EΝΑΣ ΕΝΤΥΠΩΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ,
ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΙΣΤΟΡΙΑ
«Η τέχνη υπήρχε, υπάρχει και θα υπάρχει».
«Είναι αλληλένδετη με την ίδια τη ζωή και καμιά οικονομική ή πολιτική συγκυρία δεν μπορεί να τη σκοτώσει».
Maya Plisetskaya
Από τις αριστοκρατικές και τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης κατάφερε να περάσει στο θέατρο και να αγαπηθεί από χιλιάδες ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Μιλάμε για τον «κλασικό χορό», το μπαλέτο. Όσον αφορά στην ετυμολογία, ο όρος «μπαλέτο» προήλθε από την ιταλική λέξη «ballare», που σημαίνει χορεύω και από τη λέξη «ballo», η οποία αναφερόταν σε χορούς που γινόντουσαν σε αίθουσα. Μάλιστα, ο χορογράφος Balthasar de Beaujoyeulx όρισε το μπαλέτο σαν «ένα γεωμετρικό συνδυασμό διαφόρων ατόμων που χορεύουν μαζί» (Garaudy, 2008). Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια του Denis Diderot (1772) «το μπαλέτο είναι δράση που εξηγείται με έναν χορό...ειδικά θεατρικό, θεαματικό και προορισμένο για θέαμα...». Τον 18ο αιώνα μία άλλη αντίληψη περί του ορισμού του όρου «μπαλέτο» υποστηρίζει ότι: «η σκηνή είναι ο καμβάς, πάνω στον οποίο ο συνθέτης (χορογράφος) καταγράφει τις ιδέες του· η επιλογή της μουσικής, της σκηνογραφίας και των κουστουμιών είναι τα χρώματά του· ο χορογράφος είναι ο ζωγράφος».
Ποια η ιστορία όμως του εν λόγω χορού; Το μπαλέτο γεννήθηκε στην Ιταλία του 15ου αιώνα, σε μία εποχή όπου αφενός παρατηρείται «αναγέννηση» των τεχνών, αφετέρου οι παλαιότεροι περιορισμοί υποχωρούν και κυριαρχεί η γνώση και οι δημιουργικές εκφράσεις του ανθρώπινου πνεύματος. Τον 15ο και 16ο αιώνα παρατηρείται έντονη χορευτική κίνηση στις αυλές της Ευρώπης. Οι ευγενείς και οι γυναίκες διοργάνωναν πολυτελή κοσμικά γεγονότα, ιδίως γαμήλιες εκδηλώσεις, όπου ο χορός και η μουσική ήταν απαραίτητα καθώς δημιουργούσαν ένα περίτεχνο θέαμα. Υπήρχαν μάλιστα δάσκαλοι χορού, οι οποίοι αναλάμβαναν να διδάξουν τα βήματα στην αριστοκρατία, προκειμένου να συμμετάσχει στις εκδηλώσεις, αλλά και να αναπτύξει την κοινωνική της συμπεριφορά και κομψότητα. Γίνεται επομένως αντιληπτό ότι ο χορός ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχαγωγίας (αρμονία σώματος και ψυχής) των αριστοκρατών κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεών τους. Τον 16ο αιώνα η Αικατερίνη των Μεδίκων (Catherine de Medici) -σύζυγος του βασιλιά της Γαλλίας- ξεκίνησε να προωθεί τo μπαλέτο στα γαλλικά παλάτια. Οι περίτεχνες εορτές που διοργάνωνε ενθάρρυναν την ανάπτυξη του ballet de cour, ενός προγράμματος που περιλάμβανε χορό, διακόσμηση, κοστούμια, μουσική, τραγούδι, ποίηση. Μέσα από αυτές τις εκδηλώσεις δινόταν η ευκαιρία στον βασιλιά να αναδείξει για ακόμη μία φορά την υπεροχή του, τον πλούτο του, την μεγαλοπρέπειά του. Σταθμό μάλιστα για την ιστορία του κλασικού χορού αποτέλεσε το έτος 1581, όπου καταγράφεται το πρώτο μπαλέτο. Πρόκειται για το «Κωμικό μπαλέτο της Βασίλισσας», το οποίο έλαβε χώρα στην αυλή του Ερρίκου Γ' της Γαλλίας και διοργανώθηκε από τη σύζυγό του, την Αικατερίνη των Μεδίκων, με σκοπό τον εορτασμό του γάμου της αδερφής της. Η υπόθεση εκείνου του μπαλέτου ήταν βασισμένη στην μάγισσα Κίρκη από την Οδύσσεια του Ομήρου. Επρόκειτο για ένα πολυδάπανο έργο, δεδομένου ότι χρειάστηκαν πολύπλοκα σκηνικά και μηχανές, ενώ διήρκεσε περίπου πέντε ώρες. Γνώρισε ωστόσο μεγάλη επιτυχία, καθώς διέθετε τα χαρακτηριστικά ενός οργανωμένου θεατρικού θεάματος.
Οι 4 Αρετές, από το «Κωμικό μπαλέτο της Βασίλισσας»
Έναν αιώνα μετά, ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΔ' της Γαλλίας, όντας ενθουσιώδης υποστηρικτής συνέβαλε στη διάδοση της τέχνης του μπαλέτου. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ο βασιλιάς στα 13 του χρόνια ήταν και ο ίδιος εξαίρετος χορευτής, έως ότου αναγκάστηκε να σταματήσει διότι ο σωματότυπός του πλέον δεν του το επέτρεπε. Ο Λουδοβίκος ΙΔ' επομένως κατάφερε να καταστήσει τον κλασικό χορό δημοφιλή και να του δώσει επαγγελματική υπόσταση, δεδομένου ότι μέχρι τότε ο χορός ήταν μία ερασιτεχνική τέχνη, με απλή χορευτική κίνηση, η οποία βασιζόταν σε ένα μεγάλο μέρος της στους προ-κλασικούς χορούς της περιόδου. Οι χορευτές μάλιστα φορούσαν εξαιρετικά βαριά κοστούμια, περούκες και μάσκες. Μερικά από αυτά ζύγιζαν μέχρι και 70 κιλά(!). Λόγω των ανωτέρω, ο βασιλιάς ζήτησε το 1661 από τον χοροδιδάσκαλό του να καθορίσει κανόνες για το μπαλέτο, οι οποίοι θα περιγράφουν τις κινήσεις των χεριών και των ποδιών, αλλά και όλους τους σχηματισμούς, θεμελιώνοντας έτσι τη βάση της τεχνικής του μπαλέτου. Την ίδια εποχή μάλιστα ο Λουδοβίκος ΙΔ' ίδρυσε την Βασιλική Ακαδημία Χορού, η οποία όμως δεν λειτούργησε για μία δεκαετία.
Λουδοβίκος ΙΔ'
Το 1671 ο Lully συνένωσε την Βασιλική Ακαδημία της Μουσικής με την Βασιλική Ακαδημία Χορού, σχηματίζοντας έναν ισχυρό οργανισμό, όπου πλέον οι χορευτές που εκπαιδεύονταν στην Ακαδημία αποκτούσαν υψηλό επίπεδο δεξιοτεχνίας, κάτι που σαφέστατα τους διέκρινε από τους ερασιτέχνες εκτελεστές της αριστοκρατίας. Όλοι οι ρόλοι ερμηνεύονταν από άνδρες χορευτές, οι οποίοι για την ενσάρκωση των γυναικείων ρόλων μεταμφιέζονταν σε γυναίκες. Το 1681 αρχίζουν να αποκτούν πρόσβαση στην σκηνή και οι γυναίκες μετά από πολλά χρόνια εκπαίδευσης, ενώ το 1708 το μπαλέτο διευρύνεται και γίνεται προσιτό στο ευρύ κοινό με παραστάσεις που δίνονταν σε θέατρα και από άνδρες και από γυναίκες.
Τον 18ο αιώνα παρατηρούμε ανάπτυξη της τεχνικής του μπαλέτου. Ο Γάλλος χορευτής Jean Georges Noverre έθεσε τις βασικές αρχές του ballet d'action, δηλαδή του εκφραστικού, του συμβολικού μπαλέτου, όπου ο χορός προωθεί τη θεατρική αναπαράσταση. Οι χορευτές υποδύονταν ρόλους, παρουσιάζοντας μία ιστορία με μουσική συνοδεία και σκηνικά. Ο σπουδαίος αυτός χορευτής στο βιβλίο του Γράμματα για το χορό και το μπαλέτο (1760), υποστηρίζει ότι «ο χορός δεν θα έπρεπε να είναι φυσική δεξιοτεχνία, αλλά ένα μέσο για δραματική έκφραση κι επικοινωνία...». Επομένως, σύμφωνα με τον συλλογισμό του Noverre η κίνηση του μπαλέτου δεν αρκεί στο να είναι τεχνικά λαμπρή, αλλά θα πρέπει να προκαλεί συναισθήματα στον θεατή. Την ίδια εποχή επίσης αναπτύχθηκε ο σεβασμός στον ρόλο των δύο φίλων σε σχέση με τον χορό. Οι άνδρες ερμήνευαν περισσότερο τους οργανωτικούς ρόλους, ενώ οι γυναίκες άρχισαν να αναλαμβάνουν δημοφιλείς ρόλους κλέβοντας τις εντυπώσεις του κοινού, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του απαρτιζόταν από αριστοκράτες και το υπόλοιπο μέρος ήταν αστοί.
Σημαντική εξέλιξη για το μπαλέτο αποτελεί ο 19ος αιώνας, καθώς οι μέθοδοι διδασκαλίας βελτιώνονται, θέτοντας τα θεμέλια για ένα πιο ποιητικό είδος χορού. Οι χορευτές έπαψαν να διακρίνονται σε είδη (αριστοκρατικός, κωμικός), ενώ πρωταγωνιστεί πλέον η γυναίκα. Σε αντίθεση μάλιστα με τον 17ο αιώνα, σε αρκετές παραστάσεις οι γυναίκες ενσαρκώνουν και τους ανδρικούς ρόλους. Η μπαλαρίνα έπρεπε να παραπέμπει σε μία πνευματική φιγούρα και να κατέχει άψογα την τεχνική. Μία από τις δημοφιλέστερες μπαλαρίνες της ρομαντικής περιόδου ήταν η Σουηδέζα Marie Taglioni (1804-1884). Λέγεται μάλιστα ότι ίσως (δεν έχει επιβεβαιωθεί) να ήταν η πρώτη χορεύτρια που χόρεψε στις μύτες των ποδιών της (!). Όπως κάθε εποχή επηρεάζει και τις τέχνες, έτσι και το μπαλέτο απομακρύνθηκε σταδιακά από την αριστοκρατία λόγω της ανόδου της μεσαίας τάξης και άρχισε να απευθύνεται στο ευρύτερο κοινό. Επιπροσθέτως, επιδίωξε να συνδυάσει την δυναμική τεχνική της προηγούμενης εποχής με την δραματική αφήγηση και τον ρομαντισμό που αποπνέει ο 19ος αιώνας, κάτι το οποίο ήταν φανερό στα θέματά του. Ο χαρακτήρας της μουσικής έγινε επίσης περισσότερο περιγραφικός. Η μεγαλύτερη όμως καινοτομία στην τεχνική του μπαλέτου ήταν η χρήση των πουέντ (pointes). H είσοδός τους ξεκίνησε ως ένα εφέ της τεχνικής και εν συνεχεία καθιερώθηκε με σκοπό να αποδώσει την αίσθηση του αιθέριου, του ανάλαφρου, του αέρινου.
Την σφραγίδα του στον διεθνή χώρο του μπαλέτου άφησε το δημοφιλές αυτοκρατορικό ρωσικό μπαλέτο, το οποίο οφείλει πολλά στις επιρροές που δέχθηκε από το μπαλέτο της Δύσης και κυρίως από το ιταλικό. Εκείνος που ώθησε το ρωσικό μπαλέτο έως ότου έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο ήταν ο Γάλλος χορευτής Marius Petipa, ο οποίος παρόλο που όταν έφτασε στην Ρωσία δεν είχε αποκτήσει ιδιαίτερη φήμη ως χορευτής, κατάφερε να μείνει στην ιστορία ως μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του κλασικού μπαλέτου, ενώ αποκαλείται πλέον ως «ο Πατέρας όλου του μπαλέτου».
Marius Petipa
Λίαν σημαντική προσωπικότητα του αυτοκρατορικού μπαλέτου ήταν η χορεύτρια και δασκάλα μπαλέτου Agrippina Vaganova, ευρέως γνωστή για τη μέθοδο Vaganova που εισήγαγε και που χρησιμοποιείται ακόμα στη Ρωσία, αλλά και στις σχολές της Ευρώπης και της Βορείου Αμερικής.
Agrippina Vaganova
Όπως όμως είναι φυσικό, η πολιτική επηρεάζει άμεσα και την τέχνη. Έτσι, αμέσως μετά το τέλος της Ρωσικής Επανάστασης (1917), ο Λένιν διέταξε να κλείσουν όλα τα θέατρα και να απαγορευτούν οι παραστάσεις μπαλέτου. Ωστόσο, λόγω της επιθυμίας του λαού να συνεχίσει να παρακολουθεί παραστάσεις χορού και όπερας, το παγκοσμίως γνωστό θέατρο Bolshoi σώθηκε και ως εκ τούτου το ρωσικό μπαλέτο εξακολουθούσε να αναπτύσσεται υπό την κυριαρχία των σοβιέτ και έφτασε μάλιστα σε υψηλότατο επίπεδο. Μετά την επανάσταση ωστόσο, πολλοί ταλαντούχοι χορευτές είχαν αυτοεξοριστεί, όμως αυτό δεν τους στάθηκε εμπόδιο, μιας και σχηματίστηκε μία νέα γενιά χορευτών στο εξωτερικό.
Στις μέρες μας το μπαλέτο αποτελεί μία σπουδαία μορφή τέχνης, η οποία μέσα από τις εξαιρετικές παραστάσεις που έχει αφήσει στο κοινό, ανάμεσά τους η «Λίμνη των Κύκνων», ο «Καρυοθραύστης», ο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», έχει καταφέρει να εξελιχθεί περαιτέρω και να κερδίσει μία θέση στην καρδιά πολλών ανθρώπων, κάνοντάς το θαυμαστό σε όλο τον κόσμο.
Ως επίλογο παραθέτω μία φράση του Γάλλου χορευτή Jean-Georges Noverre: «Ένα καλά συνθεμένο μπαλέτο είναι μία ζωντανή εικόνα του πάθους, των τρόπων, των συνηθειών, των τελετών και των εθίμων όλων των εθνών της υδρογείου...εάν στερείται έκφρασης, εντυπωσιακών εικόνων ή ισχυρών καταστάσεων, καταντάει ένα κρύο και μελαγχολικό θέαμα...» Letters on Dancing and Ballet, 1760
Γιώτα Ευταξία
(Σεπτέμβριος 2020)
gteftaxia@gmail.com
Μουσικός & Μουσικολόγος (ΕΚΠΑ)
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)
Βιβλιογραφία
Copeland, R. & Cohen, M. (1983). What is Dance ? Οξφόρδη: Oxford University Press.
Diderot, D. (1772). Encyclopédie, ou Dictionnaire raisonné des sciences, des arts et des métiers.Cramer L'aine & Compagnie , S.Faulche & Compagnie Briasson
Garaudy, R. (2008). O χορός στη ζωή (μτφρ. Τσούτσουρα, Μ.). Αθήνα: Ηριδανός.
Noverre, J. G. (1760). Letters on Dancing and Ballets. Chez Aimé De La Roche, Imprimeur-Libraire du Gouvernement & de la Ville, aux Halles de la Grenette