[μουσικός στο ντιβάνι]
Την εκσυγχρονίσαμε, αλλά ψόφησε…
Επέστρεψα γιατρέ μου από μια πολυήμερη περιήγηση με το αυτοκίνητο στη γειτονική Ιταλία, τη χώρα με τις αγαπημένες ανέγγιχτες παλαιές πόλεις. Έχοντας λοιπόν θαυμάσει για μια ακόμα φορά την προσπάθεια των ανθρώπων εκεί για να συντηρήσουν την παλαιότερη και νεότερη ιστορία τους, έπεσα πάνω στο πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Γ.Β. Μονεμβασίτη στο TaR “περί κατεδαφίσεων” ( http://www.tar.gr/content/content.php?id=855 ).
Προσγείωση λοιπόν στην Ελλάδα: Εδώ που η καταστροφή της πρόσφατης ιστορίας και του περιβάλλοντος είναι καθημερινότητα.
Πίσω στο γνωστό σκηνικό: Με μπροστάρηδες αμόρφωτους (στην ουσία) και ακαλλιέργητους πρωθυπουργούς, υπουργούς, δημάρχους και δε συμμαζεύεται.
Με συνένοχους και συμπαραστάτες αμόρφωτους (στην ουσία), ακαλλιέργητους και (τελικά) άξεστους πολίτες νεοέλληνες. Με απέναντι τους στην πράξη μόνο μια μειοψηφία “γραφικών” (στα μάτια του μέσου πολίτη αυτής της χώρας) που παλεύει για να σώσει το ότι έχει απομείνει. Με “ύποπτα και σκοτεινά κίνητρα” ή έστω με… "ψυχιατρική διαταραχή", μιας και η σύγχρονη κοινή λογική κοιτάει με μισό μάτι όποιες συμπεριφορές ξεφεύγουν από το μικρόκοσμο του καθενός μας.
Λες γιατρέ, άρχισα πάλι τη γκρίνια, ε… Μα τι να κάνω όμως που “μου τη δίνει”; Διότι για τον υπουργό το δήμαρχο και τον μοντέρνο Έλληνα, ιστορία δεν είναι ούτε τα κτίρια της Αρεοπαγίτου, ούτε η Ορχήστρα των Χρωμάτων, ούτε η Κολούμπια, ούτε το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Ιστορία είναι μόνο οι τρεις ακαθορίστου σχήματος πέτρες που βρέθηκαν και ήταν (λέει) ο ναός του τάδε θεού των ένδοξων αρχαίων ημών (ημών; Άντε ημών…) προγόνων. Που εκεί θα φτιάξουμε μαγαζιά να πουλάμε αγαλματάκια και σουβλάκια στους τουρίστες και θα προοδεύσει ο τόπος. Και ποιος νοιάζεται για το χώρο που μεγαλούργησε ο Τσιτσάνης, για την ορχήστρα που έφτιαξε ο Χατζιδάκις!
Δε λέω βέβαια ότι τις τρεις πέτρες του αρχαίου ναού πρέπει να τις κάνουμε χαλίκια για τις πολυκατοικίες μας. Αλλά ρε γιατρέ, τέτοια απαξίωση πια για τα έργα των κοντινών μας πατεράδων και παππούδων; Και τέτοιο φτύσιμο στο χώρο που μας κληροδότησαν για να ζήσουμε;
Δε θυμάμαι αν στο έχω πει, έχω την τύχη να κατέχω ένα από τα τελευταία όμορφα παλαιά σπίτια που έχουν απομείνει στο Νέο Ηράκλειο, στον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα. Φιλέτο για τους αντιπαροχατζήδες (γωνία και σε πλατεία), αναγκάστηκα μια εποχή να καταργήσω το κουδούνι για να γλυτώσω από τους εργολάβους που με ενοχλούσαν κάθε τρεις και λίγο («Καφεδάκι φίλε;»), προσφερόμενοι να με λυτρώσουν από το “σαράβαλο”. Και καλά αυτοί, κοράκια είναι, τη δουλειά τους κάνουν. Αλλά και οι γείτονες; Ναι, αυτοί οι ίδιοι που ζουν στα γύρω “κλουβιά”! Νουθεσίες και παρεμβάσεις για την ανάγκη να αναλάβει η μπουλντόζα την… αποκατάσταση της ομοιομορφίας της περιοχής (για το καλό μου και το συμφέρον μου φυσικά, αλλά μέχρι εκεί τους φτάνει).
Και γιατρέ, δε μιλάμε για κανένα ερείπιο, αλλά για ένα άριστα συντηρημένο κτίριο. Για ένα κτίριο που αν στη Ιταλία τολμούσα να το πειράξω, το κράτος και οι γείτονες θα με κρεμούσαν ανάποδα!
Τι λες; Βλέπεις πάλι μια τάση να το παίξω ήρωας και “κόντρα στο ρεύμα”; Άσε με ρε γιατρέ. Το δικαίωμα μου να ζήσω και να δουλέψω σε ένα χώρο που να κρατάει μια συνέχεια με τις εικόνες και τα αγαπημένα πρόσωπα που έζησα και αγάπησα υπερασπίζομαι…
Τέλος πάντων. Εσύ όλο καχύποπτος είσαι αλλά σε συνήθισα πια… Θέλεις δε θέλεις όμως, τώρα θα ακούσεις και τη συνέχεια:
Κάποια στιγμή λοιπόν που λες, μου ήρθε να έχω κι ένα σπίτι στο βουνό. Ρωτάς γιατί; Μα γιατί σαν παιδί της Αθήνας μου είχε μείνει το απωθημένο ότι δεν είχα το δικό μου χωριό. Κι όταν ο δάσκαλος έβαζε για θέμα στην έκθεση κάθε φθινόπωρο “Πως πέρασα στο χωριό μου” εγώ δεν είχα τι να γράψω!
Βρήκα λοιπόν τυχαία ένα πανέμορφο έρημο ορεινό χωριό με πέτρινα σπίτια, ανέγγιχτο. Ποροβίτσα το όνομα, πάνω από την Ακράτα, μιάμιση ώρα από Αθήνα, με θέα αεροπορικών προδιαγραφών στον Κορινθιακό. Οι κάτοικοι το εγκατέλειψαν πριν από χρόνια για να κατέβουν στην παραλία, εκεί που –κακά τα ψέματα- η ζωή και η δουλειά είναι πιο εύκολη. Για καλή τους τύχη προφανώς, αλλά και για καλή τύχη δική μου και των υπολοίπων… ιδιόρρυθμων (κατά τους ντόπιους ) που πήγαμε πριν από δεκα-τόσα χρόνια “να ρίξουμε τα ωραία μας λεφτά σε ένα μέρος που δεν έχει… καφενείο!” (Δε λέω, το καφενείο καλό είναι, αλλά προσωπικά δεν το θεωρώ σώνει και ντε απαραίτητη προϋπόθεση… πολιτισμού).
Εκεί λοιπόν να δεις γιατρέ στήριξη από τους ντόπιους άρχοντες και κατοίκους! Αφού ξεπέρασαν το αρχικό σοκ για το ότι κρατήσαμε και αναπαλαιώσαμε τα “πέτρινα σαράβαλα” (αντί να φτιάξουμε τα ωραία μας μπετά -όπως η κοινή λογική απαιτεί- και να δώσουμε αξία στα διπλανά οικόπεδά τους), άρχισε να τους τη δίνει ότι πατήσαμε τα χώματα των παππούδων τους, που ενώ αυτοί τα είχαν παντελώς εγκαταλείψει και καταστρέψει, ξαφνικά έγιναν… ιερά.
Διότι:
-Με ποιο δικαίωμα (σου λέει) έρχεσαι να αναστήσεις τον τόπο που εγώ επέλεξα να πεθάνει;
-Κι αν όλοι κάνουν σαν και σένα, ποιος θα αγοράσει τις ωραιότατες, υπερσύγχρονες γκαρσονιέρες που έχω στοιβάξει στην παραλία;
-Ποιος είσαι εσύ κύριε που ήρθες ξαφνικά και ελέγχεις το πώς διαχειρίζομαι εγώ το βουνό του παππού μου; Και που διαμαρτύρεσαι επειδή έκαψα το (δικό μου) δάσος δίπλα στο χωριό μου για να τριπλασιάσω τα αμπέλια μου;
-Η που σου παίρνω το νερό που πίνεις για να τα ποτίσω; Έχεις δηλαδή την απαίτηση να αφήσω την πρέφα μου και να κουβαλάω νερά με το αγροτικό;
-Είσαι ξένος, ιδιόρρυθμος και με τύπους σαν και σένα ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός δεν γίνεται.
-Και να πας από κει που ήρθες!
Τι να πω βρε γιατρέ… βαρέθηκα. Κι έχεις δίκιο. Δεν είναι όλοι έτσι. Όμως κακά τα ψέματα, άμα έχεις καβατζάρει μια κάποια ηλικία όπως εγώ, το 90% μεταφράζεται σε : «όλοι»
Εντάξει λοιπόν! Και σε αυτό έχεις δίκιο: Κάθε φορά που επιστρέφω από ένα ταξίδι γίνομαι γκρινιάρης και αυτό δεν το θέλω καθόλου.
Γι’ αυτό ήρθα να με βοηθήσεις και να με συμβουλέψεις…
Τι είπες; Να δω μια βδομάδα χαβαλέ στην τηλεόραση για να εξοικειωθώ με την πραγματικότητα. Είναι λες το πιο αποτελεσματικό για αρχή, ε; Μήπως χρειάζονται και φάρμακα; όχι ε, αυτό είναι αποτελεσματικό από μόνο του... Να πάω και σε ταβέρνες για να ξεκοιλιαστώ στα κοψίδια..... Και μετά τα ξαναλέμε… Τελικά είναι τόσο απλό ρε γιατρέ;
Μμμμ… Τόσα εκατομμύρια Έλληνες λες εγγυώνται την επιτυχία αυτής της θεραπείας, ποιος είμαι εγώ για να την αμφισβητήσω; Σωστά...
Έστω λοιπόν, θα το δοκιμάσω! Άλλωστε όπως λένε και οι mainstream φιλόσοφοι, η ζωή είναι “ότι φάμε κι ότι αρπάξουμε”. Λες να έφτασε το πλήρωμα του χρόνου επιτέλους να το καταφέρω κι εγώ;
ΥΓ. Όχι και τόσο επίκαιρο, αλλά: Το θεριό του Φιξ στη Συγγρού θα γίνει λέει μουσείο!
Βέβαια…
Να χάσουμε ένα τέτοιο σημείο αναφοράς του νεοελληνικού πολιτισμού; (μπυρόνια, μπυρόπουλα…)
Να καταστρέψουμε ένα τέτοιο αρχιτεκτονικό αριστούργημα (τα χάπια μου γρήγορα γιατρέ!) και να πάνε χαμένοι τόσοι τόνοι μπετόν;
Άσε που αν το φτιάχναμε πάρκο θα μάζευε ένα κάρο μαμούνια.
Για αν μην πω και ναρκομανείς! Άσε και τον κίνδυνο της φωτιάς, είδες τι έγινε!
Κώστας Γρηγορέας
grigoreas@tar.gr
www.grigoreas.gr
Σεπτέμβριος 2007