απαντήσεις. Δεν μπορούσα να ζήσω μόνο με τη μουσικολογία, γιατί ήθελα το κομμάτι το επιτελεστικό, ήθελα να τραγουδήσω. Αλλά και ως ερμηνεύτρια, έψαχνα τις απαντήσεις «γιατί», «πώς». Πάντα ήθελα να ερμηνεύω έχοντας ιστορική γνώση. Αυτό δίνει πολύ μεγάλη δύναμη στην ερμηνεία όταν είμαστε συνειδητοί. Για μένα δεν ήταν δυο ρόλοι σε σύγκρουση. Πάντα συνυπήρχαν αρμονικά. Να σας πω επίσης ότι έχω εργαστεί σε μουσικά αρχεία. Όταν σπούδαζα στο Λονδίνο, εργαζόμουν στη British Library, στο National Sound Archive. Επιμελήθηκα το Αρχείο Ελληνικών Ηχογραφήσεων. Στο αρχείο αυτό, ήταν υπεύθυνη μια πολύ σπουδαία γυναίκα η Janet Topp Fargion, η οποία είναι Εθνομουσικολόγος, οπότε οι ηχογραφήσεις ήταν γύρω από το πεδίο της Ελληνικής Παραδοσιακής μας Μουσικής. Υπάρχει πολύ μεγάλο αρχείο Παραδοσιακής Μουσικής και το διάστημα που ήμουν εκεί και μου επέτρεψε ο χρόνος, (γιατί το αρχείο ήταν τεράστιο), δημιούργησα μια βάση δεδομένων, όπου έκανα έναν κατάλογο και κατέγραψα σχόλια για ένα μέρος του υλικού που υπήρχε. Πολλές ηχογραφήσεις ήταν της Ocora, της Γαλλικής εταιρείας που έκανε επιτόπιες ηχογραφήσεις σε διαφορετικές περιοχές της Ελλάδας. Είχε πολύ υλικό από Κρήτη, Ήπειρο και πολλούς δίσκους με δουλειά της Δόμνας Σαμίου. Είναι πολύ ενδιαφέρον ότι σε άλλους πολιτισμούς όπως της Ινδίας, της Περσίας, της Κεντρικής Ασίας και της Ιαπωνίας, την εθνική τους μουσική τη λένε Κλασική Μουσική και όχι παραδοσιακή. Η εργασία μου στο National Sound Archive ήταν σπουδαία εμπειρία, γιατί άκουγα διαρκώς και παράλληλα διάβαζα για να μπορέσω να δημιουργήσω τη βάση δεδομένων που μου είχε ζητηθεί. Στην Ελλάδα εργάστηκα στο Μουσικό Λαογραφικό Αρχείο του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών. Αργότερα εργάστηκα στη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη» του Συλλόγου οι Φίλοι της Μουσικής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, επίσης στο αρχείο Ελληνικής Μουσικής, οπότε καταλαβαίνετε ότι ήταν η ζωή που με οδηγούσε. Βλέποντας όλες αυτές τις πηγές μπροστά μου, ζούσα και απορροφούσα ό,τι μπορούσα.
Τ.Β. Έχετε μια εξαιρετική φωνή και το ρεπερτόριο που επιλέγετε, δημιουργεί την αίσθηση πολυετούς αναζήτησης, επιτυγχάνοντας την καλύτερη δυνατή αξιοποίησή της. Με ποια είδη ρεπερτορίου έχετε ασχοληθεί;
Ελένη Μπράτσου: Ως σπουδάστρια στο Ωδείο, η επαφή μου με τις μουσικές σπουδές ήταν γύρω από την κλασική μουσική, όπως και για τα περισσότερα παιδιά στην Ελλάδα. Ένοιωθα όμως ότι έψαχνα κάτι ακόμα. Aυτό θα ήθελα να το εκφράσω μέσα από μια φράση του Ισπανού Ποιητή, Antonio Machado: «Διαβάτη δεν υπάρχει δρόμος. Τον δρόμο τον ανοίγεις περπατώντας…» Αυτό ακριβώς, με καθόρισε. Ήταν μια μεγάλη διαδρομή, με πάρα πολλές δυσκολίες. Η πορεία μου κτίστηκε «πετραδάκι, πετραδάκι» επί πολλά χρόνια. Δοκίμαζα να βρω το δικό μου ύφος, το δικό μου τρόπο. Το ένστικτό μου, με καθοδηγούσε στους ήχους που μου άρεσαν. Είχα το μουσικό υλικό, είχα το «σωστό» αυτί, αλλά έπρεπε να βρω το σωματικό μηχανισμό, τη δική μου αισθητική, τη δική μου φωνή. Αυτό πήρε πολύ καιρό. Δούλεψα πολύ με την τεχνική, μια διαδικασία που είναι πάρα πολύ σημαντική. Δεν μπορείς να λαξεύσεις την πέτρα, εάν δεν ξέρεις πώς να κρατάς τη σμίλη. Γνωρίζω πολλούς μουσικούς (οργανοπαίχτες και τραγουδιστές) που κάποια στιγμή έχασαν τη φωνή τους ή τα χέρια τους, επειδή έπαιζαν χωρίς τεχνική. Θεωρώ ότι η μόρφωση και η αναζήτηση του προσωπικού ύφους είναι καθοριστικές για ένα καλλιτέχνη. Αυτή είναι μια χρονοβόρα διαδικασία, αλλά αξίζει τον κόπο, γιατί πλέον ξέρεις ποιος είσαι και γνωρίζεις πολύ καλά τι είναι αυτό που μεταδίδεις.
Να πω εδώ ότι δασκάλα μου, είναι η Ελένη Λιώνα, Μέτζο Σοπράνο της ΕΛΣ. Την όπερα την αγαπώ πάρα πολύ. Από τους πολύ σημαντικούς ανθρώπους στην καλλιτεχνική μου ζωή, είναι η δασκάλα μου η Ελένη Λιώνα και η Νένα η Βενετσάνου, η οποία με βοήθησε όταν θέλησα να φύγω για τη Γαλλία χωρίς να με γνωρίζει. Άκουσε τις ηχογραφήσεις μου και προσφέρθηκε να με βοηθήσει. Παράλληλα, με στήριξε ηθικά, όσο σχεδίαζα τον δίσκο αυτό. Αν ο δίσκος είναι το «παιδί» μου, η Νένα Βενετσάνου είναι η «νονά» του «παιδιού» αυτού. Επιπλέον, είχε την πολύ μεγάλη γενναιοδωρία να προλογίσει τον δίσκο, γράφοντας το κείμενο αυτό, αποκλειστικά με δική της πρωτοβουλία. Είναι μια γενναιόδωρη γυναίκα έτσι και αλλιώς. Επέλεξα τη Γαλλία γιατί αισθάνθηκα ότι είναι η σωστή χώρα, ότι εκεί υπήρχε το έδαφος, οι μουσικές που με ενδιέφεραν: οι Μουσικές του Κόσμου, η Προκλασική Μουσική και οι Λειτουργικές Μουσικές. Στο κομμάτι της Μουσικής του Κόσμου με ενδιέφερε αυτό το στοιχείο που συνδέεται με το ιερό, την τελετουργία. Ένα κομμάτι πιο μυσταγωγικό. Είμαι μέλος του συνόλου Les Solistes de la Musique Byzantine στη Γαλλία. Χοράρχης είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος, ο Frédéric Tavernier-Vellas, ο οποίος ήταν μαθητής του αείμνηστου, Λυκούργου Αγγελόπουλου. Είναι η πρώτη φορά που τόλμησα να τραγουδήσω Βυζαντινή Μουσική. Στην Ελλάδα είναι και ένα πεδίο αρκετά ανδροκρατούμενο ας μου επιτραπεί να πω. Με τον Frédéric Tavernier, κάναμε πολλές συναυλίες και με Μεσαιωνική Δυτική Μουσική και με Βυζαντινή Μουσική. Επίσης κάναμε κάποια συγκεκριμένα προγράμματα, όπου τραγούδησα Ελληνική παραδοσιακή μουσική σε σύζευξη με τα Βυζαντινά και με τα Μεσαιωνικά. Στη Γαλλία κάναμε συναυλίες τόσο σε Εκκλησίες, όσο και Φεστιβάλ. Αυτή ήταν καθοριστική εμπειρία για μένα. Η πορεία μου με αυτό τον άνθρωπο και όλη αυτή η καλλιτεχνική εμπειρία που είχαμε μαζί.
Τ.Β. Προσφάτως, σε μια συνέντευξή σας στο Πρώτο Πρόγραμμα, είπατε μια πολύ ωραία φράση: «ο ιερός λόγος ως ποιητικό κείμενο, είναι ένα πολύ δυνατό κείμενο». Θα θέλατε να τοποθετηθείτε περισσότερο;
Ελένη Μπράτσου: Αρχικά ο μύθος στις αρχαϊκές κοινωνίες και η διάδοση των μεγάλων Θρησκειών αργότερα, είναι προσπάθειες ερμηνείας του κόσμου: πώς δημιουργήθηκε, ποιο το ταξίδι μας και ποιες οι δυνάμεις που μας κατευθύνουν σε αυτό. Ο ιερός λόγος είναι ποιητικό κείμενο με την έννοια ότι ο άνθρωπος με την ιδιότητα του ποιητή δημιουργεί, «ποιεί» τον κόσμο για να τον κάνει εύληπτο τους άλλους. Όσο απλά και να είναι τα λόγια, έχουν πάντα μια πολύ βαθιά ποιητική και υπαρξιακή υπόσταση:
Τον νυμφώνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον και ένδυμα ουκ έχω, ίνα εισέλθω εν αυτώ· λάμπρυνόν μου την στολήν της ψυχής, Φωτοδώτα, και σώσον με».
Αυτή είναι μια ποιητική προσέγγιση και όχι ορθολογιστική: έχει, κατά συνέπεια, μεγαλύτερο αντίκτυπο στον ψυχισμό ενός ανθρώπου. Στο κείμενο παρουσίασης του cd, παραθέτω μια φράση στα Γαλλικά: “Chante, mon coeur, a΄ l univers vibrant! Exister qu ΄en resonance…” Υπάρχουμε μόνο ως δονούμενα όντα, όταν δονούμαστε με κάτι μεγαλύτερο από μας, είτε αυτό είναι κάτι το πνευματικό, είτε απλά η συνύπαρξή μας με τους άλλους ανθρώπους. Νομίζω ότι γι΄αυτό με ενδιέφερε πάντοτε η κλασική (παραδοσιακή για μας) μουσική των άλλων χωρών: γιατί ήταν μια προσπάθεια των ανθρώπων να ερμηνεύσουν τον κόσμο, πράγμα που φαίνεται από τα κείμενα που χρησιμοποιούν.
Τ.Β.Υπάρχουν συνθέτες ή ερμηνευτές, που νοιώθετε ότι σας έχουν επηρεάσει;
Ελένη Μπράτσου: Πάρα πολλοί. Λατρεύω την ανθρώπινη φωνή, είναι πολλοί οι ερμηνευτές που με έχουν επηρεάσει και από πολλούς διαφορετικούς χώρους. Η Νένα Βενετσάνου είναι μια από τις πολύ αγαπημένες μου ερμηνεύτριες και κορυφαία φωνή στο χώρο του έντεχνου. Κάποιες άλλες φωνές που με συνοδεύουν πάντα είναι η Montserrat Figueras, η Tamia Valmont, η Sarah Vaughan, ο Jeff Buckley. Η Μαρία Κάλλας, η Victoria de los Angeles. Τον Michael Chance θεωρώ επίσης συγκλονιστικό τραγουδιστή και είχα την τύχη να μελετήσω μαζί του. Θα ήθελα να πω επίσης ότι ένα δισκογράφημα που αγαπώ και με επηρέασε μουσικά πάρα πολύ, είναι τα «Τραγούδια στο Δέντρο της Λήθης» των Άρη Χριστοφέλλη και Γιώργου Μουλουδάκη. Είναι από τους ωραιότερους δίσκους που έχω ακούσει στη ζωή μου… Τον Άρη Χριστοφέλλη τον αγαπώ ιδιαίτερα, είναι εξαιρετικός τραγουδιστής και με πολύ μεγάλη ευαισθησία. Ο Γιώργος Μουλουδάκης είναι επίσης σπουδαίος. Ως προς τους συνθέτες, αγαπώ πάρα πολύ τον Μάνο Χατζιδάκι, θα ήθελα πάρα πολύ να τον είχα γνωρίσει, δεν υπήρξα τυχερή σε αυτό. Αγαπώ τους μεγάλους κλασικούς συνθέτες, τη λειτουργική μουσική του Bach, τους μεγάλους συνθέτες της ισπανικής Αναγέννησης. Αγαπώ τις παραδοσιακές μουσικές, τη τζαζ. Αγαπώ την αλήθεια! Όταν η αλήθεια εκφράζεται μέσα από την Τέχνη, με παίρνει μαζί της.
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Iούλιος 2021
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)