ROLAND, ΑΓΑΠΗΜΕΝE ΜΟΥ ΑΔΕΛΦE...
...πέρασε μόνο μια βδομάδα από τότε που άφησες αυτόν τον κόσμο για να πας στ' αστέρια και ήταν μόλις χτες που εκατοντάδες από εμάς σε συνοδέψαμε στην τελευταία σου κατοικία και σε αποχαιρετήσαμε...
...αυτή τη στιγμή του απερίγραπτου πόνου για το χαμό σου, είναι τόσο δύσκολο να χωρέσω τα συναισθήματά μου σε λέξεις, όμως νιώθω την ανάγκη τουλάχιστον να προσπαθήσω, μπορεί να είναι βάλσαμο για την καρδιά μου.
...αυτή τη στιγμή που είναι αδύνατο να πιστέψω ότι δεν μπορώ πια να σου μιλήσω, δεν μπορώ να σου γράψω, δεν μπορώ να σου πω τα νέα μου, να μοιραστώ μαζί σου τη χαρά η τη λύπη μου, δεν μπορώ να σε αγκαλιάσω, δεν μπορώ να γελάσω με τα τόσα αστεία που λέγαμε, αυτή τη στιγμή που νιώθω ότι έχασα τόσα πολλά, νομίζω είναι καλύτερο να πω γι' αυτά που είχα και ακόμα έχω κι όχι γι' αυτά που έχασα. Αν δεν έχουμε, δεν υποφέρουμε για την απώλεια...
Το πολυτιμότερο που έδωσε η μουσική στη ζωή μου, είναι η αγάπη. Αγάπη για τη μουσική, οπωσδήποτε, αλλά πάνω από όλα, αγάπη για τους ανθρώπους. Και ένα από τα πιο υπέροχα πράγματα που οφείλω στο γεγονός ότι είμαι μουσικός, είναι ότι είχα την ευλογία να συνδέσω τη ζωή μου τόσο στενά με τη δική σου για τα τελευταία είκοσι χρόνια. Είσαι ένα από τα πιο θαυμάσια ανθρώπινα πλάσματα που πέρασαν ποτέ από αυτόν τον κόσμο. Έτσι λοιπόν, θα μιλήσω για κάθε τι όμορφο που ήσουν, είσαι και θα είσαι για πάντα. Και ξέρω ότι δεν μιλάω μόνο για τον εαυτό μου, αλλά ότι χιλιάδες άλλοι άνθρωποι μοιράζονται τα ίδια συναισθήματα που θα προσπαθήσω να περιγράψω σε αυτό το κείμενο, το οποίο μου είναι δύσκολο να το κάνω σύντομο. Θα μπορούσα να μιλάω για σένα ασταμάτητα.
Περισσότερο από είκοσι χρόνια πριν, έμαθα για την ύπαρξή σου, όταν άκουσα για πρώτη φορά το Tango en Skaï (τι άλλο;). Όπως τόσες χιλιάδες άλλοι, αμέσως λάτρεψα αυτό το κομμάτι. Το ηχογράφησα στο σπίτι μου και σου έστειλα μια κασέτα, μαζί με ένα γράμμα γεμάτο θαυμασμό. Εκείνα τα χρόνια δεν υπήρχε ιντερνετ και δε χρησιμοποιούσες υπολογιστή, οπότε μια και ήσουν ήδη διάσημος, δεν περίμενα να απαντήσεις σε ένα άγνωστο πρόσωπο, μια και αυτό σήμαινε ότι έπρεπε να γράψεις με το χέρι, να βάλεις το γράμμα σε φάκελο και να το πας στο ταχυδρομείο! Όμως πράγματι απάντησες πολύ θερμά, εντυπωσιάστηκα και χάρηκα τόσο. Αργότερα μου είπες ότι απαντούσες πάντα σε όλους, δεν μπορούσες να αγνοείς τους ανθρώπους. Μια από τις πολυάριθμες πράξεις γεναιοδωρίας σου.
Λίγο καιρό μετά, το 1996 ήμουν προσκεκλημένη σε ένα φεστιβάλ κιθάρας στο Voronezh της Ρωσίας, εκεί ήταν που συναντηθήκαμε για πρώτη φορά και γίναμε αμέσως φίλοι. Γοητεύτηκα από το απίστευτο παίξιμό σου, την σκηνική σου παρουσία, την επαφή με το κοινό σου, γοητεύτηκα από την προσωπικότητα και ζεστασιά σου, ένιωσα τόσο κοντά στον τρόπο με τον οποίο έπαιζες, που είχε πολλά κοινά με τη δική μου μουσική αισθητική. Και ένιωσα να με χαροποιούν και να με τιμούν τόσο τα θερμά σου λόγια για το παίξιμό μου.
Σου πρότεινα να έρθεις να παίξεις στην Ελλάδα, δέχτηκες ευγενικά και έτσι οργανώσαμε με τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο το πρώτο σου ρεσιτάλ στην Ελλάδα, στο ωδείο Νάκα της Αθήνας όπου δίδασκα εκείνον τον καιρό. Η επιτυχία που είχες ήταν πελώρια, φοβηθήκαμε ότι ο εξώστης της αίθουσας θα... έπεφτε από το τρανταχτό χειροκρότημα που ήταν σαν σεισμός! Για πρώτο κομμάτι εκτός προγράμματος, έπαιξες μια διασκευή που έκανες την προηγούμενη μέρα στο ‘Ο Ταχυδρόμος Πέθανε’ του Μάνου Χατζιδάκι, τον οποίο και οι δύο αγαπούσαμε και ήταν τόσο γλυκό εκ μέρους σου που μου έδωσες αντίγραφο του χειρόγραφού σου μετά το ρεσιτάλ σου, με την άδειά σου να το παίζω στις συναυλίες μου. Από τότε, η επαφή σου με την Ελλάδα ήταν τακτική και αγάπησες πολύ τους Έλληνες, άλλο τόσο σε αγαπήσαμε κι εμείς. Μάλιστα έλεγες με καμάρι ότι οι μακρυνοί σου πρόγονοι έρχονταν από τη Θεσσαλονίκη (στην οποία μένουμε με τον Oscar τα τελευταία έξι χρόνια), την οποία επισκέφτηκες πολλές φορές, τον φετινό Μάρτιο ήταν η τελευταία... Τις μέρες του πρώτου σου ρεσιτάλ στην Αθήνα, βγήκαμε για φαγητό ένα βράδυ οι δυο μας και ανακαλύψαμε πόσο εύκολο ήταν να ανοιχτούμε, να πούμε τα μυστικά μας και να μοιραστούμε τόσα κοινά συναισθήματα και σκέψεις. Ήταν φανερό ότι ξεκινούσε μια φιλία που θα κρατούσε μια ζωή. Από πολύ νωρίς ‘υιοθετήσαμε’ ο ένας την άλλη ως αδελφή και αδελφό και πάντα χρησιμοποιούσαμε τα Ελληνικά υποκοριστικά των Αγγλικών λέξεων brotherako, sisteraki, Rolanako, Elenaki. Ανταλλάξαμε αναρίθμητα γράμματα και μηνύματα υπογράφοντας με αυτά τα στοργικά ονόματα.
Γνώριζα όλο και περισσότερο τη μουσική σου και ενθουσιάστηκα όταν ανακάλυψα ότι δεν ήσουν απλά ο συνθέτης του ενός ‘σουξέ’, αλλά ένα σπάνιο ιδιοφυές ταλέντο, υψηλότατου επιπέδου από τόσες απόψεις: έπαιζες σαν άγγελος, με τόση φινέτσα, με άψογο ρυθμό, τραγουδώντας με τα δάχτυλα και έκανες την κιθάρα να ακούγεται σαν ορχήστρα. Έγραψες μουσική που κάθε κιθαριστής και φιλόμουσος που την ακούει, την αγαπά από την πρώτη στιγμή. Έκανες τόσο ιδιοφυείς διασκευές, που δε νομίζω ότι μπορεί κανείς άλλος να συναγωνιστεί. Σου άρεσε πολύ να αυτοσχεδιάζεις και πέρασες άπειρες ώρες από την εποχή της εφηβείας σου παίζοντας με φίλους. Κάποτε μου είπες πόσο σημαντικό ήταν για τη μουσική που έγραφες, ότι ακολούθησες υψηλού επιπέδου σπουδές και στη σύνθεση κι όχι μόνο στην κιθάρα. Όλα αυτά σε συνάρτηση με το μοναδικό σου ταλέντο, σου έδωσαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσεις με υπέροχο τρόπο την κιθάρα που ήξερες τόσο καλά και να δημιουργήσεις από αυτήν και για αυτήν τις πιο θαυμάσιες ιδέες, εφευρίσκοντας τόσους νέους τρόπους για να διευρύνεις τα όριά της και κάνοντας όλους εμάς τους κιθαριστές να νιώθουμε τυχεροί που παίζουμε αυτό το όργανο. Είμαι σίγουρη ότι η μουσική σου θα επιβιώσει για τόσον καιρό όσο η μουσική του Sor (που τόσο αγαπούσες), του Tárrega, του Barrios η του Villa-Lobos.
Το να παίξω τη μουσική σου ήταν ευλογία για μένα, ηχογράφησα αρκετή από αυτήν και είχα την τιμή και την ευτυχία να μου αφιερώσεις κάποια θαυμάσιά σου κομμάτια. Χάρηκα απίστευτα όταν συμφωνήσαμε να συνυπάρξουμε στη σκηνή με το Concertomaggio σου για δύο κιθάρες και ορχήστρα, το οποίο παίξαμε το 2001 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με την Ορχήστρα των Χρωμάτων και το Μίλτο Λογιάδη μπροστά σε δύο χιλιάδες ακροατές. Θυμάμαι την παιδική μας χαρά και τα γέλια μας, όταν τη μέρα της συναυλίας τηλεφωνήσαμε στα εκδοτήρια εισιτηρίων του Μεγάρου, παριστάνοντας τους ακροατές που στενοχωρήθηκαν πολύ που δε βρήκαν εισιτήρια! Για την συναυλία εκείνη (την ετήσια συναυλία αφιερωμένη στη μνήμη του Μάνου Χατζιδάκι) έκανες μια θαυμάσια διασκευή του ‘Ταχυδρόμου’ για δύο κιθάρες και ορχήστρα, την οποία έπρεπε να μάθω τρεις μέρες πριν, μόλις έφτασες στην Αθήνα! Είχες αξιοθαύμαστη ευκολία να μαθαίνεις τα πιο δύσκολα πράγματα και να τα παίζεις στο επόμενό σου ρεσιτάλ λίγες μέρες μετά! Είχαμε πολλά κοινά όσον αφορά τον τρόπο που αντιλαμβανόμασταν τη μουσική, ήμασταν και οι δύο απίστευτα τελειομανείς και είχαμε πάθος με το καλό... κούρδισμα! Ήξερα ότι ακόμα και η παραμικρή τελεία σε κάθε παρτιτούρα σου είναι σημαντική και πρέπει να την παίρνει κανείς στα σοβαρά. Ίσως δεν υπήρξε άλλος συνθέτης/κιθαριστής που να ήξερε τόσο καλά τι ήθελε για τη μουσική του και έπαιζε ακριβώς όπως το ήθελε, τρόπος που ήταν πάντα ο καλύτερος πράγμα που με δυσκόλευε πολύ να σκεφτώ πως αλλιώς μπορώ να παίξω εγώ τα κομμάτια σου!
Όμως εκτός από το τι σήμανε η μουσική σου για μένα (και θα σημαίνει για την υπόλοιπη ζωή μου), αυτό που ακόμη περισσότερο θα κρατήσω πάντα μέσα μου, είναι οι αναρίθμητες βαθιά ανθρώπινες στιγμές που μοιραστήκαμε επί είκοσι χρόνια. Έμενα στην Ελλάδα κι εσύ στο Παρίσι αλλά παρ’ όλα αυτά καταφέραμε να κρατάμε τακτική επαφή, οπότε ένιωθα ότι μέναμε πολύ πιο κοντά. Σπάνια γνώρισα κάποιον που ήταν τόσο ικανός να αγαπάει τόσο πολλούς ανθρώπους και στις πέντε ηπείρους! Ήσουν τόσο σεμνός και φιλικός, πάντα έδινες προσοχή στους άλλους και έκανες τους πάντες να νιώθουν ξεχωριστοί, γιατί άκουγες αυτό που ήθελαν να σου πουν, ποτέ δεν αγνοούσες κανέναν και ποτέ δεν ήσουν ακατάδεκτος. Σαν εσένα είναι συνήθως οι πραγματικά μεγάλοι καλλιτέχνες!
Ήξερα ότι κάθε φορά που είχα ένα λόγο να είμαι χαρούμενη, χαιρόσουν κι εσύ για μένα, δεν είναι αλήθεια αυτό η καλύτερη απόδειξη αγάπης και φιλίας; Παίζαμε και οι δύο κιθάρα σε έναν κόσμο που οι ευκαιρίες για συναυλίες δεν είναι άπειρες, ειδικά για μουσικούς που μοιάζουν όπως εμείς κι όμως κι οι δυο μας πάντα χαιρόμασταν για τις επιτυχίες ο ένας του άλλου και ‘διαφημίζαμε’ ο ένας τον άλλο. Μου είπες περισσότερο από μια φορά ότι δεν ήξερες τι σημαίνει το συναίσθημα της ζήλιας, ένα συναίσθημα που δηλητηριάζει την ψυχή τόσων ανθρώπων και από το οποίο έχω και εγώ απαλλαγεί εδώ και πολλά χρόνια. Κρίνοντας από τον ενθουσιασμό με τον οποίο μιλούσες για ανθρώπους που εκτιμούσες, θαύμαζες και αγαπούσες, ξέρω πως έλεγες αλήθεια.
Όταν ήμουν στενοχωρημένη η είχα άγχος για κάτι, εσύ ήσουν αυτός στον οποίο είχα περισσότερη ανάγκη να μιλήσω, εσύ ήσουν που καταλάβαινες τόσο καλά αυτό που ένιωθα, που με νοιαζόσουν τόσο, που ποτέ δεν κουραζόσουν να με ακούς, που μου έκανες ερωτήσεις και με ενθάρρυνες να συνειδητοποιήσω και να εκφράσω τα βαθύτερα συναισθήματά μου. Και ήσουν εσύ που αφού με είχες ακούσει προσεκτικά, πάντα θα είχες κάτι να πεις που θα με βοηθούσε να νιώσω καλύτερα στο τέλος. Α, πόσο ευγνώμων σου ήμουν γι αυτό και πόσο θα μου λείψει Ρολανάκο μου. Για να είναι κάποιος σαν κι εσένα, πρέπει να είναι πολύ ευαίσθητος και να τον διακρίνει η ενσυναίσθηση για τους άλλους ανθρώπους, τόσο σπάνιο δώρο. Ακόμη και φέτο που ήσουν βαριά άρρωστος, παρ’ όλα αυτά με άκουγες και με βοηθούσες όταν είχα προβλήματα. Θυμάμαι όταν το 2005 είχα ένα ρεσιτάλ στην περίφημη Salle Cortot της École Normale στο Παρίσι και για λόγους ανεξάρτητους της θέλησής μου, δεν είχα τον χρόνο για να προετοιμαστώ καλά, σε πήρα τηλέφωνο απελπισμένη εκείνη τη μέρα και κλαίγοντας σου είπα ότι θα παίξω πολύ άσχημα. Κατάφερες να με βοηθήσεις να απαλλαγώ από τον φόβο μου και τελικά έπαιξα μια από τις καλύτερες συναυλίες μου και θυμάμαι τη χαρά που είχες για μένα μετά που βγήκαμε όλοι μαζί να φάμε και να γιορτάσουμε. Σε ευχαριστώ αδερφέ μου.
Κι έπειτα, τόσες φορές με ευλόγησες με τη φιλία σου, την αγάπη και την εμπιστοσύνη σου, μοιραζόσουν μαζί μου τα καλά σου νέα, ξέροντας ότι θα χαιρόμουν και θα ήμουν περήφανη για σένα, σπουδαίε μου αδελφέ. Αλλά μου εμπιστευόσουν επίσης τα δικά σου προβλήματα, τα μυστικά σου και τους φόβους σου, ζητώντας και ακούγοντας προσεκτικά τη γνώμη μου, περιμένοντας την υποστήριξή μου και την κατανόησή μου και δείχνοντάς μου ότι δεν ήμουν μόνο εγώ που ένιωθα ότι ήσουν ο καλύτερός μου φίλος αλλά ότι ήμουν κι εγώ μία από τους δικούς σου καλύτερους φίλους. Πόσο όμορφο είναι να ξέρω ότι ένα θαυμάσιο πλάσμα χρειάζεται τη φιλία μου και προσφέρει γεναιόδωρα τη δική του!
Τέλος, την φετινή χρονιά, μου εμπιστεύτηκες από την αρχή το φρικτό νέο για την επίθεση του καρκίνου, που με τρομοκράτησε. Φοβήθηκα τόσο με τη σκέψη ότι θα σε έχανα. Πως είναι δυνατόν ένας τόσο εκπληκτικός άνθρωπος, που έχει προσφέρει τόσο γεναιόδωρα σε τόσους άλλους τη μουσική του και την αγάπη του, πως είναι δυνατόν να μη ζήσει μέχρι τα βαθιά του γεράματα όταν θα έχει ολοκληρώσει το ταξίδι του πάνω σε αυτή τη γη; Πόση ακόμη μουσική θα έγραφες, πόση ακόμη αγάπη θα είχες προσφέρει και θα είχες δεχτεί, πόσα ακόμα γέλια θα μοιραζόσουν με όλους τους αγαπημένους σου; Αυτό το αμείλικτο ‘γιατί τόσο νωρίς’ στοιχειώνει τους ανθρώπους που μένουν πίσω. Αλλά κατά τη διάρκεια αυτής της χρονιάς της τρομερής σου αρρώστιας, η ικανότητά σου να αγαπάς, έφερε τόσους ανθρώπους πιο κοντά και μας έκανε να γνωριστούμε και να αγαπήσουμε ο ένας τον άλλο. Θυμάμαι την τελευταία μέρα που ήμουν μαζί σου στο νοσοκομείο, δεκατρείς μέρες πριν σε χάσουμε, να μου λες ποιους άλλους αγαπημένους σου φίλους ήθελες να γνωρίσω. Σα να μου άφηνες μια διαθήκη αγάπης και σα να μου έδινες τα εργαλεία για να βρω και εγώ και εκείνοι τη δύναμη που χρειαζόμασταν όταν θα έφευγες, ώστε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο τώρα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον απέραντο πόνο για το χαμό σου.
Σεβάστηκα το γεγονός ότι δεν ήθελες να μαθευτεί ότι ήσουν άρρωστος, μια και επιθυμούσες να συνεχίσεις τη ζωή σου κανονικά για όσον καιρό γινόταν. Όλη την φετινή χρονιά, κράτησα ακόμη στενότερη επαφή μαζί σου και προσπάθησα να βρεθώ κοντά σου όσες περισσότερες φορές μπορούσα και να σε στηρίξω όσο περισσότερο μπορούσα. Είδα ότι πολεμούσες αυτή τη φρικτή αρρώστια με τόσο απίστευτο θάρρος και αισιοδοξία, σε θαύμασα τόσο βαθιά και είμαι τόσο υπερήφανη για σένα, πραγματικά σαν αδερφή σου. Το ότι αποκαλούσαμε ο ένας τον άλλο αδερφό και αδερφή δεν ήταν αστείο, ήταν η αλήθεια.
Ένοιωσα ευλογημένη που πρόλαβα να σε δω μια τελευταία φορά δύο εβδομάδες πριν φύγεις, όταν ήσουν πια άσχημα στο νοσοκομείο και ήρθα στο Παρίσι για τέσσερεις μέρες για να σε αποχαιρετήσω και να σε στηρίξω. Αυτό που σε έβλεπα να υπομένεις, με έκανε να υποφέρω κι εγώ και έκανα ότι μπορούσα για να το απαλύνω. Ευτυχώς είχες και καλύτερες στιγμές, που μας έκαναν όλους να νοιώθουμε ευγνωμοσύνη και να ελπίζουμε. Είναι αξιοθαύμαστο ότι η ευτυχία μπορεί να υπάρξει ακόμη και σε στιγμές ακραίου πόνου και αγωνίας. Χάρηκα που μπόρεσα να σου δώσω ζεστασιά και τρυφερότητα που σου έκαναν τόσο καλό σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή, που μπόρεσα να σου πω να μη φοβάσαι και να σε διαβεβαιώσω ότι όλα θα πάνε καλά, σε ένιωσα σαν αδερφό μου περισσότερο από ποτέ. Χάρηκα που την τελευταία μέρα που ήρθα να σε δω, Κυριακή 16 Οκτωβρίου, εκεί που ήσουν πολύ άσχημα, είχες την ιδέα να κατεβούμε στον ήλιο στον κήπο του νοσοκομείου όπου λίγο λίγο κατέφθαναν τα μέλη της αγαπημένης σου οικογένειας (που τώρα έχει γίνει και η δεύτερη δική μου οικογένεια) και δεν πίστευαν στα μάτια τους όταν μας είδαν να πίνουμε καφέ και να αστειευόμαστε, κι εσένα να φαίνεσαι πολύ καλύτερα, σα να ήταν απλά μια ωραία ηλιόλουστη Κυριακή που πήγαμε όλοι εκδρομή κι όχι η τελευταία ηλιόλουστη και χαρούμενη μέρα της ζωής σου, όπως μετά αποδείχτηκε. Εκείνη τη μέρα φορούσες μια μπλούζα που έγραφε ‘SANTORINI, Greece’ και σκεφτόμουν ότι τη φετινή τελευταία σου χρονιά, κάποιοι Έλληνες ήμασταν πολύ κοντά σου και σου δώσαμε πολλή αγάπη: η λατρεμένη σου Μαρία από την Κύπρο που στα είκοσι χρόνια που σε ξέρω και που μου έλεγες τα μυστικά σου, δε θυμάμαι να ξαναβρέθηκες με άλλη γυναίκα που να αγάπησες τόσο και που να σε αγάπησε τόσο, αυτή η Μαρία που σε βοήθησε τόσο πολύ φέτος να διατηρήσεις την αισιοδοξία σου και να μην εγκαταλείψεις τη μάχη για τη ζωή και που έχει πλέον γίνει αγαπημένη μου φίλη. Ο Ορέστης ο γλυκύτατός σου παλιός μαθητής από το Conservatoire του Παρισιού, που ερχόταν στο νοσοκομείο κάθε μέρα ως την τελευταία, για να σου κάνει παρέα, που μας έλεγε τα νέα σου όταν ήμασταν μακρυά και αγωνιούσαμε, που με καθησύχασε όταν τρομοκρατήθηκα ότι δε θα σε προλάβω, που σου στάθηκε σαν γιός και τον αγάπησες σαν γιο σου και που αυτός ήταν από τον οποίο έμαθα το τραγικό νέο της αναχώρησής σου. Μαζί τους και με όλους τους άλλους αγαπημένους σου ανθρώπους κάναμε τον δύσκολο δρόμο σου προς τον αιωνιότητα, λιγότερο σκληρό. Είναι μια ανακούφιση κι αυτό μέσα στη θλίψη μας...
Αστειευόμασταν μέχρι τις τελευταίες μέρες. Ήλπιζες μέχρι τις τελευταίες μέρες και μας έπεισες να ελπίζουμε κι εμείς. Για αρκετό καιρό αισθανθήκαμε ότι η δύναμη της θέλησής σου και η δική μας αγάπη, ίσως και να μπορούσαν να νικήσουν σε αυτή τη διελκυστίνδα που όλοι παίζαμε με το θάνατο. Αυτός μόνος στη μια άκρη του σχοινιού κι εμείς στη δική σου μεριά να προσπαθούμε να τραβήξουμε πιο δυνατά και να τον νικήσουμε. Δυστυχώς, ήταν πιο δυνατός...
Όμως αυτό που δεν μπορεί να πεθάνει είναι η αγάπη. Ο θάνατος μπόρεσε να πάρει μακρυά μας μόνο το σώμα σου αλλά κρατήσαμε την αγάπη για σένα και την αγάπη για τη μουσική σου. Μας άφησες τέσσερα θαυμάσια παιδιά τα οποία αγαπάς με όλη σου την καρδιά, είσαι τόσο περήφανος γι αυτά και τα έκανες να αγαπιούνται μεταξύ τους. Δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω αόριστο χρόνο, είμαι σίγουρη ότι ακόμη υπάρχεις κάπου στο σύμπαν και ότι η αγάπη σου θα μας προστατεύει για πάντα. Άφησες πίσω σου τόση υπέροχη μουσική που θα παίζεται και θα την θαυμάζουν στους επόμενους αιώνες. Και (όπως είπε λίγο πριν πεθάνει ο αγαπημένος και στους δυό μας Μάνος Χατζιδάκις για τη δική του ζωή), έζησες τρεις ζωές σε μία, δεν πρέπει λοιπόν να μετράμε μια ζωή με μέρες, μήνες και χρόνια αλλά με την ένταση των συναισθημάτων που εσύ σίγουρα ένιωσες τόσο, όσο και δημιούργησες σε άλλους.
Θα μου λείψεις πάρα πολύ αγαπημένε μου φίλε και αδελφέ, θα μου λείψεις αφάνταστα και όσα και να προσπαθήσω να πω και να σκεφτώ για να απαλύνω τον πόνο μου, δυστυχώς δε θα βοηθήσουν να μου λείψεις λιγότερο. Αυτό που μπορώ να κάνω για να αντιμετωπίσω αυτήν την υπέρμετρη θλίψη, είναι να μοιραστώ χρόνο και αγάπη με όλους τους ανθρώπους που επίσης θα σε αγαπούν για το υπόλοιπο της ζωής τους. Ευτυχώς είναι τόσοι πολλοί, που ξέρω ότι σε όποιο μέρος του κόσμου και να πάω, θα βρίσκω πάντα κάποιον εκεί, για να μιλήσουμε για σένα και να μοιραστούμε τις άπειρες αναμνήσεις μας από σένα! Επίσης, πρέπει να μπορέσω να περιμένω. Να περιμένω μέχρι ο χρόνος να γαληνέψει τον πόνο και να τον αντικαταστήσει με το χαμόγελο που η κάθε σκέψη γύρω από σένα, θα φέρνει στα πρόσωπά μας. Θα περιμένω επίσης την ώρα που θα σε ξανασυναντήσω. Πριν λίγες μέρες, αφού σου είπα το τελευταίο αντίο στο Παρίσι με εντελώς ραγισμένη την καρδιά μου, στο δρόμο της επιστροφής για την Ελλάδα, έγραψα και σου έστειλα ένα μεγάλο γράμμα όπου σου είπα όλα όσα είχα ανάγκη να σου πω και σου πρότεινα να δώσουμε ένα ραντεβού σε έναν άλλο κόσμο, ο οποίος θα είναι χωρίς πόνο και βάσανα, αλλά μόνο με ευτυχία και ειρήνη. Εκεί, θα γελάμε, θα παίζουμε μουσική και θα κουβεντιάζουμε αιώνια! Νομίζω ότι η ιδέα αυτής της συνάντησης με όλους τους ανθρώπους που αγαπάς, έκαναν την ψυχούλα σου λίγο ελαφρύτερη στο δρόμο της για τον ουρανό. Το μόνο για το οποίο θα πρέπει να με συγχωρέσεις Ρολανάκο μου, είναι ότι θα προσπαθήσω να καθυστερήσω όσο περισσότερο μπορώ σε αυτό μας το ραντεβού! Αλλά έχεις το λόγο μου ότι θα έρθω και ξέρω ότι θα με περιμένεις! Και θα έχουμε τόσα να πούμε που η αιωνιότητα δε θα μας φτάσει!
θα έχεις πάντα όλη μου την αγάπη και τρυφερότητα
Ελενάκι το sisteraki σου
5 Νοεμβρίου 2016
Κείμενο που αρχικά έγραψα στα Αγγλικά για το Ιαπωνικό περιοδικό Gendai Guitar και μετέφρασα στις 17 Νοεμβρίου (ελαφρά διαφοροποιημένο) στα Ελληνικά για το www.tar.gr
Η φωτογραφία με τον Roland είναι τραβηγμένη μετά το τελευταίο του ρεσιτάλ στην Ελλάδα, στην Πάτρα στις 23 Απριλίου 2016.
Έλενα Παπανδρέου
Σολίστ κιθάρας, Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας
(Νοέμβριος 2016)
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)