Η ΤΕΧΝΗ ΩΣ ΕΝΟΧΗ. ΠΟΙΟΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΝΟΧΟΙ;
Eίναι μια όμορφη, νέα κοπέλα. Θα μπορούσε να ονομάζεται Μαρία Παπαδοπούλου (το όνομα υποθετικό) να είναι 23 ετών (η ηλικία αντιπροσωπευτική του δείγματος) και να έχει τελειώσει τις σπουδές της στη Νομική (το παράδειγμα καθόλου τυχαίο).
Eίναι Δευτέρα πρωί (θα μπορούσε να είναι το πρωί ή το μεσημέρι μιας οποιαδήποτε εργάσιμης ημέρας). Η Μαρία είναι κομψή, φοράει κολάν και μια άνετη μπλούζα, μαζεύει τα μαλλιά πίσω και στέκεται ευθυτενής στη μέση του ξύλινου δαπέδου. Παίρνει βαθιά αναπνοή πριν αρχίσει το μονόλογο.
Eίναι εμφανώς αγχωμένη. Τα μέλη της Επιτροπής, για να «ζεστάνουν» την ατμόσφαιρα και να την ηρεμήσουν, τη ρωτούν γιατί αποφάσισε να δώσει εξετάσεις σε Δραματική Σχολή. Το σενάριο είναι -με μικρές παραλλαγές- το ίδιο: η Μαρία σπουδάζει Νομική, γιατί ήταν επιθυμία των γονέων της (προκειμένου να γίνει Δικηγόρος ή Συμβολαιογράφος, όπως συνήθως ο ένας από τους δυο γονείς). Όμως ωριμάζοντας, συνειδητοποιεί ή καλύτερα βρίσκει το θάρρος να εκφράσει εκείνο που ανέκαθεν συνειδητοποιούσε: ότι απεχθάνεται τη Νομική! Στη χειρότερη εκδοχή του σεναρίου, η νέα ή ο νέος, έχει καθυστερήσει τις σπουδές ή τις έχει παρατήσει...Στην καλύτερη εκδοχή του σεναρίου, η νέα ή ο νέος, έχει τελειώσει (σιχτιρίζοντας) τη Νομική ή κάποια άλλη Πανεπιστημιακή Σχολή, προκειμένου να «πάει» στους γονείς ένα «χαρτί». Κάποια υποψήφια, αποτύπωσε την απαράδεκτη αυτή κατάσταση με μια ιδιαιτέρως εύστοχη διατύπωση: «η Νομική, ήταν το «συμβόλαιο» ανάμεσα σε μένα και τους δικούς μου. Μου είπαν: «πάρε ένα χαρτί να έχεις και μετά…. κάνε ό,τι θέλεις!»
Pablo Picasso, 1921, Three Musicians, oil on canvas, 200.7 × 222.9 cm, Museum of Modern Art, New York. Acquired through the Lillie P. Bliss Bequest[1]
Eίναι γεγονός πως η υπόσχεση ότι σε ένα αόριστο μέλλον η νέα ή ο νέος, θα μπορεί να κάνει γενικώς και αορίστως «ό,τι θέλει», όσο εύκολα εκφέρεται, τόσο δύσκολα τηρείται. Το παιδί τελειώνει ένα Πανεπιστημιακό Τμήμα -όχι γιατί ονειρεύεται να επίσταται κάποιου αντικειμένου- αλλά για να κάνει το «χατίρι» (!) στους γονείς του. Ακριβέστερα, για να ξεπληρώσει (σε συμβολικό επίπεδο) το δώρο αυτοκίνητο που του αγόρασαν επειδή πέρασε στο Πανεπιστήμιο. Για να ξεπληρώσει (σε συμβολικό επίπεδο) τα χρήματα που ξόδευαν οι γονείς για όσα χρόνια το παιδί σπούδαζε σε άλλη πόλη από την γενέτειρά του. Και ενώ υποτίθεται ότι εφόσον το βλαστάρι τους εκπλήρωσε το «χρέος» του, είναι πλέον ελεύθερο (;) να κάνει ό,τι θέλει, η αλήθεια αποδεικνύεται πολύ διαφορετική! Αυτής της κατηγορίας οι γονείς, «κυνηγούν» τη νέα ή το νέο, επειδή τόλμησε να «κυνηγήσει» το όνειρο. «Αυτή την περίοδο γίνεται ένας ψιλο-χαμός στο σπίτι», είναι η συνήθης έκφραση των νέων για να διατυπώσουν με κάπως κομψό τρόπο ότι ενόψει των εξετάσεων εκτυλίχθηκαν σκηνές απείρου κάλλους στο πλαίσιο ομηρικών οικογενειακών καυγάδων! Τόσα χρόνια με «θυσίες» «επένδυσαν» σε μια Δικηγόρο! Και τώρα; «άνθρακας ο θησαυρός»:
από Δικηγόρος …θε-α-τρί-να!!!
Eίναι παιδιά. Θα μπορούσαν να σέρνονται στις καφετέριες, να σερφάρουν ώρες ατέλειωτες στο διαδίκτυο, να χαζολογούν. Όμως εκείνα προσπαθούν να πετύχουν ένα στόχο. Ναι, δεν έχουν πείρα της ζωής, ναι, έχουν άγνοια κινδύνων, ναι, ωραιοποιούν καταστάσεις. Mα ως νέοι 20 - 25 ετών, αλλά ορισμένοι και γύρω στα 30, δικαιούνται να ονειρεύονται. Αυτά τα παιδιά με τα περιποιημένα πρόσωπα, τα όμορφα σώματα, τη σωστή (κατά κανόνα) εκφορά του λόγου, την έκδηλη (σε πολλές περιπτώσεις) πνευματική καλλιέργεια, σε πείσμα του κάθε είδους «εύπεπτου» των καιρών, θέτουν έναν απολύτως θεμιτό στόχο: να ασχοληθούν επαγγελματικά με το θέατρο!
Eίναι απολύτως βέβαιο, ότι ανάλογες θα ήταν οι αντιδράσεις των γονέων σε οποιαδήποτε επιλογή του παιδιού τους να ασχοληθεί όχι μόνο με το θέατρο, αλλά γενικότερα με την Τέχνη: τη μουσική, τη ζωγραφική, τον χορό, τη γλυπτική, τη χαρακτική, τη σκηνοθεσία και οποιοδήποτε άλλο καλλιτεχνικό επάγγελμα.
Eίναι δύσκολο οι νέοι να πετύχουν το στόχο μιας επαγγελματικής ενασχόλησης με την Τέχνη. Το ξέρουν. Θα μπορούσαν να θέσουν πιο προσιτούς και ωφελιμιστικούς στόχους: σπουδές που να έχουν εύκολες επαγγελματικές προοπτικές, εργασία σε πολυεθνικές εταιρείες με υψηλούς μισθούς, διορισμό στο δημόσιο. Αλλά εκείνοι βάζουν ψιλά τον πήχη. Τολμούν! Και ένα είναι σίγουρο: ανεξαρτήτως αν θα φθάσουν στη δική τους «Ιθάκη», αναμφίβολα ωφελούνται από το «ταξίδι». Πολλοί υποψήφιοι παρακολουθούν αρχαίες τραγωδίες, θεατρικές παραστάσεις, διαβάζουν λογοτεχνία, ακούν ποιοτική μουσική…
Eίναι γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις ξαφνιάζουν ευχάριστα όταν δεν επιλέγουν να ερμηνεύσουν τραγούδια από το κακώς εννοούμενο «έντεχνο» της εποχής μας, αλλά διαμάντια που δεν χωρούν σε καμία play list. Δυστυχώς όμως, το τραγούδι είναι εκείνο που οι υποψήφιοι δείχνουν να φοβούνται περισσότερο απ΄όλα. Είναι πολύ σύνηθες να αλλάζουν τονικότητα ή να νοιώθουν έκδηλη ανασφάλεια όταν τραγουδούν. Άραγε, αν το μάθημα της μουσικής διδασκόταν στο σχολείο όπως θα έπρεπε, όσες ώρες χρειάζονται, με το απαιτούμενο προσωπικό και την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή, θα συνέβαινε κάτι τέτοιο;
Δεν είναι κρίμα να τελειώνουν τα παιδιά το σχολείο και να μην μπορούν να υποστηρίξουν την ερμηνεία ενός τραγουδιού;
Δεν είναι κρίμα να θεωρείται το μάθημα της μουσικής ως «δευτερεύον», ενώ σε ένα τέτοιο πλαίσιο, θα μπορούσαν να ωριμάσουν οι συνθήκες για τη γνωριμία με αντιπροσωπευτικά (και πανέμορφα) έργα μελοποιημένης ποίησης, μουσικής δωματίου, συμφωνικής μουσικής, όπερας και γενικώς λόγιας μουσικής;
Δεν είναι κρίμα, το σχολείο να μην είναι το εφαλτήριο για την προετοιμασία ενός ώριμου κοινού συναυλιών συμφωνικής μουσικής, που να έχει μεγαλύτερη ηλικιακή διασπορά και περισσότερη μουσική γνώση;
Δεν είναι κρίμα να χάνονται τόσα μουσικά ταλέντα, επειδή οι μαθητές πρέπει να διακόψουν τις μουσικές σπουδές εξαιτίας της συμμετοχής τους στις Πανελλήνιες;
Δεν είναι κρίμα να αποθαρρύνονται οι νέοι προς την κατεύθυνση επαγγελματικής ενασχόλησής τους με τη μουσική, ενώ συχνά είναι ιδιαιτέρως ταλαντούχοι;
Δεν είναι κρίμα, να μην υπάρχει στη χώρα μας ένα οργανωμένο σύστημα μουσικής εκπαίδευσης με σύγχρονα προγράμματα και διαβαθμισμένους τίτλους σπουδών;
Δεν είναι κρίμα το ευρύ κοινό – ακριβώς ελλείψει στέρεης μουσικής παιδείας- να μορφώνεται μουσικά από την αισθητική κάθε play-list ραδιοφωνικού σταθμού;
Δεν είναι κρίμα ο κλάδος των καλλιτεχνών να μαστίζεται από την ανεργία και την ετεροαπασχόληση;
Kαι όμως… δεν πρέπει να ξεχνάμε τον σημαίνοντα κοινωνικό ρόλο των καλλιτεχνών, ο οποίος απεδείχθη περίτρανα υπό τις συνθήκες της καραντίνας, όταν το ευρύ κοινό είχε ανάγκη να παρακολουθήσει ταινίες, θεατρικές παραστάσεις, όπερες, συναυλίες κ.ά.
Eίναι αλήθεια ότι οι υποψήφιοι που δίνουν εξετάσεις σε δραματικές Σχολές έχοντας υποδομή μουσικών σπουδών ή γενικότερα ενασχόλησης με άλλες μορφές τέχνης, όπως κλασικό και σύγχρονο χορό, συνήθως έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα. Γενικότερα, όλα τα παιδιά που έχουν διαπαιδαγωγηθεί με ερεθίσματα από λογοτεχνία, ποίηση, θέατρο, μουσική, χορό, ξεχωρίζουν από τους νέους της γενιάς τους ως πιο καλλιεργημένοι και εκλεπτυσμένοι.
Eίναι βεβαίως - βεβαίως και κάποιοι υποψήφιοι, οι οποίοι θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη επίγνωση της άγνοιάς τους, αλλά συνήθως δεν έχουν. «Δεν είμαι και πολύ του διαβάσματος» ομολογούν «ανοικτά». Επηρεασμένοι από τα χουλιγουντιανά και τηλεοπτικά πρότυπα, ονειρεύονται μια καριέρα στην τηλεόραση. Επιδιώκουν το χρήμα και τη φήμη, όχι το να παίξουν στην Επίδαυρο. Αυτά τα παιδιά έχουν γαλουχηθεί με την τηλεόραση. Αντανακλούν την αισθητική της, συχνά με την ίδια τους την εμφάνιση και την εκφορά του λόγου τους. Επιδιώκουν να πετύχουν το στόχο τους με όχημα συνήθως μια θεωρούμενη ως σέξι εμφάνιση, που κατά κανόνα συνδυάζεται με μια άκρως κιτς αισθητική.
Eίναι συνήθης σε αυτές τις εξετάσεις η ερώτηση: «γιατί θέλεις να ασχοληθείς με το θέατρο;» Oι περισσότεροι υποψήφιοι (τόσο οι εμφανώς «καλλιεργημένοι», όσο και οι εμφανώς «ακαλλιέργητοι») αναφέρουν βιώματα από τη συμμετοχή σε θεατρικές παραστάσεις στο πλαίσιο του σχολείου. Τα περισσότερα παιδιά καταλήγουν να δίνουν εξετάσεις σε μια Δραματική Σχολή, επειδή κάποτε παρακινήθηκαν από μια καλή φιλόλογο ή θεατρολόγο που είχαν στο Σχολείο. Στην μετά σχολείου εποχή, αυτό το βίωμα τα οδηγεί σε μια ερασιτεχνική θεατρική ομάδα. Το θετικό βίωμα της ερασιτεχνικής ενασχόλησης με το θέατρο, είναι ο σπόρος που ανθίζει μέσα τους, καλλιεργώντας την επιθυμία για επαγγελματική ενασχόληση με την Τέχνη της Υποκριτικής.
Eίναι αναρίθμητα τα οφέλη της ενασχόλησης των παιδιών με το θέατρο και γενικότερα με την Τέχνη. Ενδεικτικά αναφέρουμε:
γνωστικά οφέλη: μελέτη του έργου Ελλήνων και διεθνούς φήμης καλλιτεχνών, πνευματική καλλιέργεια και πλούτος γνώσεων
Ψυχολογικά οφέλη: εκτόνωση του άγχους μέσα από την εσωτερική έκφραση, καταπολέμηση της εσωστρέφειας και της κατάθλιψης, γνωριμία με πολλαπλές ταυτότητες, καλλιέργεια ενσυναίσθησης και γενικότερα δεξιοτήτων συναισθηματικής νοημοσύνης, ανάπτυξη κριτικής ικανότητας.
Kοινωνικά οφέλη: κοινωνικοποίηση μέσα από τη συμμετοχή σε ομάδες, ανάπτυξη ομαδοσυνεργατικού πνεύματος, ευγενής άμιλλα για την επίτευξη ενός κοινού στόχου, συμβολή στην άνοδο του πνευματικού επιπέδου κάθε τοπικής κοινωνίας, επένδυση στη γνώση, υιοθέτηση και υπεράσπιση μιας αισθητικής διαφορετικής από την κυρίαρχη, γνωριμία με την Τέχνη και όχι με τη μαζική κουλτούρα.
Eίναι μακρύς ο κατάλογος, καθότι θα μπορούσε κανείς να προσθέσει πολλά ακόμη….
Γιάννης Γαϊτης ‘Rejection’
Και όμως…
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, οι γονείς των σημερινών νέων, γεννημένοι -στην πλειοψηφία τους τη δεκαετία του ΄60, επιμένουν να συντηρούν τις προκαταλήψεις των γονέων τους, που ήταν γεννημένοι τις δεκαετίες του ΄30 και του ΄40!
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, γνωστό reality με έπαθλο έναν «σέξι… γαμπρό» (!) παρακινεί δεκάδες σύγχρονες σταχτοπούτες, να τρώγονται ως εάν να ήταν κότες, για το ποια θα καταφέρει να «κερδίσει» την καρδιά του «πρίγκιπα» και να γίνει η «πριγκίπισσα» του «τηλε-παραμυθιού».
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, είναι διόλου ευκαταφρόνητος ο αριθμός εκείνων των γονέων που θα καμάρωναν να συμμετέχει ο «πρίγκιπας» ή η «πριγκίπισσά» τους σε αυτή τη νοσηρή χυδαιότητα.
Γιάννης Γαϊτης: Σιωπηλός σύντροφος (1968)
Θα αποτελούσε ισχυρό αντιστάθμισμα στην κουλτούρα των Μέσων η διδασκαλία των καλλιτεχνικών μαθημάτων αν ανέκαθεν εκείνα δεν θεωρούντο ως υποδεέστερα εν συγκρίσει με τα μαθήματα των «Πανελληνίων» και η διδασκαλία τους ως απαξιωμένη.
Θα αποτελούσε ισχυρό αντιστάθμισμα στην κουλτούρα των Μέσων η καλλιέργεια αισθητικών προτύπων σε παιδιά και εφήβους και η ενίσχυση της κριτική τους ικανότητας, αν δεν καταργείτο η διδασκαλία των μαθημάτων καλλιτεχνικής παιδείας (Θεατρικής αγωγής, μουσικής, εικαστικών) σε όλες τις τάξεις του Λυκείου, εξανεμίζοντας έτσι κάθε ελπίδα προς αυτή την κατεύθυνση. Μοναδική εξαίρεση, το έργο των Μουσικών και Καλλιτεχνικών Λυκείων. Μα αυτά αφορούν μια μειοψηφία μαθητών. Οι υπόλοιποι μαθητές των δημοσίων σχολείων, υπό ποιες συνθήκες θα εξοικειωθούν με την Τέχνη;
Θα αποτελούσε αντίδοτο στη φθήνια και τη χυδαιότητα, αν το φεμινιστικό κίνημα αντιδρούσε εκφέροντας συγκροτημένο επιστημονικό λόγο με επιχειρήματα, υπογραμμίζοντας ότι τέτοιου είδους εκπομπές προάγουν τις έμφυλες διακρίσεις και τον σεξισμό και είναι εξευτελιστικές για τη γυναικεία αξιοπρέπεια. Στη θέα της ψυχικής και σωματικής εκμετάλλευσης των «ηρωίδων» του reality, υποτιμάται και προσβάλλεται κάθε γυναίκα.
Θα αποτελούσε ισχυρό αντιστάθμισμα στη φθήνια και τη χυδαιότητα, αν είχαμε μια οργανωμένη αντίδραση από καθηγητές, συγγραφείς, καλλιτέχνες και γενικότερα προσωπικότητες των γραμμάτων και των τεχνών.
Θα αποτελούσε ισχυρό αντιστάθμισμα στη φθήνια και τη χυδαιότητα, αν ένα ισχυρό Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) ή ανάλογος θεσμός, είχε τον θεσμικό ρόλο να διακόψει τέτοιου είδους εκπομπές που νομιμοποιούν τη χυδαιότητα και το χειρότερο: διαμορφώνουν αντίστοιχα πρότυπα.
Θα αποτελούσε ισχυρό αντιστάθμισμα στη φθήνια και τη χυδαιότητα, αν προχωρούσαμε σε μια οργανωμένη διαδικτυακή ψηφοφορία, ώστε να ενωθούμε ΟΛΟΙ οι απλοί πολίτες αυτής της χώρας, για να υπερασπιστούμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, την ευνομία και την επικράτηση της Τέχνης έναντι της μαζικής κουλτούρας.
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, σε μια κοινωνία ισονομίας και ισότητας, θεωρείται ΝΟΜΙΜΟ το να στήνεται ένα άνισο παιχνίδι όπου ένας άνδρας δικαιούται να επιλέξει ανάμεσα σε 20 γυναίκες, ενώ εκείνες δεν έχουν το αντίστοιχο προνόμιο.
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, στο πλαίσιο μιας χυδαίας, ωφελιμιστικής κοινωνίας, θεωρείται ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ ένας άνδρας να φλερτάρει εκ περιτροπής με ΟΛΕΣ τις γυναίκες παρουσία των υπολοίπων και να δημοσιοποιούνται οι πιο προσωπικές στιγμές: ένα ερωτικό σκίρτημα, μια ερωτική εξομολόγηση, ένα χάδι, ένα φιλί.
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, με θεσμοθέτηση της θεωρούμενης ισότητας των δυο φύλων, θεωρείται «ΑΠΟΔΕΚΤΟ» μια ομάδα γυναικών να υποβάλλεται σε διάφορες δοκιμασίες πολλές από τις οποίες συνιστούν αν όχι σωματική, οπωσδήποτε ψυχολογική κακοποίηση. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ψυχολόγος για να αντιληφθεί την ψυχολογική φόρτιση που υφίσταται εξαιτίας των μεταξύ τους συγκρούσεων, αλλά και της αγωνίας ποια θα επικρατήσει, καθώς και τις τραυματικές διαστάσεις μιας απόρριψης, στο πλαίσιο του τηλε-παιχνιδιού.
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, υπάρχουν γονείς που ΕΜΠΟΔΙΖΟΥΝ τα παιδιά τους να δώσουν εξετάσεις σε μια Δραματική Σχολή, αλλά συγχρόνως τους ΕΠΙΤΡΕΠΟΥΝ να παρακολουθούν (ή να συμμετέχουν σε) αθλίας αισθητικής realities!
Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα, ωστόσο υπάρχουν ορισμένες φωτεινές εξαιρέσεις: ανάμεσά τους, συγκαταλέγονται τα παιδιά των οποίων το πάθος για την Τέχνη, ούτε πουλιέται, ούτε αγοράζεται. Βιώνεται. Αλλά σε ένα οικογενειακό και κοινωνικό πλαίσιο όπου οι υποψήφιοι ηθοποιοί, μουσικοί και λοιποί καλλιτέχνες, βιώνουν απόρριψη για την επιλογή τους, βιώνουν την επιθυμία της επαγγελματικής ενασχόλησης με την Τέχνη, ως ενοχη.
ΕΝΟΧΟΙ δεν είναι οι νέοι που καταπατούν τη γονεϊκή βούληση, γιατί παθιάζονται με την Τέχνη. ΕΝΟΧΟΙ είναι όλοι όσοι καλλιεργούν τις συνθήκες για να τους απομακρύνουν από αυτήν.
Τραγική ειρωνεία: η εμμονή (των γονέων) για την απόκτηση ενός «χαρτιού» και η εμμονή (των «ηρωίδων» του τηλεσκουπιδιού) για την απόκτηση ενός …γαμπρού, έχουν κάτι κοινό: στην Αγγλική αποδίδονται με την ίδια λέξη.
(Στους γονείς μου, που είναι η φωτεινή εξαίρεση στον κανόνα)
Τίνα Βαρουχάκη
varouchaki.tar@gmail.com
Οκτώβριος 2020
[1] Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Three_Musicians/ ανακτήθηκε:03-10-2020
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου