Leo Brouwer’s Estudios Sencillos 1 – 10
Μουσική ανάλυση του Λεωνίδα Κανάρη
1ο μέρος (εισαγωγικό)
Δυο λόγια για τον L. Brouwer
Γεννημένος το 1939 στην Αβάνα της Κούβας, από νωρίς διέγραψε μια σπουδαία διεθνή καριέρα ως κιθαριστής, συνθέτης, μαέστρος και δάσκαλος. Δικαίως θεωρείται ως ο σημαντικότερος σύγχρονος συνθέτης κιθαριστικής μουσικής. Κι αυτό δεν κρίνεται μόνο από τον μεγάλο αριθμό έργων, αλλά κυρίως από την ποιότητά τους. Διεύρυνε τους κιθαριστικούς ορίζοντες εμπνέοντας καταλυτικά πολλούς ανθρώπους που παίζουν κιθάρα, είτε γράφουν μουσική γι αυτή. Εκτός από τη μουσική του ιδιοφυΐα, ξεχωρίζει ως πνευματικός άνθρωπος για την ευγένεια του χαρακτήρα του και την ευρεία κουλτούρα του. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί, ότι ο κόσμος της κιθάρας θα ήταν φτωχότερος αν δεν υπήρχε ο L. Brouwer.
Παρατηρώντας τη συνολική εργογραφία του, διαπιστώνουμε ότι οι κιθαριστικές του συνθέσεις είναι το μικρότερο μέρος της συνθετικής του δημιουργίας. Έχει γράψει πολλή μουσική για διάφορα όργανα και σχήματα μουσικής δωματίου, πολλά φωνητικά και συμφωνικά έργα, μουσική για περίπου εκατό ταινίες, κ.ά.
Οι «Απλές Σπουδές» για κιθάρα μπορεί μεν να αποτελούν μια σταγόνα της δημιουργικής του θάλασσας, αλλά μια σταγόνα με μεγάλη παιδαγωγική αξία και συμπυκνωμένη μουσική σκέψη αξιώσεων. Εξάλλου, αφορούν σε όλους τους κιθαριστές, διότι κάθε σπουδαστής κιθάρας είναι σκόπιμο να τις μελετήσει και μάλιστα όλες. Τις ονομάζει ‘απλές΄διότι είναι εύκολες στο παίξιμο, αλλά τελικά, όχι και τόσο απλές στην κατασκευή τους, όπως θα δούμε.
Για τη μουσική του
Θεωρώ ότι τρεις είναι οι βασικοί παράμετροι που διαμόρφωσαν τη μουσική του L. Brouwer:
1. Το ότι επέλεξε εξαρχής να κινηθεί αυστηρά στο πλαίσιο της έντεχνης (κλασικής) μουσικής, με πρότυπο τους μεγάλους συνθέτες όλων των εποχών και με συστηματική μελέτη των σημαντικών ρευμάτων του 20ου αιώνα. Όταν σπούδαζε στις ΗΠΑ, ευτύχησε να φοιτήσει δίπλα σε σπουδαίους συνθέτες, όπως οι: Vincent Persichetti, Stefan Wolpe, κ.ά. Συνθέτες που τον επηρέασαν ήταν οι: I. Stravinsky, B. Bartok, G. Ligeti, Keith Jarrett (αργότερα), κ.ά.
Δεν τον ενδιέφερε να γράψει μια απλή και ευκολοάκουστη μουσική, με οικείες ομοφωνίες (μελωδία – συνοδεία) και με κατάχρηση συμβατικών – κοινότυπων μουσικών σχημάτων (gestures). Αντίθετα, ενδιαφέρθηκε: για την επεξεργασία και την ανάπτυξη μοτιβικού υλικού, τη φόρμα, τα πολλά επίπεδα και την υφή (texture), το ηχόχρωμα, την άρθρωση και πολλά άλλα, όλα δηλαδή αυτά τα ζητήματα που τελικά διαφοροποιούν την έντεχνη μουσική από τη δημοφιλή (popular).
2. Η Αφροαμερικάνικη μουσική παράδοση, και ιδιαίτερα αυτή της πατρίδας του (αφροκουβανική), αποτέλεσε βασικό στοιχείο έμπνευσής του, εύκολα ανιχνεύσιμο σε πολλά έργα του και κατά βάση το στοιχείο του ρυθμού.
3. Η κιθαριστική του ιδιότητα, όπως άλλωστε σε κάθε κιθαριστή, του πρόσφερε την ευκαιρία να γνωρίσει καλά μουσικές σε ευρύτατο φάσμα ως προς τον τόπο, τον χρόνο και το ιδίωμα. Βιωμένα πλέον μουσικά στοιχεία και μουσικές αναφορές ευρέος φάσματος γονιμοποιούν τη μουσική του. Ως ενδεικτικό παράδειγμα θα αναφέρω στοιχεία από το Μπαρόκ.
Όπως και ο ίδιος αναφέρει, η μουσική του μπορεί να χωρισθεί σε τρεις ευδιάκριτες περιόδους:
Ι. Περίπου 1955 – 1964: ένα είδος εθνικής σχολής, αξιοποιώντας στοιχεία από τις παραδόσεις του τόπου του, καθώς και κλασικές φόρμες, σ’ ένα εκμοντερνισμένο τροπικό περιβάλλον.
ΙΙ. Περίπου 1968 – 1978: η avant-garde, η εποχή της πρωτοπορίας και της χρήσης των νέων κατακτήσεων που έφεραν τα μουσικά ρεύματα εκείνης της εποχής, κατακτήσεις που προέκυπταν από τους μέγιστους συνθέτες του 20ου αιώνα.
ΙΙΙ. 1979 – σήμερα: η ‘υπερομαντική’ (όπως τη χαρακτηρίζει) ή νεορομαντική περίοδος, ελεύθερα πολυτροπική με στοιχεία από την Παράδοση και τον μινιμαλισμό, ποικίλες μουσικές αναφορές, ακόμη και κάποια αύρα από την Pop.
Για την κιθαριστική του μουσική
Με την κιθαριστική του μουσική της 2ης περιόδου εισήγαγε δυναμικά στον κόσμο της κιθάρας την πολυρυθμία, την πολυτροπικότητα (polymodality) και την πολυαρμονία (όπως οι Stravinsky και Bartok), την μικροπολυφωνία και την ατονικότητα (όπως ο Ligeti) συν τον αυτοσχεδιασμό (π.χ. στο La Espiral Eterna), τον αλεατορισμό (δηλ. το στοιχείο της τυχαιότητας, με τη φιλοσοφική της έννοια, π.χ. στο Tarantos), στοιχεία από τον μινιμαλισμό (εμπνευσμένος από την Ανατολή), κ.λπ. Κι αυτά αποτέλεσαν πολύτιμη ώθηση και ανανέωση στον χαρακτήρα τού (συχνά συντηρητικού) κιθαριστικού ρεπερτορίου.
Τα κιθαριστικά του έργα είναι αρκετά ‘δακτυλικά’, δηλαδή βολικά – εργονομικά στη σχέση δακτύλων και οργάνου. Παρότι αυτές οι ευκολίες συνήθως αποβαίνουν εις βάρος της μουσικής ποιότητας, στην περίπτωση του Brouwer αυτό δεν συνέβη και είναι αξιοθαύμαστος ο τρόπος που το καταφέρνει. Δηλαδή, παρότι όλα είναι τόσο φυσικά στο όργανο, το άκουσμα είναι νέο. Θα λέγαμε ότι συνέχισε (με τον δικό του τρόπο) αυτό που έκανε πριν απ’ αυτόν, επίσης πολύ πετυχημένα, ο V. Lobos.
Γενικά για τις Σπουδές
Σπουδή (Étude - Γαλλικά, Study – Αγγλικά, Εstudio – Ισπανικά, Studio – Ιταλικά) είναι σύντομο έργο για κάποιο όργανο και έχει εκπαιδευτικό χαρακτήρα. Εστιάζει, κατά βάση, σε ένα συγκεκριμένο ζήτημα της τεχνικής του οργάνου, ζήτημα που αναπτύσσεται με ευχάριστο κι ενδιαφέροντα τρόπο κατά την εξέλιξη του έργου. Αυτό δελεάζει τον σπουδαστή να ασκηθεί. Η σπουδή, ως τίτλος έργου, εμφανίσθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα κυρίως στο πιανιστικό ρεπερτόριο. Έκτοτε, δεν έχει διαμορφωθεί κάποιος συγκεκριμένος τρόπος δομής μιας Σπουδής κι ως εκ τούτου η φόρμα της χαρακτηρίζεται ως ελεύθερη, αν και συχνότερα είναι γραμμένες ως μονομερείς, διμερείς ή τριμερείς με ελεύθερη ανάπτυξη των μερών (δηλ. συνεχόμενων τμημάτων – sections).
Υπάρχουν σπουδές για όλα τα επίπεδα προόδου, όπως εύκολες αρχαρίων έως και σπουδές κονσέρτου, δηλαδή με συναυλιακές προδιαγραφές, οι οποίες παίζονται και από επαγγελματίες. Τέτοιες είναι οι σπουδές για πιάνο των F. Chopin, F. Liszt, S. Rachmaninoff, κ.ά. Στο δε κιθαριστικό ρεπερτόριο μπορούμε αντίστοιχα να συμπεριλάβουμε τις σπουδές των H. Villa Lobos, Α. Barrios Mangore, L. Brouwer (επιλεκτικά), κ.ά. Ειδικά στις σπουδές κονσέρτου (concert studies), το βασικό τεχνικό στοιχείο λειτουργεί στον συνθέτη κυρίως ως στοιχείο έμπνευσης, που αποκτά μοτιβικό χαρακτήρα και δομικά συμβάλλει αποφασιστικά στην ομοιογένεια της υφής του έργου, διασφαλίζοντας την αναγκαία συνοχή.
Σε ειδικές περιπτώσεις, το βασικό στοιχείο μιας Σπουδής μπορεί να είναι ένα ζήτημα που απασχολεί τον συνθέτη ως προς τη δική του τεχνική στη σύνθεση, όπως επίσης μπορεί να προκύπτει από την επιθυμία του να διερευνήσει κάποια νέα τεχνικά μέσα στη σύνθεση, όπως συμβαίνει π.χ. στο πιανιστικό έργο του Olivier Messiaen «Four Rhythm Studies». Καθ’ υπέρβαση, Σπουδές γράφονται και για περισσότερα του ενός όργανα, όπως, π.χ. το έργο «Four Etudes for Orchestra» του Igor Stravinsky.
Όσον αφορά στις εύκολες σπουδές, πρέπει να επισημάνουμε ότι ένα τέτοιο συνθετικό – παιδαγωγικό εγχείρημα αποτελεί πρόκληση για κάθε συνθέτη, διότι ενέχει ιδιαίτερη δυσκολία, αφού ο δημιουργός πρέπει να εργασθεί με το μέγιστο των περιορισμών, να αξιοποιήσει στο μέγιστο τις ιδιαιτερότητες και τις ευκολίες του οργάνου και να αναδείξει τη δική του ευρηματικότητα και ικανότητα, προκειμένου να παράξει μια καλή και τεχνικά χρήσιμη μουσική, που είναι ταυτόχρονα εύκολη στο να παιχθεί. Λαμπρό παράδειγμα στον 20ο αιώνα αποτελεί ο «Μικρόκοσμος» του Béla Bartók, ο οποίος πέρα από την όποια τεχνική ανάπτυξη, μυεί συστηματικά τον σπουδαστή στη μουσική του 20ου αιώνα. Κάτι αντίστοιχο έκανε και ο Brouwer, σε μικρότερη φυσικά έκταση.
Οι Σπουδές 1 – 10 του Brouwer
Οι Σπουδές 1 – 5 γράφτηκαν το 1959, όταν ο συνθέτης ήταν μόλις 20 ετών και ήδη σπούδαζε στη Ν. Υόρκη. Οι επόμενες (6 – 10) γράφτηκαν την περίοδο 1960 – 1961. Σχεδόν άμεσα έτυχαν μιας απλής έκδοσης στην Κούβα και το 1972 εκδόθηκαν από τη Max Eschig σε δυο τευχίδια, γεγονός που τις έκανε γνωστές και αγαπητές διεθνώς. Καθεμιά εστιάζει και σε κάποιο ζήτημα τεχνικής του οργάνου και όλες είναι δακτυλικά πολύ βολικές.
Για το τέμπο δίνονται ενδείξεις σε κάποιες απ’ αυτές κι αυτό γίνεται μέσω γενικών όρων (π.χ. Movido). Αντί για ένδειξη μετρονόμου υπάρχουν προτεινόμενες διάρκειες για καθεμιά, που αποτελεί πρωτότυπη μεν ιδέα, αλλά όχι ιδιαίτερα πρακτική. Επειδή κάποιοι αριθμοί λεπτών είναι ‘στρόγγυλοι’ συμπεραίνουμε ότι αφορούν σε μια κατά προσέγγιση πρόταση διάρκειας. Αν, τώρα, διαιρέσουμε την προτεινόμενη διάρκεια με τους συνολικούς χρόνους των μέτρων κάθε σπουδής, προκύπτει ένα τέμπο μάλλον αργό για τον χαρακτήρα τους, κατάλληλο όμως για μαθητικό παίξιμο. Αντίθετα, κάποιοι επαγγελματίες κιθαριστές που τις συμπεριλαμβάνουν στα ρεσιτάλ τους (κυρίως παλαιότερα) και άλλοι επίσης που τις ηχογραφούν, συχνά τις παίζουν σε πολύ γρηγορότερο τέμπο από το προτεινόμενο, με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται η δυνατότητα καλής άρθρωσης.
Στα κοινά τους χαρακτηριστικά περιλαμβάνονται: η τροπικότητα (π.χ. δώριος, φρύγιος, λύδιος, κ.λπ.) και η ελεύθερη τονική λειτουργία (η μη λειτουργική Αρμονία), τα χαρακτηριστικά ρυθμικά σχήματα, η μοτιβική επεξεργασία, ο συγχορδιακός εμπλουτισμός με 7ες (4φωνες συγχορδίες) ή με άλλες προστιθέμενες νότες (συχνότερα 2ες) και οι διάφωνες συνηχήσεις, οι έντονες διακυμάνσεις δυναμικών και άλλα που θα δούμε ανά περίπτωση.
Στο Ελληνικό πρόγραμμα ύλης, προβλέπεται να διδαχθούν έως τα μέσα περίπου της Κατωτέρας τάξης, κι αυτό είναι σωστό, διότι προϋποθέτουν μια μικρή έστω τεχνική ευχέρεια και μια κάποια μουσική ωριμότητα ή έστω δεκτικότητα. Στους μαθητές μου όταν τις δίνω, συνήθως οι πρώτες τους αντιδράσεις είναι διαμετρικά αντίθετες. Ή ενθουσιάζονται αμέσως ή τις ακούν ως κάτι το ακατάληπτο! Με τους δεύτερους, λοιπόν, τις κρατάμε περισσότερο καιρό και κατόπιν πολλών εξηγήσεων σταδιακά φθάνουν κι αυτοί στο σημείο να τις λατρέψουν. Αυτό σημαίνει ότι εξοικειώνονται με τη σύγχρονη μουσική γλώσσα και ότι διευρύνεται η μουσική τους αντιληπτικότητα, γεγονός πολύτιμο. Γι αυτό και συνιστώ να μελετηθούν και οι δέκα.
Πληροφοριακά αναφέρουμε ότι οι επόμενες Σπουδές (11 – 20) γράφτηκαν το 1981 (εκτός μάλλον από τη 12), δηλαδή 20 και πλέον χρόνια αργότερα και είναι γραμμένες σε ανώτερο επίπεδο από πλευράς τεχνικής. Είχαν κι αυτές επιτυχία, αν και νομίζω λίγο λιγότερη από τις 10 πρώτες.
Οι αναλύσεις
Οι αναλύσεις που θα ακολουθήσουν θα ασχολούνται με μια σπουδή κάθε φορά. Πρόκειται κυρίως για μουσικές αναλύσεις, στο μέγιστο δυνατό εύρος και βάθος και ανεξάρτητα αν το καθετί που θα επισημαίνεται έγινε συνειδητά ή ‘ενστικτωδώς’ από τον συνθέτη, γεγονός που ούτως ή άλλως δεν είναι δυνατό να εξακριβώσουμε. Μας αρκεί που υπάρχει. Στο βαθμό του δυνατού θα προσπαθήσουμε επίσης να απαντήσουμε στα ‘γιατί’ και τα ‘πώς’.
Οι μουσικές αναλύσεις (όπως εξάλλου πάντα) θα συμβάλλουν σε μια καλύτερη κατανόηση των Σπουδών, χρήσιμη σε όσους τις παίζουν ή τις διδάσκουν. Ταυτόχρονα όμως, οι αναλύσεις (με τις όποιες γενικεύσεις των σχολίων) μπορούν να αποτελέσουν και ένα είδος σεμιναρίου σύνθεσης για όλους όσοι γράφουν μουσική για κιθάρα ή άλλο όργανο, όπου θα έχουν την ευκαιρία να πάρουν ιδέες και να δουν τεχνικές σύνθεσης μέσα από το παράδειγμα ενός τόσο χαρισματικού και καλόγουστου δημιουργού.
Περισσότερες πληροφορίες και υλικό
Στο διαδίκτυο μπορεί κανείς να βρει συνεντεύξεις του συνθέτη, αφιερώματα, πληροφορίες και άρθρα, διεθνή βιβλιογραφία, διδακτορικές διατριβές και φυσικά, πολλές ηχογραφήσεις.
Στα Ελληνικά έχουν εκδοθεί τρία βιβλία, χρονολογικά τα εξής:
1. «Leo Brouwer, Η Νιότη στη Μουσική» της Σίσης Κορίτου, εκδότης: Κ. Παπαγρηγορίου – Χ. Νάκας.
2. «Ο Leo Brouwer και η Μουσική της Κούβας» του Κώστα Χίζαρη, Εκδόσεις Σύγχρονη Μουσική.
3. «Ο συνθέτης Leo Brouwer» του Δρ Κωνσταντίνου Χίζαρη, εκδότης: Cambia.
Για τις Σπουδές του κυκλοφορεί στα Αγγλικά το βιβλίο τού David Tanenbaum, ‘Leo Brouwer’s 20 Estudios Sencillos’, εκδότης: Guitar Solo Publications, το οποίο αναφέρεται κυρίως σε ζητήματα τεχνικής και ερμηνείας.
Οι ίδιες οι Σπουδές (1 – 20) κυκλοφορούν πλέον και σε νέα ενιαία κριτική έκδοση, πάλι από τις εκδόσεις Max Eschig, σε επιμέλεια του Frédéric Zigante, όπου παρέχονται (ανά σπουδή) τεχνικές υποδείξεις, τρόποι μελέτης και κάποιες πληροφορίες. Η έκδοση είναι τρίγλωσση (Γαλλικά, Ισπανικά, Αγγλικά) και συμπεριλαμβάνει cd με όμορφη ερμηνεία τους από τον F. Zigante. Τίτλος: «Leo Brouwer, Études simples».
Για όσους δεν τις ξέρετε, ακολουθεί το βίντεο μιας ενδεικτικής εκτέλεσης:
Λεωνίδας Κανάρης
Συνθέτης, Κιθαριστής, Καθηγητής Μουσικής
Site: https://leonidaskanaris.com/
Email: contact@leonidaskanaris.com
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Το περιεχόμενο του κειμένου, το φωτογραφικό, βιντεογραφικό ή ηχητικό υλικό καθώς και η επιμέλεια του άρθρου είναι ευθύνη του συγγραφέα)
Το TaR, εκπληρώνοντας το όραμα του ιδρυτή του Νότη Μαυρουδή (1945-2023), συνεχίζει να λειτουργεί ως μία ελεύθερη και αυστηρά μη κερδοσκοπική μουσική διαδικτυακή κοινότητα, που βασίζεται αποκλειστικά στην εθελοντική εργασία και στην εγκυρότητα των συνεργατών του. Δεν απασχολεί επαγγελματίες δημοσιογράφους, διορθωτές κλπ, άρα δεν έχει την υποδομή και τους πόρους ώστε να ελέγχει την ακρίβεια των πληροφοριών και την πνευματική ιδιοκτησία του υλικού που παρατίθεται (κειμένου, εικόνων, βίντεο, ηχογραφήσεων κλπ). Βασίζεται αποκλειστικά στην καλή πίστη του αρθρογράφου, ο οποίος είναι ο υπεύθυνος για τις απόψεις του και για το υλικό που επιλέγει, από το προσωπικό του αρχείο. Οποιοσδήποτε θεωρεί ότι θίγεται από την χρήση πληροφοριών και υλικού παρακαλείται να το δηλώσει άμεσα ώστε να γίνει άμεση διόρθωση (tar.onlinemag@gmail.com). Το TaR έχει ως στόχο να στηρίξει την ποιοτική μουσική δημιουργία κι όχι να θίξει με οποιονδήποτε τρόπο τους δημιουργούς και το έργο τους. Επίσης, η πληροφόρηση που το TaR παρέχει μέσω των ενημερωτικών στηλών του για συναυλίες, εκδόσεις, σεμινάρια, διαγωνισμούς, φεστιβάλ κλπ εξαρτάται αποκλειστικά από τα Δελτία Τύπου που στέλνουν οι ενδιαφερόμενοι καλλιτέχνες ή διοργανωτές, τα οποία το TaR δημοσιεύει πάντα "καλή τη πίστει". Το TaR δεν φέρει ευθύνη για πιθανές ανακρίβειες και βασίζεται στην βοήθεια των αναγνωστών ώστε να διορθώνονται τα όποια προβλήματα. Διαχειριστής: Κώστας Γρηγορέας Ιδρυτής: Νότης Μαυρουδής |