IRVING BERLIN:
Ο άνθρωπος που μετέτρεψε σε μουσική τους ταραγμένους ήχους της ζωής του
«Το τραγούδι έχει τελειώσει, αλλά η μελωδία παραμένει» I. Berlin
Ένα μικρό, βρώμικο και ξυπόλυτο οχτάχρονο αγόρι στέκεται στην άκρη της προβλήτας του East River (ποταμός στη Νέα Υόρκη) με μόνο σκοπό να πουλήσει την εφημερίδα « Evening Journal». Ξαφνικά το βλέμμα του εστίασε σε ένα μαύρο πλοίο που αναχωρούσε για την Κίνα. Είχε ενθουσιαστεί και επικεντρωθεί τόσο πολύ στην εικόνα του πλοίου με αποτέλεσμα να μην προλάβει να δει τον κινούμενο γερανό και να βρεθεί στο ποτάμι. Όταν βγήκε από το νερό εξακολουθούσε να κρατά στη γροθιά του τις πέντε πένες στερλίνας που είχε κερδίσει εκείνη την ημέρα. Καθώς πουλούσε την εφημερίδα, τραγουδούσε ορισμένους σκοπούς που έφταναν στα αυτιά του από τα πολυσύχναστα εστιατόρια και κάποιοι από τους περαστικούς του έριχναν λίγα νομίσματα. Αυτός ο νεαρός που διώχθηκε από την Ρωσία όταν ήταν τεσσάρων ετών και αμέσως βυθίστηκε στον σκληρό αγώνα της επιβίωσης, που θαύμαζε το καράβι καθώς πούλαγε την εφημερίδα, κατάφερε να αφουγκραστεί τον ρυθμό της ζωής και οι ήχοι του, τα τραγούδια του να γίνουν παγκοσμίως γνωστά, να αγαπηθούν και να ταξιδέψουν πιο μακριά από εκείνο το καράβι που θαύμαζε. Το όνομά αυτού του νεαρού: Ιrving Berlin.
Ο σπουδαίος συνθέτης γεννήθηκε ως Israel Beilin στις 11 Μάϊου 1888 στην Λευκορωσία και στις 14 Σεπτεμβρίου του 1893 μαζί με τους γονείς του και τα 7 ακόμη μεγαλύτερα αδέρφια του αναγκάστηκαν-όντας Εβραίοι- να εγκαταλείψουν την πατρίδα τους και να αποβιβαστούν στο νησί Έλις (Ellis Island) στη Νέα Υόρκη. Το νησί Έλις ήταν ο κύριος σταθμός υποδοχής των μεταναστών που έφταναν στην Αμερική από τα τέλη του 19ου αιώνα έως το πρώτο μισό του 20ου. Με την άφιξή του στη Νέα Υόρκη, όλα έμειναν πίσω, ακόμη και το επίθετό του άλλαξε σε «Baline» για να μείνει εν τέλει στην ιστορία ως Irving Berlin. Μόλις στα οκτώ του χρόνια, έχασε και τον πατέρα του. Μόνο μία ανάμνηση έμεινε χαραγμένη στο νου του από τα τέσσερα πρώτα χρόνια του παίρνοντάς την μαζί σε όλη του τη ζωή. Ήταν τότε που ξαπλωμένος σε μία κουβέρτα στην άκρη του δρόμου, έβλεπε το σπίτι του να καίγεται. Μέχρι το φως της ημέρας το σπίτι είχε γίνει στάχτη (Bergreen, 1996).
Ο Berlin έχοντας αποκτήσει μόνο δύο χρόνια επίσημης εκπαίδευσης, εργάστηκε αρχικά ως πωλητής εφημερίδων, καθώς η επιβίωση δεν ήταν απλή υπόθεση. Έχοντας κληρονομήσει όμως το χάρισμα της φωνής από τον πατέρα του, αποφάσισε να το εκμεταλλευτεί και μαζί με άλλους νέους πήγαινε στα saloon και τραγουδούσε στους πελάτες. Ο Berlin τραγουδούσε ορισμένες από τις πιο δημοφιλείς μπαλάντες, που άκουγε στο δρόμο, ελπίζοντας ότι θα κέρδιζε μερικές πένες στερλίνας. Έτσι, η μουσική αποτέλεσε την μόνη πηγή εισοδήματος και ως εκ τούτου το μόνο μέσο επιβίωσης. Κατάφερε στην αρχή να έχει ένα εβδομαδιαίο εισόδημα 50 cents λόγω του τραγουδιού του, το οποίο μετά αυξήθηκε σε 5 δολάρια την εβδομάδα. Άρχισε λοιπόν να κερδίζει δουλειές, γνωρίζοντας όμως τον τρόπο που όπως ο ίδιος αναφέρει χαρακτηριστικά δεν είναι άλλος από το να ερμηνεύει «γνωστές μελωδίες που εκφράζουν απλά συναισθήματα[...] (Bergreen, 1996). Εν συνεχεία, o αξιόλογος συνθέτης ξεκίνησε να γράφει στίχους και το 1907 δημοσιεύτηκε το πρώτο του τραγούδι με τίτλο «Marie from Sunny Italy».
Ο Berlin συνέχισε να γράφει όχι μόνο τους στίχους, αλλά και τη μουσική με μεγάλη επιτυχία. Το 1911 έγραψε το τραγούδι «Alexander's Ragtime Band» και έμελλε να γίνει η πρώτη του παγκόσμια επιτυχία. Το 1911 μάλιστα πούλησε 1.000.000 αντίγραφα και συνέχισε να πουλά για χρόνια μετά. Έως τον Ιανουάριο του 1912 ήταν το νούμερο ένα τραγούδι.
Μέχρι τότε ο Irving Berlin είχε καταφέρει να γίνει διάσημος. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο από εφημερίδα της εποχής που αναφέρει ότι «200 φίλοι του από τον δρόμο πήγαν να δουν το αγόρι τους στη σκηνή». Η επιτυχία φυσικά συνεχίστηκε. Το 1912 ο σπουδαίος συνθέτης έγραψε την πρώτη του μπαλάντα ονόματι « When I Lost you», εις μνήμην της γυναίκας του Dorothy Goetz, η οποία πέθανε από τυφοειδή πυρετό.
Εν συνεχεία, έγραφε μουσική για πολλές επιθεωρήσεις του Broadway και ψυχαγωγικά show. To 1917 μάλιστα κατόπιν της δήλωσης του προέδρου των ΗΠΑ Woodrow Wilson για την είσοδο της Αμερικής στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Berlin θεώρησε ότι είναι καθήκον του να υποστηρίξει τον πόλεμο μέσα από τα τραγούδια του. Συνέθεσε το τραγούδι «For Your Country and My Country»,με σκοπό να εμψυχώσει και να κινητοποιήσει τους άνδρες, ζητώντας τους με αυτόν τον τρόπο να ενταχθούν στον στρατό. To 1919 ιδρύει τον εκδοτικό οίκο Irving Berlin Music Corporation με σκοπό να δημοσιεύει τη δική του μουσική.
Δύο χρόνια μετά, ο Berlin ξεκίνησε μία συνεργασία με τον παραγωγό του Broadway Sam Harris, δημιουργώντας το Music Box Theatre. Μέχρι και το τέλος της ζωής του δεν έπαψε ούτε στιγμή να δείχνει την αγάπη του για το θέατρο. Ως ιδιοκτήτης, παραγωγός και συνθέτης φρόντιζε κάθε λεπτομέρεια των παραστάσεών του. Σύμφωνα με τον συγγραφέα David Leopold (2005), το Music Box Theatre, ήταν το μόνο κτίριο που χτίστηκε με σκοπό να φιλοξενήσει τα έργα του αξιόλογου συνθέτη. Από το 1933 έως και σήμερα περιλαμβάνει μία έκθεση αφιερωμένη σε αυτόν.
Music Box Theatre
Μέσα στις επόμενες δεκαετίες, ο Irving Berlin συνέθεσε μουσική για πολλά δημοφιλή μιούζικαλ. Ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα είναι το μιούζικαλ «Annie Get Your Gun», η πρεμιέρα του οποίου πραγματοποιήθηκε στις 16 Μαϊου 1946 στο Imperial Theatre του Broadway, γνωρίζοντας μεγάλη επιτυχία (1.147 παραστάσεις). Μάλιστα τέσσερα χρόνια μετά, γυρίστηκε και ταινία με την Betty Hutton και τον Howard Keel στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. H ταινία απέσπασε 'Οσκαρ καλύτερης πρωτότυπης μουσικής επιμέλειας.
Ο Berlin έγραψε περισσότερα από 800 τραγούδια, πολλά από τα οποία έγιναν παγκοσμίως γνωστά και ακούγονται μέχρι και σήμερα όπως: «Remember» (1925), «How deep is the ocean» (1932), «Cheek to Cheek» (1935) και πολλά ακόμη. Ο Berlin όμως κατάφερε να μεταφέρει την σκηνική του επιτυχία και στην οθόνη συνθέτοντας μουσική για πολλές επιτυχημένες ταινίες, ανάμεσά τους oι ταινίες: «Top Hat» (1935) με το θρυλικό δίδυμο Fred Astaire και Ginger Rogers, «Easter Parade» (1948) με τον Fred Astaire και την Judy Garland, «Call me Madam» (1953) με πρωταγωνιστές την Ethem Merman και τον Donald o' Connor. Σημαντική είναι η ιστορία που κρύβεται πίσω από ένα παγκοσμίως αγαπημένο τραγούδι, το οποίο ορισμένες μέρες τον χρόνο συντροφεύει κάθε σπιτικό. Το τραγούδι αυτό δεν είναι άλλο από το «White Christmas». Όλοι το γνωρίζουμε μέσω της εκπληκτικής ερμηνείας του Big Crosby, ο οποίος το τραγούδησε για πρώτη φορά τα Χριστούγεννα του 1941 στη ραδιοφωνική εκπομπή «Kraft Music Hall». Ελάχιστοι όμως γνωρίζουν ότι η μουσική γράφτηκε από τον ανεπανάληπτο Irving Berlin και ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν την θλιβερή ιστορία που κρύβεται πίσω από τις λέξεις που όλοι έχουμε σιγοτραγουδήσει. O Berlin έγραψε το εκπληκτικό αυτό τραγούδι στην προσπάθειά του να εκφράσει την θλίψη του για τον θάνατο του γιου του, ο οποίος πέθανε 3 εβδομάδες μετά τη γέννησή του, ανήμερα τα Χριστούγεννα του 1928. Έτσι, κάθε χρόνο στις 25 Δεκεμβρίου, ο Berlin μαζί με τη σύζυγό του Ellen MacKay επισκέπτονταν τον τάφο του. Το τραγούδι αυτό ακούστηκε έπειτα στην δημοφιλέστατη ταινία «Holiday Inn» (1942) και χάρισε στον Berlin το βραβείο Όσκαρ.
Ο Berlin όταν ανακοίνωσε επίσημα την συνταξιοδότησή του, αποφάσισε να εγκατασταθεί για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του στη Νέα Υόρκη. Εκεί έγραψε ένα τραγούδι ονόματι «An Old-Fashioned Wedding» για την αναβίωση του μιούζικαλ «Annie Get Your Gun» (1966). Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '60, ο Irving Berlin επέλεξε να διατηρήσει ένα χαμηλό προφίλ, αποφεύγοντας την έκθεση στο κοινό. Συνέχισε βέβαια να λειτουργεί την μουσική εκδοτική του εταιρεία.
Ο Βerlin έπαψε να αντικρίζει το φως του ήλιου στις 22 Σεπτεμβρίου 1989 λόγω καρδιακής προσβολής σε ηλικία 101 ετών. Το έργο που άφησε είναι τεράστιο και σημαντικό. Συνέθεσε μουσική για πολλά έργα που αγαπήθηκαν από ανθρώπους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης και θα συνεχίσουν να αγαπιούνται από γενιές και γενιές. Ήταν ένας ξεχωριστός άνθρωπος. Ένας άνθρωπος που άξιζε πραγματικά και ποτέ δεν υπερηφανευόταν. Ένας άνθρωπος που ξεκίνησε από το τίποτα, που γνώρισε την φτώχεια, τον χλευασμό, γνώρισε σε βάθος τη ζωή και παρόλο που ήρθε αντιμέτωπος με αμέτρητες δυσκολίες, κατάφερε να φτάσει ψηλά και τα τραγούδια του να ταξιδέψουν σε όλο τον κόσμο. Aνάμεσα στους θαυμαστές του Irving Berlin συγκαταλέγεται και ο σπουδαίος George Gershwin, ο οποίος είχε πει χαρακτηριστικά: «Η μουσική του Berlin έχει αυτή τη ζωτικότητα-τόσο ρυθμική όσο και μελωδική- που ποτέ δεν φαίνεται να χάνει την πληθωρική φρεσκάδα της. Έχει αυτή την πλούσια, πολύχρωμη μελωδική ροή, που κινεί την απορία όλων εκείνων που επίσης συνθέτουν μουσική. Οι ιδέες του είναι ατελείωτες» (Wyatt &Johnson 2004).
Ως επίλογο παραθέτω ένα βίντεο από μία από τις σπάνιες εμφανίσεις του στην τηλεόραση, στην εκπομπή με τίτλο «Τhe Ed Sullivan Show», που παρουσιάστηκε στις 5 Μαϊου 1968. O Irving Berlin ερμηνεύει το τραγούδι «God Bless America» όντας σε ηλικία 80 ετών.
Γιώτα Ευταξία
(Oκτώβριος 2020)
gteftaxia@gmail.com
Μουσικός & Μουσικολόγος (ΕΚΠΑ)
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)
Βιβλιογραφία
Bergreen, L.(1996). As Thousands Cheer: The Life of Irving Berlin.Κέιμπριτζ: Da Capo Press.
Leopold, D. (2005). Irving Belin's Show Business: Broadway-Hollywood-America. Νέα Υόρκη: Abrams Books.
Woollcott, A. (2013). The Story of Irving Berlin. Ρέντιτς: Read Books LtD.
Wyatt,R. & Johnson, J. (2004). The George Gershwin Reader. Οξφόρδη: Oxford University Press.