ΟΙ «ΠΥΡΙΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ» ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΧΡΗΣΤΟΥ
Μια πρώτη προσέγγιση του λιμπρέτου του έργου
Γιάννης Χρήστου (1926-1970): Πύρινες γλώσσες (Tongues of Fire). Ορατόριο της Πεντηκοστής για μέτζο σοπράνο, βαρύτονο, τενόρο, μεικτή χορωδία και ορχήστρα (1964).
Το έργο έχει δύο μέρη (το δεύτερο και το τρίτο μαζί) και η διάρκειά του είναι 25:04.
Ένα έργο που ήταν ειδική παραγγελία του Αγγλικού Φεστιβάλ Bach του Λονδίνου, και συγκεκριμένα της διευθύντριάς του Λίνας Λαλάντη, και παρουσιάστηκε σε πρώτη παγκόσμια εκτέλεση από την Ορχήστρα και Χορωδία του Φεστιβάλ Bach υπό την διεύθυνση του Piero Guarino στην Πανεπιστημιακή Εκκλησία της Παρθένου Μαρίας της Οξφόρδης, στις 27 Ιουνίου 1964, δηλαδή ακριβώς πριν 51 χρόνια.
Η μοναδική ηχογράφηση του έργου, που περιλαμβάνεται σ’ έναν από τους τέσσερις ψηφιακούς δίσκους με έργα του Γιάννη Χρήστου που εξέδωσε ο Σείριος του Μάνου Χατζιδάκι, είναι ακριβώς αυτή η πρεμιέρα του. Με πολύ σημαντικούς σολίστ: ο Κώστας Πασχάλης (βαρύτονος), η Ίρμα Κολάση (μέτζο σοπράνο) και ο τενόρος Gerald English.
Οι Πύρινες γλώσσες παρουσιάστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα μόλις το 1992 (11 Ιανουαρίου) στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Θόδωρου Αντωνίου και δέκα χρόνια μετά, στις 9 Ιουλίου του 2002, σε συναυλία της Ορχήστρας των Χρωμάτων, υπό τον Μίλτο Λογιάδη, στο Ηρώδειο.
Είναι πολύ σημαντική η μαρτυρία του συνθέτη Στέφανου Βασιλειάδη, στενού φίλου του Γ. Χρήστου, στο περιοδικό Μετρονόμος (τεύχος 5, Απρίλιος-Ιούνιος 2002) για τη σχέση του Χρήστου με την θρησκεία και τη μεταφυσική:
«Έδειχνε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για ό,τι είχε σχέση με τον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Όταν τον γνώριζε κανείς και έκανε συντροφιά μαζί του δεν μπορούσε να το υποπτευθεί. Δεν έκανε όπως συνηθίζουν οι λεγόμενοι καλλιεργημένοι άνθρωποι, να προβάλλουν αυτό τους το ενδιαφέρον. Πρόκειται για μια μυστική ζωή του Γιάννη Χρήστου και φαίνεται στο έργο του πολύ αυτή η επαφή και με την άλλη διάσταση, πέρα από τον κόσμο τον φυσικό. Ίσως όμως ο Γιάννης Χρήστου όλα αυτά να τα έβλεπε σαν μια ενότητα μέσα στο δικό του σύμπαν. Η μεταφυσική μπορεί να εκφρασθεί πολύ περισσότερο με αυτούς τους ήχους τους συμπαντικούς και όχι με την πολύ πεπατημένη οδό, όπου είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνουν αντιληπτές τέτοιες έννοιες.
Θυμάμαι όταν ο Γιάννης Χρήστου μου έβαλε να ακούσω τις «Πύρινες γλώσσες» μου περιέγραφε όλη αυτήν την πορεία προς Εμμαούς των δυο μαθητών του Χριστού που συζητούσαν για τα πράγματα τα οποία είχαν συμβεί και πως δήθεν τυχαία ένας διαβάτης τους πλησίασε και τους ρώτησε τι είναι αυτά που λένε. Ο Γιάννης Χρήστου δίνει ήχο από τον εσωτερικό κόσμο, από την ατμόσφαιρα που είχαν μέσα τους οι μαθητές από την δίκη, την σταύρωση και το μαρτύριο, και όλα αυτά δίνονται με τον μουσικό διάλογο του Χριστού που ακόμα δεν έχει αποκαλυφθεί στους μαθητές του, έναν ρόλο που ερμηνεύει σπουδαία ο βαρύτονος Κώστας Πασχάλης».
(Με κλικ στις παρτιτούρες μπορείτε να τις δείτε σε μεγέθυνση)
Γράφει ο ίδιος ο συνθέτης για το έργο:
«Ο Ιησούς (βαρύτονος) εμφανίζεται σε δυο μαθητές του στο δρόμο, ο οποίος όμως δεν τον αναγνωρίζουν. Αισθάνεται θλίψη και θυμό για το ότι φαίνεται να έχουν λησμονήσει τα λόγια του. Προσπαθεί να τους ανοίξει τα μάτια αναφέροντάς τους αποσπάσματα από τις γραφές (τον Ησαΐα κυρίως). Καθώς μιλά, η ατμόσφαιρα φορτίζεται με την επίμονα ανθρώπινη πλευρά του Θείου δράματος. Ακόμη και η Μητέρα Του (μέτζο σοπράνο) δεν αντιλαμβάνεται τι έχει συμβεί και θρηνεί για το θάνατο του γιού της. Η έκφραση του πόνου της κυριαρχεί καθ’ όλη τη διάρκεια που ο Ιησούς απαγγέλλει τις γραφές. Καθώς τους μιλά, οι μαθητές αρχίζουν να συνειδητοποιούν – αν και όχι ακόμη καθαρά – ποιος τους απευθύνεται. «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τη οδώ και ως διήνοιγεν ημίν τας γραφάς». Το 1ο μέρος τελειώνει με τον Χριστό να απαγγέλλει το απόσπασμα του Ησαΐα που προφητεύει το μαρτύριό του.
Το 2ο μέρος ξεκινώ μέσα σ’ ένα μυστηριώδες πιανίσιμο. Το κείμενο του Ησαΐα ακούγεται από τη χορωδία: «Και τω ονόματί σου καλέσω σε». Ακολουθεί μια σκηνή αναγνώρισης. Ο Ιησούς εμφανίζεται στη Μαρία Μαγδαληνή (μέτζο σοπράνο) κοντά στον άδειο τάφο. Εκείνη όμως δεν τον αναγνωρίζει. Τελικά ο Ιησούς δηλώνει την παρουσία του καλώντας την με το όνομά της δυνατά «Μαρία». Μόνο τότε τον αναγνωρίζει και αναφωνεί κραυγάζοντας «Ραββουνί» (Κύριέ μου).
Η χορωδία συνεχίζει με το απόσπασμα του Ησαΐα: «Σε κάλεσα αλλά δεν με αναγνώρισες» που καταλήγει στο: «Εξεγείρου, εξεγείρου, Σιών! Ένδυσε την ισχύν σου, Σιών και ένδυσε την δόξαν σου, Ιερουσαλήμ, πόλις η αγία» συνοδευόμενα από οξείς ήχους καμπάνας, πάνω απ’ τους οποίους ο τενόρος και η μέτζο σοπράνο απευθύνουν την αναγνώρισή τους στο πρόσωπο του Χριστού με απλές εκφράσεις όπως «Κύριε και Θεέ μου» «Ραββουνί, Δάσκαλε» κλπ.
Σ΄ αυτή τη φάση, ο Ιησούς μπορεί επιτέλους να τους πει: «…Υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους». Τώρα οι μαθητές είναι για άλλη μια φορά μόνοι. Αρχίζουν να προσεύχονται. Η σκηνή αποδίδει την αγωνία της Αναμονής.
Οι ψαλμοί του τενόρου και, στη συνέχεια, της μέτζο σοπράνο οδηγούν σ’ ένα εναγώνιο συλλογικό οικοδόμημα από φωνές, όπου η χορωδία και οι σολίστ επικαλούνται το Άγιο Πνεύμα σε τόνους φρενήρεις. Αυτό οδηγεί σε μια τρομακτική κλιμάκωση και στη στιγμή της καθόδου του Αγίου Πνεύματος. Όλοι ξεσπούν σε κραυγές χαράς: «Άγιος, Άγιος». Το έργο κλείνει με τον ορθόδοξο ύμνο: «Φως ο Πατήρ, Φως ο Λόγος, Φως και το Άγιον Πνεύμα, όπερ εν γλώσσαις πυρίναις τοις αποστόλοις επέμφθη» σε ουνίσονο.»
(Από το σημείωμα του Γιάννη Γ. Παπαϊωάννου για το πρόγραμμα της πρώτης παγκόσμιας εκτέλεσης του έργου).
Εδώ, όμως, θα εστιάσουμε στο κείμενο, στο λιμπρέτο, του ορατορίου «Πύρινες γλώσσες», το οποίο συνέθεσε επίσης ο Γ. Χρήστου.
Το κείμενο που μελοποιεί ο Χρήστου το ...κέντησε κυριολεκτικά.
Χρησιμοποιεί αποσπάσματα από:
- Τα Ευαγγέλια του Λουκά και του Ιωάννη
- Τους Ψαλμούς του Δαβίδ
- Τις Προφητείες του Ησαΐα
- Τα Εγκώμια της Μ. Παρασκευής
- Την Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου
- Την υμνολογία της Πεντηκοστής.
Στην παρτιτούρα του για τις φωνές, ο συνθέτης γράφει κάθε φορά, στα αγγλικά, την πηγή της φράσης που χρησιμοποιεί, π.χ. Psalms 6/1, ISAIAH 52/1, Luke 24 κ.ο.κ. Επίσης, παραθέτει το κείμενο στο τέλος κάθε σελίδας στα αγγλικά. Μένει να δούμε αν η μετάφραση είναι δική του ή χρησιμοποιεί κάποια γνωστή αγγλική μετάφραση της Βίβλου. Σίγουρα, πάντως, έχει υπ’ όψιν του την Θ. Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, έκδ. The Faith Press edition, London 1930, αφού την παραπέμπει στις σημειώσεις του για το έργο (βλ. «Jani Christou vol. II», ΣΕΙΡΙΟΣ, δίσκος ακτίνος/CD, 2001).
Εν πρώτοις, εκπλήσσει η γνώση όλων αυτών των βιβλικών και λειτουργικών πηγών και κατόπιν ο ιδιοφυής και φιλοσοφικός συνάμα – και θεολογικός θα προσέθετα – συνδυασμός τους.
Ο Γιάννης Χρήστου για τα αποσπάσματα της Αγίας Γραφής (Παλαιά και Καινή Διαθήκη) δεν χρησιμοποιεί το πρωτότυπο κείμενο, αλλά την νεοελληνική απόδοση του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αρχιμανδρίτη Νεόφυτου Βάμβα (1776-1855), κι αυτό είναι επίσης εκπληκτικό. Γνώριζε και αυτό το κείμενο, δηλαδή την πρώτη ολοκληρωμένη μετάφραση της Βίβλου (1850).
Αντίθετα, τα αποσπάσματα της Θ. Λειτουργίας και οι ύμνοι που χρησιμοποιούνται είναι στο πρωτότυπο.
Έχει, πραγματικά, πολύ ενδιαφέρον αυτή η άποψη. Τα λειτουργικά κείμενα αμετάφραστα, ενώ τα κείμενα των Γραφών σε μια νεοελληνική απόδοση, πολύ κοντά στο πρωτότυπο.
Η χρήση των πηγών είναι αντιστικτική και υπηρετεί το βάθος της σύλληψης του συνθέτη, αλλά και την πνευματικότητα που επιδιώκει.
Την ώρα που μερικοί σημαντικοί συνθέτες μας, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης ή ο Γιάννης Μαρκόπουλος, έχουν εκφράσει δημόσια την αντίθεσή τους στην Παλαιά Διαθήκη σε σχέση με τον Χριστιανισμό (γιατί δηλ. να έχει υιοθετηθεί ένα εβραϊκό βιβλίο ως ιερό), ο Χρήστου βάζει τις δύο Διαθήκες να διαλέγονται δυναμικά. Στο κείμενο συμπλέκονται φράσεις από την Παλαιά και την Καινή, όχι φυσικά ατάκτως ερριμμένες, αλλά σοφά βαλμένες ώστε να υπηρετούν την αλήθεια ότι η Π.Δ. είναι ο τύπος και η σκιά, ενώ η Κ.Δ. η εκπλήρωση, το φως και η χάρις.
Γι΄ αυτό ο Γ. Χρήστου χρησιμοποιεί το επεισόδιο της πορείας προς τους Εμμαούς (Λουκ. Κεφ. 24,12-35), όπου ο Χριστός «εν ετέρα μορφή», συνοδοιπορών με τον Λουκά και τον Κλεόπα, οι οποίοι του λένε για τον Ιησού που δεν έχει ακόμα αναστηθεί, τους επιπλήττει:
Ω ανόητοι και βραδείς την καρδίαν εις το να πιστεύητε εις πάντα όσα ελάλησαν οι προφήται δεν έπρεπε να πάθη ταύτα ο Χριστός και να εισέλθη εις την δόξαν αυτού;
Και ο Ιησούς «αρξάμενος από Μωσέως και από πάντων των προφητών διηρμήνευε αυτοίς εν πάσαις ταις γραφαίς τα περί εαυτού» (Λουκ. 24,27).
Ο Χρήστου έχει προφανώς καταλάβει ότι η Παλαιά Διαθήκη αναγγέλλει την έλευση του Μεσσία και εκπληρώνεται ολάκερη στην Καινή Διαθήκη με τον ερχομό του.
Γι’ αυτό και παρεμβάλλει αποσπάσματα από την περίφημη προφητεία του Ησαΐα (Κεφ. 52,13–54,1) που διαβάζουμε στην Εκκλησία την Μ. Παρασκευή, για τα μελλοντικά παθήματα του αμνού του Θεού που σφαγιάζεται για την σωτηρία του κόσμου. Χρησιμοποιεί, όμως, και την προφητεία του Ησαΐα που διαβάζουμε και στον Μέγα Εσπερινό των Χριστουγέννων (Κεφ, 9, 6-7). Έτσι, το ορατόριο διατρέχει όλη την πορεία της Θείας Οικονομίας, δηλ. το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.
Ο Χρήστου ως φιλοσοφικός νους, είναι, φυσικά, εσχατολογικός. Γνωρίζει ότι αυτή η θυσία του Χριστού επαναλαμβάνεται αναιμάκτως σε κάθε Θεία Λειτουργία. Κι αυτό είναι το μυστήριο των μυστηρίων. Έτσι αποφασίζει, όπως ο ίδιος δηλώνει σε σχετικές με το έργο σημειώσεις του:
«Να το κάνω δραματικό – με την αρχέτυπη έννοια.
Η «διανοητικοποίηση» και ο συναισθηματισμός των αντιλήψεων του 18ου – 19ου αιώνα απορρίπτονται! Το στυλιζάρισμα της εποχής μπαρόκ απορρίπτεται!
Το δράμα έγκειται στο εξής: Θα εισαγάγω τα μη ακροάσιμα μέρη της ελληνικής λειτουργίας, και το επίκεντρο όλου του έργου θα είναι το raison d’ être {ο λόγος ύπαρξης} της λειτουργίας, δηλ. η μετουσίωση του άρτου και του οίνου στο σώμα και το αίμα του Χριστού! Αυτή είναι η ύψιστη μυστηριακή στιγμή.»
Επιλέγει, λοιπόν, την ευχή της Αναφοράς «Άξιον και δίκαιον σε υμνείν...», η οποία προφανώς τον συγκινεί λόγω της αποφάτικότητάς της: «Σὺ γὰρ εἶ Θεὸς ἀνέκφραστος, ἀπερινόητος, ἀόρατος, ἀκατάληπτος...»
Κι εδώ παρεμβάλλεται μια φράση που είναι η εξής: «Κατάπεμψον το πνεύμα! Ναι, Κύριε, ναι! Κατάπεμψον! Ναι! Κατάπεμψον!».
Το γεγονός της Πεντηκοστής είναι ακριβώς αυτή η πέμψις του Αγίου Πνεύματος από τον Χριστό. Και είναι λογικό να χρησιμοποιεί μια εναγώνια προστακτική για να συντελεσθεί το γεγονός. Όμως για τον Γ. Χρήστου είναι και η ουσία του μυστηρίου των μυστηρίων, δηλ. της Θείας Ευχαριστίας, όπου ο ιερέας παρακαλεί τον Θεό:
«κατάπεμψον τὸ Πνεῦμά σου τὸ Ἅγιον ἐφ' ἡμᾶς, καὶ ἐπὶ τὰ προκείμενα Δῶρα ταῦτα.»
Το φινάλε του έργου είναι, δηλαδή, η Θεία Λειτουργία. Η ευχή της αναφοράς, ο Επινίκιος Ύμνος («Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαββαώθ...») και για κλείσιμο το εξαποστειλάριο της Πεντηκοστής:
Φώς ο Πατήρ, Φώς ο Λόγος, Φώς και το Άγιον Πνεύμα, όπερ εν γλώσσαις πυρίναις, τοίς Αποστόλοις επέμφθη, και δι' αυτού πας ο κόσμος φωταγωγείται, Τριάδα Σέβειν Αγίαν.
Ταυτόχρονα με την Θεία Ευχαριστία η Τριαδολογία. Ο Χρήστου κάνει την σύνθεση: Ευχαριστιακή Τριαδολογία.
Το έργο τελειώνει με την τρίφωτο Αγία Τριάδα, όπως ακριβώς και η ταινία του Αντρέι Ταρκόφσκι για τον Αντρέι Ρουμπλιώφ. Η περίφημη εικόνα της Αγίας Τριάδος του Ρουμπλιώφ που γίνεται έγχρωμη και κατακυριεύει την οθόνη.
Το πώς ο Γιάννης Χρήστου αποδίδει μουσικά το κείμενο που εκείνος εμπνεύσθηκε είναι υπόθεση ολόκληρης μελέτης. «Το μόνο που ξέρω είναι πως το έγραψα με ειλικρίνεια» ομολογούσε στη Γιολάντα Τερέντσιο, σε ραδιοφωνική συνέντευξη το 1964, λίγο μετά την παγκόσμια πρώτη εκτέλεση στην Οξφόρδη, στα πλαίσια του Αγγλικού Φεστιβάλ Μπαχ. «Είναι η στιγμή που δύσκολα μπορεί κανείς να περιγράψει με λόγια, γιατί δεν χωρούνε λόγια, είναι η ώρα που ο άνθρωπος φωτίζεται με μια δύναμη που δεν είναι δική του».
Πάντως η συνθετική γραφή του Χρήστου, παρά τη φαινομενική σύγχυση που αναδίνεται από τα κείμενα που εκφέρονται ταυτόχρονα (και συμφύρονται) ανά σημεία - αντανακλώντας τη βοή της πραγματικής Βαβέλ - υπηρετεί τον λόγο, αλλά και την θεολογία του, με μια μουσική ολότελα σύγχρονη.
Πενήντα ένα χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του στο Λονδίνο, το έργο μας αποκαλύπτεται ως αέναη Πεντηκοστή.
ΑΚΟΥΣΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΕΡΓΟ:
Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος
http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/ (Ιδιωτική Οδός)
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)