ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΚΟΥΚΟΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Όταν γίνεται λόγος για χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις, κανείς φαντάζεται μια αμιγώς χριστουγεννιάτικη αισθητική –για πολλούς τετριμμένη και kitsch. Κάποιες προσωπικότητες όμως, όπως ο συνθέτης και Καθηγητής Περικλής Κούκος, διαθέτουν την πνευματικότητα που τους επιτρέπει να αξιοποιούν γόνιμα ένα project για τις γιορτές των Χριστουγέννων. «Το ονομάζω μουσικό παραμύθι. Του λείπουν δυο ακόμη λέξεις, «για παιδιά», για τον απλούστατο λόγο ότι το έργο δεν είναι γραμμένο μόνο για παιδιά, είναι και για παιδιά!» διευκρινίζει ο συνθέτης. Όταν το 2003 του έγινε παραγγελία από τον Οργανισμό του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών να δημιουργήσει μια παράσταση για τις γιορτές των Χριστουγέννων, τότε εμπνεύστηκε τη δραματοποίηση του έργου του Γιώργου Σεφέρη «Ο Μερλίνος ο Μάγος και το Νησί των Ποιητών - Όνειρο μιας Χειμωνιάτικης Νύχτας». Μάλιστα έγραψε ο ίδιος το λιμπρέτο και ενσωμάτωσε ανάλογου βεληνεκούς ελληνική ποίηση.
Φέτος, στις 21 Δεκεμβρίου η μουσική παράσταση ανεβαίνει ξανά στο Ίδρυμα Κακογιάννη, και στις 22 Δεκεμβρίου στον Χώρο Τέχνης και Πολιτισμού «ΑΡΤΕΜΙΣ» στον Άλιμο. Ο Καθηγητής Νίκος Μαλλιάρας διευθύνει τη Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών. Οι κορυφαίοι σολίστ Ειρήνη Καράγιαννη (µεσόφωνος), Κώστας Μαυρογένης (βαρύτονος), Στέλλα Κούκου (πιάνο), Βασίλης Πουλάκος (αφηγητής) και οι Παιδικές Χορωδίες «Μανώλης Καλοµοίρης» (διδασκαλία Σάββα Ρακιντζάκη) και «Περικλής Κούκος» Εθνικού Ωδείου Ηλιούπολης (διδασκαλία Βάνας Μαντζαβίνου), καθώς και ο Αντώνης Χαλκιάς (εικαστική επιμέλεια) σας εγγυώνται μια όμορφη μουσικο-ποιητική βραδιά.
Πολλά υποσχόμενη θα είναι και η βραδιά της 1ης Φεβρουαρίου στο ΜΜΑ, με τίτλο «Εμ-πνεύσεις» όπου θα γίνει ένα μουσικό πορτρέτο του Περικλή Κούκου με τη συμμετοχή του κουιντέτου πνευστών «Αίολος» και του πιανίστα Δημήτρη Κούκου.
Δεν κατάλαβα πώς πέρασε μια ώρα συζήτησης στην αίθουσα 27 του Ωδείου Αθηνών. Από αυτήν πέρασαν πολλοί -κορυφαίοι σήμερα- συνθέτες, σολίστ και αρχιμουσικοί, όπως ο Κωνσταντίνος Καρύδης, ο οποίος τον Μάρτιο του 2018 θα διευθύνει στην Όπερα της Ρώμης το έργο του Περικλή Κούκου “Ιn Memoriam”. «Είναι αφιερωμένο στη μνήμη του δασκάλου μου, Γιάννη Ανδρέα Παπαϊωάννου» λέει με συγκίνηση ο συνθέτης και τονίζει: «Πάντοτε αποτίω φόρο τιμής στους δασκάλους μου»…
«Όλοι οι συνθέτες έχουν προσπαθήσει να δημιουργήσουν μια προσωπική γλώσσα. Άλλοι το καταφέρνουν νωρίς, άλλοι προς το τέλος, ωριμότεροι, και άλλοι δεν το βρίσκουν ποτέ. Και μπορεί να έχουν πολύ μεγάλη πλειάδα έργων, τα οποία όμως να είναι απομιμήσεις και καλές ακόμη- δεν τις απορρίπτουμε- αλλά να είναι Επιμηθείς. Το θέμα είναι να είσαι Προμηθέας, όχι Επιμηθέας, να κομίζεις κάτι καινούργιο».
Τ.Β. Το έργο έχει ανέβει το 2003 για πρώτη φορά στο ΜΜΑ με την Καμεράτα και με επίσης πολύ αξιόλογους συντελεστές. Είχε και μια πολύ ωραία έκδοση, η οποία έχει εξαντληθεί απ’ ό,τι είδα. Τι διαφορές έχει η φετινή παράσταση συγκριτικά με εκείνη του 2003;
Π.Κ. Το 2003 είχαν πραγματοποιηθεί 12 παραστάσεις, οι οποίες ήταν όλες sold out και έτσι υπήρξε πάρα πολύς κόσμος που ήθελε, αλλά δεν μπόρεσε να βρει εισιτήριο για να δει την παράσταση. Είχε μια πολύ ωραία διανομή: διηύθυνε ο Αλέξανδρος Μυράτ, σολίστ στο πιάνο ήταν η Ναταλία Μιχαηλίδου, μέτζο σοπράνο ήταν η Ειρήνη Καράγιαννη και η Μαίρη Έλεν Νέζη και βαρύτονοι ήταν ο Τάσης Χριστογιαννόπουλος και ο Χάρης Ανδριανός. Αφηγητής τότε ήταν ο Κώστας Καστανάς, σήμερα είναι ο Βασίλης Πουλάκος. Επίσης ο Αλέξης Κυριτσόπουλος είχε «ντύσει» ζωγραφικά την παράσταση. Την παιδική χορωδία είχε προετοιμάσει ο Νίκος Μαλλιάρας, ο γνωστός καθηγητής του Τμήματος Μουσικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και λάτρης της ελληνικής δημιουργίας. Ως εκ τούτου, μετά την ίδρυση μιας νέας Ορχήστρας, της Φιλαρμόνια Αθηνών, η οποία είναι εξαιρετική και θέλω να το υπογραμμίσω αυτό, με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Βύρωνα Φιδετζή, μου έγινε πρόταση να επαναλάβουμε φέτος το έργο σε δυο συναυλίες. Έτσι, με κινητήρια δύναμη τον Νίκο Μαλλιάρα -ο οποίος είναι βαθύς γνώστης του έργου από την αρχική του παρουσίαση το 2003 καθ’ ότι τότε είχε προετοιμάσει τις χορωδίες και φέτος έχει αναλάβει τη μουσική διεύθυνση και την προετοιμασία της ορχήστρας- ήδη από τις πρώτες πρόβες βλέπουμε πολύ ωραία αποτελέσματα. Επίσης, έχουμε εξαίρετους σολίστ.
Η Athens Filarmonia Orchestra, με τον Αρχιμουσικό της, Βύρωνα Φιδετζή, στο Μέγαρο του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά.
Τ.Β. Στην αρχική παράσταση, το 2003, είχε κυκλοφορήσει το έργο σε μια πολύ ωραία έντυπη έκδοση, η οποία δυστυχώς είναι εξαντλημένη. Φέτος, το βιβλίο θα επανεκδοθεί;
Π.Κ. Όχι, γιατί ήταν μια πολύ ακριβή έκδοση. Αλλά στόχος μας είναι την επόμενη χρονιά σε συμπαραγωγή είτε με το ΜΜΑ, είτε με το Ίδρυμα Νιάρχος, να παρουσιαστεί ξανά το έργο σε πλήρη σκηνική δράση. Τότε σκοπεύουμε να συνοδεύεται από έντυπη έκδοση. Ο πλήρης τίτλος του έργου είναι: «Ο Μερλίνος ο Μάγος και το Νησί των Ποιητών – Όνειρο μιας Χειμωνιάτικης Νύχτας» εξ ου και η αναφορά μου στο έργο του Σαίξπηρ «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας». Το ονομάζω μουσικό παραμύθι. Του λείπουν δυο ακόμη λέξεις, «για παιδιά», για τον απλούστατο λόγο ότι το έργο δεν είναι γραμμένο μόνο για παιδιά, είναι και για παιδιά! Αυτό το «και» περικλείει την ουσία του όλου εγχειρήματος. Πρόκειται για ένα μουσικό παραμύθι που έχει τόσο υψηλή ποίηση, τόσο σπουδαίους ποιητές, που εκφέρονται μελωδικά από τις φωνές των παιδιών μέσα από ένα παραμύθι. Η ουσία είναι πρώτα να γοητεύουμε τα παιδιά και μετά να δίνουμε τα «υψηλά» μηνύματα. Μέσα από αυτή τη γοητεία της μουσικής και του ποιητικού λόγου, τα παιδιά, αλλά και οι μεγάλοι, εισάγονται στην αισθητική της υψηλής ποίησης και της μουσικής.
Τ.Β. Ποια στοιχεία του έργου «Ο Μερλίνος ο Μάγος» σας ενέπνευσαν ώστε να το επενδύσετε μουσικά;
Π.Κ. «Ο Μερλίνος ο Μάγος» ήταν η εκκίνηση. Απλώς επελέγη για να δώσει τον τίτλο του έργου. Δεν αρκούσε από μόνο του για να επενδυθεί μουσικά και να αποτελέσει μια ολόκληρη παράσταση. Ήταν μια γιορτή που γίνεται στο σπίτι, παραμονές των Χριστουγέννων στο στολισμένο σαλόνι κτλ. Μέσα από αυτό εκτυλίσσεται μια ιστορία, η οποία έχει σχέση με το όνειρο και την ποιητική διάθεση (ξεφεύγει εντελώς από τη χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα) και εξελίσσεται σε μια μικρή Οδύσσεια. Σε μια αναζήτηση όπου η μικρή Μαρία, που είναι η ηρωίδα του έργου, ψάχνει να βρει το θαλασσινό τριφύλλι. Είναι ένα ποίημα που της έχει δώσει ο θείος της ο Γιώργος - μεταφορικά και συμβολικά, ο Γιώργος Σεφέρης. Η Μαρία, μέσα στο όνειρό της, αρχίζει και ταξιδεύει με το μικρό καραβάκι της. Το καραβάκι το λέμε «Οδυσσέα». Ταξιδεύει σε άγνωστες θάλασσες, φθάνει σε μαγικά νησιά, όπου εκτυλίσσονται ολόκληρες ιστορίες. Κάθε φορά ένα ποίημα ουσιαστικά ολοκληρώνει μια σκηνή. Εκεί στο μικρό νησί, αποκαμωμένη η Μαρία ξαπλώνει και αποκοιμιέται. Στο σημείο αυτό, ακούγεται το ποίημα «Ανοιχτομάτης ύπνος» του Άγγελου Σικελιανού. Την άλλη μέρα η Μαρία, ζωηρή καθώς είναι, ξεκινάει να εξερευνά το νησί. Εκεί συναντά ένα παππούλη και ακούγεται το ποίημα «Ο παππούλης» του Βασίλη Ρώτα. Ο παππούλης φύλαγε τα χωράφια από μια αλεπού, η οποία ήταν πονηρή και με αφορμή το περιστατικό, ακούγεται το ποίημα «Η αλεπού καλόγρια». Κατ΄αυτό τον τρόπο συνεχίζεται το έργο…
Πηγή: Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Α΄- Β΄ Δημοτικού – Βιβλίο Μαθητή[1]
Τ.Β. Ο τρόπος που μου το περιγράφετε, μου δημιούργησε την ανάγκη να σας κάνω μια ερώτηση που δεν περιλαμβάνεται σε αυτές που έχω προετοιμάσει. Ήταν αγαπημένα σας ποιήματα που σας οδήγησαν στο να γράψετε το λιμπρέτο, ή ήταν το λιμπρέτο που σας οδήγησε στο να βρείτε σχετικά ποιήματα;
Π.Κ. Και τα δυο. Κατ’ αρχάς ήταν αγαπημένα μου ποιήματα, όπως «Η γιορτή», το «Χειμωνιάτικο όνειρο», «Το ταξίδι», «Το μαγικό νησί», «Οι θαλασσινές σπηλιές», μια σειρά από ποιήματα που πραγματικά ήταν «κλειδιά» της παράστασης. Από την άλλη, υπήρχαν και εμβόλιμες μικρές σκηνές που είχαν μια πιο κινηματογραφική διάσταση, στη φιλοσοφική αναζήτηση που έχει το έργο ως σύλληψη και με εικόνες που είναι πιο κοντά στα παιδιά. Για παράδειγμα, όταν ταξιδεύανε νύχτα, επέλεξα «Το φεγγαράκι» του Βιζυηνού.
Πηγή: Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Α΄- Β΄ Δημοτικού – Βιβλίο Μαθητή[2]
Τ.Β. Σε μια συνέντευξή σας αναφέρετε ότι ξεκινήσατε να γράφετε το έργο όταν τα παιδιά σας ήταν 5 – 6 ετών. Σε τι ηλικίας παιδιά απευθύνεται το έργο και ποιοι είναι οι εκπαιδευτικοί του στόχοι;
Π.Κ. Το έργο ξεκίνησα να το γράφω όταν τα δυο πρώτα μου παιδιά ήταν 5 – 6 χρονών. Δεν το ολοκλήρωσα όμως τότε, αλλά χρόνια αργότερα, όταν στην αντίστοιχη ηλικία ήταν το τρίτο μου παιδί! Σαφώς το έργο έχει και εκπαιδευτικούς στόχους. Και αυτή είναι μια σημαντική διάσταση, το πώς φτιάχνεται ένα έργο. Στην προκειμένη περίπτωση, συνειδητοποίησα ότι χρειάζεται να εντάξω ποιήματα, τα οποία τα παιδιά έχουν στα αναγνωστικά τους των τάξεων του Δημοτικού. Κάποια από αυτά, είναι το «Ντούκου – ντούκου μηχανάκι», «Η αλεπού καλόγρια», «Το φεγγαράκι», «Ο παππούλης» κτλ. Είναι δηλαδή κάποια ποιήματα που στα παιδιά είναι οικεία. Άρα η δημιουργία του έργου είναι πολυδιάστατη σύνθεση, φόρμα και αρχιτεκτονική. Απευθύνεται σε παιδιά, γι αυτό μερικά από τα τραγούδια τα τραγουδάνε πολύ μικρά παιδιά που έχουμε στη χορωδία, μόλις 5-6 ετών! Όμως έχουμε και κομμάτια με τριφωνίες και πιο δύσκολα στοιχεία, τα οποία ερμηνεύουν πιο μεγάλα παιδιά, 10 -12 ετών, αλλά και κάποια λίγο μεγαλύτερα για να στηρίζουν τις πιο δύσκολες φωνές και τους ρυθμούς. Θέλω να υπογραμμίσω ότι οι ρυθμοί αποτελούν το κυρίαρχο στοιχείο μέσα στις 21 εικόνες μαζί με την εισαγωγή που έχει το έργο. Φανταστείτε, περνάει σχεδόν όλη η πολυρρυθμία την οποία χρησιμοποιώ σε ολόκληρη τη μουσική μου δημιουργία: ρυθμοί 7/8, 8/8/, 9/8/, 10/8, εναλλασσόμενη πολυρρυθμία, σύνθετη, απλή, βαλσάκια, όπως πχ το «Τραγούδι κοριτσιού» του Ελύτη που βρίσκεται επίσης στο βιβλίο και αποτελεί ένα όμορφο ποιητικό βαλς.
Άρα οι εκπαιδευτικοί στόχοι είναι να εισάγουμε τα παιδιά στην υψηλή ελληνική ποίηση και στην ελληνική ρυθμολογία, η οποία βγαίνει μέσα από τη γλώσσα. Οι ρυθμοί οι πολυσύνθετοι και πολύπλοκοι που χρησιμοποιώ, πηγάζουν μέσα από τη γλώσσα και αυτός ο παλμός της γλώσσας από την αρχαία Ελλάδα μέχρι τις μέρες μας, είναι αυτός που δίνει μια έντονη πολυρυθμικότητα, αλλά ταυτόχρονα μια αμεσότητα, απλότητα, ενώ για τον μουσικό είναι εξαιρετικά δύσκολο να ερμηνεύσει αυτά τα πολυρυθμικά σχήματα. Για τον ακροατή η επαφή είναι πολύ απλή, σχεδόν θα έλεγα με τη Μοτσάρτια έννοια, με τη διάθεση της άμεσης κατανόησης. Από την άποψη αυτή, έχουν την ιδιότητα να είναι απομνημονεύσιμα, δηλαδή να εντυπώνονται οι ρυθμοί και μελωδίες. Όταν εντυπώνεται η μελωδία και ο ρυθμός, εντυπώνεται και ο λόγος, που για μένα είναι πολύ σημαντικός σε αυτό το έργο.
Τ.Β. Πολλά από τα ποιήματα που επιλέξατε είναι του Σεφέρη και του Ελύτη. Τι σημαίνει για σας ως δημιουργό η ποίηση των εκπροσώπων της γενιάς του ‘30?
Π.Κ. Όπως ξέρετε, ένα κυρίαρχο ρόλο στη δημιουργία μου έχουν οι Όπερες. Στις πιο πολλές από αυτές, έχω ενεργό ρόλο στο σχεδιασμό του λιμπρέτου και της δραματουργικής επεξεργασίας. Εάν δεν είχα λοιπόν αυτή τη διδασκαλία, τη μάθηση, την επαφή, τη γνωριμία με τους δημιουργούς ποιητές, νομίζω ότι κάτι θα έλειπε και στις Όπερες. Με επηρέασε πολύ βαθύτερα και στην κριτική μου σκέψη και στο λόγο. Είχα συνεργασίες είτε με λιμπρετίστες, είτε ο ίδιος συμπλήρωνα τμήματα του λιμπρέτου - γιατί παρότι συνεργάστηκα με εξαιρετικούς συγγραφείς και ποιητές, εντούτοις έπαιζα ενεργό ρόλο στη δημιουργία των λιμπρέτων. Αυτό το background που είχα, με έκανε να συμμετέχω ενεργά και να μην είμαι ένας μουσικός ο οποίος απλώς προσεγγίζει μια ποίηση, ένα λιμπρέτο και το επενδύει με μουσική και γίνεται Όπερα. Όπως επίσης ένας άλλος τομέας που με βοήθησε στις Όπερες, ήταν η ενασχόλησή μου με τη μουσική για το αρχαίο δράμα. Η θεατρικότητα του στίχου και η ποιητικότητα, μου έδωσε τη βάση για να χτίσω τις δομές στις Όπερές μου.
Τ.Β. Σύμφωνα με ένα επιστημονικό άρθρο του Δ. Κόκκινου, υποστηρίζεται ότι ο Σεφέρης επηρεάστηκε από τον Άγγλο συγγραφέα και ζωγράφο Έντουαρντ Λίαρ (Edward Lear) και εισήγαγε στην Ελλάδα το ποιητικό είδος του λίμερικ. Έχει κάποιες ιδιαιτερότητες αυτό το ποιητικό είδος ως προς τη μελοποίησή του;
Π.Κ. Το αντιμετώπισα και εγώ σκωπτικά με ένα τρόπο και με μια ιδιαίτερη προσέγγιση μέσα από αντιχρονισμούς στον βαρύτονο, τη σοπράνο, αλλά και τη χορωδία. Θα έλεγα ότι ξεχωρίζει ως κάτι ιδιαίτερο, σαν ένα λουλούδι μοναδικό, μέσα στο μπουκέτο των ποιημάτων. Τα λίμερικς, τα ληρολογήματα όπως τα λέει ο Σεφέρης, είναι τρία ποιήματα ενωμένα σε ένα κομμάτι, όπως για παράδειγμα το ποίημα: «Είτανε μια κοπέλα απ΄τη Σάμο».
Πηγή: Ανθολόγιο Λογοτεχνικών Κειμένων Α΄- Β΄ Δημοτικού – Βιβλίο Μαθητή
Τ.Β. Μεταξύ των ποιημάτων που έχετε επιλέξει περιλαμβάνεται και ένα ανέκδοτο ποίημα με τίτλο: «Ήταν ο καιρός» που έγραψε ο ποιητής Τάσος Ρούσσος 1934-2015. Του ιδίου, έχετε μελοποιήσει τη νουβέλα «Τα χειρόγραφα του Μανουέλ Σαλίνας» σε δικό του λιμπρέτο. Σας συνδέει κάποιος ιδιαίτερος δεσμός με το έργο του Τάσου Ρούσσου;
Π.Κ. Είχα τη χαρά να συνεργαστώ μαζί του όταν ήταν διευθυντής στην Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και σπουδαίος μεταφραστής αρχαίου δράματος. Συνεργάστηκα μαζί του, φτιάχνοντας μουσική για το αρχαίο δράμα για το Εθνικό Θέατρο, και σε άλλες περιπτώσεις για το Φεστιβάλ Αθηνών, για το Ηρώδειο κτλ. Μέσα από αυτή τη γνωριμία και αφού διάβασα και τη νουβέλα του αυτή την εξαιρετική, μας συνέδεσε μια ιστορία που για μένα είναι από τις πιο δημιουργικές της ζωής μου. Πίστεψα πάρα πολύ σε αυτό το έργο, ως σύλληψη, έργο το οποίο διαπραγματεύεται τις αιώνιες αναζητήσεις του ανθρώπου: τη γέννηση, την πορεία προς τη δημιουργία, τον έρωτα και το θάνατο και το κυνήγι της αιωνιότητας. Ως εκ τούτου, στο «Μανουέλ Σαλίνας» έχω εντάξει τέσσερα ανεξάρτητα ποιήματά του από την ποιητική του συλλογή «Προς την οροφή». Γενικά, ο Τάσος Ρούσσος ήταν ο άνθρωπος ο οποίος επίσης με σημάδεψε ως δημιουργός και ποιητής.
Τ.Β. Είπατε ότι ο κ Ρούσσος ήταν μια από τις προσωπικότητες που σας σημάδεψαν. Με την ευκαιρία θα θέλατε να αναφερθείτε σε άλλες προσωπικότητες που αισθάνεστε ότι αποτέλεσαν σταθμούς στη ζωή σας ή επηρέασαν το συνθετικό σας έργο;
Π.Κ. Αποτίω φόρο τιμής πάντα στους δασκάλους μου: τον Γιάννη Ανδρέα Παπαϊωάννου, τον Δημήτρη Δραγατάκη, τον Αντώνη Γεωργίου, στο πιάνο, καθώς και τους δασκάλους μου στις Ακαδημίες, στο εξωτερικό. Επίσης, είχα τη χαρά να συνεργαστώ με εξαίρετους μουσικούς από τους οποίους πάντα προσπαθούσα να μαθαίνω κάτι. Δηλώνω «αιώνιος μαθητής» δίπλα σε μουσικούς, είτε νεότερούς μου, είτε μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά και σε μαθητές μου! Ο μουσικός αν θέλει να προχωράει, να γεμίζει συνεχώς τις γνώσεις και την εμπειρία του και να αναπτύξει την τεχνική του, μπορεί να μάθει από τα λάθη των άλλων. Δεν χρειάζεται να φθάσει στο σημείο να κάνει τα ίδια λάθη. Δηλαδή, για παράδειγμα, μια κακή ενορχήστρωση μπορεί να την ακούσει κανείς, να καταλάβει ότι αυτό δεν «σονάρει» πολύ καλά και να μην το χρησιμοποιήσει ο ίδιος.
Τ.Β. Υπάρχει κάποιο από τα ποιήματα που περιλαμβάνονται στη σειρά, το οποίο να έχει κάποια ιδιαίτερη συναισθηματική ή λογοτεχνική αξία για σας;
Π.Κ. Είναι όλα σημαντικά. Όπως είπα ήδη, το έργο φτιάχτηκε με «στυλοβάτες» κάποια ποιήματα, αλλά και τα υπόλοιπα, τα οποία ήρθαν να το ντύσουν και να το στολίσουν, έχουν και αυτά πολύ μεγάλη σημασία. Μπορώ να σας πω ότι πολλές φορές μπορεί να μου είναι και πιο αγαπημένα, παρ’ ότι δεν είναι τα κυρίαρχα. Υπάρχει και μια ενδιαφέρουσα ιστορία σε αυτό το έργο «Ο Μερλίνος ο Μάγος και το νησί των Ποιητών» που ρέει σαν ποτάμι μουσικό και ποιητικό. Τις πρώτες μέρες που μου έγινε η ανάθεση από το Μέγαρο Μουσικής, για να το γράψω για τις γιορτές των Χριστουγέννων του 2003, επί εβδομάδες δεν είχα καμία ιδέα. Ήμουν τόσο αγχωμένος που πραγματικά δεν ήξερα πώς να αρχίσω, τι να χρησιμοποιήσω και τι ν’ αφήσω πίσω μου. Έτσι πήγα τρείς μέρες στο Ναύπλιο και κλείστηκα σε ένα δωμάτιο και άρχισε σιγά σιγά να εκτυλίσσεται η ιστορία μέσα μου. Γιατί πρώτα χτίστηκε η ιστορία και μετά επενδύθηκε με την ποίηση και ύστερα με τη μουσική. Με δυσκόλεψε το ότι δεν είχα ήδη την ιστορία.
Τ.Β. Το λιμπρέτο είναι δικό σας, έτσι δεν είναι;
Π.Κ. Ναι. Γιατί έδωσα την ιδέα να φτιαχτεί το έργο του Σεφέρη «Ο Μερλίνος ο Μάγος» γνωρίζοντας ότι είναι μικρό, δηλαδή δεν θα μπορούσε να φτιαχτεί για να γεμίσει μια βραδιά μόνο του, οπότε αυτό θα ήταν η εκκίνηση. Και σκέφτηκα ότι έπρεπε να φτιάξω μια ιστορία πάνω στην οποία θα χτίσω - και τελικά από αλλού ξεκινάς και αλλού καταλήγεις.
Τ.Β. Θα θέλατε να μας κάνετε μια περιληπτική μουσική ανάλυση της σύνθεσής σας αυτής καθεαυτήν;
Π.Κ. Είναι ένα έργο που συνθετικά είναι απολύτως αντιπροσωπευτικό σε ό,τι αφορά το προσωπικό μου ιδίωμα. Αυτό που υπογραμμίζω πολύ συχνά, είναι ότι ένας συνθέτης πρέπει να έχει μια προσωπική γλώσσα σε ό,τι και αν καταπιάνεται, σε όποιο είδος και αν ασχοληθεί, είτε είναι δραματικό, είτε είναι κωμικό, είτε είναι παραμυθένιο, είτε ονειρικό κτλ. Πρέπει να τον χαρακτηρίζουν τα βασικά στοιχεία της μουσικής του δημιουργίας. Σε ό,τι με αφορά, τα βασικά στοιχεία της μουσικής μου δημιουργίας είναι οι πολύπλοκοι ρυθμοί, η τροπική αρμονία, κάποια ιδιαίτερη χρήση της ενορχήστρωσης (με πιο προσωπικό τρόπο πολλές φορές) με μεγάλες διαφοροποιήσεις ανάμεσα στα tutti και στα πολύ λεπτά ηχοχρώματα, σαν μουσική δωματίου, δηλαδή η ορχήστρα να χρησιμοποιείται σαν ένα σύνολο μουσικής δωματίου.
Σε ό,τι αφορά το συγκεκριμένο έργο, η δομή του, καθορίστηκε μέσα από την ιστορία. Έχει μια κυκλική δομή. Ξεκινάμε με την εισαγωγή με τον αφηγητή να λέει «μες του ύπνου τα όνειρα φεύγει γοργά ο χρόνος» δηλαδή μας βάζει μέσα στην ιστορία αυτή, ερχόμαστε σε πιο ρεαλιστική φάση… Το δεύτερο κομμάτι ήταν το «Ήταν ο καιρός» που απευθύνεται στους μεγάλους, στην παιδική τους ηλικία. Είναι ο πρόλογος αυτά τα δυο κομμάτια. Στη συνέχεια, έρχεται η γιορτή «Ο Μερλίνος ο Μάγος» και η Μαρία έχει τα δώρα της, έχει όμως και το βιβλίο που της χάρισε ο θείος Γιώργος με τα ποιήματα. Στο βιβλίο, διαβάζει «Το θαλασσινό τριφύλλι» και αποκοιμιέται. Και μέσα στον ύπνο της αρχίζει το ταξίδι και ολοκληρώνεται ξυπνώντας με ένα επίσης ποίημα πολύ γνωστό στα παιδιά: τον «Πετεινό». Σαν ξυπνητήρι την ξυπνάει και ολοκληρώνεται πάλι με την εισαγωγή, αλλά πια τραγουδισμένη : «μες του ύπνου τα όνειρα φεύγει γοργά ο χρόνος….». Και ας μην βρήκαμε το θαλασσινό τριφύλλι, σημασία έχει η δημιουργία, η αναζήτηση, το ταξίδι.
Το Θαλασσινό Τριφύλλι από το Aνθολόγιο για τα παιδιά της Ε΄και ΣΤ΄ Δημοτικού[3]
Τ.Β. Άρα δηλαδή, η ουσία είναι να απολαύσεις το ταξίδι, όπως λέει και ο Καβάφης;
Π.Κ. Ακριβώς. Να, άλλος ένας ποιητής που ενώ δεν έχω χρησιμοποιήσει ποίησή του, είναι κυρίαρχος στο έργο μου. Είχα τη χαρά να δημιουργήσω μια προσωπική γλώσσα, ανένταχτη σε Σχολές, ιδιαίτερη όπως έχει χαρακτηριστεί και αναγνωρίσιμη, από πολύ νέος. Άλλωστε, το να έχεις μια προσωπική γλώσσα έχει σημασία και όχι να εντάσσεσαι σε διάφορες Σχολές. Σημασία έχει να δημιουργείς εσύ. Και πώς δημιουργήθηκε, μέσα από μια πολυσυλλεκτικότητα, δηλαδή να ανθολογείς στοιχεία του παρελθόντος, της μεγάλης μουσικής παράδοσης, από την εποχή του Palestrina και του Bach, μέχρι το νεορομαντισμό, το δωδεκάφθογγο, το ατονάλ κτλ. και να είναι όλα αυτά μέσα στα χρώματά σου, στις δυνατότητές σου, να τα αναπτύξεις και να τα φτιάξεις σαν ένα ενιαίο αμάλγαμα και να δημιουργήσεις τη δική σου, προσωπική γλώσσα. Αν ακολουθήσεις μια Σχολή, απλώς θα είσαι μιμητής, πχ δωδεκάφθογγο, νεοτονικότητα, μίνιμαλ κτλ. Όλα αυτά όμως μπορεί να διαμορφωθούν σε μια προσωπική γλώσσα δική σου, η οποία να είναι αναγνωρίσιμη όπως είναι η μουσική του Bach, του Mozart, του Beethoven κτλ. Όλοι οι συνθέτες έχουν προσπαθήσει να δημιουργήσουν μια προσωπική γλώσσα. Άλλοι το καταφέρνουν νωρίς, άλλοι προς το τέλος, ωριμότεροι, και άλλοι δεν το βρίσκουν ποτέ. Και μπορεί να έχουν πολύ μεγάλη πλειάδα έργων, τα οποία όμως να είναι απομιμήσεις -και καλές ακόμη, δεν τις απορρίπτουμε- αλλά να είναι Eπιμηθείς. Το θέμα είναι να είσαι Προμηθέας, όχι Επιμηθέας, να κομίζεις κάτι καινούργιο.
Τ.Β. Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο συνθέτη που επιθυμεί να γράψει μουσική για παιδιά;
Π.Κ. Να μην γράψει μουσική για παιδιά! Αυτό το λέω και είναι κανόνας! Δεν πρέπει να προσεγγίζεις τα παιδιά με την έννοια που τα προσεγγίζουν πάρα πολλές φορές και γίνεται μια μουσική ή ένα θεατρικό με μια απλοϊκότητα, η οποία δεν τους δίνει τίποτε. Για να γράψουν για παιδιά καλά, πρέπει να βρουν τον αγνό τους εαυτό, το παιδί μέσα τους. Εάν βρουν το παιδί μέσα τους, θα μιλήσει και στα μεγάλα και στα μικρά παιδιά. Να γράψουν τη μουσική για τον εαυτό τους, πηγαίνοντας μέσα στην ψυχή τους, προσπαθώντας να αναδείξουν και να αναδυθούν τα πιο αγνά και τα πιο πρωτογενή στοιχεία μέσα τους, χωρίς τα επίκτητα στοιχεία που μας φέρνει η ενήλικη ζωή. Και τότε θα είναι ένα έργο που θα έχει απήχηση και στους μεγάλους και στα παιδιά. Δεν θα με ενδιέφερε καθόλου να γράψω ένα έργο που να αφορά τα παιδιά. Δεν θα είχε καμία βαρύτητα, κανένα βάθος, καμία ουσιαστική χρησιμότητα για τα παιδιά. Με ενδιαφέρει όμως να γράψω, όπως και έγραψα αυτό το έργο, που θα αφορά και τα παιδιά. Το «και» είναι πολύ σημαντικό.
Τ.Β. Θα θέλατε να προσθέσετε κάτι άλλο;
Π.Κ. Επίκειται μια άλλη εκδήλωση, ένα μουσικό πορτρέτο, που μου κάνει το Μέγαρο την 1η Φεβρουαρίου. Έχει τίτλο «Εμ-πνεύσεις» για πνευστά και πιάνο. Συμμετέχει το κουιντέτο πνευστών «Αίολος» και ο πιανίστας Δημήτρης Κούκος. Παρουσιάζονται έργα για σόλο φλάουτο, τρίο για όμποε- φαγκότο-πιάνο, κουιντέτο και δυο σεξτέτα με πιάνο. Η βραδιά είναι αφιερωμένη στα πνευστά και στο πιάνο, το οποίο έχει κυρίαρχο ρόλο.
Επίσης, μια που είπαμε για τους δασκάλους μας, το Μάρτιο του 2018 παρουσιάζεται στην Όπερα της Ρώμης το έργο μου “Ιn Memoriam” στη μνήμη του Γιάννη Ανδρέα Παπαϊωάννου. Το έργο θα διευθύνει ένας από τους διασημότερους Έλληνες αρχιμουσικούς, ο Κωνσταντίνος Καρύδης.
Ερμηνεύουν: Κυριακή Κόντη & Θανάσης Παύλου
T.Β. Βαίνοντας προς το τέλος της συζήτησής μας, θα μας αποκαλύψετε και την «είδηση» που είχατε υποσχεθεί;
Π.Κ. Η είδηση είναι ότι θα γράψω μια μεγάλη Όπερα, βασισμένη πάνω στο έργο «Πέρσες» του Αισχύλου, σε μετάφραση του Τάσου Ρούσσου. Είναι παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και γι αυτό είναι πρόθεση του Ιδρύματος της ΕΛΣ και του Καλλιτεχνικού της Διευθυντή, Γιώργου Κουμεντάκη, να την παρουσιάσω μετά από δυο χρόνια. Έχει ολοκληρωθεί το μεγαλύτερο τμήμα της. Μετά τις επικείμενες συναυλίες, θα ασχοληθώ για την πλήρη ολοκλήρωσή της, την ενορχήστρωσή της. Θα έχω τη χαρά να ανέβει στην καινούργια Όπερα στο Ίδρυμα Νιάρχος. Ήδη πάνω σε αυτό το έργο δουλεύω, θα επικεντρωθώ σε αυτό, γιατί έχει μεγάλη αξία. Θα ασχοληθώ περίπου ένα έτος για να το ολοκληρώσω. Μετά θα χρειαστεί η προετοιμασία, να γραφτούν σε ηλεκτρονική μορφή παρτιτούρες και πάρτες… Στη συνέχεια θ’ ακολουθήσουν οι πρόβες, ορχήστρες, χορωδίες, τραγουδιστές κτλ. Σαν είδος, σαν μορφή, είναι μια «Όπερα μέσα στην Όπερα». Δηλαδή εξελίσσεται σαν μια παράσταση, ενώ συνυπάρχουν σχόλια όπως, τηρουμένων των αναλογιών, είναι η μορφή «θέατρο μέσα στο θέατρο». Είναι μια δύσκολη μορφολογική δομή. Είχε παρουσιαστεί μια καντάτα στο Λονδίνο και στην Οξφόρδη με εξαιρετικές κριτικές και στο ΜΜΑ από την Ορχήστρα της Βαρσοβίας. Ήταν όμως μια μικρή Καντάτα περίπου 15-20 λεπτά. Αυτή είναι η καινούργια παραγωγή για τη νέα μουσική σκηνή στο Ίδρυμα Νιάρχος. Υπάρχει στην αρχή ένας πρόλογος με το ποίημα του Σεφέρη «Ανάμεσα στα κόκαλα εδώ μια μουσική», που νοηματοδοτεί την Όπερα και δείχνει τη διαχρονία τόσο του δράματος, όσο και του πολέμου, της καταστροφής, αλλά και της Ειρήνης.
Ανάμεσα στα κόκαλα εδώ
Ανάμεσα στα κόκαλα εδώ
μια μουσική:
περνάει την άμμο,
περνάει τη θάλασσα.
Ανάμεσα στα κόκαλα
ήχος φλογέρας
ήχος τυμπάνου απόμακρος
κι ένα ψιλό κουδούνισμα,
περνάει τους κάμπους τους στεγνούς
περνάει τη θάλασσα με τα δελφίνια.
Ψηλά βουνά, δε μας ακούτε!
Βοήθεια! Βοήθεια!
Ψηλά βουνά θα λιώσουμε, νεκροί με τους νεκρούς!
Πηγή: Σεφέρης Γιώργος, Ημερολόγιο Καταστρώματος, Β Ίκαρος, Αθήνα, 1985
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Δεκέμβριος 2017
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)
[1] https://www.ebooks4greeks.gr/%CE%B2%CE%B9%CE%B2%CE%BB%CE%B9%CE%BF-%CE%BC%CE%B1%CE%B8%CE%B7%CF%84%CE%B7-%CE%B1%CE%BD%CE%B8%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BF-%CE%B1-%CE%B2-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85
[2] Ό.π.
[3] από το Aνθολόγιο για τα παιδιά της Ε΄και ΣΤ΄ Δημοτικού[3], μέρος Τρίτο, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Αθήνα, 1975, Το βιβλίο ψηφιοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής