[μουσικολογώντας]
John Williams - Usher Waltz (Nikita Koshkin)
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ JOHN WILLIAMS
Θα προσθέσω κι εγώ στα όσα έγραψαν ο Άλκης Αναστόπουλος και ο Κώστας Γρηγορέας περί John Williams.
Η πρώτη χαρά ήρθε όταν από την πρώτη ημέρα των πωλήσεων είχαν τελειώσει τα εισιτήρια. Ο κόσμος αντιμετώπισε το ρεσιτάλ του, ως καλλιτεχνικό γεγονός πρώτιστης σημασίας και κάτι τέτοιο δεν έχει ξαναγίνει στη χώρα μας, σε τέτοιες διαστάσεις. Δηλαδή, σε αίθουσα 2.000 και πλέον καθισμάτων, ένα ρεσιτάλ κιθάρας είναι πάντα ένα ρίσκο. Νομίζω πως αν αντί για μια, ήταν δύο οι βραδιές, θα υπήρχε πάλι προπώληση. Που σημαίνει πως όλος αυτός ο κόσμος δεν ήταν το συνηθισμένο κοινό της κλασικής κιθάρας. Η σιγουριά πως «άσε, θα βρούμε αργότερα» έφερε σε δύσκολη θέση πολύ κιθαρόκοσμο, που έμεινε χωρίς εισιτήριο.
Το ρεσιτάλ του Αυστραλού, δεν ήταν απλώς καλό, ήταν άριστο, από πολλές πλευρές κι αν το δούμε.
Απλός, άνετος, σαν να πήγαινε να παίξει με την παρέα του, αυτός ο αγέραστος νέος των 69 χρόνων (γεννημένος στις 24/4/1941), μας έβαλε σε σκέψεις και είπαμε: «Εν τάξει, ο έρως χρόνους δεν κοιτά, αλλά και η κιθάρα;»
Εγώ ήξερα πως τα δάχτυλα, με το πέρασμα του χρόνου, βραχυκυκλώνουν σχετικά, έστω και αν τα γυμνάζεις. Δεν μπορεί να είναι δάχτυλα εικοσάχρονου και τα αντανακλαστικά θα είναι πιο αργά, λιγότερο ευέλλιχτα… Ετούτος όμως, σίφουνας πραγματικός, πήρε την κιθάρα και τα ‘πε όλα. Δυναμικές, δεξιοτεχνίες, ταχύτητες ευστροφία εκεί που έπρεπε, χρωματισμούς με άνεση και με μια ασφάλεια που σε αφήνει άναυδο!
Μήπως δεν ήταν αυτός ο John Williams που ξέραμε; Σαν να τον άκουσα πιο ενεργητικό, με περισσότερη έκφραση στις φράσεις του και στην ψυχική δυναμική που έβγαζε. Δεν με τρέλαινε ποτέ το παίξιμό του αλλά έτσι όπως τον άκουσα στο Μέγαρο, μου φαντάζει ένας πολλά –πολλά υποσχόμενος …νέος κιθαριστής που μασάει την κιθάρα και την κάνει ό,τι θέλει, καταστρατηγώντας (ο αθεόφοβος) κάθε λογική που λέει πως ο πανδαμάτωρ χρόνος δεν σηκώνει και πολλά. Ανατρέπει το ρολόι και το κάνει να μετράει προς τα πίσω…
Όταν λέω «προς τα πίσω» εννοώ πως η ενηλικίωση δεν είναι καλός σύντροφος για τα δάκτυλα και την άνεση της τεχνικής. Όσο θυμάμαι τέτοιους πρωταγωνιστές οργάνων (στην κιθάρα, ο μεγάλος Andrés Segovia, o Alirio Diaz, ο Allesandre Lagoya, ο Julian Bream κ.ά) έδειχναν κόπωση. Μπορεί η ωριμότητα σκέψης και ιδεών πάνω στις ερμηνείες να είναι σε πολύ καλό επίπεδο, η εκτέλεση των σκέψεων όμως πολλές φορές βραχυκυκλώνεται...
Βρίσκω πως το θέμα του κιθαριστή Williams δεν είναι ξένο στο Τρίτο πρόγραμμα. Ο ραδιοφωνικός χώρος μας επιτρέπει να δούμε πιο βαθιά έναν βιρτουόζο, σύγχρονο και αεικίνητο.
Το αγαπημένο παιδί του αείμνηστου A. Segovia ο οποίος τον ξεχώρισε ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 με αρχές του ’60, όταν νέο παιδί ο Williams βρέθηκε στα σεμινάρια του Segovia στη Ακαδημία της Siena (Ιταλία). Από τότε ο Segovia τον θεωρούσε παιδί θαύμα! Ένα παιδί θαύμα όμως διαφορετικό από άλλα αφού συνέχισε το θαύμα ακόμα και όταν έπαψε να είναι παιδί. Με βάση όμως την συναυλία του Μεγάρου, (στις 12/3), ο Williams έγινε (στα 69 του χρόνια) πάλι «παιδί θαύμα» κάνοντας μας να θαυμάζουμε τις τόσες αρετές του στην κιθάρα. Αρπισμοί, κλίμακες, δυναμικές, ερμηνευτικές ιδέες, ταχύτητες, άνεση, τα είχε και τα πρόσφερε στον κόσμο γενναιόδωρα.
λίγο για την ιστορία.
Ο αυστραλός κιθαριστής που πήρε τα πρώτα μαθήματα από τον πατέρα του και ύστερα από τον συνθέτη Ross Stewart, έφτιαξε από νωρίς στέρεες βάσεις για να σκέφτεται μουσικά και να αντιμετωπίζει το ρεπερτόριο ώριμα και καίρια. Από χρόνια τώρα δεν επέτρεψε στο ακροατήριό του να μείνει αγκυλωμένο σε μια αποστεωμένη άποψη για το ρεπερτόριο της κιθάρας. Ίσως επειδή γνωρίζει το «κοινό μυστικό» πως αυτό το όργανο (η κιθάρα) στηρίχτηκε και πήρε ζωή, κυρίως από τις διασκευές κομματιών άλλων οργάνων· ίσως επειδή οι πολυφωνικές δυνατότητες της κιθάρας την καθιστούν όργανο δυσκολότατο στη γραφή νέων συνθέσεων και μόνο όσοι παίζουν μπορούν να συλλάβουν αυτή την πολυφωνική δυνατότητα. Βέβαια, υπήρξαν συνθέτες ευφάνταστοι στον 18ο αιώνα που την μελέτησαν σοβαρά και έγραψαν για αυτήν, όπως ο Fernando Sor, o Dionisio Aguado, o Napoleon Coste, o Matteo Carcassi, έστω ο Niccolo Paganini κ.ά. Αργότερα ο Miguel Llobet, o Francisco Tarrega, o Agustin Barrios όμως όλο αυτό το ρεπερτόριο άφηνε την κιθάρα εκτεθειμένη σε νεοτερισμούς και σε ανανεώσιμες πηγές.
Κάτι έλειπε και το όργανο θα έπρεπε να αναδείξει τον κρυμμένο ήχο και τις ηχοχρωματικές πηγές του, μπροστά στις φιλοσοφικές προκλήσεις στη μουσική του 20ου αιώνα.
Εδώ, η παρέμβαση του A. Segovia, ήταν καίρια και καταλυτική. Επιστράτευσε τους φίλους του συνθέτες άλλων οργάνων: Moreno Torroba -Allexandre Tansman -Manuel Ponce -Mario Castelnuovo-Tedesco, Villa Lobos -Joachim Rodrigo, κ.ά. Έτσι, στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα, το ρεπερτόριο της κιθάρας τροφοδοτήθηκε με έργα ενός νεοκλασικισμού προσαρμοσμένου στις δυνατότητες αυτού του οργάνου. Ήταν και η περίοδος που γράφτηκαν τα λίγα αλλά αξιόλογα concerti για κιθάρα και ορχήστρα, τοποθετώντας το όργανο σε υψηλό επίπεδο, κεντρίζοντας σιγά-σιγά το ενδιαφέρον και άλλων συνθετών.
ρεπερτόριο.
Ας επιστρέψουμε στον Williams. Θεωρώ πως η σκέψη του ήταν πάντα στο ρεπερτόριο της κιθάρας καθ’ ότι από τις δράσεις του (από τους δίσκους του και τις εμφανίσεις του) από παλιά έδειχνε ανήσυχος και πρόθυμος να συμπεριλάβει καινοτομίες με κομμάτια που δεν έρχονται από τον χώρο της λόγιας κλασικής φόρμας. Νεοτερισμοί με συνθέτες από σύγχρονα ρεύματα, με συνεργασίες άλλων οργάνων και με ήχους που η κιθάρα φαινόταν έως και ξένο σώμα.
Τον παρατηρούμε πάντα να δοκιμάζει και να δοκιμάζεται με σχήματα, με πρόσωπα, με ρεύματα, με σχολές, με πειραματισμούς, με υλικό που σιγά-σιγά έχτιζε ένα καινούργιο κλίμα και, δημοφιλής όπως είναι ο ίδιος, μπόρεσε να απλώσει τις ιδέες του προς τα έξω.
Θυμάμαι στη δεκαετία του ’70 όταν οι φίλοι της κιθάρας άκουσαν κομμάτια του John Lennon για κιθάρα! Το ότι τα είχε διασκευάσει ο ίδιος ο Williams έκανε τον κόσμο αυτόν να το σκεφτεί δεύτερη και τρίτη φορά... Μερικοί το θεώρησαν ...ιεροσυλία, έως και «προδοσία» ένα κλασικό όργανο να «καταντήσει» να παίζει ...ελαφρά κομμάτια. Είχαν ...ξεχάσει πως με τα κομμάτια των Beatles είχαν ασχοληθεί συμφωνικές ορχήστρες, ορχήστρες δωματίου και τενόροι και σοπράνο και χορωδίες. Ο Williams ήταν πάντοτε ένας αιμοδότης του ρεπερτορίου της κιθάρας. Οι συνεργασίες του, αμέτρητες και ασταμάτητες δηλώνουν πως το ρεπερτόριο της κιθάρας εάν δεν ανανεώνεται συνεχώς δεν θα έχει δυνατότητες δρόμους εξέλιξης στο όργανο.
Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από το κείμενο του Γιώργου Μονεμβασίτη που δημοσιεύτηκε στο πρόγραμμα της συναυλίας του Μεγάρου:
«Το 2001 κυκλοφόρησε από τη Sony Classical ο δίσκος The Magic Box [Το μαγικό κουτί], με το σύνολο «John Williams and Friends» να ερμηνεύει διασκευές αφρικάνικης μουσικής. Η έκδοση περιλαμβάνει μουσική από τη Σενεγάλη, το Καμερούν, το Ζαΐρ, τη Νότιο Αφρική, τη Μαγαδασκάρη και το Πράσινο Ακρωτήριο. Το σύνολο είχε ήδη περιοδεύσει στη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Σιγκαπούρη, τη Μαλαισία, τη Γερμανία, την Ισπανία και την Ιταλία. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν από τη Sony Classical το El Diablo Suetto [Ο απελευθερωμένος διάβολος], έργα για σόλο κιθάρα συνθετών από τη Βενεζουέλα, όπως ο Φιγκουρέντο, ο Σόχο, ο Λάουρο, ο Φερνάντες και ο Γκουτιέρες καθώς και η συλλογή The Ultimate Guitar Collection επίσης το Places Between [Ενδιάμεσοι τόποι] -η ηχογράφηση της συναυλίας του Ουίλλιαμς με τον κιθαριστή της τζαζ Τζων Έθριτζ στο Δουβλίνο τον Ιούλιο του 2006.
Το ντουέτο του Τζων Ουίλλιαμς με τον Ρίτσαρντ Χάρβεϋ ταξίδεψε στην Ευρώπη και την Άπω Ανατολή παρουσιάζοντας το πρόγραμμα Word Tour. Στο πρόγραμμα Together & Solo ο Ουίλλιαμς με τον Τζων Έβριτζ ερμηνεύουν πρωτότυπες δικές του συνθέσεις, μουσική από την Αφρική καθώς και έργα του αμερικανού συνθέτη και κιθαριστή Μπέντζαμιν Βέρντερυ. Την περίοδο 2007-2008 οι δύο καλλιτέχνες περιόδευσαν στην Ευρώπη και την Αυστραλία. Παράλληλα ο Τζων Ουίλλιαμς έδωσε ρεσιτάλ στη Μεγάλη Βρετανία, μεταξύ άλλων και στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου και ερμήνευσε έργα των Τακεμίτσου και Σκάλθορη με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Μελβούρνης.
Το 2007 τιμήθηκε με βραβείο Edison για τη συνολική του προσφορά.
Ο Τζων Ουίλλιαμς παίζει συχνά μουσική για κινηματογραφικές ταινίες, όπως ο Ελαφοκυνηγός (την περίφημη Καβατίνα, σύνθεση του Στάνλεϋ Μάγερς) και το Ένα Ψάρι που το έλεγαν Γουάντα. Παίζει, επίσης, τένις (άσχημα), μπάντμιντον (μέτρια), σκάκι (αρκετά καλά), πινγκ πονγκ (καλύτερα) και του αρέσει να συζητά (για το καθετί). Ζει στο Λονδίνο.»
συνεργασίες.
Όλα αυτά λοιπόν καθιστούν τον John Williams έναν ζωντανό μουσικό που ζει μέσα στον κοινωνικό ιστό. Ελεύθερο πνεύμα πάντα συνδιαλλεγόταν με μουσικούς και συνθέτες της πρωτοπορίας. Από τα παραδοσιακά ρεύματα, μέχρι τους αβανγκάρντ συνθέτες, πρόσφατα (τα τελευταία χρόνια δηλαδή) με τον Τόρου Τακεμίτσου από την Ιαπωνία, τον Πήτερ Σκάλθορπ από την Αγγλία, καθώς και τους Ρίτσαρντ Χάρβεϋ, Στηβ Γρέυ...
Χάνεται κανείς στις συνεργασίες, και σ’ αυτές να προσθέσουμε εκείνην που είναι πιο άμεση για τα δικα μας: εκείνη με την Μαρία Φαραντούρη, στα τραγούδια του Lorca -Romancero Gitano- και στον επιτάφιο του Θεοδωράκη στις μεταγραφές για κιθάρα από τους Stephen Dodgson και Stanley Mayers (δίσκος του 1971).
Δεν στέκομαι τόσο στο ρεσιτάλ του Williams στο Μέγαρο Μουσικής, όσο στην προσφορά του στο σημαντικότερο σημείο της κιθαριστικής συνείδησης. Το ρεπερτόριο. Εξ’ άλλου, ως γνωστό, αυτό είναι που δημιουργεί τον χαρακτήρα των οργάνων. Ίσως αν έλειπαν οι συνθέτες Vivaldi, Haydn, Paganini στο βιολί σήμερα θα είχε διαφορετική φυσιογνωμία. Εάν έλειπε ο Domenico Scarlatti και ο Βach, το τσέμπαλο και το εκκλησιαστικό όργανο θα ακολουθούσαν άλλη πορεία. Ομοίως αν η κιθάρα δεν είχε στην παλαιότερη εποχή τον Sor θα ήταν ίσως το κυρίαρχο όργανο της ταβέρνας...
Τα όργανα δεν είναι άλλο από εργαλεία στα χέρια δημιουργών και εκτελεστών. Μένει σ’ αυτούς η χρήση και η δημιουργική παρέμβαση ώστε το εργαλείο να ανοίξει ορίζοντες και να γίνει μέρος μιας υψηλής τέχνης που να εκφράζει πνευματικές αναζητήσεις.
Όσοι τυχεροί βρεθήκαμε στο Μέγαρο Μουσικής παρακολουθήσαμε τις σταθερές θέσεις του προγράμματος του John Williams από τις διασκευές των έργων του Antonio Vivaldi στο concerto 3 αρ. 9 στα τρία μέρη, τις δύο sonate του Domenico Scarlatti και τα απόλυτα ιβηρικής σκέψης valses poeticos του Granados καθώς και το Torre Bermeja του Isaac Albeniz. Κλείσιμο με τις «σημειώσεις» του ίδιου του Williams και στο δεύτερο μέρος τα έργα των Barrios, του Ennio Morricone, του Stanley Mayers, έργο πάλι του Williams «Πρελούδιο σε ένα τραγούδι» σε τέσσερα μικρά μέρη που λυπάσαι για την συντομία τους. Ύστερα κομμάτια του Ennio Morricone, του Stanley Mayers και του John Towner Williams (μην τον μπερδεύετε με τον κιθαριστή· δεν είναι το ίδιο πρόσωπο. Είναι ένας αμερικανός συνθέτης με πλούσια συνθετική δράση στον παγκόσμιο κινηματογράφο. Σημειώστε: πέντε βραβεία Όσκαρ και άλλες πολλές διακρίσεις...) Στη συνέχεια ο αυστραλός Peter Sculthorpe (Σκάλθορπ) και τέλος τέσσερις παραδοσιακοί Ιρλανδέζικοι χοροί σε διασκευές από τον John Williams συνέθεταν το πρόγραμμα της 12ης Μαρτίου. Ένα ρεσιτάλ που θα θυμόμαστε, μια που ο Williams δήλωσε πως είναι εδώ και πρωτοστατεί σε φως και δυναμική.
μικρόφωνα...
Μας πρότεινε με τον δικό του τρόπο ποικίλες σκέψεις για τεχνικές, για αντοχές, για ρεπερτόριο, για συσχετισμούς εποχών και μουσικών ειδών, ακόμα και για ηχητικές καινοτομίες, όταν η μεγάλη αίθουσα του Μεγάρου πλημμύρισε από τον ήχο της κιθάρας μέσω μικροφώνου με τα ηχεία.
Ιεροσυλία; Υπερβολή; Θράσος; Παρακολούθησα τέτοιους υπαινιγμούς. Μα, είναι σαφές πως η ιστορία της κιθάρας δεν μπορεί να σταματήσει πουθενά! Οι νέες τεχνολογίες οφείλουν να βοηθήσουν και σ’ αυτή την κατεύθυνση. Τα κατάλληλα μέσα με τις κατάλληλες ρυθμίσεις, μπορούν να αναδείξουν τον ήχο του κιθαριστή, τον ήχο του οργάνου, τα ηχοχρώματα και τις συχνότητες. Μεταφέρουν τον ήχο σε όλα τα σημεία. Δημιουργούν ηχητικό πεδίο στον ίδιο τον σολίστα και τον κάνουν να ακούει με ευκρίνεια αυτό που παίζει, δίχως να χάνεται η όποια δυναμική. Μ’ αυτό τον τρόπο, η κιθάρα πρωτοστατεί και όταν βρίσκεται ως όργανο που συνοδεύεται από τον ισχυρότερο ήχο των εγχόρδων και των χάλκινων μιας Συμφωνικής ορχήστρας.
Δεν κρύβω πως η αντίδραση όσων εναντιώνονται για τη χρήση μικροφώνου στην κιθάρα, μου θύμιζε τους παλαιότερους κιθαριστές των αρχών της δεκαετίας του ’60, που αντιδρούσαν όταν αντί για εντέρινες χορδές, εμείς χρησιμοποιούσαμε την νέα (τότε) τεχνολογία των νάυλον χορδών.
Έτσι είναι. Ο χρόνος μεταμορφώνει τα όργανα. Το πιάνο είναι η εξέλιξη των παλαιών πληκτροφόρων και ετούτο μας λέει πως όλα θα δοκιμάζονται μέσα στο χρόνο.
Η συναυλία του John Williams στο Μέγαρο θα απασχολήσει τον κιθαρόκοσμο γιατί -για άλλη μια φορά- ο αυστραλός κιθαριστής, με την προσωπικότητά του, έριξε στο τραπέζι καινούργια (;) θέματα προς συζήτηση...
Ας μας απασχολήσουν.
Νότης Μαυρουδής
http://www.mavroudis.eu/
http://mavroudistar.wordpress.com/