Μουσικά Σχολεία (Γυμνάσια - Λύκεια)
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε να καλύψει το τεράστιο κενό που υπήρχε μέχρι τότε στον τομέα της μουσικής εκπαίδευσης. Ιδρύει το πρώτο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το πρώτο πειραματικό Μουσικό Σχολείο στην Παλλήνη. Κίνηση πραγματικά απαραίτητη, αν σκεφτεί κανείς ότι μέχρι τότε η μουσική στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση ήταν το μόνο μάθημα που διδασκόταν από καθηγητές που δεν είχαν τελειώσει δημόσιο ανώτερο ή ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα και ότι για να διδαχθεί ένας μαθητής κάποιο μουσικό όργανο, έπρεπε να καταφύγει στον ιδιωτικό τομέα.
Για αρχή θα επικεντρωθώ στο θεσμό των Μουσικών σχολείων. Το 1988 ιδρύθηκε το 1ο Μουσικό Σχολείο Παλλήνης και μέχρι σήμερα υπάρχουν 34 Μουσικά Σχολεία σε όλη τη χώρα. Στόχος των σχολείων αυτών είναι η δωρεάν παροχή μουσικής εκπαίδευσης, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο εκμάθησης κάποιου μουσικού οργάνου. Έτσι διαμορφώθηκε το αναλυτικό πρόγραμμα, το οποίο κινείται σε δύο βασικούς άξονες: Σε αυτόν της παραδοσιακής μουσικής και σε αυτόν της ευρωπαϊκής.
Το πρόγραμμα
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σπουδών των Mουσικών Σχολείων, οι μαθητές εισάγονται στα σχολεία αυτά στην Α΄ Γυμνασίου, ύστερα από εξετάσεις την ύλη των οποίων καθορίζουν τα ίδια τα σχολεία. Οι εξετάσεις αυτές αφορούν κυρίως στη μουσική αντίληψη που μπορεί να διαθέτει κάθε παιδί και όχι τόσο στις υπάρχουσες γνώσεις του σε κάποιο μουσικό όργανο. Ξεκινώντας το Γυμνάσιο, ο κάθε μαθητής διδάσκεται ουσιαστικά τρία μουσικά όργανα. Τα δύο από αυτά είναι υποχρεωτικά και το ένα επιλογή του μαθητή. Υποχρεωτικά όργανα είναι το πιάνο, ως βάση για την ευρωπαϊκή μουσική, και ο ταμπουράς (το συγκεκριμένο ανά περιοχές μπορεί να διαφέρει, για παράδειγμα στο Μουσικό Σχολείο Ρεθύμνου το υποχρεωτικό παραδοσιακό όργανο είναι η κρητική λύρα) ως βάση για την παραδοσιακή. Στη συνέχεια, ο μαθητής επιλέγει ένα τρίτο μουσικό όργανο, είτε από αυτά της ευρωπαϊκής (βιολί, κιθάρα, φλάουτο κτλ.) είτε από αυτά της παραδοσιακής (κλαρίνο, σαντούρι, κανονάκι, λύρα, κτλ.). Ουσιαστικά, με την επιλογή του αυτή ορίζει και την κατεύθυνση που ακολουθεί στο Μουσικό Σχολείο, αν ανήκει δηλαδή στον παραδοσιακό ή στον ευρωπαϊκό τομέα. Τα υποχρεωτικά όργανα διδάσκονται μία ώρα το καθένα την εβδομάδα, ενώ το όργανο επιλογής, από την περσινή χρονιά διδάσκεται δύο ώρες εβδομαδιαίως. Ταυτόχρονα, οι μαθητές είναι υποχρεωμένοι να συμμετέχουν σε κάποιο από τα μουσικά σύνολα του σχολείου (ευρωπαϊκή ορχήστρα, χορωδία ευρωπαϊκή και βυζαντινή, σύνολα παραδοσιακής μουσικής από διάφορα μέρη της Ελλάδας, αλλά και σύνολα μουσικού αυτοσχεδιασμού, θεατρικού παιχνιδιού, φωτογραφίας κ.ά.). Εκτός από τα μουσικά όργανα, στο σχολείο διδάσκεται θεωρία ευρωπαϊκής και βυζαντινής μουσικής, αρμονία και Ιστορία της Τέχνης. Οι μαθητές ταυτόχρονα παρακολουθούν και όλα τα μαθήματα που υπάρχουν στα γενικά σχολεία, με κάποιες τροποποιήσεις (για παράδειγμα, η Ιστορία της Τέχνης διδάσκεται την ώρα που στα υπόλοιπα σχολεία διδάσκεται ακόμα Οικιακή Οικονομία).
Η ατμόσφαιρα
Είχα τη χαρά να δουλεύω ως καθηγήτρια κιθάρας για τέσσερα χρόνια στο Μουσικό Σχολείο Ιλίου. Μέχρι στιγμής, ήταν πραγματικά τα καλύτερα εργασιακά χρόνια της ζωής μου (θέλω να ελπίζω ότι θα έρθουν κι άλλα τέτοια, άλλωστε μέχρι να βγω στη σύνταξη έχω πάρα πολλά χρόνια μπροστά μου). Και τι εννοώ μ’ αυτό: Αντικειμενικά, το κτίριο που στεγαζόταν το σχολείο ήταν απλά απαράδεκτο. Ουσιαστικά προοριζόταν για ένα γενικό Γυμνάσιο - Λύκειο, οι αίθουσες για τη διδασκαλία των μουσικών οργάνων ήταν διάδρομοι χωρισμένοι με γυψοσανίδες, με αποτέλεσμα αν τύχαινε να διδάσκεις κιθάρα και δίπλα είχες να κάνουν συνδιδασκαλία δύο κλαρίνα με συνοδεία πιάνου… έπρεπε, απλά, να έχεις μεγάλη φαντασία για να καταλάβεις τι παίζει ο μαθητής σου και αν παίζει σωστά. Η θέρμανση ήταν υποτυπώδης και η υλικοτεχνική υποδομή ανεπαρκής.
Παρ’ όλα αυτά, η διάθεση που υπήρχε και από την πλευρά των εκπαιδευτικών και από την πλευρά των μαθητών, δημιουργούσε μια ατμόσφαιρα έντονη, δημιουργική και ανεπανάληπτη. Η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα στο να διδάσκεις σε μουσικό σχολείο και σε ωδείο κάποιο μουσικό όργανο, έγκειται στο ότι στο σχολείο μπορείς να έχεις καθημερινή επαφή με τους μαθητές σου. Και όταν έχεις όρεξη για δουλειά και είσαι ανοιχτός στα παιδιά, πάντα θα βρεις μια ευκαιρία να μιλήσεις μαζί τους, να τους ακούσεις λίγο σε ένα διάλειμμα, να τους δώσεις την παρτιτούρα ή το CD για τα οποία τους μιλούσες χθες, να επενδύεις και να σπέρνεις καθημερινά το μικρόβιο της μουσικής. Και το έδαφος είναι πρόσφορο και γόνιμο.
Από την άλλη, πράγμα που είναι ίσως και το πιο σημαντικό, τα παιδιά αυτά αποτελούν ήδη μια ομάδα. Είναι ήδη ενταγμένα σε ένα χώρο, δεν χρειάζεται να κάνεις προσπάθεια για να τους γνωρίσεις μεταξύ τους και να καταλάβουν ότι είναι συμμαθητές. Είναι οχτώ ώρες την ημέρα μαζί, γνωρίζει ο ένας τι παίζει ο άλλος, συναγωνίζονται αλλά και ανταγωνίζονται μεταξύ τους, ξέρουν όμως από την αρχή ότι αποτελούν μέρος ενός συνόλου. Και ο κοινωνικός ρόλος της μάθησης μερικές φορές είναι σπουδαιότερος από την ίδια τη μάθηση. Καθημερινά ξεπετάγονταν μουσικά σύνολα τα οποία σχηματίζονταν μόνο και μόνο επειδή υπήρχε προσωπική σχέση ανάμεσα στα παιδιά και υπήρχε η διάθεση και το κέφι να παίξουν μαζί, χωρίς να τους το ζητήσει κανένας, χωρίς να είναι υποχρεωτικό ως μάθημα – και αυτά ήταν τα καλύτερα. Υπάρχουν μάλιστα επαγγελματίες μουσικοί σήμερα που ξεκίνησαν την καριέρα τους όντας απλώς φίλοι και συμμαθητές σε κάποιο μουσικό σχολείο. Για παράδειγμα, οι Lyrae Cantus (μουσικό σχήμα που ειδικεύεται στην ερμηνεία της μεσαιωνικής και αναγεννησιακής μουσικής) δημιουργήθηκαν από φίλους και συμμαθητές του Μουσικού Σχολείου Παλλήνης, όταν κάποιος καθηγητής του σχολείου τους μάζεψε σε ανύποπτη στιγμή για να τους δείξει παλιά όργανα εποχής. Τα παιδιά έχουν αποφοιτήσει από το 1994 και το σχήμα υφίσταται ακόμα.
Τα προβλήματα
Αλλά φυσικά τα πράγματα δεν ήταν και ούτε θα είναι ποτέ τέλεια. Και η παραπάνω αίσθηση ήταν καθαρά και μόνο η προσωπική και υποκειμενική μου εκτίμηση, η οποία ίσως και να μην ενδιαφέρει τους αναγνώστες του TaR. Ο λόγος που με ώθησε να την παραθέσω, ήταν για να προλάβω ενδεχόμενα συμπεράσματα που μπορεί να βγουν από τη θέση μου απέναντι στα προβλήματα που υπάρχουν στη λειτουργία των Μουσικών Σχολείων.
Σαφώς και έπρεπε κάποια στιγμή η Πολιτεία να μεριμνήσει για τη μουσική εκπαίδευση με κάποιον τρόπο. Σαφώς και θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα κάθε παιδί, από τη στιγμή μάλιστα που το διακρίνουν και κάποια επιπλέον μουσικά προσόντα, να μπορεί να μάθει ένα μουσικό όργανο χωρίς να πρέπει να πληρώνει. Και βέβαια ευθύνη της Πολιτείας είναι να διατηρεί και να προάγει και τη δική μας μουσική παράδοση, πέρα από τον ακαδημαϊσμό του δυτικοευρωπαϊκού πολιτισμού. Για μια ακόμα φορά όμως, η ιδέα έμεινε μετέωρη και περιορίστηκε απλώς στη διατύπωση των στόχων και στην ίδρυση των σχολείων. Από κει και πέρα, τα πράγματα αφέθηκαν στην τύχη τους. Με Υπουργικές αποφάσεις, που από χρονιά σε χρονιά αλλάζουν, επιλέγονται οι εκπαιδευτικοί που θα διδάξουν τους μαθητές. Τα κτίρια, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι ακατάλληλα για μουσικά σχολεία και φυσικά, εδώ και είκοσι σχεδόν χρόνια, δεν ανέλαβε ποτέ κανείς να συντάξει ένα Πρόγραμμα Σπουδών για κάθε όργανο επιλογής. Με άλλα λόγια, ναι μεν παρέχουμε δωρεάν παιδεία, αλλά η ύλη είναι κάτι που δεν μας αφορά, και ιδιαίτερα το τι θα κάνει ο μαθητής αυτά τα έξι χρόνια στο όργανο που μαθαίνει είναι πάντα δουλειά του δασκάλου που θα τύχει να έχει, ο οποίος βέβαια θα αλλάζει από χρονιά σε χρονιά ανάλογα με τα εκάστοτε κριτήρια επιλογής του Υπουργείου Παιδείας – και το παιδί είναι τελικά έρμαιο μιας κατάστασης που κανένας μέχρι στιγμής δεν έχει αναλάβει υπεύθυνα να αντιμετωπίσει.
Από την άλλη, όλο αυτό το χάος έχει σαν αποτέλεσμα να μην αναγνωρίζεται σχεδόν κανένας τίτλος σπουδών στους μαθητές. Ο απόφοιτος Μουσικού Σχολείου που έχει κάνει έξι χρόνια ένα μουσικό όργανο, θεωρία και αρμονία, τελειώνοντας το σχολείο μπορούσε να πιστοποιήσει τις γνώσεις του σε ορισμένα αντικείμενα (παραδοσιακά όργανα, αρμονία, όχι πάντως ευρωπαϊκό όργανο επιλογής) με ένα σύστημα εξετάσεων το οποίο παρ’ όλο που είναι θεσμοθετημένο, έχει πραγματοποιηθεί μόνο μία φορά. Έτσι, εάν ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του σε ωδείο, δεν μπορούσε να αποδείξει με άλλον τρόπο τις γνώσεις του παρά μόνο δίνοντας εξετάσεις μέσα στο εκάστοτε ωδείο, και όλα αυτά λόγω της αδυναμίας συνεννόησης ανάμεσα στο Υπουργείο Παιδείας και στο Υπουργείο Πολιτισμού. Και θα μπορούσε να πει κανείς, ότι αυτό από μια άποψη είναι λογικό. Γιατί για να πιστοποιήσεις τις σπουδές σου, αυτές πρέπει αρχικά να έχουν οριστεί – να υπάρχει μια σύνδεση, μια αναφορά και ένας στόχος. Φεύγοντας ο μαθητής από το σχολείο, να έχει ολοκληρώσει ένα κύκλο σπουδών και να κατέχει συγκεκριμένη ύλη. Και φυσικά, ο προικισμένος και ταλαντούχος μαθητής που θα την έχει υπερβεί και θα την έχει ξεπεράσει, να μπορεί να πάρει την αντίστοιχη πιστοποίηση για το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται.
Οι προτάσεις
α) Η επιλογή των εκπαιδευτικών
Και φτάνουμε στο δια ταύτα. Πώς μπορεί να οργανωθεί σωστά ο θεσμός αυτός;
Κατ΄ αρχάς, με το να λυθεί επιτέλους το ζήτημα της επιλογής των εκπαιδευτικών που θα εργάζονται στα Μουσικά Σχολεία. Η αναλγησία και η αναποφασιστικότητα του Υπουργείου Παιδείας έχουν οδηγήσει την κατάσταση στο να μεταφέρεται απλά το πρόβλημα από χρονιά σε χρονιά και στο να έχει δημιουργηθεί μια ένταση και μια κόντρα ανάμεσα στους μουσικούς, οι οποίοι χωρίζονται σε “πανεπιστημιακούς” και “ωδειακούς”, όπως έχει επικρατήσει να αποκαλούνται. Και οι μεν και οι δε έχουν δίκιο. Από τη μια πλευρά, οι μεν απόφοιτοι των Τμημάτων Μουσικών Σπουδών, δικαιολογημένα θεωρούν ότι αυτοί είναι που πρέπει να καλύψουν τις θέσεις των εκπαιδευτικών στα σχολεία αυτά, από τη στιγμή που έχουν τελειώσει το Πανεπιστήμιο και εκτός από τις μουσικές γνώσεις διαθέτουν και την αντίστοιχη παιδαγωγική κατάρτιση και την πιστοποίηση ενός κρατικού πτυχίου. Από την άλλη, υπάρχουν εκπαιδευτικοί, απόφοιτοι ωδείων, που καλύπτουν τόσα χρόνια αυτές τις θέσεις, που χάρη σ’ αυτούς λειτουργούν αυτά τα σχολεία και που η καλλιτεχνική τους πορεία δεν μπορεί να αμφισβητηθεί μεν από κανέναν, αλλά δεν μπορεί ταυτόχρονα να πιστοποιηθεί και με τους συγκεκριμένους κανόνες που θέτει το Υπουργείο Παιδείας. Γιατί μέχρι στιγμής, και στην κατεύθυνση που είναι το Υπουργείο, καταξιωμένοι μουσικοί και ως δάσκαλοι, αλλά και ως σολίστες, αντικειμενικά δεν πληρούν τις προϋποθέσεις προκειμένου να διδάξουν σε Μουσικό Σχολείο (για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή, ανάμεσα σε έναν 22χρονο απόφοιτο του Τμήματος Μουσικών Σπουδών και τον Ευάγγελο Ασημακόπουλο ή τη Λίζα Ζώη, θα προτιμηθεί ο απόφοιτος… τα συμπεράσματα τα αφήνω σ’ εσάς.)
Το ζήτημα είναι ακόμα πιο περίπλοκο όσον αφορά τους καθηγητές του παραδοσιακού τομέα. Για κάποιο διάστημα, οι απόφοιτοι των Μουσικών Σχολείων που είχαν πάρει παραδοσιακή κατεύθυνση, τελειώνοντας, είχαν στα χέρια τους πιστοποιητικό σπουδών, που ήταν και το μοναδικό αναγνωρισμένο από το κράτος από τη στιγμή που οι σπουδές σε παραδοσιακά όργανα στα ωδεία δεν είναι ακόμα συντονισμένες και οργανωμένες. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή, ένας απόφοιτος Μουσικού Σχολείου, τελειώνοντας, μπορούσε να προσληφθεί ως ωρομίσθιος ή αναπληρωτής στη θέση του δασκάλου του, που μέχρι την προηγούμενη χρονιά τον δίδασκε.
Μία λύση θα ήταν να γίνει επιτέλους ΑΣΕΠ και για τους μουσικούς. Η τελευταία φορά που έγινε ήταν το 2001. Έκτοτε, ενώ έχουν γίνει άλλοι δύο διαγωνισμοί για τις υπόλοιπες ειδικότητες, οι μουσικοί εξαιρούνται μονίμως, με αποτέλεσμα το πρόβλημα να διαιωνίζεται και τα Μουσικά Σχολεία να λειτουργούν κυρίως με ωρομίσθιους και αναπληρωτές, οι οποίοι ζουν και εργάζονται υπό το καθεστώς της ομηρίας του Υπουργείου Παιδείας, γεγονός που έχει σαφώς αντίκτυπο στη διδασκαλία τους και στο αποτέλεσμά της. Και αυτή τη φορά τα θέματα του ΑΣΕΠ πρέπει να επιλεγούν προσεκτικά και με βάση τις ουσιαστικές προϋποθέσεις που πρέπει να πληροί ο καθηγητής μουσικού οργάνου. Παραθέτω εδώ το ένα από τα θέματα που έκριναν την ικανότητα των μελλοντικών επίδοξων καθηγητών κιθάρας, πιάνου, φλάουτου, από το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ του 2001:
“α) Ένας ακροατής βρίσκεται σε απόσταση 4m από κάποιο μουσικό όργανα. Σε ποια απόσταση από το όργανο θα πρέπει αυτός να μετακινηθεί έτσι ώστε να προσλαμβάνει το 1/16 της ηχητικής έντασης σε σύγκριση με αυτή της αρχικής του θέσης;
β) Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα σε έναν καθαρό τόνο και ένα σύνθετο ήχο ιδίου τονικού ύψους;
γ) Ένας κυλινδρικός ηχητικός σωλήνας ανοικτός και στα δύο του άκρα έχει τις ίδιες διαστάσεις με έναν άλλο που είναι κλειστός στο ένα του άκρο. Ποια θα είναι η σχέση ανάμεσα στις θεμέλιες συχνότητες των ήχων που παράγουν;
δ) Ποια είναι η διαφορά ανάμεσα στην ηχητική ένταση και στην ακουστότητα;
ε) Να δοθεί ο ορισμός της συχνότητας και του μήκους κύματος”
β) Ο ορισμός της διδακτέας ύλης
Το επόμενο που πρέπει να απασχολήσει σοβαρά το Υπουργείο, είναι ο ορισμός της διδακτέας ύλης και η διαβάθμιση των σπουδών στα Μουσικά Σχολεία. Από τη στιγμή που το εκπαιδευτικό μας σύστημα προτείνει ενιαίο Πρόγραμμα σπουδών μέσα από συγκεκριμένα βιβλία, θα πρέπει να αποφασίσει να κάνει κάτι αντίστοιχο και με την ύλη των μουσικών οργάνων. Ο ρόλος της καλλιτεχνικής επιτροπής που έχει συσταθεί από τη στιγμή που ιδρύθηκαν τα Μουσικά Σχολεία, είναι ανάμεσα στα άλλα και αυτός. Παρ’ όλα αυτά, μέχρι στιγμής ο κάθε εκπαιδευτικός λειτουργεί αυτοβούλως. Είναι σίγουρο ότι θα πρέπει να υπάρχει ένας σοβαρός και ουσιαστικός συντονισμός ανάμεσα στο Υπουργείο Παιδείας, το Υπουργείο Πολιτισμού και στην επιτροπή που θα αναλάβει να ορίσει ένα Πρόγραμμα Σπουδών, με συγκεκριμένη ύλη για κάθε μουσικό όργανο, έτσι ώστε να καθοριστεί τι και πώς πρέπει να διδαχθεί κάθε μαθητής και σε ποιο επίπεδο πρέπει να έχει φτάσει μετά το πέρας των έξι χρόνων σπουδών. Οι μαθητές που ήδη κατέχουν σε κάποιο βαθμό ένα μουσικό όργανο, με κατατακτήριες εξετάσεις θα μπορούν να εντάσσονται στο επίπεδο που θα αντιστοιχεί στις γνώσεις τους μέσα στο Μουσικό Σχολείο.
Κλείνοντας…
Η οργάνωση αυτή, μαζί με το θεσμό, θα πρέπει να επεκταθεί και στην Πρωτοβάθμια εκπαίδευση, με τα Μουσικά Δημοτικά. Έγινε μια προσπάθεια πριν λίγα χρόνια με τα προπαρασκευαστικά μαθήματα μουσικής παιδείας, κάτι που για τρία τέσσερα χρόνια λειτούργησε (ανάλογα με τη διάθεση των εκάστοτε διευθυντών εκπαίδευσης και διευθυντών σχολείων) μέχρι το σχολικό έτος 2003-2004. Έκτοτε, και για αδιευκρίνιστους λόγους, ο θεσμός καταργήθηκε. Με μία ολοκληρωμένη πρόταση, που θα αφορά την Πρωτοβάθμια (πιθανότατα από την Ε’ τάξη του Δημοτικού), τη Δευτεροβάθμια και την Τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα μπορούσε να καθοριστεί ένας κύκλος σπουδών μουσικής εκπαίδευσης, με ειδίκευση στην εκτέλεση και ερμηνεία μουσικών οργάνων, που θα εμπεριέχει με σαφήνεια όλη την πορεία της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δηλαδή τους στόχους, τα μέσα, τις δραστηριότητες και τα αποτελέσματα.
Είμαι πραγματικά φανατική οπαδός του θεσμού των Μουσικών Σχολείων, όπως οι περισσότεροι από τους συναδέλφους που έχουν εργαστεί κατά καιρούς σ’ αυτά. Θεωρώ ότι τα παιδιά μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα μπορούν να αξιοποιήσουν στο έπακρο όλες τις δυνατότητες που έχουν, να αναπτύξουν μια γενικότερη αισθητική καλλιέργεια και να διαμορφώσουν μια στέρεη και ολοκληρωμένη προσωπικότητα, όχι μόνο ως μουσικοί, αλλά –κυρίως– ως ενεργοί και συμμετέχοντες πολίτες. Ας γίνει επιτέλους μια ουσιαστική κίνηση, ώστε τα σχολεία αυτά να λειτουργήσουν όπως θα έπρεπε στην πράξη και όχι μόνο ως κοινοτική οδηγία και ιδρυτικός νόμος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Βασιλική Λεοντάρη
leontari@tar.gr
(Απρίλιος 2007)