Παραγωγή αξίας και ροή εσόδων από τις χρήσεις μουσικών έργων.
Δραστηριότητες δημιουργών και καλλιτεχνών στο φυσικό και ψηφιακό περιβάλλον.
Εισαγωγή:
Όλοι γνωρίζουμε ότι ο χώρος μας μετήλθε κοσμογονικών αλλαγών τα τελευταία 15 χρόνια. Όλοι ανεξαρτήτως οι δραστηριοποιούμενοι στο χώρο της μουσικής παραγωγής και προώθησης, διανομής, πώλησης και προστασίας των μουσικών έργων, βρέθηκαν αντιμέτωποι με μεγάλες προκλήσεις, καλούμενοι, να αναθεωρήσουν τον τρόπο δραστηριοποίησής τους και να αναζητήσουν, νέους, ελκυστικότερους, πιο λειτουργικούς, ταχύτερους και μικρότερου κόστους, τρόπους, για να παραμείνουν ανταγωνιστικοί.
Στη καθημερινή επαφή μου με συναδέλφους και σπουδαστές διαπιστώνω ότι ένα σημαντικό τμήμα τους παραμένει ελλιπώς ενημερωμένο για πολλά και ζωτικά θέματα σχετικά με τη διαχείριση των περιουσιακών δικαιωμάτων τουςκαι τις ροές εσόδων που οι χρήσεις των έργων του παράγουν.
Μέσα από μια σειρά άρθρων επιθυμώ να συμβάλλω στην κατανόηση του κομβικού θέματος της παραγωγής αξίας μέσω των διαφορετικών τρόπων χρήσης των μουσικών έργων παρουσιάζοντας όχι μόνο τις παραδοσιακές ροές εσόδων αλλά και το πως αυτές διευρύνθηκαν προκειμένου να περιλάβουν νέες μορφές χρήσης που αφορούν κατά κύριο λόγο τις νέες τεχνολογίες και τις ψηφιακές πλατφόρμες/υπηρεσίες.
Θα δούμε μεταξύ άλλων πως οι δικαιούχοι πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων αμείβονται όταν τα μουσικά έργα παίζονται στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, πωλούνται σε καταστήματα και ψηφιακές πλατφόρμες, συγχρονίζονται με εικόνα και αναπαράγονται με δεδομένο τρόπο ή κατ’ απαίτηση από παρόχους μουσικής που δραστηριοποιούνται διαδικτυακά.
Καλλιτέχνες που δραστηριοποιούνται δισκογραφικά (Μουσικούς, τραγουδιστές).
Μουσικούς και ερμηνευτές που δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στο χώρο της ηχογράφησης (session musicians).
Δημιουργούς και καλλιτέχνες που εξασκούν επαγγελματικά δεξιότητες τους όπως η μουσική παραγωγή η διδασκαλία κ.α.
Την αξιοποίηση της εικόνας και φήμης ενός καλλιτέχνη ή δημιουργού (Branding)
Την χρηματοδότηση μουσικών παραγωγών ή άλλων καλλιτεχνικών δράσεων απευθείας από το κοινό (crowdfunding) ή μέσω συνεργασίας με ιδρύματα, εταιρίες, φορείς κ.α.
Πριν αναφερθούμε στις ροές εσόδων πρέπει να δούμε ποιες εμπορικές οντότητες (δισκογραφικές εταιρίες, πάροχοι μουσικών υπηρεσιών μέσω διαδικτύου κ.α.), φορείς (Οργανισμοί συλλογικής διαχείρισης κ.α.), πληρεξούσιοι δημιουργών (εκδότες) συμμετέχουν με τον ένα ή το άλλο τρόπο στην παραγωγή αξίας και ροή εσόδων ως αποτέλεσμα των διαφορετικών χρήσεων των μουσικών έργων (πωλήσεις, ακροάσεις, συγχρονισμό με εικόνα κ.α.).
Δικαιούχοι προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας:
Δικαιούχοι προστασίας πνευματικής ιδιοκτησίας στον τομέα της μουσικής είναι οι δημιουργοί των έργων (συνθέτης, στιχουργός, διασκευαστής, μεταφραστής) και οι τυχόν δικαιοδόχοι τους, δηλαδή αυτοί στους οποίους για διάφορες αιτίες ενδέχεται από το νόμο ή βάσει σύμβασης να μεταβιβασθούν τα δικαιώματα του δημιουργού (εκδότης, υποεκδότης, κληρονόμος, ιδιοκτήτης). Οι δημιουργοί των έργων είναι αυτοί που εξασφαλίζουν την ύπαρξη και μακροημέρευση της μουσικής και δισκογραφικής βιομηχανίας και άλλων κλάδων.
Δισκογραφικές εταιρίες:
Στις αρχές του 20ουαιώνα ο κόσμος άρχισε να εξελίσσεται βιομηχανικά και μεγάλα τμήματα πληθυσμού μετακινήθηκαν στις πόλεις. Στην προσπάθειά της να αγκαλιάσει τη βιομηχανική επανάσταση, η σε τοπική ως τότε κλίμακα, εμπορία μουσικών προϊόντων ή παροχή μουσικών υπηρεσιών, ανταποκρίθηκε με το σχηματισμό δισκογραφικών εταιριών και εκδοτικών οίκων που ενήργησαν ως μεσολαβητές μεταξύ των δημιουργών, των καλλιτεχνών και των αναγκών της σύγχρονης κοινωνίας για ψυχαγωγία.
Οι «μεσάζοντες» αυτοί ανδρώθηκαν σε σημείο που για σχεδόν ένα αιώνα καθορίζαν ποια μουσική θα έφτανε τελικά στα αυτιά μας μέσα από τον απόλυτο έλεγχο της αγοράς. Σήμερα οι δισκογραφικές εταιρίες επανακαθορίζουν το ρόλο τους διότι:
α) Το Διαδίκτυο προκάλεσε σειρά ριζοσπαστικών αλλαγών σε πολλές πτυχές της μουσικής βιομηχανίας και η σχέση και εμπειρία των καταναλωτών με την μουσική άλλαξε στην ψηφιακή εποχή. Στην εποχή του Διαδικτύου δεν είναι μια ελίτ αποτελούμενη από στελέχη δισκογραφικών εταιρειών, παραγωγούς του ραδιοφώνου και της τηλεόρασης, συντάκτες εφημερίδων και περιοδικών ή διευθυντές πωλήσεων καταστημάτων που μπορεί να αποφασίζει τι κατά την κρίση της πρέπει να καταναλώσει το κοινό.
Σήμερα, οι καταναλωτές κάνουν τις αγορές τους λιγότερο στη βάση της τυφλής πίστης ή μιας διαφημιστικής εκστρατείας και περισσότερο με βάση αυτό που πραγματικά απολαμβάνουν χάρη στην κοινωνική δικτύωση και το διαθέσιμο εύρος επιλογών. και οι επιλογές τους αυτές ανατρέπουν το κατεστημένο.
β) Νέοι, εκτός της δισκογραφικής βιομηχανίας παίκτες, έχουν εδραιώσει την παρουσία τους στο σύγχρονο τοπίο επιδεικνύοντας μεγαλύτερη ευελιξία, διαθέτοντας βαθύτερη γνώση των σύγχρονων εργαλείων αλλά και καλύτερη κατανόηση των αναγκών των καταναλωτών. (Apple, Google, Amazon κ.α.).
Διακρίνουμε τρεις κατηγορίες δισκογραφικών:
Major Labels: Πολυεθνικής εμβέλειας δισκογραφικές εταιρίες με γραφεία σε όλο τον κόσμο. Ελέγχουν κάθε πλευράς της διαδικασίας που ξεκινά με την ανακάλυψη του καλλιτέχνη - δημιουργού, συνεχίζεται με την υπογραφή συμβολαίου συνεργασίας και με πολλά ενδιάμεσα στάδια (επιλογή ρεπερτόριου, μουσική παραγωγή, ηχογράφηση, μίξη, σχεδιασμό εξωφύλλου, ένθετου, προώθηση κ.α.) ολοκληρώνεται με τη διανομή, τοποθέτηση και πώληση των έργων τους στην αγορά (δισκοπωλεία, διαδικτυακά καταστήματα κ.α.).
Οι πολυεθνικές δισκογραφικές διαθέτουν ένα εξαιρετικά σημαντικό περιουσιακό στοιχείο που είναι οι τα εκατοντάδες χιλιάδες η εκατομμύρια ηχογραφήματα που παρήγαγαν στη διάρκεια της λειτουργίας τους (Back catalog of titles). Διαθέτουν επίσης δικούς τους εκδοτικούς οίκους και συγκεντρώνουν κάτω από μια στέγη τις καλλιτεχνικές και προωθητικές δραστηριότητες καθώς και την διανομή.
Οι μεγάλες δισκογραφικές εταιρίες υπερέχουν έναντι των μικρών στο ότι μπορούν να:
α) Προσφέρουν ως δέλεαρ μεγαλύτερες προκαταβολές.
β) Χρηματοδοτήσουν με μεγαλύτερη άνεση τις μουσικές παραγωγές που τις ενδιαφέρουν (ηχογράφηση, μίξη).
γ) Διαθέτουν εξειδικευμένα τμήματα που συνεργάζονται με στόχο τη μεγιστοποίηση του αποτελέσματος όπου χρειαστεί (πχ: τα τμήματα προώθησης, επικοινωνίας και διανομής για την κυκλοφορία ενός δίσκου).
ε) Στηρίζουν οικονομικά και οργανωτικά τις συναυλίες & περιοδείες των καλλιτεχνών τους (Tour support).
Subsidiary Labels:
Θυγατρικές εταιρίες. Είναι εταιρίες που για τον ένα ή τον άλλο λόγο εξαγοράστηκαν από άλλες ή συγχωνεύτηκαν με άλλες, μεγαλύτερες συνήθως, δισκογραφικές εταιρίες. Κάποιες στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων διατήρησαν το σήμα τους (label) ή και την αυτοτέλεια τους στην διοίκηση και καλλιτεχνική διαχείριση.
Independent Labels:
Ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρίες. Εστιάζουν συνήθως σε κάποιο/α συγκεκριμένο/α μουσικά ιδιώματα και εκπροσωπούν μικρό αριθμό καλλιτεχνών. Οι πόροι τους σε ανθρώπινο δυναμικό και κεφάλαια κίνησης είναι περιορισμένοι. Μεγάλο μέρος της ανανέωσης της μουσικής σκηνής σε διάφορα είδη μουσικής προήλθε καθ’ όλη τη διάρκεια του εικοστού αιώνα από ανεξάρτητες δισκογραφικές.
Ποία έξοδα αποσβένει μια δισκογραφική εταιρία πριν αποδώσει στον καλλιτέχνη τα δικαιώματα που έχουν συμφωνηθεί από πωλήσεις στην μεταξύ τους σύμβαση:
Τα προς απόσβεση έξοδα περιλαμβάνουν:
τυχόν προκαταβολές.
τα έξοδα μουσικής παραγωγής.
τα έξοδα για video κλιπ.
τα έξοδα για υποστήριξη συναυλιών.
Ποία έξοδα δεν συνηθίζεται να περιλαμβάνονται από πλευράς της δισκογραφικής στα προς απόσβεση έξοδα από τα δικαιώματα του καλλιτέχνη:
Κόστος βιομηχανικής παραγωγής των CD.
Μάρκετιν.
Διαφήμιση.
Αποστολή CD σε δικοπωλεία, ψηφιακά καταστήματα κ.α.
Self Released Artists:
Καθημερινά ολοένα και περισσότερoι δημιουργοί χρηματοδοτούν και εκδίδουν οι ίδιοι τα έργα τους ή επιδιώκουν τη χρηματοδότηση τους μέσω του κοινού (Crowd funding). Τα προσιτά πλέον σε τιμή, σύγχρονα εργαλεία μουσικής παραγωγής σε συνδυασμό με διαδικτυακές πλατφόρμες που προσφέρουν υπηρεσίες προώθησης, διανομής και πώλησης των έργων ανεξάρτητων καλλιτεχνών συνηγορούν στην αύξηση αυτής της τάσης.
Ερμηνευτές – εκτελεστές:
Αποτελούν με τους δημιουργούς την κινητήριο δύναμη της μουσικής και δισκογραφικής βιομηχανίας. Ατομικά ή σε μουσικά σχήματα εκτελούν ή ερμηνεύουν μουσικά έργα τρίτων ή δικά τους ψυχαγωγώντας το κοινό. Η απήχησή τους αλλά και η δύναμη τους να επηρεάσουν την κοινή γνώμη είναι εξαιρετικά σημαντική.
Οργανισμοί Συλλογικής Διαχείρισης:
Η διαχείριση και η προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και των συγγενικών δικαιωμάτων μπορεί να γίνει είτε σε ατομικό επίπεδο από τον κάθε δικαιούχο μεμονωμένα, είτε συλλογικά μέσα από τους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης (ΟΣΔ) ή/και προστασίας.
Οι ΟΣΔ αναλαμβάνουν βάσει μιας ειδικής σύμβασης, της σύμβασης ανάθεσης με το δικαιούχο, τη διαχείριση και προστασία του περιουσιακού του δικαιώματος ή μέρους των περιουσιακών του εξουσιών και λειτουργούν με άδεια του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Περισσότερες πληροφορίες στο site του Οργανισμού Πνευματικής ιδιοκτησίας.
Εκδότες:
Ο εκδότης μουσικών έργων λειτουργεί ως πληρεξούσιος υποκαθιστάμενος με συμβατική ανάθεση απ το δημιουργό σε μέρος των εξουσιών που απορρέουν απ το πνευματικό του δικαίωμα. Η συνεργασία δημιουργών και εκδοτών μπορεί να λάβει διαφορετικές μορφές και ως αντάλλαγμα προβλέπεται συνήθως ποσοστό επί των παραγόμενων και εισπραττόμενων δικαιωμάτων.
O εκδότης σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο λειτουργεί παράλληλα με τον εκάστοτε Οργανισμό Συλλογικής Διαχείρισης, συνεργαζόμενος στη χώρα της έδρας του, αλλά και μέσω αντιπροσώπων του (υποεκδότες) στις χώρες του εξωτερικού με τους τοπικούς διεθνείς Ο.Σ.Δ.
Ο δημιουργός συμβάλλεται με έναν εκδότη με στόχο μεταξύ άλλων:
α) Tην καταχώρηση των έργων του δημιουργού. Προκειμένου οι χρήσεις ενός μουσικού έργου να παράξουν τα ανάλογα έσοδα (δικαιώματα) πρέπει τα έργα να δηλωθούν σωστά*:
1) Στη διεθνή βάση μουσικών έργων ISWC. Ο κωδικός ΙSWC (InternationalStandardMusicalWorkCode) αποτελεί έναν μοναδικό, μόνιμο και διεθνώς αναγνωρισμένο με το πρότυπο ISO, αριθμό αναφοράς για την αναγνώριση των μουσικών έργων. Αυτή είναι η βάση που βλέπουν όλοι οι Ο.Σ.Δ.
2) Στις βάσεις των κατά τόπους Ο.Σ.Δ. Αυτό γίνεται σχεδόν αποκλειστικά με τη φροντίδα και επιμέλεια του εκδότη που προϋποτίθεται ότι είναι και μέλος των κατά τόπους Ο.Σ.Δ.
β) τον έλεγχο της ορθής τεκμηρίωσής τους.
γ) την αναζήτηση πρόσθετων μορφών χρήσης τους τοπικά αλλά και σε άλλες εδαφικές περιοχές.
δ) την παρακολούθηση των χρήσεων των εκπροσωπούμενων μουσικών έργων και τον έλεγχο και απόδοση των εισπραττόμενων από τους κατά τόπους Ο. Σ. Δ.
ε) την απόδοσή τους στο δημιουργό με βάση τη σύμβασή τους.
*Η σημασία της σωστής δήλωσης των μουσικών έργων.
Απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου η δήλωση των έργων στις διεθνείς βάσεις να γίνει σωστά. Η μεταφορά των τίτλων των μουσικών έργων από τα Ελληνικά στην κωδικοποίηση που απαιτείται αποτελεί από μόνη της μια πρόκληση. Αν η κωδικοποίηση δεν γίνει σωστά τότε δεν θα μπορούν να αποδοθούν δικαιώματα από τη χρήση των έργων λόγω αδυναμίας ταυτοποίησής τους και εύρεσής τους στις διεθνείς βάσεις.
Η Ελληνική ιδιαιτερότητα!
Γιατί δεν μπόρεσαν Έλληνες δημιουργοί να εισπράξουν τα χρήματα που τους αναλογούσαν από εκτελέσεις των έργων τους στο εξωτερικό;
Πάρα πολλοί Έλληνες δημιουργοί επί δεκαετίες έχασαν και συνεχίζουν να χάνουν μεγάλα χρηματικά ποσά από χρήσεις των έργων τους σε χώρες του εξωτερικού διότι:
α) Δεν έγινε έγκαιρα, σωστά ή και καθόλου από τους κατά τόπους Ο.Σ.Δ η καταχώρηση των μουσικών έργων στις βάσεις τους. Όπως είναι γνωστό είθισται κάθε Ο.Σ.Δ. να δίνει βάρος στο δικό του εκπροσωπούμενο ρεπερτόριο και το απ’ ευθείας σ' αυτόν δηλωθέν μέσω τον εκδοτών και όσον αφορά τις διανομές δικαιωμάτων στηρίζονται περισσότερο στις τοπικές δηλώσεις των απ ευθείας μελών τους (δημιουργοί / εκδότες / υποεκδότες) παρά στις κεντρικές διεθνείς βάσεις.
β) Στις ξένες χώρες η συνεργασία δημιουργών και εκδοτών αποτελεί τον κανόνα και όχι την εξαίρεση όπως στη χώρα μας. Η ΑΕΠΙ επί χρόνια και καθ' υπέρβαση της θεσμικής της υποχρέωσης δαιμονοποίησε το ρόλο των εκδοτών με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζονται απ τους δημιουργούς με καχυποψία και όχι ως κάτι το υποστηρικτικό της πνευματικής ιδιοκτησίας. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μην καθίσταται δυνατόν να εισπραχθούν ποσά από πολλές χώρες ανάμεσά τους και χώρες όπου η Ελληνική μουσική είχε μεγάλη απήχηση λόγω απόδημου Ελληνισμού (ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς κ.α.).
Στις χώρες της Δύσης ο εκδότης αποτελεί βασικό συνεργάτη και υποστηρικτικό σκέλος στις διαχειριστικές δραστηριότητες των Ο.Σ.Δ.. Γι αυτό και σε αντίθεση με τον Ελληνικό ρεπερτόριο στο εξωτερικό το ξένο ρεπερτόριο στη χώρα μας είναι σχεδόν ολόκληρο ταυτοποιημένο στη βάση τεκμηρίωσης της ΑΕΠΙ. Αντιθέτως, το ελληνικό ρεπερτόριο ήταν μέχρι πρότινος σχεδόν εξ ολοκλήρου ατεκμηρίωτο στις βάσεις των τοπικών Ο.Σ.Δ. του εξωτερικού, άγνωστο και φυσικά απροώθητο.
Στο εξωτερικό και ειδικά στις ΗΠΑ , Καναδά , Αυστραλία , χώρες της Άπω Ανατολής η είσπραξη δικαιωμάτων μέσω τοπικού Ο.Σ.Δ. δεν είναι δυνατή παρά μόνο εάν το ρεπερτόριο έχει εκδότη και στην περίπτωση των μηχανικών δικαιωμάτων στις ΗΠΑ αυτά εισπράττονται μόνο μέσω της Ένωσης Εκδοτών του Οργανισμού Harry Fox Agency.
Περιπτώσεις όπως αυτή της Harry Fox Agency στις ΗΠΑ όπου δεν αναγνωρίζει καταστατικά ως εταίρους τους Ο.Σ.Δ. παρά μόνο τους εκδότες είχε ως αποτέλεσμα ακόμα και αν είχε εισπράξει και εκκαθαρίσει δικαιώματα από τη χρήση έργων Ελλήνων δημιουργών να αδυνατεί να τα καταβάλει προς Ελληνικούς Ο.Σ.Δ. Έτσι δικαιώματα έμεναν σε εκκρεμότητα για κάποιο διάστημα και αναδιανέμονταν στα ξένα μέλη και όχι σε Έλληνες.
Αυτά είναι μερικά από τα τεχνικά μεν αλλά ουσιαστικά αποτελέσματα ως προς την οικονομική απώλεια των Ελλήνων δημιουργών από τις εκμεταλλεύσεις των έργων τους στο εξωτερικό που οφείλονται εν μέρει στην εχθρική στάση που τηρήθηκε και τηρείται από την ΑΕΠΙ ως προς το ρόλο των εκδοτών γεγονός που στέρησε τους Έλληνες δημιουργούς από πολύ σημαντικά έσοδα από το εξωτερικό τα χρυσά της Ελληνικής δισκογραφίας στερώντας παράλληλα και στην ίδια τη δυνατότητα να αυξήσει τα έσοδά της.