[Μουσικές Αναφορές]
Για τη χρησιμότητα της μουσικής
Είχα διαβάσει μήνες πριν στην εφημερίδα «το Βήμα» άρθρο, που υποστήριζε ότι η εκμάθηση μουσικών οργάνων ακονίζει εντυπωσιακά το μυαλό, βοηθά στην πρόσληψη των ξένων γλωσσών και στη χρήση της μητρικής μας γλώσσας, ενισχύει την αφομοίωση που προέρχεται από οποιασδήποτε ανάγνωση, μας βοηθάει να χρησιμοποιήσουμε αναλυτικά κάθε προσλαμβάνουσα, οργανώνει την ομιλία, μας κρατά συγκεντρωμένους και αποδοτικούς ακόμα και σε περιβάλλοντα όπου επικρατούν συγχύσεις και θόρυβοι. Αυτά δεν τα έγραφε κάποιος φιλόμουσος δημοσιογράφος, αλλά ήταν αποτελέσματα σοβαρών πανεπιστημιακών ερευνών στο Ιλλινόι. Οι επικεφαλής της έρευνας συνιστούσαν μάλιστα σε όλα τα σχολεία να προσπαθήσουν να προσθέσουν οπωσδήποτε μαθήματα μουσικών οργάνων, επανεξετάζοντας το ρόλο της μουσικής και της διδασκαλίας οργάνων στην ψυχολογική και εγκεφαλική απόδοση των παιδιών. Η μουσική πρακτική γυμνάζει πολλές συγχρόνως οργανικές λειτουργίες, όπως η γυμναστική προσφέρει σωματική και όχι μόνον, ευεξία. Η νευρωνική δράση των παιδιών που μαθαίνουν να παίζουν μουσικά όργανα αποδεικνύεται αρτιότερη των άλλων παιδιών.
Ήταν βέβαια γνωστό από προηγούμενες έρευνες ότι οι μουσικοί χάρη στην άσκηση του οργάνου που παίζουν αναπτύσσουν συναισθηματικές διαβαθμίσεις, ακουστικές ικανότητες και σωματικές ευελιξίες, μαθαίνουν γρηγορότερα και θυμούνται περισσότερο. Η ενεργοποίηση ακουστικής και οπτικής μνήμης και η άσκηση της προσοχής δια μέσου της μουσικής, θυμάμαι να είχε απασχολήσει ήδη από την δεκαετία του 80. Κάθε έρευνα όμως μπορεί να πηγαίνει και λίγο πιο πέρα και αυτό είναι σπουδαίο.
Περνώντας σε μια άλλη χρήση της μουσικής άκρως βοηθητική και θεμελιώδους αξίας για κάποια παιδιά, θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τη βοήθεια που προσφέρει τα τελευταία σαράντα χρόνια, στα παιδιά με ειδικές ή ιδιαίτερες ανάγκες. Από τον Ζακ Νταλκρόζ (1921-1977) ήδη εκτιμούμε την υποστηρικτική δύναμη της μουσικής άσκησης σε αυτές τις κατηγορίες ατόμων. Ο Νταλκρόζ βέβαια, στα μέσα του εικοστού αιώνα δεν είχε πολλές έρευνες να τον επιβεβαιώνουν, αλλά παρατηρούσε και υπερασπιζόταν ότι η μουσική, επειδή εμπεριέχει δυναμική και έκφραση, μελωδία, ρυθμό, άρα στηρίζεται σε ισορροπίες ανάλογες αυτών της φύσης, επηρεάζει και βοηθά άμεσα την κίνηση και το σώμα του ανθρώπου. Στους συνεργάτες και μαθητές του πρότεινε κινητικές ασκήσεις που έχουν στόχο να συντονίσουν τους μυς με τις νευρικές αντιδράσεις και να εναρμονίσουν το πνεύμα με το σώμα. Αυτές οι ασκήσεις προφέρουν σταδιακά κι άλλες καλές υπηρεσίες, από εκεί και πέρα. Το σώμα πρώτο, αποκτά εμπειρία καθώς οι ασκήσεις αυτές ενισχύουν την ακουστική ευαισθησία, την ρυθμική συναίσθηση, την ευαισθητοποίηση των αισθήσεων και την έκφραση της συγκίνησης .
Η μέθοδος ή σύστημα Νταλκρόζ κρίθηκε αρχικά σαν μέθοδος για την εξάσκηση των καλλιτεχνικών επιτευγμάτων που θα είχε προϋπόθεση την ελεγχόμενη αυστηρά καλύτερη μουσική εκπαίδευση στα ωδεία. Παρ’ όλα αυτά, σύντομα εξελίχτηκε σε εκπαιδευτική και συγχρόνως θεραπευτική μέθοδο χάρη στην προσωπική του εμπειρική προσπάθεια να στηριχτεί στην επικοινωνιακή δύναμη της μουσικής. Αυτός είναι και ο λόγος που η Ρυθμική Νταλκρόζ εφαρμόζεται σήμερα σε ωδεία, σε σπουδαίες σχολές χορού, στην εκπαίδευση και στην ειδική αγωγή, καθώς και σε κέντρα αποκατάστασης και θεραπείας παιδιών και ενηλίκων με δυσκολίες ή και ψυχοσωματικές παθήσεις.
Η αυτιστική μοναχικότητα βοηθιέται πολύ από τη μουσική και συνεπικουρείται από την απαγγελία και την ανάλυση έργων και λογοτεχνικών σελίδων προσδιορίζοντας τρόπους εναλλακτικής προσέγγισης της ανθρώπινης φύσης και της ψυχής.
Από αρχαίας εποχής η μουσική θεραπεία ήταν αποδεκτή, εξ άλλου τη μουσική την έστελναν οι θεοί στον κόσμο, τόσο στους Έλληνες, όσο και στους Ινδούς, που ο Βράχμα και η δημιουργική του δύναμη Σαρασβάτι πρόσφερε μουσική για δώρο. Στην Κίνα ο Φου Χσι και η Νου Βα, έφεραν τη μουσική που αργότερα ανέπτυξε ο Χουανγκ Τι. Όσο για τους Χαλδαίους πίστευαν ότι η μουσική είναι δώρο του θεού Βήλο και τους κανόνες της τους θέσπισε ήδη ο πρώτος νομοθέτης, ο Οάνι. Οι Αιγύπτιοι πίστευαν ότι η μουσική χαρίστηκε από την Ίσιδα και τον Όσιρη.
Σκοπός της μουσικής στην αρχαιότητα δεν ήταν η ικανοποίηση παθών αλλά η χαλιναγώγησή τους. Δεν πίστευαν τότε στη δύναμη της ικανοποίησης των υποκειμενικών συναισθημάτων ούτε καν του καλλιτέχνη, που έπρεπε να υπηρετεί το καλό. Η μουσική είχε αξία επειδή εκπαίδευε και ηθικά διαπαιδαγωγούσε, επομένως μπορούσε να αποκαταστήσει τις αδυναμίες της φύσης . Στην αρχαία Ελλάδα ο Όμηρος διηγείται πως ο Οδυσσέας τραγουδούσε για να καταπραΰνει τις πληγές του και με τις επωδούς τραγουδούσε για να γλυκάνει τις αρρώστιες. Για τον Ορφέα λέγεται πως ήταν μεγάλος θεραπευτής. Η πανώλη στην Τροία καταπολεμήθηκε τραγουδώντας ενώ ο Απόλλων και ο Ασκληπιός ήταν ο πατέρες των μουσών. Ο Θεόφραστος γράφει ότι η μουσική χρησιμοποιείται από γιατρούς – μουσικούς για να γιατρέψουν λιποθυμίες, διαταραχές του ύπνου, οσφυαλγίες. Ο Πυθαγόρας, τους άρρωστους ψυχικά τους παρηγορούσε με μουσική και είχε και τραγούδια φτιαγμένα να διορθώνουν σωματικά πάθη, να ημερώνουν την οργή και να πολεμούν τα πάθη. Αλλά και στην Παλαιστίνη θυμόμαστε ότι ο Δαυίδ θεράπευε τη διαρκή θλίψη του Σαούλ παίζοντας άρπα, έτσι μάθαμε από τα ιδιότυπα ιστορικά κείμενα του σχολείου, αν και μουσική στο σχολείο δεν μάθαμε, είναι σίγουρο.
Η μουσική χρησιμοποιήθηκε ανέκαθεν λοιπόν σαν θεραπευτικό μέσο των δυσαρμονιών που εμφανιζόταν σε νοητικό, ψυχολογικό, ακόμα και σωματικό επίπεδο.
Πολλούς αιώνες μετά, η έρευνα αποδεικνύει πολλά σχετικά με τα θέματα της δύναμης της μουσικής. Το πιο… προκλητικό είναι ίσως το αποτέλεσμα βιεννέζικης έρευνας γύρω στο 1980, ανάμεσα σε τρεις ορχήστρες, μιας που έπαιζε αποκλειστικά σύγχρονα έργα για χρόνια και που εμφάνισαν οι μουσικοί της το μεγαλύτερο ποσοστό σωματικών και ψυχικών προβλημάτων - διαταραχών, μιας άλλης με κλασικό συμφωνικό ρεπερτόριο όπου τα ποσοστά διαταραχών ήταν αμελητέα και μιας τρίτης που οι μουσικοί της πρακτικά δεν επηρεάζονταν καθόλου από το ρεπερτόριο της, ελαφρές οπερέτες και μουσική σαλονιού. Άλλες έρευνες απέδειξαν την ίδια εποχή, τις ανίατες ακουστικές και ψυχικές βλάβες που προκαλούνται στους ντισκ τζόκεϊ από τη μουσική των ντισκοτέκ ενώ στα τέλη του 80 έρευνα απέδειξε την καταστροφή της αντιδραστικότητας και της τρυφερότητας στη συμπεριφορά των νέων που ακούν σκληρά είδη μουσικής και τη βαθμιαία μεταστροφή του αισθήματος της συγκίνησης που προκαλεί το ωραίο.
Αλλά, γιατί μας αρέσει η μουσική που μας αρέσει; Στην ερώτηση θα απαντήσει ένας έλληνας γνωστός επιστήμονας και μουσικός, ο καρδιολόγος του Ωνασείου καρδιολογικού κέντρου Αθανάσιος Δρίτσας, συνάμα εκλεκτός συνθέτης και συγγραφέας, στην εκδήλωση που θα φιλοξενηθεί στο Ωδείο Φ. Νάκας της Γλυφάδας, στις 19 Μαρτίου, στις 7μμ. Ο ομιλητής θα μας αποκαλύψει τα μυστικά του ανθρώπινου οργανικού συστήματος και τη συσχέτισή τους με το μουσικό αίσθημα. Και έχει πολύ, μα πάρα πολύ ενδιαφέρον!!!
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
Φεβρουάριος 2011