[Απολογία της ματιάς]
GIACOMO PUCCINI
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΤΟΥ ΙΤΑΛΙΚΟΥ ΜΕΛΟΔΡΑΜΑΤΟΣ
Ο Τελευταίος του Ιταλικού μελοδράματος.
κάντε κλικ στο εικονίδιο-μεγάφωνο,
για να ακούτε μουσική του Puccini από το TaR-radio.com!
Με τη μελωδία της La Bohème να σιγοτραγουδιέται σήμερα σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, θα ήμαστε ασυνεπείς εάν δεν προσδίδαμε στον Giacomο Puccini το χαρακτηρισμό της μουσικής ιδιοφυΐας του 19ου αιώνα. Ο Giacomo Puccini έφερε το μουσικό θέατρο στο απόγειό του, ως άξιος συνεχιστής του Verdi στο πάνθεον της Ιταλικής όπερας. Ήξερε να δημιουργεί ένα μοναδικό περιβάλλον, του οποίου η ομορφιά και το συναίσθημα παραμένουν αξεπέραστα.
Η διάσημη καρικατούρα του Puccini, φιλοτεχνημένη από τον Umberto Brunelleschi.
Puccini και Verdi
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Puccini είναι κληρονόμος του Verdi. Ενώ όμως ο Verdi είναι φωτεινός, γενναιόδωρος και πολιτικά στρατευμένος, ο Puccini είναι ένα πλάσμα μελαγχολικό, αδύναμο, αναποφάσιστο. Ένας πεσιμιστής, με λίγα λόγια.
Όταν ο Verdi ψάχνει τα μεγάλα του ηρωικά θέματα για να τονίσει την ανθρώπινη μοίρα, ο Puccini αντιθέτως θέλει το κοινό του να συγκινηθεί, να κλάψει και ο ίδιος να έχει μια εμπορική επιτυχία.
Ο Puccini είναι ένας αστός, ο οποίος ζει στην εξοχή επειδή φοβάται τις μεγάλες πόλεις και επειδή απεχθάνεται την επαφή με τον πολύ κόσμο. Δείχνει μια μεγάλη ευαισθησία στην κριτική. Είναι περιέργως φιλάργυρος. Αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα του δεν είναι βεβαίως κολακευτικά, ίσως όμως χάρη και σ' αυτά να έμεινε ο Puccini αθάνατος.
Στιγμές ξεκούρασης του συνθέτη στην Τοσκάνη.
Τα παιδικά του χρόνια και η πορεία του προς την όπερα
Είναι το πέμπτο παιδί μιας πολυμελούς οικογένειας με επτά παιδιά. Ο Giacomo είναι ο αγαπημένος της μητέρας του και ο πέμπτος συνθέτης μιας δυναστείας μουσικών από τη Lucca, όλοι τους οργανίστες στον καθεδρικό ναό του San Martino της Lucca στην Τοσκάνη, συνθέτες της εκκλησιαστικής μουσικής κατά βάση.
Γεννημένος στις 22 Δεκεμβρίου του 1858, χάνει τον πατέρα του σε ηλικία 5 χρονών. Αναλαμβάνει την κηδεμονία του ο θείος του, ο οποίος δεν του βρίσκει κανένα ταλέντο και μάλιστα τον αποκαλεί «πνεύμα αργό». Ο δεύτερος δάσκαλός του, είναι αυτός που θα εκμαιεύσει την καλλιτεχνία του. Όμως τα αποτελέσματα του σχολείου για τον Giacomo είναι πολύ μέτρια.
Οι Renata Scotto και Giuliano Giannella στην όπερα “Tosca” στο Σικάγο το 1988.
Στα παιδικά του χρόνια συμμετέχει στη χορωδία, την οποία στα δεκατέσσερά του συνοδεύει με το εκκλησιαστικό όργανο, επιδεικνύοντας μια εξαιρετική αυτοσχεδιαστική ικανότητα. Είναι κάπως οκνηρός. Δεν του αρέσει η θεωρία και τρελαίνεται να κυνηγάει πουλιά. Είναι κάτι που θα κάνει σ’ όλη του τη ζωή. Στα δεκαοκτώ του χρόνια και συγκεκριμένα στις 11 Μαρτίου του 1876, ο Giacomo πηγαίνει με τα πόδια από τη Lucca στην Pisa για να δει την Aida του Verdi. Είναι το σοκ της ζωής του. Η απόφαση είχε παρθεί. Θα γινόταν συνθέτης όπερας. Χάρη σε μια υποτροφία που του δόθηκε από τη Βασίλισσα Μαργαρίτα και χωρίς να λάβει ούτε μία δεκάρα από το Δήμο της Lucca, φεύγει για το Μιλάνο, προκειμένου να σπουδάσει στο conservatorio, το οποίο ιδρύθηκε από τον Ναπολέοντα.
Σε καφέ του Μιλάνο γύρω στο 1890. Δεξιά απεικονίζεται ο Verdi σε προχωρημένη ηλικία, ενώ αριστερά ο Puccini και δίπλα του ο συνθέτης και θεμελιωτής του Βερισμού, Pietro Mascagni.
Στο Μιλάνο μοιράζεται ένα μικρό δωμάτιο με τον Pietro Mascagni, το συνθέτη της Cavalleria Rusticana. Είναι το μικρό δωμάτιο της υπηρεσίας, όπως το αποκαλούσαν.
Τρέχει για να κερδίσει και το παραμικρό «φράγκο». Το πρώτο του έργο ως σπουδαστή, το οποίο παρουσιάστηκε στο Μιλάνο υπό τη διεύθυνση του μεγάλου μαέστρου της εποχής Franco Faccio, είναι το "Capriccio Sinfonico”, το οποίο έκανε μεγάλη αίσθηση. Ο Puccini υποστηριζόμενος από το δάσκαλό του Ponchielli, το συνθέτη της “La Gioconda”, παίρνει μέρος σ’ ένα διαγωνισμό μονόπρακτης όπερας, αλλά αποτυγχάνει γιατί η επιτροπή δεν εντυπωσιάστηκε από το έργο. Ο Puccini είναι γνωστός για τις κακογραμμένες παρτιτούρες του, που είναι δυσανάγνωστες και γεμάτες μουντζούρες.
Αριστερά η Scotto “Madama Butterfly” στη Verona το 1987 και δεξιά “Manon Lescaut” με τον Plácido Domingo στη Ν. Υόρκη το 1980.
Το 1884 πεθαίνει η μητέρα του. Ο συνθέτης λίγο αργότερα συζεί με τη γυναίκα ενός παιδικού του φίλου, που ήταν χονδρέμπορος στη γενέτειρά του Lucca, μητέρα δύο παιδιών, η οποία αφήνει μια ζωή άνετη για να ζήσει μ’ ένα συνθέτη αμφιβόλου μέλλοντος.
Το ζευγάρι εγκαθίσταται στην πόλη Torre del Lago κοντά στο Viareggio, όχι μακριά από τη θάλασσα. Το πάθος των πρώτων μηνών σιγά σιγά θα σβήσει και η ζωή τους θα γίνει ανυπόφορη. Η Ελβίρα, από γλυκιά και όμορφη γυναίκα, θα εξελιχθεί σε στυφή, αυστηρή και ανυπόφορη μέγαιρα, μην μπορώντας ν’ αντέξει τις απιστίες του άντρα της.
Ο συνθέτης σε κυνήγι στη λίμνη Massaciuccoli πολύ κοντά στο Torre del Lago.
Εδώ θα σημειωθεί ένα επεισόδιο τραγικό, το οποίο θα σημαδέψει τη ζωή τους. Μετά από ένα αυτοκινητικό δυστύχημα που παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή, ο Puccini έμεινε με μια μικρή αναπηρία στο ένα του πόδι. Έχοντας πάρει για βοήθεια στο σπίτι μια κοπέλα 16 χρονών από το Torre del Lago, αυτή δεν άργησε να δεθεί πολύ με το συνθέτη. Η Ελβίρα φαντάζεται ότι υπάρχει σχέση ανάμεσά τους. Την προσβάλλει συχνά, ακόμα και δημοσίως. Η κοπέλα κάνει απόπειρα αυτοκτονίας και πεθαίνει μετά από πέντε ημέρες. Οι γονείς της ξεκινούν δικαστικό αγώνα εναντίον της Ελβίρας, η οποία είναι ήδη στα όρια της τρέλας. Η Ελβίρα καταδικάζεται σε φυλάκιση 5 μηνών, αλλά ο Puccini κατορθώνει να τη γλιτώσει.
Ο έρωτας ήταν για τον Puccini πηγή ζωής. Ο ίδιος συχνά έλεγε «την ημέρα που δε θα είμαι ερωτευμένος, θα μπορείτε να οργανώσετε την κηδεία μου».
Περίπατος με μοτοσικλέτα.
Το απόγειο της καριέρας του
Όταν ο Puccini συνάντησε την Ελβίρα βρήκε στο πρόσωπό της το υποκατάστατο της μητέρας του. Τη θέση του πατέρα του την παίρνει ο Giulio Ricordi, ο διάσημος Ιταλός εκδότης, ο οποίος είναι πεπεισμένος για το μουσικό πνεύμα του Puccini από την πρώτη του κιόλας όπερα. Ο Ricordi γίνεται σύμμαχος και πολύτιμος, πιστός φίλος, ένας δυναμικός υποστηρικτής του Puccini.
Από την όπερα “La Bohème” στο θέατρο La Fenice της Βενετίας το 1987 με τον Franco Farina.
Η πίστη του Ricordi επιβεβαιώθηκε το 1893 με την “Manon Lescaut”, όπου ο ώριμος Puccini αναδύεται μέσα από τη φλογερή και πλούσια μελωδική μαεστρία του έργου. Η επόμενη όπερα “La Bohème” που ανέβηκε στο Torino το 1896 είχε αρχικά λιγότερη επιτυχία από τη Manon, αλλά γρήγορα έγινε και παρέμεινε μια από τις πλέον δημοφιλείς και αγαπημένες όπερες του κοινού.
Αυτή η δύναμη της μελωδίας και της πλοκής χαρακτηρίζει και την επόμενη όπερά του την “Tosca”. Ακολουθεί η “Madama Butterfly”, η πιο αγαπημένη όπερα του συνθέτη, όπως θα ομολογήσει ο ίδιος. Πρέπει να σημειωθεί ότι το έργο αρχικά είχε αποτυχία όταν πρωτοανέβηκε στο Μιλάνο και έτσι ο συνθέτης αναδιάρθρωσε το έργο σε τρεις πράξεις. Αποτέλεσμα, μια θριαμβευτική πορεία, ισότιμη της “La Bohème”.
Στη λίμνη Massaciuccoli ο συνθέτης με το ταχύπλοό του.
Η επόμενη όπερα του Puccini “La Fanciulla del West”, που ανέβηκε στη Νέα Υόρκη το 1910, δεν υπήρξε ποτέ τόσο δημοφιλής. Το ίδιο συνέβη και με τη “La Rondine”, η οποία παρουσιάστηκε στο Μόντε Κάρλο το 1917. Το τρίπτυχο “Il Τabarro, Suοr Angelica και Gianni Schicchi” ακολουθούν τα κατοπινά χρόνια. Πρόκειται για τρεις μονόπρακτες όπερες, δραματικές οι δύο πρώτες και κωμωδία η τρίτη. Η τελευταία όπερα του συνθέτη είναι εμπνευσμένη από το θεατρικό έργο του Carlo Gozzi “Turandot, έργο του 1920, που δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί.
Η εργογραφία του συμπληρώνεται από το χορωδιακό έργο “Messa di Gloria” λειτουργία σε λα μείζονα (1880), τα ορχηστρικά “Preludio Sinfonico” (1876), “Capriccio Sinfonico” (1883), το κουαρτέτο εγχόρδων Crisantemi (1890) και τρία μενουέτα για κουαρτέτο εγχόρδων (1892).
Πορτραίτο του Puccini από τον Giorgio Lucchesi.
ΟΙ ΟΠΕΡΕΣ
1884: Le Villi (Les Willis)
1889: Edgar
1893: Manon Lescaut
1896: La Bohème
Η σύζυγος του συνθέτη Ελβίρα.
1900: Tosca
1904: Madama Butterfly
1910: La Fanciulla del West
1917: La Rondine (L’ Hirondelle)
1918: Trittico (le Triptyque):
Il Tabarro, Suor Angelica,
Gianni Schicchi
1926: Turandot
Ο συνθέτης με το γιό του Antonio.
O Ricordi τον συνοδεύει σ’ όλα τα στάδια της ζωής του και της δημιουργίας του και παίζει το ρόλο ενός διαιτητή ανάμεσα στο συνθέτη και τους λιμπρετίστες του.
Ανάμεσα στις πολυάριθμες μετρέσες του Puccini η Sybil Seligman κρατάει μια ξεχωριστή θέση. Είναι σύζυγος ενός Λονδρέζου τραπεζίτη, και ο Puccini τη συναντάει το 1905 σε μια παράσταση της Madama Butterfly στο Covent Garden. Πρόκειται για γυναίκα καλλιεργημένη. Η ίδια υπήρξε μουσικός με φωνή contralto. Η Sibyl αγαπάει τρία πράγματα στη ζωή της: την όπερα, την Ιταλία και τους καλλιτέχνες. Η σχέση της με τον Puccini είναι πλούσια και γεμάτη πάθος. Θα παραμείνει μέχρι την τελευταία του πνοή, μια πιστή φίλη και εξομολόγος, αλλά και η μόνη πραγματική σχέση της ζωής του.
Sybil Seligman, πιστή φίλη και ερωμένη του Puccini.
Ακάματη δημιουργία
Ο Puccini περνά μεγάλο χρονικό διάστημα ψάχνοντας το θέμα του. Αγοράζει δικαιώματα πολυάριθμων έργων, βάζει συγγραφείς να δουλεύουν πάνω σε διάφορα λιμπρέτα, πριν τους εγκαταλείψει και περάσει σε μια άλλη ιδέα.
Υπάρχουν λογοτεχνικά έργα με τα οποία θέλει να καταπιαστεί και να μεταπλάσει σε όπερες, όπως: “Adolphe” του Benjamin Constant, “Pelléas et Mélisande” του Maeterlinck, ο οποίος είχε δώσει τα δικαιώματα στον Debussy ενώ θα προτιμούσε να τα είχε δώσει στον Puccini, ακόμα τα “Souvenirs de la maison des morts” του Dostojevski, “Tragédie Florentine” του Oscar Wilde και αρκετά άλλα.
Οι σχέσεις του Puccini με τους λιμπρετίστες υπήρξαν ιδιαίτερες. Μετά από μήνες δισταγμού πάνω σ’ ένα θέμα και άλλους τόσους μήνες πνευματικής ομηρίας, ο Puccini αρχίζει να συνθέτει στο πιάνο όπως ο Wagner, από τις 10 το βράδυ μέχρι τις 4 το πρωί, καπνίζοντας διαρκώς και τρώγοντας τα νύχια του μέχρι να ματώσουν. Ο ίδιος ταυτίζεται με τρόπο ψυχωσικό με τους ήρωες των έργων του. Τρανό παράδειγμα η “La Bohème”. Αναφέρει ο ίδιος ότι στο τέλος της γραφής αρχίζει να κλαίει. «Ήταν σα να έβλεπα να πεθαίνει το ίδιο μου το παιδί» θα ομολογήσει.
Περίπατος με αυτοκίνητο το 1909. Ο συνθέτης με τη σύζυγό του Ελβίρα, η οποία διακρίνεται δεξιά. Η αγάπη του Puccini τόσο για τ’ αυτοκίνητα όσο και για τα ταχύπλοα υπήρξε μεγάλη.
Ένας ωκεανός θλίψης
Κατά τη διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου ο Puccini γίνεται επίκεντρο μιας έντονης καμπάνιας των ανθρώπων του τόπου. Τον κατηγορούν για αντιπατριωτισμό. Τον μέμφονται ότι δεν πήρε θέση ενάντια στο βομβαρδισμό της πόλης Reims της Γαλλίας και ότι αντιτάχθηκε στο να γίνει το Βέλγιο ουδέτερο κράτος.
Η Βιέννη είναι η πόλη που αγαπάει και τα έργα του είναι πάντα καλοδεχούμενα σ’ αυτήν, ακόμα καλύτερα κι απ’ το Παρίσι. Παίζεται πολύ στη Γερμανία και γι’ αυτό το λόγο ο Puccini δεν πήρε θέση ανάμεσα στη διένεξη μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας σχετικά με την ουδετερότητα του Βελγίου.
Με τους συναδέλφους του συνθέτες, ο Puccini διατηρεί αποστάσεις. Λατρεύει τη μουσική του Debussy χωρίς να δείχνει τον θαυμασμό του γι’ αυτόν. Ο Mahler διάκειται περιφρονητικά απέναντί του. Ο Puccini θαυμάζει τις συμφωνίες του Richard Strauss, αλλά δεν του αρέσουν οι όπερές του. Στη Φλωρεντία θ’ ακούσει το έργο του Schoenberg “Pierrot Lunaire” και θα αναπτύξει φιλία με το συνθέτη.
Η Madama Butterfly σε ανέβασμα του 1905 και με πρωταγωνίστρια τη διάσημη soprano Geraldine Farraz.
Όσο περνούν τα χρόνια, o Puccini γίνεται όλο και πιο πλούσιος. Αντίθετα, η μοναξιά του ολοένα και μεγαλώνει, το ίδιο και τα ψυχολογικά του προβλήματα. O πεσιμισμός του γίνεται όλο και πιο έντονος. Το βαρύ φορτίο της μελαγχολίας το νιώθω όλο και περισσότερο. Είμαι ο μόνος που καταλαβαίνω τον εαυτό μου κι’ αυτό με κάνει τρομερά να υποφέρω. Δεν υπάρχει καμία αιτία γι’ αυτό, αλλά μου φαίνεται πως έτσι έχω πλαστεί. Η ζωή μου είναι ένας «ωκεανός θλίψης», σα να λέμε γεννήθηκα κάτω από ένα άσχημο άστρο.
Είναι τρομοκρατημένος απ’ τα γηρατειά και σκέφτεται ακόμα να κάνει και μια χειρουργική επέμβαση για να φαίνεται πιο νέος. Οι σχέσεις του με την Ελβίρα τελικά σταθεροποιούνται.
Είναι στο φόρτε της δουλειάς του πάνω στην τελευταία του όπερα, την “Turandot", όταν αρχίζει να νιώθει πόνο στο λαιμό, κάνοντας αιμοπτύσεις. Έξι μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 1924, γίνεται η διάγνωση ενός καρκίνου πολύ προχωρημένου. Φεύγει για τις Βρυξέλες προκειμένου να εγχειριστεί και να κάνει ραδιοθεραπεία.
Μακέτα σκηνικού για την όπερα “La Bohème” που ανέβηκε στο Monte Carlo το 1917.
Πηγαίνει σε μια παρουσίαση της “Madama Butterfly”, της αγαπημένης του όπερας, όμως τον προδίδει η καρδιά του και στις 29 Νοεμβρίου του 1924 στις 4 η ώρα το πρωί, πεθαίνει μετά από δέκα ώρες επιθανάτιου ρόγχου, σε μια κλινική στις Βρυξέλες. Η σορός του μεταφέρθηκε στο Μιλάνο, προσωρινά σ’ ένα οικογενειακό τάφο του Toscanini. Οι σημαίες ανέμιζαν μεσίστιες σ’ όλα τα κτίρια της Ιταλίας.
Δύο χρόνια μετά, η σορός του μεταφέρθηκε σε οικογενειακό τάφο στο Torre del Lago, ο οποίος δημιουργήθηκε από τον Αntonio, γιο και μοναδικό του κληρονόμο.
Η τελευταία του όπερα
Η πρεμιέρα της “Turandot” δόθηκε στις 25 Απριλίου του 1926 στο Μιλάνο. Ο Toscanini διευθύνει την όπερα. Στην Τρίτη πράξη μετά το θάνατο της Lin, ο μαέστρος κατεβάζει την μπαγκέτα του και στρέφεται προς το κοινό: «Σ‘ αυτό το σημείο ο Puccini διέκοψε τη σύνθεσή του. Ο θάνατος σ’ αυτή την περίπτωση φάνηκε πιο δυνατός κι από την τέχνη» είναι τα λόγια που θα επισφραγίσουν το τέλος της παράστασης.
Εισιτήριο για την όπερα “Tosca” που παρουσιάστηκε στη Ρώμη στις 14 Ιανουαρίου 1900.
Με το θάνατο του συνθέτη το 1924, η τελευταία πράξη είχε μείνει ημιτελής. Υπάρχουν ωστόσο κάποια προσχέδια και πρόχειρες σημειώσεις. Την επόμενη χρονιά ο εκδότης Ricordi εμπιστεύεται στο συνθέτη Franco Alfano, να τελειώσει το έργο. Μετά από μια πρώτη εκδοχή που γράφτηκε από τον Toscanini, ο Alfano δημιουργεί μια δεύτερη, η οποία θα γίνει αποδεκτή από όλα τα λυρικά θέατρα.
Υπάρχει μια μεταγενέστερη εκδοχή του συνθέτη Luciano Berio που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Las Palmas το 2002. Εκεί, στο Las Palmas, η “Turandot” υπό τη διεύθυνση του Ricardo Cilli έπεισε ότι είναι η μόνη σωστή. Πρόκειται για μια αλλοτροπική λύση στη δουλειά του Alfano. Ο μεγάλος Ιταλός συνθέτης Luciano Berio έδωσε στην όπερα ένα τελείωμα ονειρικό.
Ο ερωτισμός άλλωστε εμποτίζει τις όπερες του Puccini: Manon Lescaut, La Bohème, Tosca, Madama Butterfly, Turandot και αποτελεί ένα ισχυρό κίνητρο για να δώσει έναν ονειρικό περίγυρο στη νατουραλιστική του γραφή.
Ο Puccini και οι δύο συνεργάτες του λιμπρετίστες Giuseppe Giacosa και Luigi Illica. Το δίδυμο αυτό θα γράψει τα λιμπρέτα σε πλείστες όπερες του συνθέτη.
Γνώστης της γυναικείας φύσης
Εάν ο ερωτισμός αποτελεί μία σημαντικότατη συνισταμένη στις όπερες του Puccini, κανείς δεν παραγνωρίζει το δεύτερο χαρακτηριστικό των έργων του: η χρησιμοποίηση θεμάτων χωρίς εξεζητημένη πλοκή και η ακριβέστατη περιγραφή της ατμόσφαιρας του έργου. Ο συνθέτης γνωρίζει να "εγκαθιστά" την ατμόσφαιρα στο κάθε έργο του. Δεν υπάρχει όμοιός του που να μπορεί να ζωγραφίσει τα καταπληκτικά μουντά πρωινά της Madama Butterfly.|
O Puccini δείχνει απόλυτα ενημερωμένος και μέσα στο πρωτοποριακό πνεύμα της Ευρώπης. Η διάσημη σοπράνο Renata Scotto σχολιάζει: «Το έργο του είναι πραγματικός χρυσός. Δεν ξεκινάμε μια καριέρα με τον Puccini, πάμε ΠΡΟΣ τον Puccini” και συμπληρώνει, "Όλη η τέχνη του Puccini είναι η σπουδή των ιδιαιτεροτήτων του γυναικείου χαρακτήρα. Οι ηρωίδες του υποφέρουν απέναντι στους άντρες. Αλλά παρόλο που γίνονται θύματά τους, είναι πιο δυνατές από τους άντρες!"
Χειρόγραφο με τις πρώτες νότες από την άρια της Mimi (La Bohème) πρώτη πράξη.
Ο Puccini αντλεί στοιχεία από τον Wagner. Πετώντας μακριά κάθε φιοριτούρα, χρησιμοποιώντας ό,τι είναι μυθικό και αλληγορικό, από τον Catalani δανείζεται ένα άλλο στοιχείο σημαντικό, τη φροντισμένη ορχήστρα. Αυτό ακριβώς αναδεικνύει έναν μοναδικό ενορχηστρωτή.
O Puccini σε νεαρή ηλικία.
Torre del Lago
Το σπίτι του συνθέτη στο Torre del lago με το χαρακτηριστικό στιλ της Τοσκάνικης αρχιτεκτονικής. Σήμερα είναι μουσείο, το οποίο φιλοξενεί προσωπικά αντικείμενα του συνθέτη.
Πρόκειται για την πόλη που βρίσκεται στην άκρη της λίμνης Massaciuccoli, δύο βήματα από το Viareggio, και πολύ κοντά στη γενέτειρα του συνθέτη Lucca στην Τοσκάνη. Εκεί είναι το καταφύγιο των ονείρων του και ο χώρος της δημιουργίας του.
Συνήθως τη νύχτα κάθεται μπροστά στο πιάνο του και συνθέτει, ενώ την ημέρα ψαρεύει με τη βάρκα του ή κυνηγάει.
Το πιάνο του συνθέτη.
Η βίλα του στο Torre del Lago είναι χαρακτηριστικό οίκημα της Τοσκάνης. Το ίδιο και η επίπλωσή της.
Η αυγή στη λίμνη Massaciuccoli όπως την αγνάντευε ο Puccini.
Το 1930 η πόλη διοργάνωσε ένα φεστιβάλ Puccini, το οποίο έλαβε χώρα πάνω στη λίμνη, υπό τη διεύθυνση του φίλου του Βεριστή συνθέτη Pietro Mascagni. Έτσι γεννήθηκε ένας πολύ επιτυχημένος θεσμός που μέχρι σήμερα.
Το καθιστικό της βίλας στην ομώνυμη λίμνη.
Λίγο καιρό πριν από το θάνατό του, ο συνθέτης Giacomo Puccini έγραφε στο φίλο του Giovacchino Forzano: «Έχω τη συνήθεια να παίρνω μια βαρκούλα και να κυνηγάω στη λίμνη, αλλά θα ήθελα έστω και μια φορά να ακούσω μια από τις όπερές μου εδώ, έξω στο ύπαιθρο και στον καθαρό αέρα".
Η ογδοντάχρονη Simoneta Puccini, εγγονή του συνθέτη και αριστερά ο Puccini σε φωτογραφία του 1920.
Κάποιοι δημιουργοί κρύβουν τα αριστουργήματά τους. Κάποιοι άλλοι θέτουν υποψηφιότητα για την αιωνιότητα, αποκτώντας το δώρημα της διαρκέστερης σιωπής.
Ευάγγελος Κοκκόρης
Αποσπάσματα από το “Le monde de la musique” [τεύχος 289 Ιούλιος-Αύγουστος 2004] απέδωσε η Μιμή Κοκκόρη.
(Μάιος 2010)
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας