SUMMERTIME
Το ότι η μουσική του ρωσοεβραίου μετανάστη Τζορτζ Γκέρσουιν θα έμπαινε και μάλιστα με άνεση σε μια αίθουσα κλασικών συναυλιών ήταν κάτι ακατανόητο στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Τότε ήταν που ο συνθέτης παρουσίασε για πρώτη φορά το πολύ αγαπητό (στη συνέχεια) στο παγκόσμιο κοινό «Rhapsody in Blue». Το σκεφτόμουν σήμερα, γράφοντας αυτό το κείμενο. Σας μιλώ για μια εκδήλωση στο Aeolian Hall κατά τη διάρκεια της οποίας οι διαπρεπείς συμμετέχοντες, όπως ο Σέργιος Ραχμάνινοφ και πολλοί τζαζίστες συζητούσαν για την ταυτότητα και το μέλλον της αμερικανικής μουσικής, το 1924. Σε αυτό το τεραστίων διαστάσεων χωνευτήρι των διαφορετικών πολιτισμών η μουσική σίγουρα παίζει ρόλο ενωτικό και προσδιοριστικό αλλά πώς θα καταγραφεί η συνέχεια;
Βασικό θέμα της συζήτησης ήταν αυτονοήτως και το να προσδιορίσουν το τι είναι η τζαζ μέσα στο κάδρο της αμερικάνικης μουσικής κουλτούρας. Είναι ένα ενδιαφέρον και δημιουργικό ιδίωμα που μπορεί να αξιοποιηθεί από όλους τους συνθέτες ή μήπως ανήκει στενά στη μουσική που απευθύνεται στους πολλούς και απαίδευτους πολίτες; Η συμφωνική τζαζ της Ραψωδίας του Γκέρσουιν ήρθε να απαντήσει, αφού μέσα σε λίγα λεπτά μπόρεσε να καθηλώσει τους πάντες, αν και δεν ήταν καν ολοκληρωμένα γραμμένη στην παρτιτούρα όταν εκείνη την ημέρα παίχτηκε. Ο ίδιος αυτοσχεδίαζε στο πιάνο, οι μουσικοί περίμεναν νεύμα για να τον ακολουθήσουν κοιτώντας μπροστά τους ένα σχεδόν κενό από νότες κείμενο με σημειώσεις. Μοιάζει απίστευτο αλλά έτσι έγινε!
Ο Γκέρσουιν, που ονειρευόταν να αξιοποιήσει τη μαύρη κουλτούρα και να την ομογενοποιήσει συνδυάζοντας τη με το μπλουζ και τη συμφωνική αισθητική και ενοργάνωση, δεν είχε αποφασίσει πάντως να κλειστεί στα συμφωνικά περιθώρια, αλλά έπαιζε και έγραφε για το Μπρόντγουεη με την ίδια άνεση και χαρά. Πίστευε ακράδαντα στην ενιαία αυτοτελή δύναμη της μουσικής και επιχειρούσε να το αποδείξει. Για χρόνια έγραφε ατελή σκαριφήματα που θα τον οδηγούσαν ίσως στην αποτύπωση των επιθυμιών του αυτών.
Η νουβέλα «Πόργκι» του Ντιμπόζ Χέιγουορντ, που περιγράφει την ιστορία ενός ανάπηρου μαύρου πάμφτωχου επαίτη ωρίμασε την ιδέα του «Πόργκι και Μπες» το 1933. Έτσι ξεπήδησε από εκεί η υπέροχη μελωδία του «Summertime», που έχει από τότε καταγραφεί σε τουλάχιστον 2.500 εκτελέσεις και σήμερα αποτελεί κομμάτι ρεπερτορίου ακόμα για τους κλασικούς ερμηνευτές. Βέβαια, για να μην εξωραΐζουμε, η όπερα αυτή που ανέβηκε το 1935 κάθε άλλο παρά άρεσε στους μουσικούς κριτικούς. Μετά από τριών μηνών παραστάσεις ο συνθέτης αποκαρδιωμένος από την σκληρότητα με την οποία επιχειρούσαν να τον απορρίψουν, εγκατέλειψε τον αγαπημένο του χώρο και πήγε να ζήσει στο Χόλυγουντ, όπου και παρέμεινε μέχρι το θάνατό του, το 1937, χωρίς να προλάβει να χαρεί το θρίαμβο που ακολούθησε και που τον ανέδειξε ως τον αρτιότερο συνθέτη του είδους, αναδεικνύοντας και τον αρχικό του στόχο, να υμνήσει και να αναδείξει την ένωση και τη δύναμη των διαφορετικών στοιχείων σαν οδηγό εξέλιξης του αμερικανικού λαού.
Δεν υπάρχει στη συνέχεια μουσικός που να μην άγγιξε τις νότες του Γκέρσουιν! Δεν μιλώ μόνον για την Έλα Φιτζέραλντ και τον Λούις Άρμστρογκ, τις επιρροές που άσκησε στην ωρίμανση της ποπ μουσικής κλπ αλλά και για τον Μάιλς Ντέηβις, τον σαξοφωνίστα Τζο Χέντερσον και τους γίγαντες Οσκαρ Πήτερσον και Χέρμπι Χάνκοκ, μετά το 1950. Ο τελευταίος στον περίφημο δίσκο του Gershwin's World παίζει διασκευές σε κομμάτια του Γκέρσουιν και να αναμειγνύει με τη μουσική του Ραβέλ και του Ντιουκ Ελλιγκτον, προβάλλοντας ό,τι τον επηρέασε στο δικό του μουσικό ύφος.
Επιγραμματικά θα ήθελα να αναφέρουμε εδώ τα «συμφωνικής επιρροής» έργα του Γκέρσουιν. Αξίζουν τουλάχιστον μιας μνείας…
Rhapsody in Blue (1924), για πιάνο και τζαζ ορχήστρα, ενορχήστρωση F. Grofé, αναθεωρημένη ενορχήστρωση του Grofé (1926). Concerto en fa (1925), για πιάνο και ορχήστρα. Un Américain à Paris (1928), συμφωνικό ποίημα. Deuxième Rhapsodie pour piano et orchestre (1931). Ouverture cubaine (1932), αρχικός τίτλος Rumba. «I Got Rhythm 'Variations (1934), για πιάνο και ορχήστρα. Catfish Row: Suite de Porgy and Bess (1935-6), ανέκδοτο.
Μουσική Δωματίου: Lullaby (1919-1920), για κουαρτέτο εγχόρδων. Rialto Ripples (1916), έργο για πιάνο, σε συνεργασία με τον W. Donaldson. Préludes (1923-6), έργα για πιάνο. Impromptu en 2 touches (1924). Mlle suisses (1926). Merry Andrew (1928), χορευτικό μέρος για το θεατρικό Rosalie. George Gershwin Song-Book (1932), 18 ενορχηστρώσεις τραγουδιών του Γκέρσουιν. 2 Valses (π. 1933), δύο έργα βαλς σε ντο μείζονα, αρχικά ως ιντερλούδιο για δύο πιάνα για το Pardonnez anglais Mon του Μπρόντγουεϊ. Promenade (1937), για δύο πιάνα και ορχήστρα δωματίου, αρχικά ως ιντερλούδιο Walking the Dog για τη μουσική κωμωδία Shall We Dance.
Το 1998, για την επέτειο των 100 χρόνων από τη γέννηση του Γκέρσουιν, το ίδρυμα Red Hot, που αγωνίζεται για την καταπολέμηση του AIDS κυκλοφόρησε το δίσκο «Red Hot + Rhapsody» με μια πλειάδα καλλιτεχνών που επιστρατεύονται και αποτυπώνουν πολύ διαφορετικές αποδόσεις των τραγουδιών του συνθέτη, κάνοντας τα όμως ακόμα πιο δυνατά αφού έτσι αποδεικνύεται στο σήμερα η διαχρονική τους δύναμη. Το σημείο αναφοράς του δίσκου είναι η διασκευή του «Bess You Is My Woman Now», από την φωνή του Σενεγαλέζου Μπάμπα Μαλ, που επέλεξε να το τραγουδήσει στη μητρική του γλώσσα.
Το Σαμμερτάιμ διασκευάζουν στον ίδιο δίσκο ο βετεράνος της σόουλ Μπόμπι Γούμακ με το χιπ χοπ συγκρότημα των Roots. Η Νάταλυ Μέρτσαντ τραγουδά το «But Not For Me», ο Ντέιβιντ Μπόουι και ο Αντζελο Μπανταλαμέντι φτιάχνουν μια ιδιότυπη σουίτα πάνω στο θέμα του «Foggy Day».
Ο Τζορτζ Γκέρσουιν δεν ήταν ασφαλώς μια τυχαία περίπτωση καλού μουσικού, ήταν μια γενναία προσωπικότητα με διαρκή προσπάθεια να υλοποιήσει οράματα. Ήταν ένας άνθρωπος με σεβασμό στη γνώση και την παράδοση, ικανός και ως δημιουργός αλλά και ως μουσικός ερμηνευτής, στο να υποστηρίξει τα έργα του.
Έφη Αγραφιώτη
Effie.tar@gmail.com
Οκτώβριος 2011
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας