Για τον Andrés Segovia
(μπροστά σε μια παλιά φωτογραφία)
Είμαι μπροστά στη γνωστή φωτογραφία που τον δείχνει χαμογελαστό, ικανοποιημένο, θριαμβευτή, να απολαμβάνει κοιτάζοντας τον φακό, από τον ξυλόγλυπτο, βελούδινο, αυτοκρατορικό του θρόνο, κρατώντας την αγαπημένη του …ποιμενική ράβδο. Αναρωτιόμουν: αυτάρεσκος Παντοκράτωρ;
Η αναφορά μου στον Ισπανό αναγεννητή της κιθάρας έχει να κάνει ασφαλώς με το πισωγύρισμα του χρόνου. Να πάμε (περίπου) έναν αιώνα πίσω, όταν ο νεαρός Andrés βρισκόταν μπροστά στην πρόκληση της ανατροπής της εξέλιξης της κιθάρας. Είναι εύκολο να το κάνουμε αυτό; πώς μπορεί να «θυμηθεί» κάποιος που δεν έχει ζήσει; είναι γνωστό πως η ιστορία δεν καταγράφεται μόνο από όσους έζησαν τις χρονικές περιόδους, αλλά και από τους μετέπειτα, εκείνους που ερεύνησαν και εκτίμησαν (ο καθένας με την προσωπική του αξιολόγηση) από τα συμφραζόμενα των προσώπων και των εποχών τους.
Στη δική μας εποχή (2007) υπάρχουν οι απόψεις δύο κόσμων που θα διαχυθούν για να φωτίσουν την προσωπικότητα του Andrés Segovia. Αφ’ ενός, η γενιά που είχε την τύχη να έρθει σε επαφή μαζί του (Γεράσιμος Μηλιαρέσης– Δημήτρης Φάμπας– Παντελής Κήλιας- Ευάγγελος Ασημακόπουλος –Λίζα Ζώη –Ευάγγελος Μπουντούνης –Γιάννης Μανωλιδάκης- Σπύρος Διαμαντής- Κώστας Κοτσιώλης), αφ’ ετέρου, οι μετέπειτα που έζησαν στον απόηχο του ονόματός του, καθώς και από τις λιγοστές (έως καθόλου) πληροφορίες των ΜΜΕ, ακόμα και όσων διατείνονται πως είναι «αφιερωμένα στον πολιτισμό», αλλά κυρίως από τα ακατάπαυστα αφιερώματα των ειδικών (κιθαριστικών) περιοδικών ή και διαδικτυακών, γύρω από την προσωπικότητά του. Όλοι μαζί θα σχηματίσουν το πορτρέτο του «μεγαλύτερου homo chitaristicus (!) του 20ου αιώνα».
Η μνήμη λοιπόν μας πάει σε μια εποχή που οι πληροφορίες για το όργανο κλασική κιθάρα ήσαν ανύπαρκτες. Η Ελλάδα, χώρα απομακρυσμένη από τέτοια μορφή εξέλιξης πολιτισμού, είχε τα δικά της καυτά προβλήματα, ακόμα και …σύστασης κράτους, με κατοχή, εμφύλιους, καταστροφές, πολέμους, φτώχια, πείνα, βίαιες μεταναστεύσεις κλπ. Δεν είναι η στιγμή μιας τέτοιας ανάλυσης, αλλά η εμφάνιση (και η διαδρομή) του Andrés Segovia στην Ισπανία, διαμορφώθηκε ακριβώς σε αυτή τη χρονική στιγμή (δεκαετίες ΄30, ΄40, ΄50, ΄60) όταν η χώρα μας αδυνατούσε να παρακολουθήσει την ανάπτυξη και τις πολιτιστικές εξελίξεις άλλων χωρών. Κι όμως, σε εκείνους τους ζοφερούς καιρούς, υπήρξαν λίγοι (μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού) που για ανεξήγητους κατά τη γνώμη μου λόγους ένιωσαν πως εκείνος ο Ισπανός ήταν ένα …φωτεινό σημείο που εξέπεμπε αλήθειες και καινοτομίες γύρω από την κιθαριστική τέχνη. Διέβλεπαν μάλιστα και μια μορφή …επαναστατικότητας γύρω από τις τεχνικές και την αντίληψη της τότε πραγματικότητας. Η αναφορά του ονόματός του από τους παλαίμαχους Ιωάννου, Κήλια, Μηλιαρέση, Εκμεκτσόγλου, Φάμπα, είχε (κατά κάποιο τρόπο) θρησκευτική διάσταση κι εγώ στην αρχή, όταν το διαπίστωνα, ομολογώ πως δεν το αντιλαμβανόμουνα.
(ακατάπαυστες δράσεις)
Ο Αντρές Σεγκόβια (επιμένω να τον προφέρω με γκ και όχι με σκέτο γ) ήταν όμως ένας ανατροπέας, ένας αναγεννητής της ιστορίας του οργάνου. Συνδέθηκε με ολόκληρο τον πνευματικό κόσμο της εποχής του (τα ονόματα θα γεμίσουν πολλές σελίδες), προέτρεψε τους σύγχρονους συνθέτες να γνωρίσουν (και να γράψουν) για ένα όργανο που υπήρξε μοναχικό και μακριά από την μήτρα της πιανιστικής και ορχηστρικής σκέψης που τότε κυριαρχούσε. Άρχισε να συνδέει την κιθάρα με τα άλλα όργανα και έγινε στυλοβάτης του ρεπερτορίου της προσδίδοντας νέα έννοια στην τότε πρωτοπορία για να φτιαχτεί ολοκληρωμένο «έργο για κιθάρα», ώστε να διαφοροποιηθεί η ως τότε κοινή συνείδηση που αντιλαμβανόταν το όργανο αυτό ως όργανο συνοδείας τραγουδιών. Ως τότε γραφόντουσαν κομμάτια σύντομης μελωδικής γραμμής, δομημένα με τα μουσικά υλικά της εποχής, διάχυτα από τον ιβηρικό αρμονικό ρομαντισμό της εποχής. Ουσιαστικά αυτός άνοιξε και τις πόρτες για δισκογραφική δράση από τις συνεργασίες του με τις Deutsche Grammophon Gesellschaft και Decca. «Πόρτες» που έμελε να παίξουν σημαντικό ρόλο στην μετέπειτα διάδοση του οργάνου. Ακολουθούν Σεμινάρια, Ακαδημίες, ατζέντηδες, καλλιτεχνικά γραφεία, που άνοιξαν την αγορά για μια ανάπτυξη (στις δεκαετίες ΄60, ΄70, ΄80) που όμοιά της είναι δύσκολο να συναντήσουμε. (Σε όλα αυτά να προσθέσουμε την συμβολή των μετέπειτα Julian Bream, Ida Presti-Alexandre Lagoya, John Williams, Alirio Diaz, κα, που με τη δισκογραφία τους συνέβαλαν τα μάλα).
Δεν υπήρξε η μοναδική προσωπικότητα εκείνης τα περιόδου και δεν θα παραβλέψω ασφαλώς τη σημαντική συμβολή της Λατινοαμερικάνικης κιθαριστικής σχολής (Α. Barrios- H. Villa-Lobos κα), καθώς και των Ισπανών (Μ. Llobet- F. Tárrega- E. Pujol - R. Sainz de
Μια άλλη αγαπημένη πολυθρόνα του Δάσκαλου, στο Μουσείο του, αυτή
(φωτογραφία: Μαρία Παπάδη)
(Ιστορικός συμβιβασμός…)
Δεν θα καταγράψω ολόκληρη την πολύχρονη δράση του, δεν είναι αυτός ο στόχος μου σε αυτό το σημείωμα, καθ’ ότι η ιστορία τα έχει συγκεντρώσει όλα αυτά ασφαλώς καλύτερα από μένα. Τα φέρνω όμως στη σκέψη μου για να βοηθήσουν να αντιληφθώ πως το πέρασμα του χρόνου μεταβάλει τα πάντα και τα εγκλωβίζει σε μια διαφορετική θεώρηση για τους μεταγενέστερους. Εκείνο που ακούμε σήμερα από τον Ισπανό μάγο, οι ηχογραφήσεις του από τις διάφορες εκδόσεις, που ξεκίνησαν από το ‘30 όταν η τεχνολογία δεν είχε τις σύγχρονες δυνατότητες της εποχής μας, ασφαλώς και υστερούν σε ποιότητα και πιστότητα πάνω στο ύφος και τις εποχές. Η ακρόαση σήμερα σε έναν δίσκο του, με συνθέσεις για παράδειγμα εποχής μπαρόκ, όντως μας ξενίζει. Θα πρέπει όμως να αναζητηθούν οι αιτίες που μας κάνουν όλους εμάς να ακούμε διαφορετικά από την εποχή τού τόσο περασμένου χρόνου, όταν όλα ήταν διαφορετικά.
Η μουσική είναι ένα μεταβαλλόμενο τοπίο. Ο χρόνος μπορεί και το διαφοροποιεί και το μετατρέπει. Το ανασκευάζει και το οδηγεί σε μετασχηματισμούς που δεν μπορούν να υπολογιστούν από πριν. Η μουσική, ως τέχνη της συναισθηματικής ροής, είναι εξαρτώμενη (και) από τις μεταλλαγές των κοινωνικών ομάδων. Ιδιαίτερα το κοσμογονικό πέρασμα από την ανώνυμη τέχνη στην επώνυμη, από τη στοιχειώδη τεχνολογία, στην εξέλιξή της και στις απίστευτες κατακτήσεις της σε σύντομο χρόνο. Από τις αναλογικές στις ψηφιακές ηχογραφήσεις και από τις κατακτήσεις των επικοινωνιών και του διαδικτύου, όντως, το τοπίο είναι ριζικά ανανεωμένο και θαρρείς πρωτόγνωρο… Ο ακροατής, βρίσκεται ανάμεσά μας «διαφορετικός» όσο δεν μπορούμε να υπολογίσουμε. Εξαρτημένος από τις νέες τεχνολογίες, τους σύγχρονους ακουστικούς τρόπους και τον τρόπο διανομής της μουσικής από την βιομηχανία του δίσκου, έχει συνδεθεί πλέον με άλλες ηχητικές συνήθειες από εκείνες του όχι μακρινού παρελθόντος. Τόσο ο τρόπος ακρόασης, όσο και εκείνος των αισθήσεων και της αποδοχής των συνθέσεων είναι διαφορετικός και καλούμαστε να τον κατανοήσουμε… Ας προσέξουμε αυτό το σημείο: Ο νέος ερμηνευτής, δεν μπορεί να λειτουργήσει ανεξάρτητα από τον νέο ακροατή. Είναι υποχρεωμένος να κάνει τον δικό του …ιστορικό συμβιβασμό, προσαρμόζοντας την τέχνη του με νέα δεδομένα- κώδικες και κανόνες που έχουν επιβληθεί από τις εποχές και τις πνευματικές αλλαγές της ροής του χρόνου.
Έτσι λοιπόν, η ακρόαση μιας ηχογράφησης από βάθος χρόνου, συνιστά προσοχή στα κριτήρια. Η περίοδος των ηχογραφήσεων του Σεγκόβια (και άλλων ερμηνευτών σύγχρονών του, άλλων οργάνων) φαντάζει πια παρωχημένη. Αναφερόμαστε όμως σε ένα όργανο που βρισκόταν σε φάση που ανίχνευε ακόμα την ηχητική- μορφολογική-μουσικολογική και τεχνική φυσιογνωμία του. Αναζητούσε διαμόρφωση ρεπερτορίου και πάλευε να διασωθεί από τον επαναλαμβανόμενο μελοδραματισμό των αρχών του 20ου. Ο Ισπανός ανανεωτής της εποχής ήταν αυτός που προέτρεψε σύγχρονούς του συνθέτες (από το χώρο του πιάνου ή της ορχήστρας) ανοίγοντας πόρτες για νέα έργα.
Όλα περνούσαν απ’ αυτόν τον παντοκράτορα μέντορα του οργάνου. Νέος άνεμος στις κατασκευές του οργάνου, των χορδών νέων τεχνολογιών, στην ένταξη της διδασκαλίας της κλασικής κιθάρας μέσα σε ανώτατες Ακαδημίες, των σεμιναρίων, των συναυλιών, των δισκογραφικών εκδόσεων, των παρτιτουρών, των εμφανίσεων (ρεσιτάλ), των περιοδικών κιθάρας ανά τον κόσμο… Αλήθεια, πώς να μην περνούν από τη σκέψη όλα ετούτα κοιτάζοντας τη φωτογραφία εκείνη, στον θρόνο, με το χρυσοποίκιλτο σκαλιστό μπαστούνι, που αντιπροσώπευε πράγματι έναν ικανοποιημένο …Imperial που έδωσε τόσα, όσα δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε; Αφοσιωμένος στην τέχνη της κιθάρας και μόνο, δεν είδε, δεν άκουσε, δεν έμαθε για τα «άλλα» τα τραγικά που συνέβησαν στη χώρα του με εκατόμβες νεκρών από απάνθρωπα κοινωνικά συστήματα, όταν άλλοι, το ίδιο δημοφιλείς συνάδελφοί του, αλλά και συγγραφείς, ζωγράφοι, κλπ, είχαν διαφορετική στάση. Τίποτα άλλο δεν τον ενδιέφερε παρά μόνο η κιθάρα και η ανάπτυξη της τέχνης της. Δικά μας ερωτήματα και απορίες συγχρόνως…
Τον θυμάμαι στο θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου το 1973. Ένα κατάμεστο θέατρο που πήγε εκεί για να ακούσει το «θρύλο της κιθάρας». Η θέα στην εξασθενημένη όραση, τα παχύσαρκα δάχτυλα και το γερασμένο σώμα, μας φόβισε. Τι θα ακούγαμε από έναν εβδομηνταοχτάρη (τότε) που τον συγκρατούσαν στο περπάτημά του δυο συνοδοί; Κι όμως, ακούσαμε μουσική και θαυμάσαμε σιγουριά, άνεση και τεχνική ευχέρεια. Όλα όσα φοβόμασταν ξεπεράστηκαν ως δια μαγείας. Από τότε είχα αντιληφθεί πως είχα μπροστά μου ένα διαχρονικό, παλαιό σημαντικό κειμήλιο, μια persona που δεν μπορεί να χαθεί ποτέ το πνεύμα και η ρίζα του χρόνου που τη γέννησαν.
Ο Σεγκόβια έφυγε πριν από είκοσι χρόνια (2/6/1987) και άφησε πίσω του έναν ολόκληρο κόσμο με προίκα, πολύ πιο πλούσιο κιθαριστικά. Όποια εξέλιξη και αν υπάρχει σήμερα, οφείλει ένα μεγάλο κομμάτι της στην αεικίνητη παρουσία του επί έναν (περίπου) αιώνα. Έτσι, εμείς του 2007, θα γνωρίζουμε πως τα παλιά στέρεα υλικά, είναι στηρίγματα για τα νεότερα και της ροής του χρόνου που θα ακολουθεί αέναα…
Νότης Μαυρουδής
mavroudis@tar.gr
(7/4/07)