ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΣΑΠΟΥΝΑΣ
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Στην Τίνα Βαρουχάκη
Αφορμή της συζήτησής μας με τον Ιδρυτή και Διευθυντή της δισκογραφικής εταιρείας Subways Music, κ. Σοφοκλή Σαπουνά, η παρουσίαση τεσσάρων ηχογραφημάτων της εταιρείας, προσφάτως στο χώρο πολιτισμού «Ιανός». Η αιτία όμως βαθύτερη: να καταθέσει τις απόψεις του ένας καθηγητής μουσικής, ο οποίος προέρχεται από την Αγορά, χωρίς να έχει ως αυτοσκοπό το κέρδος. H ανταμοιβή του; πρωτίστως ηθική! Βραβεία, ηχογραφήματα με διακεκριμένους σολίστ και συνθέτες, όπως τον Ακαδημαϊκό, Θόδωρο Αντωνίου καθώς και εξαιρετικές κριτικές.
Χαρακτηρίζει τη χώρα μας ως «υπερδύναμη» στον τομέα της κλασικής μουσικής, καθώς και της κλασικής κιθάρας. Διαφωνεί με όλους όσοι διατείνονται ότι οι Έλληνες σολίστ πρέπει να ερμηνεύουν μόνο Έλληνες συνθέτες και τους «απαντά» εμπράκτως, με αξιόλογες ηχογραφήσεις έργων μουσικής δωματίου συνθετών του παρελθόντος, όσο και σύγχρονης μουσικής του 20ου και 21ου αιώνα.
Προσφάτως, ηχογραφήθηκε από την εταιρεία του σε πρώτη παγκόσμια ηχογράφηση, η σονάτα για βιολί και πιάνο του Αλέκου Ξένου. Με αφορμή το γεγονός, απευθύνει έκκληση στους Έλληνες Αρχιμουσικούς να αναδείξουν περισσότερο το έργο Ελλήνων συνθετών.
Θα βρεί ευήκοα ώτα;
«…Γιατί να «επιτρέπεται» σε Ευρωπαίους, Ασιάτες και Αμερικάνους να παίζουν οικουμενικά έργα συνθετών του παρελθόντος και όχι σε Έλληνες; Κάθε σολίστας, κάθε συνθέτης, πρέπει να φεύγει από τα στεγανά, να λειτουργεί ελεύθερα, να ανεβαίνει στη σκηνή, να στέκεται στο στούντιο και από κει και πέρα να τον κρίνει το κοινό και η ιστορία. Να αναμετριέται με το έργο του και με τον εαυτό του. Ο καθένας δικαιούται να το επιχειρήσει και όταν το κάνει καλά, θα είναι πολύ χρήσιμο κανείς να είναι δίπλα του να τον στηρίξει. Χαίρομαι που είμαι δίπλα σε τέτοιες δουλειές, να τις φροντίζω».
T.B. Είστε διπλωματούχος πιάνου και κάτοχος πτυχίων ανώτερων θεωρητικών. Διαβάζοντας το βιογραφικό σας, μου προκάλεσε μεγάλη εντύπωση το γεγονός ότι ιδρύσατε το «Εράτειο Ωδείο» σε ηλικία μόλις 19 ετών! Πώς είχατε την τόλμη να ιδρύσετε και να διευθύνετε μια επιχείρηση σε τόσο νεαρή ηλικία;
Σοφοκλής Σαπουνάς. Η απάντηση μάλλον είναι η άγνοια κινδύνου, λόγω της ηλικίας! Υπάρχουν όμως και οι συγκυρίες. Αυτό το κτίριο κατασκευαζόταν τότε και έπρεπε να αποφασιστεί αν θα γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις. Ο πατέρας μου, ο οποίος ασχολείτο με οικοδομικές εργασίες παντός είδους, με ρώτησε αν θα με ενδιέφερε να έχω ωδείο, επειδή ήδη εργαζόμουν σε ωδείο (στο τότε Αττικό Ωδείο Χολαργού, νυν Μαιάνδρειο). Όμως του αρνήθηκα λόγω της ηλικίας, με το επιχείρημα ότι δεν είχα καν προλάβει να πάω στο στρατό, να τελειώσω τις σπουδές μου! Εκείνος επέμεινε: «τώρα μπορώ να σε βοηθήσω, αργότερα δεν ξέρω πώς θα είναι οι εποχές». Όμως το πολύ ευτυχές-παρά την απειρία μου- ήταν ότι υπήρξαν κάποιοι συνεργάτες που βοήθησαν πάρα πολύ. Ο πρώτος διευθυντής του ωδείου το 1991, ήταν ο Χάρης Ξανθουδάκης (για δυο χρόνια ήταν εδώ διευθυντής) μετά είχε μια πολύ σημαντική Ακαδημαϊκή πορεία στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου. Στη συνέχεια, Διευθυντής διετέλεσε ο Περικλής Κούκος. Έτσι στάθηκα τυχερός στα πρώτα βήματα, γιατί είχα ανθρώπους να με καθοδηγήσουν σωστά.
T.B. Από το 2003 δραστηριοποιείστε ως μουσικός παραγωγός, δημιουργώντας την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρία Subways Music. Ποια είναι η καλλιτεχνική ταυτότητα και οι αντίστοιχοι στόχοι της εταιρείας σας;
Σοφοκλής Σαπουνάς Το 2003, ο αδελφός μου, ο Βαγγέλης Σαπουνάς, άνοιξε το subways studio στο ίδιο κτίριο με το ωδείο. Όταν ξεκινήσαμε, τη Subways music, με έναν φίλο μου, τον Steve Jaqvaar, (ο οποίος υπογράφει και τις μεταφράσεις που κάνει στους δίσκους μας) ο στόχος μας ήταν να έχουμε μουσική από την παραγωγή στην κατανάλωση, όχι με την έννοια του στυγνού εμπορικού προϊόντος, αλλά με μια λόγια κατεύθυνση από την αρχή. Αναφέρω τον όρο λόγια και όχι κλασική, για να μην νομίζει κανείς ότι ηχογραφούμε μόνο Μότσαρτ και Μπετόβεν. Ηχογραφούμε και σύγχρονους συνθέτες, μουσική του 21ου αι. Απλώς ένα δισκάδικο θα έβαζε σχεδόν όλα τα δικά μας cds στο ράφι με τα κλασικά. Και έχοντας την πολυτέλεια να έχει ο αδελφός μου studio ηχογραφήσεων, αυτό διευκόλυνε πάρα πολύ στο να κάνουμε καλή παραγωγή σε ποιοτικούς δίσκους με σοβαρό προφίλ. Επίσης, με τη Στέλλα Τσάνη, βγάλαμε το πρώτο cd. Είναι μια γυναίκα που έζησε πολλά εμπόδια ιδιαίτερα τα προηγούμενα χρόνια. Ένας άνθρωπος που κάνει πάντα σοβαρή, ακούραστη δουλειά. Έτσι και εκείνη έχτισε την καριέρα της χωρίς καμία ενίσχυση από κανέναν. Ίσα ίσα, με εμπόδια, όπως σας είπα, αλλά έχοντας τη δέουσα σοβαρότητα σε ό,τι έκανε: πρόβες, συναυλίες, ηχογραφήσεις, καλλιτεχνικές συνεργασίες, σε όλα! Σήμερα έχει καταξιωθεί και ευτυχώς υπάρχουν και αυτοί οι δίσκοι, στους οποίους καταγράφεται η εκτελεστική και η ερμηνευτική της δεινότητα.
T.B. H κρίση που «μαστίζει» τη δισκογραφική βιομηχανία σε βαθμό να γίνεται λόγος για το «τέλος» της, επηρέασε τους στόχους σας;
Σοφοκλής Σαπουνάς Το δικό μας είδος, έτσι και αλλιώς ποτέ δεν ήταν ιδιαίτερα προσοδοφόρο σε αυτή τη χώρα. Δυστυχώς, η Ελλάδα είναι διαρκώς στο περιθώριο αυτού του χώρου. Γιατί αν ήμασταν στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη, το Λος Άντζελες ή το Βερολίνο, ο αντίστοιχος Σοφοκλής Σαπουνάς ξεκινάει από πολύ διαφορετική αφετηρία-όχι γιατί έχει καλύτερες προδιαγραφές ή θα βρει καλύτερους καλλιτέχνες- αλλά γιατί είναι αλλιώς στημένο το όλο πράγμα εκεί. Η Ελλάδα έχει πολύ σπουδαίους συνθέτες, πολύ σπουδαίους εκτελεστές, τεχνικά στο στούντιο μπορούμε να φτιάξουμε οτιδήποτε, δεν έχουμε κανέναν περιορισμό. Όμως στο εξωτερικό, μονίμως αγωνιζόμαστε να τους πείσουμε ότι είμαστε μεγάλη δύναμη όχι οικονομικά, αλλά ότι η Ελλάδα είναι μια υπερδύναμη θα μπορούσα να πω στο χώρο της σοβαρής μουσικής και του πολιτισμού γενικότερα. Eπίσης και στο χώρο του τραγουδιού είναι σίγουρα, απλώς ο περιορισμός της γλώσσας δεν το άφησε να διαδοθεί, άλλωστε ούτε η ποίησή μας μεταφράζεται εύκολα.
T.B. Στην εκδήλωση παρουσίασης των δίσκων, αναφέρατε ένα περιστατικό όπου τον πρώτο καιρό λειτουργίας της εταιρείας σας, καταστηματάρχης αρνήθηκε να δεχθεί δίσκους σας με το επιχείρημα «δεν τα θέλω, είναι Έλληνες!». Θα θέλατε να διηγηθείτε περιληπτικά το περιστατικό;
Σοφοκλής Σαπουνάς Στην αρχή, τη διανομή στους πρώτους δίσκους την έκανα μόνος μου για να «σπουδάσω» την αγορά. Aυτό το περιστατικό είναι αληθές και από γνωστό κατάστημα της Αθήνας. Ο συγκεκριμένος καταστηματάρχης απλώς μου εκφράστηκε ανοικτά και είπε: «Παίζουν Έλληνες δεν τα θέλω». Toυ είπα να τα κρατήσει και όσα δεν πουληθούν να μου τα επιστρέψει. Αρνήθηκε και εγώ έφυγα, αλλά δεν πήγα ξανά ούτε ως πελάτης. Κάθε καταστηματάρχης, πρέπει να σώσει το μαγαζί του, οπότε θέλει να έχει στα ράφια του cds με αυξημένες πιθανότητες να πουλήσουν. Το συγκεκριμένο, ήταν το πιο ακραίο περιστατικό. Σε άλλες περιπτώσεις έκαναν το ίδιο με έμμεσο τρόπο, με αδιαφορία, όπως συνέβη πολλές φορές. Σε άλλα καταστήματα που άφησα cds πούλησαν, αλλά δεν πήρα τα χρήματα ποτέ! Η άλλη πλευρά της ελληνικής πραγματικότητας είναι αυτή: ό,τι και να πουλήσεις, μετά πρέπει να δώσεις μια τεράστια μάχη για να πάρεις τα χρήματα, το οποιοδήποτε ποσό! Από τα cd που πουλήσαμε δεν καταφέραμε να πληρωθούμε, πλην ελαχίστων περιπτώσεων. Ευτυχώς, έχουμε και σοβαρούς επαγγελματίες, που δεν χρωστάνε, είναι υγιείς οικονομικά και έντιμοι.
T.B. Το 2008 βραβευτήκατε από την Ένωση Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών, ενώ το 2011 ήσασταν ξανά υποψήφιος. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι΄αυτό;
Σοφοκλής Σαπουνάς Τα βραβεία δόθηκαν για συγκεκριμένους δίσκους. Ο ένας είναι το 2008 “live in Athens” ζωντανή ηχογράφηση στην αίθουσα του Φ.Σ. Παρνασσός, ρεσιτάλ της Στέλλας Τσάνη, συνοδεία του σπουδαίου Καναδού πιανίστα, Stephen Ham, με τον οποίο είχαν γνωριστεί ένα χρόνο πριν στην Αλγερία, όπου συνέπραξαν με την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Αλγερίας. Έπαιξαν μαζί το διπλό κονσέρτο του Χάϋντ, αλλά και τη Σονατίνα για βιολί και πιάνο του Θόδωρου Αντωνίου, καθώς και την πρώτη Σονάτα για βιολί και πιάνο του Δημήτρη Δραγατάκη. Με αυτά τα δυο έργα, το Αλγερινό κοινό τους αποθέωσε πολύ περισσότερο, χειροκροτούσε όρθιο! Αυτό αποτελεί μια απάντηση για όσους λένε «Α, είναι ελληνικά έργα; Δεν θα τα αγοράσει κανείς!» Αν πήγαινα σε ένα δισκοπωλείο και τους «δειγμάτιζα» Αντωνίου και Δραγατάκη, θα με αντιμετώπιζαν με καχυποψία. Αν δείτε στο οπισθόφυλλό του cd, το ηχογράφημα εκδόθηκε μόνο για ραδιοφωνική χρήση, διότι είχε κάποιες δεσμεύσεις ο Stephen Ham στο εξωτερικό με συμβόλαια, τις οποίες δεν μπορέσαμε να ξεπεράσουμε. Όταν παύσουν να ισχύουν, ίσως ο δίσκος κυκλοφορήσει στην Αγορά.
T.B. Ως εκπαιδευτικός και παραγωγός ηχογραφημάτων, πώς κρίνετε την εξέλιξη της μουσικής δωματίου και συμφωνικής μουσικής στην Ελλάδα της οικονομικής (και όχι μόνο) κρίσης;
Σοφοκλής Σαπουνάς Μια μεγάλη διαφοροποίηση είναι η εξής: όταν ξεκίνησα, χρηματοδοτούσα ο ίδιος τις παραγωγές των δίσκων με στόχο να τις ελέγχω- όχι με την έννοια του εταιριάρχη- απλώς για να έχω ένα λόγο παραπάνω στο καλλιτεχνικό έργο. Πριν την κρίση, ό,τι χρήματα περίσσευαν από τις ωδειακές δραστηριότητες, τα διοχέτευα στην δισκογραφία. Δεν με ενδιέφερε το κέρδος, αλλά το καλλιτεχνικό έργο που παραγόταν. Σήμερα, δεν περισσεύει τίποτα, γιατί τα χρήματα τα παίρνει η εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία κτλ Το πρόβλημά μας, είναι μόνο σε επίπεδο χρηματοδότησης. Σε διάφορες περιπτώσεις υπάρχει και χορηγός, όπως στην περίπτωση του ηχογραφήματος του Απόστολου Παληού, που ήταν χορηγός το ίδρυμα Κωστόπουλου. Το ευχαριστούμε πάρα πολύ για την ευγενική χορηγία. Με αφορμή αυτόν το δίσκο, θα ήθελα να επισημάνω ότι αποτελεί μια απάντηση σε διάφορους ανθρώπους του χώρου (κάποιοι το έγραψαν και σε άρθρα τους) ότι δεν έχει νόημα μια ελληνική εταιρεία και οι Έλληνες σολίστες να ηχογραφούν τα γνωστά έργα του ρεπερτορίου που ηχογραφούνται από άλλους σολίστες, αλλά να παίζουμε μόνο Έλληνες συνθέτες. Αυτό το βρίσκω λίγο… αποξενωτικό. Οι καλλιτέχνες ωφελούνται πάρα πολύ με το να ερμηνεύουν τους μεγάλους μουσουργούς του παρελθόντος και γίνονται πολύ καλύτεροι όταν παίζουν τα πιο σύγχρονα έργα. Επίσης γιατί να «επιτρέπεται» σε Ευρωπαίους, Ασιάτες και Αμερικάνους να παίζουν οικουμενικά έργα συνθετών του παρελθόντος και όχι σε Έλληνες; Κάθε σολίστας, κάθε συνθέτης, πρέπει να φεύγει από τα στεγανά, να λειτουργεί ελεύθερα, να ανεβαίνει στη σκηνή, να στέκεται στο στούντιο και από κει και πέρα να τον κρίνει το κοινό και η ιστορία. Να αναμετριέται με το έργο του και με τον εαυτό του. Ο καθένας δικαιούται να το επιχειρήσει και όταν το κάνει καλά, θα είναι πολύ χρήσιμο κανείς να είναι δίπλα του να τον στηρίξει. Χαίρομαι που είμαι δίπλα σε τέτοιες δουλειές, να τις φροντίζω.
T.B. Στις 16 Ιανουαρίου παρουσιάσατε στον «Ιανό» τέσσερα ηχογραφήματα μουσικής δωματίου. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι΄αυτές τις ενδιαφέρουσες παραγωγές; Παρακαλώ μην επηρεαστείτε από το γεγονός ότι είμαστε κιθαριστικό περιοδικό, εμείς ενδιαφερόμαστε και για τις τέσσερις, θέλουμε να τα προβάλουμε ισότιμα όλα.
Σοφοκλής Σαπουνάς Θα αναφερθώ στους δίσκους με τη σειρά που παρουσιάστηκαν και στην εκδήλωση. οι «Ηχομονόλογοι» είναι ένας δίσκος με έργα δυο συνθετών, του Σωτήρη Δεσπότη και του Σάββα Καρατζιά, οι οποίοι πρώτη φορά εμφανίζονται στη δισκογραφία. Ο Σάββας Καρατζιάς, έχει καθηγητή το Σωτήρη Δεσπότη, διδάκτωρ μουσικολογίας, ο οποίος είχε καθηγητή στη σύνθεση τον Θεόδωρο Αντωνίου. Ο δίσκος περιλαμβάνει έργα δικά τους, για σόλο όργανα. Τα περισσότερα, ηχογραφήθηκαν στο Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου στη Ρόδο και παίζουν πολύ καλοί μουσικοί: Παναγιώτης Γώγος (πιάνο), Γιώργος Καβάσιλας (κιθάρα), Άγγελος Λιακάκης (βιολοντσέλλο), Βιβή Παπαϊωάννου (φλάουτο) και Μανούσος Πλουμίδης (κλαρινέτο). Αυτό το cd, περιλαμβάνει ένα σημείωμα του Γεωργίου Βράνου, του Καλλιτεχνικού Διευθυντή της ΚΟΘ και τον ευχαριστούμε πολύ που μας ενίσχυσε με αυτό τον τρόπο. Επίσης, έχει ένα πολύ ωραίο εξώφυλλο, που το σχεδίασε ο Άντης Ιωαννίδης, πατέρας του Αλκίνοου Ιωαννίδη.
Ο Δεύτερος δίσκος, είναι από το duo arioso- τον Αριστείδη Χατζησταύρου στην κιθάρα και τη Σοφία Μαυρογενίδου στο φλάουτο. Η Σοφία είναι διπλωματούχος και πιάνου και μονωδίας, αλλά οι περισσότεροι την ξέρουν ως φλαουτίστα. Επίσης ο Αριστείδης Χατζησταύρου είναι ένας κιθαρίστας με πάρα πολύ καλό όνομα στο μουσικό και τον κιθαριστικό χώρο. Έχουν δώσει πολλές συναυλίες στο εξωτερικό και αποφάσισαν για πρώτη φορά να αναδείξουν δισκογραφικά το έργο τους.
Ο τρίτος δίσκος είναι του Απόστολου Παληού, ο οποίος είναι ένας πάρα πολύ καλός σολίστας της νέας γενιάς- νέος, αλλά ώριμος ταυτόχρονα. Είναι πολύ σοβαρός στη δουλειά του, πολύ σοβαρός στις ερμηνείες και τις προσεγγίσεις του και σε αυτό το cd, παίζει πολύ δεξιοτεχνικά έργα, των Σοπέν και Σούμαν.
Τέλος, ο δίσκος «3 σονάτες για βιολί και πιάνο», Στέλλα Τσάνη-Τίτος Γουβέλης. Με τον Τίτο Γουβέλη ξεκίνησαν μαζί στην τάξη μουσικής δωματίου του Τάτση Αποστολίδη στο Ωδείο Αθηνών και έπαιξαν τότε τη σονάτα του Φράνκ, που είναι ένα κολοσσιαίο έργο για τη φιλολογία και των δυο οργάνων, πάρα πολύ απαιτητικό, με πολύ μεγάλο βάθος. Αυτό το είχαν παίξει μαζί για πρώτη φορά το ΄96, στο φεστιβάλ Καισαριανής που ήταν για χρόνια Πρόεδρος στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του ΥΠ.ΠΟ, ο Νότης Μαυρουδής. Να τα κακώς κείμενα: έφτιαξε έναν φορέα κάποτε το Κράτος να στηρίζει τον πολιτισμό και μετά τον κατήργησε! Στο ίδιο cd, περιλαμβάνεται και μια σονάτα που πολύ σπάνια παίζεται στην Ελλάδα, η τέταρτη σονάτα του Τσάρλς Άιβς, χαριτωμένη και πολύ δύσκολη. Τελευταίο, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό: παρουσιάζεται σε πρώτη παγκόσμια ηχογράφηση και η σονάτα για βιολί και πιάνο του Αλέκου Ξένου.
Τ.Β. Θα θέλατε να μας πείτε πώς πήρατε την πρωτοβουλία να ηχογραφήσετε τη σονάτα του Αλέκου Ξένου;
Η Στέλλα Τσάνη γνώρισε αυτή τη σονάτα, χάρη στον Ιάκωβο Κονιτόπουλο, τον Γ.Γ. της Ε.Ε.Μ., μαέστρο και συνθέτη, με τον οποίο έχουμε συνεργαστεί και ως Subways αρκετές φορές. Ο Κονιτόπουλος διοργάνωσε μια εκδήλωση στο Πολιτιστικό Κέντρο της Ζακύνθου, ένα αφιέρωμα στον Αλέκο Ξένο. Εκεί κάλεσε τη Στέλλα Τσάνη και τότε με τον Φρίξο Διονύσιο Μόρτζο στο πιάνο, έπαιξαν αυτή τη σονάτα. Η Στέλλα Τσάνη, ενθουσιάστηκε και όταν πρότεινε στον Τίτο Γουβέλη να την ηχογραφήσουν, εκείνος αμέσως συμφώνησε. Είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό έργο για βιολί και πιάνο και γενικότερα ο Αλέκος Ξένος ήταν πολύ σπουδαίος συνθέτης που έχει γράψει και συμφωνικά έργα καταπληκτικά. Αλλά εδώ, θα θέλαμε τη στήριξη των μαέστρων, των Αρχιμουσικών, των καλλιτεχνών, γιατί αν εξαιρέσουμε τη μεγάλη προσπάθεια που έχει κάνει ο Βύρων Φιδετζής σε αυτό τον τομέα- στην ανάδειξη συμφωνικών και όχι μόνο έργων Ελλήνων συνθετών- θα θέλαμε να ακολουθήσουν και άλλοι.
T.B. Με τη διττή ιδιότητά σας ως εκπαιδευτικού, αλλά και ως παραγωγού, έρχεστε σε επαφή με πολλούς νέους διπλωματούχους μουσικούς. Αυτά τα χρόνια που διδάσκετε, από το 1991 έως σήμερα, παρατηρείτε να βαίνει αυξανόμενο ή μειούμενο το ποσοστό των μαθητών που επιχειρούν καριέρα σολίστ;
Μπορώ να πω ότι βαίνει αυξανόμενη ως διάθεση σπουδών, μειούμενη ως ρεαλιστικός στόχος. Δηλαδή, βλέπω πολλά παιδιά που θέλουν να πάρουν το δίπλωμά τους, να πάνε στο εξωτερικό, να κάνουν μεταπτυχιακά, διδακτορικά, αλλά είναι πιο προσγειωμένα στο πόσες πιθανότητες έχουν να κάνουν σολιστική καριέρα σήμερα. Οι σολίστες δεν μπορούν να ζήσουν μόνο από τη σολιστική καριέρα, όλοι κάνουν μαθήματα. Το ΜΜΑ δεν μπορεί πλέον να προσφέρει μια οικονομική αμοιβή στους καλλιτέχνες. Οι Δήμοι έχουν περιορίσει πάρα πολύ τις συναυλίες τους- ειδικά στη λόγια μουσική. Οι συμφωνηθείσες αμοιβές είναι πολύ μικρότερες και οι σολίστες μπορεί να τις λάβουν ακόμη και ύστερα από χρόνια! Επίσης οι μαθητές ξέρουν ότι αν πάνε στο εξωτερικό θα βρουν ένα γιγάντιο ανταγωνισμό συνομηλίκων απ΄όλη τη γη. Τα μεγάλα σχολεία της Δύσης έχουν κατακλυστεί από Ασιάτες, οι οποίοι είναι πάρα πολύ υψηλού επιπέδου, πάρα πολύ εκπαιδευμένοι και πειθαρχημένοι. Επίσης, για να κάνει κάποιος διεθνή σολιστική καριέρα, θα πρέπει να είναι σε κάποιο μεγάλο γραφείο του εξωτερικού που οργανώνει τις συναυλίες. Για να μπει σε αυτά τα γραφεία ένας Έλληνας σολίστας, θα πρέπει να είναι μόνιμος κάτοικος εξωτερικού. Από τους χιλιάδες σολίστ, θα επιλέξουν τους πιο ωφέλιμους για να «ανοίξουν» πόρτες συνεργασιών. Τα μεγάλα γραφεία όταν δουν ένα βιογραφικό Έλληνα αμέσως θα το θεωρήσουν ως υποδεέστερο. Υπάρχει προκατάληψη. Όμως έχουμε και εμείς ευθύνη, γιατί για παράδειγμα, στις σπάνιες περιπτώσεις που καλούνται πολιτικοί να στείλουν έναν καλλιτέχνη στο εξωτερικό, δεν θα επιλέξουν ό,τι καλύτερο έχει η χώρα, αλλά ό,τι είναι πιο κοντά στο πολιτικό περιβάλλον τους. Δεν έχουμε σύστημα προβολής στο εξωτερικό.
Στο εσωτερικό;
Έχουμε καταπληκτικούς μαέστρους, ορχήστρες που μπορούν να υποστηρίξουν τα έργα σε πολύ υψηλό επίπεδο. Νομίζω ότι χρειαζόμαστε περισσότερες εκτελέσεις ελληνικών έργων. Επίσης στην Ελλάδα τα διπλώματα δίνονται ευκολότερα απ΄ότι σε κάποιες άλλες χώρες. Υπάρχουν διπλωματούχοι, οι οποίοι πηγαίνουν σε ακροάσεις σχολών ή ορχηστρών στο εξωτερικό και τότε συγκρούονται με την πραγματικότητα… Θα πει κανείς ότι αυτό έρχεται σε αντίφαση με τα προηγούμενα που είπα. Εντυπωσιάζομαι από το πόσο μεγάλους μουσικούς έχει αυτή η χώρα, σε σχέση με τον πληθυσμό της. Από την άλλη, έχουμε διπλωματούχους που δεν μπορούν να σταθούν σε διεθνές επίπεδο. Εκτίθενται οι ίδιοι, αλλά συγχρόνως, δυσφημίζεται και η χώρα. Όλοι οι μεγάλοι σολίστες και συνθέτες των περασμένων αιώνων δεν είχαν διπλώματα. Το δίπλωμα ήταν η σκηνή. Εκεί έπρεπε να αποδείξουν ποιοι είναι. Τώρα αφήνουμε τη σκηνή στην άκρη και κυνηγάμε το χαρτί να μας αποδείξει τι είμαστε.
T.B. Τα όνειρα που είχατε ως νέος 19 ετών σήμερα μετά από τόσα χρόνια θεωρείτε ότι εκπληρώθηκαν;
Τότε ήμουν σαστισμένος από την υπερπροσπάθεια να ανταπεξέλθω στο ύψος των υποχρεώσεων. Τώρα έχω ακριβώς την ίδια δίψα για να μάθω, αλλά έχω και πολλά όνειρα. Ένα από αυτά, είναι να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις. Με τα νέα δεδομένα, τα οποία συνεχώς μεταλλάσσονται, θέλουμε να βγάζουμε μουσική όσο γίνεται πιο οικονομικά για το κοινό και το έργο που θα παράγουμε (μαζί με σπουδαίους καλλιτέχνες), να το διοχετεύουμε σε όσο δυνατόν περισσότερο κόσμο.
Με την ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω το «τρίτο πρόγραμμα» όλα αυτά τα χρόνια, γιατί μας έχουν στηρίξει ανιδιοτελώς και χωρίς να μας γνωρίζουν προσωπικά. Δεν μας ζήτησαν τίποτε. Στέλναμε τους δίσκους μας και τους ακούγαμε να παίζονται. Υπάρχουν και ορισμένοι παραγωγοί σε άλλους σταθμούς, δεν αναφέρω ονόματα, γιατί μπορεί να ξεχάσω κάποιους και να παρεξηγηθώ. Όμως στέκομαι στο «τρίτο πρόγραμμα» και ως ακροατής. Πρέπει να αναβαθμιστεί προς τη μουσική κατεύθυνση. Εκεί θα ήθελα να εστιάσει η Διοίκηση της ΕΡΤ. Nα το στελεχώσει σωστά. Να ξαναγίνει Διεύθυνση. Το Τρίτο, έχει φανατικούς ακροατές, σε αυτούς ανήκουμε και εμείς από τα παιδικά μας χρόνια. Δεν αξίζει να είναι υποστελεχωμένο. Τέτοια προβλήματα θα έπρεπε να είχαν λυθεί.
Θα θέλατε να προσθέσετε τίποτε άλλο;
Δεν ανέφερα ότι η Ελλάδα είναι υπερδύναμη και στην κιθάρα. Έχει μια εντυπωσιακή πυκνότητα και αναλογία αριθμού προς πληθυσμό σπουδαίων κιθαριστών και συνθετών που γράφουν για κιθάρα. Όμως για να διαδοθεί αυτή η πληροφορία, υπάρχουν ένα σωρό εμπόδια: οικονομικά, γραφειοκρατικά, δεν υπάρχει καμία κρατική πολιτική, καμία βοήθεια. Αντιθέτως, οι Ισπανοί, έχουν βοήθεια από τους δικούς τους φορείς. Εμείς δεν έχουμε τις ίδιες συνθήκες. Για παράδειγμα, το TaR δεν νομίζω ότι το έχει βοηθήσει κανένας, όπως επίσης το αρχείο Θωμά Ταμβάκου, το οποίο κάνει δουλειά Υπουργείου Πολιτισμού, δεν το βοήθησε κανείς. Τον Σίμωνα Καρρά παλαιότερα, το περιοδικό «Πολύτονο» και την Ε.Ε.Μ. δεν την βοηθάει κανείς. Το Κράτος όχι μόνο δεν βοηθάει, αλλά βάζει διαρκώς εμπόδια. Σήμερα χορηγός των δίσκων είναι ο ίδιος ο καλλιτέχνης, ο οποίος εμμέσως έχει ένα κέρδος από τη δισκογραφική παραγωγή: αυξάνεται το κύρος του! Αυξάνεται η δυνατότητα προώθησης του εαυτού του. Οι άνθρωποι του χώρου αλλιώς αντιμετωπίζουν κάποιον που έχει βγάλει δέκα δίσκους και αλλιώς κάποιον που δεν έχει βγάλει κανέναν δίσκο και απλώς δίνει συναυλίες. Επίσης, αντί κανείς να στέλνει στο εξωτερικό μια σελίδα με ένα βιογραφικό και μια φωτογραφία, μπορεί να στείλει τη δισκογραφία του. Ο δίσκος, ανοίγει καλλιτεχνικές πόρτες. Αλλά πάνω απ΄όλα καταγράφει το έργο, την ερμηνεία, τη σύνθεση και αυτό ταξιδεύει μόνιμα, στο διηνεκές...
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Μάρτιος 2016
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)