ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ
Mε αφορμή την παράσταση της ΕΛΣ στο Ακροπόλ
Στις 17 Ιανουαρίου του έτους 1984 πέθανε ο συνθέτης του ελαφρού τραγουδιού Κώστας Γιαννίδης και την επόμενη μέρα πέθανε ο συνθέτης του ρεμπέτικου Βασίλης Τσιτσάνης. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα τεράστια μεγαλόστομα κείμενα στον τύπο για τον Τσιτσάνη και την μονολεκτική ανακοίνωση για τον θάνατο του Γιαννίδη. Ήταν τουλάχιστον προκλητικό! Στην κηδεία του Τσιτσάνη παραβρέθηκε σύσσωμος ο πολιτικός και καλλιτεχνικός κόσμος. Στην κηδεία του Γιαννίδη πήγαν ελάχιστοι… Ανίσχυρη η σύγκριση θα πείτε, ενδεχομένως και παράλογη, ναι αλλά η πραγματικότητα είναι πραγματικότητα… κι αυτή η ιδιοτελής αίσθηση του τι είναι και τι δεν είναι «λαός» με αηδιάζει ακόμα σήμερα!
Ο Τσιτσάνης επιβραβεύτηκε όσο ζούσε, συνεχίζει να εκτιμάται και τώρα που έφυγε από τη ζωή. Ο Κώστας Γιαννίδης έχει ξεχαστεί ακόμα κι από τους πολλούς, αυτούς που το ελαφρό τραγούδι ήταν προσιτό στο αυτί τους... Ο Γιαννίδης υπήρξε μια τεράστια προσωπικότητα -με αντικειμενική προσέγγιση- για την εξέλιξη της ελαφράς μουσικής αλλά και για την πορεία της λόγιας μουσικής, αφού μιλάμε για την ταυτοπροσωπία με τον Γιάννη Κωνσταντινίδη.
Ιωάννα Φόρτη και Γιώργος Κέντρος
Η παράσταση στο θέατρο Ακροπόλ με (αποσπάσματα από) την οπερέτα του Γιαννίδη μου έδωσε αφορμή να γράψω λίγα γι’ αυτόν. Αλλά ας ξεκινήσω από την παράσταση: Στη σκηνή παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα η οπερέτα του συνθέτη Το μικρόβιο του έρωτα. Τη μουσική επεξεργασία και ενορχήστρωση έκανε ο Βασίλης Τενίδης. Την απόδοση των γερμανικών στίχων ο Γιάννης Ξανθούλης. Την ιστορική, μουσική έρευνα, το κείμενο και τη διασκευή των κειμένων έχει αναλάβει ο Λάμπρος Λιάβας. Σκηνοθετούν οι Σοφία Σπυράτου και ο Λάμπρος Λιάβας. Τα σκηνικά - κοστούμια είναι του Γιάννη Μετζικώφ. Την ορχήστρα του Θεάτρου διευθύνουν οι: Χρύσανθος Αλισάφης, Παύλος Σεργίου, Γιώργος Αραβίδης. Το μπαλέτο του θεάτρου Ακροπόλ χορογραφεί η Σοφία Σπυράτου. Στον ρόλο του Κώστα Γιαννίδη εμφανίζονται οι Γιώργος Κέντρος και Νίκος Αρβανίτης. Παίρνουν επίσης μέρος οι: Νίνα Λοτσάρη, Ευδοκία Χατζηιωάννου, Δέσποινα Σκαρλάτου, Άγγελος Παπαδημητρίου, Κώστας Ζαχαράκης, Νίκος Στεφάνου, Κωνσταντίνος Κληρονόμος κ.ά.
Το έργο ανέβηκε στο Βερολίνο το 1927 την περίοδο που ο Κώστας Γιαννίδης, μαζί με τον Νίκο Σκαλκώτα, ήταν μαθητές του Κουρτ Βάιλ και μοιράζονταν ένα άθλιο δωμάτιο στην πανσιόν της Ακαδημίας μουσικής. Με έντονα στοιχεία τζαζ, η παράσταση παρακολουθεί παράλληλα την πορεία του συνθέτη από το κοσμοπολίτικο μουσικό περιβάλλον της Σμύρνης στη μουσική πρωτοπορία και στα καμπαρέ του Βερολίνου, για να καταλήξει στα μουσικά θέατρα της Αθήνας, όπου ο Γιαννίδης έγραψε τα υπέροχα τραγούδια του, που έγιναν μεγάλες επιτυχίες με τις φωνές της Σοφίας Βέμπο, της Δανάης και του Νίκου Γούναρη.
Ύστερα από το αφιέρωμα στον Θεόφραστο Σακελλαρίδη (2007), η ΕΛΣ μας προτείνει φέτος τον Γιάννη Κωνσταντινίδη (1903-1984), ή επί το γνωστότερο Κώστα Γιαννίδη, που σφράγισε με την ποιοτική του μουσική συνεισφορά το μουσικό θέατρο στην τριακονταετία 1930-1960. Από μόνη της και μόνο η επιλογή αξίζει τη θετική μας ανταπόκριση.
Καλλιτεχνικά, πρωταγωνιστής της παράστασης θεωρώ ότι είναι (στο ρόλο του συνθέτη Κωνσταντινίδη/ Γιαννίδη) ο Γιώργος Κέντρος, ενώ, ο συμπαθής καρατερίστας, κομπέρ /Έρωτας Άγγελος Παπαδημητρίου χαρακτηρίζεται από το γνωστό σπινθηροβόλο, πολυσχιδές ταλέντο του που πρόσθεσε ενδιαφέρον στην γενικά άνιση παράσταση. Ανάμεσα στις δύο μορφές του ίδιου ανθρώπου, στο «Μικρόβιο του Έρωτα» προβάλλει ο νεαρός πιανίστας από το Βερολίνο, ο Costa Dorres. Ο θεατής ακολουθεί τον συνθέτη στην πορεία από το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Σμύρνης στα καμπαρέ του Βερολίνου, στο ανέβασμα της πρώτης του οπερέτας. Η παράσταση ζωγραφίζει την πορεία του συνθέτη ως την Αθήνα, όπου κατέληξε μετά την περιπλάνηση του και όπου έγραψε τα γνωστά μας τραγούδια, που τραγούδησαν οι σπουδαίες φωνές της εποχής τους, Σοφίας Βέμπο, Δανάη, Νίκος Γούναρης.
Οι παραστάσεις θα ολοκληρωθούν στις 28 Μαρτίου 2010.
1933, θέατρο Σαμαρτζή
Λίγες γραμμές από την αυτοβιογραφία του συνθέτη : «Όταν γεννήθηκα, η γιαγιά μου έβαλε πλάι στην κούνια μου τρία πιατάκια με γλυκό του κουταλιού, βύσσινο, νεράντζι, καρυδάκι. Για να φάνε οι μοίρες και να γλυκαθούνε και να είναι καλές μαζί μου. Το άλλο πρωί τα πιατάκια ήταν άδεια. Εγώ πιστεύω πως ο χρόνος ήρθε κι έφαγε και από τα τρία. Είναι καλός μαζί μου ο χρόνος…».
Γόνος εύπορης οικογένειας (με καταγωγή από τη Ζαγορά Πηλίου) πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου και αρμονίας στη Σμύρνη από τον Δημοσθένη Μιλανάκη. Τις παραμονές της καταστροφής του 1922 κατέφυγε με σύμφωνη γνώμη των οικονομικά κατεστραμένων γονιών του στη Γερμανία όπου για αρκετά χρόνια σπούδασε μουσική, αρχικά στη Δρέσδη με τον Γ.Γ. Μράσζεκ και μετά στο Βερολίνο (στην Ανώτατη Μουσική Ακαδημία και στο Ωδείο "Στερν") Στο Βερολίνο αναγκάζεται να παίζει πιάνο σε ζαχαροπλαστεία, καμπαρέ, θέατρα, κινηματογράφους συνοδεύοντας τις ταινίες. Αξίζει να αναφερθεί ότι υπήρξε και ζωγράφος, ή μάλλον σκιτσογράφος, επηρρεασμένος από τη γερμανική καρικατούρα του Gross που αποτελούσε χαρακτηριστικό στυλ της εποχής εκείνης.
Πρωτοεμφανίζεται ως συνθέτης στο Θέατρο του Στράλσουντ (Βόρεια Γερμανία) με την οπερέτα Το μικρόβιο της αγάπης το1927. Το φθινόπωρο του 1931 ήρθε στην Ελλάδα, για να συνοδέψει ελληνολάτρες φίλους του σε διακοπές τους στην Αστυπάλαια και, γοητευμένος από το ελληνικό τοπίο, αποφάσισε να παραμείνει μόνιμα πλέον. Η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία δεν ευνοούσε έτσι κι αλλιώς την επιστροφή του εκεί. Επί 30 ολόκληρα χρόνια εργάζεται στο μουσικό θέατρο με το ψευδώνυμο Κώστας Γιαννίδης, για να μην συγχέεται με τον καθιερωμένο τότε συνθέτη Γρηγόρη Κωνσταντινίδη. Νονός του ήταν ο Δημήτρης Γιαννουκάκης. Για τους φίλους του ο Γιαννίδης παρέμεινε ο Γιάγκος!
Το συμβούλιο της εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, Μουσικών και Μεταφραστών, του 1950:
Από αριστερά (όρθιοι), Κώστας Γιαννίδης, Ασημάκης Γιαλαμάς,
Μιχάλης Σουγιούλ, Παναγιώτης Παπαδούκας, Κώστας Βελμόρας, Χρήστος Γιαννακόπουλος,
(καθιστοί), Αλέκος Σακελλάριος, Γιώργος Γιαννακόπουλος, Δημήτρης Γιαννουκάκης.
Ως Κώστας Γιαννίδης συνέθεσε 50 οπερέτες και πολλές επιθεωρήσεις ενώ χάρη στα υπέροχα τραγούδια του κατέκτησε διεθνή βραβεία ελαφρού τραγουδιού. Αν ο Αττίκ και ο Χρήστος Χαιρόπουλος ήταν οι συνθέτες που πρωταγωνίστησαν στη δεκαετία του ’20, ο Κώστας Γιαννίδης (μαζί με τον Μιχάλη Σουγιούλ) είναι οι πρωταγωνιστές της δεκαετίας του ’30 στο χώρο του ελαφρού τραγουδιού.
Με τον Δημήτρη Γιαννουκάκη έγραψαν την οπερέτα: Η κουμπάρα μας. Η Κουμπάρα όμως παίχτηκε μόνο για δεκαπέντε μέρες γιατί ο θιασάρχης Παπαϊωάννου έπρεπε να φύγει για την Κωνσταντινούπολη λόγω άλλων υποχρεώσεων εκεί. Έτσι ο Γιαννίδης αποφασίζει να γράφει μουσική για θεατρικά έργα που ανέβαιναν κυρίως καλοκαίρι και γνώριζαν μεγαλύτερη επιτυχία από ότι τις χειμερινές παραστάσεις. Η πρώτη του επιθεώρηση είχε τίτλο Αέρας Φρέσκος και ανέβηκε στο θέατρο Εντέν στο Θησείο. Με τον Γιαννουκάκη έγραψε τραγούδια όπως το πολύ επιτυχημένο Ξέχασέ με ωστόσο η πρώτη αδιαφιλονίκητη μεγάλη του επιτυχία ήρθε το 1933 όταν έγραψε μαζί με τον πρωτοεμφανιζόμενο Αλέκο Σακελλάριο το πασίγνωστο Θα ξανάρθεις που τραγούδησε η πρωτοεμφανιζόμενη στη δισκογραφία Δανάη. Το τραγούδι αγαπήθηκε πολύ παρόλο που δεν ξεπήδησε από την επιθεώρηση, δεν ήταν θεατρικό τραγούδι και αυτό, έλεγε ο Γιαννίδης, αποδείκνυε τη μεγάλη ερμηνευτική δύναμη της Δανάης.
Η συνεργασία του Κώστα Γιαννίδη με τη Σοφία Βέμπο απετέλεσε σταθμό στη σταδιοδρομία του. Ο Γιαννίδης χάρη στη φωνή της κάνει τη στροφή του, μη αντέχοντας να γράφει πια μόνο ταγκό (όπως απαιτούσαν οι θεατρικοί επιχειρηματίες και οι παράγοντες της δισκογραφίας της εποχής). Γράφει λοιπόν… βαλς: Κάποιο μυστικό, Ψεύτικα βγήκανε όσα ονειρεύτηκα, Πόσο λυπάμαι τα χρόνια που πήγαν χαμένα (όλα σε στίχους των Β. Σπυρόπουλου-Παν. Παπαδούκα).
|
|
Ας αναφέρουμε την εργογραφία του αντιγράφοντάς την από το Λεξικό του Τάκη Καλογερόπουλου:
Α) έργα για ορχήστρα:
2 "Δωδεκανησιακές Σουίτες", "Μικρασιατική Ραψωδία", "3 Ελληνικοί Χοροί" (1950), "Κυκλαδίτικος Χορός".
Β) μουσική δωματίου:
"22 τραγούδια και χοροί από τα Δωδεκάνησα" (για πιάνο, 1943-46), "Μικρή Σουίτα σε δωδεκανησιακά θέματα" (βιολί-πιάνο, 1947), "44 παιδικά κομμάτια σε λαϊκά θέματα" (για πιάνο, 1950-51, το πρώτο έργο `Ελληνα συνθέτη που εκδόθηκε στην Αμερική: εκδ. Broude Brothers, τίτλος "Greek Miniatures", 1957), 3 Σονατίνες για πιάνο (1952, "1η": σε κρητικούς λαϊκούς χορούς, "2η": σε ηπειρωτικούς λαϊκούς σκοπούς, "3η" σε δωδεκανησιακούς λαϊκούς σκοπούς), "8 νησιώτικοι ελλ. χοροί" (1954), "6 σπουδές σε ελλ. λαϊκούς ρυθμούς" (1956-58), "8 ελλ. νησιώτικοι χοροί" (για 2 πιάνα, 1971), "10 ελληνικοί σκοποί" για κουιντέτο πνευστών (1972).
Γ) τραγούδια:
"5 τραγούδια της προσμονής" (σε ποίηση Ταγκόρ, για μεσόφωνο και πιάνο, 1924-80), "5 τραγούδια της αγάπης" (1930-31), "20 τραγούδια του ελληνικού λαού" (1937-47), "Μοιρολόι" (1950), "Καλογριά" (1950), "8 Δωδεκανησιακά και 8 Μικρασιατικά τραγούδια" (για μικτή χορωδία "α καππέλλα", 1972), πολλές εναρμονίσεις δημοτικών τραγουδιών, κ.λπ. Επίσης, έγραψε σκηνική μουσική σε διάφορα θεατρικά έργα, όπως: "Γιέππε ο βουνήσιος" του Χόλμπεργκαι "Ο Χορός των λωποδυτών" του Ανούιγ (1947). Από τα συμφωνικά έργα του η ΚΟΑ έδωσε σε Α' εκτέλεση τα εξής: "Από τα Δωδεκάνησα" (23.2.1947, Θ. Βαβαγιάννης` λίγο αργότερα το έργο ενσωματώθηκε στις "Δωδεκανησιακές Σουίτες"), "Πρελούντιο Οστινάτο" (20.2.1949, Θ. Βαβαγιάννης. Αργότερα το έργο ενσωματώθηκε στη "Μικρασιατική Ραψωδία" ως 1ο Μέρος της), "3 Χοροί" (6.4.1952, Θ. Βαβαγιάννης. Αργότερα ενσωματώθηκαν στη "Μικρασιατική Ραψωδία"), "Μικρασιατική Ραψωδία" (16.2.1981, Β. Κολάσης), "3 Ελληνικοί Χοροί" (3.11.1986, Αλ. Συμεωνίδης).
Τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του έζησε αθόρυβα, διατηρώντας ακμαίο το χιούμορ και την ποιότητα της συμπεριφοράς που ανέκαθεν τον χαρακτήριζε. Μιλούσε πάντα με διακριτικότητα για όλα. Δεν επεδίωκε καμία υστεροφημία. Πέθανε σχεδόν ξεχασμένος (λίγους μήνες μετά την προβολή της αφιερώματος στο έργο του που επιμελήθηκε ο Γιώργος Παπαστεφάνου) της 17 Ιανουαρίου 1984. Δεν άφησε απογόνους, δεν μπορεί πλέον να τον “υπερασπίσει” κανείς της εκτός από τη δύναμη της μουσικής τέχνης. Και να που είναι αρκετό!!
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
(Ιανουάριος 2010)
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας