[μουσικές αναφορές]
LJUBICA MARIC
(1909 - 2003)
H σημαντικότερη σε παγκόσμια κλίμακα μορφή της σύγχρονης γιουγκοσλάβικης οικογένειας συνθετών, είναι γυναίκα. Και γιατί όχι; θα προσθέσω. Μουσική εκπαίδευση άρτια, έμπνευση, ταλέντα δοσμένα από τη φύση, δυναμισμός, αγωνιστικότητα, αφιέρωση, υψηλοί πάντα στόχοι… δεν είναι λίγα!
Η Μάριτς ήταν κόρη οδοντίατρου παθιασμένου με τις τέχνες κι έχει ενδιαφέρον το ότι ο προπάππους της (από τη μητέρα της) ήταν ο φημισμένος στην εποχή του φαρμακοποιός Έλληνας Κάπαρης, που καταγόταν απο την Αθήνα.
Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, ο Παύλος Μάριτς ακριβώς ανήμερα των γενεθλίων του πέθανε. Η συνθέτρια δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχάσει το τραύμα της και την στρατιωτική παρέλαση για την επιστροφή των στρατιωτών από τον δεύτερο βαλκανικό πόλεμο, όταν το άλογο του πατέρα της εμφανίστηκε χωρίς τον αναβάτη του. Αυτό το τραγικό συναίσθημα εμφανίζεται πάντα σαν κραυγή και τρόμος στις ορχηστρικές συνθέσεις της, παιγμένο από τρομπέτες.
Η Μάριτς χαρακτηριζόταν από βαθειά θρησκευτική αλλά και πολιτική συνείδηση. Πήρε δυνατή ώθηση από την οικογενειακή κουλτούρα, ήταν εκ των πραγμάτων πολύπλευρα προικισμένη, ενθαρρύνθηκε από το περιβάλλον και τους δασκάλους στις επιλογές της. Μελέτησε σε βάθος την εκκλησιαστική και την βυζαντινή μουσική και παράλληλα μελέτησε φιλοσοφία.
Ήταν μαθήτρια του αγαπημένου μαθητή του Μπάρτοκ, του Josip Štolcer-Slavenski (1896-1955) εις όσα αφορούν την κλασσική της θεωρητική εκπαίδευση.
Η Ljubica Maric συναντήθηκε το 1930 με τον Στραβίνσκι στην Πράγα και τον Σοστακόβιτς κατά την επίσκεψή του στο Βελιγράδι, το 1963. Ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς της είχε πει: ακούω από τα βάθη της ψυχής σας μια καθαρή, πειστική αλλά και εντυπωσιακή γλώσσα, συνεχείστε! Υποσχέθηκε μάλιστα την παρουσίαση της μουσικής της στη Μόσχα. Δυστυχώς, δεν υλοποιήθηκε το σχέδιο, πιθανότατα λόγω της αντίστασης του τότε σοβιετικού καθεστώτος στα φανερά στοιχεία επιρροής της από την εκκλησιαστική μουσική, τα οποία όχι μόνον χρησιμοποιούσε αλλά και πρόβαλε η συνθέτρια.
Ο Σλομίνσκυ και ο Μπάρτοκ έχουν επίσης εκφράσει με θερμούς χαρακτηρισμούς το θαυμασμό στο έργο και την προσωπικότητά της.
η συνθέτρια με τη μητέρα της
Γεννήθηκε στην περιοχή Κραγκούγιεβατς στις 18 Μαρ 1909. Η Ljubica Maric, έδειξε πολύ νωρίς τα χαρίσματα της, το ταλέντο στη μουσική, την εντυπωσιακή εικαστική έκφραση, την εξαίσια φωνή της, τη δυνατότητα να εκφράζεται ποιητικά. Το πρώτο τραγούδι που έγραψε (ήταν δεκαεννέα ετών), είχε τίτλο Θλίψη για ένα κορίτσι - σύνθεση για ανδρική χορωδία. Συστάθηκε τότε εκ των ενόντων χορωδία από μέλη της σλαβικής ομάδας μεταπτυχιακών εργασιών η οποία το ερμήνευσε. Τα θετικά σχόλια των καθηγητών της και οι διπλωματικές της εξετάσεις στο βιολί και στο πιάνο όπου εντυπωσίασε παίζοντας δικά της έργα, έδωσαν εισιτήριο για μεταπτυχιακές σπουδές στην Πράγα (1930). Η ζωή εκεί ήταν πολύ σκληρή για τη νεαρή μουσικό. Η μητέρα της στάθηκε στήριγμα της, δουλεύοντας ως οικιακή βοηθός σε σπίτια πλουσίων. Η ευγνωμοσύνη της συνθέτριας στάθηκε παντοτινή, σε όλα τα έργα της δεν παραλείπει έκτοτε την αφιέρωση «στη μάνα μου». Στην Πράγα συνέθεσε το πρώτο ατονάλ έργο που γράφτηκε από γιουγκοσλάβο συνθέτη, το Κουαρτέτο Εγχόρδων, που δημιούργησε βέβαια έκπληξη και αντιπαραθέσεις, αλλά δεν της στέρησε και τα πολύ καλά σχόλια.
Στο Εθνικό Ωδείο της Πράγας είχε καθηγητές τον Josef Suk και τον Alois Haba που της άνοιξαν ορίζοντες και της δίδαξαν όχι μόνον την παραδοσιακή αρμονία και σύνθεση αλλά και τη σύγχρονη μουσική αισθητική. Από νωρίς κάποια έργα της παίζονταν ήδη σε φεστιβάλ (Άμστερνταμ, Πράγα, Στρασβούργο) και οι πρώτες επαινετικές κριτικές γράφονταν γι’ αυτήν. Τα περισσότερα έργα της εποχής της Πράγας έχουν δυστυχώς χαθεί για λόγους που ο καθένας είναι ελεύθερος να υποθέτει.
Από το 1930 μέχρι το 1935, αν και σε δύσκολη για την καθημερινότητά της εποχή, είχε την τύχη να παρακολουθήσει συναυλίες των πρωτεργατών της τότε σύγχρονης μουσικής, του Βέμπερν, του Σαίνμπεργκ (που ιδιαιτέρως εκτιμούσε), από τον οποίο επηρεάστηκε στα έργα της δεκαετίας 1935-1945. Γνώρισε μουσικούς όπως ο Σούλχοφ και ο Μπεργκ που της ανέβασαν την αυτοπεποίθεση και την βοήθησαν να ωριμάσει και να απελευθερώσει τον συνθετικό της προσανατολισμό.
Η Maric είναι και η πρώτη γυναίκα μαέστρος του πάλαι ποτέ γιουγκοσλαβικού κράτους. Ως μαέστρος, διηύθυνε πολλά από τα έργα της αλλά και έργα άλλων συνθετών, με ορχήστρες της Ευρώπης αποσπώντας και με την ιδιότητα αυτή τα καλύτερα σχόλια. Μεγάλος υποστηρικτής της στάθηκε ο βερολινέζος μαέστρος Hermann Scherchen (1891 – 1966) από τους ανθρώπους που γνώριζαν τη σύγχρονη μουσική και τους πρωταγωνιστές της όσο ελάχιστοι.
Ως λέκτορας του Ωδείου της Πράγας η Μάριτς είχε την ευκαιρία να αφιερωθεί στη σύνθεση για μερικά χρόνια, επιχειρώντας να χρησιμοποιήσει καινοτόμα συνθετικά στοιχεία και νεωτερισμούς, αλλά ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος ανέτρεψε πολλά από τα σχέδια της. Και είναι αλήθεια ότι η Μάριτς ανέπτυξε τη σταδιοδρομία της ως συνθέτρια παλεύοντας κάτω από τραγικές συγκυρίες, ανάμεσα σε δύο παγκόσμιους πολέμους και υπό το βάρος των δύσκολων πολιτικών καταστάσεων στη χώρα της. Υπέστη (λόγω των ιδεολογικών της στάσεων και του θάρρους να εφράζει τις απόψεις της) διωγμούς και φυλακίσεις ακόμη και τα χρόνια που σπούδαζε στην Πράγα. Είναι μια συναρπαστική ιστορία που μοιάζει με παραμύθι, αλλά δεν είναι…
Προσπαθώντας να επιβιώσει χρειάστηκε να ζει για μεγάλα διαστήματα κλεισμένη στο σπίτι της στο Βελιγράδι. Παρηγορήθηκε με τη μουσική, ζωγραφίζοντας, φτιάχνοντας υπέροχα γλυπτά και μελετώντας ποίηση και φιλοσοφία. Ήταν οι επικοινωνιακές της εκφράσεις. Για ένα διάστημα κατάφερε να δουλεύει ως δασκάλα θεωρητικών στο μουσικό σχολείο Στάνκοβιτς του Βελιγραδίου. Ο ιδρυτής του σχολείου, συνθέτης και μέγας παιδαγωγός Στάνκοβιτς μιλούσε για το ταλέντο της και πίστευε στην εξέλιξή της από τα πρώτα μαθητικά της χρόνια. (Υπάρχει ένα επιστημονικό δοκίμιο της μουσικολόγου Μελίτα Μίλιν για την καριέρα της στη δεκαετία του 1930).
Η Lubica Maric αργότερα διετέλεσε καθηγήτρια στη Μουσική Ακαδημία του Βελιγραδίου και τακτικό μέλος της Σερβικής Ακαδημίας Τεχνών και Επιστημών (εισήλθε το 1963, την ίδια χρονιά με τον συγγραφέα Ivo Andrić).
Σχέδιο της συνθέτριας, ένα από τα πρώτα.
Από το 1964, χρονιά που έχασε την μητέρα της, έως το 1983 η πένα της σώπασε. Στα τέλη της δεκαετίας του 70 άρχισε να ασκείται και να ερευνά την αυτοσχεδιαστική μουσική και το 1983 ένοιωσε την ανάγκη να συνθέσει και πάλι. Και τι έκανε όλα αυτά τα χρόνια; Αυτοσχεδίαζε σε.. άλλους τομείς: κατασκεύαζε μουσικές από ήχους προερχόμενους από απλά καθημερινά αντικείμενα, από οδοντιατρικά και άλλα άχρηστα ετερόκλητα υλικά. Τέσσερις καταγραφές τέτοιων έργων πρόκειται να εκδοθούν λίαν προσεχώς. Με αυτή τη μορφή δημιουργίας η Μάριτς συνέδεε τις οικογενειακές μνήμες με το παρόν.
Τα τελευταία χρόνια, και αφού είχε πια εγκαταλείψει την αβανγκάρντ και είχε διαμορφώσει μια απόλυτα προσωπική, πρωτότυπη μουσική έκφραση, μετά από πνευματική περιπλάνηση και καλλιτεχνικές ικανοποιήσεις, ζούσε απομονωμένη από το δημόσιο βίο. Τα χρόνια αυτά μελέτησε εις βάθος τον ταοϊσμό, δεχόταν στο σπίτι της νέους σκεπτόμενους καλλιτέχνες και μουσικολόγους (Ξένια Γιάνκοβιτς, Μελίτα Μιλίν), στεκόταν δημιουργική με έναν άλλο τρόπο, στο Βελιγράδι, όπου πέθανε στο στις 17 Σεπτεμβρίου 2003.
Από το κείμενο αυτό θα ήθελα να ευχαριστήσω την Μελίτα Μιλίν που είχε την καλοσύνη να μου προσφέρει το Βυζαντινό Κοντσέρτο της συνθέτριας. Μένει να βρεθεί η ορχήστρα για να το παίξω, δεν απογοητεύομαι επί του παρόντος…
Zόρα Πέτροβιτς: Η Ljubica Maric πορτραίτο, λάδι σε καμβά
Η Ljubica Maric είναι από τους λίγους συνθέτες που έχουν χρησιμοποιήσει την εκκλησιαστική μουσική της βυζαντινής εποχής στα σύγχρονα (κατά τα άλλα) έργα τους. Μια σπουδαία μουσικός, συνθέτρια, φιλόσοφος, συγγραφέας, θεωρητικός, από τους διαπρεπέστερους μουσουργούς του προηγούμενου αιώνα, σιγά - σιγά γίνεται γνωστή και σε ευρύτερο μουσικόφιλο κοινό, ποτέ δεν είναι αργά! Η τιμητική εκδήλωση της Unesco ένα χρόνο πριν έδωσε αφορμή να γραφτούν πολλά γι’ αυτήν και πολλοί μουσικόφιλοι να ενδιαφερθούν για τη μουσική της. Είναι πολύ δύσκολη η προσέγγιση στις πληροφορίες και στην εργογραφία της επί του παρόντος, αλλά ας ελπίσουμε ότι οι συμπατριώτες της θα βάλουν τα δυνατά τους στο να αναδείξουν μια τέτοια προσωπικότητα.
Το έργο της θεωρείται από αυτούς που την ξέρουν ως ουσιαστικά καινοτόμο. Η Maric ενδιαφέρθηκε για τη λαϊκή μουσική των σέρβων και την μουσική της Ορθοδοξίας, επιρροές που γεύεται κανείς ακούγοντας ή μελετώντας έργα της. Το αριστουργηματικό Βυζαντινό Κοντσέρτο για πιάνο είναι αυτής της τεχνικής έργο. Σύμφωνα με τη ίδια το έργο είναι ένας φόρος τιμής στη βυζαντινή κληρονομιά και τις πολιτιστικές ρίζες όχι μόνο των βαλκάνιων αλλά όλων των ευρωπαίων. Ένα άλλο εντυπωσιακό έργο – πρότυπο της Μάριτς είναι το Ostinato για άρπα, πιάνο και ορχήστρα εγχόρδων (Ostinato super thema Octoïcha, for piano, harp and string orchestra (1963). Καθ’ όλη τη διάρκεια της σύνθεσης το πιάνο παρουσιάζει διακριτικά μια γαλήνια μελωδική φράση και την επαναλαμβάνει με ανεπαίσθητες διαφοροποιήσεις και εκφραστικές διακυμάνσεις. Η άρπα καλλιεργεί την φαντασία πάνω στο πιάνο και τα έγχορδα σαν σε μια πλήρη αντίθεση, δημιουργούν εντυπωσιακές εκρήξεις.
Σε αρκετές συνθέσεις της, έχει γίνει μια ιδιαίτερα πρωτότυπη συνεργασία της μεσαιωνικής μουσικής και της πρωτοπορίας, αλλού αγγίζει τον εξπρεσιονισμό και τον παντρεύει με το βαλκανικό ηχόχρωμα, για ένα διάστημα είναι, όπως ήδη αναφέραμε, φανατική οπαδός της avant-garde του 20ου αιώνα, συν-δημιουργώντας ένα αποτέλεσμα λυρικό και φιλοσοφικό συγχρόνως.
Η μουσική της Μάριτς περιπλανήθηκε χωρίς δισταγμό και προανήγγειλε ή υποδέχτηκε πρώτη τον μεταμοντερνισμό, και -σε κάποιες περιπτώσεις- τον μινιμαλισμό. Τα διασωσμένα έργα της, πραγματικά μεγάλα έργα, εκδίδονται πλέον από την Furore Verlag, που εδρεύει στο Kassel.
Η δισκογραφική εταιρία Chandos κατέχει το ηχητικό αρχείο και την υποχρέωση να εκδώσει μέσα στα επόμενα χρόνια τα ντοκουμέντα της συνθέτριας. Είναι βέβαιο ότι θα ακούσουμε σημαντική μουσική.
Tο μεγαλύτερο στοίχημα είναι να βρεθούν τα πάμπολλα χαμένα έργα της και να φυλαχτούν ώστε να μη ξανα-χαθούν, αυτό όμως θα είναι η δουλειά των ερευνητών αλλά και των θεσμών της γειτονικής χώρας.
Γραμματόσημο, ναι, από τους Σέρβους συμπατριώτες της συνθέτριας.
Τα 100 χρόνια από τη γέννησή της, γιορτάστηκαν επίσημα από την UNESCO και η γέννηση της Μάριτζ εισήλθε και ενεγράφη στο ημερολόγιο της ως μια σημαντική ημερομηνία για την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.
Ljubica Maric
Μερικές σημειώσεις:
Κάθε δύσκολη στιγμή περικλείει μια μικρή αιωνιότητα.
Ίσως να είμαστε σε θέση να βρούμε τα πάντα, εκτός από την πρώτη στιγμή του κόσμου..
Τα δυσκολότερα πράγματα μιλούν με τη σιωπή..
Ο χρόνος είναι η σκιά της ύπαρξής μας.
Η ψυχή είναι ό,τι τρεμοπαίζει μεταξύ της επιθυμίας και του θανάτου.
Είναι σημαντικό να έχουμε τη γνώση, αλλά το πιο σημαντικό, είναι να αναπτύξουμε κρίση. Χρειάζομαι και τα δύο για να υπάρχω, αυτό που πιστεύω και αυτό που γνωρίζω.
Σύντομη εργογραφία:
Sorrow for the Girl, for men choir (1928),
Sonata fantasia, for violin solo (1928/29).
String quartet (1930/31) – lost,
Wind quintet (1931),
Music for Orchestra (1932).
Suite, for quartertone piano (1936/37) – lost,
Trio, for clarinet, trombone and double bass (1937) – lost,
Sketches, for piano (1944) – lost,
Four improvisations and fugue’s on the themes of Octoëchos, for piano (1944) – lost,
Three Preludes and Etude, for piano (1945, rev. 1997).
Two songs, for mixed choir (1945) – lost, (Romanija, The Mist)
Triumphal March, for symphony orchestra (1945?) - lost
Three folk songs, for mixed choir (1946).
Children’s Choirs (1946/64) (Chicken’s Worries, Nightingale and the Hunters, Enigmas, Violet’s Shortcoming)
Song and Dance, for piano (1947), Branko’s Round Dance, for piano (1947).
Sonata for violin and piano (1948) ,
Verses from “The Mountain Wreath”, for baritone and piano (1951),
Songs of Space, cantata for mixed choir and symphony orchestra (1956),
Passacaglia, for symphony orchestra (1957).
Octoïcha 1, for symphony orchestra (1958/9, rev.1998).
Byzantine Concerto, for piano and orchestra (1959).
The Threshold of Dream, cantata for soprano, mezzo-soprano, narrator and chamber orchestra (1961).
Ostinato super thema Octoïcha, for piano, harp and string orchestra (1963).
Lament, Pastoral and Hymn, for mixed choir and instrumental ensemble, from the music for the speaking oratorio Words of Light (1962/66) (redaction Mirjana Živković, 2009).
The Enchantress, melodic recitation for soprano and piano (1964).
Song for the Flute (1976), Invocation, for double bass and piano (1983, rev. 1998).
Monodia Octoïcha, for cello solo (1984),
From the Darkness Chanting, recitative cantata for mezzo-soprano and piano (1984).
Asymptote, for violin and string orchestra (1986),
The Wondrous Milligram, for flute and soprano (1992),
Archaia, for string trio (1992),
Archaia 2, for wind trio (1993, rev. 1998).
Torso, for piano trio (1996, rev. 1998).
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
(Ιούλιος 2010)
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας