Ιούνιος και εξετάσεις
Μέρες του Ιουνίου που διανύουμε, σκέφτηκα να γράψω λίγα λόγια για τις εξετάσεις στα Ωδεία, μια και ο Ιούνιος ήταν ανέκαθεν ο μήνας που συμπίπτει με τις εξετάσεις.
Πριν από τις ζέστες του καλοκαιριού και τις θερινές διακοπές, υπάρχει αυτή η περίοδος της δοκιμασίας των σπουδαστών, μια περίοδος που φορτίζεται με ιδιαίτερη ένταση.
Όπως κάθε χρόνο λοιπόν έτσι και φέτος, καλούμαι να βαθμολογήσω τους σπουδαστές της κιθάρας σε διάφορα μουσικά ιδρύματα της χώρας, είτε κάνοντας επιθεώρηση στην τάξη των δασκάλων, είτε ως μέλος επιτροπής σε απολυτήριες εξετάσεις πτυχίων και διπλωμάτων.
Είναι μια ιστορία που επαναλαμβάνεται αρκετές δεκαετίες τώρα, γεγονός που μου έχει δώσει την ευκαιρία να αποκτήσω αρκετή εμπειρία γύρω από τα θέματα της λειτουργίας των Ωδείων και της μουσικής εκπαίδευσης γενικότερα. Είναι επίσης μια ευκαιρία για μένα να έλθω σε επαφή με νέα παιδιά που έγιναν καθηγητές και διδάσκουν, να γνωρίσω τη δουλειά τους και να συζητήσω μαζί τους.
Όπως είναι σε όλους γνωστό, μουσική εκπαίδευση στα σχολεία μας ουσιαστικά δεν υφίσταται. Η ώρα του μαθήματος της μουσικής είναι για τους μαθητές η ώρα του ‘χαβαλέ’ όπως την χαρακτηρίζουν. Δυστυχώς αυτή η αντίληψη επικρατούσε πάντοτε στα σχολεία μας και αυτή εξακολουθεί να υπάρχει.
Έτσι, όσοι γονείς θελήσουν να προσφέρουν στα παιδιά τους μια στοιχειώδη μουσική καλλιέργεια, απευθύνονται σε κάποιο Ωδείο της γειτονιάς, μιας και η εξωσχολική μουσική εκπαίδευση στη χώρα μας είναι καθαρά ιδιωτική. Απλά για την ιστορία αναφέρω πως το μοναδικό Κρατικό Ωδείο που διαθέτουμε στεγάζεται σε ένα ερείπιο κτήριο της Θεσσαλονίκης που ιδρύθηκε προπολεμικά από τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
Τα ιδιωτικά λοιπόν μουσικά ιδρύματα που έχουν κατακλύσει κάθε γωνιά της Ελλάδας (υπολογίζονται περίπου χίλιες μουσικές σχολές και ωδεία) ουσιαστικά είναι επιχειρήσεις, ωστόσο θα έλεγα όχι ιδιαίτερα κερδοφόρες. Σε αντίθεση μάλιστα με τον παλιό καλό καιρό η σημερινή οικονομική κατάσταση στα περισσότερα από αυτά είναι λίγο ως πολύ αξιοθρήνητη.
Έτσι ουσιαστικά η επιχείρηση λειτουργεί κυρίως χάρις στο μεράκι και ενίοτε το ‘ψώνιο’ της διεύθυνσης και των καθηγητών που στην πλειονότητά τους λιμοκτονούν.
Με τα δεδομένα αυτά, ωδείο και γονιός δημιουργούν μια πελατειακή σχέση, μια αμφίδρομη εξάρτηση χρήματος και ονείρων.
Δεν βασιλεύει πάντοτε η αλήθεια στα ωδεία.
Από τη μια μεριά οι υποχωρήσεις, οι συμβιβασμοί και οι ενδοτικότητες
για να μη δυσαρεστηθεί ο ‘πελάτης’ αποπροσανατολίζουν και νοθεύουν την αποστολή ενός πνευματικού ιδρύματος.
Από την άλλη η κατάχρηση της λέξης ‘ταλέντο’ με την οποία αποτιμάται το σύνολο σχεδόν των σπουδαστών, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα και αργότερα οδηγεί σε αδιέξοδα.
Τέλος ο βαθμός του ‘Άριστα’ (για τη δήθεν ενθάρρυνση του μαθητή) που έχει πλέον γενικευθεί και καθιερωθεί σε όλες ανεξαιρέτως τις τάξεις και σε όλα τα ωδεία, καταστρατηγεί και αλλοιώνει κάθε έννοια αξιολόγησης και αξιοκρατίας.
Σε όλο αυτό το σκηνικό η Πολιτεία παραμένει προκλητικά απούσα!
Έχει ξεμπερδέψει με τις υποχρεώσεις της μια και καλή, όταν έδωσε την άδεια λειτουργίας στο Ωδείο. Αφού έλεγξε τις κτηριακές προδιαγραφές που απαιτούνται καθώς επίσης και τους τίτλους σπουδών του διδακτικού προσωπικού, έδωσε την έγκρισή της και πάει και τέλειωσε.
Το ωδείο λειτουργεί έκτοτε σαν το καραβάκι με τον αυτόματο πιλότο: Μόνο του θα καθορίσει την ύλη των σπουδών, μόνο του την ποιότητα των καθηγητών, μόνο του τη διεξαγωγή των εξετάσεων, μόνο του τις επιτροπές για την απονομή πτυχίων και διπλωμάτων αλλά και μόνο του θα αποφασίσει για το ύψος των διδάκτρων και τα ποσοστά των διδασκόντων.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες και σε ένα καθεστώς που δεν υπάρχει ο στοιχειώδης έλεγχος απέναντι σ’ αυτή την αποσύνθεση, θα ήταν και περίεργο αν λειτουργούσαν ομαλά τα βασικότερα θέματα.
Ωστόσο εδώ πρέπει να επισημάνω πως υπάρχει και η άλλη όψη του νομίσματος. Είναι τα – πολύ λίγα έστω – ωδεία που τα διακρίνει μια σοβαρή λειτουργία με αποτέλεσμα να διατηρούν ένα επίπεδο υψηλών καλλιτεχνικών προδιαγραφών, ένα επίτευγμα που οφείλεται κυρίως στον διευθυντή αλλά και στην αυστηρή επιλογή των διδασκόντων που έχουν όραμα και διάθεση προσφοράς.
Τέτοια ωδεία μπορεί να τα βρει κάποιος όχι μόνο στα γνωστά επώνυμα και με παράδοση ιδρύματα αλλά ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές ή συνοικίες, έτσι που τελικά είναι να χαίρεσαι όταν διαπιστώνεις πως πράγματι ακόμα και σε μικρούς χώρους μπορούν να γίνουν μεγάλα πράγματα.
Τον Ιούνιο επομένως που επισκέπτομαι διάφορα ωδεία ειδικά για τις απολυτήριες εξετάσεις πτυχίων-διπλωμάτων, αντιμετωπίζω με κάποια επιφύλαξη αυτό που πρόκειται να ακούσω. Μου έχει συμβεί κατ’ επανάληψη στο παρελθόν να εκπλαγώ ευχάριστα από την απόδοση του σπουδαστή ενός μικρού ωδείου ή αντίθετα να απογοητευτώ από τη διδασκαλία ενός επώνυμου καθηγητή.
Την εξήγηση και τα αίτια εδώ τα αποδίδω στους παράγοντες ‘δάσκαλος’ και ‘υλικό’.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως είναι τύχη και ευλογία για τον καλό δάσκαλο να βρεθεί στα χέρια του το καλό υλικό, αλλά τύχη επίσης για τον ταλαντούχο μαθητή να πέσει στα χέρια ενός καλού δασκάλου.
Όταν προκύψει αυτός ο συνδυασμός, τότε έχουμε να κάνουμε με μια ιδανική περίπτωση συνεργασίας, οι εξετάσεις είναι μια απόλαυση, τα αποτελέσματα βγαίνουν χωρίς χρονοτριβή και η επιβράβευση έρχεται χωρίς ενδοιασμούς και με την καλύτερη βαθμολογία.
Τι γίνεται όμως όταν δεν έχουμε αυτόν τον συνδυασμό του καλού δασκάλου με τον ταλαντούχο μαθητή?
Εδώ τις περισσότερες φορές υπάρχει πρόβλημα. Και είναι ένα πρόβλημα περίπλοκο που κάθε φορά δημιουργεί δυσάρεστες καταστάσεις, τριβές του δάσκαλου με κάποια από τα μέλη της επιτροπής ή ακόμα και διαφωνίες μεταξύ των ίδιων των μελών που αρκετές φορές φθάνουν και σε προσωπικές μεταξύ τους αντεγκλήσεις ή προσβολές.
Δεν είναι μόνον οι συσχετισμοί που ποικίλουν (κακή διδασκαλία σε καλό υλικό ή το αντίθετο) αλλά και οι απόψεις των μελών της επιτροπής οι οποίες επίσης ποικίλουν.
Με τα σημερινά ωστόσο δεδομένα και πέρα από τη λανθασμένη, κατά την άποψή μου, διάταξη του τωρινού νομοσχεδίου που προβλέπει όχι μόνον να παρίσταται στη συζήτηση ο δάσκαλος αλλά και να ψηφίζει τον μαθητή του(!), θεωρώ πως ένα επί πλέον ακανθώδες πρόβλημα είναι η ψυχολογία των δασκάλων όταν παρουσιάζουν μαθητή σε απολυτήριες εξετάσεις.
Οι δάσκαλοι αυτοί ούτε λίγο ούτε πολύ νιώθουν σαν να δίνουν οι ίδιοι εξετάσεις. Αισθάνονται πως κάθε σχόλιο που κάνει η επιτροπή για την επίδοση του παιδιού, ουσιαστικά αφορά τους ίδιους. Σπανίως ο δάσκαλος θα συμφωνήσει με κάποια μειωμένη βαθμολογία ενώ οι παρεμβάσεις του θα είναι πάντα υπέρ του μαθητή του. Πολύ φυσικό βέβαια αφού νοιώθει πως εξεταζόμενος είναι ο ίδιος.
Πιστεύω πως η διαδικασία θα ήταν περισσότερο ομαλή αν είχε τηρηθεί το παλαιό περί μουσικής νομοσχέδιο, που προέβλεπε να μην παρευρίσκεται ο δάσκαλος ως μέλος της επιτροπής αλλά ούτε και να έχει δικαίωμα ψήφου.
Στην εποχή μου η διαδικασία των απολυτηρίων εξετάσεων ακολουθούσε πιστά το γράμμα του νόμου. Θυμάμαι συγκεκριμένα τις διπλωματικές μου εξετάσεις το 1961 στον ¨Παρνασσό¨ με πρόεδρο της επιτροπής του Εθνικού Ωδείου τον Μανώλη Καλομοίρη. Ο αείμνηστος μουσουργός κάλεσε τον δάσκαλό μου τον Δημήτρη Φάμπα να πει την γνώμη του για μένα αλλά και την άποψή του για την απόδοσή μου εκείνης της συγκεκριμένης ημέρας. Ο Φάμπας μπήκε θυμάμαι στην αίθουσα που θα συνεδρίαζε η επιτροπή, είπε όσα είχε να πει και μετά από 10 περίπου λεπτά βγήκε έξω και περίμενε μαζί μου με αγωνία το αποτέλεσμα και τον βαθμό που θα έβγαζε η πενταμελής επιτροπή.
Πιστεύω πως εκείνο το νομοσχέδιο ήταν σοφό όταν ζητούσε να απομακρύνεται ο δάσκαλος, ώστε να μένει η επιτροπή ανεπηρέαστη στη συζήτηση που κάποιες φορές ενδέχεται να εμπεριέχει και μια κριτική εις βάρος της διδασκαλίας του.
Προσωπικά τηρώ αυτή τη στάση ακόμα και σήμερα που έχουν αλλάξει οι συνθήκες και ο δάσκαλος παρίσταται: Δεν διαφωνώ, δεν αντιλέγω και δεν παρεμβαίνω στη αρνητική κριτική που ενίοτε κάποιο μέλος της επιτροπής θα κάνει εις βάρος του μαθητή μου.
Ωστόσο για να μην παρελθοντολογώ – κάτι που δεν αρέσει σε κανένα – είναι προτιμότερο να προτείνω κάποιες λύσεις που αν μη τι άλλο θα μπορούσαν να βελτιώσουν τα πράγματα.
Ξεκινώντας από την ουσία του προβλήματος που είναι οι τίτλοι (πτυχία-διπλώματα), μια απλή πρόταση θα ήταν ο ορισμός της επιτροπής. Μιλώ δηλαδή για τα μέλη τής εκάστοτε επιτροπής που προσκαλούνται στις εξετάσεις και στη συνέχεια υπογράφουν τους τίτλους.
Αν και στο υπάρχον νομοσχέδιο αναφέρεται με σαφήνεια πως τις επιτροπές τις ορίζει το υπουργείο, στην πράξη συμβαίνει το αντίθετο: είναι το ωδείο αυτό που θα επιλέξει τα μέλη της επιτροπής τα οποία και εγκρίνονται πάντοτε μα πάντοτε από το υπουργείο!
Με άλλα λόγια ο κάθε δάσκαλος που θέλει να δώσει έναν τίτλο της δικής του αισθητικής, του δικού του καλλιτεχνικού επιπέδου, προσκαλεί ως επιτροπή γνωστούς συναδέλφους – συνήθως φιλαράκια – οι οποίοι και θα εγκρίνουν με βαθμό ‘Άριστα’ αυτό που άκουσαν. Στη συνέχεια ο τίτλος θα πάει προς υπογραφή και έγκριση στο υπουργείο που ουδέποτε δημιούργησε προσκόμματα.
Αυτό το αλισβερίσι δούναι και λαβείν, αυτή η τραγελαφική κατάσταση κρατάει αρκετές δεκαετίες τώρα, εν γνώσει πάντοτε του υπουργείου που παραμένει παγερά αδιάφορο, θιασώτης της αντίληψης ‘μη θίγετε τα κακώς κείμενα’. Εξυπακούεται πως είναι ένα καθεστώς που ισχύει σε όλα τα όργανα και όχι μόνον στην κιθάρα.
Ένας αντίλογος ωστόσο σε αυτή τη πρόταση που εισηγούμαι προέρχεται από κάποιους συναδέλφους οι οποίοι υποστηρίζουν πως όλες αυτές οι διαδικασίες γίνονται μάταια.
Πως δεν έχουν αξία ούτε οι επιτροπές, ούτε οι εξετάσεις, ούτε οι βαθμοί. Πως οι εξετάσεις ουσιαστικά γίνονται για το θεαθήναι και καλό θα είναι να παίρνουν όλοι οι εξεταζόμενοι για ενθάρρυνση τους πιο γενναιόδωρους βαθμούς, γιατί έτσι κι αλλιώς αυτοί που πρόκειται να κάνουν κάτι με τη μουσική θα το κάνουν, σε αντίθεση με αυτούς που δεν πρόκειται να κάνουν τίποτε όσους επαίνους, βαθμούς ή βραβεία κι αν κερδίσουν στις εξετάσεις του ωδείου.
Συνεπείς μάλιστα με αυτή τη φιλοσοφία δίνουν απλόχερα τους μεγαλύτερους βαθμούς οσάκις προσκληθούν σε εξετάσεις ως μέλη επιτροπής.
Θεωρώ πως μια τέτοια αντιμετώπιση καταργεί ουσιαστικά τις εξετάσεις, αποδυναμώνει το ενδιαφέρον κάθε εξεταζόμενου να ξεχωρίσει και υποβαθμίζει το επίπεδο του οργάνου γενικότερα.
Θεωρώ ακόμη πως με την απλοποίηση αυτή, οι μόνοι κερδισμένοι είναι αυτοί οι ίδιοι αφού έτσι γίνονται αξιαγάπητοι στους πάντες…
Κλείνοντας θέλω να θυμίσω στους παλιούς και να ενημερώσω τους νέους πως πριν σχεδόν 30 χρόνια επί Υπουργίας Μελίνας Μερκούρη είχε γίνει η πρόταση να υπάρχει μια και μοναδική επιτροπή στις απολυτήριες εξετάσεις των ωδείων όλης της χώρας, διαφορετική εννοείται για κάθε όργανο – κάτι ανάλογο δηλαδή με τις πανελλήνιες εξετάσεις για τα ΑΕΙ.
Η επιτροπή θα άλλαζε κάθε χρόνο όπως και ο τόπος διεξαγωγής των πανελληνίων εξετάσεων.
Μια τέτοια πρόταση θα εξασφάλιζε την αμεροληψία, τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία, την ισότητα, την αντικειμενικότητα.
Θίχτηκαν συμφέροντα, ξεσηκώθηκαν οι ωδειάρχες, μπήκαν στη μέση και τα σωματεία, έγινε πανδαιμόνιο, η πρόταση αποσύρθηκε…
Ούτε γάτα ούτε ζημιά. Δεν άλλαξε το παραμικρό. Και όλοι μας συνεχίζουμε τη δουλειά μας όπως πριν, όπως πάντα!
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
(Ιούνιος 2014)
lizevas@yahoo.com
http://www.evangelos-liza.com/
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας