[Με τη δική μου ματιά]
Η σταδιοδρομία
Με το θέμα της σταδιοδρομίας στη μουσική και ειδικότερα στην κιθάρα σκέφθηκα να ασχοληθώ σήμερα, ένα ζήτημα που προβληματίζει πολλά νέα παιδιά με διάθεση, όνειρα και ελπίδες για το μέλλον. Είναι μάλιστα κι ένα ερώτημα που κατά καιρούς μού απευθύνουν γονείς και σπουδαστές, ζητώντας να τους κατατοπίσω όχι τόσο για την αξία του τίτλου σπουδών που απονέμουν τα Ωδεία στις μέρες μας (αφού λίγο ως πολύ η αξία τους είναι γνωστή) όσο κυρίως για να τους υποδείξω κάποια μέθοδο, κάποιες λύσεις στην προοπτική μιας επιτυχημένης επαγγελματικής σταδιοδρομίας.
Εδώ λοιπόν θα πρέπει να αποσαφηνίσω ευθύς εξ αρχής πως υποδείξεις ή απαντήσεις σε τέτοια ερωτήματα δεν υπάρχουν, συνταγές και μαγικά βότανα είναι αδύνατο να χορηγηθούν από οποιονδήποτε και ο λόγος που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι για να γίνει ακριβώς αυτή η διευκρίνιση και παράλληλα να σχολιασθεί η έννοια ‘κιθαριστική καριέρα’ στην πραγματική της διάσταση.
Έτσι ξεκινώντας με το δεδομένο ότι η κιθάρα – αν και έγχορδο – δεν συγκαταλέγεται στα όργανα ορχήστρας, είναι προφανές ότι οι επαγγελματικές δυνατότητες και προοπτικές ενός απόφοιτου Ωδείου περιορίζονται κατ’ ανάγκη σε δυο μόνο τομείς: είτε σ’ αυτόν της διδασκαλίας, είτε στον ρόλο του σολίστα, χωρίς να αποκλείεται φυσικά η παράλληλη δραστηριότητα και των δυο.
Εδώ τώρα μπαίνει μια αντίθεση, μια ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στην ‘καλλιτεχνική σταδιοδρομία’ και σε κάποια άλλη επαγγελματική σταδιοδρομία.
Η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως ειδικά στους καλλιτέχνες το τεκμήριο της επιτυχίας δεν είναι απαραίτητα συνακόλουθο του οικονομικού αποτελέσματος όπως συμβαίνει με όλους τους υπόλοιπους επαγγελματίες. Με απλά λόγια ενώ στους άλλους κλάδους επιτυχημένη σταδιοδρομία θεωρείται λίγο ως πολύ αυτή που αποφέρει χρήμα, στο δικό μας χώρο το χρήμα δεν αποτελεί την προτεραιότητα αλλά ούτε και το κίνητρο της καλλιτεχνικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα πολύ συχνά να παρουσιάζεται το οξύμωρο σχήμα του επιτυχημένου καλλιτέχνη που ωστόσο παραμένει φτωχός!
Δεν είναι λίγες άλλωστε οι περιπτώσεις αξιόλογων δημιουργών, ζωγράφων, συγγραφέων, μουσικών, αρχιτεκτόνων κλπ., που άφησαν πίσω τους ένα ανεκτίμητο έργο, έχοντας παράλληλα ζήσει όχι μόνον φτωχικά αλλά ακόμη και κάτω από άθλιες συνθήκες επιβεβαιώνοντας έτσι τον κανόνα πως στην Τέχνη όταν μιλάμε για επιτυχημένη σταδιοδρομία, για καριέρα, δεν εννοούμε απαραίτητα και την ανάλογη οικονομική δικαίωση.
Η ιστορία αναφέρει σημαντικούς καλλιτέχνες που έζησαν χωρίς στοιχειώδεις ανέσεις εξ αιτίας της έλλειψης κατανόησης του έργου τους από πλευράς κοινού. Σε κάποιους πάλι έπαιξε ρόλο η σεμνότητα και η μετριοπάθεια που τους διέκρινε, σε κάποιους ακόμη η αποστροφή τους στους προβολείς της δημοσιότητας ή η άρνηση σε συμβιβασμούς και υποχωρήσεις και τέλος σε μερικούς η απόλυτη εμμονή και προσήλωση στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Φυσικά αν κοιτάξουμε γύρω μας τι συμβαίνει με τους άλλους επαγγελματικούς κλάδους θα διαπιστώσουμε πως τα πράγματα είναι πιο ξεκάθαρα, πιο ‘δίκαια’. Παρακάμπτοντας την περίπτωση του εύκολου πλουτισμού μέσω της απάτης, της κλοπής και της κατάχρησης (ένα φαινόμενο που στις μέρες μας ευδοκιμεί και βρίσκεται μάλιστα στη μεγαλύτερή του έξαρση) πρέπει να παραδεχθούμε πως ένας μηχανικός π.χ. θεωρείται επιτυχημένος γιατί η επί σειρά ετών καλή του εργασία τού απέφερε φήμη και χρήμα. Ένας τεχνίτης, ένας γιατρός, ένας ζαχαροπλάστης, ένας δικηγόρος, ένας επιχειρηματίας κλπ. συνδυάζουν πάντοτε το καλό όνομα με τις καλές χρηματικές απολαβές και είναι σπάνιες οι περιπτώσεις ονομαστών προσώπων χωρίς την ανάλογη οικονομική επιφάνεια, ένα γεγονός, επαναλαμβάνω, που δεν συναντάμε στην καλλιτεχνία.
Με αυτά λοιπόν τα δεδομένα προβάλλει πια το ερώτημα για ποια ‘επιτυχημένη σταδιοδρομία’ μιλάμε. Σε ποια πρότυπα κινούνται και σε τι είδους βλέψεις και όνειρα ποντάρουν όσοι επενδύουν στην μουσική καριέρα? Είναι η καριέρα αυτή όπως την αντιλαμβάνονται οι γονείς, οι συγγενείς, οι φίλοι, ο απλός κόσμος, η κοινωνία γύρω μας που θα εκτιμήσουν την καλλιτεχνική αξία με το βάρος του χρήματος ή όπως την αντιλαμβάνεται ο πραγματικός μουσικός, εν προκειμένω ο κιθαριστής, που έχει μάθει χρόνια να εργάζεται ακατάπαυστα χωρίς να υπολογίζει την οικονομική δικαίωση? Με ποια δεδομένα μπορούν να μιλήσουν δυο άνθρωποι που η λογική τους ξεκινάει από δυο διαφορετικές αφετηρίες? Τι είδους συνεννόηση μπορεί να γίνει μεταξύ του γονιού που ρεαλιστικά σκεπτόμενος, είναι φυσικό να ενδιαφέρεται για την οικονομική αποκατάσταση του παιδιού του και της νέας ή του νέου που ‘καίγεται’ για άλλου είδους καταξίωση? Και τι είδους τρέλα πρέπει να κουβαλάει αυτός ο νέος μέσα του όταν συνεχίζει να αγωνίζεται για την τελειότητα, σε έναν ωκεανό έρευνας και αναζήτησης, έχοντας μάλιστα περιφρονήσει τις απολαύσεις γύρω του και έχοντας επιδοθεί πολλές φορές σε έναν εξοντωτικό αγώνα κόντρα στις επιφυλάξεις, τους δισταγμούς και την αμφισβήτηση που το άμεσο περιβάλλον του καθημερινά τον συντροφεύει?
Ας πάμε τώρα το ζήτημα ακόμα πιο πέρα: μήπως άραγε αυτή η τρέλα είναι η ευχή κι η κατάρα που συνοδεύει τον πραγματικό καλλιτέχνη? Ή μήπως τελικά είναι η τρέλα που πρέπει να τον συνοδεύει? Την τρέλα που άλλοι τη λένε πάθος, άλλοι μεράκι άλλοι ψώνιο κι αυτοί που γνωρίζουν κάτι παραπάνω τη λένε ταλέντο? Μήπως εν κατακλείδι δεν χρειάζονται συστάσεις, συμβουλές, υποδείξεις, προτροπές σε όσες και όσους διαθέτουν αυτό το ‘χάρισμα’ που είναι και το μοναδικό εφόδιο στη ζωή τους για μια πραγματικά επιτυχημένη σταδιοδρομία?
Κλείνοντας αυτές τις σκέψεις θέλω να αναφερθώ στο περιστατικό της νεαρής διπλωματούχου πιανίστας που ζήτησε ένα ραντεβού στη Βιέννη από τον κορυφαίο Καθηγητή του οργάνου για να ακολουθήσει η παρακάτω στιχομυθία:
- Σας ζήτησα ένα ραντεβού maître γιατί θέλω να με ακούσετε εσείς που γνωρίζετε περισσότερο από τον καθένα το πιάνο.
- Για τι ακριβώς πρόκειται?
- Θέλω να σας παίξω για να μου πείτε, με την εμπειρία που έχετε, αν μπορώ να κάνω καριέρα ως σολίστ.
- Δεν χρειάζεται να μου παίξετε! Για να ρωτάτε δεν πρόκειται να κάνετε!
Ευάγγελος Ασημακόπουλος
16 Φεβρουαρίου 2011