Εκείνη η δήλωση της Νάνας Μούσχουρη που διάβασα στην Ελευθεροτυπία στις 27/2/07, με έκανε να σταθώ και να σκεφτώ. Τι είπε η τραγουδίστρια σε τρίωρη ραδιοφωνική συνέντευξη στον Γιάννη Πετρίδη και Γιώργο Παπαστεφάνου; Πως «ο Μίκης Θεοδωράκης δεν κατάφερε ποτέ να γίνει Μάνος Χατζιδάκις». Το είπε αναδρομικά θυμωμένη, κάνοντας αναφορά στις αρχές της δεκαετίας του ’60, όταν η ίδια ερμήνευσε τον Επιτάφιο του Θεοδωράκη με ενορχηστρωτή τον Χατζιδάκι, στα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου. Ιστορίες παλιές που οι λεπτομέρειές τους χάνονται στο χρόνο. Εξέφρασε παράπονα, ανάπτυξε έναν καταγγελτικό λόγο, και πέταξε αυτήν την αψυχολόγητη φράση που γίνεται και αφορμή για να εκφράσω τις αντιρρήσεις μου. «Ο Μίκης Θεοδωράκης δεν κατάφερε ποτέ να γίνει Μάνος Χατζιδάκις».Καταγγελίες που δεν έχουν πλέον νόημα να γίνονται σε αυτή τη χρονική στιγμή δημόσια, από το μικρόφωνο. Δεν αντιλαμβάνομαι το γιατί ένας θα πρέπει να γίνεται σαν τον άλλον. Ο Μίκης να γίνει σαν τον Μάνο. Εδώ, η μαγεία του πράγματος υπήρξε ακριβώς αυτή η διαφορετικότητα των δύο, καθώς και το αλληλοσυμπλήρωμά τους, ώστε να φτιάξουν τη ραχοκοκαλιά ενός ζηλευτού μουσικού (και όχι μόνο) πολιτισμού. Και προχώρησε συνεχίζοντας η κυρία: «Δεν υπήρξε αληθινή πηγή έμπνευσης (ο Μίκης), όπως ο Μάνος. Στηρίχτηκε και στην πολιτική. Σήμερα ελάχιστα τραγούδια του ακούγονται στο εξωτερικό. Δεν θέλω να υποβιβάσω τη δουλειά του, αλλά σε μένα δεν ταίριαζε καθόλου.» Σαν να πάει να ανάψει μια φωτιά στα καλά καθούμενα, με μια ιστορία που δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειές της και ούτε ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή. Δεν προσθέτει τίποτα στη μνήμη και επί προσθέτως, δεν μας φωτίζει ουδόλως το εάν δεν ταιριάζει η μουσική ενός συνθέτη σε μια τραγουδίστρια. Αν υπάρχουν από το παρελθόν ενστάσεις για συμπεριφορές, πώς έτσι και βγαίνουν στη φόρα μετά από …μισόν αιώνα ζωής; Απορίας άξιο! Είναι προφανές πως οι συνεντεύξεις των δημοσίων προσώπων δεν μπορούν να εστιάζουν το θέμα σε μεμψιμοιρίες και παραπονάκια ανταγωνισμού που λειτουργούν αναδρομικά, γυρίζοντας το ρολόι του χρόνου τόσο πίσω, σε μια εποχή λαμπερή για το ελληνικό τραγούδι, δες σύμπτωση, λόγω αυτών των δύο πεφωτισμένων της μουσικής, τον Θεοδωράκη και τον Χατζιδάκι. Έλεος! Είναι άδικη μια τέτοια επαναφορά σε εκείνους τους χρόνους, μόνο και μόνο για να ξαναφέρεις στο φως μια προσωπική σου αντιπαράθεση που -εξ’ άλλου- ο χρόνος την έχει σκεπάσει τόσο, που μπορούμε να πούμε πως «δεν ενδιαφέρει πλέον κανέναν». Ούτε το τραγούδι, ούτε την ιστορία του, ούτε τους ανθρώπους. Θα έλεγα μάλιστα πως, ιδιαίτερα τα προβαλλόμενα πρόσωπα που έχουν πολύχρονη σχέση με τα ΜΜΕ και-επί πλέον- κατέχουν τιμητικές θέσεις (πρέσβειρα καλής θέλησης της Ουνέσκο), αυτά ακριβώς τα πρόσωπα θα πρέπει να αποφεύγουν να συμπεριφέρονται σαν νέοι καλλιτέχνες διψασμένοι να μπουν στο παιχνίδι των …βαρύγδουπων δηλώσεων. Η τραγουδίστρια Νάνα Μούσχουρη συμπεριφέρθηκε ως άπειρη στο χώρο της δημόσιας εικόνας της, ενός ανθρώπου με εμπειρίες 50 χρόνων στο διεθνές παιχνίδι της δημοσιότητας. Είπε ακόμα: «Ο Μίκης δεν υπήρξε αληθινή πηγή έμπνευσης»(!!!) Ασφαλώς και εδώ η επιστήμη σηκώνει ψηλά τα χέρια, μην επιτρέποντάς να επιχειρηματολογήσουμε για πράγματα αυτονόητα. Απλά, θα πρέπει να επισημάνουμε την αμετροέπεια του ανεξέλεγκτου λόγου… Διαβάζοντας την συνέντευξη αυτή, διέκοψα την ανάγνωσή μου πολλές φορές από δηλώσεις της που σηκώνουν πολλή συζήτηση και -κυρίως- σε ενστάσεις που έχουν να κάνουν με τα ποιοτικά στοιχεία του ελληνικού τραγουδιού, που ουδόλως απασχόλησαν στο ρεπερτόριό της την τραγουδίστρια. Αντιθέτως, επεδίωξε να κινηθεί σε έναν τραγουδιστικό χώρο του ονομαζόμενου «εμπορικού ελαφρού ευρωπαϊκού τραγουδιού» που (ευτυχώς) δεν απασχόλησε ιδιαιτέρως την ελληνική αγορά του δίσκου, και, πάντως, ουδόλως άγγιξε στοιχειώδεις πνευματικούς ορίζοντες του τραγουδιού. Παρέμεινε (επί δεκαετίες) ακίνητη να κοιτάζει το τοπίο από απόσταση, μη συμμετέχοντας σε προβληματισμούς που αφορούσαν το ελληνικό τραγούδι το οποίο δενόταν συνεχώς με την κοινωνία των πολιτών. Η άλλη η φράση της για τις σχέσεις των Ελλήνων συνθετών με τους τραγουδιστές. Είπε: «Υπάρχει το αυτοκρατορικό κόμπλεξ στην Ελλάδα, όπου οι συνθέτες δεν σέβονται τους τραγουδιστές». Κι αυτό από πού βγαίνει; Ποιο παράδειγμα μπορεί να μας δώσει η τραγουδίστρια, όταν είναι πασιφανές το ότι ζούμε (εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες)στην εποχή του σταρ σύστεμ των τραγουδιστών, με ολόκληρη την δισκογραφική και μιντιακή βιομηχανία να προβάλει τα …υπέρλαμπρα άστρα, με αποτέλεσμα να τα βλέπουμε (αυτά τα άστρα) στις άφθονες κατακίτρινες τηλεοπτικές εκπομπές, στα διάφορα σόου, διαγωνισμούς, θλιβερές Ακαδημίες, τα απίστευτου καρακιτσαριού θεάματα της Γιουροβίζιον που, ειρήσθω εν παρόδω, η τραγουδίστρια ουδέποτε είπε (με το κύρος που διαθέτει) μια κουβέντα έστω, απεναντίας, τα στήριξε δημόσια, επανειλημμένως, με εκείνες τις χαριτωμενιές προς τον άνθρωπο που θαυμάζει(!!!) Sakis Ρουβάς παρακαλώ… Πού βλέπει την ασέβεια των Ελλήνων συνθετών προς τους τραγουδιστές; Εδώ ο κόσμος βοά για τις εμμονές των διαφημίσεων πάνω στο image των τραγουδιστών, για την υποβάθμιση του δημιουργού (συνθέτη-στιχουργού) από το δισκογραφικό προϊόν. Προφανώς η τραγουδίστρια ζει σε άλλη χώρα. Χρειάζεται μια σαφής θέση στα πράγματα. Ιδιαίτερα όταν είσαι μέσα στο χώρο της δημοσιότητας, κάτι πρέπει να κάνεις. Κάτι που το λένε «στάση ζωής». Εάν επαναπαύεσαι στις ευρωπαϊκές πωλήσεις δίσκων σου με τα πιο ελαφρά τραγουδάκια, την εποχή που …καιγόταν το πελεκούδι με πολέμους σε Βιετνάμ, Χούντες ελληνικές, αγώνες για ατομικά δικαιώματα μέσα σε Πανεπιστήμια και πεζοδρόμια κι εσύ σφύριζες κλέφτικα, όταν το ελληνικό τραγούδι προσπαθούσε να φτιάξει την νέα ταυτότητά του, μέσα στο ’60, με παρέα τους ποιητές της γενιάς, κι εσύ γινόσουν (σε παγκόσμιο επίπεδο) εκπρόσωπος της τραγουδιστικής ελαφρότητας. Τέλος, όταν ο Μίκης αγωνιζόταν για ιδέες και για το μέλλον της Ελλάδας ανά τον κόσμο, εσύ και πάλι σφύριζες κλέφτικα ανά τον κόσμο, ε, το πράγμα παίρνει και τραγελαφικές διαστάσεις. Έχουμε ήδη μπει στον αστερισμό της γελοιότητας και της γραφικότητας. Η ζωή έχει ανάγκη από …καταθέσεις. Δεν εννοώ τραπεζικές, αλλά ηθικές, καθώς και καταθέσεις ιδεών… Εάν θέλεις να καταγραφείς στοιχειωδώς στην ιστορία, κατάθεσε. Κατάθεσε κάτι τέλος πάντων που να σπρώχνει τη χώρα να πάει παρά πέρα. Μην εφησυχάζεις στις πωλήσεις των δίσκων και στη δημοφιλία σου γιατί αυτά μπορούν, με το πέρασμα του χρόνου, να σκουριάσουν όπως στην περίπτωση της Μούσχουρη. Εκείνο που μένει είναι το έργο και οι ιδέες γύρω από τη ζωή των ανθρώπων και τον Πολιτισμό τους.