Με ιδιαίτερη χαρά πήρα στα χέρια μου (εκεί γύρω στις γιορτές) το υπέροχο ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ του Στάθη (Σταυρόπουλου). Αντί οποιασδήποτε προσωπικής παρουσίασης, θα προτιμήσω να μεταφέρω τα λόγια του ίδιου, από τον δικό του πρόλογο σ’ αυτό:
Ανθολογώντας ο ίδιος τον εαυτό μου (άλλη μια δημοσιογραφική «πατέντα» - οι δυνατότητες για σοβαρότερη φιλολογική δουλειά είναι περιορισμένες στα ελληνικά γράμματα, τόσον όσον και οι κύκλοι των κριτικών, των φίλων, των κολλητών και άλλων δυνάμεων που δεν ευκαιρούν), διαπίστωσα πολλές αδυναμίες περιεχομένου και ύφους. Ανατρέχοντας στα κείμενα μιας πενταετίας, από τα μέσα του2001 έως τα μέσα του 2006, ανακάλυψα ευκολίες, επαναλήψεις, κάποιες μονομανίες και κάποιες εκτροπές απ’ αυτά που ο ίδιος πιστεύεις ότι είναι ή θα πρέπει να είναι ο «κανόνας» σου όταν γράφεις.
Όμως αποφασίσαμε να μην κάνουμε καμμιά διόρθωση και να παραθέσουμε τα κείμενα που διαλέξαμε γι’ αυτήν την έκδοση στην ακριβή μορφή που είχαν όταν δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα. Πρόκειται δηλαδή για ακριβή ανάτυπα (συν κάποια θραύσματα), που προσπαθούν να αποτυπώσουν τη δύναμη αλλά και τις αδυναμίες της καθημερινής δημοσιογραφικής προσπάθειας.
Δεν πιστεύω ότι έχουμε να κάνουμε με κείμενα τα οποία «κέρδισαν το στοίχημά τους με τον χρόνο», αλλά απλώς με το χρονικό ενός ιδιότυπου χρονογραφήματος που, κάπως ιδιόμορφα εις ό,τι αφορά το ιδιόλεκτό του είναι η αλήθεια, προσπάθησε να παρακολουθήσει κάποια λίγα ή πολλά απ’ αυτά που μας απασχολούν στον δημόσιο βίο το μεν, το δε στις κατ’ ιδίαν σκέψεις και τα αισθήματα.
Συνεπώς έχω την αίσθηση αλλά και την ελπίδα ότι τα κείμενα αυτά τα έχουμε γράψει, τρόπον τινά, μαζί, ότι συγκατοικήσαμε, συγκατοικούμε σε αυτά, ο καθείς με τον τρόπο του, στα πάνω μας, στα κάτω μας, στα μέσα μας, στα έξω μας. Όπως στην πόλη...
Το πολυτελές αυτό λεύκωμα προλογίζει κατ’ αρχήν, με τον εξαιρετικό προσωπικό του τρόπο, ο Παύλος Μάτεσις:
Ο ευάλωτος Στάθης (μας), πάσχων από καλό γούστο, ευφυΐα, ευθυδικία, εραστής της Ευνομίας, ευμήχανος και με μυαλό επώδυνα εύφλεκτο, εκ-πλήττεται από ευήθεια, κακοήθεια, ανομία, γελοιότητα. Και, απειλούμενος, επιτίθεται, με τη λέξη και το σκίτσο.
«Οι λέξεις (Τζο Όρτον) είναι πιο δραστικές από την πράξη. Στα κατάλληλα χέρια, τα ρήματα και τα ουσιαστικά είναι ικανά να προκαλέσουν πανικό». Ειδικά όταν επικουρούνται από σκίτσο-βέλος. Τα πολιτικά σκίτσα του Στάθη και ευάριθμων ομοτέχνων του αποτελούν τα ηγετικά εύδρομα του δημοσιογραφικού μας στόλου. Οι βολές τους μένουν άσφαιρες μόνο όταν πολέμιος είναι η ευήθεια: τότε δεν θα μπορέσουν να προκαλέσουν επεισόδιο (πάντως όχι εγκεφαλικό: αυτό προϋποθέτει εγκέφαλο).
Το χιούμορ (humour, ένας από τέσσερις ζωικούς χυμούς του σώματος: επηρεάζουν τον χαρακτήρα και την υγεία του ανθρώπου), είναι το προσωπείο της απελπισίας. Πίσω από το ευγενές αυτό προσωπείο του Στάθη κορυβαντιούν οργή, περιφρόνηση, αλλά και μανία να επαναφέρουν σε τροχιά τα - καθόλου ουράνια - πολιτικά σώματα που κινούνται εκτός των βαρυτικών δεσμών Πολιτικής και πολιτών.
Πλην, η «Αποκολοκύνθωσις» ενδημεί σε πολίτες και πολιτικούς, αλλά και στην, μετά συγχωρήσεως, Τηλεόραση, με παρουσιαστές σε ντουέτα ή σολίστ, και παρουσιάστριες επιμελώς καμουφλαρισμένες από τον μακιγιέρ τους και αρμοδίως βαλσαμωμένες από τον αρμόδιο αισθητικό χειρουργό τους (ο οποίος, οικτιρμόνως, έχει αναλάβει εργολαβικά και ορισμένες σούπερ-φερέλπιδες υποψήφιες δημαρχιών και νομαρχιών).
Ο Στάθης, τελικά και κατά βάθος μελαγχολικός, επιτιθέμενος αμύνεται Με Κωμωδία. Η οποία (ο Τζο Όρτον πάλι) είναι όπλο πιο επικίνδυνο από την τραγωδία, γι’ αυτό την υποβλέπουν οι τύραννοι.
Στο αερόπλοιο του Στάθη εξασφαλίζει εισιτήριο μόνο όποιος έχει κατακτήσει την ικανότητα να ίπταται από μόνος του. Και στο πιλοτήριο (τας προσρήσεις μου) η πάντα αδάμαστη θεία Φωτούλα.
Το επόμενο βήμα σου, κύριε Στάθη; Να περιμένουμε (εγώ να φοβάμαι) ένα θεατρικό έργο;
Απολαύστε την εκπληκτική "μνήμη Μανώλη Αναγνωστάκη", την επομένη της "αναχώρησης" του (αγαπημένου και σε μένα) ποιητή:
Και μια μικρή ανθολόγηση κάποιων "θραυσμάτων" (μαζί με δυο λόγια για τη... θεία Φωτούλα!):
Σου έκλεψαν πέντε μέρες. Παίξ'τες στα ζάρια και χάσε δέκα!...
Χάρισμα είναι οι ημέρες...
...όμορφες όπως το φέγγος τους, διψασμένες να τις ζήσεις να τις παίξεις να τις χάσεις να τις χαρίσεις...
Σαν να ανοίγουν – μπράτσα – τα Δαρδανέλια και να ξεμπουκάρει από μέσα τους θωρηκτό η Ανοιξη, είναι οι ημέρες!
Μπορεί να πιστεύεις ότι η ημέρα που οι αδίστακτοι και κακόγουστοι διαφημιστές θα διαφημίσουν το τέλος της αθωότητός σου, αργεί να ξημερώσει...
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η νύχτα που θα γεννήσει εκείνην την ημέρα, δεν (την) εγκυμονεί ήδη...
Ο εξαγγλισμός ή, για να κυριολεκτούμε, ο εξαμερικανισμός (κι όχι η «αμερικανοποίηση» -μπλιάχ) δεν βρίσκεται στη γλώσσα μας, δεν κινδυνεύει η γλώσσα μας, βρίσκεται στη σκέψη μας κι αντανακλάται στη γλώσσα μας - η σκέψη μας κινδυνεύει! Εκεί είναι το πρόβλημα του εξαμερικανισμού! Στη σκέψη όχι στη γλώσσα.
Η σάτιρα που εξοικειώνει με το αποτρόπαιο, δεν είναι σάτιρα, είναι διατεταγμένη υπηρεσία...
Ως εκ τούτου (κι όχι μόνον) πάντα με αμφιβολίες ας διαβάζεται κι αυτή η στήλη – η αμφιβολία κάνει καλό στην υγεία (όπως λέει και η θεία Φωτούλα απ’ την εντατική).
Αν λοιπόν πιστεύει (σ.σ.: ο Σημίτης) ότι όλα αυτά θα τα λύσει (έξι χρόνια μετά) στο... Συνέδριο, έχει μπερδέψει την πολιτική με τη θεία μου τη Φωτούλα, η οποία αυτήν την εποχή ασχολείται με τα γαλλικά της! Στο πιάνο!
Παίζει πιάνο στα γαλλικά...
Άλκης Αναστόπουλος
alkis@tar.gr
(Μάρτιος 2007)