ISIDOR PHILIPP
2 Σεπτεμβρίου 1863, Βουδαπέστη – 20 Φεβρουαρίου 1958, Παρίσι
Η Ρένα Κυριακού και οι ευεργετικές αναμνήσεις της φωτίζουν την προσωπικότητα του μέντορά της
Καθώς πλησιάζει η μουσική βραδιά μου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (23 Απριλίου), η τρίτη και τελευταία συναυλία του κύκλου Ρένα Κυριακού, ανατρέχω συγκινημένη στις προσωπικές σημειώσεις που με συνδέουν ξανά μαζί της και ανακαλύπτω πολλά σημαντικά που τότε είχα σημειώσει και άλλα που ευτυχώς θυμάμαι. Είναι αλήθεια ότι λίγοι άνθρωποι με έχουν μεταφέρει με τη διήγηση σε εποχές που στο νεανικό μυαλό μου έμοιαζαν πολύ παλαιές τότε και με έχουν συμβουλεύσει για τόσα πολλά ουσιαστικά θέματα που αφορούν τη μουσική για πιάνο, φωτίζοντάς μου όλες τις πλευρές τους.
Πρότυπο, καθοδηγητής της μεγάλης ελληνίδας σολίστ υπήρξε από το 1930 που εισήχθη, μόλις δεκατριών ετών, στην τάξη του στο Ωδείο των Παρισίων, ο παιδαγωγός και πιανίστας Isidor Philipp. Είναι ισάξιος των μεγάλων παιδαγωγών του οργάνου, Καρλ Τζέρνυ, Τεοντόρ Λετσετίτσκι, Μύρα Ες, Εντβιν Φίσερ, Αρτουρ Σνάμπελ, Βιντσέντσε Σκαραμούζα,. Oι μαθητές του δεν έπαψαν να μιλούν και να γράφουν γι αυτόν, να τον θυμούνται με αγάπη και να υπογραμμίζουν τον υπομονετικό και προσαρμοσμένο σε κάθε έναν από αυτούς τρόπο διδασκαλίας που τον χαρακτήριζε ως σύστημα διδασκαλίας με …ονοματεπώνυμο. Η διδασκαλία ήταν για τον Φιλίπ κοσμοθεωρία. Αυθόρμητα ανταποκρινόταν σε κάθε τι ουσιαστικό που του ζητούσαν σε θέματα τεχνικής και απόδοσης στο πιάνο, διέθετε εντυπωσιακό πείσμα στο να φτάσει τον μαθητή εκεί που ως Δάσκαλος έβλεπε να μπορεί. Επεδιωκε να τον βοηθήσει μιλώντας μαζί του να καταλάβει τους μηχανισμούς αλλά και το επαγγελματικό περιβάλλον για να προετοιμαστεί για το μουσικό του δρόμο οργανώνοντας όσο περισσότερες παραμέτρους του χαρακτήρα του.
Η Ρένα Κυριακού τον περιέγραφε ακριβώς έτσι. Εισέπραξε την αγάπη και την φροντίδα του, από την πολύ τρυφερή ηλικία, μελετώντας μαζί του όχι μόνο πιάνο, αλλά και διεισδύοντας στη σύνθεση των έργων που έπαιζε, μέσα από την αναλυτική διδασκαλία τους και από τη συνθετική ματιά. Της δίδαξε τον ιμπρεσιονισμό με έναν καθαρό και φυσικό τρόπο, ως μουσικό σύστημα με το οποίο εκφράζουμε διαθέσεις και φωτοσκιάσεις μέσα από τις ισορροπίες των ήχων. Δεν είμαι βέβαιη ότι υπάρχει στην ελληνική ιστορία του πιάνου άλλος σολίστ που να γνώρισε τον ιμπρεσιονισμό τόσο καλά και εξ επαφής με τους συνθέτες και τα έργα, όσο η Ρένα Κυριακού, χάρη στον Ισιντόρ Φιλίπ. Γι αυτόν όλα πρώτα θα έπρεπε να εξηγούνται και στη συνέχεια πήγαιναν πιο κάτω. Την έπεισε να ερευνήσει τον κόσμο των συνθετών και των συνθέσεων με αποκλειστικό κριτήριο την ποιότητα της μουσικής και όχι την δημοφιλία του έργου ή του δημιουργού. Ο ίδιος, παρέμεινε συμβουλάτορας της μέχρι το θάνατο του.
Από τα σημεία πρώτης σπουδαιότητας στο χτίσιμο της ικανότητας να παίζουμε πιάνο, τόνιζε την ευκαμψία, τη ρυθμική ακρίβεια και την άρθρωση. Επέμενε στην εξάσκηση με μετρονόμο, πρώτα αργά, στη συνέχεια σταδιακά γρηγορότερα, με τη βοήθεια κατάληλλων ασκήσεων και στην απόλυτη εκμάθηση κάθε νέου κειμένου, μουσικού και τεχνικού. (Ο μαθητής του στη δεκαετία του 1920 Νικίτα Μαγκάλοφ μελετούσε με μετρονόμο μέχρι τα γεράματα, θεωρώντας τον αξιόλογο συνεργάτη και αναπόσπαστο εργαλείο καλού αποτελέσματος).
Ο Philipp επιχειρηματολογούσε πολύ σχετικά με την διαφορετικότητα του «χτίζω το παίξιμο» και του «ερμηνεύω ένα έργο». Λίγα σημεία ήταν γι αυτόν απόλυτα. Για παράδειγμα, επέμενε σε πολύωρη καθημερινή άσκηση για την ανεξάρτητη χρήση των δακτύλων, για την παραγωγή καθαρού και μεστού ήχου, στην φυσική -εντός των απαιτήσεων του κειμένου- ταχύτητα, στην άσκηση για την χρήση επί σκηνής της απαραίτητης νηφαλιότητας για να επιτευχθεί το αφήγημα μέσα από την έκφραση και όχι η έκφραση να παράγει δικό της αφήγημα σαν να μη μπορεί να γίνει αλλιώς..
Ήταν απόλυτος στις σωστά παιγμένες οκτάβες που κινούνται από τον καρπό, με ακίνητο βραχίονα, αλλά δεν παραδεχόταν ότι ένα μόνο «σύστημα» μπορεί να μάθει όλους τους μαθητές πιάνο. Αντιθέτως ο δάσκαλος οφείλει να δημιουργεί ένα πλάνο για ό, τι χρειαζόταν ο κάθε σπουδαστής. Όσον αφορά τις ερμηνείες, τόνιζε ότι ο σπουδαστής πρέπει να γνωρίζει το κομμάτι με κάθε λεπτομέρεια και σχολαστικά να αναζητά το νόημα κάθε ενότητας αναλύοντας συγχρόνως την αρμονική του δόμηση αλλά και να μη βιάζεται να χρησιμοποιεί βαρύγδουπες λέξεις όπως «ερμηνεία». Σε κάθε φάση της ζωής μας, έλεγε, νομίζουμε ότι το… βρήκαμε αλλά μετά ανακαλύπτουμε το σοβαρότερο, το κάτι που δεν είχαμε δυστυχώς βρει μέχρι τότε. Αυτό όμως είναι το ανθρώπινο, δεν είμαστε παρά άνθρωποι και μπορεί αυτό να είναι ευτύχημα, αν διαθέτουμε όρεξη για μελέτη.
Ο Ιsidor Philipp επέλεγε μαθητές με δικά του κριτήρια. Αμφισβητούσε το καλλίτερο και το χειρότερο έτσι όπως το χρησιμοποιούσαν οι καθηγητές της εποχής και συχνά γινόταν σε αυτούς αντιπαθής για λόγους σαν αυτόν. Μερικές φορές, δεχόταν έναν σπουδαστή άπειρο ή μετρίου επιπέδου επάρκειας γνώσεων και συχνά αρνιόταν να διδάξει επαγγελματίες πιανίστες. Για τον Philipp, το σημαντικότερο δεν ήταν το επίπεδο ολοκλήρωσης, αλλά η διδακτικότητα, η ιδιότητα του προσερχόμενου να αφομοιώνει βασικά στοιχεία και να ωριμάζει από τις συμβουλές του δασκάλου. Η λέξη ωριμότητα ήταν συχναπαντώμενη στο λόγο του και ήταν εντυπωσιακός ο τρόπος που την επεξηγούσε. Είχε επίσης την εντυπωσιακή ιδιότητα να «ζωγραφίζει» την προσωπικότητα ενός νέου μαθητή απλώς ακούγοντας τον να παίζει δυο τρία λεπτά.
Το ρεπερτόριο του Philipp ήταν ευρύτατο, ξεκινούσε από τους παλαιότερους συνθέτες του πιάνου και άγγιζε τους σύγχρονους του. Στις δυο πολυσέλιδες ανθολογίες που επιμελήθηκε, συμπεριέλαβε κομμάτια όχι γνωστά από την παλαιότερη και την σύγχρονή του μουσική, καθώς και συνθέτες που ελάχιστα έως καθόλου γνωστοί δεν ήταν στο πρώτο ήμισυ του εικοστού αιώνα. Γι αυτόν ο πιανίστας πρέπει να ωριμάζει αποκτώντας αντίληψη όλων των στυλ και των εποχών. Επαναλάμβανε ότι το να πλησιάσεις ένα μουσικό έργο όπως ο συνθέτης του το συνέθεσε είναι μια δια βίου διαδικασία. Ο πιανίστας θα πρέπει να χτίζει τη μουσική του προσωπικότητα προσεκτικά, μελετώντας και ερευνώντας σοβαρά και χωρίς να αντιγράφει.
Ο Philipp επέμενε πολύ στη διδασκαλία του rubato, θεωρούσε βασικό να μην υπερβάλουμε προσποιούμενοι ότι είμαστε ευαίσθητοι γιατί έτσι καταστρέφουμε αισθητικά μια τόσο πηγαία εκφραστική δυνατότητα. Δεν παίζουμε εκτός χρόνου όπου πρέπει να κάνουμε rubato, το έλεγε εξ άλλου και ο ίδιος ο Σοπέν, υπογραμμίζοντας με επιμονή: ό,τι δανειζόμαστε το επιστρέφουμε σεβόμενοι τις ισορροπίες και το καλό γούστο. Η επιβράδυνση πρέπει να αντισταθμίζεται από μια αντίστοιχη επιτάχυνση και το αντίθετο. Παρόλο που ο Philipp αρνούνταν τις στρεβλώσεις στην ερμηνεία των κομματιών, πίστευε ότι ακόμη και όταν τηρούνται επακριβώς όλα τα ερμηνευτικά σημάδια, παραμένει αρκετό περιθώριο για πρωτοβουλία και ελευθερία. Η μουσική έρχεται να μας βρει από τη στιγμή που παίζουμε καλά το έργο και μετά. Ας φανταστούμε μια σελίδα που περιγράφει αεράκι κι εμείς να παίζουμε σκληρά και αρθρωμένα. Τι θα περιγράφει στην περίπτωση αυτή; πολεμική επίθεση, καταποντισμό. Χρησιμοποιούσε, για να γίνει κατανοητός, την αναφορά στην απόδοση του θεατρικού κειμένου. Πρέπει να ζείτε και να αισθάνεστε το δράμα ή το ποίημα ή το κομμάτι που παίζετε, έλεγε. Τις καμπύλες και τις αποχρώσεις του συναισθήματος, που δεν νιώθεις, οι ακροατές σου δεν θα τις πάρουν, πρέπει να απορροφάς πρώτα εσύ το λόγο σου σε μια ερμηνεία. Η μουσική είναι λόγος.
Ο Phillipp δίδασκε να παίζουμε βαθιά στα πλήκτρα, ο ήχος να βγαίνει από την ψυχή μας και να πηγαίνει δια του δακτύλου να ακουμπήσει στην ψυχή του πιάνου . Έγραψε: "Η πιο επιθυμητή ποιότητα στην παρουσίαση ενός έργου στο πιάνο είναι η δύναμη της ακρόασης, η δημιουργία ενός ηχοχρώματος απόλυτα συμβατού με την πρόθεση του συνθέτη. Άλλος ένας λόγος για να μάθουμε να ακούμε κάθε λεπτομέρεια από την πρώτη νότα μας. Επαναλάμβανε συχνά τα λόγια του Sigismond Thalberg,(8 Ιαν 1812 – 27 Απρ.1871): για να παίξεις όμορφα μάθε να χτίζεις σταθερά, χωρίς κίνδυνο γκρεμίσματος, μάθε να ζυμώνεις στο πληκτρολόγιο την ομορφιά με χέρια από βελούδο, να μη χτυπάς ποτέ, η μουσική δεν είναι φασαρία και δεν σκοπεύει να μας κάνει να θυμώσουμε παρά ελάχιστες φορές. Είναι απαραίτητο να διατηρείς τη χαλάρωση στο σώμα, στο κεφάλι, στους καρπούς και τα χέρια, ιδίως όταν φοβάσαι για κάτι που δεν καταφέρνεις να υπερασπίσεις.
Sigismond Thalberg, 1833
Ο Claude Debussy απευθυνόταν πάντα στον Philipp για να ζητήσει συμβουλές και να ακούσει τη γνώμη του, ώστε το κείμενό του να πάει άρτιο στους πιανίστες για να είναι σε θέση να κατανοήσουν καλύτερα τις αποχρώσεις και το μουσικό περιεχόμενο. Μετά από σημαντικές συζητήσεις, οι δυο τους αποφάσισαν ότι δεν πρέπει να τυπώνονται σχεδόν καθόλου επισημάνσεις πεντάλ σε κανένα έργο. Ο συλλογισμός τους είναι ότι κάθε πιάνο είναι διαφορετικό σε ποιότητα και σε πυκνότητα ήχου, κάθε δωμάτιο ή αίθουσα έχει κατασκευαστεί από διαφορετικό υλικό, έχει διαφορετικό μέγεθος και ύψος, άρα και ήχο, και κάθε πιανίστας έχει διαφορετικές δυνατότητες. Ως εκ τούτου, το πεντάλ θα πρέπει να σημειώνεται μόνο όπου είναι εργαλείο συγκεκριμένης χρήσης, εκεί δηλαδή που είναι εντολή του συνθέτη να μπει με τον τρόπο που γράφτηκε. Το πεντάλ, είναι αλήθεια ότι συχνά καταντά κατάχρηση, από τους περισσότερους, όχι μόνο τους μαθητές, γιατί το χρησιμοποιούν για να καλύψουν τις αρμονίες ή να επιτύχουν την εντύπωση της δεξιοτεχνίας κρύβοντας τον άγαρμπο και πολύ ξηρό ήχο. Για τους πιανίστες του είδους αυτού, ο Philipp έλεγε ότι παίζουν πιάνο με τα πόδια, συνοδεία χεριών. Το τι και πόσο πεντάλ παραμένει μέχρι τις μέρες μας ένα σημείο – κλειδί, για την απόδοση στα έργα του Debussy στο πιάνο.
Ο Isidor Philipp δίδασκε την Κυριακού να εκφράζεται με φράσεις όχι αποκλειστικά σαν legato των δακτύλων. Φράση υπάρχει έτσι κι αλλιώς, της έλεγε. Το βασικό είναι να μεταφέρουμε στα δάχτυλα μας την ψυχή και την φαντασία. Το ζητούμενο λοιπόν είναι να βρούμε πάντα αυτό που θέλει να μεταδώσει η φράση. Ο ίδιος υπογράμμιζε την ανάγκη έξυπνων δακτυλισμών, καταρρίπτοντας την πατροπαράδοτη χρήση τους. Δεν θεωρούσε καθόλου υποχρεωτικό να αποκλείουμε τον αντίχειρα από το να συμμετέχει σε ό,τιδήποτε, ούτε να αποφεύγουμε να τον χρησιμοποιούμε επάνω στα μαύρα πλήκτρα.
Oι βιογραφικές πληροφορίες για τον άνθρωπο αυτό έχουν μεγάλο ενδιαφέρον.
Σπούδασε πιάνο με τον περίφημο μαθητή του Σοπέν, τον Georges Mathias, που μας άφησε σπουδαία βιβλία για την τεχνική του Σοπέν και τη διδασκαλία του. Στο ωδείο του Παρισιού γνώρισε τον Saint Saens, τον Camille Théodore Ritter που ήταν μαθητής του Listz και τον Stephen Heller που υπήρξε μαθητής του Czerny. Εκεί συναντήθηκε με τον Claude Debussy. Παρέμειναν δια βίου φίλοι και ο Philipp έπαιζε συχνά τις συνθέσεις του. Μετά το θάνατο του Debussy τον Μάρτιο του 1918, ο Philipp θεωρήθηκε ως το πρόσωπο αναφοράς στη μουσική του για πιάνο.
Μετά την αποφοίτησή του από το Conservatoire, ο Philipp ξεκίνησε μια εντυπωσιακή καριέρα. Δεν σταμάτησε όμως να παρακολουθεί μαθήματα και συναυλίες, ρεσιτάλ ή master classes από πολλούς από τους κορυφαίους πιανίστας της μέρας, συμπεριλαμβανομένων των Liszt και Anton Rubinstein.
Στο Ωδείο του Παρισιού, ήταν κορυφαίος καθηγητής πιάνου από το 1893 έως το 1934, ένας από τους νεότερους που διορίστηκε ποτέ στο ίδρυμα αλλά και αυτός που πλούτισε την μουσική οικογένεια με τους περισσότερους αξιόλογους σολίστ. Από το 1921 έως το 1933, ο Philipp ήταν επίσης επικεφαλής του τμήματος πιάνου στο αμερικανικό Ωδείο Fontainebleau, το οποίο έγινε διάσημο γιατί εκεί διδάχτηκαν όχι μόνο άριστοι μουσικοί αλλά και πολλοί αξιόλογοι αμερικανοί συνθέτες.
Το σπίτι του στο Παρίσι στέγαζε πολλά ιστορικής σημασίας όργανα μουσικής καθώς και ασυνήθιστα όργανα προερχόμενα από άλλους πολιτισμούς καθώς και σημαντικά μουσικά αντικείμενα, που τα θεωρούσε την καλύτερη συντροφιά του. Όταν οι Ναζί το 1940 εισήλθαν στο Παρίσι, ο Philipp διέφυγε στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά οι Ναζί κατάσχεσαν ή κατέστρεψαν τα περιεχόμενα του διαμερίσματός του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1941 δίδαξε στη Νέα Υόρκη και την L'Alliance Francais στο Louiseville του Κεμπέκ του Καναδά. Μετά τον πόλεμο, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του μεταξύ της Νέας Υόρκης και του Παρισιού. Ο Philipp παντρεύτηκε μία φορά, το Νοέμβριο του 1903 αλλά έλαβε διαζύγιο το 1909. Η σύζυγος του λεγόταν Isabelle Eugénie Grember (1876-1934) και ήταν τραγουδίστρια πολλά υποσχόμενη.
Έδωσε το αποχαιρετιστήριο ρεσιτάλ του στην ηλικία των 92 ετών, στο Παρίσι. Πέθανε εκεί το 1958 μετά από πτώση στο μετρό του Παρισιού. Είναι θαμμένος στο νεκροταφείο του Père Lachaise. Το 1977, τα Αρχεία Isidor Philipp κατατέθηκαν στο Πανεπιστήμιο Louiseville από την Αμερικανική Εταιρεία Liszt. Περιλαμβάνουν τις συνθέσεις του για πιάνο, τις ασκήσεις και τις σπουδές του, τις εκδόσεις του έργου του Franz Liszt που επιμελήθηκε, καθώς και ασκήσεις, σημειώσεις, επεξεργασίες δικών του μουσικών κειμένων και έργων άλλων συνθετών, ηχογραφήσεις, αλληλογραφία, χειρόγραφα και άλλα ντοκουμέντα της μακριάς πορείας του στη ζωή και την τέχνη.
Θυμάμαι αρκετά ακόμα από την επικοινωνία με τη Ρένα Κυριακού. Οι διηγήσεις της για την εποχή του Παρισιού ήταν ανεξάντλητες και η αναφορές στον Ισιντόρ Φιλίπ περισσότερο κι από ενδιαφέρουσες. Ανατρέχω στις μνήμες και τις σημειώσεις και όλο πιο βαθιά νιώθω την ανάγκη να τη μνημονεύω κα να την ευχαριστώ. Αυτό έλεγε κι εκείνη περιγράφοντας μνήμες από τον Isidor Philipp. Χρησιμοποιώ λοιπόν, καταχρηστικά, τα δικά της λόγια.
Έφη Αγραφιώτη
Effie.tar@gmail.com
Φεβρουάριος 2018
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)