ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΑΜΑΡΑΣ
«Αυτό που θαυμάζω σε σένα είναι, ότι, ενώ γράφεις μία άλλη μουσική διδάσκεις ένα άλλο πράγμα ως σύνθεση στους μαθητές σου».
(προφορικό σχόλιο του ακαδημαϊκού-μουσουργού Θόδωρου Αντωνίου)
«Ο Χρήστος Σαμαράς με τη «Συμφωνία Δωματίου» έδωσε με εκπληκτική πεποίθηση την εντύπωση όλων των συστατικών της κλασικής φόρμας, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά την ελεύθερη ηχητική παλέτα των μη-συγκερασμένων χρωμάτων σ’ ένα έργο όπου η φαντασία της ενορχήστρωσης, η πεποίθηση της δομής και η αμεσότητα της έκφρασης επιτυγχάνονται στον υψηλότερο βαθμό».
(απόσπασμα κριτικής της μουσικοκριτικού-μουσικολόγου Αλέκας Συμεωνίδου, εφημ. Μεσημβρινή, 9 Μαρτίου 1993)
«Σε μία πρώτη ανάγνωση, η ορχηστρική γλώσσα του Χρήστου Σαμαρά αναδεικνύει ευδιάκριτα όλα εκείνα τα γνώριμα χαρακτηριστικά των έργων της «πρωτοπορίας». Το σημαντικό «Εγκώμιον IV» είναι μία διθυραμβική έκρηξη χαράς, ευδαιμονισμού, αλλά και λύπης».
(απόσπασμα κριτικής του μουσικοκριτικού-μουσικολόγου Αντώνη Κωνσταντινίδη, εφημ. Θεσσαλονίκη, 20 Δεκεμβρίου 2004)
«Μεγάλη, προσωπικότατη, εκτινάσσεται ως διαστημικός πύραυλος στο μουσικό μέλλον… ο Σαμαράς είναι εφάμιλλος του παρ’ ολίγον συνεπώνυμού του στην ενορχήστρωση Σπυρίδωνος Σαμάρα».
(απόσπασμα κριτικής του μουσικολόγου-ερευνητή Γιώργου Λεωτσάκου για τη Συμφωνία αρ.2 στην ιστοσελίδα ‘Critic’s Point’, 3.2014)
Ελάχιστος φόρος τιμής με αφορμή τα 60ά γενέθλιά του αλλά και την πρώτη παρουσίαση του έργου «Νόστος Ι» με την Κ.Ο.Θ. (7.10.21016)
Γενικά
Ο μουσουργός, πανεπιστημιακός, μουσικοπαιδαγωγός και διανοητής Χρήστος Σαμαράς, αγαπημένος φίλος από εικοσαετίας και πλέον (όταν έγραψα το πρώτο εκτενές άρθρο μου γι’ αυτόν για τα τότε 40ά γενέθλιά του), είναι μία από τις εξέχουσες προσωπικότητες της μουσικής ζωής στη Θεσσαλονίκη και όχι μόνο.
Με τον μουσουργό H.W. Henze, 2011
Συμπλήρωσε ήδη το 60ό έτος της ηλικίας του εκ των οποίων τα πενήντα είναι αφιερωμένα στην Μουσική Τέχνη την οποία υπηρετεί μετά μεγίστου πάθους. Το πολυσχιδές Έργο του τυγχάνει πλέον καθολικής αναγνωρίσεως παγκοσμίως. Οι μουσικές συνθέσεις του, με το μοναδικής ποιότητας διάφανο νεορομαντικό ύφος τους, τον δραματικό επίσης και τελετουργικό χαρακτήρα με τα έντονα λυρικά και εκστατικά στοιχεία τους, αποσπούν θετικά και μόνον σχόλια από κριτικούς και κοινό (ασχέτως της όχι πάντα άρτιας ερμηνευτικής προσεγγίσεως).
Πρώτη σελίδα από το Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.4
Εξίσου εντυπωσιακά είναι τα –έως στιγμής- πεπραγμένα του ως καθηγητής στη σύνθεση, κυρίως από το 2000 στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Α.Π.Θ. Το σύνολο σχεδόν των πανεπιστημιακών μαθητών και μαθητριών του απέκτησε κοντά του τα πλέον ικανά εφόδια τα οποία –σε συνδυασμό με το προσωπικό ταλέντο τους- άνοιξαν δρόμους πλήρεις από βραβεύσεις, διακρίσεις και επιτυχίες στον απαιτητικό παγκόσμιο μουσικό χάρτη.
Βιογραφικά στοιχεία
1960
Από μαρτυρικό Δοξάτο Δράμας στο οποίο γεννήθηκε την 18η Ιανουαρίου του 1956 μετακόμισε -9ετής- στη Θεσσαλονίκη. Εκεί –και το 1967- είχε την πρώτη επαφή του με τη μουσική ως μέλος (και μάλιστα εκ των πρώτων) της σπουδαίας Παιδικής Χορωδίας του Ι.Ν. της Αγίας Τριάδας την οποία δημιούργησε ο αείμνηστος Θεόδωρος (Ρούλης) Παπακωνσταντίνου (1948-69). Ως φυσικό επακόλουθο –και σε συνδυασμό με το έμφυτο ταλέντο του- το 1969 ξεκίνησε ωδειακά μαθήματα μουσικής, στο Κ.Ω.Θ. τα οποία περάτωσε μετά από επτά έτη.
1971
Η μαθητεία του κοντά σε εκλεκτούς δασκάλους όπως ο Ιωάννης Δαμιανός, ο Κώστας Νικήτας, ο Εμμανουήλ Αικατερίνης του άνοιξαν νέους ορίζοντες όπως της γραφής μουσικών έργων. Αφού απέσπασε τα αντίστοιχα πτυχία με άριστα αποφάσισε ν’ ασχοληθεί καθ’ ολοκληρίαν με τη μουσική.
1973
Γι’ αυτό το φθινόπωρο του ’76 γράφτηκε στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών της Βιέννης. Παρακολούθησε μαθήματα ανωτέρων θεωρητικών με τον συνθέτη και δ/ντή χορωδιών Augustin Kubizek (1918-2009) και μαθήματα συνθέσεως με τον επίσης συνθέτη Erich Urbanner (γενν. 1936) από την τάξη του οποίου το 1981 πήρε δίπλωμα. Σπούδασε επίσης φλάουτο, στην τάξη σολιστών τού Louis Rivière και στην τάξη παιδαγωγών τού Robert Wolf. Από τον τελευταίο αποφοίτησε το 1982 με κρατικό παιδαγωγικό πτυχίο διδασκαλίας τού φλάουτου.
1982
Στη Βιέννη επίσης παρακολούθησε μαθήματα: α) σύγχρονης σημειογραφίας και συνθέσεως με τον Friedrich Cerha, παγκόσμια προσωπικότητα της πρωτοποριακής μουσικής (γενν. 1926) και β) εισαγωγής στη σειραϊκή τεχνική συνθέσεως με τον Karlheinz Füssl (1924-1992).
Δεν αρκέστηκε όμως σε αυτά τα –ούτως ή άλλως- σημαντικά γνωστικά εφόδια. Γι’ αυτό από τον Σεπτέμβριο τού 1982 έως τον Ιούλιο τού 1984 έκανε μεταπτυχιακές σπουδές συνθέσεως στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών τού (τότε Δυτικού) Βερολίνου με τον Isang Yun, κορυφαίο Κορεάτη μουσουργό (1917-1995). Με τον ίδιο επίσης παρακολούθησε τα δύο θερινά σεμινάρια για τη σύνθεση έργων ορχήστρας, στο Hilchenbach της Γερμανίας (1982-83).
Από το 1984 και μετά ζει και εργάζεται στη Θεσσαλονίκη διδάσκοντας σύνθεση, αρχικά σε ωδεία και από το 2000 στο Τ.Μ.Σ. του Α.Π.Θ. Στο ακαδημαϊκό έτος 1997-98 πήγε εκ νέου στη Βιέννη (στην Ανώτατη Σχολή Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών). Συνέχισε εκεί τις σπουδές του στη σύνθεση και τις περάτωσε με την απόκτηση τού τίτλου ‘Magister Artium’ και την εκπόνηση εργασίας με θέμα την ανάλυση των συνθέσεων τού Γιώργου Σισιλιάνου.
Άξια αναφοράς είναι η δημιουργία δύο ντοκιμαντέρ -των σκηνοθετών Νίκου Γιαννόπουλου και Γιώργου Κεραμιδιώτη αντιστοίχως- με θέμα τη ζωή και δημιουργία του τα οποία προβλήθηκαν από την ΕΡΤ3.
1987 με τη Μ. Μερκούρη
Από τις αρκετές συναυλίες, αφιερωμένες στη μουσική δημιουργία του μνημονεύονται αυτές στη Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία ‘ΤΕΧΝΗ’ και το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης για τα 100χρονα από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (16.5.2012).
Ως ενεργό μέλος της πανεπιστημιακής κοινότητας (αντιπρόεδρος του Τ.Μ.Σ. έως το 2015) συμμετείχε και συμμετέχει σε δεκάδες συνέδρια και επιτροπές ως εισηγητής και συντονιστής.
Μέλος της Ενώσεως Ελλήνων Μουσουργών, διετέλεσε μέλος τού Δ.Σ. της.
Μουσικό Έργο
Ο εργογραφικός κατάλογος περιλαμβάνει 240 αυτόνομες μουσικές συνθέσεις (εκτός κύκλων ή ενοποιήσεων και μαζί με τις σχεδόν ολοκληρωμένες), οι περισσότερες εκ των οποίων παρουσιάσθηκαν –και συνεχίζουν- ενώπιον κοινού, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Σε γενικές γραμμές, όπως ο ίδιος μαρτυρεί, στη σύνθεση ενός έργου τον ενδιαφέρουν δύο πράγματα κυρίως:
α) η σαφήνεια, η οικονομία και οι δυνατότητες τού μουσικού υλικού του, και
β) η μορφολογική οργάνωση, η ισορροπία και η πληρότητα.
Τον ενδιαφέρουν επίσης και άλλοι παράμετροι της μουσικής γλώσσας, όπως:
α) ο τρόπος αναπτύξεως τού μουσικού υλικού μέσα από σειραϊκές μεθόδους, αλλά και με την ανάπλαση παραδοσιακών προτύπων, ώστε να δημιουργούνται πρωτότυπα ηχητικά αποτελέσματα,
β) η γνώση της χρήσεως των ειδικών συνδυασμών των ηχοχρωμάτων των οργάνων κατά μόνας ή σε συνδυασμό τους, και
γ) η χρήση των δεξιοτεχνικών δυνατοτήτων των οργάνων με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να επιτευχθούν μοναδικές και αυθεντικές δομήσεις ήχου.
Βασικό μέλημά του είναι η, με απολύτως προσωπικό τρόπο, χρήση της σειραϊκής τεχνικής «γιατί αναζητώ πάντα την ιδιαιτερότητα των νέων εκφράσεων και προσπαθώ να δώσω λεπτομερειακές λύσεις που να εκπληρώνουν τις μουσικές ανάγκες ενός έργου».
Επίσης σε έργα μεγάλης φόρμας κυριαρχεί η χρήση μεικτών τεχνικών (φασματική τεχνική και διατονικότητα, νέο-τονικότητα, σειραϊσμός και τροπικότητα, δωδεκαφθογγισμός με μίξη διατονικότητας και τροπικότητας). Με τη θέση του ότι ο πολιτισμός έχει μία υπερβατική, ίσως μεταφυσική, διάσταση, σε πολλά έργα του απαντούν έντονα στοιχεία βυζαντινής μουσικής, όπως ο ισοκράτης (θεωρώντας ότι συμβολίζει το «Ένα»), το μέλισμα (για τις άπειρες εκφάνσεις τού «Ενός» το «Όλον», τις δύο όψεις τού ίδιου πράγματος) και η οκτώηχος. Το επεξηγεί περαιτέρω τονίζοντας ότι επιδιώκει να υπάρχει στη μουσική δημιουργία του η βαθύτερη τάση για χρήση μουσικών φθόγγων-ισοκρατών ως «τονικών» κέντρων, τους οποίους επεξεργάζεται μ’ έναν τέτοιο προσωπικό τρόπο, ώστε η μελισματική διάνθιση (διακόσμηση) κάθε φθόγγου να δημιουργεί, αφ’ ενός μεν μία μελωδία, ενίοτε με βυζαντινά χαρακτηριστικά, αφ’ ετέρου δε να προκύπτουν πολύπλοκες συνηχήσεις (δηλαδή ηχητικοί όγκοι), οι οποίες να κινούνται αενάως εντός τού χωροχρόνου, δημιουργώντας μία αίσθηση αυτοσυγκεντρώσεως και μυσταγωγίας.
Τέλος, η μελισματική (διακοσμητική) τέχνη, ως το πιο σημαντικό και γνήσιο στοιχείο της βυζαντινής μελοποιΐας αλλά και της λαϊκής παραδόσεως, μέσω της αναπαραγωγής πολυδιάστατων ηχητικών αποχρώσεων και τεχνικών δυνατοτήτων των οργάνων αλλά και των τεχνικών συνθέσεως, δημιουργούν μελωδικές γραμμές και ηχοχρώματα οι οποίες καταλήγουν σε εκστασιακές κορυφώσεις. Μπορεί να μη έχει εκτιμηθεί –όπως αρμόζει- η προσφορά του ως μουσικός δημιουργός, είναι όμως βέβαιο ότι στις επόμενες δεκαετίες τα έργα του θα αναδεικνύονται συνεχώς και μέσω –εσαεί ζητούμενο- των άρτιων ερμηνευτικών προσεγγίσεων αλλά και των επιμελημένων κριτικών εκδόσεων από μουσικούς οίκους.
Με τον γράφοντα, 1997
Εν κατακλείδει, με αυτό τον τρόπο οργανώσεως τού ηχητικού υλικού του επιτυγχάνει τη δημιουργία πηγαίας εσωτερικότητας, ακόμα και ρομαντισμού, ο οποίος εμπεριέχεται σε ολόκληρο το σώμα της μουσικής δημιουργίας του. Μία ιδιαιτερότητα, άξια αναφοράς, είναι η χρήση των λέξεων «Απολογία», «Εγκώμιον» και «Φως» σε αρκετά έργα του.
Άρχισε να συνθέτει από το 1969. Ως πρώτο έργο θεωρεί τα «3 σκίτσα» για φλάουτο, βιολοντσέλο και πιάνο. Μόλις 15ετής συνέθεσε το πρώτο μεγάλης φόρμας έργο του, τα «Κύδνεια» για ορχήστρα. Σχεδόν όλα τα έργα του έχουν εκδοθεί από τον μουσικό οίκο ‘Παπαγρηγορίου-Νάκας’.
Περισσότερα από 10 έργα του απέσπασαν επαξίως βραβεία και διακρίσεις. Λόγω ελλείψεως χώρου αναγράφονται μερικά μόνον από τα τόσα αριστοτεχνικά μουσικά δημιουργήματά του:
1) Σονατίνα για πιάνο (1976), με μονοθεματική ελικοειδή μορφολογική οργάνωση η οποία στηρίζεται σε μικρές περιόδους που συνεχώς και με δεξιοτεχνικό τρόπο παραλλάσσονται.
2) Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.1 (1977). Έργο δωδεκάφθογγο το οποίο στηρίζεται σε μία φαινομενικότητα, με εξαιρετικά αφοριστικό τρόπο εκθέσεως των μουσικών και εκφραστικών παραμέτρων.
3) Κοντσέρτο για φλάουτο και ορχήστρα (1981). Πρόκειται, στην ουσία, για μία σπουδή πάνω στο ύφος, ως βασική προϋπόθεση της οργανώσεως της φόρμας σονάτα, με την προσθήκη τού ελεγχόμενου αυτοσχεδιασμού ως στοιχείου της μουσικής αναπνοής.
4) «Μεταμόρφωση» για ορχήστρα (1982). Τριμερές, με πλούτο μελωδικών στοιχείων, είναι το ηχητικό ανάλογο της δυνατότητας τού ανθρώπου –καταπιεσμένου από την πραγματικότητα την οποία μετατρέπει σε κόσμο αυταπάτης- να μετατρέψει/μεταμορφώσει το σκηνικό με μόνο όπλο την αλήθεια. Γιατί –όπως ο συνθέτης αναφέρει- μόνο η τέλεια συνείδηση δίνει την εμπειρία τού ολοκληρωμένου παγκόσμιου ανθρώπου.
Πρώτη σελίδα του έργου «Μεταμόρφωσις»
5) «Αγωνία» για ορχήστρα (1984). Χωρίζεται σε 4 διακριτές –ως προς τον χαρακτήρα τους- ενότητες. Ο βασικός πυρήνας περιστρέφεται γύρω από την ένταση την οποία προκαλούν τα διάφορα συναισθήματα (εδώ μουσικά διαστήματα) οργανωμένα σε υπερβατική σφαίρα γεγονότων.
6) «Ανομίες» για βιολί και πιάνο (1984). Νεορομαντικής υφής, με έντονα δεξιοτεχνικά χαρακτηριστικά, χαρακτηρίζεται από τη διάθεση υπερβάσεως των μουσικών εννοιών και την αρχιτεκτονική δομή σονάτας η οποία στηρίζεται πάνω στην ακολουθία αριθμών τού Fibonacci.
7) Κουαρτέτο εγχόρδων αρ.4 (1984). Από τα καλύτερα έργα του, φωνογραφημένο και βραβευμένο στον διεθνή διαγωνισμό ‘Carl Maria von Weber’ της Δρέσδης, με έντονη μυστηριακή και ταυτοχρόνως μεταφυσική απόχρωση, όπου το ζητούμενο είναι να περιγραφούν οι διαστάσεις της «κινήσεως εντός της ακινησίας» και τού «χρόνου μέσα στην άχρονη προοπτική του».
8) «Απολογία ΙΙ» για ορχήστρα δωματίου (1988). Πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό συνθέσεως της ορχήστρας ‘ALEA III’ τού Πανεπιστήμιου της Βοστόνης. Είναι το ηχητικό ανάλογο –επίσης επιτυχές- της εκφράσεως της αγωνίας (απολογίας) τού ανθρώπου στην προσπάθειά του να αντισταθεί στον καθημερινό εξευτελισμό και τη φθορά. Ο συνθέτης το πραγματώνει χρησιμοποιώντας μία βασική - πολυσύνθετα εκφρασμένη- μουσική ιδέα η οποία στηρίζεται σε έντονες εναλλαγές δραματικών και λυρικών στοιχείων.
9) «Εισαγωγή Μότσαρτ» για ορχήστρα (1991). Αφιερωμένη –ως δείγμα ευγνωμοσύνης- στον μέγιστο μουσουργό για τα 200 έτη από τη θανή του, κινείται εντός τού πλαισίου της παραδοσιακής φόρμας σονάτας με κάποιες ιδιομορφίες και ιδιαιτερότητες.
10) «Quasi una sonata» για πιάνο (1992). Χαρακτηρίζεται ως «μια Ελευσίνια τελετουργία, όπου οι κατευθύνσεις των κινήσεων συμβολίζουν και τις ροπές της ψυχής προς το φως ή το σκοτάδι». Η διθεματική και διμερής δομή τού εξαιρετικού έργου –μέσω της μορφολογικής διαρθρώσεώς του- αντικατοπτρίζει τις δύο φύσεις-φάσεις του ανθρώπου: την προ και την μετά από τη μύησή του στα άδυτα της τελετουργίας και τον όρκο για ενάρετη και αγνή ζωή.
Πρώτη σελίδα από την Quasi una Sonata
11) Σονατίνα για φλάουτο και πιάνο (1993). Η γραφή του έχει ως στόχο την ανάδειξη - κατά τα πρότυπα της αρχαιοελληνικής τραγωδίας- πανανθρώπινων ιδεών που όμως έρχονται σε αντίθεση με καταστάσεις καθημερινής συμπεριφοράς. Η λύση ευρίσκεται «στη δυσκολία να ζεις λέγοντας την αλήθεια». Τη δίνει το φλάουτο με την μονοθεματική οργάνωση τού έργου διαδραματίζοντας τον ρόλο της πανανθρώπινης αλήθειας, εντός πλαισίου των δύο μουσικών παραμέτρων: τού ρυθμού και της μελωδίας. Αντιστοίχως, το πιάνο διαδραματίζει τον ρόλο τού ρεαλιστικού και συμβιβαστικού, με τη χρήση τού ρυθμού και της αρμονίας.
12) Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα (1994). Αποτελείται από ένα μέρος στο οποίο η έκθεση τού θεματικού υλικού γίνεται σε δύο μακροενότητες με πολλή δεξιοτεχνική ανάπτυξη των στοιχείων τους. Χαρακτηριστικό στοιχείο της πρώτης ενότητας είναι οι παράλληλες τέταρτες καθαρές που εμφανίζονται στο σόλο βιολί. Στη δεύτερη ενότητα κυριαρχεί ο έντονος διάλογος μεταξύ βιολιού και ορχήστρας.
13) «Μακεδονική Ραψωδία» για ορχήστρα (1996). Βραβευμένο από την Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία. Αποτελείται από συλλογή δημοτικών τραγουδιών της Μακεδονίας, με πλούσια ενορχήστρωση και εμπλουτισμένη αρμονική γλώσσα, με σκοπό να προβληθούν τα τοπικά μουσικά χαρακτηριστικά των τραγουδιών σε ευρύτερο φιλόμουσο κοινό και αυτά να κατανοηθούν πλήρως και σαφώς άνευ εκλογικεύσεώς τους.
14) «Απολογία ΙΙΙ» για ορχήστρα εγχόρδων (1996). Η μορφή του είναι παραδοσιακή αλλά διαθέτει μοναδική αυτοοργάνωση τού υλικού. Έργο με αισθητικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις (αναπαράσταση της αιώνιας εκφράσεως της αισθήσεως τού αέναου) «είναι το μυστικό χαμόγελο των ψυχών που ποθούν ένα χρώμα γαλανό...».
Εξώφυλλο της Απολογίας ΙΙΙ
15) Συμφωνία αρ.1 για μεγάλη ορχήστρα (1998). Κυρίαρχο στοιχείο της είναι μία σειρά η οποία βρίσκεται κάτω από δύο ρυθμικές υποστάσεις (μελωδίες). Αυτός ο δυϊσμός είναι ο φιλοσοφικός στόχος τού έργου, απ’ τον οποίο ξεπηδούν και άλλες έννοιες εντός του. Τονισμένο με συναρπαστική αρμονική γλώσσα χαρακτηρίζεται από τη χρήση άλλων τεχνικών γραφής κυρίως μικροπολυφωνικών μιμήσεων.
16) «Lamento» για βιολί και ορχήστρα (2002). Είναι ένας θρήνος αφιερωμένος στην μνήμη τού Κοσμά Γαλιλαία, εκλεκτού βιολονίστα, μουσικοπαιδαγωγού και αρχιμουσικού της Θεσσαλονίκης (1936-2000). Κυρίαρχο συστατικό του είναι η προβολή των αντιθέσεων και των συγκρούσεων συγκινησιακών κόσμων, κάτω από το πρίσμα ενός τέτοιου συμβάντος. Για τον τονισμό των ψυχοσυναισθηματικών χαρακτηριστικών (όπως η θλίψη αλλά και η αγάπη και η προσμονή των οικείων) χρησιμοποιούνται χαώδη μουσικά συμβάντα (clusters) με ποικιλμένα η παραλλαγμένα χαρακτηριστικά και αντιστοίχως έντονες σχέσεις ελασσόνων (3φωνων, 4φωνων και 5φωνων) συγχορδιών. Το έργο κλείνει με την υπόμνηση τού ύμνου «Μετά των αγίων», «…λες και η ψυχή απομακρύνεται, ανεβαίνει, πάλλεται και χάνεται στο επέκεινα…».
17) «Εγκώμιον ΙΙΙ» για κοντραμπάσο (2003), έργο με χαρακτήρα πολύ έντονης εσωτερικότητας και λυρισμού και «έπαινος» στην ανθρώπινη ύπαρξη και την βαθιά πίστη τού συνθέτη περί της διττής υποστάσεώς της.
18) «Φως ΙΙ» για ορχήστρα εγχόρδων (2003). Το περιεχόμενό του ταυτίζεται με την αισθητική προοπτική της ηρεμίας και γαλήνης ενός ανθρώπου ο οποίος ευρίσκεται σε κατάσταση ψυχονοητικής αυτολοκληρώσεως. Πρόθεση τού συνθέτη είναι το έργο να αποτελέσει «μια μυστική εμπειρία ανώτατου συντονισμού της ψυχής μας με το επέκεινα».
19) «Εγκώμιον ΙV» για μεγάλη ορχήστρα (2004). Πρόκειται για έναν επετειακό ύμνο για τα 45 έτη πολιτιστικής προσφοράς της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης. Έχει διθυραμβικό χαρακτήρα και η δομική του οργάνωση στηρίζεται πάνω σε μια σπειροειδή τριμερή μορφή με μια φράση κλεισίματος. Χαρακτηρίζεται από την τεράστια παλέτα ηχοχρωμάτων τονικής και ατονικής υφής, η οποία σε συνδυασμό με τη χρήση ανάλογων μελωδικών στοιχείων και ρυθμικών ostinati στα έγχορδα παράγει μια διάθεση διονυσιακή τελετουργίας.
20) «Εγκώμιον V ‘Ύμνος της Νιότης’» για βαρύτονο, κρουστά και κουαρτέτο σαξοφώνων, σε ποίηση Κώστα Βάρναλη (2008). Εργο φωνογραφημένο, με νεοτονικό χαρακτήρα ο οποίος συμβολίζει τον τρόπο της χειραφετήσεως της ποιητικής εκφράσεως.
21) «Απολογία VI» για βαρύτονο και ενόργανο σύνολο, πάνω στο ποίημα «Ο οδηγητής» τού Κ. Βάρναλη (2008). Στο έργο αυτό, αφιερωμένο στη μνήμη τού Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου, η αναλογία παραπέμπει στην συνάφεια ποιήσεως και μουσικής, παράγοντας μια διαλεκτική στιγμών πέρα από κάθε ιδεολογία.
22) Συμφωνία αρ.2 για μεγάλη ορχήστρα (2010). Έργο με βάθος στοχασμού, με απόηχους Sibelius και με αναπτυξιακή δεξιοτεχνία που θυμίζει Brahms, είναι –κατά τον Γ. Λεωτσάκο- θησαυρός της νεοελληνικής μουσικής φιλολογίας.
Πρώτη σελίδα από τη Συμφωνία αρ.2
23) Συμφωνία αρ.3 για υψίφωνο, χορωδία και ορχήστρα, πάνω σε κείμενο τού Απ. Παύλου από την Επιστολή Α΄ προς Κορινθίους (2011). Με το σπουδαίο αυτό έργο -παραγγελία του Ο.Μ.Μ.Α.- υποστηρίζεται η καθαρότητα και σαφήνεια της μουσικής εκφράσεως, μακριά από υφολογικές παλινδρομήσεις, με στόχο την πληρέστερη οργάνωση τού μουσικού υλικού με τον πλέον αυθεντικότερο και πρωτότυπο τρόπο.
24) Συμφωνία αρ.4 για ορχήστρα (2014)
25) «Νόστος Ι» για ορχήστρα (2015). Το έργο το οποίο παρουσιάσθηκε την 7η Οκτωβρίου 2016 από την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, «...ενσωματώνει στοιχεία από τη λαϊκή και τη δημοτική μουσική της χώρας μας και πραγματεύεται ένα από τα πλέον κυρίαρχα συλλογικά συναισθήματα της ιστορικής πορείας του ελληνικού λαού, με τον τρόπο που το περιέγραψαν ο Όμηρος στην «Οδύσσεια» και ο Σεφέρης στο «Μυθιστόρημα»».
Aφίσα συναυλίας της Κ.Ο.Θ.
26) Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα (2016), το έσχατο –έως στιγμής- ολοκληρωμένο έργο του.
Στα έργα του ανήκει και το «Φως ΙΙΙ» για άλτο σαξόφωνο, κουαρτέτο σαξοφώνων και φωνητικό σύνολο, βασισμένο στο δημώδες «Άστραψεν η Ανατολή» (2008) το οποίο ήταν ανάθεση του γράφοντος (Α.Ε.Μ.Θ.Τ.) προς τον συνθέτη. Παρουσιάστηκε στο ‘Ινστιτούτο της Δανίας στην Αθήνα’ από το σύνολο ‘Φιλωδός ΙΙ’ του Α.Ε.Μ.Θ.Τ.
Πρώτη σελίδα από το «Φως ΙΙΙ» αφιερωμένο στον γράφοντα
Λίαν αξιόλογες είναι και οι δύο συνθέσεις του για σόλο κιθάρα: «Μονόλογος» (1990) και «Σονάτα» (2011).
Μουσικοπαιδαγωγικό έργο
Εξίσου λαμπρή είναι η μουσικοπαιδαγωγική προσφορά του, ικανή να «αντιπαρατεθεί» με αυτή των Γ.Α. Παπαϊωάννου και Θ. Αντωνίου (κυρίως ως προς τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των μαθητών στη σύνθεση).
Με τον μουσικολόγο Κ. Φλώρο, 2011
Άρχισε να διδάσκει –θεωρητικά και φλάουτο- από το 1978, στη Βιέννη και το Βερολίνο. Από το 1985 έως το 2000 δίδαξε σε διάφορα ελληνικά ωδεία (Θεσσαλονίκη, Έδεσσα [όπου δημιούργησε το ‘Εαρινό Φεστιβάλ’ και το ‘Πόντιουμ νέων καλλιτεχνών’], Λάρισα, κ.ά.).
Από τον Φεβρουάριο τού 1988 ξεκίνησε η συνεργασία του με το Τ.Μ.Σ. του Α.Π.Θ., η οποία από το 2000 απέκτησε μόνιμο χαρακτήρα δίδοντάς του τη δυνατότητα να ξεδιπλώσει το χαρισματικό ταλέντο του ως άριστου γνώστη του αντικειμένου του: α) «Εισαγωγή στην Δωδεκάφθογγη Σύνθεση και Ανάλυση», β) «Εισαγωγή στην Σειραϊκή και Μετασειραϊκή Σύνθεση και Ανάλυση», με άρτια προσέγγιση της συνθετικής σκέψεως και της μουσικής ιστορίας όλου τού φάσματος της μουσικής εξελίξεως τού 20ου αι. και βεβαίως γ) σύνθεση (από το 2003 και εντεύθεν). Όλα τα προαναγραφέντα καθίστανται ισχυρώτατα εφόδια για το πλήθος των σπουδαστών και τα αποτελέσματα είναι απτά και άκρως εντυπωσιακά. Παντού διακρίσεις και βραβεύσεις, σε διεθνείς και εγχώριους διαγωνισμούς, επιλογές έργων τους για την πλαισίωση απαιτητικών προγραμμάτων συναυλιών φημισμένων μουσικών συνόλων και σολίστ.
Ενδεικτικώς και μόνον αναφέρονται εδώ μερικοί από τους άξιους μαθητές του: Βασίλης Μπακόπουλος, Παναγιώτης Λιαρόπουλος (βοηθός καθηγητής συνθέσεως στο Πανεπιστήμιο Berklee και πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό της 'ALEA III' της Βοστώνης, 2002) , Χρίστος Ντόβας (βραβείο στον διαγωνισμό συνθέσεως Δ. Δραγατάκη 2010), Δημήτρης Οικονόμου (με διεθνή βραβεία όπως της "Royal Philharmonic Society", 2009. Επίσης με συνθέσεις του να έχουν εκδοθεί από την Editions Peters), Λίνα Τόνια (με 20 βραβεύσεις[!]), Ιωάννης Αγγελάκης (1ο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό συνθέσεως ‘Toru Takemitsu’, στο Tόκυο Ιαπωνίας, 2012), Κώστας Τσούγκρας, Κώστας Χίζαρης, Στέλιος Δήμου (1ο βραβείο στον ‘Εαρινό Διαγωνισμό Σύγχρονης Μουσικής’ της Βαϊμάρης, 2012), Δημήτρης Δοξάκης, Σίμος Παπάνας και Ορέστης Παπαϊωάννου (1ο βραβείο συνθέσεως στον διεθνή διαγωνισμό ‘Antonín Dvořák’, στην κατηγορία Νέων Συνθετών, στην Πράγα, 2015).
|
|
|
|
Είναι εντυπωσιακό πάντως –αλλά και τρανό δείγμα της αξιοσύνης του ως δασκάλου- η απόσπαση: α) και των 3 βραβείων του Διαγωνισμού Δ. Δραγατάκη και β) 2 εκ των 3 (το 2ο: Ορέστης Παπαϊωάννου και το 3ο Γιώργος Παπαοικονόμου) βραβείων στον Διαγωνσμό Γ. Σισιλιάνου (2016).
Με τον μουσουργό Δ. Δραγατάκη, 1997
Σημαντικές είναι επίσης οι πολλές και καίριες ομιλίες και παρεμβάσεις του για τον μουσικοπαιδαγωγικό τομέα στην ελληνική μουσική και την εκπαιδευτική πραγματικότητα.
Δισκογραφική παρουσία
Ηχογράφημα με έργο του
Αν και ο εργογραφικός κατάλογός του είναι τόσο ερικυδής, μόνο 10 συνθέσεις του απαντούν σε 12 ηχογραφήματα, ενώ απουσιάζει παντελώς προσωπικό ηχογράφημά του.
Πηγές
1. προσωπικό αρχείο Χρήστου Σαμαρά
2. ‘Αρχείο Ελλήνων Μουσουργών Θωμά Ταμβάκου’.
3. Άρθρα-μονογραφίες/αφιερώματα για τον Χρ. Σαμαρά του Θ. Ταμβάκου σε έντυπα μέσα (Νέοι Αγώνες Ηπείρου, Ιωάννινα 11.11.1996, Jazz και Τζαζ, τ.88, 6.2000 και τ.156, 3.2006 ).
4. Διάφορες ιστοσελίδες στο διαδίκτυο
Άρθρο Θ. Ταμβάκου, 2000
(Κλικ στην εικόνα για να διαβάσετε το άρθρο σε μεγέθυνση)
Θωμάς Ταμβάκος
Μουσικογράφος/ερευνητής
http://tamvakosarchive.blogspot.com/
Οκτώβριος 2016
Τεχνική επιμέλεια σελίδας Κώστας Γρηγορέας
(Η επιμέλεια του κειμένου είναι ευθύνη του αρθρογράφου)