[με τη δική μου ματιά]
Το πέσιμο...
Ποιος θα φαντάζονταν ποτέ πως το πέσιμο ενός γραμματέα από τον τέταρτο όροφο μιας πολυκατοικίας στο Κολωνάκι θα ξετύλιγε ένα απίστευτα μακρύ κουβάρι από ροζ ιστορίες, εκβιασμούς, συνομωσίες, καρφώματα, δολοπλοκίες, μίζες, λαδώματα, με άξονες απ’ τη μια, την αυλή του πρωθυπουργού και από την άλλη εφοριακούς, δικηγόρους, δημοσιογράφους και λοιπούς παρατρεχάμενους.
Ποιος θα φαντάζονταν ποτέ πως αυτός ο μέντορας της πρωθυπουργικής συζύγου, ο κολλητός του σκηνοθέτη της ταινίας ‘η γκομενάρα από το Μέτσοβο’, ο γραμματέας που διαχειριζόταν εν λευκώ τεράστια κονδύλια του Γ΄ Κοινοτικού Πλαισίου, θα άνοιγε με το πέσιμό του μια απέραντη οπτικοακουστική χαβούζα που οι αναθυμιάσεις από τη μπόχα της δεν λένε να κοπάσουν.
Και τι δεν άκουσαν όλες αυτές τις βδομάδες τα αυτιά μας και τι δεν είδαν τα μάτια μας: αναφορές σε παράνομες ερωτικές ιστορίες, αμοντάριστο DVD με γαργαλιστικό περιεχόμενο που πηγαινοερχόταν από κανάλι σε κανάλι (που δεν προκάλεσε βέβαια την περιέργεια κανενός δημοσιογράφου να ρίξει μια ματιά), άσεμνες ομιλίες για το πρωθυπουργικό ζεύγος (που κανείς βέβαια δεν άκουσε), άλλο μονταρισμένο DVD με οικονομικά ανταλλάγματα, σακούλες με εκατομμύρια ευρώ (νόμιμα βέβαια όπως πάντα) στα χέρια του δημοσιογράφου με το ασύδοτο ειρωνικό γελάκι, μπανιέρες με λουτρά χλιδής και ευδαιμονίας, πανελλήνιο ρεκόρ από το τιράζ εβδομαδιαίας χαβαλετζίδικης εφημερίδας χάρη στη δημοσίευση φωτογραφιών της κλειδαρότρυπας, τυχαία ραντεβού σε ταράτσες επαύλεων στις φτωχογειτονιές της Εκάλης, δημοσκοπήσεις που αναδεικνύουν και πάλι πρώτο κόμμα το κυβερνών, οικονομικές δοσοληψίες από ‘άμεμπτους’ και ‘αδέκαστους’, καταγγελίες, διαψεύσεις, κόντρες, βρισιές, σαρκασμούς, μηνύσεις.
Αλλά μήπως περίμενε κανείς πως το πέσιμο θα είχε σαν αποτέλεσμα να συγκρουσθεί το αστέρι της κρυφής κάμερας και των υποκλοπών, ο εθνικής εμβέλειας αυτόκλητος εισαγγελέας με τον συνεταίρο του της ιδεολογίας του χαβαλέ, του αμοραλισμού, του κυνισμού και της απαξίωσης των πάντων;
Πότε πρόλαβαν και μπήκαν σ’ αυτήν την ‘οχετοπανήγυρη’ τόσοι χαφιέδες, φυντάνια της διαπλοκής, “κουμπάροι” και “κολλητοί”, αργόμισθοι και πολυθεσίτες, τρωκτικά των μυστικών κονδυλίων της “σεμνής και ταπεινής” μας κυβέρνησης που δυο φορές ως τώρα με τη ψήφο μας επιλέξαμε;
Ασπαζόμενος τη θεωρία πως ‘μας κυβερνάνε αυτοί που μας ταιριάζουν’ ίσως να θυμώνω άδικα γιατί ο Έλληνας εξακολουθεί να παραμένει αδιάφορος και ασυγκίνητος με αυτά που συμβαίνουν γύρω του. Βολεμένος στο χουζούρι του καναπέ του απολαμβάνει, ναι απολαμβάνει, όλες αυτές τις ιστορίες πίνοντας το φραπεδάκι του ή τρώγοντας πίτσα με την παρέα του. Έτσι, γιατί αυτός δεν ασχολείται με τα πολιτικά. Έτσι γιατί ο καθένας κοιτάζει την πάρτη του. Έτσι γιατί μαγκιά του είναι να ψηφίζει ό,τι γουστάρει.
Όσοι από μας τους παλαιότερους φέρνουμε στην μνήμη μας τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες, ο θυμός μας για το άδικο στρεφόταν σε καταστάσεις ανυπέρβλητες να ξεπερασθούν: Διωγμοί και ‘Αστυνομικό Κράτος’ μετά τον εμφύλιο, καλπονοθευτικά εκλογικά συστήματα το ’55 και ’58, εκλογές βίας και νοθείας το ’61, εκλογικό πραξικόπημα το ’65, χούντα το ’67.
Ήλθε η μεταπολίτευση, έφυγε το Παλάτι – προτεκτοράτο της Αμερικάνικης επιρροής – αναγνωρίστηκε η Εθνική αντίσταση, σταμάτησαν τα ‘πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων’, γύρισαν οι ‘αμετανόητοι’ από τις φυλακές και τα ξερονήσια, ανάπνευσε για πρώτη φορά ο τόπος τον αέρα μιας στοιχειώδους δημοκρατίας.
Στις μέρες μας ο θυμός δεν μπορεί να στραφεί εναντίον κανενός. Τίμιες εκλογές γίνονται, βία και νοθεία δεν υπάρχει, τα εκλογικά πραξικοπήματα και οι χούντες ανήκουν στο παρελθόν. Οι αποφάσεις πια είναι απόλυτα δικές μας. Καθαρά και ξάστερα: ‘μας κυβερνάνε αυτοί που μας ταιριάζουν’.
Αναλογίζομαι πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε αγανακτήσει – και δικαίως – με τους πέραν του Ατλαντικού ψηφοφόρους που μένουν παγερά αδιάφοροι όταν οι κυβερνήσεις που επέλεξαν ερημώνουν άλλους λαούς. Τους φίλους μας τους Αμερικάνους εννοώ, την άγνοια και την αδιαφορία των οποίων δεν χάνουμε ευκαιρία να στηλιτεύουμε – και καλά κάνουμε. Από την άλλη όμως φαίνεται πως την δική μας συμπεριφορά δεν μας αρέσει καθόλου να τη βλέπουμε, ούτε και τις επιλογές μας. Ξεχνάμε ότι κι εμείς εδώ αγνοούμε τους γύρω μας, ξεχνάμε ότι αδιαφορούμε για την πολιτική, ξεχνάμε ότι συνεχώς επιβραβεύουμε κυβερνήσεις που εμπλέκονται σε σκάνδαλα, υποκλοπές, κομπίνες, ομόλογα, πυρκαγιές, ρεμούλες, προμήθειες και καταχρήσεις.
Άραγε μήπως μας αρέσει να γκρινιάζουμε για το άδικο και τον κακό μας τον καιρό ρίχνοντας μονίμως το φταίξιμο στους άλλους;
Μήπως είμαστε πράγματι οι απόγονοι του καραγκιόζη και όχι του Σωκράτη όπως θέλουμε να λέμε;
Αυτή η αδιαφορία για τα κοινά που από χρόνο σε χρόνο διογκώνεται όλο και πιο πολύ, μήπως κρύβει και κάποιο σπέρμα μαζοχισμού ή μήπως τελικά εξακολουθούμε να κουβαλάμε μέσα μας τα απομεινάρια των τεσσάρων αιώνων της Τουρκιάς και ηδονιζόμαστε στον βιασμό;
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
lizevas@tar.gr
12 Φεβρουαρίου 2008