ΟΙ ΠΙΑΝΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΙΑΝΟ
ΔΙΗΜΕΡΕΥΟΥΝ ΣΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
31 Μαϊου-1 Ιουνίου 2019
Αρκετοί φίλοι παραπονέθηκαν γιατί, αν και θα ήθελαν, δεν κατάφεραν να μας ακούσουν στη Μουσική Βιβλιοθήκη, στο διήμερο για το Πιάνο και τους Έλληνες πιανίστες. Πρότειναν να ανεβούν στο διαδίκτυο οι ανακοινώσεις, ή αν υπήρχαν, κάποια βιντεάκια. Υπήρχε πρόθεση βιντεοσκόπησης από μέρους της Μουσικής Βιβλιοθήκης αλλά κάτι δεν πήγε καλά και έτσι υπήρξε βιντεοσκόπηση μόνο την Παρασκευή και μάλιστα όχι όλες τις ώρες διεξαγωγής. Προσωπικά λόγω της συνεργασίας με το tar.gr θα δημοσιοποιήσω εδώ την δική μου ομιλία, ευθύς αμέσως, ελπίζοντας να ικανοποιήσω τους ενδιαφερόμενους. Κατανοώ λοιπόν τους φίλους που ζήτησαν να διαβάσουν όσα δεν ήρθαν να ακούσουν, όσα έχασαν αν και επιθυμούσαν να είναι μαζί με τους 18 πιανίστες και τους 3-4 ερευνητές μουσικολόγους του διημέρου, εξ άλλου για μερικούς που μένουν εκτός Αθήνας είναι διπλά στενάχωρο και αναγκαστικά στερητικό αυτό, αλλά με (μας) σοκάρισε η απουσία δασκάλων και μαθητών του πιάνου και αναρωτιέμαι: Πού ήταν οι καθηγητές του πιάνου αυτές τις δυο μέρες; Πού ήταν οι μαθητές τους; Ανύπαρκτοι σε γενικές γραμμές. Ήρθαν συνάδελφοι από τη Λάρισα, την Καλαμάτα, την Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα αλλά οι εδώ δεν βρήκαν το λόγο να έρθουν. Αν ένας μαθητής κι ένας δάσκαλος από κάθε ωδείο της Αθήνας βρισκόταν κάθε φορά σε ένα ακροατήριο επομένως και στο διήμερο αυτό στη Βιβλιοθήκη, δεν θα είχαμε προσθέσει ουσία στην μουσική εμπειρία του μαθητή μας; Δεν θα είχαμε μάθει εμείς κι αυτός ένα σωρό ενδιαφέροντα πράγματα για να υποστηρίξουμε καλύτερα τη σχέση μας με τη μουσική, το πιάνο, εν προκειμένω και την ελληνική δημιουργία; Δεν θα είχαμε την ευτυχία να ανακαλύψουμε και να πλησιάσουμε προσωπικότητες της ιστορίας του οργάνου στην Ελλάδα και εκτός αυτής, που αν δεν υπήρχαν δεν θα υπήρχαμε; Τι είδους μουσική διδασκαλία είναι αυτή όπου μουσική σημαίνει ντο ρε μι φα και φα δίεση; Χωρίς διαχείριση και υποδοχή της γνώσης της μουσικής, επαρκής γνώση δεν υφίσταται. Η μουσική δεν είναι οι νότες και ο δόλιος ο Hanon, ελπίζω να συμφωνούμε τουλάχιστον στον γενικό αυτό προσδιορισμό. Τέλος πάντων… μουσικοί στην αίθουσα ήταν ελάχιστοι, δάσκαλοι ελαχιστότατοι και μαθητές ακόμα πιο ελάχιστοι. Κρίμα. Κατά τα άλλα ενδιαφερόμαστε για την μουσική παιδεία!!
Ο «πρωτομάστορας» Βύρων Φιδετζής
Μετά την δυσάρεστη αλλά αναγκαία εισαγωγή, ευχαρίστως δημοσιεύω την ομιλία μου για την Ρένα Κυριακού, ένα τεράστιο μουσικό μέγεθος παγκόσμιας αναγνώρισης. Ήταν μια ομιλία - βιωματική άσκηση με οδηγό το συναίσθημα και τη μνήμη μου, η οποία υποβοηθιέται πολύ ικανοποιητικά μέχρι σήμερα από την… λόξα μου να τα σημειώνω όλα. Αλήθεια είναι ότι κρατώ σημειώσεις από τότε που ήμουν 12 ετών, άρα μπορώ να σας εγγυηθώ ότι είναι δοκιμασμένη και υπερ-επαρκής αυτή η… λόξα!
Διονύσης Μαλλούχος, Έφη Αγραφιώτη
(φωτ. Αν.Τσαγκάρη)
«Από το διαβάζω στο μελετώ και από το παίζω στο ερμηνεύω Ρένα Κυριακού»
Την πρώτη φορά που συνάντησα την Ρένα Κυριακού πήγα συνοδευόμενη από την παραγωγό του Τρίτου προγράμματος Ειρήνη Σαλονικιού, μια πασίγνωστη στους τότε ακροατές ραδιοφωνική φωνή. Φυσικό ήταν να είμαι στρεσαρισμένη, κάτι που όμως έφυγε σχεδόν αμέσως μετά τη γνωριμία, χάρη στην ερώτηση «με ποιον μελέτησες πιάνο;». Της έδωσε μεγάλη χαρά και η αναφορά μου στην πρόσφατη τότε συναυλία στο Ηράκλειο, με τον κορνίστα Βαγγέλη Σκούρα και τον τρομπετίστα Σωκράτη Άνθη. Η σκέψη της πήγε στα παιδικά βιώματα της κι αυτό λειτούργησε ως βάρκα να με ταξιδέψει... «Τι μου θύμισες! τη μαμά Κάκια, που έπαιζε λίγο πιάνο, τον μπαμπά μας που ήταν αρχιτέκτονας, Αθηναίος κι έπαιζε λίγο βιολί. Ο πατέρας μας εγκαταστάθηκε στο Ηράκλειο, γιατί ήταν επιθυμία της μαμάς να ζήσουν εκεί.. Μετά εμείς βέβαια ζούσαμε με τη μαμά όπου μας πήγαινε το πιάνο μου… Στα λιοντάρια όμως μεγάλωσα... Τον άφησε ο θεός να ζήσει πολύ τον πατέρα μας..»
Η Σαλονικιού με είχε προετοιμάσει ότι θα έχω μπροστά μου μια γυναίκα αυστηρή που μειδιά μόνο αφού πρώτα σε έχει περάσει από ακτινογραφία. Η θερμή αναφορά μνημών της από τον δάσκαλό μου Χαράλαμπο Κρητικό που ήταν μαθητής του Βόλντεμαρ Φρήμαν στην Αθήνα και με τον οποίο γνωρίστηκαν στο Παρίσι, «όπου ο Κρητικός ( και λίγο αργότερα η Μπαχάουερ) ήταν μαθητές του Αλφρέντ Κορτό» με συγκίνησε και με ξάφνιασε. «Από τα χέρια του Φρήμαν», μου είπε η Κυριακού, «δεν πέρασε τα ελληνικά σύνορα κανένας μέτριος. Για να μαθαίνεις, ο Φρήμαν έβαζε πρώτο στη διδασκαλία του το θέμα του μουσικού παιξίματος ενώ ο Κορτό του τεχνικού.
Σε μια συναυλία γνωρίσαμε τον George Auric. Αυτός μας έδωσε μια σπουδαία συμβουλή: να μην αφήνουμε ποτέ μόνα τα χέρια μας. Να έχουν πάντα μαζί τους την καρδιά, τα πόδια, την αναπνοή και το στόμα μας».
Η Κυριακού μου μίλησε αρκετές φορές για προσωπικότητες που συνέδεσε τη καλλιτεχνική της ζωή μαζί τους, με εμπειρίες, κακές και καλές. Οι ελληνίδες του Παρισιού για παράδειγμα, συχνά την αντιμετώπιζαν «σαν ένα μικρό που χάνει χρόνο επιδιώκοντας ένα δίπλωμα με τα λεφτά της Βενιζέλου. Υπήρχαν βέβαια και πολύ όμορφες στιγμές στο Παρίσι, όπως η γνωριμία με τη συνθέτρια Melanie Bonis, «μια άγια γυναίκα, καλοσυνάτη», όπως την παρουσίασε. «Μου έδωσε κουράγιο να συνεχίσω να γράφω μουσική και να σκέφτομαι τα έργα μου σαν δώρο στον εαυτό μου».
Πολύ δημιουργική ήταν και η σχέση της με τον Albert Roussel, που μάλιστα την άκουγε και τη συμβούλευε συχνά και πάντα είχε κάτι καλό να πει γι αυτήν.
Εδώ θα κάνω μια αναγκαία διευκρίνιση: αναφέρεται ότι η Κυριακού πήρε ιδιωτικά μαθήματα με δασκάλους τον Φωρέ και τον Ρουσσέλ. Εγώ δεν μπορώ να αποδείξω ή να καταρρίψω κάτι τέτοιο, όσα αναφέρω έχουν μόνη πηγή την αναφορά της ιδίας. Για το συγκεκριμένο θέμα βλέπω στις σημειώσεις μου, από άλλη συζήτηση μας, να περιγράφει σαν μεγάλη τύχη την επιθυμία να διδασκόταν πιάνο και σύνθεση κάποια στιγμή από τον Φωρέ, όταν πια κι εκείνη θα ήταν μεγαλύτερη και πιο ώριμη, αλλά δυστυχώς ήταν πια αργά..Ο Φωρέ ήταν πολλά χρόνια πριν πεθάνει κωφός και πέθανε το Νοέμβριο του 1924, όταν η Ρένα Κυριακού ήταν επτά ετών, άρα ούτε το αναφερόμενο ότι την προετοίμασε με ιδιωτικά μαθήματα για την εισαγωγή της στο Ωδείο των Παρισίων μοιάζει λογικό. Δεν έχει πει σε μένα κάτι τέτοιο. Αντιθέτως μιλούσε συχνά για τις συμβουλές που της είχε δώσει ο συνθέτης Gabriel Pierné , που έμενε στο έβδομο διαμέρισμα στο Παρίσι, και συναντήθηκαν πολλές φορές. Μάλιστα της μιλούσε πολύ για την ιστορία και τη λειτουργία του Conservatoire de Paris και των περίφημων αποφοίτων του και της έδωσε ένα αντίγραφο του κοντσέρτου του για πιάνο ενθαρρύνοντας τη να το παίξει αργότερα, γιατί ήταν σίγουρος ότι κανείς δεν θα το παίξει ποτέ καλύτερα. Είχα τη χαρά να δω το κοντσέρτο αυτό στο σπίτι της Κυριακού.
Μια δεύτερη λεπτομέρεια είναι το ότι αναφέρεται και ως μαθήτρια της Nadia Boulanger, λίγο καιρό πριν δώσει τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Ωδείο του Παρισιού, δηλαδή πριν το 1930. Εμένα μου έχει διηγηθεί το εξής: «Μια μέρα του 1933, πριν τις εξετάσεις για το δίπλωμα στο ωδείο, κανονίστηκε από τον δάσκαλό μου ραντεβού με την Nadia Boulanger. Ήταν τότε μεταξύ 40 και 50 ετών, πολύ ήρεμη, αλλά όχι εκδηλωτικός άνθρωπος. Με έκανε όμως να νιώσω μεγάλη και ικανή. Μου έδωσε λίγες νότες για να αυτοσχεδιάσω κάτι στο πιάνο κι όταν τελείωσα τον μακρύ αυτοσχεδιασμό, μου είπε, κορίτσι μου έφτιαξες μια ώριμη σύνθεση με λίγες δανεικές νότες, είναι εντυπωσιακό! Θα διαπρέψεις. Έχεις το ταλέντο να παίζεις πιάνο σαν δημιουργός. Είσαι βέβαια κορίτσι αλλά να μείνεις κορίτσι. Της άφησα κάποιες συνθέσεις μου και ζητήσαμε τη γνώμη της. Μετά από λίγες μέρες που ξαναπήγαμε, μας τις επέστρεψε, λέγοντας ότι θα έχω πιθανότητα να κερδίσω ακόμα και το Prix de Rome. Το 1929 το είχε κερδίσει η τέταρτη γυναίκα, η Elsa Barraine. Την γνώρισα αργότερα, ήταν σκέτη φωτιά! ονειρευόταν μια καλύτερη ζωή για τις συνθέτριες, αγωνιζόταν σκληρά. Χωρίς να υπάρχει συνεννόηση με την Boulanger, οι καθηγητές μου στη σύνθεση που ήταν καθηγητές και της Barraine μερικά χρόνια πριν, με πρότειναν για το Prix de Rome, σαν πολύ καλή νέα συνθέτρια με προσωπικό συνθετικό ύφος, αλλά έπρεπε να γίνω γαλλίδα. Αυτοί θα βοηθούσαν να γίνει η αλλαγή υπηκοότητας αλλά η Έλενα Βενιζέλου που με δικά της χρήματα σπούδαζα εκεί, είπε ότι αν αλλάξω πατρίδα κόβονται τα χρήματα γιατί θα είναι σαν προδοσία για τους Έλληνες. Δεν πειράζει.. Επίσης θυμάμαι τον Darius Milhaud που μας σύστησε ο δάσκαλός μου. Πόσο καλόψυχος ήταν… Άσε τι πιάνο έπαιζε! Αυτός μου έδωσε την ιδέα να πάω στις ΗΠΑ για μια περιοδεία στην αρχή της σταδιοδρομίας μου, γιατί αυτό θα βοηθούσε το δρόμο μου στην Ευρώπη και θα μου έδινε αμοιβές για να αντιμετωπίσουμε τα παρακάτω. Αλλά με τι λεφτά να πάμε; Εμείς γυρίσαμε το 1934 στην Ελλάδα γιατί δεν υπήρχε ούτε υποτροφία πια, λόγω των οικονομικών συνθηκών και δεν μπορούσαμε να μείνουμε πια στο Παρίσι. Αυτή η οικογένεια μου και τι δεν είχε περάσει!
Στείλαμε ένα γράμμα στον Βενιζέλο να με στηρίξει γιατί κινδύνευα να χαθώ πριν ξεκινήσω τις συναυλίες στον κόσμο, αλλά δεν με βοήθησε σε αυτό. Δεν πει-ρά-ζει, δεν έχω από κα-νέ-ναν παράπονο».
Η Κυριακού με αφορμή τον Soler και τον Chabrier μοιράστηκε μαζί μου κάποια στιγμή σκέψεις της για την άγνωστη μουσική. Στις σημειώσεις μου γράφω τα λόγια της: «λίγα πράγματα πάνε μπροστά με το να παίζουμε 13.000 πιανίστες την Appassionata. Έχει μεγάλη αξία να ξεπερνάμε τη γνωστή μουσική παίζοντας έργα που, αν τα παίζαμε, θα ήταν κι αυτά γνωστά. Ποιος ξέρει πώς αυτά θα είχαν επηρεάσει την πορεία της μουσικής; Από εκεί λοιπόν να ξεκινάς. Φαντάσου να το έκαναν όλοι»!
Της έπαιξα μετά έργα που η ίδια σχολίαζε αυστηρά, κάθετα, όσο έπαιζα, συμβουλεύοντας με από την αρχή να μη διακόπτω το παίξιμο για να την ακούσω, αλλά «να κλειδώνω στο μυαλό μου τις παρατηρήσεις της κατά τη ροή της μουσικής». Πρωτόγνωρη εμπειρία! Χρειάστηκα τουλάχιστον τρία χρόνια μέχρι να το καταφέρω. Μου εξήγησε «το δώρο της παράλληλης συγκέντρωσης που μας βοηθάει στην περίπτωση που δεν μπορούμε να είμαστε καλά συγκεντρωμένοι. Ο ήχος και ο λόγος αλληλοσυμπληρώνονται μαζί με την μνήμη της αφής των δακτύλων. Οι μνήμες είναι πολλές και χρειάζονται όλες, της έλεγε ο Isidor Philipp. Στα δάχτυλα, στους αγκώνες, στο αυτί στην αντανακλαστική κίνηση και στο μυαλό γράφουμε πληροφορίες». Ο Άγγελος Κεσίσογλου της είχε δείξει ασκήσεις αφής για να τη μάθει να προσέχει να μη μπαίνουν λάθη στη διαδικασία εκμάθησης. «Για να διορθωθεί το λάθος χάνεται πολύς χρόνος, γιατί οι μνήμες αποθήκευσαν το λάθος επειδή αυτό μάθαμε πρώτο. Αλλά η μνήμη των δαχτύλων και το αυτί δεν ξέρουν τι είναι λάθος και τι σωστό». Επίσης ο Κεσίσογλου έλεγε κάτι που συμβούλευε και η Κυριακού: «Τα χέρια μας είναι η υπογραφή μας. Σαν να λέμε, είμαι ο τάδε, έχω αυτή την ιδιοσυγκρασία. Αφού μελετήσουμε προσεκτικά τι έγραψε ο συνθέτης, πάμε στο πώς ερμηνεύουμε τη σκέψη του, όπως δηλαδή προετοιμαζόμαστε για να απαγγείλουμε ένα ποίημα. Βέβαια, οι περισσότεροι παίζουν αυτό που θα ήθελαν να είναι το έργο. Έχεις όμως δοκιμάσει να μεταφράσεις κάτι σε γλώσσα που δεν μιλάς; Και αδύνατο να μην είναι, πάντως άλλα γράφει ο δημιουργός... το να μεταφράσουμε δεν είναι τόσο απλό, δεν είναι ότι απλώς αλλάζουμε γλώσσα και ξεμπερδεύουμε». Μου επεσήμανε τότε δίνοντας πολύ χρόνο, τις πιο απαραίτητες ασκήσεις από αυτές του Κεσίσογλου. Εκείνη την ημέρα συνειδητοποίησα τι σημαίνει μάθημα ουσίας!
Η Κυριακού δεν έπαιζε ποτέ ακριβώς αυτό που ήθελε να καταφέρω, αλλά με αφορμή το ζητούμενο, έπαιζε κάτι άλλο που το περιείχε και το έλεγε «κάτι σαν παράδειγμα». Κάποια στιγμή, με αφορμή ασκήσεις απομνημόνευσης που μου δίδασκε, έπαιξε «κάτι» που μπήκε στο χώρο αιφνιδιαστικά. Είπε «παίζω τώρα ό,τι μου ήρθε στο μυαλό από τα παλιά...». Πέρασαν χρόνια, μέχρι να ταυτοποιήσω αυτό το έργο από τα παλιά, που αποθήκευσα εντυπωσιασμένη στη μνήμη μου σαν εικόνα. Μελετώντας το από την παρτιτούρα πια, αναγνώρισα ότι είχε παίξει τότε την υπερβατική της δεύτερη Burlesque. «Το είχε παίξει πολλές φορές στο κοινό αλλά μόνον εκείνη», μου είπε η Ειρήνη Σαλονικιού. Η Burlesque όμως εκδόθηκε το 1938. Ένας εκδότης για να εκδώσει κάτι πρόσφατο και μάλιστα, εκείνη την εποχή, έργο γυναίκας, θα εκτίμησε την αξία του. Η Μπουρλέσκ δεν είχε παιχτεί παρά από την ίδια μόνο; Η ιδιοτροπία της; Η δυσκολία του έργου; Η εποχή; Δεν ξέρω.
Ο Nikita Magaloff στον οποίο η Κυριακού με έστειλε για να με παρακολουθεί πιανιστικά, μου είπε ότι η Κυριακού πίστευε στη μοντέρνα αρμονία αλλά και στις φυσικές ισορροπίες. «Κάθε έργο θα το ανακαλύψει ο μουσικός σύμφωνα με την ωριμότητά του. Όλα αλλάζουν, αλλάζει και το κοινό και οι κριτικοί», του έλεγε. Αυτά τα έβλεπε ο Μαγκάλοφ σαν γλυκιά σταγόνα στην πίκρα της. Σχετικά με τον δύσβατο τεχνικό τρόπο που έγραφε ήδη στα δεκαεπτά της χρόνια, τότε περίπου που συνέθεσε τη Burlesque, ο Magaloff μου είπε κάποια στιγμή γελώντας ότι « η Ρένα δεν είχε επίγνωση δυσκολίας! Αν είχε γράψει όσα παίζουν τα δάχτυλά της, πάει… εμείς θα είχαμε χαθεί»!
https://open.spotify.com/album/3xdQjqVyRuiHdH15qADT63
«Από το διαβάζω στο μελετώ και από το παίζω στο ερμηνεύω». Ήταν το εναρκτήριο μήνυμα του Ισιντορ Φιλίπ στο δεκατριάχρονο κοριτσάκι που είχε μπροστά του για να το διδάξει, στο Ωδείο των Παρισίων, το 1930. «Θα πάμε από την αρχή, ανεβαίνοντας δυο -δυο τα σκαλοπάτια» έτσι την προετοίμασε!
Και συνέχισε: «Παίζω εντυπωσιακά δεν σημαίνει ότι ξέρω τι παίζω και γιατί. Η φύση είναι παρούσα αλλά τα δάχτυλα πρέπει να το παίξουν όπως η ψυχή το έχει δεχτεί. Αν δεν έχουμε γνώση, τι θα παίξουν τα δάχτυλα; κάποιος πρέπει να τα διδάξει. Αν έχουν γνώση, κάποιος πρέπει να βοηθήσει το παίξιμο να εξελιχτεί. Ο δάσκαλος είναι ο κάποιος. Το με ποιο ρεπερτόριο θα διδάξει αυτός έχει τεράστια σημασία». Πρώτη φορά τα άκουσα αυτά τότε, λέει η Κυριακού, αλλά μας τα έλεγε συνεχώς». Μετά συμπληρώνει: «θυμάμαι και τον αγαπητό μου Μιλτιάδη Καρύδη που μου έλεγε για τους σολίστ ότι στεκόμαστε στη σκηνή με έπαρση αλλά πρέπει από τη σκηνή να διώχνουμε το σώμα και την εικόνα μας. Στην έπαρση απέδιδε τις τόσες πολλές επιπόλαιες παρουσιάσεις έργων για πιάνο .
Μιλτιάδης Καρύδης
Λίγη παύση και επανέρχεται. «Αισθητήριο… δύσκολη λέξη. Είναι μια ικανότητα. Είναι όμως συγκίνηση; συναίσθημα; Μπορούμε να το αξιοποιήσουμε; Να θυμάσαι ότι το νευρικό σύστημα όταν δουλεύει καλά, στέλνει μήνυμα στον εγκέφαλο. Στη διδασκαλία πρέπει να είμαστε διπλά προσεκτικοί. Αν δεν καταλάβει το έργο ο μαθητής, θα παίζει μόνο νότες. Κάποιος μου είχε πει λίγα χρόνια πριν ότι θα έρθει η μέρα που και τα μωρά θα ξέρουν τι ακούν. Δεν το πιστεύω. Εγώ ξέρω ότι αν δεν μελετήσουμε πρώτα τη σύνθεση και μετά τα χρώματα που ακουμπούν στις μουσικές ιδέες, μουσική δεν βγαίνει. Αυτά τα έλεγε ο δάσκαλός μου. O Isidor Philipp ήξερε πώς να σου μαθαίνει κάτι και αγαπούσε να μοιράζεται την κάθε εμπειρία του. Ήταν οργανωτής του μαθήματος. Έλεγε συνέχεια: από το παίζω για να πάμε στο ερμηνεύω έχει πρώτα έναν ωκεανό γεμάτο σκυλόψαρα να περάσουμε. Το μάθημα με κάθε μαθητή ήταν αλλιώτικο. Ήταν της σχολής του Kalkbrenner δηλαδή του σοφού Czerny».
Η διηγήσεις της για τον Debussy και τη φιλία του με τον Philipp ήταν ατελείωτες και μαγευτικές. Θα σας πω κάτι σύντομο μόνον: «Με τον Debussy συνδέθηκαν για όλη τη ζωή του συνθέτη που έφυγε πρώτος και πολλά χρόνια πριν τον Philipp. Ωρίμασαν μαζί.. Ο Debussy τον είχε αδελφό. Είχαν υποσχεθεί να τηρούν το συμβόλαιο του ήχου: θα μείνει αναντικατάστατη μια νότα ή θα αντικατασταθεί; Το ζητούμενο. Στις σαράντα δοκιμές μάξιμουμ για μικρές ή μεγάλες αλλαγές νοτών ή αρμονιών ή αναπνοών -, καταλήγουμε, έλεγε το συμβόλαιο του ήχου! Έβαζαν σημάδια στο χαρτί για να μη ξεχνούν τι έχουν πει. Το 14 θέλει στο λα ύφεση μια αναπνοούλα… Το έπαιζε ο Philipp με πολλούς τρόπους και αποφάσιζαν». Μετά από μεγάλη παύση, η Κυριακού συνεχίζει: «εδώ θα σου πω ένα μυστικό της τεχνικής, που έλεγε ο Philipp. Το δυσκολότερο πράγμα είναι οι λίγες νότες σε αργό τέμπο. Είναι άλλο να βλέπεις ένα τριώροφο κτίριο στολισμένο όμορφα κι άλλο είναι ένα χειροποίητο τόσο δα κέντημα της μαμάς στο κομοδίνο. Στο κέντημα μια λάθος βελονιά αρκεί για να χαλάσει το σεμέν». Την ρωτάω: άρα και στο απλό κομμάτι η τεχνική μας οδηγεί στην επικοινωνία της μουσικής; Απαντάει: «Μάλλον… Το έχουνε πει οι επιστήμονες ότι η αρμονία είναι στη φύση, εμείς μεσολαβούμε, αν τα καταφέρουμε, γιατί τις περισσότερες φορές τα λέμε στο κοινό σε.. διάλεκτο» .
Την θυμάμαι να περιγράφει συχνά σκηνές από τα χρόνια στη Βιέννη, που ήταν σαφώς λιγότερα σε σχέση με τα χρόνια του Παρισιού αλλά πολύ σημαντικά. Εκεί όλα έμειναν στη μνήμη της σαν παραμύθι στα παιδικά της μάτια.
«Στη Βιέννη ο Paul Weingarten με έβαλε να γράψω ένα μουσικό κείμενο με τρεις διαφορετικές εναρμονίσεις πάνω σε μερικές νότες δικές του. Ήθελε να δει αν μπορούσα να συνθέσω γράφοντας νότες. Μέχρι τότε έγραφα με το αυτί. Αργότερα που τα θυμόμουν, κατάλαβα ότι αυτό που είχα συνθέσει βγήκε μόνο του, χωρίς να κάνω κάτι εγώ, ήταν παιδί της τύχης, δεν ήταν δικό μου έργο. Αυτό με βοήθησε αργότερα, στο να ακούω αλλιώς τις συνθέσεις μου και η συζήτηση μαζί του, αν και ήταν πολύ φιλοσοφικός ο τρόπος που μιλούσε, κι εγώ τότε ήμουν παιδάκι, με ώθησε να γράφω με την ψυχή, χωρίς να μη φοβάμαι το πώς ακούγεται».
Θα σας ξαναζητήσω τα έργα σας… επιμένω εγώ ,κάποια στιγμή που βρήκα ευκαιρία. Ήταν η δέκατη και πλέον φορά! θέλω να τα δοκιμάσω, να τα δω τουλάχιστον! Θυμώνει απότομα. «Μην επιμένεις. Οχτακόσια ελληνικά παίζεις τα δικά μου τι τα θέλεις; Έτσι τα έγραψα, μικρή ήμουν. Εγώ ήθελα να συνθέτω αδιάκοπα. Να μην αφήσω σημείο στη γη που δεν θα το είχα γεμίσει με νότες. Πόσα αρνητικά είχαν όμως πει για τις συνθέσεις μου!» Χαμηλώνει τελείως τη φωνή της και συμπληρώνει: «Γι αυτό θα κρύφτηκαν οι νότες μου, αλλά δεν ξέρω πού.. δεν θα στεναχωρηθούμε. Τέλος».
Συνέθεσε όχι 5 αλλά μάλλον 75 έργα μέχρι το 1947 που σιώπησε. Ας αναλογιστούμε τι θα είχε συνθέσει αν συνέχιζε να γράφει μουσική, ιδίως τα τελευταία χρόνια που δεν είχε πυκνή σολιστική δραστηριότητα...
«Την πονάει αυτό το θέμα», μου είχε πει η Ειρήνη Σαλονικιού. Θα σου δώσει συνθέσεις της, αλλά δυστροπεί, έτσι είναι η Ρένα.
Με εμένα δεν δυστροπούσε όμως, μόνο που γινόταν έξαλλη όταν έφερνα το αίτημα να μου δώσει τα έργα της. Τρόμαζα κυριολεκτικά. Με υποδεχόταν με χαρακτηριστική απλότητα, ανεπιτήδευτη, μου χάριζε για ώρες ατελείωτες γνώσεις και εμπειρίες, μιλούσαμε και για δεκάδες θέματα άσχετα με τη μουσική, γελούσαμε, ήθελε να διηγούμαστε συναυλιακές εμπειρίες, με συμβούλευε πώς να σκέπτομαι τη δουλειά μου.
Μίλησε κάποια στιγμή για τη συνεργασία της με τον Θ. Βαβαγιάννη, στην παρουσίαση του κοντσέρτου της το Δεκέμβριο το 1943. Ένας μονόλογος ξεκίνησε μετά: «Κοντσέρτο ελληνίδας συνθέτριας 26 ετών τότε και μάλιστα το δεύτερο γυναίκας εκείνη τη χρονιά! Παίχτηκε και το Κοντσέρτο της Λίλας Λαλαούνη, που ήταν ένα χρόνο μικρότερη από μένα. Αυτό ήταν ρομαντικό και πήρε καλές κριτικές, ευτυχώς. Το δικό μου έδωσε αφορμή να θυμώσουν. Στενοχωρήθηκα και μετά δεν είχα κουράγιο. Δεν πειράζει… όλοι έχουν γνώμη. Το κοντσέρτο παρουσιάστηκε ευτυχώς στη Γενεύη το 1954 από μένα και μαέστρο τον Jean Meylan με την ορχήστρα της Ρωμανικής Ελβετίας. Αγαλλίασε η ψυχή μου. Αυτός έπαιζε συχνά Ντε Φάλια, Ενέσκο, άγνωστα του Προκόφιεφ, Ντυκά, είχε σαν τακτική του να διδάσκει την ορχήστρα για την ερμηνεία του κάθε έργου. Ένιωσα σαν να μου δώσανε εκεί το καλύτερο βραβείο οι μουσικοί. Θα χαρώ αν τον βρεις στη Γενεύη! να του δώσεις χαιρετισμούς. Ήταν ο τελευταίος μαθητής του Βιεννέζου αλλά Τσεχοσλοβάκου στην καταγωγή Paul Weingarten. Έμενε στην οδό Général-Dufour, κοντά στο ωδείο». Όντως, ζώντας στη Γενεύη, τον βρήκα πολύ εύκολα. Θυμήθηκε το θρίαμβο της Κυριακού. Ο ίδιος ήθελε και να ηχογραφήσουν το εντυπωσιακό κοντσέρτο της, αλλά εκείνη αρνήθηκε ακόμα και να το σκεφτεί.
Την επόμενη φορά, μήνες αργότερα, ξεκινήσαμε την ημέρα μας με μια μικρή βόλτα «alla braccetta» όπως μου έλεγε, με αφορμή να ψωνίσουμε. Καθ οδόν, είπε κάτι που δεν υπάρχει μέρα να μην ακούσω τη φωνή της να μου το λέει! Επειδή ένα παλαιότερο ατύχημα της άφησε ευαισθησία στην κίνηση, αισθανόταν όμορφα με το alla braccetta. Σχολιάζοντας με δόση γλυκόπικρη λοιπόν το ότι περπατάει λεβέντικα όταν πάμε alla braccetta, μου είπε: “Εφούλα, μάθε παιδί μου να στηρίζεσαι στην ψυχή όχι στα πόδια. Εκεί γεννιούνται και πεθαίνουν όλα. Εκεί έχει το σπίτι του το θάρρος. Καθαρή ψυχή, καθαρή ζωή…”
Γυρνώντας πιάσαμε δουλειά. «Δουλειά τώρα, Μπαχ παρακαλώ», και το σκηνικό αλλάζει σε δευτερόλεπτα. Συγκλίνει τα φρύδια, παίρνει θέση όρθια στην ουρά του πιάνου και σαν να χάνεται από το χώρο.
Η Κυριακού πίστευε ότι «ένας χρήσιμος τρόπος για να πλησιάσουμε τον Μπαχ ήταν να μελετήσουμε Busoni. Αν δεις πώς γράφει, θα βρεις την έκφραση στα έργα του Μπαχ. Θα διακρίνεις ότι οι ρομαντικούρες κάνουν ζημιά. Η μεγαλοφυΐα του Μπαχ δεν χρειάζεται σκουλαρίκια». Τουλάχιστον δυο ώρες μιλούσε συνεχώς καθώς εγώ έπαιζα Μπαχ. «Με το μυαλό!» επέμενε χτυπώντας τα χέρια της. Δεν είναι εύκολο, Είναι όμως απαραίτητο».
Μετά ήρθε στην κουβέντα μας και ο Μέντελσον. «Τεράστιος ο Φελιξ αλλά και η αδελφή του επίσης. Ακούς εκεί να υπογράψει συμβόλαιο στα 14 ότι θα αφήσει τα μουσικά της ενδιαφέροντα και θα σπουδάσει το πώς θα φροντίζει το σπίτι της! Αλλά ήταν τυχερή η Φάννυ.. βρήκε σύζυγο που τη σεβόταν, της στάθηκε στήριγμα, ανώτερος άνθρωπος, την ανέβασε ψηλά!
Νοιώθω τον Μέντελσον σαν αδελφό μου, αλλά βέβαια εγώ δεν ζωγράφιζα πάνω στις νότες μου, όπως αυτός, αυτό το έκανε η αδελφή μου», λέει και γελάει. «Αυτός ζωγράφιζε υπέροχα. Όλα τα ταλέντα, του δόθηκαν από τη ζωή! Τις άγνωστες υπέροχες Φαντασίες έργο 15 και 16 o Mendelsshon τις συνέθεσε νέος», όπως κι αυτή συνέθεσε στην ίδια περίπου ηλικία την εκρηκτική Burlesque και λίγο μετά, το Perpetuum Mobile, που γι αυτό πήρε σκληρές κριτικές από το αθηναϊκό περιβάλλον. Φεύγει από τον Μέντελσον και ξαναθυμάται τα δικά της.«Έκανα λάθος, με τα δυο αυτά έργα.. τα δυο τους δεν έπρεπε να τα παίζω ποτέ μαζί, κάνουν πόλεμο και δολοφονεί το ένα το άλλο»…
[Εδώ μεταδίδεται από την οθόνη η Burlesque]
Μετά από τέσσερις χορταστικές σε διάρκεια φορές που συναντηθήκαμε μέσα σε τρία χρόνια, δεν ξανασυναντηθήκαμε με την Ρένα Κυριακού. Ερχόμουν στην Ελλάδα, για να ηχογραφήσω 8-10 εκπομπές στο Τρίτο πρόγραμμα κάθε φορά. Ανταλλάσσαμε χαιρετισμούς μέσω της Ειρήνης Σαλονικιού που την έβλεπα στο Τρίτο και στην οποία έδινα τα προγράμματα των συναυλιών μου για να της τα δώσει, όπως είχε απαιτήσει. Νόμιζα, σαν όλους τους νέους, ότι σίγουρα θα ξαναβρισκόμασταν, ότι ήταν θέμα συγκυρίας. Είχα πάντως τύψεις που χάθηκα. Έχω μετανιώσει γι αυτό. Συγκινήθηκα πάρα πολύ όταν έδωσε στην Ειρήνη Σαλονικιού έργα της για μένα, για να θυμάμαι ότι με αγαπάει, όπως της είπε να μου μεταφέρει. Ήταν το Πρελούδιο έργο 16, η Μπουρλέσκ η δύσκολη, όπως την έλεγε, η δεύτερη δηλαδή και τα Συμφωνικά Πρελούδια, έργο 8. Ήθελε να ενορχηστρώσει τα πρελούδια αυτά αρχικά, όπως μου είχε πει, δυσκολευόταν όμως να βρει χρόνο. Θυμάμαι και τα λόγια της στην κατακλείδα αυτής της συζήτησης: «τι όμως είναι η σύνθεση; είναι ένας τρόπος να μιλάς, που σου τον δίνει η φύση». Τι κάνουμε σαν τα παγώνια πια….
https://music.apple.com/ca/album/rena-kyriakou-piano-works-ep/1457238888
Θα σας διηγηθώ μια τελευταία αντίδρασή της που ζωγραφίζει απτά το σεβασμό και την ακέραιη στάση απέναντι στη μουσική και τους μουσικούς αλλά και τον απόλυτο τρόπο της.
Σε μουσικό διαγωνισμό, δεν σημείωσα δυστυχώς ποιον, ως μέλος της κριτικής επιτροπής η Ρένα Κυριακού είχε μια ασυνήθιστη εμπειρία. Μετά την υποδοχή των συμμετεχόντων, η γραμματέας της επιτροπής ανακοινώνει ότι μια διαγωνιζόμενη δεν έχει πέμπτο δάχτυλο στο αριστερό χέρι. Κάποιοι ζητούν να αποκλειστεί γιατί η διαφορά, θα επισύρει πιθανώς αδικία σε βάρος της. Η Κυριακού επιμένει ότι είναι υποχρεωμένοι να την ακούσουν. Αν ένιωθε μειονεκτικά δεν θα ερχόταν να διαγωνιστεί, τους λέει, άρα δεν μπορούν να αποκλείσουν κανέναν πριν διαγωνιστεί. Τους θυμίζει ότι μεσουρανούν στο πιάνο και μονόχειρες υψηλότατου επιπέδου. Ζητάει επίμονα να παρουσιαστεί η κοπέλα μπροστά τους. Εμφανίζεται λοιπόν η κοπέλα μετά από μια ώρα συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών! τους εξηγεί με απλό τρόπο ούτε λίγο ούτε πολύ ότι δεν βλέπει πού είναι η διαφορά της με όσους έχουν δέκα δάχτυλα και ότι την έχει δυσκολέψει μόνον το άνοιγμα του αριστερού χεριού σε πολύ ανοιχτές συγχορδίες.
Η Κυριακού διηγείται την ιστορία για να μου τονίσει πόσο η προκατάληψη βγάζει εκτός μάχης και τιμωρεί αξιόλογους ανθρώπους και καταλήγει: «από εκείνη την ημέρα είπα στον εαυτό μου , άκου να σου πω, διπλή πρωινή άσκηση από αύριο. Έχεις δέκα δάχτυλα, αλλά πρέπει να μάθεις να τα καταφέρνεις εξ ίσου και με εννέα…»
Θα είχα κι άλλα να σας πω... Θέλω μόνο να προσθέσω αυτό: Ακούω συχνά τη φωνή της στη μοναχική μου διαδρομή από τα παρασκήνια στο πιάνο της συναυλίας, να με ξεπροβοδίζει όπως την τελευταία φορά: «Μην εξαφανιστείς, έτσι; Θα σε περιμένω αλλά μη πιέζεσαι, ξέρω τη δουλειά μας, δεν παρεξηγώ».
Ιδιαίτερες ευχαριστίες στον Βύρωνα Φιδετζή και στη Μουσική Βιβλιοθήκη, για την πρόσκληση να είμαι εδώ σήμερα.
Έφη Αγραφιώτη
Ιούνιος 2019
Effie.tar@gmail.com
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου