Συνέντευξη από τον Jerry Willard
Ο Jerry Willard, στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Τάσο Κολυδά για λογαριασμό του TAR, μιλάει για τους δεσμούς που τον συνδέουν με την Ελλάδα. Αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην παλαιά μουσική στην οποία έχει ειδικευτεί και στη συνάφεια που παρουσιάζει με τη μουσική τζαζ και ροκ. Επίσης, περιγράφει την πρώτη του γνωριμία με την κιθάρα, τα χαρακτηριστικά των σπουδών του και τα σχέδιά του για τις επερχόμενη επίσκεψή του στην Ελλάδα. Η συνέντευξη δόθηκε κατά τη διάρκεια του 16ου Πανελλήνιου Σεμιναρίου Κιθάρας, στην Πάτρα, όπου ο Willard παρέδωσε μαθήματα και εμφανίστηκε σε ρεσιτάλ με έργα για λαούτο, μπαρόκ και σύγχρονη κιθάρα.
Ο Jerry Willard είναι γνωστός στην Ελλάδα κυρίως από τις μεταγραφές του για κιθάρα· οι πιο γνωστές, είναι η έκδοση με τις σουίτες για λαούτο του Μπαχ (Νέα Υόρκη, 1980, εκδ. Ariel) και η έκδοση με δέκα από τις Σονάτες του Ντομένικο Σκαρλάτι (Νέα Υόρκη, 1990, εκδ. American International Guitar). Επίσης, έχει κυκλοφορήσει δίσκο ακτίνας με μεταγραφές έργων του George Gershwin για κιθάρα. Περισσότερες πληροφορίες για τον Willard παρέχονται στην προσωπική του ιστοσελίδα.
Την εποχή που ξεκινήσατε να παίζετε κιθάρα, πώς ήταν το επίπεδο στη μελέτη του οργάνου, στη γενέτειρά σας;
Ανύπαρκτο! Εννοώ πως η κιθάρα ήταν γνωστή στις μεγάλες πόλεις, όπως η Νέα Υόρκη, η Ουάσιγκτον, το Σιάτλ, το Λος Άντζελες, το Σικάγο· στις μεγαλύτερες πόλεις. Όμως, εγώ βρισκόμουν στο Κλίβελαντ του Οχάιο, στην ενδοχώρα. Για την ακρίβεια, δεν είχα ακούσει ποτέ κλασική κιθάρα· άκουσα κάποια στιγμή τον Σεγκόβια να παίζει.
Μια μέρα, ήρθε κάποιος στο σπίτι· επρόκειτο για έναν πλανόδιο πωλητή, ο οποίος είχε ακούσει πως ο πατέρας μου κι εγώ παίζαμε κιθάρα. Έπαιξε ένα μικρό κομμάτι του Σορ. Κι εγώ δεν μπορούσα να πιστέψω σ' αυτό που άκουγα. Είπα από μέσα μου: Θεέ μου, παίζει την μελωδία και τη συνοδεία ταυτόχρονα! Και αυτό το πράγμα με συγκλόνισε. Η σκέψη να παίξω αυτό το όργανο μου έγινε έμμονη ιδέα. Έτσι, ο πατέρας μου με έστειλε στην Ουάσιγκτον και σπούδασα με τον Σοφοκλή Πάπας (σ.τ.μ. Πρόκειται για τον ελληνικής καταγωγής κιθαριστή Σοφοκλή Παπαδόπουλο)
Αποκτήσατε, όπως φαίνεται, κάποια σχέση με την Ελλάδα. Πώς ήταν η μαθητεία σας δίπλα στον Πάπας;
Είχα ήδη μελετήσει μια παλιά μέθοδο του Καρκάσι, από τον Σαντίστεμπαν, στην οποία φαίνεται ένα άνδρας με ένα τεράστιο μουστάκι να κρατάει την κιθάρα κατακόρυφα. Έτσι λοιπόν έμαθα να παίζω κι εγώ. Όταν πήγα στον Πάπας, κάθισα και άρχισα να παίζω με τον τρόπο αυτό όσο πιο γρήγορα μπορούσα... [γέλιο]. Και ο Πάπας με κοίταξε με το πιο παραξενεμένο βλέμμα και με ρώτησε: που έμαθες να παίζεις έτσι; Εγώ του είπα: το έμαθα από τη μέθοδο Σαντίστεμπαν· και μου απάντησε: πολύ ενδιαφέρον, πολύ ενδιαφέρον... όμως εδώ έχουμε διαφορετικούς τρόπους για να κάνεις αυτά τα πράγματα. Έτσι, ξεκίνησε να δουλεύει μαζί μου. Ήταν ένας αξιαγάπητος άνθρωπος και εγώ ήμουν ένας δεκαεξάχρονος, με όση τρέλα κουβαλούν οι δεκαεξάχρονοι. Ήταν άνθρωπος στοργικός και συνάμα ένα σκληρό αφεντικό. Τον περισσότερο χρόνο όταν έπαιζα, αυτός έγραφε γράμματα, μόλις όμως έβλεπα το σκυμμένο κεφάλι του να ανασηκώνεται, ήξερα πως είχα βρει τον μπελά μου... [γέλιο] Όπως και να 'χει ήταν ένας υπέροχος δάσκαλος.
Κι εσείς είχατε την τύχη να βρίσκεστε εκείνη την εποχή δίπλα σε ένα δάσκαλο που ήταν στενά συνδεδεμένος με την ανάπτυξη της κλασικής κιθάρας και με τον ίδιο τον Σεγκόβια.
Ήταν κάτι υπέροχο για μένα. Ήμουν ένα παιδί από το Οχάιο που είχε την ευκαιρία να συναγωνιστεί σπουδαίους κιθαριστές που μπαινόβγαιναν στην τάξη του Πάπας. Ο Τσάρλι Μπερντ, ο μεγάλος κιθαρίστας της τζαζ, συνήθως είχε μάθημα ακριβώς πριν από μένα. Σπούδαζα κιθάρα με το ίδιο πρόσωπο που σπούδαζε και ο Τσάρλι Μπερντ. Ήταν κάτι εκπληκτικό, διότι ο Μπερντ ήταν ήδη διάσημος εκείνη την εποχή. Τον καιρό εκείνο, ήξερα ήδη πως σ' αυτό το πράγμα θα αφιέρωνα ολόκληρη τη ζωή μου. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία· απλώς το ήξερα. Και ήδη η κιθάρα έχει φέρει στη ζωή μου πολλούς φίλους και πολλές νέες γνωριμίες· έχω επισκεφτεί πολλά μέρη εξαιτίας της κιθάρας.
Πότε προσέλκυσε το ενδιαφέρον σας η παλαιά μουσική; μήπως αφότου ακούσατε κάτι σχετικό;
Ναι· τον Τζούλιαν Μπριμ. Τον άκουσα στο λαούτο και μου φάνηκε πως ήταν το πιο όμορφο πράγμα που είχα ακούσει ποτέ. Ήδη λάτρευα τον Μπαχ. Την πρώτη φορά που άκουσα Μπαχ ερωτεύτηκα τη μουσική του. Δεν ήξερα τι ακριβώς ήταν, κι έτσι αγάπησα την πολυφωνική μουσική και την αντίστιξη. Έτσι, όταν άκουσα για πρώτη φορά τον Τζούλιαν Μπριμ, δεν ήθελα τίποτα άλλο. Ο πατέρας μου με βοήθησε για άλλη μια φορά και ταξιδέψαμε με το αυτοκίνητο έως τη Φιλαδέλφεια, μου αγόρασε ένα μικρό λαούτο και ξεκίνησα να μαθαίνω πώς παίζεται. Είχα μια μικρή μέθοδο της Ντιάνα Πουλτόν [sic] και άρχισα να μαθαίνω τα κουρδίσματα, να μαθαίνω την ταμπλατούρα. Αργότερα πήρα και άλλα λαούτα. Παρέμεινα στο αναγεννησιακό λαούτο για πολλά χρόνια χωρίς να απομακρύνομαι. Τον περισσότερο χρόνο έπαιζα κιθάρα και αναγεννησιακό λαούτο. Μόλις την τελευταία δεκαετία ανοίχτηκα σε άλλα όργανα. Έτσι, τώρα παίζω αναγεννησιακό λαούτο, αρχιλαούτο, μπαρόκ κιθάρα, αναγεννησιακή κιθάρα κ.ά. Ειδικά η μπαρόκ κιθάρα μου αποκάλυψε ένα χώρο στο ρεπερτόριο, την ύπαρξη του οποίου αγνοούσα παντελώς· όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική. Στο Μεξικό υπήρξαν συνθέτες όπως ο Σαντιάγκο ντε Μουρσία [sic], ο οποίος συνέθεσε σπουδαία έργα, όχι μόνο στην Ισπανία, αλλά και στο Μεξικό, όπως μαρτυρείται από χειρόγραφά του που βρέθηκαν εκεί. Ήδη από την εποχή του Μπαρόκ, φαίνεται πως υπάρχει πολιτιστική αλληλεπίδραση.
Πώς νιώθετε όταν μετά από τόσα χρόνια προσωπικής σας επαφής με την παλαιά μουσική, στις μέρες μας παρατηρείται αυξανόμενο ενδιαφέρον για την μουσική αυτή;
Όταν καταπιάνεσαι για πρώτη φορά με την παλαιά μουσική, είναι σαν μια αρχαιολογική ανασκαφή. Σκάβεις και όταν βρίσκεις κάτι λες: α! βρήκα κάτι· κοίτα αυτό το σημάδι· τι να σημαίνει άραγε; και ακολούθως το μελετάς και το αφομοιώνεις. Αλλά κάποια στιγμή στην καριέρα σου, φτάνεις στο σημείο, όπου εγκαταλείπεις αυτήν την τακτική. Είναι λίγο δύσκολο να το περιγράψω, ότι το προσωπικό στυλ πρέπει να μετασχηματίζεται, πρέπει να μεταβάλλεται για να είναι καλό. Ακόμη και η προσέγγιση στην παλαιά μουσική πρέπει να αλλάζει. Δεν πρέπει να φαίνεται πως υπάρχει ένας κανόνας και μόνο, πως βρήκαμε την μία και μόνη αδιάψευστη αλήθεια. Η αλήθεια σε κάθε περίπτωση αφορά τον προσωπικό τρόπο δραστηριοποίησης και αυτό κάνει την τέχνη να είναι τόσο όμορφη. Το να βρίσκεται κανείς σε μια αέναη αναζήτηση· η αναζήτηση είναι το ζητούμενο.
Υπήρξαν στιγμές που η μελέτη και διάδοση της παλαιάς μουσικής συνάντησε δυσκολίες εξαιτίας του χαμηλού ενδιαφέροντος;
Έχω την εντύπωση πως το ενδιαφέρον για την παλαιά μουσική ξεκίνησε τη δεκαετία του '60· ακολούθησε μια μικρή κάμψη και τώρα έχει επανέλθει και πάλι. Μπορώ να μιλήσω για την προσωπική μου πορεία, όπως τη βλέπω εγώ και η οποία αφορούσε τον τρόπο διαμόρφωσης της μουσικής μου προσωπικότητας· οι δάσκαλοι που είχα ήταν πολύ αυστηροί. Όχι τόσο ο Πάπας, ο οποίος ασχολήθηκε αποκλειστικά με την κιθάρα, όσοι αυτοί που πήγα στη συνέχεια και έπαιζαν βιολί και βιολοντσέλο. Όλοι σκέφτονταν όπως ο Τοσκανίνι! Ο Τοσκανίνι υποστήριζε πως πρέπει να παίζεις ακριβώς ό,τι είναι γραμμένο στην παρτιτούρα. Ό,τι νότες είναι γραμμένες, αυτές ακριβώς θα παίξεις. Τελεία και παύλα· δεν υπήρχε αντίρρηση. Και έτσι, μου πήρε πολύ χρόνο να απελευθερωθώ απ' αυτό, διότι είχα γίνει απόλυτος στον τρόπο σκέψης. Όπως και πολλοί άλλοι είναι σήμερα. Όταν είσαι νέος θεωρείς τον εαυτό σου ως αδογμάτιστο και μαχητή, όμως στην πραγματικότητα είσαι συντηρητικός· τουλάχιστον εγώ ήμουν. Κι έτσι, όπως μάθαινα όλο και πιο πολλά, άρχισα να χαλαρώνω, άρχισα να αισθάνομαι κάτι από αυτό. Έτσι, πολλά από αυτά αφορούσαν τον προσωπικό μου τρόπο διεύρυνσης της γνώσης, τον οποίο έχω δημιουργήσει εσωτερικά. Ασφαλώς, σ' αυτό συνεισφέρει η συνεργασία με άλλους μουσικούς. Πρόκειται για μια μοναδική διαδικασία μάθησης, διότι δεν κουβαλούν –όπως εγώ– στις αποσκευές τους τη γνώση της κιθάρας ή του λαούτου. Ο τραγουδιστής θέλει απλώς τη νότα στο σωστό χρόνο και θέλει να ακούγεται καλά. Έτσι, υπάρχει μια διαφορετική πραγματικότητα από τη δική μου. Δεν μπορώ να πω: περίμενε, θέλω να παίξω τη νότα με αυθεντικό τρόπο. Έτσι, υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος εργασίας πάνω στη σκηνή, μια συγκεκριμένη μεθοδολογία που είναι απαραίτητη. Όπως είναι απαραίτητο να είναι κανείς ήπιος όταν συγκρούεται. Και οι συγκρούσεις δεν συμβαίνουν την ώρα της παράστασης, αλλά στην πρόβα. Εκεί μαθαίνεις να είσαι ευπροσάρμοστος και μαθαίνεις πως επειδή έχεις μια συγκεκριμένη άποψη αυτό δεν σημαίνει πως η άποψή σου ισχύει. Είσαι υποχρεωμένος να είσαι ανοικτός σε διαφορετικές ιδέες. Ελπίζω αυτό να συνεχιστεί για μένα με τον ίδιο τρόπο, διότι τη στιγμή που πιστεύει κανείς πως "βρήκε τη λύση" την ίδια στιγμή είναι χαμένος. Πρέπει συνεχώς να προχωράς, συνεχώς να αλλάζεις· διαφορετικά είσαι τελειωμένος, θα πρέπει να σκεφτείς να ασχοληθείς με κάτι άλλο.
Έχετε διατυπώσει την άποψη πως υπάρχουν συσχετισμοί μεταξύ της παλαιάς μουσικής και της μουσικής τζαζ. Ποια είναι η γνώμη σας σχετικά με τους καλλιτέχνες που προέρχονται από διαφορετικά μουσικά είδη, οι οποίοι εμπλέκονται με την παλαιά μουσική; Έχω στο μυαλό μου την περίπτωση του Στινγκ: ενός αστέρα του ροκ, ο οποίος έκανε ένα δίσκο με παλαιά μουσική. Πως το βρίσκετε αυτό;
Δεν είμαι ο κατάλληλος για να απαντήσω. Έχω την προσωπική μου αίσθηση, αλλά δεν είναι σωστό να την αναπτύξω. Θα πω όμως αυτό: μερικά από τα πράγματα που κάνει ο Στινγκ είναι εξαιρετικά καλά, διότι διευρύνουν τον ορίζοντα του ακροατηρίου στο οποίο απευθύνεται η μουσική αυτή, στο οποίο ακροατήριο μπορεί να υπάρχουν κάποιοι που αγνοούν τη μουσική αυτή. Θα μπορούσε –ποιος ξέρει– να φέρει κοντά στη μουσική αυτή κάποιο παιδί που θα μπορούσε να είναι ο επόμενος μεγάλος οργανοπαίχτης στο λαούτο· εξαιτίας του Στινγκ. Έτσι, αυτό δεν με ενοχλεί.
Πώς εξηγείτε το γεγονός πως αρκετοί από αυτούς που ασχολούνται με κάποιο τρόπο με την παλαιά μουσική, προέρχονται από τον χώρο της ροκ και τζαζ μουσικής;
Όπως έχω ήδη πει για την τζαζ και την παλαιά μουσική, οι ρυθμοί είναι τόσο παρεμφερείς, η δομή της μουσικής είναι τόσο παραπλήσια, σε ό,τι αφορά στο βάσιμο, τις συγχορδίες, τα στολίδια κ.τ.λ. Ένα από τα πράγματα που έχω μάθει, ήταν το ότι εάν χρησιμοποιείς μετρονόμο, συνήθως λειτουργείς ενάντια στο ρυθμό. Σε μερικές περιπτώσεις ο τονισμός στην άρση είναι πολύ πιο κοντά στο ύφος του μπαρόκ απ' ότι ο τονισμός στη θέση· δίνει μια αίσθηση ελαφρότητας. Έχω την εντύπωση πως αυτός είναι ο λόγος που πολλοί κιθαριστές που προέρχονται από την ροκ και τη τζαζ μουσική προσελκύονται από τον Μπαχ και τη μουσική μπαρόκ. Κατά βάση μιλάμε για το ίδιο πράγμα. Από τη στιγμή που μετακινείσαι από το μπαρόκ στην κλασική περίοδο, υπάρχει μια αισθητή απομάκρυνση· εκεί βρίσκεται ένας καινούριος κόσμος. Γι' αυτό το λόγο για τους κιθαριστές είναι πιο εύκολη η μετακίνηση από τη μοντέρνα και τη τζαζ μουσική στο μπαρόκ. Το γνωρίζω ο ίδιος όταν ξεκινούσα ως νέος κιθαριστής, βρήκα την κλασική περίοδο πιο δύσκολη να την αντιμετωπίσω· πιο δύσκολη στην ερμηνεία. Το ίδιο παρατηρώ και με τους μαθητές μου.
Δεδομένου πως μετέχετε στο Σεμινάριο Κιθάρας που διοργανώθηκε από τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο και τη Λίζα Ζώη, υποθέτω πως ήδη γνωρίζετε τους οικοδεσπότες. Ήταν εύκολο να σας πείσουν να έρθετε στην Ελλάδα;
Γνώρισα τον Ευάγγελο το 1991, σε ένα ρεσιτάλ που έδωσα στην Ελλάδα. Το ρεσιτάλ έγινε στην Αθήνα και όταν τελείωσα, ήρθε στα παρασκήνια και μου είπε: είμαι ο Ευάγγελος Ασημακόπουλος· και εγώ δεν μπορούσα να το πιστέψω. Ήταν κάτι καταπληκτικό, διότι όταν ήμουν μικρό παιδί θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζω σε βιβλία γι' αυτόν, όπως και μια φωτογραφία του μαζί με τη Λίζα όταν ήταν νέοι. Ένιωσα σαν να είχα συναντήσει κάποιον από το χώρο του μύθου...
Υπάρχει, δηλαδή, κάποια συσχέτιση με την Ελλάδα, ή τουλάχιστον κάποια πράγματα που σας έφεραν εδώ.
Θυμάμαι σαν μικρό παιδί, τον πατέρα μου που αγόραζε το περιοδικό Guitar News. Μου έλεγε διάφορα πράγματα για τον Δημήτρη Φάμπα. Εκεί άκουσα για πρώτη φορά για τον Ευάγγελο. Επίσης, υπήρχε το περιοδικό Guitar Review, το οποίο παρουσίαζε το ντουέτο Evangelos & Liza. Από τότε παρακολουθούσα την πορεία του με ενδιαφέρον, διότι λάτρευα το ντουέτο της Πρέστι με τον Λαγκόγια, ένα από τα πιο αγαπημένα μου κιθαριστικά σχήματα. Όταν η Πρέστι πέθανε, ευθύς έστρεψα το ενδιαφέρον μου στον Ευάγγελο και τη Λίζα, οι οποίοι φάνηκε πως ήταν οι διάδοχοί τους· είχαν σπουδάσει μαζί τους, είχαν το ίδιο στυλ παιξίματος κ.λπ.
Μια τελευταία ερώτηση· ποια είναι τα προσεχή σχέδιά σας για την Ελλάδα;
Πρόκειται να επισκεφτώ την Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2007· ανυπομονώ γι' αυτό. Στο ρεσιτάλ που θα δώσω θα χρησιμοποιήσω και κάποια όργανα με τα οποία δεν έπαιξα στην περίσταση αυτή [σ.τ.μ. στο Σεμινάριο Κιθάρας της Πάτρας]. Συνήθως, με τον τύπο του προγράμματος που ακολουθώ, ξεκινώ με το λαούτο, εξαιτίας της φύσης της μουσικής που παίζω. Είμαι υποχρεωμένος να ακολουθώ χρονολογική σειρά. Διότι από τη στιγμή που παρουσιάζεις μια τονική παλέτα, δεν μπορείς να οπισθοδρομήσεις σε προηγούμενα χρώματα. Έτσι, ξεκινώ συνήθως με αναγεννησιακό ή μπαρόκ λαούτο, συνεχίζω με μπαρόκ κιθάρα και στη συνέχεια παίζω με μια κιθάρα του 1840 κατασκευασμένη από τον Λακότ, μουσική της κλασικής περιόδου, η οποία πιστεύω πως είναι εξαιρετική, διότι ο ήχος είναι πολύ γοητευτικός. Κομμάτια του Τζουλιάνι, ή του Σορ φαίνονται πολύ μεγαλύτερα· είναι εντυπωσιακή η απόδοση του οργάνου. Ακολούθως παίζω με σύγχρονη κιθάρα. Συνεπώς, η σειρά θα είναι η ακόλουθη: αναγεννησιακό λαούτο, μπαρόκ κιθάρα, κιθάρα δέκατου ένατου αιώνα και σύγχρονη κιθάρα. Το ρεσιτάλ θα παρουσιάζει μια ιστορική διαδρομή πάνω στο όργανο.