Η “υπερεκπαίδευση” βλάπτει σοβαρά τη μουσική παιδεία
“Όποιος αγαπάει παιδεύει”, λέει ο σοφός λαός μας, και ακόμη “άνθρωπος αγράμματος, ξύλο απελέκητο” κι έχει απόλυτο δίκιο, γιατί το μόνο που μπορεί να μαλακώσει τη σκληρότητα του εκ γενετής βίαιου και άπληστου όντος, που ονομάζεται άνθρωπος, είναι η παιδεία. Είναι όμως η σημερινή παιδεία ικανή να πετύχει τα σωστά αποτελέσματα; Προσφέρει στα παιδιά μας, από την πρώτη τρυφερή ηλικία τους, αυτά που πρέπει για να τα προσελκύσει στη μάθηση και να τους δώσει τα κατάλληλα εφόδια να σταδιοδρομήσουν; Μπορεί να χρωματίσει τα όνειρα των παιδιών, να νιώσει τις ευαισθησίες των εφήβων και να καθησυχάσει τις ανησυχίες των νέων για το αύριο; Έχει τη δύναμη να δημιουργήσει ολοκληρωμένες προσωπικότητες, που να συνδυάζουν τη γνώση με την καλαισθησία και την πραγματικότητα με την αέρινη σφαίρα της φαντασίας;
Όχι! Ένα μεγάλο και απόλυτο Όχι.
Αυτή η παιδεία που ξέρουμε και τη ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες, δεν μπορεί από μόνη της να δώσει τίποτα απ’ όλα αυτά. Παγιδευμένη σε μικρές και μεγάλες κομματικές ματαιοδοξίες και σκοπιμότητες, συνεχώς μεταρρυθμιζόμενη και ποτέ αρκούντως ρυθμισμένη για να καλύψει τις ανάγκες των παιδιών και τις απαιτήσεις των γονέων, τραυματισμένη από τα αλλεπάλληλα συνδικαλιστικά μικροσυμφεροντολογικά κονταροχτυπήματα, παραπαίοντας από σημαντικές ελλείψεις σε λειτουργούς και προγράμματα, σε κωματώδη κατάσταση (σκόπιμα ίσως) για να εξυπηρετηθούν μέγιστα παραπαιδειακά συμφέροντα, η “κρατική” μας παιδεία δεν νοσεί πλέον: έχει πεθάνει προ πολλού, αφήνοντας για κληρονομιά της ένα τεράστιο άγχος ανασφάλειας στους γονείς, που απελπισμένοι τρέχουν ολημερίς να συμπληρώσουν τα “κενά” της, προσπαθώντας να δώσουν όσα μπορούν περισσότερα στα παιδιά τους. Γεγονός είναι βέβαια ότι και στην καλύτερη κατάστασή της, η σημερινή μορφή της παιδείας είναι απλώς μια τεράστια συσσώρευση πληροφοριών, απάνθρωπα εξουθενωτική, χωρίς ίχνος εσωτερικότητας, χωρίς περιθώρια για διεύρυνση των εγκυκλοπαιδικών γνώσεων, χωρίς καμία ανάπτυξη αισθητικών κριτηρίων, ασφυκτικά τετράγωνη και τεχνοκρατική, που μόνο κακορυθμισμένα ρομποτάκια μπορεί να παράγει, έτοιμα για την κάλυψη των υπερκαταναλωτικών αναγκών και μόνο.
Η Παιδεία των προγόνων μας, αυτή που πραγματικά σμίλευε την ανθρώπινη φύση, βασιζόταν στην ανάπτυξη της εσωτερικής καλλιέργειας του ανθρώπου, με πρώτο και καλύτερο εργαλείο τη Μουσική. Η Μουσική, η μητέρα των Τεχνών, ήταν αυτή που βοηθούσε στην ανάπτυξη της αντίληψης, στην ευστροφία του πνεύματος και κατ’ επέκταση στην κατανόηση μαθηματικών γεωμετρικών και φιλοσοφικών εννοιών, που ήταν τα βασικά αντικείμενα σπουδής και γνώσης των προγόνων μας. Η μουσική εκπαίδευση δίνει στα παιδιά τη δυνατότητα από την προσχολική ηλικία να νιώσουν τη διαφορετικότητα των κραδασμών των ήχων και την έννοια της διάρκειας του χρόνου. Ο συνδυασμός αυτών των δύο, που είναι η μουσική, τους προσφέρει χαρά και ψυχαγωγία, παράλληλα όμως τα οδηγεί σ’ ένα μαθηματικό τρόπο σκέψης, τα προτρέπει σ’ ένα πρόγραμμα μελέτης και τους δίνει την ευκαιρία να συνειδητοποιήσουν την έννοια της προσπάθειας με την ανταπόδοση ωφέλιμης γνώσης.
Μεγαλώνοντας και φτάνοντας στην προεφηβεία και στην εφηβεία, οι νέοι μπορούν να εξωτερικεύουν τα συναισθήματά τους, να προβάλλουν τις δεξιοτεχνικές ικανότητές τους, τις ερμηνευτικές τους ευαισθησίες ή ακόμη και τις συνθετικές τους δημιουργίες. Η μουσική, αιώνες τώρα, διδάσκεται στα Ωδεία, που παρέχουν σ’ όσους ενδιαφέρονται να διδαχθούν ένα μουσικό όργανο, σπουδές από ειδικευμένους διδασκάλους. Τα Ωδεία στην Ελλάδα, ένας διαχρονικός θεσμός, χάρισαν στον τόπο μας και στον κόσμο ολόκληρο καλλιτέχνες που τα ονόματά τους στολίζουν το πάνθεον της παγκόσμιας μουσικής, όπως η Μαρία Κάλλας, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Κώστας Πασχάλης, ο Μανώλης Καλομοίρης, η Τζίνα Μπαχάουερ, ο Νίκος Σκαλκώτας και εκατοντάδες άλλοι τεράστιας ακτινοβολίας σολίστ και φωτισμένοι μουσικοδιδάσκαλοι, που φοίτησαν και δίδαξαν στα Ωδεία. Η μουσική παιδεία επί δεκαετίες παραμελήθηκε και τελικά εγκαταλείφθηκε από την κρατική μέριμνα. Παραγκωνισμένη και αδιαβάθμητη αποκολλήθηκε από τις “Καλές Τέχνες”, από το Υπουργείο Παιδείας (ΥΠΠΟ) και από την ανωτεροποίηση, με αποτέλεσμα να μείνει καθηλωμένη και εξαρτημένη από την καλή θέληση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Όπου υπάρχει όμως ιδιωτική πρωτοβουλία, υπάρχει και συμφέρον και όπου υπάρχει συμφέρον συνυπάρχουν και ανοχές και συμβιβασμοί, έτσι η μουσική παιδεία πέφτει πολλές φορές θύμα της εμπορευματοποίησής της.
Τα Ωδεία, τα αρμόδια ιδρύματα για τη διδασκαλία της μουσικής, χρόνια τώρα λειτουργούν χωρίς καμία προβολή του έργου τους από την πολιτεία, χωρίς καμία κρατική παρέμβαση του πάγιου προβλήματος της διαβάθμισης των τίτλων σπουδών τους και των ισοτιμιών με τα διεθνώς αναγνωρισμένα πτυχία και διπλώματα των Ωδείων των άλλων χωρών. Τα Ωδεία – που χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη από το “εποπτεύον” Υπουργείο –το οποίο μόνο από γραφειοκρατική τυπολατρεία διακατέχεται και τα παρακολουθεί σιωπηλό και αμέτοχο– προσπαθούν από μόνα τους να διατηρήσουν το όποιο κύρος τους, ενώ αυτό καθημερινά φθίνει από την αδιαφορία των υπευθυνοανεύθυνων περί τη μουσική παιδεία στη χώρα μας. Τα Ωδεία – που με μόνο εφόδια το μεράκι και τα οράματα κάποιων που ελπίζουν ακόμη στη συνέχιση μιας μακρόχρονης παράδοσης, παλεύουν να ξεπεράσουν τις συμπληγάδες μιας ανεπαρκούς παιδείας και μιας χρονοβόρας παραπαιδείας· που έχουν καταντήσει γονείς και μαθητές να στροβιλίζονται στη δίνη της υπερπροετοιμασίας για τα Ανώτατα Ιδρύματα. Τα Ωδεία – που μόνο ανώτατα οικονομικά οφέλη δεν αποφέρουν στους αποφοίτους τους, μια και οι περισσότεροι μένουν για πολλά πολλά χρόνια εκτός της ειδικότητας που σπούδασαν.
Οι γονείς όμως επιμένουν να ακολουθούν το “όποιος αγαπάει παιδεύει” (αλλά όποιος αγαπάει επίσης υπερβάλλει και υπερπροστατεύει) κι έτσι πέφτουν στην καλοστημένη παγίδα της υπερεκπαίδευσης. Στη χώρα που η παραπαιδεία αντικαθιστά την πεθαμένη παιδεία, οι ελεύθερες ώρες των παιδιών χρόνο με το χρόνο ελαχιστοποιούνται. Παράλληλα η αγωνία των γονέων για ένα αύριο που γίνεται συνεχώς εξοντωτικά ανταγωνιστικό, τους οδηγεί να πιέζουν τα παιδιά τους ώστε να αποκτήσουν περισσότερα εφόδια κι έτσι κάποιες φορές φτάνουν στα όρια του παραλογισμού… Είκοσι χρόνια πριν, ένα Ωδείο μπορούσε να διατηρεί εφηβική χορωδία, εφηβικά συγκροτήματα κλασικής, μοντέρνας και λαϊκής μουσικής και οι σπουδαστές του συνέχιζαν τις σπουδές τους αβασάνιστα μέχρι την απόκτηση του πτυχίου ή του διπλώματός τους. Σιγά σιγά όμως άρχισαν οι διαρροές: οι σπουδαστές των Ωδείων που θα πήγαιναν Γ' Λυκείου σταματούσαν τη μουσική γιατί δεν προλάβαιναν να προετοιμαστούν φροντιστηριακά για τις πανελλήνιες. Μέσα σε λίγα χρόνια οι διαρροές άρχισαν από τη Β΄ Λυκείου, γιατί τα παιδιά χρειάζονταν περισσότερη φροντιστηριακή προετοιμασία και κατόπιν από την Α΄ Λυκείου. Σήμερα, οι γονείς των μικρών μας σπουδαστών έρχονται έντρομοι να μας ανακοινώσουν ότι τα παιδιά τους θα πάνε στο Γυμνάσιο και εκ των “φροντιστηριακών” πραγμάτων δεν μπορούν να συνεχίσουν τη μουσική. Είναι πλέον βέβαιο ότι με αυτούς τους ρυθμούς πολύ σύντομα τα Ωδεία θα μετατραπούν σε νηπιαγωγεία μουσικής!
Είναι απορίας άξιο πώς καταφέραμε οι Νεοέλληνες να υποβαθμίσουμε τόσο πολύ την τόσο βαρύνουσα για τους προγόνους μας τέχνη και επιστήμη της Μουσικής, ώστε το πρώτο και ευκολότερο πράγμα για τους γονείς να είναι το σταμάτημα της μουσικής εκπαίδευσης των παιδιών τους. Αν μπορούσαν να ξέρουν με πόση προσπάθεια, αγάπη, κατανόηση, υπομονή και επιμονή ένας δάσκαλος καταφέρνει να μεταδώσει την τέχνη των ήχων και να μυήσει τα παιδιά τους στους κραδασμούς τους, που διαπερνούν το σύμπαν, θα σκέπτονταν ωριμότερα και θα καταλάβαιναν πόσο σημαντική και αναγκαία είναι αυτή η τέχνη, που ισορροπεί τα εξωτερικά ερεθίσματα με τις εσωτερικές ανταποκρίσεις και δημιουργεί καλλιεργημένους ανθρώπους. Είναι πολύ λυπηρό για το δάσκαλο που έχει κάνει τόση δουλειά, που έχει δημιουργήσει μια σωστή υποδομή και περιμένει να χαρεί τους κόπους του, βλέποντας να ξεπηδάει ένας ολοκληρωμένος καλλιτέχνης, να ακούει έτσι απλά, ότι από υπερφόρτωση εκπαίδευσης όλα αυτά τα χρόνια πάνε χαμένα και οι προσπάθειές του να πλάσει έναν άνθρωπο με πλούτο συναισθημάτων, με ευαισθησίες και σωστά κριτήρια, να γκρεμίζονται από τη λαίλαπα της υπερεκπαίδευσης.
Μέσα στην τραγική σημερινή πραγματικότητα όπου τα παιδιά καταδυναστεύονται από τα δύο κιβώτια εγκλωβισμού (εικόνας και ήχου της τηλεόρασης και του κομπιούτερ), που πλημμυρίζουν από προγράμματα ωμής βίας και παραπληροφόρησης το ένα και επικίνδυνα παιχνίδια νοητικής αποβλάκωσης το άλλο, το Ωδείο κόντρα σε όλες τις αντιξοότητες και τις τρικλοποδιές που του βάζουν αρμόδιοι και αναρμόδιοι φορείς, είναι ο μόνος χώρος που καλλιεργείται και αναπτύσσεται η μουσική παιδεία.
Είναι σίγουρο ότι δεν λειτουργούν όλα τα Ωδεία άψογα και αρκετές παραλείψεις και συγκαλύψεις μπορεί να συμβαίνουν σε κάποια από αυτά. Είναι αλήθεια ότι χωρίς κανένα ουσιαστικό έλεγχο, χωρίς καμιά προστασία και φροντίδα από την πολιτεία, με χιλιάδες ανεξέλεγκτους “καθηγητές και καθηγήτριες” που κάνουν ιδιωτικά μαθήματα, με μαθήματα μουσικής στα ιδιωτικά σχολεία, στα πνευματικά κέντρα, σε συλλόγους, σε ομίλους και σε εκκλησίες, η προστασία της μουσικής παιδείας έχει αφεθεί πλέον στα χέρια κάποιων ανθρώπων που με ειλικρίνεια στηρίζουν το θεσμό των Ωδείων και κάνουν προσπάθειες να προσφέρουν βαθιά μουσική καλλιέργεια, που είναι απαραίτητη για ένα μέλλον με καλύτερα “πελεκημένους” ανθρώπους.
Μάκης Μαύρος
Ιδρυτής-Διευθυντής του Ωδείου
“Σύγχρονη Ωδή”