ΕΠΕΤΕΙΑΚΟ ΤΕΤΡΑΠΤΥΧΟ ΜΑΕΣΤΡΩΝ ΓΙΑ ΤΟ 2014
1. Willy Ferrero –το «παιδί-θαύμα» των πόντιουμ
Το 2014 συμπληρώνονται 60 χρόνια από τον πρόωρο θάνατο του Ιταλο-Αμερικανού μαέστρου και συνθέτη Βίλλυ Φερρέρο (Πόρτλαντ Μαίην, ΗΠΑ 1906-Ρώμη 1954), ενός «παιδιού-θαύματος» που στις ηλικίες μεταξύ 4 και 7 ετών πραγματοποίησε εμφανίσεις μουσικής διεύθυνσης στο Παρίσι (ενώπιον ενός έκπληκτου και συγκινημένου Ζυλ Μασσνέ/1910), στη Ρώμη (ενώπιον του πάπα Πίου Ι’/ 1913) και στην Αγία Πετρούπολη (ενώπιον του τσάρουΝικολάου Β΄/ 1913). Ακολούθησαν συναυλίες του, το 1914 στο Λονδίνο (΄Αλμπερτ Χωλλ) και πάλι στο Βατικανό (1917), με απονομή ειδικού μεταλλίου από τον πάπα Βενέδικτο ΙΕ΄). Μεγάλες μουσικές προσωπικότητες της εποχής, όπως ο Ρώσσος συνθέτης Αλεκσάντρ Γκλαζούνοφ (1865-1936), διευθυντής του Ωδείου της Αγίας Πετρούπολης, και ο Ούγγρος βιολονίστας Λέοπολντ ΄Αουερ (1845-1930) εκφράστηκαν πολύ κολακευτικά για το ταλέντο του. Την περίοδο 1918-1924 πραγματοποίησε σπουδές στη Μουσική Ακαδημία της Βιέννης και ξεκίνησε καριέρα μαέστρου με τις κυριότερες ιταλικές συμφωνικές ορχήστρες, ως τον πρόωρο θάνατό του, χωρίς πάντως να έχει επιβεβαιώσει την αλματώδη σταδιοδρομία που προοιώνιζε η παιδική του ηλικία. Από τη δισκογραφία του (πρβλ. John Holmes, Conductors on record, Λονδίνο, A. Gollancz, 1982, σ. 187), σταχυολογούμε τις ερμηνείες του με την Ιταλική Εθνική Ραδιοφωνική/RAI (τότε EIAR) του Τορίνο σε έργα των Μουσσόργκσκυ (χορός Περσών σκλάβων από την “Xοβάντσινα»), Ρίμσκυ-Κόρσακοφ («Σεχραζάντ»), Ραβέλ («Μπολέρο»), με την Ορχήστρα της Σκάλας του Μιλάνου («Νύχτα στο φαλακρό βουνό» του Μουσσόργκσκυ), τη Συμφωνική του Μιλάνου («Τα φαιδρά καμώματα του Τιλλ Ωϋλενσπήγκελ» του Ρίχαρντ Στράουςς), αλλά και με την Κρατική (Ακαδημαϊκή) Συμφωνική της ΕΣΣΔ (Μπραμς, 4η Συμφωνία, 1ο μέρος 34ης Συμφωνίας του Μότσαρτ, Χορός των 7 πέπλων από τη «Σαλώμη» και Φαντασία σε θέματα βαλς του Ρ. Στράουςς, εισαγωγή «Σινιόρ Μπρουσκίνο» του Ροσσίνι, πρελούδιο 4ης πράξης από την «Χοβάντσινα» του Μουσσόργκσκυ, «Κικίμορα» του Λιάντοφ, Νυκτερινό του Μαρτούτσι- σε ηχογραφήσεις του 1951, στην αίθουσα συναυλιών του Ωδείου Τσαϊκόφσκυ της Μόσχας).-
2. Kαρλ φον Γκαράγκουλυ (1900-1984)
Τριάντα χρόνια συμπληρώνονται το 2014 από το θάνατο ενός αξιόλογου Ούγγρου μαέστρου που σταδιοδρόμησε κυρίως στις σκανδιναβικές χώρες (ως Σουηδός υπήκοος από το 1930), κυρίως κατά τις δεκαετίες του ’40 και ‘50. Βιολονίστας (μαθητής του Ανρί Μαρτώ [Henri Marteau, 1874-1934]) και αρχιμουσικός, ο Carl von Garaguly γεννήθηκε στη Βουδαπέστη το 1900 και σπούδασε στην Ουγγρική Κρατική Μουσική Ακαδημία (Βουδαπέστη) και στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία της Βιέννης. Νεότατος έγινε βιολονίστας στη Φιλαρμονική του Βερολίνου (1917-1918) καθώς και καθηγητής βιολιού στην προαναφερθείσα Ουγγρική Κρατική Ακαδημία (1918-1920). Μετά την πρώιμή του σολιστική καριέρα σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (1920-1923), έγινε εξάρχων βιολονίστας πρώτα στη Συμφωνική του Γκαίτεμποργκ (1923-1930) και στη συνέχεια στη Φιλαρμονική (μεταγενέστερα: Βασιλική Φιλαρμονική) της Στοκχόλμης (τότε Εταιρεία Συναυλιών της Στοκχόλμης), την περίοδο 1930-1940, ιδρύοντας παράλληλα (1940) το ονομαστό «Κουαρτέτο Γκαράγκουλυ» (με εξαιρετική ηχογράφηση μεταξύ άλλων του 4ου Κουαρτέτου του Ρόζενμπεργκ). Έγινε κύριος μαέστρος της Φιλαρμονικής της Στοκχόλμης την περίοδο 1941/42-1953, διαδεχόμενος το μεγάλο Γερμανό «εμιγκρέ» Φριτς Μπους (Fritz Busch, 1890-1951) –τον ίδιο διαδέχτηκε ένας άλλος σπουδαίος Γερμανός αρχιμουσικός με πλούσια δισκογραφία, ο Χανς Σμιτ-΄Ισσερστετ (Hans Schmidt-Isserstedt, 1900-1973). Στη συνέχεια ο φον Γκαράγκουλυ ορίστηκε κύριος μαέστρος της νορβηγικής Φιλαρμονικής του Μπέργκεν την περίοδο 1952/53-1958, καταλαμβάνοντας εκεί και τη θέση του μουσικού διευθυντή. Τέλος, μεταξύ 1965 και 1980 υπήρξε κύριος μαέστρος της (ιδρυμένης το 1963) δανέζικης Συμφωνικής της Νότιας Γιουτλάνδης. Aπό τις σωζόμενες δισκογραφήσεις του (κυρίως στις εταιρείες Tono, HMV και Vox/Turnabout) ξεχωρίζουν οι ερμηνείες του στο σκανδιναβικό συμφωνικό ρεπερτόριο (2η Συμφωνία και Μικρή σουίτα του Νήλσεν, 1η Συμφωνία του Σϊντινγκ, Μουσική για ορχήστρα του Λάρσσον. Κατά τον John Holmes (Conductors on record, Λονδίνο, A. Gollancz, 1982, σ. 219), η ερμηνεία της 2ης Συμφωνίας του Νήλσεν με τη Συμφωνική Ορχήστρα Συναυλιών του Τίβολι είναι εξαιρετική (“excellent performance”).
Ενθύμηση παλαιότερων μαέστρων
3. Ζαν Μεϋλάν (1915-1994) και Bίλφριντ Μπαίττσερ (1929-1994)
Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται το 2014 από το θάνατο δύο σημαντικών, αν και όχι ευρύτερα γνωστών, αρχιμουσικών του εικοστού αιώνα με αξιόλογη δισκογραφία, του γαλλόφωνου Ελβετού Jean Meylan και του Γερμανού Wilfried Boettscher (Böttscher). Αν και ελάχιστα τεκμήρια της τέχνης τους έχουν περάσει σε δίσκους ακτίνας (CDs), εν τούτοις οι ηχογραφήσεις τους σε δίσκους βινυλίου κατέχουν σημαντική θέση στην ιστορία της δισκογραφίας.
Γεννημένος στη Γενεύη, ο Μεϋλάν σπούδασε στο εκεί Ωδείο , ενώ παράλληλα παρακολούθησε νομικά στο Πανεπιστήμιο της γενέτειράς του, όπου σε νεαρή ηλικία ίδρυσε ορχηστρικό σύνολο. Υπήρξε μεταξύ 1940-1942 ο τελευταίος μαθητής του μεγάλου Αυστριακού μαέστρου Φέλιξ Βαϊνγκάρντνερ (1863-1942), ενώ παρακολούθησε και σεμινάρια μουσικής διεύθυνσης του Γερμανοπολωνού Καρλ Σούριχτ (1880-1967), στη Γενεύη επίσης, καθώς και του Πολωνοελβετού Πάουλ Κλέτσκι (1900-1973), στη Λωζάννη. Αρχικά μαέστρος της Ορχήστρας Δωματίου και του Μουσικού Κολλεγίου της Γενεύης από το 1941, στη συνέχεια έγινε (1947) κύριος μαέστρος της νεοϊδρυμένης (από τις συμμαχικές δυνάμεις κατοχής στη μεταπολεμική Γερμανία) Ραδιοφωνικής Συμφωνικής της Κολωνίας και κατόπιν της Ορχήστρας Δωματίου της Γενεύης (1953/54), ενώ από το 1957/58 ανέλαβε χορωδιακός μαέστρος και μουσικός διευθυντής της ΄Οπερας της Γενεύης. To 1958 τιμήθηκε με το βραβείο «΄Αρνολντ Μπαξ». Από τις δισκογραφήσεις του γνωστότερες είναι εκείνες στην Τσεχοσλοβακία (εταιρεία Supraphon) με την Τσεχική Φιλαρμονική (1η και 8η Συμφωνία του Μπετόβεν, εκτεταμένα αποσπάσματα από τη «Ροζαμούνδη» του Σούμπερτ) και τη Ραδιοφωνική Συμφωνική της Πράγας (αποσπάσματα από το μπαλλέτο «Σταχτοπούτα» του Προκόφιεφ). Η υπόλοιπη δισκογραφία του (κυρίως σε έργα Ελβετών μουσουργών) στον John Holmes (Conductors on record, Λονδίνο, A. Gollancz, 1982, σ. 447-448), που χαρακτηρίζει τις ερμηνείες του, ίσως με υπερβολική αυστηρότητα, “competent if not particularly distinguished”.
Ο Μπαίττσερ γεννήθηκε στη Βρέμη και αρχικά, μετά τις μουσικές του σπουδές στην Ανώτατη Μουσική Σχολή του Αμβούργου, ακολούθησε σταδιοδρομία βιολοντσελλίστα, ως μαθητής των μεγάλων Πάμπλο Καζάλς, Πιερ Φουρνιέ και Πωλ Τορτελιέ, στο Παρίσι. Διετέλεσε σε νεαρή ηλικία πρώτος τσελλίστας της Ραδιοφωνικής Ορχήστρας της Βρέμης και της ΄Οπερας του Αννόβερου (1956-1958) και στη συνέχεια έγινε καθηγητής βιολοντσέλλου , ενορχήστρωσης και μουσικής δωματίου στις Μουσικές Ακαδημίες της Βιέννης (1958-1965) και του Αμβούργου (από το 1965). Το 1959 είχε ιδρύσει το συγκρότημα μουσικής δωματίου «Σολίστες της Βιέννης», με ντεμπούτο στο Φεστιβάλ του Ζάλτσμπουργκ το 1964 και με περιοδείες στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία, ενώ την περίοδο 1967-1971/72 έγινε κύριος μαέστρος της Συμφωνικής του Αμβούργου, διευθύνοντας έκτοτε με πρόσκληση σημαντικές ευρωπαϊκές και αμερικανικές ορχήστρες (π.χ. την Ιταλική Εθνική Ραδιοφωνική Συμφωνική/RAI του Τορίνο, ως κύριος προσκεκλημένος μαέστρος της από το 1974), καθώς και παραστάσεις στην Κρατική ΄Οπερα του Αμβούργου, τη Γερμανική ΄Οπερα του Βερολίνου και την Κρατική Όπερα της Βιέννης, καθώς επίσης και σε ιταλικούς οπερατικούς οργανισμούς. Στην όψιμη περίοδο της καριέρας του, την σαιζόν 1986/87, υπήρξε κύριος προσκεκλημένος αρχιμουσικός της βρεταννικής «Βόρειας Συμφωνικής» (“Northern Sinfonia”), στο Νιούκαστλ. Από τη σημαντική δισκογραφία του (στις εταιρείες Philips, Vox/Turnabout, Nonesuch κ.ά.- τέλη δεκαετίας ’50 έως αρχές δεκαετίας ‘70), με ερμηνείες που χαρακτηρίζονται “graceful and admirable” από τον Holmes (ό.π., σ. 74-75, με αναλυτική δισκογραφία του), ξεχωρίζουν οι συνοδείες του (τέλη δεκαετίας ’50 και δεκαετία ’60) στους πιανίστες ΄Αλφρεντ Μπρέντελ (Μότσαρτ, 19ο και 20ό Κονσέρτο/ Ορχήστρα Λαϊκής ΄Οπερας Βιέννης- Μπετόβεν, 1ο Κονσέρτο και Χορωδιακή Φαντασία/ Φιλαρμονική και Χορωδία Στουττγάρδης) και Μεναχέμ Πρέσσλερ (Μότσαρτ, 17ο και 24ο Κονσέρτο/ Ορχήστρα Δωματίου Φεσιβάλ Βιέννης-Concert Hall), οι Συμφωνίες αρ. 6,7,8,15,16 και 17 του Χάυντν, οι Σερενάτες αρ. 6 «Νοττούρνα» και 9 «Κυνηγητικό κέρας» του Μότσαρτ (Ορχήστρα Δωματίου Φεστιβάλ Βιέννης), η Συμφωνία του Κερουμπίνι και η 1η Συμφωνία του Βέμπερ (Νέα Φιλαρμόνια Λονδίνου).-
4. Edmund Nick και Carmen Dragon
Ήσσονες μαέστροι σημασίας και προσφοράς
Το 2014 έχουμε σημαντικές επετείους μεγάλων αρχιμουσικών του διεθνούς στερεώματος, αφού συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του Ιταλού Κάρλο- Μαρία Τζιουλίνι (Carlo-Maria Giulini, 1914-2005), του Ούγγρου Φέρεντς Φρίτσαϋ ή Φρίκσαϋ (Ferenc Friscay, 1914-1963), του Τσέχου Ράφαελ Κούμπελικ (Rafael Kubelik, 1914-1996), του Αυστριακού Κουρτ Βοςς (Kurt Wöss, 1914-1987), του Γερμανού ΄Οττο Μάσερατ (Otto Matzerath, 1914-1963), του Λετοννού ΄Αρβιντ Γιάνσονς –πατέρα του διάσημου μαέστρου της εποχής μας Μάριςς Γιάνσονς (Arvid Jansons, 1914-1984), του (και συνθέτη) Πολωνού Αντρζέι Πανούφνικ (Andrzej Panufnik, 1914-1991), του Ρώσσου Κίριλλ Κοντράσιν (Kirill Kondrashin, 1914-1981) και του Γαλλο-Αμερικανού χοράρχη Ρότζερ Βαγκνέρ (Roger Wagner, 1914-1992), ενώ επίσης κλείνουν τα 50χρονα από το θάνατο του Γάλλου Πιερ Μοντέ (Pierre Monteux, 1875-1964), του Ρώσσου Αλεξάντρ Μέλικ-Πάσαγυεφ (Aleksandr Melik-Pashayev, 1905-1964), του Ιταλού Γκαμπριέλε Σαντίνι (Gabriele Santini, 1886-1964) και του Ρουμάνου Γκεόργκιε Γκεοργκέσκου (Georghie Georgescu, 1887-1964). Χωρίς αμφιβολία οι δισκογραφικές εταιρείες σ΄όλον τον κόσμο με την ευκαιρία αυτή θα κυκλοφορήσουν πολλές από τις αλησμόνητες συμφωνικές, χορωδιακές ή οπερατικές ερμηνείες τους.
Στο σημείωμά μας αυτό όμως θα θέλαμε να αναφερθούμε σε δύο όχι τόσο γνωστούς στη δισκογραφία και κάπως «λησμονημένους» αρχιμουσικούς (και συνθέτες) που διακρίθηκαν σε συνθέσεις, αλλά και διασκευές, ελαφράς έντεχνης μουσικής, η οποία κατέχει σημαντικό ρόλο στην εν γένει προσπάθεια «πλησιάσματος» του ευρύτερου ακροαματικού κοινού με τον κόσμο της κλασσικής μουσικής: τον Γερμανό μαέστρο και συνθέτη ΄Εντμουντ Νικ (Edmund Nick, Ράιχενμπεργκ 1891-Γκέρετσρηντ 1974), από του οποίου το θάνατο συμπληρώνονται εφέτος 40 χρόνια, και τον Αμερικανό Κάρμεν Ντράγκον (Carmen Dragon, Αντιόχεια Καλιφόρνιας 1914-Λος ΄Αντζελες 1984), του οποίου έχουμε διπλή επέτειο: τα 100 χρόνια από τη γέννηση και τα 30 από το θάνατο.
Ο Νικ, συνθέτης ο ίδιος αξιόλογων οπερεττών και μουσικών κωμωδιών, υπήρξε διοικητικός παράγων και ερευνητής-συγγραφέας μουσικοκριτικός σε έγκριτα γερμανικά περιοδικά και εφημερίδες. Εκτός από τις σπουδές του στη Μουσική Ακαδημία της Βιέννης και στο Ωδείο της Δρέσδης, έγινε και διδάκτορας νομικής του αυρταικού Πανεπιστημίου του Γκρατς, το 1918. Αρχικά μαέστρος του Οπερατικού Θεάτρου του Μπρέσλαου (σημ. Βρότσλαβ Πολωνίας), το 1921-1924, καθώς και προϊστάμενος στη Ραδιοφωνία της Σιλεσίας, το 1924-1933, έγινε κατόπιν μουσικός διευθυντής του Λαϊκού Οπερατικού Θεάτρου του Βερολίνου (1936-1940) και αργότερα κύριος αρχιμουσικός του Κρατικού Θεάτρου Οπερέττας της Βαυαρίας (1947-1949), αλλά και καθηγητής στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής και Θεάτρου του Μονάχου (1949-1952), ενώ ο τελευταίος διοικητικός του διορισμός μεταξύ 1952 και 1956 υπήρξε εκείνος του προϊσταμένου της Δυτικογερμανικής Ραδιοφωνίας στην Κολωνία. Από τις δισκογραφήσεις του κλασσικού ρεπερτορίου σημειώνουμε εκείνες των Ουγγρικών Ραψωδιών τουΛιστ, στην Deutsche Grammophon.
Aξιόλογη επίσης περίπτωση διασκευαστή ελαφράς έντεχνης μουσικής («ποπς»), με μεγάλες επιτυχίες στη σύνθεση μουσικής για «μιούζικαλς» και για τον κινηματογράφο, υπήρξε και ο Ντράγκον, συγκάτοχος με τον Μόρρις Στόλοφφ βραβείου ‘ Οσκαρ» το 1944, ενώ επίσης το 1964 βραβεύτηκε και με «΄Εμμυ». Μεγάλη υπήρξε η προσφορά του στη διάχυση της κλασσικής μουσικής σε νεανικά ακροατήρια διαμέσου της πολύχρονης ραδιοφωνικής του εκπομπής “The Standard School Broadcast”, στο NBC (από το 1928 ως τη δεκαετία του ’70), όπου διηύθυνε τακτικά κατά τη δεκαετία του ’50 επί μια δεκαετία τη Συμφωνική Ορχήστρα του Χόλλυγουντ Μπόουλ, με αρκετές σημαντικές ηχογραφήσεις για την εταιρεία Capitol –μερικές από αυτές έχουν επανακυκλοφορήσει σε CDs της EMI. Τέλος, στη Βρεταννία διηύθυνε δύο σπουδαίες λονδρέζικες ορχήστρες, τη Βασιλική Φιλαρμονική (την ορχήστρα του Μπήτσαμ) και τη Συμφωνική του BBC.-
Αλέξιος Γ.Κ. Σαββίδης
asavv@otenet.gr
Ιούνιος 2014
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας