ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΟΝΤΑΞΑΚΗΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Η συζήτησή μας, έγινε με αφορμή το ρεσιτάλ του στο θέατρο «Αλκμήνη» όπου παρουσίασε έργα σε πρώτη εκτέλεση, αλλά και μια πολύ ενδιαφέρουσα δική του μεταγραφή της Παρτίτας No.2 σε Ρε Ελάσσονα, BWV 1004 για σόλο βιολί του J.S. Bach. Ο Μιχάλης Κονταξάκης υπέρ το δέον σεμνός, ανταποκρίθηκε με προθυμία στην πρόσκληση για συνέντευξη, παρότι βρίσκεται ενόψει πολλών συναυλιών, είτε ως σολίστ, είτε με τους “Encardia”.
Πριν προλάβω να του απευθύνω την πρώτη ερώτηση, με πολλή ευγένεια, με διέκοψε: “Πριν απ’ όλα θα ήθελα να επισημάνω ότι σήμερα είναι μια άσχημη μέρα για την κιθάρα, διότι χθες, 5 Ιουλίου, πέθανε ο Alirio Diaz, ένας από τους σπουδαιότερους κιθαρίστες όλων των εποχών!» επεσήμανε υπογραμμίζοντας: “Είναι ο σπουδαιότερος κιθαριστής της Βενεζουέλας, μια πολύ σπουδαία, ιστορική προσωπικότητα της κιθάρας! Θα ήθελα να αρχίσουμε τη συνέντευξή μας με μια αναφορά σε αυτό.”
Σεβόμενη απολύτως την επιλογή του, θεώρησα σκόπιμο να τον ρωτήσω εάν έχει επηρεαστεί από αυτή την προσωπικότητα: «Προσωπική σχέση δεν υπήρξε, ούτε καν γνωριμία. Όμως ο άνθρωπος αυτός εκπροσωπούσε μια ολόκληρη γενιά πολύ σπουδαίων κιθαριστών και έχει επηρεάσει δυο - τρείς γενιές!» Ήταν προφανές, ότι ο ομιλών απέτισε φόρο τιμής στον Alirio Diaz, απλώς και μόνο από ευαισθησία και σεβασμό. Ιδιαιτέρως ακριβής στην εκφορά του λόγου, ο Μιχάλης Κονταξάκης αναφέρθηκε σε νέες συνεργασίες, επικείμενες συναυλίες και ενδιαφέρουσες ερμηνείες έργων σε πρώτη εκτέλεση. Έθιξε όμως και τα «κακώς κείμενα», όπως το ακανθώδες πρόβλημα της έλλειψης Ακαδημαϊκών σπουδών κλασικής κιθάρας στη χώρα μας και τη μη ικανοποίηση του αιτήματος περί διαβάθμισης των-παρεχόμενων από τα ωδεία- τίτλων σπουδών.
Όσοι δεν είχατε την ευκαιρία να τον ακούσετε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κιθάρας του Βόλου, μπορείτε να παρακολουθήσετε το ρεσιτάλ που θα δώσει τον προσεχή Οκτώβριο στη Θεσσαλονίκη. Και ας μην ξεχνάμε ότι επίκεινται συναυλίες των Encardia, είτε στην Αθήνα, είτε στην Περιφέρεια. Στις 14 Σεπτεμβρίου, οι Encardia εμφανίζονται στο θέατρο Βράχων, όπου θα προσκαλέσουν επί σκηνής μουσικούς με τους οποίους είχαν κατά καιρούς συνεργαστεί. Ποιούς; τα ονόματα αποτελούν έκπληξη!
«Τα παιδιά υφίστανται τέτοια πίεση από το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον να τελειώσουν ένα Πανεπιστήμιο (το οποίο συχνά δεν τους ενδιαφέρει) και ενώ η κιθάρα τους ενδιαφέρει περισσότερο, την παραμελούν, γιατί η ελληνική οικογένεια θεωρεί τις σπουδές στο ωδείο ως υποδεέστερες! Εάν όμως οι σπουδές κλασικής κιθάρας ήταν Πανεπιστημιακού επιπέδου, θα ήταν ευρύτερα αποδεκτές.(…) Απαιτείται επομένως, μια συνολική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, η οποία θα άλλαζε το status των τίτλων σπουδών. Απαιτείται διαβάθμιση των πτυχίων. Τι είναι το δίπλωμα του ωδείου; Θα αναγνωριστεί ως ΤΕ, ως ΠΕ, ως τι;»
Τ.Β. Τον περασμένο Μάιο δώσατε ένα πολύ ενδιαφέρον ρεσιτάλ στο Θέατρο «Αλκμήνη». Δεν είναι σύνηθες να παραχωρούνται θεατρικές σκηνές για συναυλίες μουσικής. Θα θέλατε να μας πείτε, πώς προέκυψε αυτή η ιδέα;
Μ.Κ. Το θέατρο «Αλκμήνη» το γνώριζα χρόνια. Ξέρετε, όταν ένας θεατρικός χώρος δεν είναι ιδιαίτερα μεγάλος, ακόμη και μεγαλύτεροι χώροι από το θέατρο «Αλκμήνη», είναι κάποιες φορές ιδανικοί για να φιλοξενήσουν ρεσιτάλ κιθάρας. Το πρόβλημα με τα θέατρα, είναι ότι όταν είμαστε στη μέση της σεζόν, παρουσιάζουν θεατρικές παραστάσεις συνεχώς και δεν υπάρχουν διαθέσιμες ημερομηνίες για να μπορείς να εντάξεις ένα ρεσιτάλ. Αλλά στο τέλος της σεζόν (το ρεσιτάλ μου σας θυμίζω ότι έγινε στις 27 Μαΐου) κάποιες παραστάσεις είχαν τελειώσει και έτσι υπήρχαν διαθέσιμες ημερομηνίες. Κάπως έτσι λοιπόν, προέκυψε η ιδέα.
Τ.Β. To πρόγραμμα της συναυλίας περιελάμβανε, μεταξύ άλλων έργων, την Παρτίτα No.2 σε Ρε Ελάσσονα, BWV 1004 για σόλο βιολί του J.S. Bach σε δική σας διασκευή για κλασική κιθάρα. Αντιμετωπίσατε κάποιες δυσκολίες στη διαδικασία της μεταγραφής;
Μ.Κ. Πρόκειται για ένα μνημειώδες έργο! Είναι από τα έργα για σόλο βιολί- ίσως το πιο γνωστό- γιατί στο τέλος περιέχει την «περίφημη» Chaconne. Η αγαπημένη μου εκδοχή αυτού του έργου ανέκαθεν ήταν αυτή του Γκούσταβ Λέονχαρτ (Gustav Leonhardt) για τσέμπαλο. Αυτή η εκδοχή πάντα με γοήτευε, μου άρεσε πάρα πολύ! Δεν πίστευα ότι θα ήταν δυνατόν να γίνει εύκολα μεταγραφή για κιθάρα, βασισμένη πάνω σε αυτή την εκδοχή του Λέονχαρτ και ξεκίνησα αυτή την προσπάθεια πέρυσι το καλοκαίρι, χωρίς να έχω τη φιλοδοξία να το ερμηνεύσω δημοσίως. Δυστυχώς, δεν υπάρχει παρτιτούρα του Λέονχαρτ που να έχει εκδοθεί και έτσι ξεκίνησα τη μεταγραφή βασιζόμενος σε ηχογράφηση. Κατόπιν, διαπίστωσα ότι με κάποιους μικρούς «συμβιβασμούς», θα μπορούσε να παιχτεί στην κιθάρα εάν κάποιος ήταν διατεθειμένος να κάνει μια μεγάλη προσπάθεια, οπότε προχώρησα στη μεταγραφή του επόμενου μέρους. Επεξεργάστηκα και τη Chaconne, με τη βοήθεια του συνεργάτη μου, Dejan Ivanovich, ο οποίος είχε ξανακάνει μεταγραφή πάνω στη διασκευή του Λέονχαρτ, αλλά μόνο τη Chaconne (χωρίς τα υπόλοιπα μέρη). O ίδιος, είχε την καλοσύνη να μου στείλει την παρτιτούρα (κάτι το οποίο ήταν μεγάλη βοήθεια για μένα). Έτσι κατάφερα να ολοκληρώσω το έργο και θεωρώ ότι αυτό το εγχείρημα ήταν ό,τι πιο σημαντικό έχω κάνει αυτή τη χρονιά. Με αυτό το δεδομένο, έκρινα ότι θα έπρεπε να το εντάξω στο πρόγραμμά μου και αποφάσισα να ξεκινήσω το ρεσιτάλ που έδωσα στις 27 Μαΐου, ερμηνεύοντας αυτό το έργο.
Τ.Β. Αντιμετωπίσατε κάποιες δυσκολίες στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας;
Μ.Κ. Αρχικά, είχα ξεκινήσει να κάνω μια δική μου διασκευή βασισμένη στην παρτιτούρα του βιολιού, την οποία αμέσως απέρριψα όταν κατάλαβα ότι θα μπορούσα να βασιστώ στη μεταγραφή του Λέονχαρτ, για την οποία όμως δεν υπήρχε παρτιτούρα! Αυτή ήταν μια δυσκολία. Από την άλλη, επειδή η μεταγραφή μου ήταν βασισμένη σε αυτή την εξαιρετική μεταγραφή του Λέονχαρτ για τσέμπαλο, δηλαδή σε κάτι πάρα πολύ καλαίσθητο, είχα την αισιοδοξία και τη βεβαιότητα ότι εάν καταφέρω να ολοκληρώσω το έργο και καταστεί εφικτό να ερμηνευθεί στην κιθάρα, σίγουρα θα είναι καλό. Αυτό με έκανε να ξεπερνάω τις όποιες δυσκολίες, οι οποίες ήταν τεχνικές. Γενικότερα μιλώντας, σε μια διασκευή υπάρχει αβεβαιότητα ως προς το τελικό αποτέλεσμα, η οποία θέτει σειρά ερωτημάτων: εάν το έργο θα ταιριάζει στην κιθάρα, εάν θα «λειτουργήσει» στη σκηνή, εάν θα είναι τελικά όμορφο, εάν θα παιχτεί με αρκετή πιστότητα ως προς το αυθεντικό υλικό κτλ Πολλές από αυτές τις δυσκολίες όμως δεν υπήρχαν στη δική μου περίπτωση, γιατί ήξερα ότι «πατάω» κάπου γερά. Γενικά, είμαι ικανοποιημένος από το τελικό αποτέλεσμα.
Τ.Β. Στο ίδιο πρόγραμμα, πρωτοτυπήσατε ερμηνεύοντας ένα έργο σύγχρονου και εν ζωή συνθέτη, του Ντίνου Κωνσταντινίδη. Στο τέλος της συναυλίας, μας μιλούσατε πολύ γοητευμένος γι΄αυτή τη συνεργασία. Θα θέλατε να αναφερθείτε και δημοσίως;
Μ.Κ. Φυσικά! Η φετινή χρονιά είναι σημαντική για μένα, εκτός των άλλων, επειδή είχα την ευκαιρία να παίξω δυο έργα σε πρώτη εκτέλεση. Το ένα είναι το “States of mind” σε τρία μέρη ( I.Impressions II. Dream III. Madness), του Ντίνου Κωνσταντινίδη και το άλλο, είναι το “Hadjidakis Suite” του Λεωνίδα Κανάρη. Είναι δυο πολύ όμορφα και σημαντικά έργα. Θα μου επιτρέψετε όμως, να αναφερθώ σε κάθε ένα ξεχωριστά, με χρονολογική σειρά. Το «Hadjidakis Suite» (2015) είναι ένα έργο του Λεωνίδα Κανάρη σε τρία μέρη, την οποία συνέθεσε με αφορμή την εκδήλωση της ΕΕΜ με τίτλο: «Ο Χατζιδάκις εμπνέει». Πρόκειται για ένα πολύ ωραίο έργο, όπου ο Λεωνίδας Κανάρης, χρησιμοποίησε μελωδίες του Χατζιδάκι, τις οποίες τις έδωσε με το δικό του τρόπο. Επίσης επειδή ο συνθέτης είναι και κιθαριστής, έγραψε το έργο με τέτοιο τρόπο που πραγματικά «σονάρει» πολύ ωραία στην κιθάρα, δηλαδή η κιθάρα αναδεικνύεται ως όργανο μέσα από αυτή τη γραφή. Είναι ένα έργο το οποίο σίγουρα θα το κρατήσω στο ρεπερτόριό μου.
Τ.Β. Mε τον συνθέτη Ντίνο Κωνσταντινίδη πώς προέκυψε η συνεργασία;
Μ.Κ. Με τον Ντίνο τον Κωνσταντινίδη, γνωριστήκαμε στο τέλος του περσινού καλοκαιριού εδώ στην Αθήνα. Είχε την ευγένεια και την καλοσύνη να μου στείλει τα κιθαριστικά του έργα. Μέσα σε αυτά, ήταν το “States of mind” το οποίο επέλεξα να παίξω σε πρώτη φάση. Όμως δεν αποκλείεται να ερμηνεύσω στο μέλλον και άλλα έργα του κ Κωνσταντινίδη. Πρόκειται για έναν εξαιρετικό συνθέτη με πολύ μεγάλη προσφορά, ο οποίος σταδιοδρομεί εδώ και πολλές δεκαετίες στις ΗΠΑ. Είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνα και στην ηλικία των 87 ετών που είναι σήμερα, είναι απόλυτα ενεργός! Μάλιστα, παρά την πολυετή πορεία του μέσα στη μουσική, την εξίσου μεγάλη εμπειρία του, διατηρεί αμείωτο τον ενθουσιασμό του! Αποτελεί μεγάλη έμπνευση για μας τους νεότερους, να συναντάμε έναν άνθρωπο, ο ποίος σε αυτή την ηλικία διδάσκει σύνθεση στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνα (έχει την ανώτερη βαθμίδα), ενώ παράλληλα διευθύνει, ταξιδεύει και ως εκ τούτου χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης. Επέλεξα το έργο αυτό, γιατί έκρινα (όπως περιεργάστηκα τις παρτιτούρες) ότι θα μου ταίριαζε περισσότερο. Το έργο δεν είχε παιχτεί παρότι δεν είναι ιδιαίτερα καινούργιο, η αναθεωρημένη έκδοση έγινε περίπου στα τέλη της δεκαετίας του ΄90. Περιέργως όμως δεν έχει παιχτεί, ενώ θα άξιζε. Θα ήθελα με την ευκαιρία να διευκρινίσω, ότι η πρώτη εκτέλεση πραγματοποιήθηκε αρχές Μαΐου στο “Arpege guitar festival” στην Κοζάνη. Όταν ένα έργο για κιθάρα είναι γραμμένο από συνθέτες, μη κιθαριστές, μπορεί να κατανοήσει κανείς την ποιότητα του συνθέτη. Αυτό που μου έκανε φοβερή εντύπωση σε αυτό το έργο, είναι ότι μόνο από δυο – τρία ήσσονος σημασίας σημεία, μπορεί να καταλάβει κανείς ότι ο συνθέτης δεν γνωρίζει κιθάρα. Αυτό είναι εντυπωσιακό, λαμβανομένου υπόψη ότι πρόκειται για ένα τριμερές έργο, αρκετά εκτενές, διάρκειας περίπου ενός τετάρτου. Είναι ένα εξαιρετικά καλογραμμένο έργο. Είναι πολύ βασικό στοιχείο της μουσικής να διατηρείς αυτό τον ενθουσιασμό! Το έργο του, θα το εντάξω στο ρεπερτόριό μου και ελπίζω ότι θα έχω την ευκαιρία στο μέλλον να το παίξω. Γενικότερα, έργα που παίζω για πρώτη φορά, (όπως και του Λ. Κανάρη που προανέφερα) θέλω να τα αξιοποιήσω, οπότε πάντα υπάρχει στη σκέψη αν είναι δυνατόν να ηχογραφηθούν. Απλώς δεν έχω ακόμη τα δεδομένα, ώστε να αναφέρω κάτι πιο συγκεκριμένο.
Τ.Β. Έχουν γραφεί πολλά για την τεχνική σας. Αναφέρω ενδεικτικά “… έχει αψεγάδιαστη τεχνική, υπέροχο ήχο … ο Κονταξάκης είναι απλά εξαιρετικός” AMERICAN RECORD GUIDE – Φεβρουάριος 2007 κτλ Στην ερμηνεία σας νοιώθει κανείς ότι όλα γίνονται αβίαστα, ως εάν να ήταν εύκολα! Θεωρώντας αυτονόητο ότι είναι αποτέλεσμα σκληρής μελέτης, υπάρχουν κάποιοι «κανόνες» που ακολουθείτε;
Μ.Κ. Είναι δύσκολο να μιλάει κανείς για τον εαυτό του. Χωρίς να θέλω να φανώ υπερβολικά ταπεινός, δεν θεωρώ ότι την τεχνική μου μπορεί κάποιος να την πάρει ως παράδειγμα εξαιρετικής ή μοναδικής ή κάτι το οποίο δεν μπορείς να συναντήσεις. Βεβαίως, πράγματι, μπορώ να υποστηρίξω τεχνικά τα έργα που παίζω με μεγάλη αξιοπιστία, αλλά θεωρώ ότι σήμερα που η κιθάρα έχει προχωρήσει, νέοι κιθαριστές ξεκινάνε από πολύ υψηλό επίπεδο, πατάνε στην εμπειρία των παλαιότερων και η τεχνική της κιθάρας εξελίσσεται. Όμως μου δίνετε την αφορμή να υπογραμμίσω το εξής: η τεχνική είναι ένα μέσο. Σε τι επίπεδα είναι η τεχνική σου είναι μεν ένα ζήτημα, αλλά ένα δεύτερο ζήτημα, είναι πώς αυτή η τεχνική συνεισφέρει στις ερμηνείες σου. Δηλαδή, πώς η τεχνική «καλείται» να «υπηρετήσει» το παίξιμό σου. Τηρουμένων των αναλογιών, πρέπει να είσαι πολύ προσεκτικός με τις δόσεις, όπως αντιστοίχως ένας μάγειρας με τις δόσεις των υλικών του. Μπορεί κάποιος να έχει μια εξαιρετική τεχνική, αλλά αυτή να μην συνεισφέρει με τον τρόπο που χρειάζεται σε μια πολύ σημαντική ερμηνεία. Αντιθέτως, κάποιος με χειρότερη τεχνική, την οποία όμως αξιοποιεί με πιο σωστό τρόπο, μπορεί να κατορθώσει αυτή την εντύπωση της ηρεμίας που επισημαίνετε. Θεωρώ πάντως ότι όλοι οι σπουδαίοι κιθαριστές το αποπνέουν αυτό, απηχούν αυτή την ηρεμία. Αυτή είναι η εικόνα που επιδιώκουμε και γι΄αυτό μελετάμε τόσο πολύ. Επομένως, το ζήτημα δεν είναι μόνο να φθάσεις σε υψηλό επίπεδο την τεχνική σου, αλλά να γνωρίζεις πώς θα την χρησιμοποιήσεις. Δεν ξέρω εάν αυτό μπορούμε να το εντάξουμε σε κανόνες. Χρειάζεται προσεκτικός χειρισμός της τεχνικής, ώστε αυτή να είναι αρωγός στις ερμηνείες.
Τ.Β. Αισθάνεστε ότι ανήκετε ερμηνευτικά σε κάποια συγκεκριμένη Σχολή Κιθάρας;
Μ.Κ. Σίγουρα έχω επηρεαστεί από τους δασκάλους μου, όπως τον Κώστα Κοτσιώλη, ο οποίος είναι ένας φανταστικός κιθαρίστας και δάσκαλός μου για πολλά χρόνια. Βεβαίως, έχω επηρεαστεί από τον Joaquin Clerch, που επίσης ήταν δάσκαλός μου. Όμως μετά από ένα επίπεδο, πρέπει ο καθένας και τεχνικά και από άποψη ρεπερτορίου και ερμηνειών να βρει το δρόμο του. Επειδή αναφέρθηκα στον Κοτσιώλη είναι μια τόσο εξαιρετική περίπτωση που αν προσπαθήσεις να τον «αντιγράψεις» θα αποτύχεις. Και το ίδιο θα γίνει με οποιαδήποτε σπουδαία προσωπικότητα. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις ένα καλούτσικο αντίγραφο, ποτέ όμως κάτι original. Άρα, κρατώντας πάρα πολλά στοιχεία από τους δασκάλους μας, έχει πολύ δρόμο και πολύ δουλειά να βρεις τι σου ταιριάζει σε ό,τι αφορά στην τεχνική, την ερμηνεία και το ρεπερτόριο. Πρέπει να γνωρίζουμε πολύ καλά τον εαυτό μας και να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Υπό αυτή την έννοια, ο καθένας μετά από ένα επίπεδο, διαμορφώνει ένα προσωπικό στίγμα από μόνος του. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να «εντάξουμε» ανθρώπους και να πούμε ότι ανήκουν στην τάδε ή τη δείνα Σχολή, αλλά αν αναλύσεις περισσότερο, θα διαπιστώσεις ότι ο καθένας είναι ξεχωριστός. Βλέπουμε κιθαριστές που προέρχονται από τον ίδιο δάσκαλο και είναι πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους.
Τ.Β. Έχετε μια πλούσια διεθνή εμπειρία, δίνοντας συναυλίες εκτός συνόρων και έχετε γνώση των συνθηκών που επικρατούν στο εξωτερικό. Υπάρχουν «καλές πρακτικές διεθνούς επιπέδου» σε ό,τι αφορά την προώθηση και τις ευκαιρίες σταδιοδρομίας που έχει ένας σολίστ, οι οποίες δεν υφίστανται στη χώρα μας;
Μ.Κ. Υπάρχει κάτι που εάν ίσχυε στην Ελλάδα, θα ήταν πολύ σημαντικό: oι τίτλοι σπουδών να ήταν Ακαδημαϊκοί! Η Ελλάδα είναι ένας χώρος καλλιτεχνών και γενικά υπάρχει πολύ ταλέντο, το οποίο δυστυχώς σ΄ ένα μεγάλο ποσοστό, μένει αναξιοποίητο. Αντιθέτως, πηγαίνουμε σε χώρες που δεν υπάρχει τόση κιθαριστική παράδοση, αλλά η κιθάρα διδάσκεται στο Πανεπιστήμιο! Αυτό σημαίνει, ότι το παιδί των δεκαοκτώ χρονών, καλείται να επιλέξει εάν θα πάει πχ στην ιατρική, στη νομική ή στην κιθάρα. Στην Ελλάδα αυτή η έλλειψη, αποτελεί τροχοπέδη. Πόσα μαθητές παράλληλα με την κιθάρα σπουδάζουν σε άλλους τομείς στο Πανεπιστήμιο; Τα παιδιά υφίστανται τέτοια πίεση από το κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον να τελειώσουν ένα Πανεπιστήμιο (το οποίο συχνά δεν τους ενδιαφέρει) και ενώ η κιθάρα τους ενδιαφέρει περισσότερο, την παραμελούν, γιατί η ελληνική οικογένεια θεωρεί τις σπουδές στο ωδείο ως υποδεέστερες! Εάν όμως οι σπουδές κλασικής κιθάρας ήταν Πανεπιστημιακού επιπέδου, θα ήταν ευρύτερα αποδεκτές. Αυτό το-εκ πρώτης όψεως- τυπικό ζήτημα, ανάγεται σε ζήτημα ουσίας! Απαιτείται επομένως, μια συνολική αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος, η οποία θα άλλαζε το status των τίτλων σπουδών. Απαιτείται διαβάθμιση των πτυχίων. Τι είναι το δίπλωμα του ωδείου; Θα αναγνωριστεί ως ΤΕ, ως ΠΕ, ως τι; Όταν αποφασίσει ένα παιδί να σπουδάσει κιθάρα στο Πανεπιστήμιο, αποφοιτώντας θα έχει πολύ υψηλότερο επίπεδο, εν συγκρίσει με ορισμένους μαθητές στην Ελλάδα, οι οποίοι κάνουν «πάρεργο» την κιθάρα, επειδή προσπαθούν να ανταπεξέλθουν και σε άλλες σπουδές. Θα ήθελα ωστόσο να επισημάνω, ότι η διαρκής σύγκριση με το εξωτερικό είναι άδικη. Βλέπω μαθητές που συνέχισαν τις σπουδές τους στο εξωτερικό και αργότερα βρήκαν μια θέση εργασίας εκεί, όπου μπορεί να εργάζονται ως ωρομίσθιοι, ή με μια μικρής διάρκειας σύμβαση. Την ίδια θέση, με τους ίδιους ακριβώς όρους, εάν την έβρισκαν εδώ, δεν θα τη θεωρούσαν σημαντική. Αντιθέτως, στο εξωτερικό, την υπερεκτιμούν! Βεβαίως, δεν παραβλέπω ότι σε ορισμένες χώρες του εξωτερικού, υπάρχουν πιο οργανωμένες κοινωνίες και πολύ περισσότερες ευκαιρίες – ειδικά για τους καλούς μουσικούς. Μπορούμε να παραδειγματιστούμε, αλλά να μην υποτιμάμε και όλα όσα έχουμε στην Ελλάδα.
Τ.Β. Ένας μαθητή σας, «εκκολαπτόμενος σολίστ», ο οποίος προετοιμάζει το δίπλωμά του στην Ελλάδα, αντιμετωπίζει παραπάνω δυσκολίες εν συγκρίσει με έναν συνομήλικο του από μια πιο προηγμένη Ευρωπαϊκή χώρα ή από μια Ασιατική χώρα, όπου «εξάγουν» πολλούς νέους που ακολουθούν διεθνή καριέρα;
Μ.Κ. Ζούμε σε εποχές που ό,τι και να πούμε είναι απρόβλεπτες. Φανταζόσασταν ποτέ μια εποχή που θα υπήρχε τέτοια ανεργία ανάμεσα στους απόφοιτους του Πολυτεχνείου, της Νομικής ή της Ιατρικής; Σήμερα τίποτε δεν είναι δεδομένο! Όμως θέλω να υπογραμμίσω ότι οι καλοί μουσικοί έχουν δουλειά σήμερα και σε σχέση με άλλους κλάδους, αντιμετωπίζουν λιγότερα προβλήματα. Εάν κάποιος έχει πάθος, ενθουσιασμό και είναι αποφασισμένος να δουλέψει πολύ σκληρά, τότε νομίζω ότι έχει τις ίδιες προοπτικές τουλάχιστον (εάν όχι περισσότερες) που θα είχε σε έναν οποιοδήποτε άλλο κλάδο. Φυσικά, το να κάνει καλή δουλειά ως εκπαιδευτικός δεν είναι επειδή πήρε δίπλωμα με Α΄ Βραβείο. Οφείλεται στο ότι εργάζεται πολύ, είναι ικανός να εμπνεύσει άλλους ανθρώπους, είναι ηθικός, συνεπής και αυτό που κάνει, το κάνει με αγάπη. Επίσης είναι πολύ σημαντικό να είσαι μέσα στα πράγματα: να επιμορφώνεσαι, να μην σταματάς να δουλεύεις επειδή πήρες ένα δίπλωμα. Φαντάζομαι ότι θα εφαρμοστεί κάποια στιγμή και στον τόπο μας ένα διαφορετικό σύστημα και οι συνθήκες θα βελτιωθούν, γιατί δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η ασάφεια με τα πτυχία για πολλά χρόνια ακόμη.
Τ.Β. Μια πολύ αξιόλογη δραστηριότητά σας, είναι η συνεργασία σας με τους Encardia. Έχετε συναυλίες προσεχώς;
Μ.Κ. Το πιο σημαντικό που θέλω να αναφέρω για τη φετινή ακαδημαϊκή χρονιά, είναι η παράσταση που κάναμε στο θέατρο «Faust» λίγο πριν το Πάσχα. Εμφανιστήκαμε για περίπου δέκα παραστάσεις, με τον τίτλο: “Emigranti.” Πρόκειται για μια παράσταση, που αναφέρεται στην προσφυγιά. Είχαμε μια πολύ ωραία συνεργασία με την ηθοποιό Άννα Θεοδωρίδου, η οποία συμμετείχε ερμηνεύοντας κείμενα που έγραψε η ίδια για την παράσταση. Σημειωτέον ότι η παράσταση περιείχε και άλλα κείμενα, όπως του Κώστα Βάρναλη και άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων. Συμμετείχαν ακόμη, η Άννα Αναστασιάδου και οι πέντε μουσικοί των Encardia. Αυτό το πολιτιστικό γεγονός, θεωρώ ότι «σημάδεψε» τη φετινή χρονιά των Encardia.
Τ.Β. Yπάρχει περίπτωση αυτές οι παραστάσεις να συνεχιστούν τώρα το καλοκαίρι;
Μ.Κ. Τώρα το καλοκαίρι όχι, αλλά θα θέλαμε να ξανανεβάσουμε την παράσταση το χειμώνα- τουλάχιστον υπάρχει αυτή η πρόθεση. Νομίζω ότι αξίζει τον κόπο.
Τ.Β. Γιατί σας «αγγίζει» αυτό το θέμα της Προσφυγιάς;
Μ.Κ. Είμαστε ήδη δώδεκα ετών συγκρότημα και ξεκινήσαμε εμπνεόμενοι από τις μουσικές της Κάτω Ιταλίας. Πρόκειται για μια περιοχή που υπάρχει φτώχεια, μετανάστευση κτλ Συνεπώς, οι μουσικές και τα τραγούδια που λέμε, είναι τραγούδια της δουλειάς, της εργατιάς, της ξενιτιάς, της αγάπης και γενικότερα της κοινωνικής ζωής. Επομένως, με το ζήτημα αυτό ασχοληθήκαμε πολύ πριν βιώσουμε τόσο έντονα το προσφυγικό στη χώρα μας. Οπότε φέτος νοιώθαμε ότι εάν δεν αναδείξουμε τώρα αυτό το υλικό και συνακόλουθα τους προβληματισμούς που συνεπάγεται, πότε θα γίνει; Και έτσι φτιάξαμε μια παράσταση που τα εντάξουμε όλα αυτά. Γράψαμε μάλιστα νέο υλικό για την παράσταση, κείμενα, κυρίως από την Άννα τη Θεοδωρίδου, ορχηστρική μουσική, αλλά και τραγούδια. Γιατί ας μην παραβλέπουμε ότι εδώ και χρόνια, οι Encardia γράφουν και δική τους μουσική, δεν παίζουν μόνο τα τραγούδια της Κάτω Ιταλίας. Όταν λέμε «μουσική Encardia» κυρίως εννοούμε μουσική Βαγγέλη Παπαγεωργίου που είναι ο ακορντεονίστας του συγκροτήματος. Όμως κατά κάποιο τρόπο γίνεται ομαδική δουλειά. Είναι κυρίως μουσική του Βαγγέλη, με τη συνδρομή των υπολοίπων.
Τ.Β. Ποια είναι τα επόμενα καλλιτεχνικά σας σχέδια;
Μ.Κ. Προσφάτως, συμμετείχα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κιθάρας του Βόλου, το οποίο ξεκίνησε το Σάββατο, 17 Ιουλίου, στο οποίο είχα την τιμή να παίξω στην πρώτη συναυλία της διοργάνωσης. Στο πλαίσιο αυτό, συνεργάστηκα με τον Ιάκωβο Κολανιάν και τον Δημήτρη Κοτρωνάκη. Ο καθένας μας ερμήνευσε έργα για σόλο κιθάρα και στη συνέχεια παρουσιάσαμε έργα για δυο κιθάρες, καθώς και ένα τρίο στο τέλος. Το γεγονός αυτής της συνάντησης ήταν πολύ ευχάριστο για μένα, γιατί δεν είχαμε ξανασυνεργαστεί. Πρόκειται για δυο εξαιρετικούς μουσικούς!
Να αναφέρω ακόμη, ότι στο πλαίσιο της συνεργασίας μας ως ντουέτου με τον Dejan Ivanovich- με τον οποίο συνεργαζόμαστε πάρα πολλά χρόνια- είμαστε στην πολύ ευχάριστη θέση να ανακοινώσουμε ότι ξεκίνησαν κάποιοι συνθέτες να γράφουν έργα για μας! Συνεπώς, η επόμενη ακαδημαϊκή χρονιά, θα περιλαμβάνει και κάποιες πρώτες εκτελέσεις έργων που θα ερμηνεύσουμε με τον Dejan Ivanovich και είμαστε πάρα πολύ χαρούμενοι γι΄αυτό!
Στα σχέδιά μου, εντάσσεται και ένα ρεσιτάλ κιθάρας στη Θεσσαλονίκη, τον προσεχή Οκτώβριο.
Επίσης, με τους «Encardia” δίνουμε καλοκαιρινές συναυλίες, οι οποίες δεν έχουν σχέση με την παράσταση που σας ανέφερα πριν, αλλά πρόκειται για ένα κύκλο συναυλιών όπως συνηθίζεται να παρουσιάζουμε κάθε καλοκαίρι σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ξεκινήσαμε ήδη με εμφανίσεις στο ραδιομέγαρο της ΕΡΤ, στη Βάρκιζα, στο Λεωνίδιο, στη Μυτιλήνη, στου Παπάγου. Αυτή η καλοκαιρινή δραστηριότητα θα κορυφωθεί στις 14 Σεπτεμβρίου, με τη συναυλία μας στο θέατρο Βράχων, όπου έχουμε προσκαλέσει τους συνεργάτες όλων των προηγούμενων ετών!
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Αύγουστος 2016
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)