ΓΙΑ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ
21 Αυγούστου 1903 - 17 Ιανουαρίου 1984
(110 χρόνια από τη γέννησή του)
Στο ιδιόμορφο πλαίσιο των περιορισμένων μεγεθών και των ενίοτε αντιφατικά φορτισμένων ζητουμένων της ελληνικής μουσικής ζωής κατά τον 20ό αιώνα, ο μικρασιάτης συνθέτης Γιάννης Κωνσταντινίδης συνιστά ειδική περίπτωση. Γόνος εύπορης οικογένειας που καταγόταν από τη Ζαγορά Πηλίου πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου και αρμονίας στη Σμύρνη από τον Δημοσθένη Μιλανάκη. Τις παραμονές της Μεγάλης Καταστροφής του 1922 κατέφυγε στη Γερμανία με τρόπο που θυμίζει περιπετειώδη ταινία. Σπούδασε αρχικά στη Δρέσδη με τον Γ.Γ. Μράσζεκ και μετά στο Βερολίνο (στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία και στο Ωδείο "Στερν") όπου είχε δασκάλους τους Καρλ Ραίσλερ (πιάνο), Πάουλ Γιουόν (ανώτερα θεωρητικά-σύνθεση), Καρλ Έρενμπεργκ (διεύθυνση ορχήστρας) και Κουρτ Βάιλ (ενορχήστρωση). Στο Βερολίνο ένιωσε να ωριμάζει μουσικά, σε αυτό βοήθησε και το γεγονός ότι γνώρισε και συνδέθηκε φιλικά με τον Νίκο Σκαλκώττα. Οι δυσκολίες της καθημερινότητας τον αναγκάζουν να βιοπορίζει παίζοντας πιάνο σε καμπαρέ του Βερολίνου, στο ραδιόφωνο, σε θέατρα και κινηματογράφους, ας μη ξεχνάμε ότι ήταν η χρυσή εποχή του "βωβού" σινεμά. Λίγο αργότερα εντοπίζοντας μέσα του καλά κρυμμένα τα δημοτικά ακούσματα και μέσα από μελέτη των εθνομουσικολογικών συλλογών των Baud-Bovy, του Παχτίκου και άλλων, διαμόρφωσε μία έντεχνη εκδοχή του ελληνικού τραγουδιού με συνοδεία βασισμένη εξ ολοκλήρου στο παραδοσιακό μέλος, αλλά και δομικά πρότυπα για την δημιουργία έργων για συμφωνική ορχήστρα, για πιάνο, μουσικής δωματίου και χορωδία.
Τα χρόνια των σοβαρών μουσικών σπουδών στη Γερμανία, ονειρευόταν να γράψει όπερες και μουσική δωματίου κυρίως, έτσι μου είχε πει σε ένα δίωρο αφιέρωμα στο Τρίτο πρόγραμμα με τον ίδιο στο studio. Καθώς η πραγματικότητα τον έκανε να προβληματίζεται σφαιρικότερα, άρχισε να αποδέχεται πολλά και διαφορετικά μεταξύ τους μουσικά ερεθίσματα και να επιχειρεί να τα καταλάβει και να τα αξιοποιήσει μουσικά. Οι καιροί ήταν πολύ δύσκολοι και ο Κωνσταντινίδης θεώρησε ότι να συνεχίσει να είναι μουσικός δημιουργός είναι ανώτερο του είδους μουσικής που θα καταφέρει να συνθέσει, αρκεί τα συνθέματα να διέπονται από την καλαισθησία και το μέτρο.
με τη Σοφία Βέμπο
Πράγματι, ο συνθέτης έζησε με τη μουσική, όχι μόνον την λόγια αλλά και την ελαφρά, δίνοντάς της ενδιαφέρον και χρόνο, μη αρκούμενος στην συνθετική του αδιάκοπη έμπνευση. Την ελαφρά του μουσική την δισκογράφησε με το ψευδώνυμο Κώστας Γιαννίδης και είναι βέβαιο ότι τα τραγούδια του αγαπήθηκαν από όλα τα είδη κοινού: «Χτες το βράδυ», «Λίγα λουλούδια», «Θα σε πάρω, θα με πάρεις», "Σαν δεν αγαπάς" (1938), "Ζητώ να σε ξεχάσω", "Σ' αγαπώ" (1938), "Τα νέα της Αλεξάνδρας", «Θα ξανάρθεις», «Λες και ήταν χτες», «Θα 'ρθω μια νύχτα με φεγγάρι», «Ξύπνα αγάπη μου», «Ποτέ δεν θα στο πω", "Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα", "Απόψε σε θυμάμαι" (1938), «Βαρκαρόλα», «Δώσ’ μου δυο φιλιά», «Ποτέ σου δε μ’ αγάπησες», «Δεν φταις εσύ», "Ειν’ όλα ψεύτικα", "Παίξε, τσιγγάνε", "Ξέχασέ με" (1933).
Θα σταθούμε στο Ταγκό Nοτούρνο, είναι το κοσμαγάπητο τραγούδι του Μπόργκμαν σε στίχους Πωλ Μενεστρέλ. και ήταν η μοναδική φορά που ο Γιάννης Κωνσταντινίδης τραγούδησε το ρεφραίν μαζί με τη Δανάη, ύστερα από πίεση δική της .
Ο Γιαννίδης συνέθεσε περίπου 100 τραγούδια, συνέθεσε επίσης μουσική για πενήντα τουλάχιστον μουσικές κωμωδίες-επιθεωρήσεις, όπως: "Αλεπού", "Κολοκυθιά" (του Δ. Γιαννουκάκη, 1933), " τα Παναθήναια 1940", "Κεραμίδα", "Μασκώτ", "Κοκέττα", "Σιλουέττα" (1938), "Απεργία" (1936), "Περιπέτειες στην επαρχία" (των Αλ. Σακελλάριου-Χρ. Γιαννακόπουλου), "Αλήθειες και ψευτιές" (Δ. Γιαννουκάκη), «Ζήτω ο Ρωμηός» (Μ. Τραϊφόρου, 1947), κ.λπ. Ήταν επίσης ο δημιουργός της Ορχήστρας Ελαφράς Μουσικής της ΕΡΤ, διευθυντής του τμήματος ελαφράς μουσικής του ΕΙΡ την περίοδο 1946-1952, στο δε διάστημα 1952-1959 διετέλεσε διευθυντής του Ραδιοφωνικού Σταθμού Ενόπλων Δυνάμεων.
Θα πρέπει να σημειώσουμε, αν και δεν αποτελεί πρωτοτυπία, ότι η υποδοχή του λόγιου έργου του χαρακτηρίστηκε από την μεγάλη επιφυλακτικότητα η οποία συνόδευε τα σχόλια των κριτικών μουσικής, που τον ταυτοποιούσαν με την προσωπικότητα του ελαφρού συνθέτη που έχαιρε δημοφιλίας αλλά σε ένα άλλο είδος μουσικής. Ο Κωνσταντινίδης παρέμεινε ευγενής, διακριτικός, ελάχιστα προβαλλόμενος, συνδέθηκε με σημαντικούς ερμηνευτές της περιόδου 1950-1980 με τους οποίους κράτησε σταθερή σχέση και συνεργασία, (Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Χατζηνίκος, Θεόδωρος Βαβαγιάννης , Αλίκη Βατικιώτη και πολλοί ακόμα.
Ο Γ. Κωνσταντινίδης υπήρξε και εντυπωσιακός σκιτσογράφος, μεσοπολεμικός καρικατουρίστας, όπως έλεγε αυτοσαρκαζόμενος.
Είναι ο ίδιος άνθρωπος, ο χαμογελαστός, ευαίσθητος άνθρωπος που ως συνθέτης λόγιος συνέθεσε τη «Μικρασιατική Ραψωδία» και τις δύο «Δωδεκανησιακές Σουίτες»; ο ίδιος που ρομαντικά κοιτώντας τη ζωή που του ανήκει, όπως μου είχε πει, το 1962 αποσύρθηκε από το χώρο της ελαφράς μουσικής και ασχολήθηκε με το λόγιο έργο που, βασισμένο στο δημοτικό τραγούδι, εμπλούτισε την Εθνική Σχολή με μια φρέσκια, δυνατή ομορφιά που εξέπεμπε τη δύναμη της μουσικής επικοινωνίας με έναν πλούσιο δοτικό τρόπο.
Το 1984, στις 17 Ιανουαρίου έσβησε αθόρυβα.
Ο Γιάννης Κωνσταντινίδης συνέθεσε:
Α) έργα για ορχήστρα: 2 "Δωδεκανησιακές Σουίτες", "Μικρασιατική Ραψωδία", "3 Ελληνικοί Χοροί" (1950), "Κυκλαδίτικος Χορός".
Β) μουσική δωματίου: "22 τραγούδια και χοροί από τα Δωδεκάνησα" (για πιάνο, 1943-46), "Μικρή Σουίτα σε δωδεκανησιακά θέματα" (βιολί-πιάνο, 1947), "44 παιδικά κομμάτια σε λαϊκά θέματα" (για πιάνο, 1950-51, το πρώτο έργο Έλληνα συνθέτη που εκδόθηκε στην Αμερική: εκδ. Broude Brothers, τίτλος "Greek Miniatures", 1957), 3 Σονατίνες για πιάνο (1952, "1η": σε κρητικούς λαϊκούς χορούς, "2η": σε ηπειρωτικούς λαϊκούς σκοπούς, "3η" σε δωδεκανησιακούς λαϊκούς σκοπούς), "8 νησιώτικοι ελλ. χοροί" (1954), "6 σπουδές σε ελλ. λαϊκούς ρυθμούς" (1956-58), "8 ελλ. νησιώτικοι χοροί" (για 2 πιάνα, 1971), "10 ελληνικοί σκοποί" για κουιντέτο πνευστών (1972).
Γ) τραγούδια: "5 τραγούδια της προσμονής" (σε ποίηση Ταγκόρ, για μεσόφωνο και πιάνο, 1924-80), "5 τραγούδια της αγάπης" (1930-31), "20 τραγούδια του ελληνικού λαού" (1937-47), "Μοιρολόι" (1950), "Καλογριά" (1950), "8 Δωδεκανησιακά και 8 Μικρασιατικά τραγούδια" (για μικτή χορωδία "α καπέλα", 1972), πολλές εναρμονίσεις δημοτικών τραγουδιών, κ.λπ.
Δ) σκηνική μουσική σε διάφορα θεατρικά έργα, όπως: "Γιέππε ο βουνήσιος" του Χόλμπεργκαι "Ο Χορός των λωποδυτών" του Ανούιγ (1947).
Το σύντομο αυτό κείμενο δεν είναι παρά αναφορά μνήμης και τιμής σε έναν σπουδαίο άνθρωπο της ελληνικής μουσικής.
Για τους ενδιαφερόμενους προτείνουμε ένα εξαιρετικό βιβλίο του ιστορικού μουσικολόγου Γιώργου Σακαλλιέρου, στο οποίο θα ανακαλύψουν πτυχές της ζωής και της πορείας του Γιάννη Κωνσταντινίδη. Τίτλος: Γιάννης Κωνσταντινίδης, Ζωή, έργο και συνθετικό ύφος. (2010)
Δείτε επίσης το πολύ ενδιαφέρον video (διάλεξη):
http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=813
Διαβάστε επίσης:
ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ
Mε αφορμή την παράσταση της ΕΛΣ στο Ακροπόλ (της Έφης Αγραφιώτη)
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
Ιούνιος 2013
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας