[προτάσεις]
Η ΝΙΝΑ ΜΠΕΡΜΠΕΡΟΒΑ
και το βιβλίο της
Τσαϊκόβσκυ, Η ιστορία μιας μοναχικής ζωής
(Εκδόσεις Μουσαίο, 2009)
Μετάφραση: Γιώργος Πλουμπίδης
Γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1901, υπήρξε σπουδαία ποιήτρια και συγγραφέας. Ο λόγος της γλαφυρός, μεστός, ερευνητικός, ουσιαστικός. Διαβάστε την πρόσφατη έκδοση του βιβλίου της για τον Τσαϊκόβσκυ, που με γνώση και λεπτολόγο διάθεση μετάφρασε από τα ρωσικά ο Γιώργος Πλουμπίδης. Θα ενθουσιαστείτε όχι μόνον από την ποιότητα της αφήγησης αλλά και από το ιστορικό περιεχόμενο, που περιδιαβαίνει τη ζωή του υπέροχου μουσικού, μη παραλείποντας ούτε τα απλά ούτε τα δύσκολα της ζωής και του έργου του. Ένα πολύ μεγάλο μπράβο για την πρωτοβουλία να μεταφραστεί το βιβλίο στα ελληνικά, έστω κι αν από το 1936 (που γράφτηκε ως Chaikovskii : istoriia odinokoi zhizni, στα ρωσικά) μέχρι σήμερα πέρασαν πάρα πολλά χρόνια και μεταφράστηκε σε πάμπολλες γλώσσες, σχεδόν είκοσι, αλλά, όπως μας ενημερώνει ο Γιώργος Πλουμπίδης, όχι στα αγγλικά!!!
Προσωπικότητα δομημένη μέσα στην Επανάσταση του 1917, κόρη μεγαλωμένη με τις αρχές μιας αστικής οικογένειας, έγραφε ποίηση από μικρό παιδάκι στην πατρίδα της. Από πολύ νέα η ανεξάρτητη αυτή γυναίκα απέκτησε γνωριμίες με προοδευτικούς στοχαστές και συγγραφείς. Το 1922 εγκατέλειψε την Πετρούπολη, μαζί με τον ποιητή και σύζυγό της Βλαντισλάβ Χοντάσεβιτς, κατηγορώντας τους πολιτικούς της πατρίδας της ότι τουφεκίζουν τους συγγραφείς. Η περιπλάνηση της στον κόσμο την έφερε αντιμέτωπη με τεράστιες δυσκολίες αλλά την ικανοποίησε και με ευτυχείς συγκυρίες. Στο Σορρέντο της Ιταλίας για παράδειγμα, η Μπερμπέροβα γνωρίζει το 1925 τον Μαξίμ Γκόργκυ!
Αφίσα από την έκθεση για τη ζωή και το έργο της συγγραφέως, στο Παρίσι, το 2005
Στην αυτοβιογραφία της (Kursiv moj) που στα αγγλικά μεταφράστηκε σαν The Italics are Mine (Harcourt, Brace & World, 1969) μιλά διεξοδικά για την εξορία στο Βερολίνο, για το θάνατο του συντρόφου της το 1939, για την εποχή που έζησε στην Πράγα και στο Παρίσι (μέχρι το 1950). Μετά, ταλαιπωρημένη, εξαθλιωμένη, σαν όλους τους εμιγκρέ της εποχής εκείνης, αποφασίζει να πάρει το πλοίο για να πάει στην Αμερική. Εκεί η ζωή της βελτιώθηκε, η ίδια αναγνωρίστηκε, διορίστηκε μάλιστα καθηγήτρια ρωσικής λογοτεχνίας στα πανεπιστήμια του Γέηλ και του Πρίνσετον, τα οποία αργότερα της απένειμαν τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα. Η Νίνα Μπερμπέροβα πέθανε το 1993 στη Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ σε ηλικία 92 ετών.
Μαθαίνει κανείς την ιστορία του αιώνα μέσα από το λογοτεχνικό διάβα της σπουδαίας αυτής συγγραφέως. Δεν υπάρχει γραπτό της που να μη συνδυάζει λογοτεχνική ευαισθησία και ιστορική αλήθεια, αλλά και να μη μιλάει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο για τη μουσική...
Σπουδαίο είναι το βιβλίο της L'Accompagnatrice, που εκδόθηκε στα γαλλικά το 1985 και πρόσφατα ανεβάστηκε ως θεατρική παράσταση στην Αθήνα, από νέους ηθοποιούς της σχολής θεάτρου της Δήμητρας Χατούπη, στο «Βαφείο»: στη Ρωσία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση μια όμορφη σοπράνο και μια άσχημη, φτωχή ακομπανιατρίς δένονται αρχικά με τη μουσική, αλλά δημιουργούν μια αμφιλεγόμενη σχέση εξάρτησης και αντικορυόμενων συναισθημάτων, καθώς η σκληρή πραγματικότητα πυροδοτεί ανάμεσα στη Σόνια και τη Μαρία ζήλεια, πόνο, νοσταλγία και αδιέξοδο ανταγωνισμό, σκοτώνοντας σε πολύ μεγάλο βαθμό τη δημιουργική δύναμη της μουσικής επικοινωνίας. Η ιστορία δύο διαφορετικών κόσμων, μια προφητική ανάγνωση της ιστορίας της ρωσικής επανάστασης και της κατάληξής της. Μια συμπλεγματική σχέση αφέντη – υπηρέτη, που προβλέπει με εντυπωσιακή δύναμη την αδιέξοδη εξέλιξη του δυτικού τρόπου σκέψης και ζωής. Και το μήνυμα; μόνον ο πολιτισμός μπορεί να μας σώσει.
Στην εργογραφία της Μπερμπέροβα δεν υπάρχει σχεδόν κανένα βιβλίο που να απουσιάζει η τέχνη! Μέσω αυτής η συγγραφέας παράγει και αξιοποιεί πάντα τους δυνατούς συμβολισμούς της. Στα ελληνικά σας προτείνω να διαβάστε και το Αυτά τα γράμματα είναι δικά μου (εκδόσεις Λιβάνη), καθώς και τη Σιδηρά Κυρία (εκδόσεις Μελάνι).
Υποθέτω ότι είναι σαφές το πόσο θαυμάζω την συγγραφέα!
Και ο Τσαϊκόβσκυ; Πώς η Μπερμπέροβα ασχολήθηκε με την ιστορία της μοναχικής ζωής του;
1880 Τσαϊκόβσκυ
Ήταν για τους συμπατριώτες του ο πιο αγαπημένος ρώσος συνθέτης, ίσως μάλιστα παραμένει… Aν και ομοφυλόφιλος σε μια εποχή που η εξουσία επισήμως απαγόρευε τη σχέση μεταξύ ανδρών και η ιδέα και μόνον προκαλούσε αντιδράσεις στον απλό λαό, τον αποχαιρέτησαν 8.000 θαυμαστές της μουσικής του στην κηδεία του! Οι περισσότεροι ίσως γνώριζαν βέβαια, αν και δεν μπορούσαν να το ομολογούν, ότι η ομοφυλοφιλία στα στρώματα της εξουσίας δεν ήταν και τόσο σπάνιο φαινόμενο στην πατρίδα τους.
Ο Τσαϊκόβσκυ ήταν πράγματι ένας μοναχικός αλλά και τόσο τρυφερός άνθρωπος; Και αν ναι, γιατί κατέληξε στα χρόνια της επιτυχίας τόσο δυστυχής; Η Μπερμπέροβα έχει γράψει και για άλλους μουσικούς – για τον Μποροντίν πχ - ή με αφορμή την τέχνη και τη ζωή άλλων μουσικών, αλλά σχετικά με τον Τσαϊκόβσκυ, τι την οδήγησε στην «αποκατάσταση» ή την «απομυθοποίηση» της δικής του προσωπικότητας; Πρώτα, γράφει η συγγραφέας, το γεγονός ότι στη δεκαετία του 1930 γράφονταν βιογραφίες και αυτή ήθελε πολύ να φλερτάρει με το είδος. Φυσικά ξεκινά από το… χαριτωμένο του πράγματος, αλλά ο ουσιαστικός λόγος ήταν ότι η γενιά που γνώρισε καλά (και επομένως είχε εμπειρίες να μοιραστεί) ανθρώπους ολκής και αδιαμφισβήτητου κύρους, όπως ο Τσαϊκόβσκυ, αποδημούσε σιγά-σιγά, επομένως λιγόστευαν οι ουσιαστικές μαρτυρίες σχετικά με τη ζωή τους και την τέχνη, έτσι όπως αυτοί την υπηρέτησαν, σε πραγματικές, κανονικές συνθήκες και μέσα στο περιβάλλον που επέβαλαν οι ιστορικές αλήθειες. Η βιογραφία λοιπόν τέτοιων ανθρώπων όλο και θα καθίστατο εξ ανάγκης νουβέλλα.
η νέα έκδοση της ρώσικης γραφής του βιβλίου (1997)
Η συγγραφέας αποφάσισε να κάνει το μεράκι διήγημα και να προσθέσει τη δική της μελέτη και έρευνα στη… «μόδα» της βιογραφίας. Μνήμες, ημερολόγια, αλληλογραφίες… δεν είναι μια μουσική αναφορά ούτε μια μουσικολογική σπουδή αυτό το βιβλίο, είναι μια διήγηση που σέβεται τις σημαντικές λεπτομέρειες, δεν διστάζει να τις πλέξει με τα γενικότερα δεδομένα και δεν γίνεται ούτε για ένα λεπτό αδιάφορη και πληκτική! Μιλάει για όλα και δεν προκαλεί ούτε στα πιο προκλητικά σημεία της βιογραφίας. Ο Γκλαζούνοφ και ο Σέργιος Ραχμάνινοφ ανήκουν στην ομάδα των ανθρώπων που ήξεραν πολλά για τον Τσαϊκόβσκυ και μίλησαν στη συγγραφέα γι’ αυτόν. Εξ ίσου καλά τον περιέγραψαν οι φίλοι, οι άνθρωποι της εξουσίας, οι ανταγωνιστές, οι συγγενείς, οι συμμαθητές, μη αφήνοντας έξω ούτε τις μουσικές του αναζητήσεις αλλά ούτε και τους έρωτες, από τα χρόνια των δύσκολων εφηβικών προσπαθειών μέχρι το τέλος. Από τα ευτυχισμένα μικρά του χρόνια της δεκαετίας του 1840 μέχρι τα γκρίζα επόμενα.. μέχρι το 1893. Ο Τσαϊκόβσκυ έγινε διάσημος, αποδεκτός και στα τελευταία χρόνια του μπορούσε να ταξιδεύει, να χαίρεται τις επιτυχίες του, να αυτοεκτιμάται. Κι όμως, κατέληξε με τρόπο που σήκωσε πολλές συζητήσεις και οι αντιφάσεις της διαδρομής του πολύ δύσκολα εξηγούνται… ένας άνθρωπος όσο πιο σημαντικός θεωρείται, τόσο πιο μοναχικός καθίσταται; Είναι κανόνας ή εξαίρεση ο Τσαϊκόβσκυ;
Το βιβλίο που μετέφρασε ο Γιώργος Πλουμπίδης αποτελείται από 390 περίπου σελίδες στην ελληνική του μορφή. Δικαιολογημένα μπορεί να εκτιμηθεί συνολικά, σαν μια ακέραιη, συνεχής, σφιχτοδεμένη διήγηση, περιγραφή μιας εποχής, μιας νοοτροπίας, μιας πολιτικής και κοινωνικής συγκυρίας, άλλοτε ιδεολογικά τίμιας κι άλλοτε αλλόκοτης. Ένα βιβλίο που δεν πρέπει να λείπει από τη βιβλιοθήκη κανενός μουσικού και φιλόμουσου, εξαιρετικά μεταφρασμένο, από έναν άνθρωπο με σοβαρή εμπειρία και γνώση γύρω από τη ρωσική μουσική αλλά και τη ρωσική γλώσσα, τον συνθέτη, επιμελητή και μεταφραστή μουσικών βιβλίων και καθηγητή θεωρητικών Γιώργο Πλουμπίδη, που μελέτησε για πολλά χρόνια μουσικολογία και μουσική στο Ωδείο Τσαϊκόβσκυ της Μόσχας.
Το βιβλίο που παρουσιάζουμε δεν είναι το πρώτο που κυκλοφορεί στα ελληνικά σχετικά με τη ζωή του Τσαϊκόβσκυ, αν και το προηγούμενο, αυτό με τον τίτλο Δικαστήριο τιμής: η ζωή και ο θάνατος του Τσαϊκόφσκι του Γάλλου συγγραφέα Ντομινίκ Φερναντέζ, χρησιμοποιεί πολύ τη μυθιστορηματική τεχνική και με αυτή αναπλάθει την εποχή και μας ξεναγεί στην πόλη του Μεγάλου Πέτρου με λεπτομερείς περιγραφές για τη ζωή των κατοίκων της Πετρούπολης και του πρωταγωνιστή αλλά και έντονο υποκειμενισμό. Απλά δηλαδή, δεν είναι καθόλου βιογραφία.
1893, λίγο πριν το τέλος: Piotr Ilitch Tchaïkovski, λάδι, του ζωγράφου Nikolaï Kuznetsov,
εκτίθεται στην galerie Tretiakov.
Με την τεχνική του ο Φερναντέζ εστιάζει στο μεγαλύτερο Ρώσο συνθέτη του 19ου αιώνα, στον Τσαϊκόβσκυ, πλάθοντας τον κύριο όγκο του βιβλίου στο τελευταίο μέρος της ζωής του, στο θάνατό του. Επισήμως ο θάνατος οφείλεται σε επιδημία χολέρας. Οι αρχές δήλωσαν ότι η επιδημία δεν ήταν… φιλόμουση, γι' αυτό χτύπησε και τον δημιουργό της Ντάμα Πίκα και του Ευγένιου Ονιέγκιν. Το περίεργο είναι πως αυτή η επίσημη εκδοχή κανέναν δεν έπεισε, λέει ο Φερναντέζ. Το Δικαστήριο τιμής στήθηκε για να τιμωρήσει τον συνθέτη και να τρομοκρατήσει και τους πολλούς ακόμα ομοφυλόφιλους προβεβλημένους που πρόσβαλλαν την ηθική της πατρίδας τους. Ο Φερναντέζ υποστηρίζει, ότι ο συνθέτης ήπιε μονορούφι μεγάλη δόση αρσενικού για να δώσει τέλος στο μαρτύριο του, ένα βήμα πριν την αναγγελία της καταδίκης του από το Δικαστήριο Τιμής. Γεγονός είναι ότι μετά από λίγες μέρες πέθανε και όχι (σύμφωνα με το βιβλίο αυτό) από χολέρα προερχόμενη από βρώμικο μολυσμένο νερό, όπως ισχυρίστηκαν. Απόδειξη για τον Φερναντέζ είναι το γεγονός ότι το φέρετρο αντί να σφραγιστεί έμεινε ανοιχτό (κατά το ορθόδοξο έθιμο) και ότι ο νεκρός δέχτηκε έτσι τον τελευταίο ασπασμό χιλιάδων θαυμαστών του.
Η Μπερμπέροβα δίνει πιο πολλές ιστορικές πληροφορίες – μαρτυρίες σχετικές με την τελευταία πράξη της ζωής του: Όταν στις αρχές Οκτωβρίου 1893 πήγε στην Αγία Πετρούπολη να διευθύνει την Παθητική – και τελευταία- Συμφωνία (που δεν σημείωσε την επιτυχία που αυτός περίμενε) ήταν ήδη άρρωστος, υπέφερε από γαστρικής φύσεως προβλήματα και η σόδα με την οποία προσπαθούσε να βοηθηθεί δεν του πρόσφερε τίποτα. Κάποιοι παλιοί φίλοι του έδωσαν μεγάλη χαρά με την παρουσία τους εκεί, τον φρόντισαν, τον στήριξαν, κάποιοι άλλοι δυστυχώς ήταν ήδη νεκροί, κάτι που μεγέθυνε την κατάθλιψή του. Μετά από ένα γεύμα, αντί για το ρετσινόλαδο που θα έπρεπε να πάρει σαν γιατρικό, ήπιε νερό από την κανάτα, αλλά νερό άβραστο, μολυσμένο. Εμετοί, σπασμοί, πόνοι αβάσταχτοι. Χολέρα λέει μόνος του, οι φίλοι και οι νοσηλευτές προσπαθούν όσο μπορούν να τον συνεφέρουν για ώρες και μετά, το τέλος. Η μάνα του, σαράντα χρόνια πριν είχε πιεί το ίδιο μολυσμένο νερό, από την άλλη μεριά του Νέβα ποταμού.
Όπως κι αν είναι τα πράγματα, στην αρχή ήδη του βιβλίου η Μπερμπέροβα μας δίνει μια πληροφορία για το πώς διαδόθηκε από τις απογόνους του Ρίμσκι Κόρσακοφ το ότι ο συνθέτης αυτοκτόνησε πίνοντας αρσενικό (και δεν πέθανε από χολέρα). Η μία εγγονή του ήθελε να παντρευτεί τον Τσαϊκόβσκυ (και η άλλη τον Μουσσόργκσκυ, κάτι που δεν έγινε όμως τελικώς). Η αποτυχία προκάλεσε δηλαδή μακρόβιο θυμό και οδήγησε στο ψέμα περί αυτοκτονίας.
Ναι, είναι ο ίδιος άνθρωπος, αυτός που για κάποιες μικρές εποχές κατάπινε αχόρταγα τη ζωή, χαιρόταν τα ταξίδια, απολάμβανε το κάθε τι.. ο άνθρωπος που έξι ετών μπορούσε να μιλάει δύο ξένες γλώσσες και να μελετά με πάθος μουσική στις πιο αντίξοεες συνθήκες.
Μη νομίζεις ότι ονειρεύομαι να γίνω μεγάλος καλλιτέχνης. Θέλω μόνο να κάνω αυτό στο οποίο έχω κλίση.. έγραφε νεαρός ακόμα, στην αδελφή του. Είτε γίνω μεγάλος συνθέτης, είτε φτωχός δάσκαλος μουσικός, η συνείδησή μου θα είναι ήσυχη και δεν θα έχω το βαρύ δικαίωμα να παραπονιέμαι για τη μοίρα μου και για τους ανθρώπους…
δείτε και ακούστε:
http://www.youtube.com/watch?v=7DEEdFLjUiw
http://www.youtube.com/watch?v=8La4ix318GE&feature=related
http://www.youtube.com/watch?v=gfZUIepXMag
http://www.youtube.com/watch?v=77DgEqwRnrA&feature=related
http ://www.youtube.com/watch?v=9Yupee1RyBk
Έφη Αγραφιώτη
effie.tar@gmail.com
(Δεκέμβριος 2009)
Επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας