Η κιθάρα στη συμφωνική ορχήστρα
ή "τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι".
(Μια μικρή επισκόπηση της συμμετοχής της κιθάρας στη συμφωνική ορχήστρα(εκτός κονσέρτων), και γενικότερα στη μουσική μεγάλων μη κιθαριστών συνθετών.)
Λέγεται ότι ο Μπερλιόζ είχε πει ότι «η κιθάρα είναι μια μικρή ορχήστρα», και ότι ο Βάγκνερ είχε αντιστρέψει: «η ορχήστρα είναι μια μεγάλη κιθάρα».
Κατά πάσα πιθανότητα, αυτά δεν ειπώθηκαν ποτέ. Είναι ιδιαίτερα γκροτέσκο να φανταστούμε, τον Βάγκνερ ειδικά, να ασχολείται με την κιθάρα.
Ίσως πιο κοντά στην πραγματικότητα να είναι η φερόμενη ρήση του Σοπέν: «τίποτα πιο ωραίο από μια κιθάρα…εκτός ίσως από δυο».
Η αγάπη που δείχνουν οι κιθαριστές για αυτές τις απόκρυφες ιστορίες, αντανακλά μάλλον έναν μεγάλο πόθο. Να είναι η κιθάρα σεβαστή και αντικείμενο σχολιασμού από συνθέτες μεγάλου βεληνεκούς όπως οι προαναφερθέντες.
Ας ρίξουμε λοιπόν μια ματιά στο πως αντιμετώπισαν την κιθάρα διάφοροι μεγάλοι συνθέτες, τόσο στο συνθετικό τους έργο όσο και στην συμφωνική ορχήστρα. Μας περιμένουν εκπλήξεις! Αν όχι συγκλονιστικές, τουλάχιστον ενδιαφέρουσες και χαριτωμένες. (Η επιλογή συνθετών εκτός καθαριστικού γίγνεσθαι, είναι εύκολα κατανοητή, μιας και σκοπός είναι να δούμε την αντιμετώπιση της κιθάρας σε ένα άλλο τοπίο από αυτό της κλασσικής κιθάρας).
Αφορμή για αυτό το άρθρο υπήρξε η παρακολούθηση σε ζωντανές συναυλίες, αλλά και DVD, της έβδομης συμφωνίας του Γκούσταβ Μάλερ (Gustav Mahler 1860-1911). Έτσι κατανόησα πιο καλά την συμμετοχή της κιθάρας σε αυτό το έργο.
Πρόκειται για ένα γιγάντιο έργο του ύστερου γερμανικού ρομαντισμού, αλλά και του πρώιμου μοντερνισμού.
Γιγάντιο από πολλές απόψεις. Σε διάρκεια, πολλές φορές ξεπερνά τα ογδόντα λεπτά.
Ο πλούτος των μουσικών θεμάτων του και η επεξεργασία τους είναι τεράστια.
Το συναισθηματικό και ψυχολογικό βάθος του έργου ασύλληπτο.
Λουκέρνη 2005. Η ορχήστρα του φεστιβάλ παίζει την έβδομη του Μάλερ, υπό την διεύθυνση του Κλάουντιο Αμπάντο.
Για να παιχθεί χρειάζεται περίπου εκατό όργανα. Πάνω από εξήντα έγχορδα, σχεδόν δυο δεκάδες ξύλινα, κάπου δεκαπέντε χάλκινα και μια ομάδα κρουστών, με ειδική κατασκευή μιας τεράστιας γκρανκάσσας με ένα χαρακτηριστικό αβυσσαλέο βαθύ ήχο. (Χρησιμοποιείται από την ορχήστρα Concertgebouw του Άμστερνταμ, όπου βρέθηκε πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια στις αποθήκες της ορχήστρας. Ήταν παραγγελία του μαέστρου Βίλχελμ Μένγκελμπεργκ, στενού φίλου του Μάλερ). Ένα μαντολίνο…Και… μια κιθάρα! Τι γυρεύει λοιπόν η αλεπού στο παζάρι;.
Ο συνθέτης Γκούσταβ Μάλερ γεννήθηκε στη Βοημία, που αποτελούσε τμήμα της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, τo 1860.Ηταν Εβραίος στο θρήσκευμα και το γεγονός αυτό σε μια εποχή ιδιαίτερου αντισημιτισμού, του δημιούργησε πολλά προβλήματα .Έτσι για να αναλάβει την θέση του διευθυντή της αυτοκρατορικής όπερας, προσχώρησε στον καθολικισμό. Αργότερα ανέφερε με πικρία, ότι αισθανόταν τριπλά ξένος. Ως Βοημός μέσα στην Αυστρία, ως Αυστριακός μέσα στη Γερμανία και ως Εβραίος μέσα στον κόσμο, στην υφήλιο. Επειδή οι αρμοδιότητες του στην διεύθυνση της όπερας τον απασχολούσαν παρά πολύ, ήταν αναγκασμένος να συνθέτει, μόνο κατά την διάρκεια του καλοκαιριού. Αυτή η περίοδος ήταν και η μόνη που αισθανόταν κάπως απελευθερωμένος. Κοντά στο εκάστοτε σπίτι των καλοκαιρινών του διακοπών, έχτιζε ένα μικρό σπιτάκι και εκεί συνέθετε μέσα στη μαγεία του ειδυλλιακού αυστριακού τοπίου.
Το σπιτάκι όπου συνέθεσε ο Μάλερ την έβδομη συμφωνία του, στη Βέρτερζεε.
Από το 1900 ο τόπος των καλοκαιρινών διαμονών του ήταν στην πανέμορφη λίμνη Βέρτερζεε, στην περιοχή της Καρίνθιας στη νότια Αυστρία. Εκεί άρχισε την σύνθεση της έβδομης συμφωνίας, το 1904.Την ολοκλήρωσε το επόμενο καλοκαίρι. Παίχθηκε για πρώτη φορά, υπό την διεύθυνση του ίδιου του Μάλερ, στην Πράγα τον Σεπτέμβριο του 1908.
Το έργο αποτελείται από πέντε μέρη. Οι χρονικές τους διάρκειες είναι περίπου 20’-14’-11’-11’-18’(προσεγγίσεις πολύ-πολύ σχηματικές. Μη ξεχνάμε ότι μιλάμε για μουσική). Τα μέρη 2 και 4, ο Μάλερ, τα ονομάζει Νachtmusik (νυκτερινή μουσική).
Στο τέταρτο μέρος συμμετέχει και η κιθάρα. Η συμμετοχή της αρχικά, ήταν μεγαλύτερη. Όμως κατόπιν πρόσθεσε το μαντολίνο και το μέρος της κιθάρας μίκρυνε. Η ένδειξη στην αρχή χαρακτηριστική: Αndante amoroso. Η μουσική που έγραψε ο Μάλερ για την κιθάρα είναι εντελώς απλοϊκή. Λίγες συγχορδίες Φα ματζόρε, μερικά ντο της πέμπτης χορδής, ρυθμοί με λίγους απλούς αντιχρονισμούς. Σε κάποιο σημείο τέσσερα ντο σε οκτάβες, γραμμένα στο κλειδί του Φα. Και λίγες ακόμα νότες. H μόνη οδηγία για την κιθάρα, του λεπτομερέστατου στις παρτιτούρες Μάλερ, είναι p uber deutlich (πιάνο αλλά με σαφήνεια, καθαρά). Τι ήθελε άραγε να πετύχει ο Μάλερ; Πώς να ακουγόταν το αποτέλεσμα;
Απόσπασμα από την παρτιτούρα της έβδομης συμφωνίας του Μάλερ. Οι συγχορδίες είναι από το μέρος της κιθάρας.
Είναι μάλλον προφανές ότι ο Μάλερ δεν κατείχε την ιδιαιτερότητα της κιθάρας. Και δεν θα ήθελε να την μάθει.
Ο μουσικός του κόσμος, αυτός του ύστερου ρομαντισμού, είχε χώρο μόνο για τα θορυβώδη μα, και εκφραστικά όργανα της ρομαντικής ορχήστρας ( και συχνά τα χρησιμοποιούσε πολύ διακριτικά, σαν σε έργα μουσικής δωματίου). Η πρόοδος και η μετεξέλιξη της κιθάρας με τον Σεγκόβια και συνθέτες σαν τους Βίλλα-Λόμπος, Ροδρίγκο κ.α., έφθασε αργότερα. Όχι ότι θα άλλαζε κάτι στη συνθετική δουλειά του Μάλερ, σίγουρα. Υπήρχαν βέβαια ο Τάρρεγκα, ο Λιόμπετ, λίγο πιο πριν ο Μέρτζ, που είχε τόσο επηρεαστεί από τους ρομαντικούς και είχε μεταγράψει με ιδιαίτερη φαντασία πολλά έργα τους. Αλλά η εποχή δεν είχε ραδιόφωνα, τηλεοράσεις, διαδίκτυο, γρήγορες μετακινήσεις.
Τι συνέβη λοιπόν.
Λουκέρνη 2005. Μάλερ συμφωνία αρ.7
Ο Μάλερ, μεγάλος ενορχηστρωτής και χρήστης των ηχοχρωμάτων στη μουσική, ήθελε το ιδιαίτερο ηχόχρωμα της κιθάρας και του μαντολίνου, για να δώσει την νυκτερινή ατμόσφαιρα, την σιγαλιά της υπέροχης λίμνης και των σκιερών δασών που την περιβάλουν. Αντιπαραθέτει την κιθάρα σε διάλογο με τα κόρνα, τα φλάουτα, τα κλαρινέτα, τα έγχορδα. Πώς να ακουγόταν άραγε η κιθάρα στον τεράστιο χώρο της αίθουσας της Πράγας, ανάμεσα σε τόσα μεγαλόφωνα όργανα; Και για να σκεφτούμε πιο καθαριστικά: Ποιος κιθαριστής να έπαιξε υπό τον Μάλερ; Τι …κιθάρα να είχε;; Κέδρο η …έλατο;; Βραζιλιάνικο η ινδικό παλλίσανδρο;;; Τι χορδές χρησιμοποίησε;; Έπαιζε απογιάντο η τιράντο;; Αυτά είναι θέματα! Αλλά ας σοβαρευτούμε.
Λούκερνη 2005. Μάλερ συμφωνία αρ. 7
Ο Σένμπεργκ (που όπως θα δούμε παρακάτω χρησιμοποίησε και αυτός την κιθάρα),έχει γράψει το πιο εύστοχο σχόλιο: «Η κιθάρα δεν χρησιμοποιήθηκε σαν ένα απλό εφέ…όλο το μέρος βασίζεται στην ηχητικότητα της (sonority). Ανήκει εκεί από την αρχή, ένας ζωντανός οργανισμός στο έργο, ίσως όχι η καρδιά, αλλά τα μάτια, το βλέμμα που δίνει στο πρόσωπο την χαρακτηριστική έκφραση. Βρισκόμαστε εδώ πολύ κοντά, αλλά σε σύγχρονο περιβάλλον, στους κλασσικούς συνθέτες που συνέθεταν έργα και μέρη βασιζόμενοι στο ηχόχρωμα ιδιαίτερου οργανικού γκρουπ».
Πραγματικά εύστοχα και κολακευτικά για την κιθάρα τα λόγια του Σένμπεργκ. Σχεδόν είκοσι χρόνια αργότερα, το 1924,θα συνθέσει και ο ίδιος την Σερενάτα έργο 24, όπου η κιθάρα έχει σημαντικό ρόλο.
Μα και ο άλλος σπουδαίος εκπρόσωπος της δεύτερης σχολής της Βιέννης, ο Άντον Βέμπερν, έγραψε το 1925 τα 3 τραγούδια έργο 18 και τα δυο τραγούδια έργο 19, όπου μετέχει η κιθάρα. Τελικά αυτό ίσως δεν είναι τυχαίο, δεδομένου ότι οι δωδεκαφθογγιστές της δεύτερης σχολής της Βιέννης, θεωρούσαν τον Μάλερ καλλιτεχνικό πατέρα τους.
Ενδιαφέρον όμως έχει και η σχέση του Ιγκόρ Στραβίνσκι με την κιθάρα. Καλύτερα όμως να λέγαμε η μη σχέση του. Ένα επεισόδιο μεταξύ του Στραβίνσκι και του Τζούλιαν Μπρήμ είναι χαρακτηριστικό. Ο Μπρημ βρισκόταν στο Τορόντο για συναυλία. Η περιοδεία του καταγραφόταν κινηματογραφικά. Ρωτήθηκε αν ήθελε να συναντήσει τον Στραβίνσκι, που έκανε πρόβα το έργο του «Συμφωνία των Ψαλμών». Φυσικά ο Μπρήμ δέχθηκε και συνάντησε τον Στραβίνσκι, ενώ αυτός έκανε πρόβα με την ορχήστρα.
O Mπρήμ στήν ατυχή συνάντηση του με τον Στραβίνσκι.
Σε μια μικρή διακοπή ο Μπρήμ πλησιάζει, συστήνεται και παίζει με το λαούτο του. Ο Στραβίνσκι ακούει αδιάφορα και λέει ότι πρέπει να συνεχίσει την πρόβα. Σε συνέντευξη του, που δημοσιεύει στο τελευταίο του τεύχος το περιοδικό Gramophone, o Μπρήμ δηλώνει ότι επρόκειτο για μια από τις πιο αμήχανες στιγμές της καριέρας του. Πάντως η κιθάρα συμμετέχει σε κάποια μικρά έργα του Στραβίνσκι. Στο Tango, σύνθεση του 1940, ενορχήστρωση 1953, μαζί με κλαρινέτα, τρομπέτες, τρομπόνια. Στο Praeludium για τζαζ σύνολο (1936-37).Στο Scherzo a la russe (1944). Στην όπερα του La Rossignol.
Οι σύγχρονοι συνθέτες αντιμετώπισαν την κιθάρα πιο δίκαια. Ίσως λόγω της ανάπτυξης της, με την δουλειά των Σεγκόβια, Μπρήμ, Ουίλλιαμς, Μπέρεντ, Ραγκόσνινγκ, κ.α. Η αναφορά ονομάτων των δύο τελευταίων ίσως ξενίσει. Όπως και η έλλειψη άλλων πιο διάσημων.
Όμως κιθαριστές σαν τους προαναφερθέντες, έπεισαν σημαντικούς σύγχρονους συνθέτες να γράψουν για κιθάρα. Τον Μπρίττεν, τον Αρνολντ, τον Χένζε, τον Μαρτέν, τον Αποστελ, τον Τακεμίτσου, τον Ουώλτον, τον Χιναστέρα….
Επίσης μετείχαν σε σημαντικές εκδηλώσεις στο χώρο της παγκόσμιας μουσικής σκηνής: Ο Ζήγκφριντ Μπέρεντ ηχογράφησε το κονσέρτο Aranjuez (Ροντρίγκο) καθώς και του Τεντέσκο με την φιλαρμονική ορχήστρα του Βερολίνου για την Deutche Gramophone. Ο Ουίλλιαμς το ηχογράφησε, την πρώτη φορά με την ορχήστρα της Φιλαδέλφειας και μαέστρο τον Ευγένιο Ορμαντυ, για την Columbia.
Ο Κόνραντ Ραγκόσνινγκ είναι μάλλον ο μόνος κιθαριστής, που έλαβε μέρος στο πιο διάσημο φεστιβάλ του κόσμου: Αυτό του Salzburg. Το 1978 ερμήνευσε τον κύκλο τραγουδιών του Σούμπερτ, «Η ωραία μυλωνού», μαζί με τον μεγάλο τενόρο Πέτερ Σράϊερ. Διευθυντής του φεστιβάλ εκείνη την εποχή, ήταν βέβαια ο Herbert von Karajan.
Ο δίσκος τραγουδιών του Σούμπερτ που ηχογράφησαν οι Σράιερ και Ραγκόσνιγκ.
Στο εξωφυλλο ο Σουμπερτ σε νεαρα ηλικια.
Αξίζει εδώ να κάνουμε μια αναφορά, για τη συμμετοχή της κιθάρας στο συνθετικό έργο του Φρανς Σούμπερτ (Franz Schubert 1797-1828). Ο Σούμπερτ έζησε στη Βιέννη ακριβώς τα χρόνια που ζούσε και δημιουργούσε εκεί ο Μπετόβεν. Φυσικά τον θαύμαζε απεριόριστα, αλλά δεν είχαν γνωριστεί ποτέ. Το συνθετικό έργο του Σούμπερτ περιλαμβάνει έργα για ορχήστρα, μουσική δωματίου, για πιάνο κλπ., μα κυρίως τραγούδια (lieder), για φωνή και πιάνο. Πολλά από αυτά εκδοθήκαν, και κατά την διάρκεια της ζωής του Σούμπερτ, σε μεταγραφές για κιθάρα και φωνή, μα και για σόλο κιθάρα. Εκδότης και διασκευαστής στα περισσότερα ο γνωστός μας Άντον Ντιαμπέλι (Anton Diabelli 1781-1858). (Ο Ντιαμπέλι ήταν και ένας από τους βασικούς εκδότες του Μπετόβεν). Ο Σούμπερτ είχε μια κιθάρα την οποία χρησιμοποιούσε για τη σύνθεση των τραγουδιών του. Μερικά μάλιστα, είναι γραμμένα για την κιθάρα εξ αρχής.
Κιθάρα που είχε στην κατοχή του ο Σούμπερτ. Βρίσκεται σε μουσείο στη Βιέννη.
Από τους άλλους ονομαστούς συνθέτες της εποχής, αυτός που έγραψε πολλά έργα για κιθάρα, και την γνώριζε καλά, ήταν ο Νίκολο Παγκανίνι (Nicolo Paganini 1782-1840).
Και για να κλείσουμε όπως αρχίσαμε, με την συμμετοχή της κιθάρας σε ένα συμφωνικό έργο. Πρόκειται για μια σύνθεση του μεγάλου σύγχρονου Ούγγρου συνθέτη Γκιόργκι Κούρταγκ (Gyorgy Kurtag γεν.1926). Την σύνθεση του Grabstein fur Stephan op.15c. (1989), για κιθάρα και οργανικό σύνολο. (Μεταφράζεται κατά λέξη: «ταφόπλακα για τον Stephan». Είναι όμως κάτι αντίστοιχο των Tombeau. Δηλαδή αφιέρωμα για τον θάνατο του Stephan, συζύγου της ψυχολόγου Marianne Stein).
Με επίκεντρο την κιθάρα, ο Κούρταγκ έχει συγκεντρώσει γύρω της ομάδες από πληκτροφόρα, κρουστά, γκόνγκ, ροκάνες και σφυρίχτρες των γηπέδων, πνευστά και βαθειά έγχορδα. Όλα αυτά όμως χρησιμοποιούνται για εκφραστικούς σκοπούς, ποτέ εκκεντρικά και μανιεριστικά. Ίσως τελικά η θέση της κιθάρας στη σύγχρονη μουσική (εκτός των ρεσιτάλ και των κονσέρτων για κιθάρα), να είναι αυτό που επισήμανε ο Σένμπεργκ πριν ενενήντα περίπου χρόνια: Να είναι το βλέμμα που δίνει στο πρόσωπο το χαρακτηριστικό του ύφος.
Και σαν επίλογο, να θυμίσω ότι το πιο διάσημο, το πιο αναγνωρίσιμο ίσως έργο μουσικής, παγκόσμια, η Άγια νύκτα, συνετέθη για φωνή και κιθάρα. Από τον αυστριακό Φρανς Γκρούμπερ γύρω στα 1815. Αιτία στάθηκε, ότι το εκκλησιαστικό όργανο της μικρής εκκλησίας στην περιοχή του Ζάλσμπουργκ είχε βλάβη και έτσι η κιθάρα, υπήρξε άξιος αντικαταστάτης του βασιλιά των οργάνων.
Τάκης Ατσιδάκος
atsidakos@tar.gr
(6-1-2007)
Βιβλιογραφία:
1. Henry-Louis de La Grange: Gustav Mahler. Volume 3.Vienna: Triumph and Disillusion(1904-1907) (Oxford University Press).
2. Arnold Schoenberg: Stil und Gedanke( Fisher, Frankfurt 1976).
3. Norman Lebrecht: Mahler remembered (faber and faber 1987).
4. Giuseppe Radole: Liuto, chitarra, e vihuela. (Edizioni Suvini Zerboni).
5. Thomas F.Heck: Πρόλογος στην έκδοση: Franz Schubert “Die schoene Mullerin” for voice and guitar. (Schott GA 466).
6. Gramophone magazine (January 2007).
Δισκογραφία (επιλογή):
CD
G.Mahler: Symphony no.7
- L.Bernstein, New York Phil. DG 477 518
- C.Abbado, Berlin Phil. DG 471 623
- M.Tilson Thomas, London Symphony RCA0902663510
- R.Chailly, Royal Concertgebouw DECCA44 446
I. Stravinsky: Shadow dances. Orpheus chamber orchestra, DG 289 453 458
G.Kurtag: Grabstein fur Stephan. C.Abbado, Berlin Phil. DG 447 761
F.Schubert: Die schoene Mullerin. P.Schreier, K.Ragossning. Berlin classics0011232
A. Schoenberg: Serenata op.24. Reinbert de Leeuw, Schoenberg Ensemble, Philips.
A. Webern: Complete works. P.Boulez DG 457 637
DVD
G.Mahler: Symphony no.7.
- C.Abbado, Lucerne Festival Orchestra Euro arts 2054628
- B.Haitink, Berlin Phil. Philips 0743133
- L.Bernstein, Vienna Phil. DG073409
Julian Bream: My Life in Music. Avie, AV 2109.