Για το ρεσιτάλ του Μιχάλη Κονταξάκη στη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία
(19/01/2013)
Ο Μιχάλης Κονταξάκης αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους πιο χαρισματικούς σολίστες τόσο στον εγχώριο όσο και στο διεθνή κιθαριστικό στίβο, γεγονός που πιστοποιεί η μέχρι τώρα πλήρης διακρίσεων πορεία του. Αρκεί μονάχα να ρίξει κανείς μια πρόχειρη ματιά στο βιογραφικό του στο οποίο αναγράφονται μεταξύ άλλων κατακτήσεις διεθνών βραβείων (το 2005 μάλιστα αποτέλεσε τον πρώτο Έλληνα κιθαριστή που του απονεμήθηκε το 1ο βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό ¨Francisco Tarrega¨) καθώς και συμπράξεις με πλήθος ορχηστρών, ξεχωριστών μουσικών (βλ. το εξαιρετικά ενδιαφέρον συγκρότημα, Encardia) καθώς και κιθαριστών (βλ. Dejan Ivanovich).
Το ρεσιτάλ του στις 19/1 στον όμορφο και κατάμεστο χώρο της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας της οδού Σίνα, αποτέλεσε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να τον παρακολουθήσω για πρώτη φορά σε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα μιας και μετά τη συναυλία-παρουσίαση του δίσκου του TaR (όπου είχε ερμηνεύσει αποσπάσματα από το έργο του Περικλή Κούκου "Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας"), δεν είχε τύχει να ξαναβρεθώ σε κάποια εμφάνισή του.
Από την αρχή λοιπόν του ρεσιτάλ και με την ακρόαση της 2ης σονάτας για κιθάρα ¨Royal Winter Music¨ του πρόσφατα εκλιπόντος μαρξιστή συνθέτη, διανοούμενου και παιδαγωγού, Hans Werner Henze (1926-2012), ήταν εμφανές πως το κοινό επρόκειτο να παρακολουθήσει ένα ρεσιτάλ υψηλοτάτου επιπέδου. Τόσο με την ακρόαση του εν λόγω έργου όσο και με την ακρόαση της ¨Rossiniana no. 1¨ του Mauro Giuliani (1781-1829), η εκτίμηση που μπορεί να αποκομίσει κανείς από τις ηχογραφήσεις του καλλιτέχνη ενισχυόταν μιας και πρόκειται για μουσικό με ηχόχρωμα μοναδικό και ευκόλως αναγνωρίσιμο το οποίο συμπλέει αρμονικά με την αψεγάδιαστη τεχνική του.
Μετά το διάλειμμα, το πρόγραμμα συμπεριελάμβανε το έργο ¨Collectici intim¨ του Vicente Asencio (1908-1979) καθώς και τη Sonata για κιθάρα του εκτελεσθέντος από το καθεστώς του Ισπανού δικτάτορα Franco, Antonio Jose (1902-1938). Ενδιαφέροντα και εξόχως ερμηνευμένα και τα δύο, αποτέλεσαν μαζί και με το Α’ μέρος του ρεσιτάλ ένα σύνολο προσανατολισμένο -πλην της ¨Ροσινιάνας¨ του Giuliani- στη λιγότερο ¨εύκολη¨ για τον ακροατή μουσική παραγωγή του 20ου αι. κάτι που όμως σε κανένα σημείο δεν κούρασε μιας και οι ερμηνευτικές ικανότητες και παρεμβάσεις του Κονταξάκη κρατούσαν αμείωτο το ενδιαφέρον όλων των παρευρισκομένων. Εξίσου ενδιαφέρον κρίνεται και το σύντομης διάρκειας encore μιας και ακούσαμε τις σε διασκευή Γεράσιμου Μηλιαρέση ¨2 μινιατούρες¨ για πιάνο του Γ.Α Παπαϊωάννου (1910-1969) καθώς και την ¨Rosita¨ του Francisco Tarrega (1852-1909).
Ο Μιχάλης Κονταξάκης λοιπόν απέδειξε εμπράκτως για ακόμη μια φορά πως μόνο τυχαία δεν είναι τα διθυραμβικά σχόλια που έχει αποσπάσει οπουδήποτε κι αν έχει εμφανιστεί. Η συνέχεια σε συναυλιακό αλλά και σε δισκογραφικό επίπεδο αναμένεται και προβλέπεται ανάλογη.
Παρακάτω ακολουθεί σύντομη συνομιλία με τον κιθαριστή σχετικά με τα έργα που επέλεξε να ερμηνεύσει στον εν λόγω ρεσιτάλ:
Για τη Royal Winter Music (2η Σονάτα) του H. W. Henze:
Θεωρώ πως ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να αποδοθεί το εν λόγω έργο ζωντανά μιας και ο συνθέτης απεβίωσε πρόσφατα και πιο συγκεκριμένα, τον περασμένο Οκτώβρη. Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, είχα αποφασίσει να παίξω το έργο αυτό πριν το θάνατό του, περίπου στα τέλη Σεπτέμβρη με αρχές Οκτώβρη. Πρόκειται για ιδιαίτερα απαιτητική σονάτα και ίσως να τη μελέτησα και για μικρό χρονικό διάστημα σε σχέση με αυτό που θα έπρεπε. Ο Henze, ως συνθέτης και άνθρωπος, ήταν ιδιαίτερα αμφιλεγόμενος με φανατικούς φίλους αλλά και εξίσου φανατικούς εχθρούς. Αυτό που μένει όμως στο τέλος, είναι πως πιθανότατα πρόκειται για τον κορυφαίο Γερμανό συνθέτη των τελευταίων ετών. Άρα θα μπορούσαμε να πούμε πως η έντονη αμφισβήτηση που δέχθηκε είχε να κάνει με τη μαρξιστική ιδεολογία του, τις ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές του προτιμήσεις αλλά και με τη γενικότερη νοοτροπία του, στοιχεία που συνδυασμένα δημιουργούσαν μια ¨προκλητική¨ συμπεριφορά. Κάτι που πρέπει επίσης να σημειωθεί και θα βοηθήσει στην εξαγωγή περαιτέρω συμπερασμάτων, είναι και η με το ¨έτσι θέλω¨ από μέρους του χιτλερικού πατέρα του εγγραφή του στη νεολαία του ναζιστικού κόμματος της Γερμανίας, γεγονός που του κληροδότησε μια πλήρη απέχθεια για το γερμανικό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, ακόμα και μετά την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Το συγκεκριμένο έργο λοιπόν επιλέχθηκε κυρίως διότι ήθελα οπωσδήποτε να παίξω κάτι δικό του. Η σονάτα αποτελεί το 2ο μέρος ενός κύκλου, του οποίου το 1ο είναι και το σχετικά πιο δημοφιλές με τη διάρκειά του όμως να είναι ιδιαίτερα μεγάλη (30 λεπτά) και άρα απαγορευτική για ένα τέτοιο ρεσιτάλ. Η διάρκεια της 2ης σονάτας είναι και αυτή σχετικά μεγάλη (λίγο παραπάνω από 20 λεπτά), συνεπώς επέλεξα να ξεκινήσω με αυτήν ούτως ώστε το κοινό να την ακούσει με ¨φρέσκα¨ και ¨ξεκούραστα¨ αυτιά. Θεωρώ έτσι πως πρόκειται για ό,τι πιο σημαντικό είχα να ερμηνεύσω στο ρεσιτάλ αυτό, δεδομένου επίσης πως τις σονάτες των M. Guiliani και A. Jose τις έχω ερμηνεύσει αρκετές φορές κατά το παρελθόν.
Για τη ¨Rossiniana no.1¨ του Mauro Giuliani:
Το έργο αυτό θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω ως μια μικρή επιβράβευση προς το κοινό για την προσοχή και την υπομονή του στην ακρόαση της σονάτας του Henze. Παίρνει στοιχεία από τρεις όπερες περιέχοντας σημεία λυρικά, δεξιοτεχνικά αλλά και χιουμοριστικά. Η ποικιλία των ακουσμάτων είναι και το χαρακτηριστικό που κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον του ακροατή παρά τη μεγάλη διάρκεια. Συνολικά θα χαρακτήριζα τη σύνθεση ¨χαριτωμένη¨ και θεωρώ τον χαρακτηρισμό αυτόν και ως τον καταλληλότερο.
Για το β’ μέρος του ρεσιτάλ:
Τα έργα αυτά είναι μεν του 20ου αι., όμως δε θα τα χαρακτήριζα σε καμία περίπτωση σύγχρονα, αλλά ιμπρεσιονιστικά. Και τα δύο είναι γραμμένα από Ισπανούς συνθέτες με εκείνο του V. Asencio να διαθέτει πιο πολλά τυπικά ισπανικά στοιχεία. Στη σονάτα του A. Jose θα ταίριαζε περισσότερο ο χαρακτήρισμός του ¨νεορομαντικού¨. Συνολικά, δε θα τα χαρακτήριζα ούτε εύκολα αλλά ούτε και δύσκολα ως ακούσματα. Δε σου κρύβω, πως μεγαλύτερο άγχος για τη ροή του προγράμματος είχα για αυτό το μέρος του ρεσιτάλ μιας και στο α’ μέρος, αφενός το κοινό είναι ξεκούραστο και αφετέρου είναι τέτοια η συνθετική αντίθεση μεταξύ των Henze και Guiliani που δε θα ήταν δυνατό να κουραστεί κάποιος με το έργο του πρώτου και ταυτόχρονα να κουραστεί και με τη ¨Rossiniana¨. Άρα τελικά, ίσως το β’ μέρος να ήταν πιο ¨βαρύ¨ μιας και διαθέτει δύο ισπανικά ιμπρεσιονιστικά έργα και άρα μικρότερη ποικιλία ακουσμάτων. Παρ’ όλα αυτά, δε θα μπορούσε να αλλάξει η σειρά δεδομένου του ότι και τα 2 πρώτα έργα έχουν άμεση σχέση με το θέατρο -του Giuliani με το λυρικό και τον Rossini, του Henze με τον Shakespeare-.
Για το αν θεωρεί ρίσκο τον προσανατολισμό του προγράμματος στο ρεπερτόριο του 20ου αι. και άρα σε πιο δύσκολες για τον ακροατή φόρμες:
Από την άποψη αυτή, υπήρχε ένα ρίσκο, κυρίως για τη σονάτα του Henze. Να ξεχωρίσουμε όμως κάτι: η μουσική του 20ου αι. και η σύγχρονη αποτελούν δύο διαφορετικές μεταξύ τους έννοιες. Σύγχρονη μουσική -με την αυστηρή έννοια του όρου- θεωρώ μονάχα το 3ο μέρος της εν λόγω σονάτας. Τα δύο πρώτα μέρη, αν και συνολικά είναι ατονικά, ακουμπάνε σε διάφορα σημεία στην τονικότητα και δε νομίζω πως τελικά ήταν ιδιαίτερα δύσκολα για τον ακροατή που έχει εξοικειωθεί με το ρεπερτόριο της κιθάρας γενικότερα. Άλλωστε, ας μην ξεχνάμε πως η κιθάρα βασίζεται πάρα πολύ στη συνθετική παραγωγή του 20ου αι.
Σταύρος Κουδουνάς
koudounas.tar@gmail.com
Ακολουθεί κείμενο του Μιχάλη Κονταξάκη, σχετικό με τα έργα του ρεσιτάλ:
Λίγα λόγια για το πρόγραμμα…
Ο Hans Werner Henze (1926-2012) είναι ίσως ο σημαντικότερος Γερμανός συνθέτης των τελευταίων χρόνων. Υπήρξε εξαιρετικά παραγωγικός καθώς στον κατάλογο των έργων του περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός από όπερες, μπαλέτα, συμφωνίες, κοντσέρτα κ.α. Το 1953 εγκαταλείπει τη Γερμανία, όπου είχε τεθεί στο περιθώριο κυρίως εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων (ήταν Μαρξιστής και αργότερα μέλος του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος), για να εγκατασταθεί στην Ιταλία. Μεταξύ των έργων του για κιθάρα ξεχωρίζουν χωρίς αμφιβολία οι δύο σονάτες βασισμένες σε Σαιξπηρικούς χαρακτήρες με τον τίτλο “Royal Winter Music”. Ο Henze συνέθεσε το εξαιρετικά απαιτητικό αυτό έργο μετά από παρότρυνση του βρετανού κιθαριστή Julian Bream. Η δεύτερη σονάτα ολοκληρώθηκε το 1979 και είναι τριμερής με το πρώτο μέρος να είναι αφιερωμένο στον Σερ Άντριου, τον αφελή αλλά καλοσυνάτο ήρωα από τη «δωδέκατη νύχτα». Κωμικός και δραματικός ρόλος ταυτόχρονα, προκαλεί το γέλιο με την ομιλία και την εμφάνισή του και τη συμπάθεια για την αξιολύπητη κατάστασή του.
Hans Werner Henze
Το έργο ξεκινάει με ένα πένθιμο εμβατήριο σε μι ελάσσονα και σταδιακά η τονικότητα καταρρέει καταδεικνύοντας έτσι την αποτυχία του Σερ Άντριου στη ζωή. Το δεύτερο μέρος έχει τίτλο «Το όνειρο του Μπότομ» από το «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας». Περιγράφει μια κατάσταση γαλήνιου ύπνου και δίνει την αίσθηση μιας ευχάριστης χαλάρωσης χρησιμοποιώντας απλό μουσικό υλικό που συχνά διακόπτεται από μεγάλες παύσεις. Στο τρίτο μέρος σκιαγραφείται η ασταθής κατάσταση του μυαλού της λαίδης Μάκβεθ η οποία καταλαμβάνεται από φοβερές νευρικές κρίσεις αφού πρώτα έχει προτρέψει τον άντρα της να διαπράξει φόνο με σκοπό να κερδίσουν το θρόνο. Το πανούργο σχέδιο πετυχαίνει αλλά το ζεύγος Μάκβεθ τιμωρείται σκληρά. Ο Henze έφυγε από τη ζωή στις 27 Οκτωβρίου 2012 και το αποψινό ρεσιτάλ είναι αφιερωμένο στη μνήμη του.
Mauro Giuliani
Η τεράστια επιτυχία που είχαν οι όπερες του Gioacchino Rossini στις αρχές του 19ου αιώνα ενέπνευσε τον Liszt, τον Chopin, τον Schubert, τον Paganini και άλλους, να συνθέσουν πάνω σε δημοφιλείς του άριες. Ο Mauro Giuliani (1781-1829), ο ιταλός βιρτουόζος της κιθάρας, που γνώριζε προσωπικά τον Rossini, εξέδωσε μεταξύ 1822 και 1823 έξι τέτοιου είδους έργα για σόλο κιθάρα υπό τον τίτλο “Rossiniana”. Η Rossiniana no 1 περιέχει υλικό από τις όπερες «Οθέλλος», «η Ιταλίδα στο Αλγέρι» και «Αρμίδα».
Vicente Asencio
Αφιερωμένο στον Ισπανό κιθαριστή Narciso Yepes το έργο “Collectici intim” (η οικεία συλλογή) είναι το γνωστότερο έργο για κιθάρα του Vicente Asencio.Ο συνθέτης από τη Βαλένθια έδωσε στα πέντε μέρη του έργου τίτλους που αντανακλούν συγκεκριμένες συναισθηματικές καταστάσεις. La Serenor (η γαλήνη), La Joia (η χαρά), La Calma (η ηρεμία), La Gaubança (η ευχαρίστηση), La Frisança (η βιασύνη). Τρία από τα μέρη (La Serenor, La Calma, La Gaubança) γράφτηκαν αρχικά για ορχήστρα. Στη συνέχεια ο συνθέτης τα μετέγραψε πρώτα για πιάνο και στη συνέχεια για κιθάρα. Τα άλλα δύο μέρη συνετέθησαν εξαρχής για κιθάρα για να συμπληρωθεί η συλλογή.
Antonio José
Ο Maurice Ravel φέρεται να έχει δηλώσει: “Ο Antonio José (1902-1936) θα γίνει ο Ισπανός συνθέτης του αιώνα μας”. Ο José γεννήθηκε στο Burgos της Ισπανίας. Συνδέθηκε φιλικά με τον Salvador Dali και τον Federico Garcia Lorca με τον οποίο είχε την ίδια μοίρα (εκτελέστηκε από το στρατό του Franco). Η σονάτα για κιθάρα, έργο του 1933 και αφιερωμένη στο Regino Sainz de la Maza, είναι αναμφίβολα το πιο δημοφιλές έργο του.
Μιχάλης Κονταξάκης
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ ΣΤΟ ΤaR:
ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΝΤΑΞΑΚΗΣ - Συνέντευξη στην Τίνα Βαρουχάκη