Μια παρουσία στο TaR του Σταμάτη Κραουνάκη είναι ζεστασιά και σημείο προσοχής γιατί τα λόγια του δεν είναι από εκείνα που εξατμίζονται στον αέρα… Ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς μιλά στην Έφη Αγραφιώτη.
Το Tar χαίρεται πολύ γι αυτή τη φιλοξενία.
Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΠΡΑΓΜΑ…
(άνοιγμα ψυχής του Σταμάτη Κραουνάκη στην Έφη Αγραφιώτη)
Για τα δέκα χρόνια της Σπείρα-Σπείρα
Ένας απόλυτα θεατρικός μουσικός με βαθιά ποιοτική αγωνία για όλα όσα συμβαίνουν στον εγγύς και τον απώτερο χωροχρόνο, ένας δημιουργός που σπάνια θα βρεις να τον απαξιώνουν, παράλληλα ένας… μπερδεμένος αριστοφανικός τύπος βγαλμένος από τον κώδικα του Αλμοδόβαρ που περπατάει στη πλας Πιγκάλ και τραγουδάει την αγωνία και το αδιέξοδο ενός ιδιότυπου πολιτικού μεσοπολέμου. Η μουσική του είναι χαρακτηριστική, μπορεί να αναγνωριστεί από όλους εύκολα. Δονείται από μια καθαρή ενέργεια και αυτό άλλοτε προκαλεί και άλλοτε εγκλωβίζει τους τραγουδιστές. (Νομίζω ότι λίγοι τραγουδιστές μπορούν να τον τραγουδήσουν όμως... ).
O Σταμάτης γεννάει μουσικές ιδέες που δεν προλαβαίνει ούτε αυτός ο ίδιος να σκεφτεί πώς θα ονομάζονται, ανάβει αιφνίδιες πυρκαγιές παράγοντας στοχαστικούς αυτοσχεδιασμούς, είναι ένας αυθεντικός, ήταν αυθεντικός εξ άλλου, από τότε που «δοκίμαζε», 35 χρόνια πριν.
«Αρνούμαι να ακούσω ό,τι μας πλασάρουν» γράφει σε παλιότερη συνέντευξή του. «Ο προσωπικός μας πολιτισμός είναι η κάθε μέρα μας…» λόγια του Σταμάτη τωρινά, πρόσφατα. Μέσα στη φύση του δυναμώνει με το χρόνο μια τραγική ανατρεπτικότητα αλλά και μια υπέρβαση ορίων. Δεν είναι αυτό που ονομάζουμε προσωπικά φιλόδοξο άτομο. Η σκέψη και το θάρρος να την επικοινωνεί με κάθε τρόπο ασκήθηκε εντυπωσιακά μέσα από το χρόνο. Ο Σταμάτης ήταν πάντα πολιτικός νους, οξυδερκής, ευγενής, αυτοσαρκαστικός, αναλυτικός, πληθωρικά δοτικός και όμως, μη γελάσετε δεν το λέω… «ποιητική αδεία», ο Σταμάτης είναι εσωστρεφής!
Γεννήθηκε το Δεκέμβριο του 1955. Σπούδασε μουσική με δασκάλα την Κλέλια Τερζάκη. Πρωτοεμφανίστηκε στη δισκογραφία το 1978, υπογράφοντας τη μουσική στον δίσκο Το σπίτι του Αγαμέμνονα. Ένα χρόνο νωρίτερα είχε κάνει το ντεμπούτο του στο θέατρο, γράφοντας τη μουσική για την παράσταση Βαριέμαι (1977). Η συμπόρευση και η συνεργασία με τη Λίνα Νικολακοπούλου που χτίστηκε στα έδρανα της Παντείου έπαιξε πολλούς ρόλους, στην πορεία προς την ωριμότητα. Καρπός της συνεργασίας τους είναι ένα μεγάλο μέρος, το μεγαλύτερο πιθανόν, της δημιουργικής του απόδοσης. Πέρα από τη δισκογραφική δουλειά, κατάφερε τα τελευταία δέκα χρόνια να υλοποιήσει ένα νέο τρόπο παρουσίασης μουσικών παραστάσεων, χρησιμοποιώντας μουσικό - θεατρικό κείμενο, που προβάλλουν και επικοινωνούν ταλαντούχοι μουσικά και θεατρικά τραγουδιστές, που δρουν σαν σημειογραφήματα, σαν συμβολικοί πρωταγωνιστές φανταστικού έργου.
Η περίφημη Σπειρα-Σπείρα ( 2009, δέκα χρόνια )
Η λέξη «απελπισία» πήρε σάρκα και οστά μετατρέποντας τα αδιέξοδα μιας ομάδας νέων σε δράση! Η Σπείρα – Σπείρα εκπαιδεύτηκε από τον ίδιο σε εκατοντάδες εργατοώρες δουλειάς και τον οδήγησε μέσα από αυτή τη …μαιευτική διαδικασία στον αυτοπροσδιορισμό των αντισυμβατικών δημιουργικών επιθυμιών του τα τελευταία χρόνια. Όχι για να αγγίξουν την υπερβατική αίσθηση αλλά για να πουν το απλό, το ανθρώπινα καθημερινό και να το κάνουν πιο δυνατό και πιο ερεθιστικό ενδεχομένως… Ίσως επομένως να μην είναι απλή «μεταστροφή» γούστου το γεγονός ότι από το ακροατήριό του χάθηκαν κάποια μέρα κάποια φανατικά μέχρι πρότινος γκρουπ ακροατών, μεγαλοαστοί και συντηρητικοί αριστοκράτες κατά τα λοιπά… Δεν είναι τυχαίο και το γεγονός ότι στις παραστάσεις του προσέρχονται άνθρωποι όλων των ηλικιών, λίγο ιδιαίτερη επιλογή για το «διατεταγμένο» σε μεγάλο βαθμό ελληνικό κοινό των μουσικών σκηνών. Αυτοί επικροτούν το σαρκαστικό άγγιγμα του μυαλού που επιχειρεί ο Κραουνάκης και που ξύνει πολιτικά τις «συνέπειες» της σκέψης, ακόμα κι αν η προσέγγιση του τους βρίσκει ιδεολογικά αδιάφορους.
Ο Σταμάτης του 1960 με τον πατέρα του.
«Ο απολεσθείς Παράδεισος καλείται μουσική». Δικά του είναι τα λόγια αλλά δεν θυμάμαι πότε μου τα είπε.. Απολεσθείς, Παράδεισος, Μουσική, τρεις ασυνήθιστα προκλητικές λέξεις! Αλήθεια, ο ίδιος έπεσε μέσα σε κάτι που τον τρόμαζε και δεν ήθελε ούτε να το σκέφτεται, την υπερβατική δημιουργία αναγκών ίσως; Να το σκληρύνω κάπως: είναι μήπως αυτοσκοπός το κυνηγητό της επιτυχίας; Και τι είναι Τέχνη; Και πώς μπορεί ο μέσος άνθρωπος να εκπαιδευτεί στην Τέχνη; Μήπως ο ρόλος της κοινωνίας είναι πιο ασήμαντος από όσο μας φαίνεται στην προσπάθεια να στηριχτούμε κάπου για να μη πέσουμε; Εσύ Σταμάτη αρνείσαι να ακούς όσα σου πλασάρουν. Οι άλλοι όμως γιατί να μη μάθουν να αρνούνται; Τι συμβαίνει και δεν μπορούν να έχουν στοιχειώδη ενεργητική ικανότητα να απορρίπτουν τις ηλιθιότητες και τις βλακείες; Ποιος τους ευνούχησε; Από την ίδια κοινωνία δεν βγήκαμε όλοι; Αναπάντητα ερωτήματα; Συζητήσεις που με τον Σταμάτη μπορούν να κρατήσουν πολλές ώρες, δημιουργικές αλλά και ανατρεπτικές.
Ο Σταμάτης Κραουνάκης στο Tar
μια συζήτηση σαν σελίδα ημερολογίου:
Πόσο άδειο είναι το τοπίο από μια ανησυχία που να ενώνει αντί να μοιράζει..
- Δηλαδή έκανες λάθος επιλογή;
- Τελικά λάθος! Ήμουν τόσο φιλόδοξος, που αναγκάστηκα να μην ανοίξω κομμωτήριο για μεγαλο-κυρίες…
- Μα τι λες τώρα…
- -Συνομήλικες μας αποτελούν έτσι κι αλλιώς μια πιστή ομάδα που με αγαπάει σαν κοινό και που όσο κι αν μας συσσωρευτήκαν βάσανα, είτε επιτύχαμε κάτι, είτε όχι -τα βάσανα είναι βάσανα - αυτές οι φιλενάδες έρχονται στις παραστάσεις μου σχεδόν σταθερά-καμιά φορά νιώθω ότι ψιλο- ενοχλούνται από τα «σόκιν» αλλά είναι πάντα εκεί!
- Επομένως μέσα στο λάθος να μην ανοίξεις …κομμωτήριο (ή να μη γίνεις πολιτικός επιστήμων, όπως και εγώ εξ άλλου αγαπητέ συνάδελφε) υπάρχουν σωστά πράγματα στις εξελίξεις των ζωών μας. Πρωτίστως είμαστε ευτυχείς!
- Αν είχα μπει στη διαδικασία γενικότερα να κολακεύσω το κοινό «μου» νομίζω θα ήμουν μια πολύ δυστυχής περίπτωση… Αντίθετα τα τρία- τέσσερα χρόνια (ουσιαστικά από τη «Σπεράντζα» το 1998 αλλά τώρα «δείχνει») άφησα τον εαυτό μου να διαλέξει από το τεράστιο χωράφι της παγκόσμιας σύγχρονης μουσικής πραγματικότητας, τα συγγενικά του πράγματα και να τα αφομοιώσει σαν δικά του, έτσι στην πρώτη μου ελληνική προσωπική μουσική βιβλιοθήκη που ήταν ο Χατζιδάκις, ο Ζαμπέτας, ο Τσιτσάνης, ο Μανώλης Χιώτης, ο Μουζάκης, ο Αττίκ, με βασική σταθερή τον Μπαχ, που τον μελετώ συνέχεια, με πάθος, -με συγκλονίζει η θεατρικότητα του- έρχεται μαζί με τη σταθερή των Μπητλς και Τομ Γουέητς –Λου Ρηντ αργότερα, λατρεμένη βέβαια Λώρη Άντερσεν, να προστεθούν ο φίλος μου, ο θεϊκός Άντονι, ο Ρούφους Γουανραϊτ, η Λιζα Ραϊτ, που λάτρεψα το Μαυ χαρτ της και ο άλλος «νοητός» μου δάσκαλος ο Στέφεν Σοντχαϊμ που τον έχω σκίσει στο διάβασμα.
- Ο Αρβο Πάρτ;
- Μια σύγχρονη σταθερή, ο Αρβο Παρτ, που τον ακούω όπως τον Μπαχ, ειδικά μελετώ τον τρόπο που χρησιμοποιεί τις φωνές. Απορώ πως δεν τον έχουν ανακαλύψει ως μουσικό ακόμα οι διαβόητοι και τόσοι πλέον πολλοί εξερευνητές της ερμηνείας τον αρχαίων κειμένων, έλληνες και ευρωπαίοι επίσης.
Ο Σταμάτης του 1977-1978
- Εκτιμώ τη μόνιμη μουσική σου συντροφιά, εδώ και χρόνια. Μένεις σταθερός στους μουσικούς σου. Σου προσφέρει αυτό σιγουριά, συναισθηματική πληρότητα. Χτίζετε παρέα. Σε ξέρουν καλά και τους ξέρεις ακόμα καλύτερα.
- Η μπάντα με την οποία συνεργάζομαι για την δισκογραφία –που την έχω παραμελήσει είναι η αλήθεια, με βοήθησε πολύ να παρακολουθήσω τον εαυτό μου μέσα σ’ αυτό το καζάνι και να κατακτάμε πάντα ένα αποτέλεσμα που να μας ικανοποιεί. Με αγαπάνε και τους αγαπώ, περνάμε τέλεια! και η Σπείρα- Σπείρα με εκπαίδευσε, εκπαιδεύοντας νεώτερους συνεργάτες, να εκπαιδεύω συνέχεια και τον εαυτό μου στη σκηνή…
Οι μουσικοί μου: ο Γιώργος Ζαχαρίου, ενορχηστρώσεις, πλήκτρα, γενικός δερβέναγας. Ο Μπαλταζάνης κιθάρες, ο Αννινος, μπάσο, Ο Κατσίκης, μπουζούκια και χορδές γενικά, ο Νίκος Χατζόπουλος, μπάσο, ο λατρεμένος μου Δημήτρης Τσάκας, η κραυγή του χαλκού, ο Νίκος ο Σακελαράκης, ο,τι σε τρομπέτα. Ο Καραντίνης, το απόλυτο γούστο, μέγας καλλιτέχνης και ο Δημήτρης Μαριόλας, κορυφαίοι στα μπουζούκια τους.. και φυσικά ο μέγας μάστερ στα τύμπανα ο Σπύρος Παναγιωτόπουλος. Μ’ αυτή τη μπάντα, στο ακορντεόν γουστάρω πάντα τον Παναγιώτη τον Τσεβά.
Ο νεώτερος φίλος μου είναι ο Άρης Βλάχος, πιανίστας μας στο θέατρο, εξαιρετική μουσική φυσιογνωμία, μου έφτιαξε το βιβλίο με τα χιτ στις εκδόσεις Φ. Νάκας. Έχουμε και δυο σπουδαία κορίτσια στην μπάντα και στην Αθηναΐδα επίσης, την Άννα Λάκη στο ακορντεόν και τη Σοφία Κακουλίδου στα κρουστά, που φέτος που πήγε και στην ντραμς «φυσάει»!
Εδώ που με φέρανε τα χρόνια,
με απόλυτο σεβασμό στο τοπίο που γεννήθηκα, διαμορφώθηκα ως πολίτης και ως καλλιτέχνης, μ’ αγαπούν τα μωρά, μ’ αγαπούν κι οι μεγάλοι, με παραδέχονται οι συνάδελφοι…
- Πώς προσδιορίζεται η κατακτημένη εμπειρία μέσα στα χρόνια και ποιος ήταν ο δρόμος;
Αυτό μόνο μπορώ να σου πω: η συνεχής εργασία γύρω από το αντικείμενο σου, μόνο αυτή μπορεί να σε βοηθήσει να προχωράς…
Η άλλη μου πίστη –το θέατρο –κι εκεί είχα πολύ καλό δάσκαλο το Θέατρο Τέχνης, τον Αντρέα Βουτσινά και τώρα τον φίλο μου τον Νίκο Μαστοράκη, που του έχω πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη με ό,τι και να καταπιαστεί γιατί κι αυτός διαβάζει πάρα μα πάρα πολύ γύρω από αυτό που κάνει κάθε φορά.
- Έχεις και αξιοπρόσεκτο ένστικτο όμως…
- Χαίρομαι για τα πράγματα που το ένστικτο με οδήγησε να δημιουργήσω όπως η ομάδα Σπείρα-Σπείρα, τα λίγα όργανα, ένα πιάνο, δυο μουσικοί και φωνή. Ο δειγματισμός μονόλογων με πιάνο - φωνή ξεκίνησε από το Αυτή η Νύχτα μένει, ένα τραγούδι απλό, πιάνο και φωνή, που το λάτρεψε ο κόσμος. Αυτό έφερε τους λαϊκούς μονόλογους με την Παπίου, που επίσης δειγμάτισαν μια συμπεριφορά, αφού τότε η πιάτσα με κάρφωνε αλλά σε λίγα χρόνια το κόπιαραν όλοι και κυρίως έδωσε …οικονομικοτεχνική λύση στις δύσκολες μέρες που περνά η δουλειά μας. Τώρα το κάνουν όλοι, ο καθένας με την επιτυχία που αξίζει στο ταλέντο του. Παρ όλα αυτά, καλά είναι κανείς να κοιτάζει τον εαυτό του, το δρόμο του, την αποστολή του.
- Τι γράφεις τώρα;
- Τώρα που γράφω τις Νεφέλες και τον Μπερνάρ Σω και είμαι απολύτως βυθισμένος σ’ αυτά. Φέτος πήγα προς τους ποιητές.
Μετά την «εμπορική επιτυχία» του «πόσο σ’ αγαπώ» που ήταν επιθεώρηση και όπου πάλι ένα απλό τραγουδάκι ήταν ο πυρήνας, βουτιά στην αντίπερα όχθη, όχι για καπρίτσιο... Δεν γίνεται να καίγεται η Αθήνα, να πυροβολείται ένα παιδί και να παριστάνουμε ότι δεν τρέχει τίποτα. Οφείλουμε να μας νοιάζει, αλλιώς είμαστε «νούμερα». Όταν τον περασμένο Μάιο γράψαμε τον μονόλογο της πεθαμένης μικρής ρωσοπόντιας, η καρδιά μας πήγε προς τα εκεί, δεν ξέραμε τι έρχεται. Απ’ την άλλη, τις μέρες που καιγόταν η Αθήνα, κι ήταν όλοι άδειοι, εμείς παίζαμε, κι ο Φυντανίδης μου είπε, «ένιωσα όπως στα χρόνια της παρανομίας». Το κοινό δεν ξεγελιέται! μπορεί να παρασυρθεί, σημασία έχει τι λες φεύγοντας από κάπου. Εγώ τ’ ακούω που τα λένε οι «πατσατζήδες» «έλα μωρέ τι έκανε κι ο Κραου, πήρε λίγο θέατρο, λίγο τραγούδι και τα μπέρδεψε εκεί πέρα, τα μαγείρεψε»… Τα βλέπω γύρω - γύρω τα «κοπιαρίσματα», αλλά δεν τρέχει τίποτα. Πάλι το «φτωχό θεατράκι» βοηθάει την έπαρση της τραγουδιστικής «κουτοπονηριάς».
- Εν τέλει είναι καλό «να εμπνέεις;
- Αυτό που δεν αντιγράφεται είναι ένα και μοναδικό: η ομαδική ενέργεια. Αυτό είναι πόρισμα του κόπου των χρόνων. Της απόφασης της κοινής πίστης και του αλληλοσεβασμού. Αυτή είναι η διαφορά της Σπείρας. Η Μάρθα Βούρτση μου το είπε στο Ηρώδειο: Αυστηρά, έχεις κάνει στρατό! Χρήσιμους ανθρώπους στη δουλειά, τελικά.
Γι αυτό και οι απόφοιτοι μου, σκίζουν εκεί έξω. Είμαι απαιτητικός, ναι. Το πληρώνω το παραπάνω που απαιτώ, ή δεν το πληρώνομαι καθόλου. Άρα πάλι το πληρώνω.. Η μελέτη κι οι φίλοι μου, αυτά είναι τα περιουσιακά μου. Αυτά με αγάπη!!!
Πήγε 12 το μεσημέρι, με τη καινούργια ώρα - 29 Μαρτίου 2009-
Με αγάπη, Σταμάτης.
Μια περυσινή συνέντευξη στον Οδηγητή του ΚΚΕ και στους δημοσιογράφους Γιώργο Ελταχήρ και Τάσο Γαλανόπουλο είναι όσο επίκαιρη δεν φαντάστηκα πέρυσι! Ιδού μερικά αποσπάσματα:
«Μόνο η συνείδηση της αλήθειας βοηθάει αυτήν τη στιγμή!»
Οδ: Τι είναι αυτό που μπορεί να δώσει η επιθεώρηση, η σάτιρα σήμερα;
Σ.Κ: Ένας φίλος, συνομήλικός μου, που ανήκει σε αυτό που λέμε 100% μη «καλλιτεχνίζον» μεσαίο κοινό -τον έφερε η γυναίκα του την προηγούμενη βδομάδα- μου είπε: «έκανες τον επικήδειο της γενιάς μας».Και πιστεύω ότι η γενιά η δική μας, η γενιά του Πολυτεχνείου, έχει πολύ μεγάλη ευθύνη στο πώς φέραμε τη χώρα, να την κάψουν έτσι μπροστά στα μάτια μας. Θυμώνει το μέσα μου που βλέπω τη Μαρία Δαμανάκη, τη φωνή του Πολυτεχνείου, να είναι στο ΠΑΣΟΚ.
Η επιθεώρηση έχει το άλλο θετικό, μπορείς να το γυρίσεις που λέμε στον «καλαματιανό», μια πολύ ελληνική συνήθεια -αυτό μας έφαγε… Είναι και πολύ δυνατό όπλο, περνάς πράγματα μέσα από το γέλιο και από τη σάτιρα.
Οδ: Σε μια εποχή που ο παραγόμενος πλούτος, η τεχνολογία, η επιστήμη έχουνε φτάσει ένα επίπεδο που δεν το χωράει το μυαλό, μας λένε ότι πρέπει να προσαρμοστούμε, να ζούμε με δικαιώματα Μεσαίωνα.
Σ.Κ. Αυτό ήτανε πάντα το σύστημα παιδιά. Απλώς τώρα η υποδούλωση είναι το κομπιούτερ. Πώς έγινε η παραγωγική δουλεία με τα εργοστάσια; Τώρα θα γίνει η καινούρια υποδούλωση με αυτό. Σε βάζει μπροστά εκεί και σου λέει «βγάζε μου δουλειά». Όμως αυτό είναι κι ένα όπλο. Το ότι μπορεί ο οποιοσδήποτε να ανοίξει ένα blog και να γράψει, είναι ένα όπλο. Και πλάκα-πλάκα είδατε, έχουνε κάνει δουλειά. Οι πολιτικοί bloggers είναι αλύπητοι.
Οδ: Το ερώτημα είναι σήμερα, που έχει προχωρήσει τόσο πολύ η εμπορευματοποίηση του πολιτισμού, τι περιθώρια υπάρχουν;
Σ.Κ: Άπειρα παιδιά μου, άπειρα… Το θέμα είναι κανείς να το αποφασίσει.
Πιστέψτε με, είχα μεγάλη απελπισία πριν φτιαχτεί -εκ θεού σχεδόν- η ομάδα… Δεν ξύπνησα ένα πρωί και είπα»θα φτιάξω ομάδα», ήρθε αυτό το πράγμα κι έγινε, το πίστεψα, το πιστέψαμε όλοι και προχώρησε. Εδώ, τα πρώτα δύο χρόνια παίζαμε με 12, 15, 30 θεατές. Δεν έγινε από την πρώτη μέρα το «γεια σου».
Οδ: Σ’ αυτό το δύσκολο τοπίο που περιγράφετε, τι είναι αυτό που σας έχει κάνει όλα αυτά τα χρόνια να δουλεύετε συστηματικά με νέους καλλιτέχνες;
Σ.Κ: Πρώτο, βασικότατο, μπορείς να ρισκάρεις. Δεν έχεις καμία υποχρέωση να υπηρετήσεις μια καριέρα. Αυτό σε ανοίγει, σε κάνει πιο τολμηρό.
Έπειτα, ο καινούριος έχει φόρα, είναι άκαυτη η βενζίνη. Όλη η ιστορία είναι να βοηθήσεις το νέο καλλιτέχνη να βρει το χαρακτήρα του, τα εργαλεία του και αυτό αν υπάρχει αγάπη και εμπιστοσύνη είναι απλό, αν έχει ταλέντο.
Ο στόχος είναι επίσης στοιχείο βασικό, να ξέρουμε όλοι πού πάμε τη δουλειά, τι θέλουμε να πούμε, γιατί το κάναμε αυτό φέτος, τι εννοούμε, τι πρέπει το κοινό να καταλάβει. Γιατί εγώ δεν θα πάθω αυτό που το κοινό πρέπει να πάθει, εγώ πρέπει να γεννήσω αυτό που πρέπει να πάθει. Υπάρχει αυτή η σύγχυση γενικά στους καλλιτέχνες, ότι «άμα εγώ ταλαιπωρηθώ, και το κοινό θα συγκινηθεί». Όχι. Άμα εσύ γεννήσεις αυτό που θα συγκινήσει το κοινό, το κοινό θα συγκινηθεί. Όσα γκάζια και να βάλεις, αν σε δει να υποφέρεις, θα κάτσει να σε κοιτάξει, δεν θα κάθεται να κλαίει, από τη στιγμή που ξέρει ότι είναι σκηνή αυτό το πράγμα. Άρα αυτό που θα χειροκροτήσει είναι η τεχνική σου, ο τρόπος που θα τον βάλεις μέσα στο θέμα, ο τρόπος που θα επικοινωνήσεις με το θέμα, ποια είναι η ατάκα που πρέπει να πάρει μαζί του, η φράση, το τραγούδι… Δεν βλέπετε με το τραγούδι τι περνάμε; Το τραγούδι έχει γίνει μια κατάσταση που αισθάνομαι ότι ο Έλληνας το θέλει πια για να πάει να κοιμηθεί…
Οδ: Η για να εκτονωθεί…
Σ.Κ: Αυτό εννοώ! Αλλά από την άλλη, για να πούμε και την καθαρή αλήθεια, και από την πλευρά των δημιουργών δεν έχει δοθεί το τραγούδι που θέλεις να το ακούσεις και να το πάρεις παρέα στο αύριο. Και δόξα τω θεώ, μπορεί να έχουμε τα χίλια κακά της μοίρας μας, αλλά είμαστε σε ένα τοπίο που μας ζηλεύει όλη η υφήλιος! Απλώς δεν το σεβόμαστε το τοπίο παιδιά και, κακά τα ψέματα, σε αυτό δεν φταίει καμία κυβέρνηση. Κανείς δεν πάει να σου βάλει την πιστολιά στο κεφάλι για να ξέρεις πού είσαι, ποιος είσαι, γιατί έχει σημασία που είσαι κάτω από την Ακρόπολη. Τι είναι παιδιά οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα; Εντεταλμένοι του κεφαλαίου είναι!
Οδ: Άρα πρέπει να περάσουν και το πολιτιστικό πρότυπο του κεφαλαίου μάλλον…
Σ.Κ: μου είπανε δημοσιογράφοι φίλοι, υπερήλικες, ότι κάποτε με τους πολιτικούς αρχηγούς είχανε επικοινωνία. Και διαφωνούντες να ‘μαστε, μου λέγανε, θα μιλάγαμε. Παρόλο που ξέρανε ότι ανήκω αλλού, είχαμε επικοινωνία, κάναμε καυγάδες, βρισκόμασταν…». Αυτό είναι το θέμα, έχει χαθεί το connect πια. Όλοι αλληλοτρώγονται… Εκτός από το ΚΚΕ, το οποίο είναι μια οικογένεια. Στο ΚΚΕ έχεις την αίσθηση ότι ψωνίζουμε όλοι από τον ίδιο φούρνο ψωμί, δεν τρώει ο ένας το έτσι κι ο άλλος το αλλιώς…Εγώ το λέω: ψηφίζω κατ’ επιλογήν μου τα τελευταία χρόνια το ΚΚΕ γιατί είναι η τελευταία «μπουτίκ» που έχει μείνει να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζομένων! Το ΠΑΣΟΚ έφερε τη Δεξιά, και μάλιστα μια Δεξιά πιο «αριστερή» από το ΠΑΣΟΚ, εδώ που τα λέμε πλάκα-πλάκα-μπαλαλάικα και με πιο επικοινωνιακό αρχηγό οπωσδήποτε. Εξαργυρώσανε την πίστη του ελληνικού λαού σε μια αλλαγή, κάνοντας όλη την Ελλάδα μεταπρατικό πανηγύρι τραπεζοκάρεκλων. Το ‘χω ξαναπεί: αν συγκεντρώναμε τα λεφτά που φαγώθηκαν την τελευταία 30ετία από τις περιουσίες που γίνανε, που φύγανε στην Ελβετία, από τα τούβλα που ξεκολλήθηκαν από τις «πολιτιστικές πρωτεύουσες» κτλ. -δυστυχώς τα ξέρουμε όλοι- τρία ασφαλιστικά θα είχαμε λεφτά να καλύψουμε, όχι ένα! τρία!
Οδ: Από την άλλη, παρ’ όλη τη ζημιά που έχουνε κάνει οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, βλέπουμε ότι κόσμος επιμένει να βγαίνει στο δρόμο, να απεργεί, να διαδηλώνει, να αντιστέκεται. Παραφράζοντας το στίχο που τραγουδάτε, μπορούμε τελικά… να ελπίζουμε σε κάτι περισσότερο;
Σ.Κ: Ναι, και με πίστη στο φως! Πιστεύω ότι η κλασική παλιά παροιμία «το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη» θα λειτουργήσει πάλι. Πώς έγινε η απεργιάρα που σηκωθήκαμε όλοι και πήγαμε; Τι με οδηγεί, εμένα που είμαι 52 χρονών, να σηκωθώ να πάω στην απεργία; Ότι θέλω να ενώσω τη φωνή μου εκείνη την ώρα με το κοινό αίτημα. Έχουν αλλάξει και τα πράγματα. Ο πόλεμος πια δυστυχώς είναι «ειρηνικός». Ο εχθρός δεν είναι «ορατός»…
Επίσης, το λέμε και στην παράσταση, «έχει πρόσωπα η βία και τα δίνει προσφορά».Όλο το προσφερόμενο τζαμπέ, τι είναι; Δεν είναι μια έμμεση βία;
Θα λυπηθώ που θα το πω, ενώ παλαιότερα είχαμε πολύ σοβαρή δουλειά από τους καλλιτέχνες, οι αριστεροί καλλιτέχνες ήταν σώμα, μείναμε τρεις και ο κούκος. Και αυτοί που έχουμε και την αντοχή να το λέμε, ακόμα πιο τρεις και ο κούκος. Διότι ο περιμένων να προσληφθεί, να έχει κάποια τέτοια οφέλη, θα το βουλώσει και λίγο. Βλέπεις ότι σε πολύ μεγάλο βαθμό η ηλικία μου έχει παραιτηθεί, πόσο μάλλον οι νεότερες. Εγώ είδα τους συμφοιτητές μου να γίνονται οι χειρότεροι βλαχο-γιάπηδες της εξουσίας που έχω δει, να ντρέπομαι να τους πω καλημέρα. Αλλά μην ξεχνάτε αυτό: υπάρχει και η συνομοσπονδία, η εξουσία των «αδυνάτων», των «αδυνάτων» σε σχέση με το σύστημα. Γιατί καμία φορά αυτοί οι «αδύνατοι» έχουν τεράστιο λαϊκό έρεισμα και μπορούν να κάνουν δουλειά.
Εκεί στη μεταβιομηχανική εργατική συνοικία του Βοτανικού ο Κραουνάκης κυκλοφορεί και οπλοφορεί. Έστησε, υποστήριξε με πάθος «κάτι». Το δούλεψε, το αγάπησε, το πόνεσε και το υπεράσπισε, είναι έτοιμος σαν από καιρό να το πάει πιο πέρα χωρίς να το προδώσει, (αυτό το τελευταίο δεν ξέρει τι είναι εξ άλλου σαν έννοια στη ζωή του) ακόμα και αν στο βάθος της δημιουργικής του ψυχής και της αστείρευτης φαντασίας του, «κάτι άλλο» πάει να γεννηθεί ανα πάσα στιγμή…
Έφη Αγραφιώτη
effie@tar.gr
Απρίλιος 2009
Επιμέλεια σελίδας: Κώστας Γρηγορέας