Ένας χρήσιμος απολογισμός
απ’ τον πρώτο κύκλο σεμιναρίων στο Athenaeum
(9, 10 και 11 Φεβρουαρίου 2013)
Αντίδωρο
Τώρα που ολοκληρώθηκε ο πρώτος κύκλος αυτού που για πρακτικούς λόγους λέμε σεμινάριο αλλά που εκκρεμεί ακόμα η στιγμή που θα συναντήσει τον νονό του, θέλω να κάνω τη δική μου μικρή αποτίμηση του πλούσιου τριήμερου. Πλούσιου σε βίωμα κατ’ αρχήν και σε πληροφορία στη συνέχεια. Και για μένα τον ίδιο..
Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα αυτή την ανταπόκριση ούτε ποιοτικά ούτε ποσοτικά. Οι συνήθεις αυτοματισμοί με έσπρωχναν σε μια καχυποψία απέναντι στη δυνατότητα των άλλων να αντιληφθούν το ξεχωριστό του πράγματος.
Διαψεύσθηκα κάθετα! Ζητώ συγγνώμη απ’ τον καλό Άγγελο των πραγμάτων γι’ αυτό.
Τη σημασία του κύκλου την ήξερα μόνον εγώ, αλλά με εξέπληξε αναπάντεχα ευχάριστα το ότι συνάντησα μέσα του πρόσωπα που σήμερα λογαριάζω συγγενείς με εκείνη την ουσιαστική έννοια της πνευματικής συγγένειας.
Συγγενείς
Έχω ξαναπεί ότι δεν είναι δυνατόν να “μάθουμε” κάτι που δεν ξέρουμε ήδη. Πάνω σ’ αυτή τη λογική έβαλα το πρώτο θεμέλιο λιθαράκι του σεμιναρίου, και η σκέψη αυτή με καθησύχαζε στην αγωνία μου μην και πατρονάρω κανέναν, μην και βάλω τη μάσκα του δασκάλου έστω και για ένα πρόσωπο που είχε την πραγματική ευγένεια να έρθει και να μοιραστεί αυτές τις πλούσια φορτισμένες μέρες μαζί μας.
Νομίζω καταφέραμε κάτι που δεν είναι καθόλου αυτονόητο για τους περισσότερους: Εγώ να πάρω τη θέση του ανθρώπου που εκθέτει ένα κοινό αίτημα, και το αποτέλεσμα της όλης συνάντησης να είναι η συλλογική υπενθύμιση ιδεών που λάμπουν μέσα μας, αλλά που σπανίως αναδύονται στην επιφάνεια της πράξης, σε σχέση με την κιθάρα και πολύ περισσότερο σε σχέση με την καθημερινότητα στη ζωή.
Στο φως αυτής της κεντρικής ιδέας, θέλω να πω ότι αισθάνομαι όμοια συγγενής με τους δασκάλους που είτε εκτέθηκαν καλόπιστα οι ίδιοι στον κύκλο, είτε “εκτέθηκαν” έμμεσα, μέσω της παρουσίας των μαθητών τους εκεί. Το επίπεδο της συμμετοχής ήταν τυπικά επίπεδο πτυχίου και διπλώματος. Όμως το πραγματικό επίπεδο δεν μπαίνει σε καμιά στενή κατάταξη, γιατί είναι απλά το υψηλότερο σημείο αντίληψης πνευματικών ανθρώπων που διαπραγματεύονται με αμεσότητα τα σημαντικότερα πράγματα για τη ζωή τους.
Δεν ήθελα “κιθαριστές”, κι εκείνος ο Άγγελος με προφύλαξε απ’ αυτό. Όσοι ήρθαν, είτε ήταν ήδη συντονισμένοι σε ένα βαθύτερο αίτημα, είτε εντάχθηκαν σταδιακά στο συλλογικό κλίμα ως την τρίτη μέρα, οπότε ωρίμασαν οι σχέσεις και μαλάκωσαν οι αντιστάσεις, ακόμα και οι δικές μου. Ναι, ήμουν διαφορετικός άνθρωπος την τρίτη μέρα, και το χρωστώ σε όλους. Αυτόν τον διαφορετικό άνθρωπο, τον ονομάζω σήμερα τον μόνο άνθρωπο που έχω, και κατ’ αυτό είμαι κι εγώ ευγνώμων στην παρέα μας.
Ευγενείς δάσκαλοι
Μια από τις επισημάνσεις που θέλησα κατά την τρίτη μέρα να κάνω ήταν αυτή σε σχέση με το ειδικό κλίμα των σεμιναρίων. Υπάρχει, κατά κανόνα, η καχυποψία πως κάποιος στο σεμινάριο θα πει κάτι πιο “προχωρημένο” ή εύστοχο από μας τους δασκάλους, κι αυτό παραδόξως μας στενεύει, μας στεναχωρεί, μας πανικοβάλλει, κινεί το δύσκαμπτο σώμα ενός ναρκισσισμού καθηλωμένου στα παιδικά χρόνια και βολεμένου σε τέτοια θέση που να βρομίζει κάθε ειλικρινή μας έκφραση. Δήλωσα λοιπόν εκείνο που για όλους μας είναι αυτονόητο αλλά που δεν το αρθρώνουμε σε λέξεις για να το ακούσουμε κι εμείς οι ίδιοι στην αιμάσσουσα σημασία του:
Στο πλαίσιο ενός σεμιναρίου (ή ενός “εργαστηρίου”, που είναι ένας πιο σωστός όρος) υπάρχει ο χρόνος και η πρόθεση να ασχοληθούμε με περιοχές της αντίληψης που το μάθημα δυσκολεύεται να φιλοξενήσει.
Το μάθημα έχει ανάγκη μόνο την ιερή σχέση δασκάλου - μαθητή, μέσα στο καθησυχαστικό φως της οποίας ωριμάζουν κι οι δυο, και μουσικά και ανθρώπινα. Κανένα σεμινάριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει αυτή τη σχέση, πολύ περισσότερο που δεν είναι αυτή η δουλειά του. Δουλειά του είναι να συνοψίσει τους εσωτερικούς λόγους που ασχολούμαστε με αυτό το πραγματικά άρρητο κομμάτι της μουσικής εκτέλεσης, και να τους αφήσει να αναδυθούν στην αντίληψη του καθενός ξεχωριστά. Δουλειά του είναι επίσης να δώσει τέτοια εργαλεία αντίληψης, που εκ των πραγμάτων στο χρονικά στενό του τακτικού μαθήματος (και του δικού μου ασφαλώς!) δεν μπορούν να χωρέσουν. Ευθύνη του δασκάλου είναι σε ένα μακροπρόθεσμο πλαίσιο να αγγίξει τις προσωπικές χορδές του μαθητή και να τις αφήσει να μιλήσουν. Αυτές δεν πρέπει να μιλήσουν ενδιάμεσα (σε επίπεδο συνειδητό εννοώ) γιατί η ομιλία θα μετέβαλε τη φύση της σχέσης δασκάλου - μαθητή. Αν τα πράγματα ειπωθούν σε λεκτικό επίπεδο, κλονίζεται το βιωματικό στοιχείο -το πραγματικό έδαφος της καθημερινής σχέσης με τον δάσκαλο. Φυσικά, αν είχαμε να διαλέξουμε ανάμεσα στα δύο, θα προτιμούσαμε το βίωμα απ’ την πληροφορία. Στο ουδέτερο περιβάλλον του σεμιναρίου μπορεί να μιλήσει οτιδήποτε, γιατί εκεί ο λόγος δεν απειλεί την αυθεντικότητα της βιωμένης με τον δάσκαλο σχέσης, μιας σχέσης αναντικατάστατης και μοναδικό έδαφος ωρίμανσης του μαθητή.
Κατ’ αυτήν την έννοια, όποιοι απ’ τους δικούς μου μαθητές συμμετείχαν, είτε είχαν ολοκληρώσει τον βασικό κύκλο της σχέσης τους μαζί μου, είτε είχαν ήδη αρθρώσει σε ένα επίπεδο συνειδητότητας τα βασικά αιτήματα των προσπαθειών τους. Σ’ αυτήν την περίπτωση τίποτα δεν διαταράσσεται.
Αυτά, για να καθησυχάσω και τον μέσα μου δάσκαλο (τον οποίο φροντίζω στο σεμινάριο να τον κρατώ στον ίσκιο των προσώπων), αλλά και για να ευχαριστήσω τους δασκάλους που με εμπιστεύτηκαν έμμεσα. Αν ήταν εκεί οι ίδιοι θα έβλεπαν το φως της γενναιοδωρίας τους (προς τη σχέση με τους μαθητές εννοώ), και το πόσο η επιλογή τους να “προτείνουν” τα δικά τους παιδιά πηγάζει απ’ την κοινή μας ανάγκη να προσφέρουμε. Είναι προφανές ότι η ευγενική τους φύση το έχει ήδη αντιληφθεί, κι έτσι, ακόμα κι από μακριά, συνδεόμαστε...
Αυτόματοι συνειρμοί
Μια παρατήρηση ακόμα είναι σημαντική για μένα, ως παράλληλη αυτοκριτική:
Η προετοιμασία αυτού του σεμιναρίου είναι μια τεράστιας έκτασης εργασία, και από άποψη χρόνου και από άποψη -κατά τη γνώμη μου- χρησιμότητας. Η έκθεση των θέσεων και των προβληματισμών, έρχεται μετά από επίπονες, κατά τη διάρκεια πολλών ετών, καταγραφές βιωμένων μέσα μου πραγμάτων. Ο φόβος ότι κάτι θα ξεχνούσα απ’ αυτή την πλούσια δεξαμενή εμπειρίας, με έβαλε σε μια διαδικασία καταγραφής και καθημερινής προετοιμασίας ενός κειμένου ελαφρώς πιο απαιτητικού από διάλεξη. Κατά τη διάρκεια της εκφοράς αυτού του κειμένου παρατήρησα ότι το πιο μεγάλο μέρος, και το πιο ενδιαφέρον ίσως, ήταν εκείνο που έβγαινε απ’ τον αυτόματο συνειρμό της στιγμής, από έναν αυτοσχεδιασμό που μας έσπρωχνε επί τόπου σε ακόμα πιο βαθιά νερά. Η αμηχανία μου να διαβάζω το αποτέλεσμα μιας άλλης στιγμής βολεύτηκε έτσι και πίσω απ’ τις παρατηρήσεις φίλων, που ενώ έβρισκαν ενδιαφέρον το κείμενο, με προτιμούσαν αυτοσχεδιάζοντα πάνω στο εκάστοτε θέμα. Αυτό φάνηκε περισσότερο στη μεγάλη έκταση των κειμένων της δεύτερης και της τρίτης μέρας, που προεκτάθηκαν αυτοσχεδιαστικά, παρότι η πρόθεσή μου δεν ήταν κάτι παραπάνω από δυο πυκνές σελίδες.
Το ίδιο το αίμα της ζωντανής σχέσης και του βιωματικού σκέλους που καλούμαστε να μοιραστούμε όλοι μας με ωθεί στο εξής να μιλώ μόνο με σημειώσεις για τα θέματα που θέλω να εκθέσω. Αυτό περιέχει και μια παράλληλη δικαιοσύνη των πραγμάτων: Εκτίθεμαι διά ζώσης, πριν ακόμα “εκτεθούν” οι άλλοι συμμετέχοντες στον κύκλο, κι αυτό είναι ηθικότατο, κατά το ότι εκείνος που προτείνει τα νερά του Ιορδάνη πρέπει πρώτος να μπαίνει μέσα τους για να βαφτιστεί.
Μικρή σύνοψη
Ερχόμενος τώρα στη σύνοψη των πρακτικών μας θεμάτων (τα οποία δημοσιοποιώ χωρίς αναστολές, αφού επιμένω να θεωρώ το βιωματικό σκέλος κάθε πράγματος το μόνο άξιο της προσοχής μας -κι αυτό είναι που συμβαίνει στη μικρή μας εκκλησία.):
Ασχοληθήκαμε κατά την πρώτη μέρα με μια γενική έκθεση των λόγων που ο καθένας μας πιθανόν να κάνει μουσική, στην ιερότητα του ρόλου της στη ζωή μας και στον τρόπο που μπορεί αυτή να μεταβάλλει την οπτική μας προς την “κρίση” προσφέροντας ένα διαρκές εργαλείο ανάγνωσης και κατανόησης του ίδιου μας του κόσμου και του τρόπου που ζούμε τη ζωή μας μέσα του. Επίσης μιλήσαμε με αναίσχυντη άνεση και συνειδητότατα για αυτό που ονομάσαμε καλλιτέχνη-απατεώνα, που τον βάζουμε στο στόχαστρο της κριτικής μας (και όχι μόνο) επειδή αυτός καταλαμβάνει ως ανάλγητο κτήνος τον χώρο στον οποίο ζει και αναπνέει ο πραγματικός τεχνίτης. Μένει να δούμε ποιος είναι τι, κι αυτό δεν είναι μια κριτική εκ του ασφαλούς αλλά περιέχει όλους μας ως υποψήφιους...
Κατά τη δεύτερη μέρα μιλήσαμε για την ενδυμασία των ρόλων, το ηχοχρωματικό δηλαδή επίπεδο της μουσικής ανάγνωσης, και για τις δυνατότητες της δακτυλοθεσίας και της ανοιχτής φαντασίας μας σε σχέση μ’ αυτήν. Κι αυτό το κάναμε σαν μέσο για την επόμενη μέρα, την τρίτη, κατά τη διάρκεια της οποίας τολμήσαμε να βάλουμε σε χρήση τις μέχρις εδώ αρχές μας και να “σκηνοθετήσουμε” ο καθένας το έργο του, κρατώντας την πλήρη ευθύνη των εξωμουσικών αναφορών που θα μας επέτρεπαν να κινηθούμε με ένστικτο και με αναλυτικό πνεύμα, προς μια κατανόηση του έργου (κατ’ αρχήν) και προς μια διερεύνηση του προσωπικού βλέμματος προς το έργο, στη συνέχεια.
Κατά τη μέρα αυτήν ήταν εντυπωσιακός ο τρόπος που οι εικόνες βγήκαν αβίαστα, και πώς το εξωλεκτικό σκέλος της αντίληψής μας κινήθηκε και δέσποσε. Τα επίπεδα ανάγνωσης του έργου που είχαμε προαποφασίσει τις προηγούμενες μέρες λειτούργησαν αυτόματα για να συνεννοούμαστε χωρίς χάσιμο χρόνου στα επί μέρους. Οι ρόλοι τοποθετήθηκαν με ευκολία, ο ενδυματολόγος τους κινήθηκε γρήγορα κι έφτιαξε τα κοστούμια που αποφασίσαμε, ο φωτιστής κατέβασε τους προβολείς στη θέση που θελήσαμε για τον ρόλο, ο υποβολέας λειτουργούσε στο αναλόγιο για να μας υπενθυμίζει τις προθέσεις του συνθέτη-δραματουργού, ο σκηνοθέτης άρχισε σταδιακά να αποκαλύπτει το βλέμμα του και οι ηθοποιοί δοκίμασαν την ηχητική τους ευελιξία μέσα στους επί μέρους ρόλους. Οι σιωπές, τα χρώματα, οι δυναμικές, ο αιρετικός ή αναμενόμενος τρόπος φραζαρίσματος, ο αρμονικός κορμός και ο αντιστικτικός διάλογος (όπου υπήρχε), μας απασχόλησαν σε κάθε δευτερόλεπτο των προσπαθειών μας. Επίσης το αντι-εργαλείο “αμαρτιών” ξεσκαρτάρισε αρκετά εύστοχα τα επίπλαστα στοιχεία, και μας έφερε σε απόσταση απ’ τους διαβόλους του ναρκισσισμού και της επίδειξης -του μη νοήματος. Σ’ αυτό βοήθησε οφείλω να πω και η σοφή στάση όλης της αίθουσας. Αν διακρίνεις στα μάτια που σε κοιτούν την πρόθεση να ακούσουν το ουσιαστικό σου κομμάτι, τότε πιο εύκολα συντονίζεσαι μ’ αυτό.
Στόχος μας είναι η ισχυροποίηση αυτού του εσωτερικού μας τόπου, τόσο ώστε να μπορεί σε οποιαδήποτε συνθήκη να είναι διαθέσιμος σαν όπλο και σαν κιβωτός για να σωθούν τα ακόμα ζώντα μας στοιχεία, είτε στη μουσική είτε στη ζωή.
Αυτοκριτική και ραντεβού της παρέας
Όσο κι αν κάποια πράγματα απ’ τα ανακοινωνόμενα είχαν σε στιγμές έναν δογματικό χαρακτήρα, δύσκολα πιστεύω πως μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι αρχική και διαρκής πρόθεση ήταν η στήριξη πάνω σε σταθερές αρχές για την αποκάλυψη αυτού που αύριο θα λέμε προσωπικός κόσμος, προσωπική θέση σε σχέση με την ερμηνεία, προσωπική οπτική προς την ίδια μας τη ζωή. Μια μάχη είναι πάντα προτιμότερη από μια οπισθοχώρηση, και στο περιβάλλον του σεμιναρίου έγινε σαφές ότι όλοι δοκιμαζόμαστε. Απ’ αυτήν την δοκιμασία θα βγούμε αύριο καλύτεροι.
Το ραντεβού μας για τον επόμενο κύκλο είναι στις 2, 3 και 4 Μαρτίου. Σ’ αυτόν τον κύκλο, μαζί με μια σύνοψη των προηγουμένων, θα ασχοληθούμε με τα ηχεία της κιθάρας και του σώματος, καθώς και με το ψυχικό αντηχείο και το ηθικό βάρος της σχέσης μας μαζί του. Επίσης με τις μεταγραφές για κιθάρα, καθώς και με την τεχνική ως παράγωγο, ένα θέμα που καίει όλους μας.
Εννοείται ότι τα εργαλεία που ανακαλύψαμε, και που έχουν ήδη τοποθετηθεί, θα εξακολουθήσουν να είναι οδηγός και θα τα χρησιμοποιούμε σε κάθε μας προσπάθεια.
Σας ευχαριστώ όλους για την όποια συμμετοχή, έχοντας κατά νου ότι εκείνο που πετυχαίνει ο καθένας στον μικρόκοσμό του είναι ένα συν για το σύνολο, και αφού μιλάμε για Μουσική, είναι πολύ περισσότερο ένα συν στην ίδια την ιστορία του μικρού σύμπαντος που φιλοξενεί αυτόν εδώ τον Χρόνο μας.
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΕΔΩ
Γιώργος Μουλουδάκης
14 Φεβρουαρίου 2013