Ο φλαουτίστας Σπύρος Παπικινός καταθέτει στιγμές και μνήμες για τον συνθέτη και κιθαριστή Κυριάκο Τζωρτζινάκη. Χρήσιμο σημείωμα για όποιον θελήσει να συνθέσει την εικόνα της προσωπικότητάς του.
Το κείμενο αυτό δημοσιεύτηκε στο TaR στις αρχές του Φλεβάρη του 2009.
Λίγες μέρες αργότερα (27/2/2009) χάθηκε σε ένα τραγικό δυστύχημα και ο Σπύρος Παπικινός...
Εκτός από αγαπημένος φίλος και συνεργάτης του Τζωρτζινάκη, ήταν αυτός που ασχολήθηκε όσο κανείς άλλος με την οργάνωση και αρχειοθέτηση του έργου μετά το θάνατo του συνθέτη.
Ο Σπύρος θα συνεργαζόταν μαζί μου για τη δημιουργία αυτού του αφιερώματος. Είναι σίγουρο ότι δεν μπορεί να αναπληρωθεί με τίποτα η "από πρώτο χέρι" γνώση του για το έργο του Τζωρτζινάκη.
Έστω και λειψό όμως, το αφιέρωμα αυτό του ανήκει.
(Κώστας Γρηγορέας)
Ένα Τραγούδι για Όλους
Με αφορμή μια συναυλία που πρόκειται να δώσω σε λίγες μέρες με τη συνεργάτιδά μου κιθαρίστα Χρυσαυγή Πανουργιά, καταπιάστηκα ξανά, μεταξύ άλλων, με το έργο του Κυριάκου Τζωρτζινάκη ‘’Ένα τραγούδι για όλους’’, γραμμένο τον Απρίλιο του 1989, λίγους μήνες πριν ο συνθέτης φύγει από κοντά μας για να περάσει στην ιστορία. Μολονότι έχω παίξει και ηχογραφήσει το έργο πολλές φορές, νιώθω και τώρα, κάθε φορά που το παίζω, την ίδια συγκίνηση όπως τότε, όταν το πρωτοέπαιξα. Την ιερή συγκίνηση που ζει ένας μουσικός όταν για πρώτη φορά, προσεγγίζοντας ένα έργο, έχει την αίσθηση και τη βεβαιότητα ότι γίνεται συνεργός και συμμέτοχος της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Εκτός από συνεργάτης είχα την ευτυχία να είμαι φίλος του Κυριάκου Τζωρτζινάκη και να ζήσω από κοντά τον δυναμικό, εκρηκτικό και ταυτόχρονα ευαίσθητο χαρακτήρα του, ένα χαρακτήρα που αντικατοπτρίζεται απόλυτα μέσα στο έργο του. Έτσι λοιπόν η συναυλία και το ‘’Τραγούδι’’ γίνονται αφορμή να ανακαλέσω στη μνήμη κάποιες από τις στιγμές αυτής της φιλίας, μιας φιλίας που έχει σε μεγάλο βαθμό σημαδέψει τη μουσική – και όχι μόνο – ζωή μου, στιγμές που μέσα τους δημιουργήθηκαν μερικά από τα ωραιότερα έργα για φλάουτο και κιθάρα. Και λέγοντας ωραιότερα, δεν αναφέρομαι περιορισμένα στον ελληνικό χώρο, αλλά στο διεθνές ρεπερτόριο. Και ίσως αυτές οι γραμμές να αποτελούν έναν ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη του συνθέτη, δεδομένου ότι συμπληρώνονται φέτος είκοσι χρόνια από το θάνατό του (Οκτώβριος 1989).
Ο Τζωρτζινάκης είχε προσέξει ότι έχω μια τακτική παρουσία στη μουσική σκηνή παίζοντας μουσική για φλάουτο και κιθάρα. Ανυπόμονη φύση καθώς ήταν, δεν μπορούσε να γράφει μουσική για να περιμένει. Συχνά έλεγε: ‘’δεν με ενδιαφέρει να γράφω μουσική για να μένει στο συρτάρι, αλλά για να παίζεται’’. Έτσι, η χειμαρρώδης διάθεσή του να γράψει μουσική από τη μια και από την άλλη η δυνατότητα η μουσική του να παιχτεί άμεσα, οδήγησε την έμπνευση και την ορμή του στη σύνθεση έργων για φλάουτο και κιθάρα. Φρόντισε και ήρθε σε επαφή μαζί μου έχοντας κάμει τα πρώτα σχέδια του έργου ‘’Κυνηγώντας τον Ιαγουάρο’’. Συναντηθήκαμε, μαζί και με τον τότε συνεργάτη μου Α. Νικολόπουλο, και ο συνθέτης μάς έδειξε τα σχέδια και μας εξήγησε την ιδέα του έργου. Χάρηκε από τον ενθουσιασμό μας και γρήγορα ολοκληρώθηκε ένα έργο, θα έλεγα από τα κορυφαία του ρεπερτορίου. Είχα την ευτυχία να το παίξω επανειλημμένα και να το ηχογραφήσω μαζί με άλλα έργα του συνθέτη· [Κ. Τζωρτζινάκης – Duo Επίγονος, δίσκος βινυλίου, παραγωγή 1990].
Κατά τα τέλη του 1988 η όχι καλή κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε και αυτό επηρέασε ασφαλώς την ψυχολογική του κατάσταση. Συναντιόμαστε τακτικά και μου έκφραζε την πίκρα και την απαισιοδοξία του. Συχνά μου έλεγε ότι δεν έχει πια τη διάθεση να γράψει μουσική και ότι σκέφτεται να σταματήσει οριστικά να συνθέτει. Ήταν πραγματικά για μένα δύσκολο να ακούω έναν άνθρωπο που αγαπούσα και πίστευα στη μουσική και συνθετική του δύναμη να μου εκμυστηρεύεται τέτοιες σκέψεις, όπως επίσης μου ήταν δύσκολο, γνωρίζοντας καλά τον απόλυτο και επιθετικό συχνά χαρακτήρα του, να απαντήσω πειστικά, να βρω λέξεις να αποφορτίσω την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα, να βρω κάποια επιχειρήματα να αντικρούσω τις απαισιόδοξες σκέψεις του. Κάποτε, σε μια παρόμοια συζήτηση, τόλμησα να του πω πως δεν έχει το δικαίωμα να σκέφτεται έτσι. Ότι έχει υποχρέωση – παρά τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες – απέναντι στον εαυτό του, αλλά κυρίως απέναντι στον κόσμο να συνεχίσει να γράφει μουσική. Προσπάθησα να του μεταδώσω την πίστη μου ότι όλοι εμείς, οι φίλοι του, ο κόσμος, χρειαζόμαστε τη μουσική του. Με κοίταξε έντονα – θυμάμαι πολύ καθαρά εκείνο το βλέμμα – και δεν είπε τίποτα. Χωρίσαμε. Μετά από μια – δυο μέρες (όχι περισσότερο) πρωί – πρωί με πήρε τηλέφωνο και με τον γνωστό αθυρόστομο τρόπο του (όσοι τον γνώρισαν καταλαβαίνουν πολύ καλά τι λέω…) μου ζητά να κατέβω να πιούμε καφέ μαζί. Ασφαλώς δε με ρώτησε αν μπορώ ή δεν μπορώ, αν έχω δουλειά ή όχι. Μου το ζήτησε και αν μπορούσα ας έκανα αλλιώς… ’’Και πού είσαι· φέρε και το φλάουτο μαζί σου’’. Από αυτό το, γνώριμο σε μένα, ύφος, κατάλαβα ότι κάτι σημαντικό είχε συμβεί. Έτσι πήρα το φλάουτο, καβάλησα τη μοτοσυκλέτα και σε κλάσματα χρόνου βρέθηκα στο σπίτι του. Ο καφές άχνιζε στο τραπέζι, στο αναλόγιο βρισκόταν φρέσκια μια παρτιτούρα και το βλέμμα του άστραφτε. Πάλι μου είναι δύσκολο να περιγράψω εκείνο το βλέμμα… Μου έδειξε το αναλόγιο και έκδηλα συγκινημένος μου είπε: ‘’Αυτό γράφτηκε ύστερα από την προχτεσινή κουβέντα μας’’.
Κοίταξα το αναλόγιο. Η παρτιτούρα είχε τον τίτλο ‘’Ένα Τραγούδι για Όλους’’. Δε μίλησα. Άνοιξα αργά το φλάουτο, πήρε εκείνος την κιθάρα και κάναμε μαζί την ‘’prima vista’’. Ήταν πρωινό της 4ης Απριλίου 1989 και έπαιζα για πρώτη φορά ένα από τα πιο όμορφα, τα πιο τρυφερά και ευγενικά έργα που έχω ποτέ παίξει. Ένα τραγούδι που είχε γράψει ο μεγάλος Τζωρτζινάκης για όλους. Μια προσφορά της μεγάλης καρδιάς και της αγάπης του σε όλους μας.
Δεν ήταν το τελευταίο έργο του. Ακολούθησαν μερικά ακόμη σπουδαία έργα για φλάουτο και κιθάρα. Γι’ αυτά όμως, ίσως μας δοθεί η δυνατότητα να μιλήσουμε κάποιαν άλλη φορά.
Σπύρος Α. Παπικινός
(Φεβρουάριος 2009)