Δεν είναι προφανές;
(4ο - και τελευταίο)
[Η σειρά των άρθρων με τον συγκεκριμένο τίτλο προέκυψε από την διαρκή και μάλιστα συν τω χρόνω εντεινόμενη διαπίστωση ότι πράγματα που σε μένα φαίνονται αυτονόητα, για πολλούς είναι από άγνωστα έως και αδιανόητα! Κι αφού η λεγόμενη "κοινή λογική" δεν είναι κοινή για όλους...]
...ότι το εκπαιδευτικό μας σύστημα είναι πλήρως αποτυχημένο;
(Σημείωση: Το άρθρο αυτό είναι γραμμένο πριν τα Χριστούγεννα και πριν η επικαιρότητα κατακλυσθεί για μία ακόμη φορά με την προφανή αθλιότητα των καιρών. Τόσο προφανή που, χωρίς ν' αλλάξω κάτι στο άρθρο, απλώς αποφάσισα ότι θα είναι ο επίλογος της σειράς.)
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, θυμάμαι κυβερνήσεις όχι απλώς ανίκανες, αλλά απρόθυμες να κυβερνήσουν. Τα στελέχη τους δεν ασχολούνται καν με το αντικείμενό τους και καθήκον τους, που είναι να σχεδιάσουν το κοινό μας μέλλον, ούτε ενδιαφέρονται να λύσουν τα προβλήματα. Αντίθετα, διαρκώς αναβάλλουν την αντιμετώπισή τους ή μπαλώνουν πρόχειρα τις καταστάσεις, προκειμένου να προστατέψουν τον εαυτό τους από το πολιτικό κόστος, τον κίνδυνο δηλαδή να μην επανεκλεγούν. Μεταθέτουν έτσι την ευθύνη στον επόμενο, κι αυτός στον μεθεπόμενο, ώσπου το θέμα να ξεχαστεί, να υπερκεραστεί από άλλα σοβαρότερα ή απλώς πιο επίκαιρα, και εν τέλει, χρόνια μετά, να φτάσει στο μη περαιτέρω. Τότε, ο τελευταίος της αλυσίδας, που δεν έχει άλλα περιθώρια αναβολής και είναι πια αναγκασμένος να επιληφθεί του προβλήματος, έχει έτοιμες όλες τις δικαιολογίες για την "καμένη γη" που (όντως!) βρήκε, ώστε να αποφύγει και αυτός την ευθύνη και το πολιτικό κόστος των αποφάσεών του. Κι ακολουθεί ο ωμός εκβιασμός προς όλους εμάς, με τη μορφή των αποφθεγμάτων ότι, τάχα, "δεν έχουμε επιλογές" και οι "λύσεις" που θα ακολουθηθούν είναι "μονόδρομος".
Αυτός υπήρξε ο κατά κανόνα τρόπος άσκησης της πολιτικής στη χώρα αυτή - κανόνας που απλώς επιβεβαιώνεται από τις όποιες, λιγοστές, εξαιρέσεις. Όλες οι κυβερνήσεις έτσι λειτουργούν, κι ας κόπτονται στις κακοσκηνοθετημένες παραστάσεις - συζητήσεις στα τηλεοπτικά τραπέζια και το Κοινοβούλιο ότι όχι, μόνον "οι άλλοι" αδράνησαν ενώ οι ίδιοι κάνουν τιτάνια προσπάθεια, και μάλιστα με επιτυχία! Με τόσες και τόσο επιτυχημένες κυβερνήσεις, είναι απορίας άξιο πώς δεν έχουμε γίνει ακόμα υπερδύναμη...
Έτσι ακριβώς έγινε και γίνεται, για όλα τα θέματα: Για τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό, το Μακεδονικό και τις μειονότητες, τα αυθαίρετα και τα σκουπίδια, την φοροδιαφυγή και την Ολυμπιακή, την Υγεία και το ασφαλιστικό, την Παιδεία και την παραπαιδεία, το Εθνικό Κτηματολόγιο και την δασοπροστασία, τις τράπεζες και τον υπερδανεισμό, το οδικό και το σιδηροδρομικό (;) δίκτυο, τον πολιτισμό και τη ραδιοτηλεόραση, όπου κι αν γυρίσει κανείς να κοιτάξει θα δει μέτωπα ανοιχτά και προβλήματα εγκαταλελειμμένα στην τύχη τους από δεκαετίες, να εξελίσσονται στα τυφλά, με αποσπασματικές εμβαλωματικές παρεμβάσεις. Έτσι έγινε και στα Πανεπιστήμια με τα σοβαρά προβλήματα υποβάθμισης, τα Κέντρα Ελευθέρων Σπουδών με τους 25.000 αποφοίτους που ζητούν (και θα λάβουν μέσω Ε.Ε.) αναγνώριση Τρίτης Βαθμίδας για τα πτυχία τους, τα Μουσικά Σχολεία που δύο δεκαετίες τώρα λειτουργούν χωρίς πρόγραμμα, αλλά και τα Ωδεία που λειτουργούν πολύ περισσότερες δεκαετίες κατ' ουσίαν ανεξέλεγκτα και ακόμη εκτός διαβάθμισης και εκτός υπουργείου παιδείας.
Το εκπαιδευτικό μας σύστημα μοιάζει με ύφασμα χιλιομπαλωμένο, τόσο που έχουμε πια χάσει και ξεχάσει το αρχικό του χρώμα. Υποχρηματοδότηση (είμαστε η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα, πίσω ακόμη και από του τέως ανατολικού μπλοκ, σε ποσοστό του ΑΕΠ δαπανών για την παιδεία) αλλά και απουσία στόχων και προγραμματισμού είναι τα χαρακτηριστικά του. Είναι άραγε τυχαία αυτή η εγκατάλειψη; Προφανώς και όχι, χωρίς να πιστεύω στις παγκόσμιες συνωμοσίες: τα αντανακλαστικά της εξουσίας είναι παντού τα ίδια, ξέρουν ότι η παιδεία δημιουργεί στους ανθρώπους αντιστάσεις. Πνευματικές, αισθητικές, καταναλωτικές και εν τέλει και πολιτικές. Ποιά εξουσία αντέχει υπηκόους με άποψη;;
Πάρτε ως παράδειγμα την "δύναμη της τηλεόρασης". Δεν προέρχεται μόνο από το πόσοι την παρακολουθούν, αλλά από το πώς επηρεάζονται από αυτήν. Κάποτε την ονομάζαμε "παράθυρο στον κόσμο", γιατί πράγματι έχει την δυνατότητα να μας μεταφέρει οπουδήποτε. Τώρα, όμως, έχει μεταλλαχτεί: γεννάει φαινόμενα πλαστά τα οποία βαφτίζει πραγματικότητα, πείθοντας μάλιστα εκατομμύρια ανθρώπων. Ό,τι δείχνει είναι σαν να συνέβη, κι ό,τι δεν δείχνει είναι ως μη γενόμενο. Μετατρέπει (σε τελική ανάλυση χάρη σε μας τους ίδιους, τον στόχο των διαφημιστών, ας μην το ξεχνάμε) ανθρώπους χωρίς κανένα χάρισμα ή προσόν, μόρφωση ή ταλέντο, πραγματικά ανύπαρκτους, σε πλούσιους και διάσημους - απλώς επειδή έχουν ωραία (;) εμφάνιση ή διασυνδέσεις. Μας εθίζει στον κυνισμό, στην απάθεια, στην κατάργηση της ιδιωτικής ζωής και της πολιτικής ευθύνης. Μας σπρώχνει στην κατανάλωση, δημιουργώντας σύγχυση μεταξύ πραγματικών αναγκών, εφικτών επιθυμιών και φαντασιώσεων. Θα μπορούσε ποτέ να τα κατορθώσει όλα αυτά αν απευθυνόταν σε ανθρώπους με παιδεία, με κριτήρια και αντιστάσεις;
Οι μαρξιστές λένε ότι η εκπαίδευση είναι βασικό εργαλείο του συστήματος. Και ποιό είναι δηλαδή το Ελληνικό σύστημα; Καπιταλισμός δεν είναι, αφού απαιτούνται οργανωμένες δομές, σημαντικά κεφάλαια και παραγωγικές επενδύσεις. Σοσιαλισμούς και τέτοια μακριά από μας, εννοείται. Φονταμενταλισμός δεν νομίζω, αφού παρά τη δύναμη της Εκκλησίας το ατομικό συμφέρον είναι φανερά πάνω απ' την πίστη και τους κανόνες της. Τουρισμός (σύστημα είναι κι αυτό, σε -ισμός δεν τελειώνει;...) με τέτοια ...ελαφριά αντιμετώπιση για βαρειά βιομηχανία, δε με πείθει. Εγωισμός; χμ...
Είμαστε κοινωνία ατόμων, γνωστό αυτό από την αρχαιότητα. Για μας ο ανταγωνισμός υπερβαίνει ως έννοια το να γίνουμε καλύτεροι απ' τους άλλους, μας αρκεί να είναι οι άλλοι χειρότεροι από μας. Κι όταν δεν είναι, τους χαρακτηρίζουμε εμείς έτσι και καθαρίζουμε. Συνήθως δεν μ' αρέσει να γενικεύω, αλλά επειδή έχουμε μια ευκολία να λέμε "οι Αλβανοί είναι έτσι", "οι Γερμανοί είναι αλλιώς", "οι Αμερικάνοι κάπως αλλιώς", να δούμε και λίγο πώς είναι οι Έλληνες; Είμεθα έθνος ανάγωγον, λοιπόν. Και ανώριμον: πάντα μας φταίει κάτι άλλο, έξω από μας: ο ξένος δάκτυλος, ο γείτονας, ο διαιτητής, μέχρι και "η κακιά η ώρα", ενώ δεν έχουμε μάθει ακόμα να μην πετάμε τα σκουπίδια στην αυλή του διπλανού - ή απ' τα μπαλκόνια στο δρόμο! Είμαστε σαν τα παιδιά, ζεστοί, αυθόρμητοι, φιλόξενοι, δοτικοί, πιστοί φίλοι, καλοπερασάκηδες, αλλά και ταυτόχρονα ευθυνόφοβοι, εγωκεντρικοί, ξενόφοβοι, ωφελιμιστές, χωρίς αίσθηση του μέτρου ή του προγραμματισμού και οπαδοί της ήσσονος προσπαθείας.
Είμαστε, επομένως, γνήσιοι άνθρωποι, πιο γνήσιοι από τους ενήλικες. Μόνο που για να επιβιώσουμε στον κόσμο των ενηλίκων, χρειαζόμαστε κάποιες βασικές δεξιότητες. Αυτή είναι και η ανάγκη ύπαρξης εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν είναι μόνο οι γνώσεις και οι νέες τεχνολογίες, αυτές έτσι κι αλλιώς αφορούν συγκριτικά λίγους. Ακόμα και το βασικότερο ίσως εθνικό μας χαρακτηριστικό, η γλώσσα μας, επιβίωσε επί χιλιετίες χωρίς εκπαιδευτικό σύστημα, θα μπορούσαμε λοιπόν να τα καταφέρουμε επ' αόριστον χωρίς αυτό - ιδιαίτερα όταν αντί να προστατεύει τη φυσιολογική εξέλιξή της, είτε την περιφρονεί είτε την βιάζει με διάφορες δήθεν "απλοποιητικές" νομοθετικές παρεμβάσεις. Μήπως, για παράδειγμα, με την εφαρμογή του μονοτονικού συστήματος οι νεώτερες γενιές μαθαίνουν καλύτερα ελληνικά; Μιλήστε με φιλολόγους της πρώτης Γυμνασίου να σας πουν τι ποσοστό των παιδιών δεν μπορεί να γράψει δύο συντεταγμένες και ορθογραφημένες προτάσεις στη σειρά. Ο κόσμος γύρω μας στο μεταξύ άλλαξε, κι αν δε μάθουμε στο σχολείο σωστά Ελληνικά, σε δύο γενιές θα μιλάμε κάτι σαν τ' αγγλοκυπριακά που άκουγα στο Λονδίνο και μου σηκωνόταν η τρίχα. Αν δεν ξέρουμε ιστορία δε θα μπορούμε να χειριστούμε τις σχέσεις με τους γείτονές μας, για καλό ή για κακό. Όσο βουτάμε στην Εβραϊκή μυθολογία και παραμερίζουμε την πολύ βαθύτερη και ουσιαστικότερη Ελληνική, απομακρυνόμαστε από την ταυτότητα και την αυτογνωσία μας. Αν δεν επενδύσουμε στη γνώση, δε θα μας κλέβουν μόνο (όπως κάποτε) στο ζύγι, θα είμαστε χρεωμένοι ώς το λαιμό και κάτι παραπάνω. Χρειαζόμαστε, λοιπόν, παιδεία σύγχρονη, με σύστημα και στόχους.
Το σημερινό Δημοτικό σχολείο αντί (πέραν των αυτονοήτων, γλώσσα και αριθμητική) να ασχολείται με καλλιτεχνικά μαθήματα, αθλητισμό, χειρωνακτικές δράσεις και ό,τι αναπτύσσει την φυσική περιέργεια και την παιδική νοημοσύνη, είναι υπερφορτωμένο με γνωστικά αντικείμενα δυσανάλογα με την ηλικία και τις νοητικές ικανότητες των παιδιών, τα οποία εξάλλου θα επαναληφθούν και στις επόμενες βαθμίδες. Όλο και περισσότεροι δάσκαλοι ξεκαθαρίζουν ανοιχτά στους γονείς ότι το σχολείο δεν επαρκεί και είναι υποχρεωμένοι (!) να βοηθούν τα παιδιά τους, αν θέλουν να τα δουν να προχωρούν. Όλο και περισσότερα μικρά παιδιά διαβάζουν 4 και 5 ώρες την ημέρα για το σχολείο και κάνουν δύο ξένες γλώσσες, τρέχοντας παράλληλα σε διάφορες οργανωμένες δραστηριότητες, αθλητικές ή καλλιτεχνικές, που το σχολείο δεν καλύπτει, όπως θα όφειλε. Το αποτέλεσμα είναι να μη ζουν φυσιολογική ζωή, να κουράζονται υπερβολικά, να μην έχουν χρόνο να παίξουν και εν τέλει να μην αποδίδουν κιόλας. Το χειρότερο όμως είναι ότι αυτό το στεγνό, απρόσωπο σχολείο των επιδόσεων, τα παιδιά δεν το αγαπούν. Δεν ωφελούνται απ' αυτό τα κυριώτερα: κοινωνικοποίηση, σφυρηλάτηση χαρακτήρα, αγάπη για τη μελέτη και κατ' επέκταση για την ίδια τη γνώση - αντί να αναλώνονται στη βαθμοθηρία και την δήθεν "αξία" της πρωτιάς.
Το Γυμνάσιο είναι πια εξεταστικό και βαθμολογικό κέντρο. Χωρίς βάσεις τα παιδιά, αγωνίζονται να συγκεντρώσουν "εφόδια", καλούς βαθμούς και Proficiency (με όλα τα ενδιάμεσα "πτυχία" που έχουν στο μεταξύ εφευρεθεί με το αζημίωτο) - αλλά και πτυχίο Αρμονίας! - πριν φτάσουν στο Λύκειο οπότε "δεν θα προλαβαίνουν". Με φροντιστήρια που δίνουν πια υποχρεωτικά πακέτο όλα τα μαθήματα, την ώρα που το σχολείο υποχωρεί συνεχώς από την αποστολή του. Και, φυσικά, χωρίς περιθώρια μυαλού και χρόνου για τις φυσικές αναζητήσεις της εφηβείας, που οι σημερινοί έφηβοι μοιάζουν καταδικασμένοι να μην την ζήσουν φυσιολογικά.
Το Λύκειο, στην πιο ώριμη σχολική ηλικία για την εισαγωγή στις ανθρωπιστικές επιστήμες, στην κλασική φιλοσοφία και εν γένει την ανθρώπινη σκέψη και τέχνη, έχει υποβιβαστεί σε φροντιστήριο για τα ΑΕΙ, το οποίο μάλιστα κανείς δεν εμπιστεύεται: οι περισσότεροι μαθητές υπολογίζουν προσεκτικά τις απουσίες ώστε να εξαντλήσουν τις επιτρεπόμενες χωρίς να τις ξεπεράσουν, για να έχουν χρόνο να ξεκουράζονται και να διαβάζουν για το (πραγματικό) φροντιστήριο. Στην πραγματικότητα αυτή έχουν προσαρμοστεί και οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί, που μειώνουν τις απαιτήσεις τους, αφού ξέρουν ότι έρχονται δεύτεροι. Η στρέβλωση αυτή, μάλιστα, ότι τάχα ο κορμός της εκπαίδευσης είναι τα Φιλολογικά, τα Μαθηματικά και οι Φυσικές Επιστήμες (επειδή οδηγούν στα ΑΕΙ) και επομένως όλα τα υπόλοιπα περισσεύουν, έχει "μολύνει" όλο το φάσμα της εκπαίδευσης, με συνέπεια την αναποτελεσματική μορφή της Στοιχειώδους εκπαίδευσης που περιέγραψα πιο πάνω.
Κι όταν έρχεται η ώρα του Πανεπιστημίου, έφηβοι ξεπνεωμένοι από την ώς τότε υπερπροσπάθεια και χωρίς καμμιά διάθεση να σπουδάσουν, μπαίνουν σε κάποια σχολή (σχεδόν όποια να 'ναι, αρκεί να μην "αποτύχουν"), για να προστεθούν αργότερα στην τεράστια λίστα των ετεροαπασχολούμενων ή ανέργων πτυχιούχων, ένα ακόμη τομέα στον οποίο η Ελλάδα θλιβερά φιγουράρει στην πρώτη θέση της Ευρώπης!
Καθώς ήδη το πρόβλημα έχει χρονίσει, έχει πια περάσει σε άλλη, πολύ δύσκολη, φάση: Οι καθηγητές των σχολείων πια, οι κάτω των 45, δηλαδή το μεγαλύτερο και βιολογικά ακμαιότερο κομμάτι, είναι προϊόν αυτού ακριβώς του συστήματος! Πώς μπορούμε να περιμένουμε από αυτούς να το βελτιώσουν; Τα κριτήρια επιλογής τους είναι πολύ φτωχά (γραπτοί διαγωνισμοί με βάση το ...11), οι επιμορφώσεις τους ανούσιες (σπουδαία ευκαιρία κατανομής κονδυλίων στους επιμορφωτές) και οι βασικές τους παιδαγωγικές γνώσεις στοιχειωδέστατες, αφού διά νόμου θεωρούνται ...καθηγητικές σχολές συλλήβδην όσες (σε ΑΕΙ και ΤΕΙ) περιλαμβάνουν στο πρόγραμμα σπουδών τους έστω και ένα εξάμηνο παιδαγωγικών μαθημάτων! Πώς λέμε στα ωδεία "πρακτικό διδασκαλείο", με το οποίο και καλά βγαίνεις δάσκαλος; κάτι ανάλογο... Άνθρωποι που καταλήγουν στην Εκπαίδευση όχι από πραγματική έφεση ή μεράκι, αλλά γιατί δεν βρίσκουν τι άλλο να κάνουν με το πτυχίο τους, υπό την απειλή της ανεργίας, της υπο- και της ετεροαπασχόλησης, πώς να βρουν τη δύναμη να αντισταθούν στο αδηφάγο γραφειοκρατικό σύστημα; Και γιατί να μη βολευτούν ως δημόσιοι υπάλληλοι σ΄αυτό το "βολικό μούδιασμα" που έλεγε κι ο Roger Waters πριν 30 χρόνια;
Είναι δυστυχώς φυσικό, στο πλαίσιο αυτό, η μουσική να κατέχει τριτεύουσας σημασίας θέση στην εκπαίδευση, αντί της πρωτεύουσας που είχε από αρχαιοτάτων κυριολεκτικά χρόνων στο παιδαγωγικό σύστημα όλων των ακμαίων πολιτισμών, μηδέ εξαιρουμένου του δικού μας, του οποίου κατά τα άλλα είμεθα υπερήφανοι να θεωρούμε εαυτούς απογόνους. "Ουδείς επιστήμων ει μη μουσικός", έλεγε κάποιος ξεχασμένος επί της ουσίας πρόγονός μας, με το διόλου τυχαίο όνομα Αριστοτέλης. Η μουσική θα μπορούσε ν' αλλάξει καθοριστικά το χαρακτήρα του όλου συστήματος, αλλά αποδεδειγμένα η πολιτεία δεν έχει τη βούληση ν' ασχοληθεί με το να βελτιώσει τη θέση της στην εκπαίδευση. Τα ωραία λόγια είναι για τους ψηφοφόρους, τον πιο μεγάλο στόχο των διαφημιστών αλλά και των διαφημιζομένων - πολιτικών...
Θα ήθελα να τελειώσω το άρθρο με μιά νότα αισιοδοξίας, αλλά δυστυχώς αυτή δε συμβαδίζει εύκολα με το ρεαλισμό... Ακόμα και η συλλογική - συνδικαλιστική δράση που κάποτε αποτελούσε την υγιή διέξοδο, έχει υποστεί μεγάλη φθορά από τις αναξιόπιστες ηγεσίες της και σήμερα προσκρούει στην αδράνεια της συντριπτικής πλειονότητας των συναδέλφων μουσικών - εκπαιδευτικών που, ακόμα κι αν έχουν επίγνωση του ζοφερού μέλλοντος, δεν πιστεύουν ότι μπορεί κάτι ν' αλλάξει και δεν θεωρούν ότι αξίζει τον κόπο να βάλουν κάτι από τον εαυτό τους στην προσπάθεια. Έτσι, το μόνο που μου έμεινε και πάντοτε συνιστώ στους μαθητές μου τουλάχιστον είναι να μελετούν, να διαβάζουν, να μη σταματούν το χτίσιμο των αρχών τους και το ακόνισμα του μυαλού τους με κάθε τρόπο. Έστω και στο επίπεδο του ατόμου, αυτό είναι πολιτική πράξη, πράξη αντίστασης. Είναι το ελάχιστο, που όλοι μπορούμε!
Νίκος Παναγιωτίδης
panagiotidis@tar.gr
(Ιανουάριος 2008)